Πέμπτη, Ιουνίου 30, 2011

Καταγγελίες για πρωτοφανείς παρανομίες από αστυνομικούς

Τα γεγονότα που καταγγέλλονται εις βάρος αστυνομικών από χθες το μεσημέρι είναι πέραν κάθε φαντασίας: εκτός από απρόκλητες επιθέσεις σε πολίτες, υπάρχουν και καταγγελίες ακόμα και για εν ψυχρώ κλοπές αντικειμένων μεγάλης αξίας (λ.χ. κοσμήματα, συσκευές) από πολίτες κατά τη διάρκεια ερευνών.

Δεν θα πρέπει να μείνει κανένα στέλεχος της αστυνομίας ατιμώρητο για τέτοιες παραβιάσεις. Ας μην περιμένουμε φυσικά από τις άχρηστες πολιτικές ηγεσίες να αναλάβουν κάποιο ρόλο: οι πολίτες πρέπει να αυτενεργήσουν και να χρησιμοποιήσουν τα δικαιώματα που παρέχει ο νόμος. Τα θύματα κλοπών και άλλων παράνομων πράξεων θα πρέπει να καταθέτουν αμέσως αναφορές στο Τμήμα Εσωτερικών Υποθέσεων της Αστυνομίας (βλ. εδώ), αλλά και μηνύσεις - εγκλήσεις (στα αστυνομικά τμήματα που έγινε το αδίκημα ή στις υπηρεσίες της Εισαγγελίας με τη συνδρομή δικηγόρου).

Επειδή οι αστυνομικοί καλύπτονται πίσω από την ανωνυμία που ενδεχομένως να αποτελέσει κι ένα λόγο για τους εισαγγελείς να θέσουν τις υποθέσεις στο αρχείο, οι καταγγελίες θα πρέπει να συνοδεύονται από ακριβή μνεία της ώρας και τόπου που έγινε το αδίκημα καθώς και της ομάδας στην οποία υπάγεται ο αστυνομικός (λ.χ. ΜΑΤ). Στη συνέχεια, ο καταγγέλλων θα πρέπει να υποβάλλει αίτηση για χορήγηση αναλυτικής κατάστασης των αστυνομικών που ήταν σε υπηρεσία κατά την ως άνω ώρα και τόπο, με διαβίβαση και φωτογραφιών τους προκειμένου να αναγνωρίσει το πρόσωπο του αστυνομικού - δράστη. Κανονικά αυτό θα έπρεπε να είναι έργο του διενεργούντος την προανακριτική έρευνα ή την διοικητική εξέταση, αλλά ας μην περιμένουμε πλέον τέτοια ετοιμότητα από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς κι ας διεκδικήσει κάθε πολίτης μόνος του το δικαίωμα στην ολοκληρωμένη έρευνα (που κατοχυρώνεται και από το Σύνταγμα στα άρθρα 10 παρ. 3 και 16 παρ. 1). Τα εν λόγω έγγραφα με τα στοιχεία των αστυνομικών πρέπει να χορηγούνται από το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα εντός 20 ημερών το αργότερο (άρθρο 5 Ν.2690/1999), ενώ σε περίπτωση άρνησης του αστυνομικού τμήματος ή σιωπηρής απόρριψης της αίτησης θα πρέπει να ζητείται εισαγγελική παραγγελία επίδειξης εγγράφων, αναφορά στον Συνήγορο του Πολίτη και προσφυγή στην Επιτροπή Αποζημιώσεων του άρθρου 5 του Ν.1943/1991 του Υπουργείου Εσωτερικών.

Στη συνέχεια, εάν ο πολίτης αναγνωρίσει τον δράστη - αστυνομικό, θα πρέπει να προσέρχεται στον αρμόδιο προανακριτικό υπάλληλο που έχει το φάκελο της αρχικής μήνυσης και να δίδει πρόσθετη εξέταση μηνυτή, ώστε να γνωστοποιεί και το ονομα του δράστη, για να προσωποποιηθεί η κατηγορία. Λάβετε υπόψη ότι ουδείς πρόκειται να καταδικαστεί εάν δεν έχετε κι έναν αυτόπτη μάρτυρα που θα δώσει κατάθεση στο προανακριτικό στάδιο για το συγκεκριμένο συμβάν.







Δευτέρα, Ιουνίου 27, 2011

Υπέρ του τραπεζικού απορρήτου

Σε αντίθεση με το απόρρητο των επικοινωνιών που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, το τραπεζικό απόρρητο προβλέπεται από τον κοινό νομοθέτη. Οπότε, εκ πρώτης όψεως, η κατάργησή του δεν θα δημιουργούσε κανένα πρόβλημα από πλευράς συνταγματικού δικαίου.

Είναι όμως ακριβώς έτσι; Στον πυρήνα της καθιέρωσης του τραπεζικού απορρήτου βρίσκεται ο μηχανισμός με τον οποίο διασφαλίζεται η τήρηση ή η άρση του. Σύμφωνα με το σχετικό θεσμικό πλαίσιο, η άρση του τραπεζικού απορρήτου διενεργείται με πράξη λειτουργών της Δικαιοσύνης κι όχι με μια απλή διοικητική πράξη. Ο λόγος είναι προφανής: οι εισαγγελικοί λειτουργοί που επιτρέπεται να παραγγέλλουν την άρση του τραπεζικού απορρήτου είναι εξοπλισμένοι όχι μόνο με νομικές γνώσεις, αλλά και με θεσμική ανεξαρτησία έναντι της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και με αποστολή την διασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων. Η τοποθέτηση εκπροσώπου της δικαστικής λειτουργίας ως εγγυητή του απορρήτου αποτελεί μια θεσμική διασφάλιση ότι η άρση του απορρήτου θα γίνεται από ανεξάρτητο όργανο που διαθέτει τα σχετικά εχέγγυα για μια τέτοια επέμβαση στα ατομικά δικαιώματα.

