Τετάρτη, Ιουνίου 25, 2025

Η διαχρονική αποτυχία ενός Ανώτερου Δικαστηρίου να εφαρμόσει την εκπαιδευτική νομοθεσία

 

Πολύ μεγάλη απογοήτευση από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και συγκεκριμένα από το Τμήμα Η' του εν λόγω δικαστηρίου που ασχολείται με το πολύ ευαίσθητο πεδίο της εκπαιδευτικής νομοθεσίας.
 
Η απογοήτευση δεν ξεκινάει από φέτος, αλλά εδώ και πολλά - πολλά χρόνια και αφορά την χαμηλή ποιότητα του δικαιοδοτικού έργου και την αδυναμία των δικαστών που έχουν υπηρετήσει σε αυτό το τμήμα να ανταποκριθούν στις άμεσες και επείγουσες ανάγκες που επιβάλλει η φύση των υποθέσεων της εκπαιδευτικής νομοθεσίας που αφορά σχολεία, πανεπιστήμια, το υπουργείο Παιδείας και γενικώς την μεγάλη ευθύνη που φέρουν οι εκπαιδευτικοί φορείς του τόπου.
 
Λόγω της ολιγωρίας της Προέδρου του Η' Τμήματος πριν από μερικά χρόνια να δεχθεί αίτημα προσωρινής διαταγής εγκαίρως, η Ελλάδα σύρθηκε να καταβάλει συμβιβαστικά ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το ποσό των 9.000 ευρώ σε μαθητή και γονείς του. Εκείνη η ίδια πρόεδρος που δεν έδωσε την προσωρινή διαταγή όταν έπρεπε και εξέθεσε διεθνώς την χώρα (τώρα πια συνταξιούχος), μετείχε παντως στην σύνθεση του συμβουλίου αναστολών του ίδιου τμήματος, το οποίο τελικώς έκρινε δεκτή την αίτηση αναστολής! Κατόπιν εορτής και μετά την παραβίαση των δικαιωμάτων που της επισημάνθηκαν από την πρώτη στιγμή. Από την ΠΡΩΤΗ ΣΤΙΓΜΗ φώναζα ότι πρέπει άμεσα να εκδώσει προσωρινή διαταγή, την οποία απέρριψε για να επανέλθει η ίδια με άλλες δύο δικαστές μετά από μήνες να αποδεχθεί το αίτημα αναστολής, όταν ήταν ήδη πολύ αργά. Αποτέλεσμα αυτής της καθυστέρησης ήταν η επιδίκαση επιπρόσθετης αποζημίωσης στην συνέχεια, από το Ελληνικό Δημόσιο. 
 
