Κυριακή, Αυγούστου 17, 2025

31 Aυγούστου 2025: η προθεσμία του Υπουργείου Παιδείας για το εναλλακτικό μάθημα


Την 31 Αυγούστου 2025 λήγει η προθεσμία που έχει τάξει το Συμβούλιο της Επικρατείας στο Υπουργείο Παιδείας για "να ολοκληρώσει τις απαραίτητες ενέργειες για τη διδασκαλία εναλλακτικού μαθήματος για τους μαθητές που δεν επιθυμούν να παρακολουθήσουν το μάθημα των θρησκευτικών."

 Δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι το Υπουργείο Παιδείας θα είναι έτοιμο όμως μέσα σε αυτές τις δύο εβδομάδες που μεσολαβούν μέχρι την λήξη της προθεσμίας. 

 Σε περίπτωση που το Υπουργείο δεν είναι έτοιμο, θα ακολουθήσει η εκδίκαση δύο αιτήσεων ακυρώσεως που έχουν υποβάλει δύο οικογένειες που εκπροσωπώ, με αντικείμενο να καταδικαστεί το Υπουργείο για παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειες. Και θα ακολουθήσουν βέβαια και οι σχετικές αγωγές αποζημίωσης.

 Τα Ελληνικά δικαστήρια έχουν ήδη επιδικάσει φέτος  αποζημίωση 14.000 ευρώ για μαθητή που δεν του δόθηκε απαλλαγή από τα θρησκευτικά και άλλες 10.500 ευρώ αποζημίωση για μαθήτρια που για να απαλλαγεί τέθηκε ως προϋπόθεση να δηλώσουν οι γονείς της ότι δεν είναι "Χ.Ο.".

 Όλη η πορεία μέχρι την καθιέρωση του εναλλακτικού μαθήματος έχει ξεκινήσει με προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας από το καλοκαίρι του 2017. Έχω εκπροσωπήσει πολλούς γονείς και τα παιδιά τους μέσα σε αυτά τα χρόνια, πιέζοντας για την καθιέρωση του εναλλακτικού μαθήματος, ώστε όταν απαλλάσσονται από τα θρησκευτικά να παρακολουθούν κάτι ισότιμο και αντίστοιχο χωρίς όμως δογματικές καθηλώσεις. 


Όπως θα έπρεπε δηλαδή να είναι η εκπαίδευση συνολικά. 


Από τότε έχουμε πολλές αποφάσεις που επαναλαμβάνουν ότι η Πολιτεία έχει υποχρέωση να οργανώσει το εναλλακτικό μάθημα, όπως εξάλλου επιβάλλει και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

 Φέτος διεκδικούμε και πάλι την εισαγωγή του ισότιμου μαθήματος, για το σχολικό έτος 2025 - 2026.

 Παραθέτω εδώ απόσπασμα από τις δύο αποφάσεις που εξέδωσε την 1η Ιουλίου 2025 το Συμβούλιο της Επικρατείας επί των αιτήσεων ακυρώσεως των οικογενειών που εκπροσωπώ για αυτό το θέμα.

 

"ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Γ΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Ιουνίου 2025, με την εξής σύνθεση: Δημήτριος Μακρής, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Αναστασία-Μαρία Παπαδημητρίου, Μαρλένα Τριπολιτσιώτη, Βασίλειος Ανδρουλάκης, Οδυσσέας Σπαχής, Σύμβουλοι, Ανδρέας Χρυσικόπουλος, Ελένη Κουλεντιανού, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κωνσταντίνα Γκιώκα, Γραμματέας του Γ΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 2 Νοεμβρίου 2023 αίτηση:

των: *** οι οποίες παρέστησαν με τον δικηγόρο Βασίλειο Σωτηρόπουλο (Α.Μ. 27027), που τον διόρισαν με πληρεξούσιο, ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του,

κατά του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, ο οποίος παρέστη με την Αφροδίτη Καρούκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούσες επιδιώκουν να ακυρωθεί η παράλειψη της Διοικήσεως να θεσπίσει ισότιμο προς το μάθημα των θρησκευτικών μάθημα συναφούς περιεχομένου, για τους μαθητές Λυκείου που απαλλάσσονται του υποχρεωτικού μαθήματος των θρησκευτικών, κατόπιν των κριθέντων με τις 1749-1750/2019 και 1478 - 1480/2022 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Βασιλείου Ανδρουλάκη.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (Κωδικός πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου 625705221954 0430 0019/2-11-2023), ζητείται η ακύρωση της παραλείψεως της Διοικήσεως να θεσπίσει ισότιμο προς το μάθημα των θρησκευτικών μάθημα συναφούς περιεχομένου, για τους μαθητές Λυκείου που απαλλάσσονται του υποχρεωτικού μαθήματος των θρησκευτικών, κατόπιν των κριθέντων με τις 1749-1750/2019 και 1478 - 1480/2022 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

2. Επειδή, η παρούσα αίτηση ακυρώσεως συζητήθηκε στις 30-5-2024. Λόγω, όμως, παραιτήσεως της εισηγήτριας, παρέδρου Σ. Καρύδα πριν από την ολοκλήρωση της διασκέψεως, η υπόθεση ανασυζητείται, εισάγεται δε, λόγω σπουδαιότητας στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος με την από 29-10-2024 πράξη του Προέδρου του Γ’ Τμήματος.