Αυτό σημαίνει ότι η κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου στην ουσία συνιστά κατάργηση της αρμοδιότητας του λειτουργού της δικαιοσύνης να αποφασίζει εάν σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν οι όροι για την αποκάλυψη των εν λόγω στοιχείων. Οι πληροφορίες που αφορούν τις τραπεζικές καταθέσεις και τα άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, εφόσον αναφέρονται σε φυσικά πρόσωπα αποτελούν προσωπικά δεδομένα, η επεξεργασία των οποίων δεν τελεί γενικά υπό τον όρο κάποιας άδειας (άρθρο 9Α του Συντάγματος). Το ίδιο το αντικείμενο των τραπεζικών εργασιών ανάγεται στο ατομικό δικαίωμα για ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και συμμετοχή στην οικονομική ζωή της χώρας (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος), το οποίο περιορίζεται βέβαια από το Σύνταγμα ενόψει των δικαιωμάτων των άλλων, των χρηστών ηθών καθώς και των περιορισμών που το ίδιο το Σύνταγμα προβλέπει. Εφόσον οι καταθέσεις δεν δημοσιοποιούνται από τον συναλασσόμενο, αυτές καλύπτονται από το πλαίσιο σεβασμού της ιδιωτικής του ζωής (άρθρο 9 παρ. 1 του Συντάγματος). Γενικώς, δεν θα έβλεπα κάποια αδιαμφισβήτητη συνταγματική απαγόρευση για την κατάργηση του τραπεζικού απορρήτου από αυτά τα άρθρα.

Αλλά στο μέτρο που η κατάργηση του απορρήτου συνοδεύεται και από την κατάργηση της θεσμικής εγγύησης του δικαστικού λειτουργού που αποφασίζει την προστασία ή την άρση, τότε υπάρχει μια σαφής επέμβαση στο δικαίωμα καθενός σε δικαστική προστασία, στο επίπεδο που αυτή διασφαλίζεται με την υπάρχουσα νομοθεσία. Η νομοθετική αποστολή που το θεσμικό πλαίσιο για το τραπεζικό απόρρητο αναγνωρίζει στον εισαγγελέα εξειδικεύει σε επίπεδο κοινού δικαίου μια σοβαρή πτυχή του συνταγματικού δικαιώματος για δικαστική προστασία (άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος). Καταργώντας τη συγκεκριμένη θεσμική εγγύηση και μη αναπληρώνοντας το επίπεδο προστασίας του συναλλασσόμενου με ένα αντίστοιχης ανεξαρτησίας προληπτικό μέτρο, θα θιγεί κατά ανεπίτρεπτο τρόπο ένα κεκτημένο που αντιστοιχεί στο συνταγματικό δικαίωμα καθενός για δικαστική προστασία πριν την επέμβαση στο αντικείμενο του τραπεζικού απορρήτου.



Τρίτη, Ιουνίου 21, 2011

Αντισυνταγματικές οι φοροδίκες - εξπρές κατά το Διοικητικό Εφετείο

Σύμφωνα με απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, κρίθηκε αντισυνταγματική η τροποποίηση του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας που περιορίζει την αναστολή εκτέλεσης σε φορολογικές και τελωνειακές διαφορές. Το Κράτος προέβη σε αυτήν την τροποποίηση ώστε να εισπράττονται τα σχετικά πρόστιμα κατ' αρχήν και να μην αναστέλλεται η είσπραξή τους εύκολα, μέχρι την έκδοση τελικής απόφασης των διοικητικών δικαστηρίων (βλ. εδώ).

Όμως το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών έκρινε ότι ο συγκεκριμένος νομοθετικός φραγμός είναι αντίθετος γιατί περιορίζει υπέρμετρα το συνταγματικό δικαίωμα για δικαστική προστασία (άρθρο 20 του Συντάγματος), αλλά και τα ανθρώπινα δικαιώματα σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) καθώς και σε αποτελεσματική προσφυγή (άρθρο 13 Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).

Έτσι το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι οι δημοσιονομικοί λόγοι δεν επιτρέπουν τέτοιους περιορισμούς στα ατομικά δικαιώματα που θίγουν τον "πυρήνα" τους. Μία σημαντική δικαστική απόφαση, κατά την οποία το δικαστικό σύστημα αυτοπροστατεύεται από μια νομοθετική επέμβαση, διασφαλίζοντας την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών προς όφελος των ατομικών δικαιωμάτων. Θα έχει ενδιαφέρον εάν το Δημόσιο προσφύγει κατά της απόφασης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Κυριακή, Ιουνίου 19, 2011

Η ψήφος εμπιστοσύνης της Βουλής

Αυτό που διαφοροποιεί το κοινοβουλευτικό σύστημα από άλλες παραλλαγές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας είναι ότι η Κυβέρνηση πρέπει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της Βουλής. Οι βουλευτές δεν αρκεί να περιορίζονται στο νομοθετικό ή ελεγκτικό τους έργο, πρέπει να έχουν και λόγο για την ανάδειξη και διατήρηση της εκτελεστικής λειτουργίας. Γι' αυτό όλα τα χρόνια στα οποία η αρχή της δεδηλωμένης εμπιστοσύνης της πλειοψηφίας δεν ήταν ένας συνταγματικά κατοχυρωμένος κανόνας, δεν ίσχυε στην Ελλάδα κοινοβουλευτικό σύστημα, αφού ο αρχηγός του κράτους μπορούσε κατά το δοκούν να διορίζει "τους υπουργούς αυτού". Ακόμη κι αν δεν προέρχονταν από πλειοψηφικές κοινοβουλευτικές παρατάξεις. Ακόμη και αν αυτοί ήταν οι κηπουροί του, σύμφωνα με τη "θεωρία" του κηπουρού που δεν αναγνώριζε κανονιστικό χαρακτήρα στην αρχή της δεδηλωμένης.