Σε άλλη υπόθεση, το ίδιο τμήμα του Διοικητικού Εφετείου αρνήθηκε να αναγνωρίσει την πολυτεκνία και το δικαίωμα φοιτητή για μετεγγραφή σε άλλο πανεπιστήμιο λόγω φοίτησης της αδελφής του, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί ο φοιτητής να εγκαταλείψει τις σπουδές του! Η απόφαση μάλιστα περιλάμβανε στο ίδιο το κείμενό της και αποσπάσματα από τον διάλογο μεταξύ των ίδιων των δικαστών που αναρωτιούνταν εάν έπρεπε να επιβάλουν στον φοιτητή που προσέφυγε και τα δικαστικά έξοδα! Τελικά αποφάσισαν να μην του τα επιβάλουν, αλλά το ίδιο το κείμενο της απόφασης είχε τον διάλογο τους σε μορφή "τσατ": τί να κάνουμε να του τα επιβάλλουμε ή όχι; Τέτοια προχειρότητα στην απονομή της Δικαιοσύνης: καταστρέφεις έναν άνθρωπο με την απόφασή σου και δεν φροντίζεις καν να συντάξεις ένα ευπρόσωπο κείμενο. Όταν είχα δημοσιοποιήσει αυτή την θλιβερή κατάντια, η μόνη αντίδραση του δικαστηρίου αυτού ήταν να διορθώσει αυτεπαγγέλτως το κείμενο της απόφασης στο επίμαχο σημείο του "τσατ" μεταξύ δικαστών. Όχι βέβαια να μεριμνήσει για τα εκπαιδευτικά δικαιώματα του φοιτητή.
Πιο πρόσφατα, το ίδιο ακριβώς τμήμα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν υπερασπίστηκε δική του απόφαση επί ακυρωτικής δίκης, όταν η δικαιωθείσα εκπαιδευτικός προσέφυγε με αίτηση για μη συμμόρφωση της διοίκησης. Δηλαδή είχε κερδίσει την δίκη και ζήτησε από το Δικαστήριο να μεριμνήσει για την εκτέλεση της απόφασης. Το Η΄Τμήμα που είχε δικαιώσει την εκπαιδευτικό, η οποία αποστερήθηκε την προαγωγή της σε θέση διευθύντριας λόγω παράνομης απόφασης της Διοίκησης, όταν ήρθε η ώρα της εφαρμογής της απόφασής του με την διαδικασία του ν. 3068/2002 δέχθηκε όλη την επιχειρηματολογία της Διοίκησης, απορρίπτοντας συνολικά το γεγονός ότι δεν είχε γίνει απολύτως τίποτε για την αποκατάσταση της δικαιωθείσας εκπαιδευτικού. Τελικά, η εκπαιδευτικός που είχε κερδίσει την δίκη, κατάλαβε ότι η δικαίωσή της ήταν καθαρά θεωρητική, χωρίς το Δικαστήριο αυτό να επιβάλλει την έμπρακτη αποκατάσταση της δικαιωθείσας. Έτσι χάνουν οι πολίτες την εμπιστοσύνη τους στην Δικαιοσύνη. Αυτή είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση των λόγων για τους οποίους το δικαστικό σύστημα θεωρείται αναποτελεσματικό και τελικά αναξιόπιστο. 
 
Στην ίδια ακριβώς γραμμή, το ίδιο ακριβώς τμήμα Η' του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν υπερασπίστηκε την δική του απόφαση με την οποία είχε δικαιωθεί εργαζόμενη σε εκπαιδευτικό θεσμό της χώρας. Έκρινε ορθά το Η΄Τμήμα του Διοικητικού Εφετείου ότι η εργαζόμενη τελούσε σε σχέση εξαρτημένης εργασίας όσο υπηρετούσε στο Ε.Κ.Π.Α., ακύρωσε την απόφαση που την αδικούσε, την έστειλε πίσω για νέα νόμιμη κρίση. Αλλά, όταν ήρθε η ώρα το ίδιο τμημα του Δικαστηρίου να εξετάσει την συμμόρφωση της Διοίκησης με την απόφαση του, έκανε πίσω! Η Διοίκηση έκανε τα ίδια και μετά την δικαστική απόφαση, προσέφυγε η δικαιωθείσα στο Δικαστήριο στο πλαισιο της μη συμμόρφωσης, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Διοίκηση συμμορφώθηκε. Αποτέλεσμα: μηδέν. 
 
Μηδέν.
 
Πρόκειται για ένα δικαστικό τμήμα Ανώτερου Διοικητικού Δικαστηρίου που θα έπρεπε να προσεγγίζει με αυξημένη ευαισθησία το γεγονός ότι σε αυτό προσφεύγουν κατά τεκμήριο οι πιο αδύναμοι συμπολίτες μας, όπως είναι οι μαθητές (ανήλικοι! με τους γονείς τους!!!), φοιτητές και οι εκπαιδευτικοί, εναντίον σοβαρών κρατικών εκπαιδευτικών θεσμών για παραβίαση των δικαιωμάτων που προβλέπει η εκπαιδευτική νομοθεσία. Με αποφάσεις όπως οι παραπάνω, οι πιο αδύναμοι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι παραμένουν απροστάτευτοι από την Δικαιοσύνη.
Έλλειψη επαρκούς ταχύτητας σε αιτήματα προσωρινών διαταγών, απροειδοποίητη μεταβολή ακροάσεων απο αιτήματα προσωρινών σε αιτήματα αναστολών εκτέλεσης, ανεπίκαιρη έκδοση αποφάσεων κατόπιν εορτής και όταν πλέον είναι όλα πολύ αργά.
 