3. Επειδή, με τις 1749 και 1750/2019 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας ακυρώθηκαν οι 101470/Δ2/16-6-2017 (Β΄ 2104) και 99058/Δ2/13-6-2017 (Β΄ 2105) αποφάσεις του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, με τις οποίες καθορίσθηκαν τα προγράμματα σπουδών του μαθήματος των θρησκευτικών, αφ’ ενός του δημοτικού και του γυμνασίου και αφ’ ετέρου του λυκείου. Όπως ειδικότερα κρίθηκε με τις ανωτέρω αποφάσεις, το μάθημα των θρησκευτικών απευθύνεται αποκλειστικά στους ορθόδοξους χριστιανούς μαθητές και με αυτό επιδιώκεται η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως. Με τις ίδιες αποφάσεις έγινε, περαιτέρω, δεκτό ότι οι ετερόδοξοι, αλλόθρησκοι ή άθεοι μαθητές έχουν ευθέως από την παρ. 1 του άρθρου 13 του Συντάγματος δικαίωμα πλήρους απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών με την υποβολή σχετικής δηλώσεως και ότι η Πολιτεία οφείλει, προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία ελεύθερης ώρας και, εντεύθεν, ο κίνδυνος απομακρύνσεως των μαθητών από το ανωτέρω συνταγματικώς επιβαλλόμενο μάθημα χωρίς αποχρώντα λόγο, να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος, συναφούς κατά την αντίληψή της περιεχομένου (π.χ. μαθήματος ηθικής). Εν συνεχεία, με το 37/23-7-2020 πρακτικό του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) εγκρίθηκε η εισήγηση της Επιστημονικής Επιτροπής για το μάθημα των θρησκευτικών. Στην εισήγηση αυτή η Επιτροπή, αφού ανέλυσε τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με την απασχόληση των μαθητών που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών, εξέτασε τα προβλήματα που δημιουργούνται από την εισαγωγή άλλου μαθήματος για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών και διατύπωσε προτάσεις. Η Επιστημονική Επιτροπή πρότεινε οι απαλλασσόμενοι μαθητές να βρίσκονται τις ώρες διδασκαλίας των θρησκευτικών σε άλλο κατάλληλο χώρο με τον εκπαιδευτικό στον οποίον έχει ανατεθεί η διδασκαλία και να εκπονούν εργασία με θέμα είτε σχετικό με τη θρησκεία τους, εφ’ όσον την έχουν δηλώσει στο πληροφοριακό σύστημα myschool, είτε με τη μελέτη των θρησκειών ως φιλοσοφικού, κοινωνιολογικού, ιστορικού, πολιτιστικού κ.λπ. φαινομένου. Όμως, και η πρόταση αυτή, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, μπορεί να αποδειχθεί οργανωτικά και παιδαγωγικά δυσχερής, διότι: α) τίθεται ζήτημα υπάρξεως υλικοτεχνικής υποδομής στα σχολεία που θα μπορούσε να υποστηρίξει ουσιαστικά αυτήν την επιλογή, β) απαιτούνται Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (Α.Π.Σ.) για κάθε βαθμίδα ώστε να προβλεφθούν οι ανάλογες προσαρμογές της Ερευνητικής Δημιουργικής Δραστηριότητας στη βαθμίδα και την αναπτυξιακή ηλικία των μαθητών, γ) αυξάνονται οι ώρες διδασκαλίας εφ’ όσον δημιουργούνται παράλληλα τμήματα θρησκευτικών ανά τάξη όταν εμφανίζονται απαλλαγές, ενώ, τέλος, δ) εγείρεται θέμα ισότιμης μεταχειρίσεως των μαθητών, καθώς οι μεν Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν έχουν την δυνατότητα να αναπτύξουν τις ερευνητικές και συνθετικές δεξιότητές τους μέσω της εκπονήσεως ερευνητικής εργασίας ενώ οι μη Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν λαμβάνουν γενικές γνώσεις μέσω της παραδοσιακής διδασκαλίας. Περαιτέρω, κατά την εκτίμηση της Επιτροπής, ναι μεν η παρακολούθηση από μαθητές που απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών άλλου μαθήματος που ήδη αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας δεν πρέπει να αποτελεί πρώτη επιλογή, εφ’ όσον όμως αντικειμενικοί λόγοι δεν επιτρέπουν άλλη λύση, με απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων θα μπορούσε να εξεταστεί η παρακολούθηση άλλων μαθημάτων, σύμφωνα με το ημερήσιο πρόγραμμα του σχολείου και την ευθύνη των διδασκόντων (παρουσιολόγιο κ.λπ.). Τέλος, η Επιτροπή δέχθηκε ότι: «Η δυνατότητα εισαγωγής της “Ερευνητικής Δημιουργικής Δραστηριότητας με θέμα τη Θρησκεία” προϋποθέτει ενδελεχή μελέτη, ήτοι ικανό χρονικό διάστημα, και, συνεπώς, δεν απαντά στην ανάγκη για άμεση εύρεση λύσεων εν όψει της ενάρξεως του επόμενου σχολικού έτους. Καθίσταται αναγκαία η εξεύρεση μιας μεταβατικής λύσεως που θα ισχύει από την επόμενη σχολική χρονιά και μέχρι την ολοκλήρωση της προαναφερόμενης ενδελεχούς μελέτης η οποία πρέπει να λάβει υπ’ όψιν της ιδίως: τα αριθμητικά στοιχεία για τις απαλλαγές των μαθητών των τελευταίων πέντε ετών, τις οικονομικές πτυχές του σχετικού εγχειρήματος και τις παιδαγωγικές συνέπειες». Εν συνεχεία με το άρθρο 37 του ν. 4777/2021 «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αναβάθμιση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» (Α΄ 25) ορίστηκε ότι: «Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων καθορίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις απαλλαγής μαθητών, οι οποίοι φοιτούν στην πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, από τη συμμετοχή στα μαθήματα της Φυσικής Αγωγής, της Μουσικής και των Θρησκευτικών, και ρυθμίζεται κάθε άλλο συναφές ειδικότερο θέμα, όπως ιδίως οι λόγοι που δικαιολογούν τη χορήγηση και τη διάρκεια της απαλλαγής, ο τύπος, το περιεχόμενο, η προθεσμία υποβολής της αίτησης απαλλαγής καθώς και τα απαραίτητα δικαιολογητικά έγγραφα, το όργανο της σχολικής μονάδας στο οποίο υποβάλλονται η αίτηση και τα δικαιολογητικά, καθώς και η διάρκεια και ο τρόπος τήρησης, φύλαξης και επεξεργασίας αυτών, η διαδικασία και τα όργανα αξιολόγησης της αίτησης, οι σχετικές εγγραφές που γίνονται σε υπηρεσιακά βιβλία της σχολικής μονάδας και ο τρόπος και το είδος της απασχόλησης των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας του μαθήματος από την υποχρέωση παρακολούθησης του οποίου έχουν απαλλαγεί». Κατ’ εξουσιοδότηση της προαναφερθείσας διατάξεως εκδόθηκε η 61178/ΓΔ4/28-5-2021 κοινή υπουργική απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων, με την οποία αντικαταστάθηκε το τιτλοφορούμενο «Απαλλαγή μαθητών/τριών από την ενεργό συμμετοχή σε μαθήματα» άρθρο 25 της 79942/ΓΔ4/21-5-2019 υπουργικής αποφάσεως «Εγγραφές, μετεγγραφές, φοίτηση και θέματα οργάνωσης της σχολικής ζωής στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Β΄ 2005)». Η κοινή αυτή υπουργική απόφαση (η 61178/2021) όριζε ως προς την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών, ότι οι μαθητές που δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι μπορούν, εφ’ όσον το επιθυμούν, να απαλλαγούν από την υποχρέωση παρακολουθήσεως του μαθήματος των θρησκευτικών υποβάλλοντας σχετική αίτηση και περαιτέρω ότι ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας σε συνεργασία με τον Σύλλογο των διδασκόντων αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται υποχρεωτικά οι απαλλασσόμενοι μαθητές, η δε απαλλαγή αρχίζει από την έναρξη των μαθημάτων, αφορά ολόκληρο το σχολικό έτος και μπορεί να ανανεωθεί για κάθε επόμενο σχολικό έτος με την ίδια διαδικασία. Η ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση, κατά το μέρος που ρύθμιζε τη δυνατότητα απαλλαγής των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως από το μάθημα των θρησκευτικών, ακυρώθηκε με την 1478/2022 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τη σκέψη ότι, κατά την έννοια του άρθρου 36 παρ. 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «Για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)» (L 119/4-5-2016), στην ένδικη περίπτωση, κατά την οποία προσβαλλόταν κανονιστική πράξη με περιεχόμενο την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ειδικής κατηγορίας κατά το άρθρο 9 παρ. 1 του εν λόγω Κανονισμού, τα οποία συνδέονταν με την άσκηση του συνταγματικού δικαιώματος της ελευθερίας της θρησκευτικής συνειδήσεως σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 1 του Συντάγματος, απαιτείτο ως ουσιώδης τύπος, η έλλειψη του οποίου οδηγούσε σε ακύρωση της πράξεως, η παροχή γνώμης της εποπτικής αρχής πριν από την έκδοσή της. Εφ’ όσον δε, πριν από την έκδοση της προσβληθείσας πράξεως δεν είχε τηρηθεί, ως ουσιώδης τύπος, η παροχή γνώμης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, κρίθηκε ότι η πράξη αυτή έπρεπε να ακυρωθεί ως προς όλες τις διατάξεις της που αφορούσαν την απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών. Με την ίδια απόφαση, εξ άλλου, απορρίφθηκε ως αβάσιμος λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβαλλόταν παραβίαση του άρθρου 13 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 2 του Π.Π.Π. της Ε.Σ.Δ.Α., ερμηνευόμενου υπό το φως του άρθρου 9 αυτής, ως εκ του ότι, κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, δεν εκπληρωνόταν η υποχρέωση της Πολιτείας για τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου με το μάθημα των θρησκευτικών, από το οποίο απαλλάσσονταν. Και τούτο, με τη σκέψη ότι η ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας, σε συνεργασία με τον Σύλλογο των διδασκόντων, αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται υποχρεωτικά οι απαλλασσόμενοι μαθητές (ενδεικτικά διαφορετικό διδακτικό αντικείμενο σε άλλο τμήμα της ίδιας τάξης ή ερευνητική δημιουργική δραστηριότητα), ήταν συνταγματικώς ανεκτή, ως μεταβατική, μέχρι την οριστική ρύθμιση του θέματος εντός ευλόγου χρόνου. Ως εύλογος δε χρόνος κρίθηκε το τέλος του σχολικού έτους 2022-2023, καθώς πέραν των επικληθεισών από τη Διοίκηση δυσχερειών για την θέσπιση εναλλακτικού μαθήματος, η Πολιτεία εκαλείτο για πρώτη φορά να ρυθμίσει το ζήτημα αυτό, σύμφωνα με την ερμηνεία των συνταγματικών και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεων που είχε δοθεί με τις προαναφερθείσες 1749-1750/2019 αποφάσεις του Δικαστηρίου. Επισημαίνεται ότι, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 της ισχύουσας κατά τον χρόνο συζητήσεως της παρούσας αιτήσεως 102791/Γδ4/10-9-2024 Υπουργικής Αποφάσεως (Β΄ 5130) το σχολικό έτος για τα ιδιωτικά και δημόσια Γυμνάσια και Γενικά Λύκεια αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου και λήγει την 31η Αυγούστου του επόμενου έτους (παρ. 1) ενώ το διδακτικό έτος αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους και λήγει την 30ή Ιουνίου του επόμενου έτους, η δε διδασκαλία των μαθημάτων αρχίζει την 11η Σεπτεμβρίου (παρ. 2). Εξ άλλου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22 της αυτής υ.α., η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών αφορά ολόκληρο το σχολικό έτος και μπορεί να ανανεωθεί για κάθε επόμενο σχολικό έτος με την ίδια διαδικασία. Ακολούθως, μετά την έκδοση της ως άνω αποφάσεως της Ολομέλειας εκδόθηκε η 106646/ΓΔ4/2-9-2022 απόφαση της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων (Β΄ 4644), με την οποία τροποποιήθηκε εκ νέου η 79942/ΓΔ4/21-5-2019 κοινή υπουργική απόφαση ως προς το άρθρο 25 αυτής, περιέλαβε δε αναφορικά με τον τρόπο απασχολήσεως των απαλλασσόμενων μαθητών ταυτοσήμου περιεχομένου με την ακυρωθείσα κοινή υπουργική απόφαση ρυθμίσεις, προβλέποντας ότι ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας σε συνεργασία με τον Σύλλογο Διδασκόντων αποφασίζουν κατά περίπτωση για τον τρόπο που απασχολούνται οι μαθητές που απαλλάσσονται του μαθήματος των θρησκευτικών (π.χ. διαφορετικό διδακτικό αντικείμενο σε άλλο τμήμα της ίδιας τάξης ή ερευνητική δημιουργική δραστηριότητα) συντάσσοντας σχετική πράξη στο Βιβλίο Πράξεων του Συλλόγου Διδασκόντων, ενώ σε περίπτωση λειτουργίας ενός μόνο τμήματος στην τάξη που φοιτούν οι απαλλασσόμενοι μαθητές αυτοί παρακολουθούν εκπαιδευτικό πρόγραμμα που καθορίζεται από τον Σύλλογο Διδασκόντων.

4. Επειδή, η πρώτη αιτούσα, η οποία ασκεί την κρινόμενη αίτηση ατομικώς αλλά και για λογαριασμό της δεύτερης αιτούσας ανήλικης κόρης της, της οποίας ασκεί μόνη την γονική μέριμνα λόγω θανάτου του συζύγου της, καθώς και η δεύτερη αιτούσα, μαθήτρια της ***’ τάξεως του Γενικού Λυκείου *** του ανωτέρω Λυκείου κατά το σχολικό έτος 2023-2024 (σχετ. ο από ***  έλεγχος προόδου φοίτησης Α’ και Β’ Τετραμήνου της Α’ Τάξεως του προαναφερθέντος Λυκείου για το σχολικό έτος 2023-2024), η οποία έχει τύχει απαλλαγής από την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών (σχετ. η από ***2023 αίτηση προς την Διεύθυνση του 2ου Γενικού Λυκείου ***) και η οποία είναι εγγεγραμμένη στην Β΄ Τάξη του ίδιου λυκείου κατά το τρέχον σχολικό έτος 2024-2025 (σχετ. η *** 2025 βεβαίωση φοίτησης) και επιθυμεί να μην παρακολουθήσει και κατά το σχολικό αυτό έτος το μάθημα των θρησκευτικών (σχετ. η από 9-9-2024 αίτηση της πρώτης αιτούσας προς την Διεύθυνση του 2ου ΓΕ.Λ. ***), γεγονότα που δεν αμφισβητούνται από το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, ζητούν την ακύρωση της παραλείψεως της Διοικήσεως να θεσπίσει μάθημα ισότιμο προς το μάθημα των θρησκευτικών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις αποφάσεις 1748-50/2019 και 1478/2022 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, προβάλλοντας ότι εφ’ όσον η κατά τα ανωτέρω υποχρέωση της Διοικήσεως προς θέσπιση ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου για τους μαθητές που απαλλάσσονται του μαθήματος των θρησκευτικών απορρέει από τα άρθρα 13 παρ. 1 και 16 του Συντάγματος καθώς και από το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. σε συνδυασμό με το άρθρο 9 αυτής, η άσκηση της αρμοδιότητας προς ρύθμιση του ζητήματος είναι δεσμία και η παράλειψη θεσπίσεως εναλλακτικού μαθήματος μετά την πάροδο της ειδικής προθεσμίας που τάχθηκε ως εύλογη με τις προαναφερόμενες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι μη νόμιμη. Ειδικότερα προβάλλουν ότι η, κατά το κατά τον χρόνο ασκήσεως της κρινομένης αιτήσεως σχολικό έτος 2023-2024, διατήρηση σε ισχύ των ρυθμίσεων της 106646/ΓΔ4/2-9-2022 κοινής υπουργικής αποφάσεως περί απασχολήσεως των απαλλασσόμενων από το μάθημα των θρησκευτικών μαθητών με δραστηριότητα που επιλέγεται από τον Διευθυντή της οικείας σχολικής μονάδας κατόπιν συνεννοήσεως με τον σύλλογο διδασκόντων, έχει ήδη καταστεί συνταγματικώς μη ανεκτή λόγω παρόδου του ευλόγου χρόνου (πάροδος του σχολικού έτους 2022-2023) μέχρι του οποίου έχει κριθεί από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου με τις 1478 και 1479/2022 αποφάσεις της ότι είναι συνταγματικώς ανεκτή, ως μεταβατική, η κατά τα ανωτέρω απασχόληση των απαλλασσόμενων μαθητών έως την οριστική ρύθμιση του θέματος με την θέσπιση της διδασκαλίας μαθήματος ισότιμου προς το μάθημα των θρησκευτικών.

5. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, μετά την έκδοση της προαναφερθείσας 1478/2022 αποφάσεως της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής στο 28/23-5-2024 απόσπασμα Πρακτικού του Διοικητικού του Συμβουλίου, διέλαβε ότι η θέσπιση ενός ισότιμου μαθήματος για τους απαλλασσόμενους από το μάθημα των θρησκευτικών μαθητές αποτελεί ζήτημα ενδελεχούς μελέτης και απαιτεί τη διενέργεια διαδικασιών αντίστοιχων με αυτές που ακολουθήθηκαν για την εκπόνηση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών, την συγγραφή νέων διδακτικών «πακέτων» και την ανάπτυξη του συνοδευτικού εκπαιδευτικού υλικού, ήτοι σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία που απαιτεί ενδελεχή προγραμματισμό, μελέτη, συνεργασία και συνεχή αξιολόγηση. Όπως ειδικότερα διαλαμβάνεται στο ίδιο πρακτικό, από τις αρχές του έτους 2020, ήτοι πριν από την έκδοση της αποφάσεως της Ολομέλειας, το Ι.Ε.Π. είχε αναλάβει την εκπόνηση 51 νέων Προγραμμάτων Σπουδών (166 ανά τάξη και γνωστικό αντικείμενο), την κατάρτιση των οποίων ολοκλήρωσε το έτος 2021, ακολούθησε η πιλοτική εφαρμογή τους σε πειραματικά και πρότυπα σχολεία κατά τα σχολικά έτη 2021-2022 και 2022-2023 μέχρι την τελική αξιολόγησή και δημοσίευσή τους, η οποία έλαβε χώρα στις αρχές του έτους 2023, ενώ εξ άλλου έχει προκηρύξει και ανέμενε εντός του έτους 2024 την παράδοση 187 νέων διδακτικών «πακέτων» (369 τευχών ανά τάξη και γνωστικό αντικείμενο) βάσει των νέων προγραμμάτων σπουδών και του θεσμού του πολλαπλού βιβλίου που εισήγαγε ο ν. 4823/2021. Επεσήμανε δε την αναγκαιότητα ολοκληρώσεως πριν από το τέλος του έτους 2023 της εκπονήσεως των ανωτέρω προγραμμάτων σπουδών λόγω χρηματοδοτήσεως από κοινοτικές πηγές, γεγονός που κατέστησε την υλοποίηση των ως άνω προγραμμάτων απόλυτη προτεραιότητα για το Ινστιτούτο. Περαιτέρω, ανέφερε ότι η θέσπιση του ισότιμου μαθήματος της ηθικής απαιτεί την τήρηση ανάλογης με την κατάρτιση προγραμμάτων σπουδών διαδικασίας, η οποία εκκινεί από τη μελέτη του ζητήματος, ακολουθεί η δόμηση προγράμματος σπουδών και ολοκληρώνεται με την ανάπτυξη του απαραίτητου εκπαιδευτικού υλικού, ώστε να διασφαλιστεί, παρά τον επείγοντα χαρακτήρα της εισαγωγής του εν λόγω μαθήματος, η παροχή εκπαιδευτικού προγράμματος υψηλής ποιότητας που να πληροί τα αναγκαία εκπαιδευτικά πρότυπα και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μαθητών. Περαιτέρω, με το 64208/Ν1/10-6-2024 έγγραφο απόψεων του Υπουργείου Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, η Διοίκηση επεσήμανε προς το Δικαστήριο ότι «η θέσπιση ενός μαθήματος ισοτίμου προς το μάθημα των Θρησκευτικών, απαιτεί σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία, η οποία ήταν αδύνατο να ολοκληρωθεί εντός του σχολικού έτους 2022-2023, όπως … αναφέρεται στην 1478/2022 απόφαση της ολομέλειας του Σ.τ.Ε., χωρίς να στηρίζεται σε εκτίμηση των αναγκαίων για την θέσπιση του εν λόγω μαθήματος ενεργειών και του απαιτούμενου για τη διεξαγωγή τους χρόνου». Ακολούθως, με το 3/10-1-2025 απόσπασμα Πρακτικού, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής ενημέρωσε το Υπουργείο Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού ότι σε συνεργασία με το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών ανέλαβε την εκπόνηση Προγράμματος Σπουδών, Οδηγού για τον Εκπαιδευτικό και προδιαγραφών εκπόνησης διδακτικού πακέτου για το γνωστικό αντικείμενο της Ηθικής από τη Γ΄ Τάξη του Δημοτικού έως και τη Γ΄ Τάξη του Λυκείου, για τους μαθητές που απαλλάσσονται της διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών. Προς τούτο δημοσιεύθηκε η 15043/30-12-2024 Πρόκληση υποβολής προσφοράς στο Ε.Κ.Π.Α. για την απευθείας ανάθεση του έργου «Πρόγραμμα Σπουδών και Εκπαιδευτικό Υλικό για το μάθημα της Ηθικής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση» στο πλαίσιο της διδασκαλίας ισότιμου μαθήματος συναφούς περιεχομένου για τους μαθητές που απαλλάσσονται από το υποχρεωτικό μάθημα των θρησκευτικών. Όπως αναφέρεται στην ως άνω πρόσκληση, βάσει των οριζομένων στις 1749 και 1750/2019 αποφάσεις της Ολομελείας του Σ.τ.Ε., «Το ισότιμο μάθημα μπορεί να είναι σχετικό με το γνωστικό αντικείμενο της Ηθικής, το οποίο δύναται να συμβάλει στην επίτευξη διδακτικών και ανθρωπολογικών στόχων παρόμοιων με αυτούς που επιδιώκονται στην περίπτωση των υπολοίπων μαθητών/τριών μέσω της διδασκαλίας των Θρησκευτικών, όπως για παράδειγμα: η ανάδειξη της σημασίας που έχει η ηθική αγωγή ως προς τις ικανότητες των μαθητών/τριών να επικοινωνούν με τον εαυτό τους, με τους άλλους και τον κόσμο ολόκληρο, να δημιουργούν, να αυτενεργούν, να καλλιεργούν δεξιότητες και να παράγουν νέα γνώση, η οποία να μετασχηματίζεται σε δράση στην κοινωνία, εμπνεόμενη από το όραμα και την ελπίδα για την ειρήνη, τη συνύπαρξη, την ισότητα, τη δημοκρατία και γενικά την αλλαγή και τη βελτίωση του κόσμου, η διαμόρφωση ελεύθερων, υπεύθυνων και κριτικά σκεπτόμενων πολιτών και η προετοιμασία των μαθητών και μαθητριών για τον δημόσιο χώρο, η ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών και μαθητριών, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες, να μπορούν να ζήσουν δημιουργικά, με αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα». Σύμφωνα με την παρ. 1.1. της ανωτέρω προσκλήσεως έργο του αναδόχου είναι η εκπόνηση Προγράμματος Σπουδών, Οδηγού για τον Εκπαιδευτικό, καθώς και προδιαγραφών εκπόνησης διδακτικού πακέτου του μαθήματος της Ηθικής, από τη Γ΄ τάξη Δημοτικού έως και τη Γ΄ Λυκείου, ενώ σύμφωνα με την μεν παρ. 1.2.6.7 η διάρκεια του έργου εκτείνεται από την υπογραφή της σύμβασης έως και τις 31-8-2025, ο δε ανάδοχος καλείται να έχει ολοκληρώσει το έργο του έως τις 31-7-2025, σύμφωνα με το περιλαμβανόμενο στην παρ. 1.2.6.8 χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των παραδοτέων (Π.1. Έκθεση με βασικές κατευθύνσεις για: α) την εκπόνηση του ΠΣ και του αντίστοιχου Οδηγού Εκπαιδευτικού, όπου θα αναλύονται και ζητήματα ειδικής διδακτικής, β) την εκπόνηση των προδιαγραφών του Διδακτικού Πακέτου: Έως έναν (1) μήνα από την υπογραφή της σύμβασης, Π1.1. Ενδιάμεση Έκθεση της πορείας εκπόνησης του ΠΣ και του αντίστοιχου Οδηγού Εκπαιδευτικού: Έως έναν (1) μήνα από την οριστική παραλαβή του Π1. Π.1.2. Ενδιάμεση Έκθεση της πορείας εκπόνησης προδιαγραφών Διδακτικού Πακέτου Εκπαιδευτικού Υλικού: Έως έναν (1) μήνα από την οριστική παραλαβή του Π1.1. Π.2. Σύνταξη ΠΣ και Οδηγού Εκπαιδευτικού: Έως τρεις (3) μήνες από την οριστική παραλαβή του Π.1.2. Π.3. Εκπόνηση προδιαγραφών Διδακτικού Πακέτου: Έως έναν (1) μήνα από την οριστική παραλαβή του Π.2.). Το ως άνω απόσπασμα καθώς και η προαναφερόμενη πρόσκληση υποβολής προσφοράς απευθείας αναθέσεως διαβιβάσθηκαν στο Δικαστήριο με το 5051/Ν1/17-1-2025 έγγραφο συμπληρωματικών απόψεων, στο οποίο ο καθ’ ου Υπουργός ανέφερε επιπλέον ότι: «Αποδεικνύεται ότι αφού από το έτος 2020, ήτοι πριν από την έκδοση της ΟλΣτΕ 1478/2022, το Υπουργείο Παιδείας είχε ξεκινήσει διαδικασίες που κατέληξαν στην εκπόνηση και πιλοτική εφαρμογή νέων προγραμμάτων σπουδών για τις σχολικές μονάδες προσχολικής αγωγής και πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, διαδικασίες πολυσύνθετες και εξαιρετικά χρονοβόρες που διήρκησαν έως και το έτος 2023, δρομολογήθηκε στη συνέχεια η διαδικασία θέσπισης του αντίστοιχου προς το μάθημα των Θρησκευτικών μαθήματος, η οποία, επίσης είναι σύνθετη και χρονοβόρα. Για τον παραπάνω εκτεθέντα λόγο δεν ήταν δυνατό να λάβει χώρα και να ολοκληρωθεί η εν λόγω διαδικασία το σχολικό έτος 2022-2023 ... Από τα παραπάνω συνάγεται ότι ο Υπουργός Παιδείας Θρησκευμάτων και Αθλητισμού έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την εκπλήρωση της υποχρέωσης θέσπισης του ανωτέρω μαθήματος …». Εν συνεχεία, με το από 11-5-2025 έγγραφο του Τμήματος Β’ Προγραμμάτων Σπουδών και Εκπαιδευτικού Υλικού του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, διαβιβάστηκαν στο Δικαστήριο αφ’ ενός η από 12-3-2025 (5227/12-3-2025) σύμβαση μεταξύ του Ι.Ε.Π. ως αναθέτουσας αρχής και του Ειδικού Λογαριασμού Κονδυλίων Ε.Κ.Π.Α. ως αναδόχου για το έργο «Πρόγραμμα Σπουδών και Εκπαιδευτικό Υλικό για το μάθημα της Ηθικής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση», με παραδοτέα Έκθεση με βασικές κατευθύνσεις για: α) την εκπόνηση του ΠΣ και του αντίστοιχου Οδηγού Εκπαιδευτικού, όπου θα αναλύονται και ζητήματα ειδικής διδακτικής, β) την εκπόνηση των προδιαγραφών του Διδακτικού Πακέτου, Ενδιάμεση Έκθεση της πορείας εκπόνησης του ΠΣ και του αντίστοιχου Οδηγού Εκπαιδευτικού, Ενδιάμεση Έκθεση της πορείας εκπόνησης προδιαγραφών Διδακτικού Πακέτου Εκπαιδευτικού Υλικού, Σύνταξη ΠΣ και Οδηγού Εκπαιδευτικού και Εκπόνηση προδιαγραφών Διδακτικού Πακέτου, τα οποία θα πρέπει να παραδοθούν έως την 31η-7-2025, αφ’ ετέρου δε η από 26-3-2025 Έκθεση με βασικές κατευθύνσεις (Παραδοτέο Π.1.).