Η αρχή της δεδηλωμένης παρ' όλο που ακολουθείται από το 1875 ως συνθήκη του πολιτεύματος, γνώρισε νομική κατοχύρωση μόλις το 1927. Ακόμα και το Σύνταγμα του 1975 στην αρχική του μορφή πρόβλεπε μια εξαίρεση: στο αρχικό αρθρο 37 παρ. 4, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορούσε να διορίσει μετά από γνώμη του Συμβουλίου της Δημοκρατίας (μια επιτροπή αποτελούμενη από τους πρώην πρωθυπουργούς κλπ που παλαιότερα λεγόταν Συμβούλιο του Στέμματος) ως πρωθυπουργό μέλος ή μη της Βουλής που κατά την κρίση του θα μπορούσε να τύχει ψήφου εμπιστοσύνης της Βουλής (δηλαδή ακόμη και τον κηπουρό του). Η κατάργηση αυτής της διάταξης με την αναθεώρηση του 1986 καθιερώνει σε νομικό επίπεδο την απόλυτη αρχή της δεδηλωμένης. Από αυτή την άποψη, κατά νομική ακριβολογία, το αμιγώς κοινοβουλευτισμό σύστημα στην Ελλάδα δεν έχει κλείσει τριάντα χρόνια.

Η παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στη Κυβέρνηση είναι λοιπόν μια κορυφαία διαδικασία του κοινοβουλευτικού συστήματος και ρυθμίζεται από το άρθρο 84 του Συντάγματος (βλ. εδώ). Η πρόταση εμπιστοσύνης ζητείται κατά κανόνα εντός 15 ημερών από την ορκωμοσία του πρωθυπουργού, αλλά μπορεί να ζητηθεί "και οποτεδήποτε άλλοτε", όπως γίνεται αυτές τις μέρες. Κρίσιμη είναι η διάταξη της παραγράφου 4 που ορίζει ότι η πρόταση εμπιστοσύνης γίνεται δεκτή μετά από ψήφο της απόλυτης πλειοψηφίας των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη των 2/5 του όλου αριθμού των βουλευτών. Αυτό σημαίνει ότι ο μικρότερος αριθμός βουλευτών που μπορεί να διατηρήσει μια κυβέρνηση στην εξουσία είναι 120. Στην ψηφοφορία μετέχουν και υπουργοί-υφυπουργοί που είναι βουλευτές (όχι οι εξωκοινοβουλευτικοί). Η αποχώρηση αντιπολιτευόμενων ή αντικυβερνητικών βουλευτών από τη διαδικασία της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης διευκολύνει τον σχηματισμό της απόλυτης πλειοψηφίας των παρόντων.

Σύμφωνα με το άρθρο 141 του Κανονισμού της Βουλής (βλ. εδώ), η συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης δεν μπορεί να διαρκέσει πέραν των τριών ημερών και ακολουθεί η ψηφοφορία, εκτός αν η Κυβέρνηση ζητήσει προθεσμία 48 ωρών μέχρι την έναρξη της ψηφοφορίας. Η ψηφοφορία είναι πάντοτε ονομαστική.


Οικουμενική κυβέρνηση δεν προβλέπει το Σύνταγμα

Θα πρέπει να δεχθούμε ότι η διαδικασία ανάδειξης και παύσης της Κυβέρνησης είναι μόνο αυτή που περιγράφει (ή που "ανέχεται") το Σύνταγμα. O διορισμός του πρωθυπουργού αποτελεί πράξη που υπάγεται στις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος οφείλει να τηρήσει τους κανόνες που περιέχονται στο άρθρο 37 του Συντάγματος (βλ. εδώ).

Κεντρικός κανόνας του άρθρου 37 είναι ότι πρωθυπουργός ορίζεται ο αρχηγός του απόλυτα πλειοψηφούντος στη Βουλή κόμματος, ενώ αν ένα κόμμα σχετικής πλειοψηφίας (ή μειοψηφίας) δεν έχει αρχηγό ή εκπρόσωπο ή ο αρχηγός δεν έχει εκλεγεί βουλευτής, η τυχόν διερευνητική εντολή δίνεται σε αυτόν που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος. Η κοινοβουλευτική ομάδα προσδιορίζει επίσης τον πρωθυπουργό σε περίπτωση που αυτός παραιτηθεί/εκλείψει/αδυνατεί για λόγους υγείας να ασκήσει τα καθήκοντά του (άρθρο 38). Άρα ο πρωθυπουργός πρέπει να είναι κατ' αρχήν βουλευτής και να προϊσταται του κόμματος της πλειοψηφούσας κοινοβουλευτικής ομάδας (κάτι που δεν συνέβαινε όταν το 2004 ο Γ.Παπανδρέου είχε εκλεγεί αρχηγός κόμματος, ενώ πρωθυπουργός παρέμενε ο Κ.Σημίτης, βλ. σχετικά Π.Παραράς εδώ, αντίθετος αλλά μάλλον μη πειστικός ο Ξ.Κοντιάδης βλ. εδώ) . Η μόνη εξαίρεση που προβλέπει το Σύνταγμα από τον κανόνα της κοινοβουλευτικής ιδιότητας του πρωθυπουργού είναι η, κατόπιν αποτυχίας του Προέδρου της Δημοκρατίας να σχηματίσει κυβέρνηση "από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών", ανάθεση στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου της εντολής σχηματισμού Κυβέρνησης "όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής για να διενεργήσει εκλογές".