Διεθνής έκθεση της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καταβολή αποζημιώσεων λόγω δικαστικών λαθών.
 
Το χειρότερο απ' όλα είναι ότι η κατάσταση χειροτερεύει και δεν βλέπουμε καμία μεταβολή σε βελτίωσή της. Κανένα μέτρο για να αποτραπεί η συνέχιση τέτοιων φαινομένων στο μέλλον.

Παρασκευή, Ιουνίου 13, 2025

15000 ευρώ αποζημίωση εργαζομένου για κάμερες στον χώρο εργασίας

Με την απόφαση 542/2025 το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εξέτασε υπόθεση αγωγής εργαζομένου στον τομέα της εστίασης κατά της εργοδότριας εταιρίας του για την ηθική βλάβη που υπέστη από κλειστό κύκλωμα καμερών που λειτουργούσε στον χώρο της εργασίας του. 

 Στην υπόθεση αυτή εκπροσώπησα τον εργαζόμενο ως πληρεξούσιος δικηγόρος του. 

 

Με την αγωγή μας θέσαμε υπόψη του δικαστηρίου το σύνολο των καμερών που ήταν εγκατεστημένες σε όλους τους χώρους εργασίας από τους οποίους διερχόταν ο εργαζόμενος και επισημάναμε ότι δεν είχε προηγηθεί κατάλληλη ενημέρωσή του σύμφωνα με τον GDPR. 

 

Το Δικαστήριο με την απόφασή του εξέτασε μία προς μία τις κάμερες και τους χώρους βιντεοεπιτήρησης. Έκρινε ότι είναι απαραίτητη η τοποθέτηση προειδοποιητικών πινακίδων ενημέρωσης των εργαζομένων ότι ο κάθε χώρος καταγράφεται. Έκρινε ότι απαγορεύεται ρητώς η χρήση των δεδομένων ως κριτήριο για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και της αποδοτικότητας των εργαζομεών, “καθώς ο διαρκής έλεγχος των χώρων εργασίας με μέσα παρακολούθησης προσβάλλει την αξιοπρέπεια και την ιδιωτικότητα των εργαζομένων”. Έκρινε ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων πρέπει να ενημερώνονται και να διατυπώνουν γνώμη πριν από την εισαγωγή μεθόδων ελέγχου και παρακολούθησης, καθώς και για τους λόγους που κρίνεται αναγκαια. Έκρινε ότι οι κάμερες που κάλυπταν τα σημεία πώλησης προϊόντων και τα σημεία ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού δεν μπορούσαν να οδηγήσουν σε λεπτομερή παρακολούθηση του ενάγοντος, αλλά εξυπηρετούν τον σκοπό αποτροπής κινδύνων και τους σκοπούς τήρησης κανόνων υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων. 

 Ωστόσο, η κάμερα που παρακολουθούσε από εξωτερικό χώρο το μηχάνημα του κλιματισμού μπορούσε να καταγράψει, μερικώς έστω, το π ρ ό σ ω π ο του εκάστοτε ευρισκόμενου στον απέναντι χώρο της τ ο υ α λ έ τ α ς, σε περίπτωση που το παράθυρο της παραμένει ανοικτό! Ειδικότερα το Δικαστήριο έκρινε ότι “η επαναλαμβανόμενη αίσθηση του ενάγοντος – κάθε φορά που έκανε χρήση της εν λόγω τουαλέτας – ότι πιθανώς βρίσκεται υπό παρακολούθηση, αρκεί αφ’ εαυτής για να στοιχειοθετήσει προσβολή της προσωπικότητάς του, δοθέντων των συνδεομένων με τον χώρο ευλόγως υφισταμένων αυξημένων προσδοκιών προστασίας της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 5 παρ. 1Σ) [βλ. υπ’ αριθμόν 1/2011 Οδηγία της ΑΠΔΠΧ].” 

Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν παράνομη η λειτουργία κάμερας που κάλυπτε τον χ ώ ρ ο δ ι α λ ε ί μ μ α τ ο ς των εργαζομένων. Η δικαστική απόφαση αναφέρει σχετικά με αυτό: “Ο προορισμένος για το διάλειμμα των εργαζομένων χώρος της ταράτσας, καταγραφόμενος από κάμερα τοποθετημένη στο εσωτερικό του κτιρίου και στραμμένη προς τη γυάλινη επιφάνεια (τζάμι παραθύρου) που χωρίζει τον εσωτερικό χώρο από την ταράτσα, συνιστά αφενός χώρο που οι εργαζόμενοι, μεταξύ των οποίων ο ενάγων, παραμένουν επί μακρόν, αφετέρου χώρο που αυτοί συνδέουν με αυξημένες προσδοκίες προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Έτσι, όπως και στην προαναφερόμενη περίπτωση (της υπ’ αριθμόν 9 κάμερας), τα συλλεγόμενα δεδομένα, μη περιοριζόμενα στον εντός του χώρου της κάμερας εξοπλισμού, είναι περισσότερα από τα αναγκαία και πρόσφορα για τον επιδιωκόμενο σκπό προστασίας της ιδιοκτησίας της εναγομένης. Η τελευταία, για την επίτευξη του σκοπού της επεξεργασίας όφειλε και μπορούσε να καταφύγει σε ηπιότερα και εξίσου αποτελεσματικά μέσα, όπως η τοποθέτηση της κάμερας σε διαφορετική γωνία ή η εγκατάσταση διαχωριστικού στοιχείου που θα απέκλειε την οπτική πρόσβασης προς και από τον εν λόγω χώρο της ταράτσας. Επιπροσθέτως, καίτοι η εναγομένη ισχυρίζεται ότι κάνει χρήση τεχνικού περιορισμού και δη “μαύρου μασκαρίσματος” για το τραπέζι του χώρου ανάπαυλας των εργαζομένων, όπερ επιβεβαιώνει και ο ενόρκως βεβαιώσας ανωτέρω τεχνικός συστήματος ασφαλείας, δεν ανταποκρίνεται στο βάρος απόδειξης περί του αν πρόκειται για μασκάρισμα (masking) σταθερό και μη επεξεργάσιμο. Ειδικότερα, η εναγομένη δεν αποδεικνύει ότι ο αποκλεισμός ζωνών γίνεται από την ίδια την κάμερα (εφαρμογή masking σε επίπεδο firmware ή χρήση κάμερας με ενσωματώμενη σχετική τεχνητή νοημοσύνη) ήτοι πριν η εικόνα φτάσει στο καταγραφικό της (Network Video Recorder – NVR) ή αν αυτή γίνεται μέσω του τελευταίου. Τούτο όμως έχει σημασία, καθώς η τελευταία αυτή περίπτωση συνεπάγεται πλήρη καταγραφή εικόνας και εκ των υστέρων κάλυψη, άλλως ειπείν αφορά στη χρήση τεχνολογιών επικάλυψης των συλλεγόμενων δεδομένων επί της οθόνης προβολής / παρακολούθησης, μέτρο το οποίο μπορεί να αντιστραφεί ή αλλάξει ο υπεύθυνος επεξεργασίας από τις σχετικές ρυθμίσεις του συστήματος, ώστε η εικόνα που λαμβάνεται από τις κάμερες να προβάλλεται στην οθόνη προβολής / παρακολούθησης χωρίς καθόλου κάλυψη ή με κάλυψη άλλων τμημάτων (βλ. ΑΠΔ 23/2025, πρβλ ΑΠΔ 87/2015). Άλλωστε και κατόπιν τουτων, το γεγονός της διαγραφής του υλικού καταγραφής μετά την πάροδο δεκατεσσάρων (14) ημερών δεν αναιρεί τον αδικαιολόγητο περιορισμό της ελευθερίας του ενάγοντος – εργαζομένου, ως εκδήλωση της ακώλυτης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.” 