6. Επειδή, όπως προκύπτει από τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, παρά τις προπαρασκευαστικές ενέργειες που, με καθυστέρηση, έχουν αναληφθεί από τη Διοίκηση προκειμένου να συμμορφωθεί προς τα κριθέντα με τις μνημονευθείσες αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου τούτου, δεν έχει εισέτι οργανωθεί η παροχή εναλλακτικού μαθήματος για όσους μαθητές απαλλάσσονται από την παρακολούθηση του μαθήματος των θρησκευτικών. Ως εκ τούτου η Διοίκηση δεν έχει ενεργήσει ώστε να εκπληρώσει τη διαγνωσθείσα με τις αποφάσεις της Ολομέλειας υποχρέωσή της, η οποία παραμένει ενεργός. Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όσα έχουν πραγματοποιηθεί προς τον σκοπό της παροχής εναλλακτικού μαθήματος, η παρούσα σύνθεση κρίνει ότι πρέπει, σύμφωνα εξ άλλου και με σχετικό αίτημα του καθ’ ου Υπουργού, να αναβάλει την εκδίκαση της υποθέσεως για τη δικάσιμο της 2ας Οκτωβρίου 2025 και η Διοίκηση να υποχρεωθεί μέχρι τις 31 Αυγούστου 2025 να ολοκληρώσει τις απαραίτητες ενέργειες (όπως είναι ο καθορισμός του αναλυτικού προγράμματος σπουδών και ο καθορισμός του κλάδου και ειδικότητας των εκπαιδευτικών στους οποίους θα ανατεθεί η διδασκαλία του εναλλακτικού μαθήματος) για την οργάνωση του μαθήματος το οποίο θα διδάσκεται στους μαθητές οι οποίοι δεν επιθυμούν να παρακολουθήσουν το μάθημα των θρησκευτικών.

7. Επειδή, ο εισηγητής Σύμβουλος Β. Ανδρουλάκης κληρώθηκε ως επιθεωρητής της Α’ Περιφέρειας και αναλαμβάνει καθήκοντα από την έναρξη του επόμενου δικαστικού έτους (σχετ. το 56/6-6-2025 πρακτικό του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Ολομέλεια και Συμβούλιο). Για τον λόγο αυτόν, ως εισηγητής στην μνησθείσα δικάσιμο ορίζεται ο Σύμβουλος Οδυσσέας Σπαχής.

Δ ι ά τ α ύ τ α

Αναβάλλει την εκδίκαση της υποθέσεως για τη δικάσιμο της 2ας Οκτωβρίου 2025.

Υποχρεώνει τη Διοίκηση να ολοκληρώσει τις απαραίτητες ενέργειες για τη διδασκαλία εναλλακτικού μαθήματος για τους μαθητές που δεν επιθυμούν να παρακολουθήσουν το μάθημα των θρησκευτικών, μέχρι τις 31 Αυγούστου 2025 και

Ορίζει ως εισηγητή τον Σύμβουλο Οδυσσέα Σπαχή.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 19 Ιουνίου 2025

Ο Προεδρεύων ΣύμβουλοςΗ Γραμματέας του Γ´ Τμήματος

Δημήτριος Μακρής                                             Κωνσταντίνα Γκιώκα

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 1ης Ιουλίου 2025.

Ο Πρόεδρος του Γ´ Τμήματος               Η Γραμματέας του Γ´ Τμήματος

Διομήδης Κυριλλόπουλος                       Κωνσταντίνα Γκιώκα" 

Τετάρτη, Ιουνίου 25, 2025

Η διαχρονική αποτυχία ενός Ανώτερου Δικαστηρίου να εφαρμόσει την εκπαιδευτική νομοθεσία

 

Πολύ μεγάλη απογοήτευση από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και συγκεκριμένα από το Τμήμα Η' του εν λόγω δικαστηρίου που ασχολείται με το πολύ ευαίσθητο πεδίο της εκπαιδευτικής νομοθεσίας.
 
Η απογοήτευση δεν ξεκινάει από φέτος, αλλά εδώ και πολλά - πολλά χρόνια και αφορά την χαμηλή ποιότητα του δικαιοδοτικού έργου και την αδυναμία των δικαστών που έχουν υπηρετήσει σε αυτό το τμήμα να ανταποκριθούν στις άμεσες και επείγουσες ανάγκες που επιβάλλει η φύση των υποθέσεων της εκπαιδευτικής νομοθεσίας που αφορά σχολεία, πανεπιστήμια, το υπουργείο Παιδείας και γενικώς την μεγάλη ευθύνη που φέρουν οι εκπαιδευτικοί φορείς του τόπου.
 
Λόγω της ολιγωρίας της Προέδρου του Η' Τμήματος πριν από μερικά χρόνια να δεχθεί αίτημα προσωρινής διαταγής εγκαίρως, η Ελλάδα σύρθηκε να καταβάλει συμβιβαστικά ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το ποσό των 9.000 ευρώ σε μαθητή και γονείς του. Εκείνη η ίδια πρόεδρος που δεν έδωσε την προσωρινή διαταγή όταν έπρεπε και εξέθεσε διεθνώς την χώρα (τώρα πια συνταξιούχος), μετείχε παντως στην σύνθεση του συμβουλίου αναστολών του ίδιου τμήματος, το οποίο τελικώς έκρινε δεκτή την αίτηση αναστολής! Κατόπιν εορτής και μετά την παραβίαση των δικαιωμάτων που της επισημάνθηκαν από την πρώτη στιγμή. Από την ΠΡΩΤΗ ΣΤΙΓΜΗ φώναζα ότι πρέπει άμεσα να εκδώσει προσωρινή διαταγή, την οποία απέρριψε για να επανέλθει η ίδια με άλλες δύο δικαστές μετά από μήνες να αποδεχθεί το αίτημα αναστολής, όταν ήταν ήδη πολύ αργά. Αποτέλεσμα αυτής της καθυστέρησης ήταν η επιδίκαση επιπρόσθετης αποζημίωσης στην συνέχεια, από το Ελληνικό Δημόσιο. 
 
Σε άλλη υπόθεση, το ίδιο τμήμα του Διοικητικού Εφετείου αρνήθηκε να αναγνωρίσει την πολυτεκνία και το δικαίωμα φοιτητή για μετεγγραφή σε άλλο πανεπιστήμιο λόγω φοίτησης της αδελφής του, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί ο φοιτητής να εγκαταλείψει τις σπουδές του! Η απόφαση μάλιστα περιλάμβανε στο ίδιο το κείμενό της και αποσπάσματα από τον διάλογο μεταξύ των ίδιων των δικαστών που αναρωτιούνταν εάν έπρεπε να επιβάλουν στον φοιτητή που προσέφυγε και τα δικαστικά έξοδα! Τελικά αποφάσισαν να μην του τα επιβάλουν, αλλά το ίδιο το κείμενο της απόφασης είχε τον διάλογο τους σε μορφή "τσατ": τί να κάνουμε να του τα επιβάλλουμε ή όχι; Τέτοια προχειρότητα στην απονομή της Δικαιοσύνης: καταστρέφεις έναν άνθρωπο με την απόφασή σου και δεν φροντίζεις καν να συντάξεις ένα ευπρόσωπο κείμενο. Όταν είχα δημοσιοποιήσει αυτή την θλιβερή κατάντια, η μόνη αντίδραση του δικαστηρίου αυτού ήταν να διορθώσει αυτεπαγγέλτως το κείμενο της απόφασης στο επίμαχο σημείο του "τσατ" μεταξύ δικαστών. Όχι βέβαια να μεριμνήσει για τα εκπαιδευτικά δικαιώματα του φοιτητή.
Πιο πρόσφατα, το ίδιο ακριβώς τμήμα του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν υπερασπίστηκε δική του απόφαση επί ακυρωτικής δίκης, όταν η δικαιωθείσα εκπαιδευτικός προσέφυγε με αίτηση για μη συμμόρφωση της διοίκησης. Δηλαδή είχε κερδίσει την δίκη και ζήτησε από το Δικαστήριο να μεριμνήσει για την εκτέλεση της απόφασης. Το Η΄Τμήμα που είχε δικαιώσει την εκπαιδευτικό, η οποία αποστερήθηκε την προαγωγή της σε θέση διευθύντριας λόγω παράνομης απόφασης της Διοίκησης, όταν ήρθε η ώρα της εφαρμογής της απόφασής του με την διαδικασία του ν. 3068/2002 δέχθηκε όλη την επιχειρηματολογία της Διοίκησης, απορρίπτοντας συνολικά το γεγονός ότι δεν είχε γίνει απολύτως τίποτε για την αποκατάσταση της δικαιωθείσας εκπαιδευτικού. Τελικά, η εκπαιδευτικός που είχε κερδίσει την δίκη, κατάλαβε ότι η δικαίωσή της ήταν καθαρά θεωρητική, χωρίς το Δικαστήριο αυτό να επιβάλλει την έμπρακτη αποκατάσταση της δικαιωθείσας. Έτσι χάνουν οι πολίτες την εμπιστοσύνη τους στην Δικαιοσύνη. Αυτή είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση των λόγων για τους οποίους το δικαστικό σύστημα θεωρείται αναποτελεσματικό και τελικά αναξιόπιστο. 
 