Άρα ως η "από όλα τα κόμματα" και η "όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής" Κυβέρνηση που προβλέπεται από το Σύνταγμα είναι μόνο η υπηρεσιακή που θα αναλάβει την ευθύνη της διενέργειας των εκλογών. Η μόνη περίπτωση της ανάθεσης της πρωθυπουργίας στον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου ήταν η "υπηρεσιακή" κυβέρνηση του Ιωάννη Γρίβα με αποστολή την διενέργεια των εκλογών της 5ης Νοέμβρη 1989 (βλ. εδώ ).

Είχε προηγηθεί η κυβέρνηση Τζαννή Τζαννετάκη (βλ. εδώ), η οποία απολάμβανε της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης μιας σύμπραξης της Ν.Δ. με τον ΣΥΝ και είχε διάρκεια από τις 2.7.1989 έως τις 12.10.1989 με βασικό στόχο την αποφυγή άμεσων εκλογών ώστε να μην παραγραφούν φερόμενα υπουργικά αδικήματα της εποχής ("κάθαρση"). O Tζαννετάκης ήταν βουλευτής, αλλά όχι και αρχηγός του κόμματος της Ν.Δ., οπότε ο διορισμός του δεν ειχε έρεισμα στο άρθρο 37 παρ. 2 εδ. α' του Συντάγματος. Προτάθηκε και στηρίχθηκε ως πρωθυπουργός από την "κοινή" κοινοβουλευτική ομάδα των Ν.Δ.-ΣΥΝ, στο πλαίσιο της διερυνητικής εντολής που είχε λάβει ο Κ. Μητσοτάκης ως αρχηγός του σχετικά πλειοψηφούντος κόμματος. Το Σύνταγμα δεν διευκρινίζει εάν στο πλαίσιο αυτής της εντολής επιτρέπεται ο σχηματισμός κυβέρνησης με τον διορισμό πρωθυπουργού ατόμου διαφορετικού από τον αρχηγό του κόμματος. Αλλά εάν δεχθούμε ότι ο κανόνας είναι πρωθυπουργός = ο αρχηγός και ότι οι εξαιρέσεις από αυτόν τον κανόνα είναι μόνο οι ρητά προβλεπόμενες ("αρχή της νομιμότητας"), τότε πρωθυπουργοί πλην των αρχηγών είναι δεκτοί μόνον οι πρόεδροι των ανώτατων δικαστηρίων και μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 37.

Μετά τις εκλογές του Νοέμβρη του 1989 που διεξήχθησαν επί της υπηρεσιακής Κυβερνήσεως Ι.Γρίβα και πάλι δεν υπήρξε αυτοδυναμία. Η χώρα όμως βρισκοταν στο χείλος της χρεωκοπίας και χρειαζόταν εθνική συνεννόηση. Έτσι τα τρία κόμματα συμφώνησαν να στηρίξουν μια "οικουμενική" κυβέρνηση (βλ. εδώ) με πρωθυπουργό τον εξωκοινοβουλευτικό ακαδημαϊκό Ξενοφώντα Ζολώτα, πρώην στέλεχος του Δ.Ν.Τ., διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και υπουργό συντονισού στην πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση "εθνικής ενότητας" του Κ.Καραμανλή. ("Η "οικουμενική" κυβέρνηση κατάφερε να αποφύγει την επαπειλούμενη χρεοκοπία του Ελληνικού Δημοσίου (όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος ο Ζολώτας, το κράτος δεν είχε χρήματα για να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις) και να αντιμετωπίσει επιτυχώς τρέχουσες υποθέσεις και διεκδικήσεις", Γ.Καραγιάννης, in Η Ελλάδα στη Δεκαετία του '80). Όμως, ήταν εξωκοινοβουλευτικός και δεν ήταν πρόεδρος ενός από τα τρία ανώτατα δικαστήρια και η αποστολή της οικουμενικής δεν ήταν (μόνον) να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Επομένως και αυτή η κυβέρνηση εντάχθηκε στο πλαίσιο των άρρητων κατά το Σύνταγμα συνεπειών που μπορουν να έχουν οι διερευνητικές εντολές. Η κυβέρνηση Ζολώτα έμεινε μέχρι τις 11.4.1990 και την άνοδο του Κ.Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία, ως αρχηγού της Ν.Δ. και με 151η έδρα την στήριξη ενός βουλευτή της τότε ΔΗ.ΑΝΑ, του κ. Θεόδωρου Κατσίκη.

Εκτός λοιπόν από την περίπτωση Γρίβα, τόσο η κυβέρνηση Τζαννετάκη όσο και η κυβέρνηση Ζολώτα αποτελούν συνταγματικά απρόβλεπτες εξελίξεις της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών κι όχι της σύγκλησης των αρχηγών υπό τον Πρόεδρο για την ανάδειξη υπηρεσιακών προεκλογικών κυβερνήσεων. Το Σύνταγμα δεν τις απαγορεύει, αλλά ούτε και τις υπαγορεύει.



