Τρίτη, Ιουνίου 30, 2020

To νομοσχέδιο για την απαγόρευση των διαδηλώσεων

Το Σύνταγμα προβλέπει στο άρθρο 11 το "δικαίωμα του συνέρχεσθαι", ορίζοντας ότι οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα. Το ίδιο συνταγματικό άρθρο ορίζει ότι η αστυνομία μπορεί να παρίσταται μόνον στις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, οι οποίες μπορούν να απαγορευθούν με αιτιολογημένη απόφαση της αστυνομικής αρχής, γενικά, αν επίκειται σοβαρός κίνδυνος για την δημόσια ασφάλεια και, τοπικά, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής.

Αυτό το άρθρο αναθέτει στον νόμο να εξειδικεύσει τους όρους του "σοβαρού κινδύνου για την δημόσια ασφάλεια" και της "σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής".

Θέλουμε δηλαδή την διαμεσολάβηση του κοινού νομοθέτη για να νοηματοδοτήσει τους όρους και να θέσει βέβαια και τις εγγυήσεις ελέγχου ότι το δικαίωμα δεν θα καταστρατηγηθεί από τις αστυνομικές αρχές.

Τι κάνει λοιπόν το προτεινόμενο νομοσχέδιο;

Αντί να εξειδικεύσει τους όρους και τις προϋποθέσεις της ενάσκησης του δικαιώματος και του μόνου περιορισμού του που είναι η αιτιολογημένη απόφαση αστυνομικής αρχής, έρχεται να ανατρέψει τελείως την συνταγματική λογική. Δηλαδή, ενώ το Σύνταγμα προβλέπει ένα δικαίωμα, εξουσία που ασκεί ο πολίτης χωρίς άδεια (αυτή είναι η έννοια του δικαιώματος), ξαφνικά έρχεται ο νομοθέτης να διαχωρίσει ανάμεσα σε α) "προγραμματισμένες" και β) "αυθόρμητες" δημόσιες συναθροίσεις. Για τις μεν προγραμματισμένες ο διοργανωτής οφείλει να γνωστοποιήσει (κατανοητό και ανεκτό), για τις μεν αυθόρμητες η αστυνομική αρχή "δύναται να επιτρέψει": δηλαδή ο νόμος κατ' αρχήν τις απαγορεύει!!!

Αρχικά, ποιος θα διαγνώσει αν μια συνάθροιση είναι όντως προγραμματισμένη ή αυθόρμητη; Μα... ο δικαστής! Αφού δηλαδή έχει ήδη επιβληθεί η απαγόρευση ανάλογα με την κατηγορία της νομοθετικής παρέμβασης, η δικαιοσύνη θα έρθει εκ των υστέρων, δηλαδή πάρα πολύ αργά, να διαγνώσει περί τίνος πρόκειται και να κρίνει αν η αστυνομία ορθώς απαγόρευσε ή ορθώς αδειοδότησε.

Πρόκειται δηλαδή για παρέμβαση του κοινού νομοθέτη στο κανονιστικό εύρος του συνταγματικού δικαιώματος, πέραν του αντικειμένου της ρύθμισης που αφορά τις δύο αόριστες νομικές έννοιες του επικείμενου κινδύνου και της δημόσιας ασφάλειας.

Το Σύνταγμα δεν προβλέπει τέτοια επιφύλαξη υπέρ του κοινού νομοθέτη. Το άρθρο 11 περιέχει ένα πρωτογενές κανονιστικό περιεχόμενο, το οποίο ο νομοθέτης μόνο να εξειδικεύσει δύναται. Αυτό που κάνει το νομοσχέδιο αυτό δεν είναι εξειδίκευση, αλλά παρέμβαση στο πρωτογενές κανονιστικό περιεχόμενο του συνταγματικού δικαιώματος και εξ ορισμού εκτόπιση μιας δυσδιάγνωστης κατηγορίας υπαίθριων συναθροίσεων στην σφαίρα του απαγορευμένου.