Στην ίδια ακριβώς γραμμή, το ίδιο ακριβώς τμήμα Η' του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν υπερασπίστηκε την δική του απόφαση με την οποία είχε δικαιωθεί εργαζόμενη σε εκπαιδευτικό θεσμό της χώρας. Έκρινε ορθά το Η΄Τμήμα του Διοικητικού Εφετείου ότι η εργαζόμενη τελούσε σε σχέση εξαρτημένης εργασίας όσο υπηρετούσε στο Ε.Κ.Π.Α., ακύρωσε την απόφαση που την αδικούσε, την έστειλε πίσω για νέα νόμιμη κρίση. Αλλά, όταν ήρθε η ώρα το ίδιο τμημα του Δικαστηρίου να εξετάσει την συμμόρφωση της Διοίκησης με την απόφαση του, έκανε πίσω! Η Διοίκηση έκανε τα ίδια και μετά την δικαστική απόφαση, προσέφυγε η δικαιωθείσα στο Δικαστήριο στο πλαισιο της μη συμμόρφωσης, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Διοίκηση συμμορφώθηκε. Αποτέλεσμα: μηδέν. 
 
Μηδέν.
 
Πρόκειται για ένα δικαστικό τμήμα Ανώτερου Διοικητικού Δικαστηρίου που θα έπρεπε να προσεγγίζει με αυξημένη ευαισθησία το γεγονός ότι σε αυτό προσφεύγουν κατά τεκμήριο οι πιο αδύναμοι συμπολίτες μας, όπως είναι οι μαθητές (ανήλικοι! με τους γονείς τους!!!), φοιτητές και οι εκπαιδευτικοί, εναντίον σοβαρών κρατικών εκπαιδευτικών θεσμών για παραβίαση των δικαιωμάτων που προβλέπει η εκπαιδευτική νομοθεσία. Με αποφάσεις όπως οι παραπάνω, οι πιο αδύναμοι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι παραμένουν απροστάτευτοι από την Δικαιοσύνη.
Έλλειψη επαρκούς ταχύτητας σε αιτήματα προσωρινών διαταγών, απροειδοποίητη μεταβολή ακροάσεων απο αιτήματα προσωρινών σε αιτήματα αναστολών εκτέλεσης, ανεπίκαιρη έκδοση αποφάσεων κατόπιν εορτής και όταν πλέον είναι όλα πολύ αργά.
 
Διεθνής έκθεση της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καταβολή αποζημιώσεων λόγω δικαστικών λαθών.
 
Το χειρότερο απ' όλα είναι ότι η κατάσταση χειροτερεύει και δεν βλέπουμε καμία μεταβολή σε βελτίωσή της. Κανένα μέτρο για να αποτραπεί η συνέχιση τέτοιων φαινομένων στο μέλλον.

Παρασκευή, Ιουνίου 13, 2025

15000 ευρώ αποζημίωση εργαζομένου για κάμερες στον χώρο εργασίας

Με την απόφαση 542/2025 το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εξέτασε υπόθεση αγωγής εργαζομένου στον τομέα της εστίασης κατά της εργοδότριας εταιρίας του για την ηθική βλάβη που υπέστη από κλειστό κύκλωμα καμερών που λειτουργούσε στον χώρο της εργασίας του. 

 Στην υπόθεση αυτή εκπροσώπησα τον εργαζόμενο ως πληρεξούσιος δικηγόρος του. 

 

Με την αγωγή μας θέσαμε υπόψη του δικαστηρίου το σύνολο των καμερών που ήταν εγκατεστημένες σε όλους τους χώρους εργασίας από τους οποίους διερχόταν ο εργαζόμενος και επισημάναμε ότι δεν είχε προηγηθεί κατάλληλη ενημέρωσή του σύμφωνα με τον GDPR. 

 

Το Δικαστήριο με την απόφασή του εξέτασε μία προς μία τις κάμερες και τους χώρους βιντεοεπιτήρησης. Έκρινε ότι είναι απαραίτητη η τοποθέτηση προειδοποιητικών πινακίδων ενημέρωσης των εργαζομένων ότι ο κάθε χώρος καταγράφεται. Έκρινε ότι απαγορεύεται ρητώς η χρήση των δεδομένων ως κριτήριο για την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και της αποδοτικότητας των εργαζομεών, “καθώς ο διαρκής έλεγχος των χώρων εργασίας με μέσα παρακολούθησης προσβάλλει την αξιοπρέπεια και την ιδιωτικότητα των εργαζομένων”. Έκρινε ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων πρέπει να ενημερώνονται και να διατυπώνουν γνώμη πριν από την εισαγωγή μεθόδων ελέγχου και παρακολούθησης, καθώς και για τους λόγους που κρίνεται αναγκαια. Έκρινε ότι οι κάμερες που κάλυπταν τα σημεία πώλησης προϊόντων και τα σημεία ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού δεν μπορούσαν να οδηγήσουν σε λεπτομερή παρακολούθηση του ενάγοντος, αλλά εξυπηρετούν τον σκοπό αποτροπής κινδύνων και τους σκοπούς τήρησης κανόνων υγιεινής και ασφάλειας τροφίμων. 

 Ωστόσο, η κάμερα που παρακολουθούσε από εξωτερικό χώρο το μηχάνημα του κλιματισμού μπορούσε να καταγράψει, μερικώς έστω, το π ρ ό σ ω π ο του εκάστοτε ευρισκόμενου στον απέναντι χώρο της τ ο υ α λ έ τ α ς, σε περίπτωση που το παράθυρο της παραμένει ανοικτό! Ειδικότερα το Δικαστήριο έκρινε ότι “η επαναλαμβανόμενη αίσθηση του ενάγοντος – κάθε φορά που έκανε χρήση της εν λόγω τουαλέτας – ότι πιθανώς βρίσκεται υπό παρακολούθηση, αρκεί αφ’ εαυτής για να στοιχειοθετήσει προσβολή της προσωπικότητάς του, δοθέντων των συνδεομένων με τον χώρο ευλόγως υφισταμένων αυξημένων προσδοκιών προστασίας της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 5 παρ. 1Σ) [βλ. υπ’ αριθμόν 1/2011 Οδηγία της ΑΠΔΠΧ].” 

Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι ήταν παράνομη η λειτουργία κάμερας που κάλυπτε τον χ ώ ρ ο δ ι α λ ε ί μ μ α τ ο ς των εργαζομένων. Η δικαστική απόφαση αναφέρει σχετικά με αυτό: “Ο προορισμένος για το διάλειμμα των εργαζομένων χώρος της ταράτσας, καταγραφόμενος από κάμερα τοποθετημένη στο εσωτερικό του κτιρίου και στραμμένη προς τη γυάλινη επιφάνεια (τζάμι παραθύρου) που χωρίζει τον εσωτερικό χώρο από την ταράτσα, συνιστά αφενός χώρο που οι εργαζόμενοι, μεταξύ των οποίων ο ενάγων, παραμένουν επί μακρόν, αφετέρου χώρο που αυτοί συνδέουν με αυξημένες προσδοκίες προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Έτσι, όπως και στην προαναφερόμενη περίπτωση (της υπ’ αριθμόν 9 κάμερας), τα συλλεγόμενα δεδομένα, μη περιοριζόμενα στον εντός του χώρου της κάμερας εξοπλισμού, είναι περισσότερα από τα αναγκαία και πρόσφορα για τον επιδιωκόμενο σκπό προστασίας της ιδιοκτησίας της εναγομένης. Η τελευταία, για την επίτευξη του σκοπού της επεξεργασίας όφειλε και μπορούσε να καταφύγει σε ηπιότερα και εξίσου αποτελεσματικά μέσα, όπως η τοποθέτηση της κάμερας σε διαφορετική γωνία ή η εγκατάσταση διαχωριστικού στοιχείου που θα απέκλειε την οπτική πρόσβασης προς και από τον εν λόγω χώρο της ταράτσας. Επιπροσθέτως, καίτοι η εναγομένη ισχυρίζεται ότι κάνει χρήση τεχνικού περιορισμού και δη “μαύρου μασκαρίσματος” για το τραπέζι του χώρου ανάπαυλας των εργαζομένων, όπερ επιβεβαιώνει και ο ενόρκως βεβαιώσας ανωτέρω τεχνικός συστήματος ασφαλείας, δεν ανταποκρίνεται στο βάρος απόδειξης περί του αν πρόκειται για μασκάρισμα (masking) σταθερό και μη επεξεργάσιμο. Ειδικότερα, η εναγομένη δεν αποδεικνύει ότι ο αποκλεισμός ζωνών γίνεται από την ίδια την κάμερα (εφαρμογή masking σε επίπεδο firmware ή χρήση κάμερας με ενσωματώμενη σχετική τεχνητή νοημοσύνη) ήτοι πριν η εικόνα φτάσει στο καταγραφικό της (Network Video Recorder – NVR) ή αν αυτή γίνεται μέσω του τελευταίου. Τούτο όμως έχει σημασία, καθώς η τελευταία αυτή περίπτωση συνεπάγεται πλήρη καταγραφή εικόνας και εκ των υστέρων κάλυψη, άλλως ειπείν αφορά στη χρήση τεχνολογιών επικάλυψης των συλλεγόμενων δεδομένων επί της οθόνης προβολής / παρακολούθησης, μέτρο το οποίο μπορεί να αντιστραφεί ή αλλάξει ο υπεύθυνος επεξεργασίας από τις σχετικές ρυθμίσεις του συστήματος, ώστε η εικόνα που λαμβάνεται από τις κάμερες να προβάλλεται στην οθόνη προβολής / παρακολούθησης χωρίς καθόλου κάλυψη ή με κάλυψη άλλων τμημάτων (βλ. ΑΠΔ 23/2025, πρβλ ΑΠΔ 87/2015). Άλλωστε και κατόπιν τουτων, το γεγονός της διαγραφής του υλικού καταγραφής μετά την πάροδο δεκατεσσάρων (14) ημερών δεν αναιρεί τον αδικαιολόγητο περιορισμό της ελευθερίας του ενάγοντος – εργαζομένου, ως εκδήλωση της ακώλυτης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.” 

Σημαντική ήταν η κρίση του Δικαστηρίου σε σχέση και με την παράλειψη αρχικής γραπτής ενημέρωσης του εναγομένου, στοιχείο που κλόνισε το στοιχείο της παρεχόμενης από αυτον συγκατάθεσης. Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι η έγγραφη ενημέρωση δόθηκε από την εργοδότρια εταιρία στον εργαζόμενη την ίδια ημερομηνία που της επιδόθηκε η ένδικη αγωγή του. Επιπλέον, “λαμβανομένης υπ’ όψιν της υφιστάμενης στη σύμβαση εργασίας εξάρτησης που συνεπάγεται η σχέση εργοδότη – εργαζομένου, καθώς και της εν γένει μη προκύπτουσας εν πλήρει επιγνώσει συγκατάθεσης για την επεξεργασία των δεδομένων η προκείμενη συγκατάθεση του ενάγοντος κρίνεται ανίσχυρη, ήτοι μη προσδίδουσα νόμιμη βάση στην επεξεργασία (βλ. ΑΠΔΠΧ 13/2024, ΤΝΠ ΔΣΑ).” Στο σημείο αυτό δηλαδή, απορρίπτεται ξεκάθαρα η ίδια η έννοια της συγκατάθεσης του εργαζομένου, ακριβώς λόγω της σχέσης εξάρτησης που υπάρχει από τον εργοδότη, έτσι ώστε να μην μπορεί να νοηθεί ως ελεύθερη δήλωση βούλησης, κατά τα οριζόμενα εξάλλου και στον αρ. 43 του GDPR που ορίζει ότι: “για να διασφαλιστεί ότι η συγκατάθεση έχει δοθεί ελεύθερα, η συγκατάθεση δεν θα πρέπει να παρέχει έγκυρη νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, όταν υπάρχει σαφής ανισότητα μεταξύ του υποκειμένου των δεδομένων και του υπευθύνου επεξεργασίας”. Επομένως καμία “συγκατάθεση” εργαζομένου δεν νοείται ως νόμιμη βάση. Μόνη νόμιμη βάση για αυτές τις επεξεργασίες είναι το αυστηρά ελεγχόμενο τυχόν υπέρτερο έννομο συμφέρον του εργοδότη για προστασία των αγαθών της περιουσίας και της ασφάλειας του χώρου εργασίας. 