Παρασκευή, Ιουνίου 17, 2011

Ενεργοποιείστε τις μη κυβερνητικές οργανώσεις

Υπάρχει ένα μεγάλο κεφάλαιο στην Ελλάδα, το οποίο παραμένει εν πολλοίς αναξιοποίητο: η Κοινωνία των Πολιτών και οι οργανώσεις της. Για πρώτη φορά η καταγραφή τους έγινε από την πρωτοβουλία "ΜΚΟ στο Σύνταγμα", υπό τον συντονισμό αρχικά του εμπνευσμένου Νικήτα Λιοναράκη, η απουσία του οποίου είναι ιδιαίτερα αισθητή σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Είχαν καταγραφεί τότε πάνω από 700 μη κυβερνητικές οργανώσεις, διαφόρων τύπων και μορφών και διαφόρων αντικειμένων. Το γενικό αίτημα ήταν να προβλεφθεί μια συνταγματική διάταξη για την αναγνώριση του ρόλου τους και ουσιαστικά για την συνεργασία κράτους - κοινωνίας των πολιτών στους τομείς του ενδιαφέροντός τους.

Υπάρχει ένας πλούτος συλλογικοτήτων, πολλές από τις οποίες μέσα στα χρόνια έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη εμπειρία, know how και γνώση του αντικειμένου τους και συμμετέχουν ενεργά στην επίλυση προβλημάτων. Ο Συνήγορος του Πολίτη έχει δημιουργήσει σχετικά δίκτυα για τις ανθρωπιστικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις, δημιουργώντας μια σχέση αλληλεπίδρασης και αλληλοβοήθειας στους σχετικούς τομείς. Αυτό θα έπρεπε να αξιοποιηθεί σε οριζόντιο πεδίο και κάθε δημόσιος φορέας να επιδιώκει την αξιοποίηση των θεματικών οργανώσεων του αντικειμένου του.

Πέρα από τους γνωστούς περιβαλλοντικούς φορείς, υπάρχουν οργανώσεις για την διαφάνεια που θα μπορούσαν να προσφέρουν πολύτιμες ιδέες για την καταπολέμηση της διαφθοράς, οργανώσεις με εμπειρία στην δικαστηριακή διεκδίκηση της ίσης μεταχείρισης, σύλλογοι για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενεργοί πολίτες για κάθε ειδικότερο θέμα στο οποίο ο δημόσιος τομέας αγωνίζεται να δώσει λύσεις. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να τους περιφρονήσουμε περισσότερο. Πρέπει το κράτος να τους εντοπίσει και να τους καλέσει αναθέτοντάς τους συγκεκριμένες αποστολές.




Πέμπτη, Ιουνίου 16, 2011

Οι ανεξάρτητες αρχές να γίνουν μονοπρόσωπες

Ένας δρόμος για τον εξορθολογισμό της λειτουργίας των ανεξάρτητων αρχών και την εξοικονόμηση σημαντικών δημόσιων πόρων θα ήταν η αναδιάρθρωσή τους σε μονοπρόσωπα όργανα και η κατάργηση των πολυπληθών "ολομελειών" που τις απαρτίζουν. Στην Ελλάδα, μονοπρόσωπες ανεξάρτητες αρχές είναι ο Συνήγορος του Πολίτη και ο Συνήγορος του Καταναλωτή. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και τον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, αφού κι αυτός απολαμβάνει θεσμικής αυτοτέλειας.

Από εκεί και πέρα, υπάρχουν πολλές ανεξάρτητες αρχές, οι οποίες λειτουργούν ως συλλογικά όργανα, χωρίς να χρειάζεται.

- Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων αποτελείται από έναν πρόεδρο, έναν αντιπρόεδρο, έξι τακτικά και έξι αναπληρωματικά μέλη. Δεν χρειάζεται όλη αυτή η δυσκίνητη ομάδα: στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, η αντίστοιχη Αρχή αποτελείται από έναν Επίτροπο και δύο αναπληρωτές. Έτσι κι αλλιώς η παραγωγική εργασία προέρχεται από το προσωπικό κι όχι από το αποφασίζον όργανο.

- Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης αποτελείται από έναν πρόεδρο, έναν αντιπρόεδρο και πέντε μέλη (βλ. εδώ). Ούτε κι αυτοί χρειάζονται, αν και το Σύνταγμα στο άρθρο 15 μιλάει για "Συμβούλιο" κι όχι για "Αρχή", οπότε εδώ το όργανο μπορεί να γίνει τριμελές: ένας Επίτροπος, ένας αναπληρωτής κι ένα μέλος.

- Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών αποτελείται από έναν πρόεδρο, έναν αντιπρόεδρο, έναν αναπληρωτή αντιπρόεδρο, τέσσερα τακτικά και τέσσερα αναπληρωματικά μέλη (βλ. εδώ). Η Αρχή αυτή δεν χρειάζεται καθόλου και θα μπορούσε να συγχωνευθεί είτε με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων, είτε με την Ε.Ε.Τ.Τ. Εξάλλου, το Σύνταγμα δεν είναι εμπόδιο, αφού στο άρθρο 19 παρ. 2 αναφέρει απλώς ότι το απόρρητο διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή. Απλώς θα πρέπει η Ε.Ε.Τ.Τ. να ανασυγκροτηθεί κατά το μοντέλο των συνταγματικά προβλεπόμενων ανεξάρτητων αρχών, σύμφωνα με το άρθρο 101Α του Συντάγματος.