Δεν νοούνται όμως εξ ορισμού απαγορεύσεις κοινού νόμου στο εύρος δικαιωμάτων που προβλέπονται συνταγματικά, διότι οι "αυτόματες" απαγορεύσεις προσκρούουν σε έναν άλλο συνταγματικό κανόνα: την αρχή της αναλογικότητας η οποία επιβάλλει την κατά περίπτωση κρίση του επιτρεπτού των περιορισμών. Όταν ο νομοθέτης παρεμβαίνει και εκτοπίζει γενικά συνταγματικά προβλεπόμενη ελευθερία στην σφαίρα του απαγορευμένου, μας δείχνει με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την μέθοδο της κοινοβουλευτικής παραβίασης του Συντάγματος.

Το νομοσχέδιο αυτό είναι στην ίδια την σύλληψή του αντισυνταγματικό. Είναι σαν να λέει ότι ορισμένες κατηγορίες εφημερίδων θα εκδίδονται ύστερα από άδεια. Ε, αυτό το έχουμε λύσει από το Σύνταγμα του 1822: ΔΕΝ τελούν τα συνταγματικά δικαιώματα υπό άδεια.

Πέμπτη, Ιουνίου 11, 2020

Προσφυγή για αποπομπή Αντιπροέδρου Ελευσίνας 2021 Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Ευρώπης

Με σειρά παραβάσεων του διοικητικού δικαίου και της αρχής της διαφάνειας, ο Δήμος Ελευσίνας απέπεμψε τον Αντιπρόεδρο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης “ELEUSIS 2021” κ. Ι. Εριφυλλίδη, ο οποίος προσέφυγε σήμερα στον αρμόδιο Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με ειδική διοικητική προσφυγή. 


Το Δημοτικό Συμβούλιο της Ελευσίνας αποφάσισε την αντικατάσταση του κ. Εριφυλλίδη, χωρίς να τον έχει καλέσει σε προηγούμενη ακρόαση, με πλήρη έλλειψη αιτιολογίας, αλλά και κατά παράβαση της αρχής της αξιοκρατίας. Επιπλέον, η Α.Ε. “ ELEUSIS 2021”, ενώ δεν ανάρτησε την σχετική πράξη αντικατάστασης στο Πρόγραμμα “Διαύγεια”, προχώρησε σε πρόσκληση του Διοικητικού Συμβουλίου για συνεδρίαση υπό την “νέα” του σύνθεση, παραλείποντας τον προσφεύγοντα και αναφέροντας το νέο μέλος του Δ.Σ. που τον αντικατέστησε. 


Οι παραβάσεις αυτές που καταγγέλθηκαν με την προσφυγή του κ. Εριφυλλίδη, αναδεικνύουν σημαντικά κενά διαφάνειας ως προς την λειτουργία της Α.Ε., καθιστώντας έτσι αμφισβητούμενη την νομιμότητα της σύνθεσης του Δ.Σ., αλλά και των αποφάσεων που καλείται να λάβει αυτό ενόψει της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης του 2021. 


Σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο, ο Συντονιστής Αποκεντρωμένης Διοίκησης έχει την αρμοδιότητα εντός δύο (2) μηνών να ακυρώσει την αποπομπή του κ. Εριφυλλίδη, αφού προηγουμένως ασκήσει έλεγχο νομιμότητας επί των αποφάσεων του Δήμου και της Α.Ε. Λόγω των σοβαρότατων συνεπειών που ενδέχεται να έχει η υπόθεση για την διοργάνωση της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, ο νομικός παραστάτης του προσφεύγοντος κ. Β. Σωτηρόπουλος καλεί την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής να προτεραιοποιήσει την εξέταση της προσφυγής. 