 

Με βάση αυτό το σκεπτικό, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο εργαζόμενος υπέστη ηθική βλάβη “από τη δια της ψυχικής αναστάτωσης και ταλαιπωρίας του προσβολή των προαναφερομένων δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα”. Για την αποκατάστασή του κρίθηκε με την απόφαση αυτή, “με γνώμονα την αποφυγή της οικονομικής εξουθένωσης της εναγομένης, αλλά και του υπέρμετρου πλουτισμού του ενάγοντος”, ενόψει αφενός του είδους των θιγόμενων αγαθών, του μεγέθους και της έντασης της προσβολής, του βαθμού υπαιτιότητας της εναγομένης και αφετέρου της κοινωνικής και οικονομικής θέσης του ενάγοντος και της ευαίσθητης ψυχικής κατάστασής του κρίθηκε εύλογο και δίκαιο η καταβλητέα χρηματική ικανοποίηση να οριστεί στο ποσό των 15.000 ευρώ έντοκα από την επίδοση της αγωγής. 

 

Επιπλέον, το Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που πρόβαλε η εναγομένη εργοδότρια με το σκεπτικό ότι ο ενάγων δεν είχε προηγουμένως υποβάλει καταγγελία στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, κρίνοντας ότι μια τέτοια καταγγελία δεν αποτελεί προϋπόθεση εκ του νόμου για την προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια. Υπέρ του εναγομένου επιδικάστηκε επίσης μέρος των δικαστικών του εξόδων. Η απόφαση υπόκειται σε έφεση.

Τρίτη, Μαΐου 27, 2025

Απαγόρευση μετακίνησης αναπληρωτή διευθυντή δήμου σε θέση τμηματάρχη

 

Λάβαμε σήμερα την απόφαση με την οποία κρίθηκε ότι παρανόμως ο Δήμαρχος Χαϊδαρίου υποβάθμισε δημ. υπάλληλο από την θέση της Διευθύντριας μετακινώντας αυτήν στην θέση της Τμηματάρχη χωρίς η απόφασή του να περιλαμβάνει ειδική αιτιολόγηση με βάση τα κριτήρια που έχουν τεθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, παρόλο που η υπάλληλος δεν είχε κριθεί για την θέση της διευθύντριας, αλλά υπηρετούσε με ανάθεση.
Το γραφείο μας εκπροσώπησε δημ. υπάλληλο που υπηρετούσε στον Δήμο Χαϊδαρίου και υπέστη υποβάθμιση, καθώς με απόφαση του Δημάρχου μετακινήθηκε σε θέση τμηματάρχη.
Η εν λόγω δημαρχιακή απόφαση ακυρώθηκε από τον Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, οπότε και η εντολέας μας επανήλθε κανονικά στα καθήκοντά της.
Στην συνέχεια ο Δήμος Χαϊδαρίου προσέφυγε στην Ειδική Επιτροπή του άρθρου 152 κατά της απόρριψης. Καταθέσαμε παρέμβαση στην υπόθεση αυτή και τελικώς η Επιτροπή του άρθρου 152 έκρινε ότι ορθώς ακυρώθηκε η απόφαση Δημάρχου Χαϊδαρίου.
Σύμφωνα με την Ειδική Επιτροπή,
"οφείλει το διοικητικό όργανο που λαμβάνει την σχετική απόφαση να επικαλείται συνοπτικά και να αναφέρεται σε στοιχεία που αφορούν τα ουσιαστικά προσόντα του υπαλλήλου, την ποιότητα της υπηρεσιακής δραστηριότητάς του, την γνώση του αντικειμένου του φορέα, της οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης γενικότερα και τις διοικητικές ικανότητές του, ώστε η σχετική απόφαση διαλαμβάνει επαρκή και πλήρη αιτιολογία, είτε αφορά ανάθεση εξ' αρχής σε ορισμένο πρόσωπο, είτε αφορά περίπτωση αντικατάστασης προσωρινού προϊσταμένου από άλλον
Στην προκειμένη περίπτωση ο Δήμαρχος Χαϊδαρίου με την υπ' αρ. *** απόφασή του όρισε αναπληρώτρια προϊσταμένη της Διεύθυνσης *** την υπάλληλο του Δήμου ***. Εν συνεχεία, ο Δήμαρχος Χαϊδαρίου με την υπ' αρ. *** απόφαση αντικατέστησε την ως άνω υπάλληλο και όρισε αναπληρωτή προϊστάμενο της Διεύθυνσης *** τον υπάλληλο *** αντικαθιστώντας την ως άνω υπάλληλο *** χωρίς να διαλαμβάνεται στο σώμα της απόφασης αυτής οποιαδήποτε αιτιολογία, με τη μορφή συνοπτικής αναφοράς των στοιχείων εκείνων που απαιτούνται, κατά τα ανωτέρω και στηρίζουν την νομιμότητα της επιλογής ή της αντικατάστασης όπως εν προκειμένω ενός υπαλλήλου από έναν άλλο.
Συνεπώς, νομίμως ακυρώθηκε εν προκειμένω η προσβαλλόμενη απόφαση του Δήμου Χαϊδαρίου με την υπ' αρ. *** απόφαση του Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, λόγω έλλειψης αιτολογίας αυτής.
Συνεπώς και για όλους τους ανωτέρω λόγους, η Επιτροπή απορρίπτει ομόφωνα την υπ' αρ. *** προσφυγή του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "Δήμος Χαϊδαρίου" κατά της υπ' αρ. πρωτ. *** απόφασης του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής".
Με βάση αυτή την απόφαση, η οποία βασίζεται σε αποφάσεις του ΣτΕ και των Διοικητικών Εφετείων, η απόφαση μετακίνησης υπαλλήλου από θέση Διευθυντή σε θέση Τμηματάρχη πρέπει να φέρει τα εξής στοιχεία στην αιτιολογία της:
1) τα ουσιαστικά προσόντα του υπαλλήλου,
2) την ποιότητα της υπηρεσιακής δραστηριότητάς του,
3) την γνώση του αντικειμένου του φορέα, της οργάνωσης και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης γενικότερα,
4) τις διοικητικές ικανότητές του.
Σε περίπτωση που ελλείπει η αναφορά αυτών των στοιχείων, η απόφαση του Δημάρχου περί μετακίνησης υπαλλήλου σε κατώτερη θέση ακυρώνεται λόγω έλλειψης πλήρους, σαφούς και επαρκούς αιτιολογίας, κατά το άρθρο 17 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.
Αυτό αποτελεί το ισχύον νομικό πρότυπο για όλες τις αποφάσεις Δημάρχων περί μετακίνησης υπαλλήλων που υπηρετούν κατ' ανάθεση και ως αναπληρωτές Διευθυντές σε θέσεις τμηματαρχών, ακόμη δηλαδή κι αν οι υπάλληλοι δεν έχουν κριθεί από το υπηρεσιακό συμβούλιο ως διευθυντές.
Κάθε διαφορετική κρίση, εκτίμηση, πράξη ή και δήλωση είναι απλά αντίθετη στον νόμο.

Τρίτη, Μαρτίου 18, 2025

SOS για τα προσωπικά δεδομένα στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών

 Επίπληξη στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, ως υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων απευθύνει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με την απόφασή της 13/2025, ύστερα από καταγγελία εργαζομένου σε αυτό το δικαστήριο δικαστικού υπαλλήλου, τον οποίο εκπροσωπώ ως πλήρεξούσιος δικηγόρος.

 Η Αρχή, μετά την καταγγελία μας και κατόπιν επίπονης έρευνας και έντονης ανταλλαγής επιχειρημάτων επί μία τετραετία (2021 - 2025), διαπίστωσε τελικά ότι το Διοικητικό Εφετείο παραβίασε το δικαίωμα προσβασης του εργαζομένου, αρνούμενο να του χορηγήσει αντίγραφα των προσωπικών δεδομένων του που τηρούνται στον προσωπικό του φάκελο, καθώς επίσης και αρνήθηκε να ικανοποιήσει την πρόσβασή του στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του για να αποκτήσει αντίγραφα του "ιστορικού περιήγησης" του στο Διαδίκτυο ώστε να αντικρούσει σχετική ανυπόστατη πειθαρχική κατηγορία για δήθεν αδικαιολόγητη απουσία του.  

Με την ίδια απόφαση, η Αρχή δίνει εντολή στο Δικαστήριο "να ικανοποιήσει άμεσα  το δικαίωμα πρόσβασης του καταγγέλλοντος, αφενός στον υπηρεσιακό του φάκελο, παρέχοντας αντίγραφα του συνόλου των εγγράφων περιεχόντων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τον αφορούν,και αφετέρου στον σκληρό δίσκο του ηλεκτρονικού υπολογιστή που χρησιμοποιούσε μέχρι και το έτος 2020, παρέχοντας αντίγραφα των εγγράφων με αναφορά στο όνομά του, των
εκθέσεων αξιολόγησής του και του ιστορικού περιήγησης του καταγγέλλοντος στο Διαδίκτυο."

 Το πιο ενδιαφέρον όμως που προέκυψε από αυτή την υπόθεση, για την οποία εργάζομαι από τις αρχές του έτους 2021, είναι ότι το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών δεν έχει ορίσει "Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων" (Data Protection Officer - DPO), όλα αυτά τα χρόνια, από το έτος 2018 που ισχύει η σχετική υποχρέωσή του λόγω της εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR - ΓΚΠΔ). 

 Η Αρχή εντόπισε την παράλειψη στην ίδια απόφασή της και "καλεί, δυνάμει του άρθρου 58 παρ. 2 στοιχ. δ’ ΓΚΠΔ, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, να μεριμνήσει για τον ορισμό Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ΓΚΠΔ, εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας."