- Το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού έχει την πολυτελέστερα στελεχωμένη Ολομέλεια: 28 άτομα (βλ. εδώ). Είναι προφανές ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει και με λιγότερα.

- Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων αποτελείται από έναν πρόεδρο, δύο αντιπροέδρους και έξι μέλη (βλ. εδώ). Δεν χρειάζεται, στην Κύπρο η αντίστοιχη αρχή είναι μονοπρόσωπη (ο "Επίτροπος Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων" βλ. εδώ).

- H Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας αποτελείται από έναν πρόεδρο, δύο αντιπροέδρους και τέσσερα μέλη (βλ. εδώ). Και σε αυτήν την περίπτωση θα μπορούσαμε να έχουμε μονοπρόσωπο όργανο, με έναν αναπληρωτή. Στην Κύπρο ακολουθείται αυτή η δομή, με ένα επιπλέον μέλος (βλ. "Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου" εδώ).

- H Επιτροπή Ανταγωνισμού αποτελείται από έναν πρόεδρο, 4 εισηγητές και 9 μέλη (βλ. εδώ). Δεν χρειάζεται τόσο μεγάλη ολομέλεια, αρκεί ο πρόεδρος και οι εισηγητές, όπως και στην Κύπρο (βλ. εδώ).

- Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποτελείται από έναν πρόεδρο, δύο αντιπρόεδρους και τέσσερα μέλη (βλ. εδώ). Κάθε εβδομάδα συνεδριάζει η εκτελεστική επιτροπή της που αποτελείται από τους τρεις πρώτους. Προφανώς επαρκούν αυτοί για τη διοίκηση.

- Η Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής αποτελείται από δεκαοκτώ μέλη (βλ. εδώ) τα οποία είναι απλήρωτα εδώ και χρόνια και γι' αυτό μάλιστα κατέθεσαν αγωγές εναντίον του Ελληνικού Δημοσίου. Είναι προφανές ότι δεν χρειάζονται όλα αυτά τα μέλη και η Αρχή θα μπορούσε να λειτουργήσει με την κατάλληλη στελέχωση ως μονοπρόσωπο όργανο.


Στους συγχωνευόμενους - καταργούμενους τομείς που έχει εξαγγείλει η Κυβέρνηση δεν υπάρχουν τα παραπάνω (εκτός από μία νομοπαρασκευαστική επιτροπή που έχει συγκροτηθεί πριν αρκετούς μήνες για την εξέταση της συγχώνευσης της ΑΔΑΕ). Για όλες τις παραπάνω αλλαγές δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο παρά πολιτική βούληση και μερικές νομοθετικές τροποποιήσεις που θα μπορούσαν να γίνουν σε χρόνο μηδέν. Προσοχή θα πρέπει να δοθεί στις μεταβατικές περιόδους που αναγκαία θα πρέπει να προβλεφθούν, ώστε να μην προκύψουν προσβολές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των ήδη θητευόντων μελών.

Τετάρτη, Ιουνίου 15, 2011

Η πλειοψηφία αδιαφορεί για τη δικαιοσύνη


Υπάρχουν όμως και συλλογικότητες που δεν λειτουργούν με “πλειοψηφικά” κριτήρια. Είναι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Είναι οι ανθρωπιστικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις, τα σωματεία, οι σύλλογοι, οι αστικές εταιρίες ειδικών σκοπών. Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις είναι εκκωφαντικά απούσες τον τελευταίο καιρό από τα δημόσια πράγματα. Ενώ αυτές είναι εκείνες που ιδεατά θα έπρεπε να γεφυρώνουν το χάσμα ανάμεσα στο “χύμα” της πλατείας και το “χυμα” της εξουσίας. Θα περίμενε κανείς, για παράδειγμα, ότι η Διεθνής Διαφάνεια Ελλάς θα είχε πρωτοστατήσει στο αίτημα για την δημιουργία μιας ανεξάρτητης και με διεθνή εμβέλεια Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου, η οποία θα αποκτούσε πρόσβαση σε όλα τα διαθέσιμα κρατικά αρχεία και θα επιτελούσε μια λειτουργία πρωτογενούς λογοδοσίας.

Διαβάστε όλο το άρθρο στο protagon.gr εδώ.


Σάββατο, Ιουνίου 11, 2011

Nέος Έλληνας Ευρωδικαστής


Από τις 18 Μαϊου 2011 στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ύστερα από την ολοκλήρωση της θητείας του κ. Χρίστου Ροζάκη, βρίσκεται ως δικαστής ο κ. Λίνος - Αλέξανδρος Σισιλιάνος, για 9ετή θητεία(φωτό). Εδώ μπορείτε να δείτε όλα τα βιογραφικά των δικαστών του ΕΔΔΑ (βλ. εδώ).

Ο κ. Σισιλιάνος είναι καθηγητής διεθνούς δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ υπήρξε μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος σε μια σειρά επιτροπών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο Συμβούλιο της Ευρώπης και τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών.

Του ευχόμαστε να έχει μια ευδόκιμη θητεία, σε αυτόν τον κορυφαίο θεσμό Δικαιοσύνης στην Ευρώπη, ο οποίος καλείται να επιλύσει μια σειρά από χρόνιες παθογένειες του ελληνικού κράτους, σε τομείς που το πολιτικό κόστος και η έλλειψη πολιτικής βούλησης δεν επιτρέπουν στους κυβερνώντες να φανούν δίκαιοι.