Τετάρτη, Ιουνίου 10, 2020

Δικαστικός έλεγχος GDPR στο σύστημα μετεγγραφών φοιτητών

Σήμερα εκπροσώπησα ως πληρεξούσιος δικηγόρος στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών έναν φοιτητή περιφερειακού πανεπιστημίου που ζήτησε να μετεγγραφεί σε πανεπιστήμιο της περιφέρειας στο οποίο σπουδάζει η αδελφή του, αλλά το πληροφοριακό σύστημα του υπουργείου Παιδείας του απέρριψε με αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων το αίτημα.
Ένας από τους λόγους ακύρωσης που προέβαλα είναι το δικαίωμα αντίταξης στις αυτοματοποιημένες αποφάσεις που, κατά το άρθρο 22 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων, δίνει στον πολίτη το δικαίωμα να μην εφαρμοστεί μια τέτοια απόφαση που τον αφορά ή τον επηρεάζει σημαντικά. 
Το Υπουργείο Παιδείας έχει καταστρώσει ένα πληροφοριακό σύστημα που αντλεί προσωπικά δεδομένα από πανεπιστήμια και με διάφορους συσχετισμούς απορρίπτει αιτήματα μετεγγραφών, χωρίς να δίνει στο άτομο το δικαίωμα "ανθρώπινης παρέμβασης" που κατά τον ΓΚΠΔ πρέπει να εξασφαλίζεται όταν οι αποφάσεις είναι απορριπτικές. 
Αυτό το δομικό πρόβλημα καταστρατήγησης του #GDPR από το Υπουργείο Παιδείας και την διασύνδεσή του με τα Πανεπιστήμια έχω αναδείξει σήμερα - και με προφορική ανάπτυξη, αν και αρχικά δεν ήθελα, αλλα υποχρεώθηκα από το γεγονός ότι μία συνάδελφος αντιδίκου ήταν παρούσα και ήθελε να αναπτύξει προφορικά - στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, το οποίο καλείται τώρα να ελέγξει αυτό το σύστημα.
Το Υπουργείο Παιδείας αντέκρουσε με το πρωτοφανές ευφυολόγημα ότι η απορριπτική απάντηση που εκδίδεται ηλεκτρονικά από το σύστημα "δεν αποτελεί διοικητική πράξη, επειδή δεν φέρει τα στοιχεία της διοικητικής πράξης, όπως ημερομηνία". Δηλαδή αφενός έχουν φτιάξει ένα πληροφοριακό σύστημα που ΔΕΝ έχει τα στοιχειώδη χαρακτηριστικά της ατομικής πράξης, αφετέρου έρχονται και επικαλούνται υπέρ τους και κατά του πολίτη, ότι το πληροφοριακό σύστημα που έχουν φτιάξει είναι κυριολεκτικά της πλάκας. 
Εννοείται ότι αντιπαρήλθα το επιχείρημα αναδεικνύοντας ότι το πληροφοριακό αποτελέσμα ισοδυναμεί με ένδειξη περί της σιωπηρής απόρριψης (ή παράλειψης οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας) εκ μέρους του αντιδίκου, το οποίο καλό είναι να μην κρύβεται πίσω από τις ατέλειες του δικού του συστήματος για να αποφύγει τον δικαστικό έλεγχο. Απ' όσο γνωρίζω μέχρι στιγμής είναι ίσως η πρώτη φορά που το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών θα κρίνει επί του θέματος του άρθρου 22 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων. 
Θα περίμενα πάντως, το Υπουργείο Παιδείας που έχει στην διάθεσή του όλα τα παραπάνω στοιχεία και επιχειρήματα από τον Οκτώβριο του 2019 οπότε κατέθεσα την σχετική αίτηση ακύρωσης, να είχε φροντίσει να φτιάξει το πληροφοριακό του σύστημα κι όχι να έρχεται μετά από τόσους μήνες και να το υπερασπίζεται στο Δικαστήριο. 
Είναι άλλη μια ιστορία αποτυχημένης ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στην Ελληνική Δημοκρατία, η οποία επαίρεται για τα υποτιθέμενα άλματα προς το ψηφιακό κράτος, χωρίς όμως συμμόρφωση με τα στοιχειώδη ατομικά δικαιώματα των πολιτών.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...