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ίδια υπόθεση, η γραμματεία του Διοικητικού Εφετείου αναφέρθηκε και σε περιστατικό πλημμύρας, λόγω του οποίου υποχρεώθηκε να αντικαταστήσει υπολογιστές! Με αφορμή αυτή την παραδοχή της ίδιας της γραμματείας επισήμανα στην Αρχή ότι η πλημμύρα που οδηγεί σε αντικατάσταση συσκευών αποθήκευσης προσωπικών δεδομένων πολιτών επιβάλλει στον υπεύθυνο επεξεργασίας, εδώ στο Δικαστήριο, να ειδοποιήσει εντός 72 ωρών την Αρχή για περιστατικό παραβίασης ασφάλειας των δεδομένων κατά το άρθρο 33 ΓΚΠΔ. Ωστόσο, η Αρχή ως προς αυτό το θέμα έκρινε ότι " δεν τεκμηριώνεται και δεν προκύπτει ότι επήλθε παραβίαση της εμπιστευτικότητας, ακεραιότητας και διαθεσιμότητας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που οφειλόταν στο γεγονός της πλημμύρας και, συνεπώς, δεν ανέκυπτε υποχρέωση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών για τη γνωστοποίηση περιστατικού παραβίασης δεδομένων
προσωπικού χαρακτήρα και δεν στοιχειοθετείται αντίστοιχη παραβίαση του άρθρου 33 του ΓΚΠΔ."

Η συγκεκριμένη κρίση της Αρχής είναι φυσικά εσφαλμένη, καθόσον η υποχρέωση ενημέρωσής της για το περιστατικό της πλημμύρας και εξ αυτής αντικατάστασης πληροφοριακών συστημάτων είναι προληπτική: δεν χρειάζεται να επέλθει η παραβίαση της εμπιστευτικότητας, της ακεραιότητας και της διαθεσιμότητας ώστε να υποχρεούται το Δικαστήριο να ενημερώσει την Αρχή. Αρκεί ο ίδιος ο κίνδυνος που ελλοχεύει από μια τόσο σοβαρή πλημμύρα που οδήγησε σε αντικατάσταση υπολογιστών. Όλη η λογική του GDPR είναι η πρόληψη και η αντιμετώπιση της διακινδύνευσης κι όχι βέβαια η εκ των υστέρων διαχείριση των συνεπειών! Αλοίμονο αν έπρεπε πρώτα να καταστραφούν πράγματι αρχεία για να έχει την σχετική υποχρέωση ο υπεύθυνος επεξεργασίας. Θα είναι ήδη πολύ, πολύ αργα.

 Είναι η πρώτη απόφαση με την οποία η Αρχή ασκεί τις εξουσίες της που προβλέπονται από τον GDPR απέναντι σε ένα δικαστήριο και μάλιστα σε ένα ανώτερο διοικητικό δικαστήριο που εκδικάζει έναν μεγάλο  αριθμό υποθέσεων, λόγω της έκτασης της τοπικής αρμοδιότητάς του. Είναι η πρώτη φορά που ένα ελληνικό δικαστήριο δέχεται την διοικητική κύρωση της επίπληξης, αλλά και της εντολής να παραχωρήσει αντίγραφα δεδομένων που δεν χορήγησε και βέβαια την πρόσκληση να ορίσει Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων κατόπιν σχετικής απόφασης της Αρχής.

 Θα παρακαλουθήσουμε κατά πόσον το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών θα συμμορφωθεί με τις εντολές της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και κατά πόσον θα ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων, ιδίως εάν θα ορίσει Υ.Π.Δ. εντός δύο μηνών, δηλαδή έως τις 17 Μαϊου 2025 και θα επανέλθουμε.

Με την απόφαση αυτή, η οποία βασίζεται και στην νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την έκταση των εξουσιών που έχουν οι ανεξάρτητες Αρχές επί των δικαστηρίων, οριοθετείται και η έννοια της εφαρμογής του Γ.Κ.Π.Δ. από τα δικαστήρια. Οι διατάξεις ορίζουν ότι τα δικαστήρια έχουν την υποχρέωση τήρησης των κανόνων προστασίας δεδομένων, αλλά το άρθρο 55 παρ. 3 ΓΚΠΔ ορίζει ότι «[ο]ι εποπτικές αρχές δεν είναι αρμόδιες να ελέγχουν πράξεις επεξεργασίας οι οποίες διενεργούνται από δικαστήρια στο πλαίσιο της
δικαιοδοτικής τους αρμοδιότητας". Τον αποκλεισμό της εξουσίας των Αρχών έχει οριοθετήσει το Δ.Ε.Ε. στην υπόθεση  C- 245/2020 X και Z κατά Autoriteit Persoonsgegevens, απόφαση της 24-03-2022, την οποία αναφέρει η Αρχή στην δική της απόφαση κατά του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Πρόκειται για μια διάταξη που δίνει περιεχόμενο στα όρια της διάκρισης των κρατικών λειτουργιών (η Αρχή είναι εκτελεστική λειτουργία, το Δικαστήριο είναι Δικαιοσύνη) και θέτει το όριο της απαγόρευσης της παρέμβασης της μιας λειτουργίας στην άλλη: στην δικαιοδοτική λειτουργία των δικαστηρίων δεν παρεμβαίνει κανένας. Υπάρχει όμως και η παράλληλη λειτουργία της γραμματείας του Δικαστηρίου, η οποία δεν απονέμει Δικαιοσύνη, αλλά διοικεί το ανθρώπινο δυναμικό που υπηρετεί υπαλληλικά στο Δικαστήριο και φυσικά υποστηρίζει διοικητικά την δικαιοδοτική λειτουργία. Σε αυτή την παράλληλη λειτουργία, σαφώς και έχει αρμοδιότητα να παρέμβει η Αρχή όταν διαπιστώνει παραβιάσεις δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, όπως συνέβη στην παρούσα υπόθεση με την παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης και την παράλειψη ορισμού Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων.

 Επομένως, με βάση αυτή την απόφαση, αλλά και με βάση τις νομικές διατάξεις που εφάρμοσε, όλα τα Δικαστήρια της χώρας οφείλουν φυσικά να ικανοποιούν το δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των δεδομένων στα δεδομένα που το αφορούν και υποχρεούνται να ορίσουν Υπεύθυνο Προστασίας Δεδομένων, σύμφωνα με τον GDPR. 

 

Κυριακή, Ιανουαρίου 05, 2025

Κώστας Σημίτης και κράτος δικαίου

Κατά την εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κ. Σημίτη (1996 – 2004), η Ελλάδα απέκτησε ορισμένους θεσμικούς πυλώνες που θα έπρεπε να διαθέτει ήδη από δεκαετίες και οι οποίοι είναι σήμερα αυτονόητες παράμετροι που συνθέτουν το οικοδόμημα του κράτους δικαίου σε κάθε ευρωπαϊκή χώρα. 


Ο ίδιος ο Σημίτης, πολύ πριν γίνει πρωθυπουργός είχε δώσει δείγματα προσωπικού και πολιτικού ενδιαφέροντος για την ενίσχυση των δικαιοκρατικών θεσμών της χώρας. Χαρακτηριστική ήταν η αρθρογραφία του για την ίδρυση ενός Επιτρόπου Προστασίας Απορρήτου, ως θεσμική λύση για το σκάνδαλο των υποκλοπών που είχε ξεσπάσει στην περίοδο της κυβέρνησης Κώστα Μητσοτάκη. Ο Σημίτης είχε υποστηρίξει ότι αυτά τα θέματα πρέπει να λύνονται από ανεξάρτητη αρχή, σε μια περίοδο που τέτοιοι θεσμοί δεν υπήρχαν ακόμη στο πολιτειακό σύστημα της χώρας. 


Η Ελλάδα το 1997 κύρωσε και έθεσε σε εφαρμογή το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων του 1966 (!), δηλαδή το νομικά δεσμευτικό κείμενο του Ο.Η.Ε. για τα ανθρώπινα δικαιώματα που καθιστά υποχρεωτική την εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων της Οικουμενικής Διακήρυξης από τα Ελλ. Δικαστήρια. Με αυτή την κύρωση αυτομάτως καταργήθηκαν λόγω της εφαρμογής του άρθρου 28 του Συντάγματος που έδωσε στο Σύμφωνο υπέρτερη τυπική ισχύ διατάξεις που δεν είχαν ακόμη εξοβελιστεί από την ελληνική έννομη τάξη με μόνη την εφαρμογή της Ε.Σ.Δ.Α., με πιο χαρακτηριστική την κατάργηση της προσωπικής κράτησης για οικονομικές οφειλές μεταξύ ιδιωτών μη εμπορικού χαρακτήρα. Η μεταρρύθμιση αυτή πολύ απλά σήμαινε ότι οι πολίτες στην Ελλάδα δεν πηγαίνουν στην φυλακή επειδή ο ένας χρωστάει στον άλλο ποσό κάτω των 30.000 ευρώ. Μέσα στα επόμενα χρόνια, η προσφυγή βάσει του Δ.Σ.Α.Π.Δ. στην Επιτροπή Ανθρώπινων Δικαιωμάτων των Η.Ε. αποτέλεσε σημαντικό θεσμικό εργαλείο για επιβολή ασφαλιστικών μέτρων σε βάρος της Ελλάδας, ιδίως σε υποθέσεις παράνομων εκτοπίσεων μεταναστών και προσφύγων. 


Το 1997, δηλ. επί Σημίτη, θεσπίστηκε για πρώτη φορά η νομική προστασία των προσωπικών δεδομένων, με την ίδρυση και της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Ν.2472/1997). Η θεσμοθέτηση της προστασίας δεδομένων ήταν μια ευρωπαϊκή υποχρέωση της χώρας, σύμφωνα με την Οδηγία 95/46/ΕΚ και την Σύμβαση 108 του Συμβουλίου της Ευρώπης. Αποτελούσε επίσης προϋπόθεση για την συμμετοχή της Ελλάδας στην Συμφωνία του Σένγκεν και την κατάργηση των ελέγχων της ελεύθερης μετακίνησης στα σύνορα των χωρών που ανήκουν στον ενιαίο χώρο Σένγκεν.  Ο αδελφός του Κώστα Σημίτη, ο καθηγητής Σπύρος Σημίτης ήταν ένας από τους πρωτοπόρους νομικούς που είχαν εισηγηθεί και συμβάλλει στην εφαρμογή της προστασίας δεδομένων στην Γερμανία ήδη από την δεκαετία του 1970. Κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης Σημίτη, οργανώθηκε και συγκροτήθηκε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων, με πρώτο πρόεδρο της τον Κ.Δαφέρμο. Με τις ιστορικές πρώτες αποφάσεις της Αρχής κατέστη σαφές ότι είχε τελειώσει πλέον σε νομικό επίπεδο η δυνατότητα καθενός και κυρίως των ΜΜΕ να διεισδύουν στην προσωπική ζωή των πολιτών. Με την περίφημη γνωμοδότηση της Αρχής του έτους 2000 διαγνώσθηκε ότι οι αστυνομικές ταυτότητες των πολιτών δεν πρέπει να φέρουν την αναγραφή του θρησκεύματος. Αυτό προκάλεσε μια από τις πιο κεντρικές συζητήσεις για τον χωρισμό του κράτους από τον εναγκαλισμό με την εκκλησία, η οποία εξέλαβε την θεσμική παρέμβαση της Αρχής ως εχθρική ενέργεια και οργάνωση μια μεγάλη συλλογή υπογραφών με αίτημα το δημοψήφισμα. Το αίτημα απορρίφθηκε από την Προεδρία της Δημοκρατίας με μια λιτή ανακοίνωση του τότε ΠτΔ Κ.Στεφανόπουλου που υπενθύμιζε τις συνταγματικές προϋποθέσεις για την κήρυξη της δημοψηφισματικής διαδικασίας. Οι δίκες που ακολούθησαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατέδειξαν ότι το θρήσκευμα δεν είχε καμία θέση στα δημόσια έγγραφα των αστυνομικών ταυτοτήτων και, πολλά χρόνια μετά αυτές οι διακαστικές αποφάσεις χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα ως νομολογία για την αφαίρεση του θρησκεύματος από κάθε σχετικό κρατικό φακέλωμα. Αυτά κόστισαν σημαντικά στον Σημίτη, ο οποίος αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν ο μόνος πρωθυπουργός που δεν πραγματοποίησε ποτέ επίσημη επίσκεψη στο Άγιο Όρος. Μόνη παραφωνία στην μεταρρυθμιστική στάση του Σημίτη όσον αφορά τον διαχωρισμό κράτους – εκκλησίας ήταν η θεσμοθέτηση της υποδοχής του αγίου φωτός από τα ιεροσόλυμα με κρατική πτήση και τιμές αρχηγού κράτους, ενώ μέχρι τότε πραγματοποιείτο ιδιωτικά από γραφείο ταξιδιών.