Παρασκευή, Ιουνίου 10, 2011

Ο νέος νόμος για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση

Το σημαντικότερο νομοθέτημα των τελευταίων ετών, όσον αφορά τη διαφάνεια της κρατικής δράσης, είναι αυτό που αφορά το πρόγραμμα "Διαύγεια". Το αμέσως επόμενο είναι ο νέος νόμος για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στο ΦΕΚ, προσβάσιμος εδώ).

Πρόκειται για έναν νόμο - πλαίσιο που κατοχυρώνει ορισμένα βασικά δικαιώματα που διασφαλίζουν ότι η επικοινωνία του πολίτη με τις δημόσιες υπηρεσίες θα μπορεί να γίνεται και μέσω διαδικτύου. Έτσι θεσπίζεται υποχρεώση όλων των δημόσιων υπηρεσιών να διαθέτουν διαδικτυακούς τόπους με βασικές πληροφορίες, αλλά και με τη δυνατότητα για διοικητικές εργασίες, όπως λ.χ. η υποβολή αναφορών από τους πολίτες. Μέχρι σήμερα αυτό ήταν εφικτό μόνο για ελάχιστες υπηρεσίες, όπως η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (βλ. εδώ).

Ανάμεσα στα νέα δικαιώματα είναι και η δυνατότητα του ατόμου να παρακολουθεί την πορεία της υπόθεσής του με τη χρήση του σχετικού κωδικού, ώστε να ενημερώνεται για το στάδιο στο οποίο έχει φτάσει (άρθρο 16).

Στις οργανωτικές καινοτομίες του νόμου ανήκει και η δημιουργία σε κάθε φορέα του δημοσίου Ομάδων Διοίκησης Έργου που αποτελείται από ανθρώπους των δημοσίων υπηρεσιών που θα μεριμνούν για την εφαρμογή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης (άρθρο 36). Ένα από τα μέλη της ομάδας ορίζεται ως εσωτερικός Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων, ένα πρόσωπο που έχει την υποχρέωση να λειτουργεί ως μια μικρή αρχή προστασίας προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο του εκάστοτε δημόσιου φορέα. Υλοποιείται έτσι μια θεσμική δυνατότητα που προβλέπεται από την Οδηγία 95/46 και η οποία εδώ και χρόνια εφαρμόζεται σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη.

Βεβαίως όπως σε κάθε νόμο - πλαίσιο, δεν τελειώσαμε την ψήφισή του. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, για την εφαρμογή των διατάξεών του απαιτείται η έκδοση 34 διοικητικών πράξεων (υπουργικών αποφάσεων, προεδρικών διαταγμάτων, αποφάσεων της αρχής προστασίας δεδομένων κλπ).

Επίσης, το νομοθέτημα είναι τελικά "φουτιέρα", αφού περιλαμβάνει κι ένα σωρό άσχετες τροπολογίες, παρά τις δεσμεύσεις της Κυβέρνησης ότι δεν θα μπαίνουν άσχετα θέματα σε νομοθετήματα. Για παράδειγμα, στο άρθρο 57 υπάρχει η παντελώς άσχετη διάταξη περί παραμονής των μελών του Ε.Σ.Ρ. ως "υπηρεσιακών" για όσο χρόνο δεν διορίζονται νέα μέλη. Και μάλιστα η διάταξη εμφανίζεται ως "ερμηνευτική" του ισχύοντος Ν.3051/2002 που αφορά γενικά τις ανεξάρτητες αρχές κι όχι ειδικώς το Ε.Σ.Ρ. Αλλά βλέπετε τώρα είναι που το ΣτΕ αποφάσισε ότι ο μη έγκαιρος διορισμός νέων μελών του Ε.Σ.Ρ. καθιστά άκυρες της αποφάσεις του, οπότε ο νομοθέτης σπεύδει να παρέμβει στο έργο της δικαιοσύνης προλαβαίνοντας τυχόν αιτήσεις ακύρωσης που θα ζητήσουν την αντίστοιχη εφαρμογή αυτής της νομολογίας. Αλλά βέβαια το Σύνταγμα έχει κάποιες προβλέψεις για την αναδρομικότητα των "ερμηνευτικών" νόμων.

Ένας πολύ καλός νόμος, ο οποίος όμως θα πρέπει να ασκηθεί πολύ πίεση για να εφαρμοστεί, όπως εξάλλου και για κάθε νόμος που ρυθμίζει τη σχέση των πολιτών με το κράτος.




Πέμπτη, Ιουνίου 09, 2011

Υπέρ της ισότητας και στις πλατείες

Όχι, ο κύριος Μίκης Θεοδωράκης δεν έχει περισσότερα δικαιώματα από κάθε άλλον πολίτη της χώρας. Στην Ελλάδα δεν έχουμε ούτε τίτλους ευγενείας, αλλά ούτε και οι ηρωικές ή καλλιτεχνικές περγαμηνές κάποιου καταργούν τους θεσμούς και την δημοκρατία.
Η πρόσβαση στον κοινόχρηστο χώρο είναι δικαίωμα που αναγνωρίζεται σε όλους και συνυπάρχει με το δικαίωμα της συνάθροισης. Αλλά η ρύθμιση των δικαιωμάτων αυτών έχει ανατεθεί σε συγκεκριμένα όργανα, η απόφαση των οποίων δεν ακυρώνεται από μόνη την βούληση του κάθε ιδιώτη.
Ο Δήμαρχος και το δημοτικό συμβούλιο θα αποδείξουν τώρα, στα δύσκολα, αν είναι σε θέση να υπηρετήσουν τον θεσμικό τους ρόλο που είναι η προστασία του γενικού συμφέροντος, μη υποκύπτοντας στην αυθαιρεσία απ´ όπου κι αν προέρχεται.