Σημαντική ήταν η κρίση του Δικαστηρίου σε σχέση και με την παράλειψη αρχικής γραπτής ενημέρωσης του εναγομένου, στοιχείο που κλόνισε το στοιχείο της παρεχόμενης από αυτον συγκατάθεσης. Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η έγγραφη ενημέρωση δόθηκε από την εργοδότρια εταιρία στον εργαζόμενη την ίδια ημερομηνία που της επιδόθηκε η ένδικη αγωγή του. Επιπλέον, “λαμβανομένης υπ’ όψιν της υφιστάμενης στη σύμβαση εργασίας εξάρτησης που συνεπάγεται η σχέση εργοδότη – εργαζομένου, καθώς και της εν γένει μη προκύπτουσας εν πλήρει επιγνώσει συγκατάθεσης για την επεξεργασία των δεδομένων η προκείμενη συγκατάθεση του ενάγοντος κρίνεται ανίσχυρη, ήτοι μη προσδίδουσα νόμιμη βάση στην επεξεργασία (βλ. ΑΠΔΠΧ 13/2024, ΤΝΠ ΔΣΑ).” Στο σημείο αυτό δηλαδή, απορρίπτεται ξεκάθαρα η ίδια η έννοια της συγκατάθεσης του εργαζομένου, ακριβώς λόγω της σχέσης εξάρτησης που υπάρχει από τον εργοδότη, έτσι ώστε να μην μπορεί να νοηθεί ως ελεύθερη δήλωση βούλησης, κατά τα οριζόμενα εξάλλου και στον αρ. 43 του GDPR που ορίζει ότι: “για να διασφαλιστεί ότι η συγκατάθεση έχει δοθεί ελεύθερα, η συγκατάθεση δεν θα πρέπει να παρέχει έγκυρη νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, όταν υπάρχει σαφής ανισότητα μεταξύ του υποκειμένου των δεδομένων και του υπευθύνου επεξεργασίας”. Επομένως καμία “συγκατάθεση” εργαζομένου δεν νοείται ως νόμιμη βάση. Μόνη νόμιμη βάση για αυτές τις επεξεργασίες είναι το αυστηρά ελεγχόμενο τυχόν υπέρτερο έννομο συμφέρον του εργοδότη για προστασία των αγαθών της περιουσίας και της ασφάλειας του χώρου εργασίας. 

 

Με βάση αυτό το σκεπτικό, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο εργαζόμενος υπέστη ηθική βλάβη “από τη δια της ψυχικής αναστάτωσης και ταλαιπωρίας του προσβολή των προαναφερομένων δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα”. Για την αποκατάστασή του κρίθηκε με την απόφαση αυτή, “με γνώμονα την αποφυγή της οικονομικής εξουθένωσης της εναγομένης, αλλά και του υπέρμετρου πλουτισμού του ενάγοντος”, ενόψει αφενός του είδους των θιγόμενων αγαθών, του μεγέθους και της έντασης της προσβολής, του βαθμού υπαιτιότητας της εναγομένης και αφετέρου της κοινωνικής και οικονομικής θέσης του ενάγοντος και της ευαίσθητης ψυχικής κατάστασής του κρίθηκε εύλογο και δίκαιο η καταβλητέα χρηματική ικανοποίηση να οριστεί στο ποσό των 15.000 ευρώ έντοκα από την επίδοση της αγωγής. 

 

Επιπλέον, το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που πρόβαλε η εναγομένη εργοδότρια με το σκεπτικό ότι ο ενάγων δεν είχε προηγουμένως υποβάλει καταγγελία στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, κρίνοντας ότι μια τέτοια καταγγελία δεν αποτελεί προϋπόθεση εκ του νόμου για την προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια. Υπέρ του εναγομένου επιδικάστηκε επίσης μέρος των δικαστικών του εξόδων. Η απόφαση υπόκειται σε έφεση.

Η διαχρονική αποτυχία ενός Ανώτερου Δικαστηρίου να εφαρμόσει την εκπαιδευτική νομοθεσία

  Πολύ μεγάλη απογοήτευση από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και συγκεκριμένα από το Τμήμα Η' του εν λόγω δικαστηρίου που ασχολείται με το...