Το 1998 ιδρύθηκε η ανεξάρτητη αρχή “Συνήγορος του Πολίτη”, κατά τα πρότυπα του Ombudsman, σύμφωνα με συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης που υπήρχαν από το έτος 1975! Πρώτος Συνήγορος του Πολίτη ορίστηκε ο καθηγητής Νικηφόρος Διαμαντούρος, ο οποίος στην συνέχεια ανέλαβε και την αντίστοιχη θέση στην Ε.Ε., ως Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής (European Ombudsman). 


Το έτος 2000 ιδρύθηκε από την κυβέρνηση Σημίτη η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η Ε.Ε.Δ.Α. είναι ο σύμβουλος της Πολιτείας σε θέματα ανθρώπινων δικαιωμάτων. Πολλά χρόνια μετά, δηλαδή το 2024, η Ε.Ε.Δ.Α. αναγνωρίστηκε διεθνώς ως μια από τις αρτιότερα οργανωμένες ανεξάρτητες αρχές ανθρώπινων δικαιωμάτων από τους επίσημους αξιολογητές της.


Το έτος 2001 ολοκληρώθηκε η πιο σημαντική αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975 μέχρι σήμερα. Το Σύνταγμα αναθεωρήθηκε σε σημαντικό βαθμό έτσι ώστε να υποδεχθεί τις πέντε ανεξάρτητες αρχές που συγκροτούν αναπόσπαστο μέρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και οι οποίες είχαν ιδρυθεί πιο πριν (με την εξαίρεση της ΑΔΑΕ που ιδρύθηκε επίσης επί Σημίτη, το 2003). Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων, το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, ο Συνήγορος του Πολίτη, το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού  και η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών δεν θα μπορούσαν πλέον να καταργηθούν από την Βουλή! Επίσης, θα στελεχώνονταν όχι πλέον με απόφαση του κάθε υπουργού, αλλά με ομοφωνία ή πλειοψηφία 4/5 της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής. Η συνταγματική αναθεώρηση του 2001 καθιέρωσε την αρχή της αναλογικότητας ως ρητό περιορισμό των περιορισμών στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και επέβαλε ρητά την “αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου”, στο άρθρο 25 του Συντάγματος. 


Όσον αφορά το δικαστικό σύστημα, κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης Σημίτη επιχειρήθηκε για πρώτη φορά η ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας με την κατάργηση των Ειρηνοδικείων, μεταρρύθμιση που απορρίφθηκε ωστόσο, αν και στο Σύνταγμα από τότε συμπεριλήφθηκε σχετική ερμηνευτική δήλωση που αξιοποιήθηκε πρόσφατα (2024) από την ελληνική νομοθεσία. 


Σχετική με το κράτος δικαίου είναι και η προσπάθεια εξορθολογισμού του ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων, με την υποχρεωτική εκ του συντάγματος πλέον παραπομπή κάθε τέτοιας υπόθεσης από τμήμα στην Ολομέλεια των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας. Με αυτό τον τρόπο ο έλεγχος της συνταγματικότητας αποκτά εν μέρει πιο “κεντρικό” χαρακτήρα (στον ανώτατο βαθμό), ως μια μικρή εξαίρεση από τον διάχυτο και παρεμπίπτοντα.


Με την αναθεώρηση του 2001 ιδρύθηκε επίσης το “Μισθοδικείο”, δηλαδή το ανώτατο δικαστήριο που αποφασίζει για τους μισθούς των δικαστικών λειτουργών που για πρώτη φορά δεν θα αποτελείται πλέον κατά πλειοψηφία από δικαστικούς (για να λυθεί το θέμα του “Γιάννης κερνάει – Γιάννης πίνει”), αλλά από άλλους νομικούς όπως δικηγόρους και καθηγητές νομικής.


Στο περίφημο “νέο” άρθρο 15 του Συντάγματος, η αναθεώρηση του 2001 προσέθεσε την διάταξη για την καταπολέμηση της διαπλοκής και της παρέμβασης ισχυρών οικονομικών συμφερόντων στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης: η ασυμβίβαστη ιδιότητα του εργολάβου δημόσιων έργων με την ιδιότητα του ιδιοκτήτη ή έστω του “βασικού μετόχου” επιχείρησης μέσων ενημέρωσης. Επίσης το νέο Σύνταγμα απαγόρευε και την συγκέντρωση περισσότερων μέσων ενημέρωσης της ίδιας ή άλλης μορφής από τον ίδιο ιδιοκτήτη. Επρόκειτο βέβαια για μια άκρως “μαξιμαλιστική” απαγόρευση που γνώρισε την σχετικοποίησή της από το ευρωπαϊκό δίκαιο και την σχετική απόφαση του Δ.Ε.Κ., η οποία πάντως δεν οδήγησε στην κατάργηση ή την αναθεώρηση του άρθρου 15 το οποίο παραμένει και σήμερα ως έχει.


Αυτό που καταργήθηκε από την αναθεώρηση του 2001 ήταν το απόλυτο ασυμβίβαστό των βουλευτών με κάθε άλλη επαγγελματική ιδιότητα. Η απαγόρευση αυτή κατέρρευσε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ύστερα από προσφυγή του τότε βουλευτή Αλεξανδρου Λυκουρέζου, ο οποίος είχε εκλεγεί βουλευτής της Ν.Δ. και του είχε απαγορευθεί να ασκεί την δικηγορία. Η συνταγματική απαγόρευση καταργήθηκε με την αναθεώρηση του 2008, η οποία τελικώς περιορίστηκε αποκλειστικά σε αυτό το θέμα και μόνον, παρά τις μαξιμαλιστικές προθέσεις της Ν.Δ. για εκτεταμένη αναθεώρηση.


Με την αναθεώρηση του 2001 θεσμοθετήθηκε επίσης ότι η μεταβολή του εκλογικού νόμου δεν ισχύει από τις προσεχείς, αλλά από τις μεθεπόμενες εκλογές. Για να μην μπορεί μία κυβέρνηση σε αποδρομή να δυσκολεύει τον σχηματισμό μονοκομματικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας από την επόμενη κυβέρνηση, όπως θεωρείται ότι είχε γίνει με τον εκλογικό νόμο του ΠΑΣΟΚ του 1989 που δεν επέτρεπε στην ΝΔ να έχει 151 βουλευτές ούτε με 45%. 


Λιγότερο επιτυχημένη θεωρείται βέβαια η αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος σχετικά με την ευθύνη των υπουργών και την σχετική δικαστική ασυλία. Μερικώς το άρθρο 86 τροποποιήθηκε με την αναθεώρηση του 2019.


Κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης Σημίτη ιδρύθηκε επίσης η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (Ρ.Α.Ε.), η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.) σε εφαρμογή ευρωπαϊκών αλλά και διεθνών υποχρεώσεων της χώρας. Ιδρύθηκε επίσης το 2001 και η Ρυθμιστική Αρχή Θαλάσσιων Ενδομεταφορών (Ρ.Α.Θ.Ε.), η οποία καταργήθηκε το 2004 από την κυβέρνηση Καραμανλή με μεταφορά των αρμοδιοτήτων της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού που προϋπήρχε. 


Το έτος 2002 η κυβέρνηση Σημίτη θεσμοθέτησε ένα ολόκληρο κεφάλαιο του Αστικού Κώδικα με θέμα την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Σε αυτό το κεφάλαιο τίθενται ορισμένες κεντρικές νομοθετικές επιλογές βιοηθικής, όπως είναι η απαγόρευση της επίλογής φύλου του εμβρύου, αλλά και η δυνατότητα αναπαραγωγής με παρένθετη κύηση και η δυνατότητα κρυοσυντήρησης γενετικού υλικού με σκοπό την μελλοντική αναπαραγωγή, ακόμη και μετά το θάνατο του δότη σε ορισμένες περιπτώσεις. Το καθεστώς του 2002 τροποποιήθηκε ελαφρώς μέσα στα χρόνια, αλλά κατά βάση παραμένει ακόμη και σήμερα το ίδιο τοποθετώντας την Ελλάδα στην πρωτοπορία – όχι πάντα με την θετική έννοια – των χωρών που προβλέπουν νομικές τεχνικές και δυνατότητες ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Φυσικά ακόμη υπάρχει το μεγάλο θεσμικό κενό που δεν περιλαμβάνει την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή από ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγάρια με την μέθοδο της παρένθετής κύησης, η οποία απαγορεύεται ακόμη και σήμερα στην Ελλάδα. 


Συνολικά, το θεσμικό οικοδόμημα του κράτους δικαίου που συγκροτήθηκε ή και μεταρρυθμίστηκε εκ βάθρων κατά την διακυβέρνηση Σημίτη οδήγησε αδιαμφισβήτητα στην διαμόρφωση ενός πιο σύγχρονου πολιτειακού καθεστώτος που, άλλοτε τολμηρά κι άλλοτε με λιγότερη επιτυχία, ενίσχυσε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ουσιαστική δημοκρατία στην χώρα. Το Ελληνικό κράτος δικαίου είναι σίγουρα εντελώς διαφορετικό μετά την διακυβέρνηση της χώρας από τον Κώστα Σημίτη.


Συνολικά, η Ελλάδα μετά τον Κώστα Σημίτη ήταν μια αρκετά διαφορετική χώρα, πιο σύγχρονη, όχι μόνο στα θετικά, αλλά και στα αρνητικά της.

31 Aυγούστου 2025: η προθεσμία του Υπουργείου Παιδείας για το εναλλακτικό μάθημα

Την 31 Αυγούστου 2025 λήγει η προθεσμία που έχει τάξει το Συμβούλιο της Επικρατείας στο Υπουργείο Παιδείας για "να ολοκληρώσει τις απαρ...