Τετάρτη, Ιουνίου 08, 2011

Παράνομη η δημοσίευση στο Διαδίκτυο φερόμενων φοροφυγάδων

Η απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με την οποία αναγνωρίζεται ότι ήταν παράνομη η ανακοίνωση ονομάτων ιατρών που φέρονται ότι υπέπεσαν σε φορολογικές παραβάσεις είναι ορθή (βλ. εδώ απόφαση 54/2011). Αξίζει να σημειωθεί ότι το γεγονός επισημάνθηκε από τους προσφεύγοντες στην Αρχή πέρσι (καλοκαίρι 2010) ενώ η απόφασή της εκδόθηκε φέτος (Μάιος 2011).

Όσο και να μην αρέσει σε κάποιους, κάθε ενέργεια του Κράτους που αφορά τα προσωπικά στοιχεία των πολιτών, πρέπει να βασίζεται σε μια σαφή νομοθετική διάταξη. Έπρεπε δηλαδή να υπάρχει τουλάχιστον ένας νόμος που να ορίζει τη δημοσίευση των στοιχείων των φερόμενων παραβατών. Διαφορετικά, η πολιτική απόφαση για ανάρτηση στο Διαδίκτυο τέτοιων στοιχείων, δεν βασίζεται στην αρχή της νομιμότητας που πρέπει να διέπει κάθε κρατική δράση. Δεν αρκεί η πολιτική βούληση, πρέπει ένα τέτοιο μέτρο να βασίζεται σε έναν γενικό κανόνα που να είναι προσβάσιμος αλλά και προβλέψιμων συνεπειών, όπως αναφέρει η Αρχή στην απόφασή της. Δεν είναι λοιπόν η Αρχή που απαγόρευσε την ανάρτηση των στοιχείων, είναι το ισχύον δίκαιο, το οποίο πρέπει να ισχύει ακόμα και για αντιδημοφιλείς περιπτώσεις.

Οι γιατροί που είδαν τα προσωπικά στοιχεία τους αναρτημένα στο Διαδίκτυο έχουν δικαίωμα τώρα να προσφύγουν στην δικαιοσύνη αξιώνοντας αποζημιώσεις από το Ελληνικό Δημόσιο. Σε μια πασίγνωστη υπόθεση προ ετών που η Αστυνομία είχε εκδώσει δελτίο τύπου με ονόματα συλληφθέντων, σε έναν εξ αυτών επιδικάσθηκε αποζημίωση 15.000 ευρώ (στο Διοκητικό Εφετείο).

Ας κάνουμε τώρα μια υπόθεση άμεσης δημοκρατίας. Ας υποθέσουμε ότι δεν είχαμε Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, αλλά θέταμε υπόψη το ισχύον δίκαιο (που λέει ότι δεν επιτρέπεται στο Κράτος δημοσίευση προσωπικών δεδομένων χωρίς προϋπάρχοντα νόμο) σε μια λαϊκή συνέλευση. Για παράδειγμα στη συνέλευση που διεξάγεται στο Σύνταγμα. Και βάζαμε τον κόσμο να ψηφίσει: να δημοσιευθούν τα ονόματα των φερόμενων φοροφυγάδων ή να μην δημοσιευθούν; Νομίζω δεν χρειάζεται και πολύ για να σκεφθεί κανείς ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ψηφοφορίας. Να λοιπόν γιατί οι αμεσοδημοκρατικοί θεσμοί δεν είναι για όλες τις αποφάσεις: χρειάζονται θεσμικά αντίβαρα, όπως οι ανεξάρτητες αρχές και η δικαιοσύνη για να διασφαλίζουν ότι το δίκαιο θα γίνεται σεβαστό ακόμα κι αν αυτό δεν είναι αρεστό στις πλειοψηφίες.


Τετάρτη, Ιουνίου 01, 2011

Η άμεση δημοκρατία είναι ολοκληρωτισμός


"Δεν μπορούμε να έχουμε πραγματική Δημοκρατία μόνο με την αρχή της πλειοψηφίας, γιατί έτσι θα τραυματιζόταν ανεπίτρεπτα μια σύγχρονη κατακτηση του πολιτισμού: ο σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ο οποίος αναγνωρίζεται ακόμη και για αντιδημοφιλείς κοινωνικές ομάδες, για μειονότητες, μειοψηφίες, ή ακόμη και για ατομικές περιπτώσεις, όπως ο χειρότερος εγκληματίας, τον οποίο μια Δημοκρατία πρέπει να αντιμετωπίζει με πλήρη αναγνώριση των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου, αλλιώς έχει αποτύχει η ίδια ως σύστημα. Οι άμεσες εκτελέσεις χωρίς δίκη δεν είναι ίδιον ενός κράτους δικαίου, αλλά ενός περιβάλλοντος στο οποίο απλώς επιβιώνει ο πιο δυνατός. Αυτό όμως δεν έχει καμία σχέση με την δικαιοσύνη, αλλά αποτελεί απλή συγκυρία, τύχη. Στην πραγματική Δημοκρατία, η δικαιοσύνη πρέπει να είναι ο κανόνας κι οχι η εξαίρεση."

To πλήρες κείμενο στο protagon.gr (κλικ εδώ)

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...