Τετάρτη, Μαρτίου 31, 2021

Καταδίκη της Ελλάδας την 25η Μαρτίου 2021 από το ΕΔΔΑ

 

Την 25η Μαρτίου 2021, η Ελλάδα γιόρταζε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του '21 και αυθημερόν καταδικάστηκε για παραβίαση της ελευθερίας της έκφρασης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
 
Στην υπόθεση "Ματάλα κατά Ελλάδας", η οποία βρίσκεται αναρτημένη στην αρχική σελίδα του διαδικτυακού τόπου του ΕΔΔΑ, η Ελληνική Δικαιοσύνη για μία ακόμη φορά δεν διαχώρισε ορθά ανάμεσα το επίδικο κείμενο τους "ισχυρισμούς πραγματικών γεγονότων" από τις "αξιολογικές κρίσεις με πραγματολογική βάση", όπως επιβάλλεται πάγια από την ευρωπαϊκή νομολογία.
 
Συγκεκριμένα, το ΕΔΔΑ έχει καταστήσει σαφές ότι τα εθνικά δικαστήρια όταν δικάζουν μηνύσεις για συκοφαντική δυσφήμηση πρέπει να κάνουν αυτόν τον διαχωρισμό, διότι είναι άλλο ο ισχυρισμός πραγματικών γεγονότων, οποίος μπορεί να αποδειχθεί ως αληθής (άρα αθωώνεται ο κατηγορούμενος) ή ψευδής (άρα δεν μπορεί να επικαλείται ελευθερία έκφρασης) κι άλλο η αξιολογική κρίση που σημαίνει απλά μια γνώμη, η οποία είναι εξ ορισμού ελεύθερη και δεν ελέγχεται ποτέ ως "σωστή" ή "λάθος", αρκεί βέβαια να έχει μια πραγματολογική βάση.
 
Τί συνέβη στην υπόθεση του κ. Ματάλα; Ο προσφεύγων ήταν πρόεδρος μιας κρατικής ΑΕ, ο οποίος απέλυσε τη νομική σύμβουλο και σε μια επιστολή του που θυροκολλήθηκε με δικαστικό επιμελητή στο σπίτι της, την κατηγόρησε για "αντιεπαγγελματική και αντιδεοντολογική συμπεριφορά", με την έννοια ότι δεν είχε ενημερώσει πλήρως για νομική υπόθεση που χειριζόταν, αποδίδοντάς της δόλο για βλάβη της εταιρίας, ως εκδίκηση επειδή απομακρύνθηκε από την θέση της νομικής συμβούλου. Την κατηγόρησε επίσης για ελλειπή και εσφαλμένη ενημέρωση ως προς τις εκκρεμείς υποθέσεις της εταιρείας.
 
Η νομική σύμβουλος υπέβαλε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση κατά του κ. Ματάλα. Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών καταδίκασε σε 10 μήνες φυλάκιση με αναστολή τον προσφεύγοντα για συκοφαντική δυσφήμηση. Το Εφετείο τον καταδίκασε σε 8 μήνες με αναστολή για το ίδιο αδίκημα, κρίνοντας ότι οι ισχυρισμοί του στην επιστολή ήταν αναληθείς. Ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης.
 
Το ΕΔΔΑ όμως έκρινε ότι όσα ανέφερε ο κ. Ματάλας ήταν συνδυασμός "αξιολογικών κρίσεων" με "πραγματικά περιστατικά" και κακώς τα εθνικά δικαστήρια έκριναν μόνο στην βάση των πραγματικών περιστατικών. Τα περί αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς και πνεύματος εκδίκησης ήταν αξιολογικές κρίσεις. Ως προς τα πραγματικά περιστατικά το ΕΔΔΑ έκρινε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν είχαν απορρίψει αιτιολογημένα τις ενστάσεις του προσφεύγοντος ότι έλεγε αλήθεια περί μη επαρκούς και ακριβούς ενημέρωσής του από την μηνύτρια. Ως προς τις εκφράσεις του προσφεύγοντος, μολονότι ήταν σοβαρές κατηγορίες εναντίον της νομικής συμβούλου, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι δεν ήταν υβριστικές ή άσεμνες. Άρα, παραβιάστηκε η ελευθερία της έκφρασης του προσφεύγοντος (άρθρο 10 ΕΣΔΑ).
 
Αποτέλεσμα: η Ελλάδα οφείλει να καταβάλει στον προσφεύγοντα 9.000 ευρώ για ηθική βλάβη λόγω παραβίασης του δικαιώματός του στην ελευθερία της έκφρασης και 4.200 για δικαστικά έξοδα.
 
Αυτό που χρειάζεται να γίνει κατεπειγόντως, από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ή και από τις ενώσεις των δικαστών είναι να συγκεντρωθεί όλη η νομολογία του ΕΔΔΑ βάσει της οποίας έχει καταδικαστεί η Ελλάδα (αλλά και άλλες χώρες) για παραβιάσεις του άρθρου 10 και να οργανωθούν σεμινάρια για τους πολιτικούς δικαστές ώστε να επιμορφωθούν σε σχέση με την εφαρμογή του ΠΚ και του ΑΚ σε συμφωνία με την ΕΣΔΑ και κυρίως με τον τρόπο που αυτή ερμηνεύεται και εφαρμόζεται από το ΕΔΔΑ.
 
Πρέπει να λάβουμε στα σοβαρά αυτές τις καταδίκες της Ελλάδας (πάνω από 10) που οφείλονται στην άρνηση της Δικαιοσύνης να ακολουθήσει την νομολογία του ΕΔΔΑ. Θυμίζω ότι στο βιβλίο "Δύο βήματα μπρος, ένα πίσω" του καθηγητή μας Νίκου Αλιβιζάτου, ο καθηγητής αναφέρει ότι στην δίκη Κοτζιά - Βασιλάκη, ενώ επιχειρούσε ως Συνήγορος Υπεράσπισης να διαχωρίσει τα πραγματικά περιστατικά από τις αξιολογικές κρίσεις, η Πρόεδρος του Δικαστηρίου τον ρώτησε με ειρωνεία: "αυτά διδάσκετε στο πανεπιστήμιο;"
 
Ναι, αυτά δίδασκε ο καθηγητής μας. Αυτά που αν η Δικαιοσύνη της χώρας μας εφάρμοζε, δεν θα καταδικαζόταν η Ελλάδα στο ΕΔΔΑ.

Τρίτη, Μαρτίου 23, 2021

Έλεος με την "διεμφυλική διαταραχή" κ.κ. Ειρηνοδίκες!

 

Δυστυχώς οι Ειρηνοδίκες του Ειρηνοδικείου Αθηνών συνεχίζουν να προσβάλλουν κατάφωρα τα διεμφυλικα άτομα που ζητούν την νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου επιμένοντας στις δικαστικές αποφάσεις τους να ξεφουρνίζουν από το πουθενά τον ανυπόστατο ιατρικό όρο «διεμφυλική διαταραχή»! 
 
Δεν υπάρχει καμία "διεμφυλική διαταραχή" και καμία "διαταραχή ταυτότητας φύλου"! Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει διαγράψει εδώ και χρόνια τον όρο από τις "διαταραχές". Ο Ν.4491/2017 ήδη από τότε έχει ορίσει ότι δεν λαμβάνεται υπόψη απολύτως καμία ιατρική διάγνωση και εξέταση για την νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου.
 
Η ταυτότητα φύλου δεν είναι ψυχιατρική κατάσταση και εσείς δεν είστε ψυχίατροι.
 
Ακόμα και όταν πήγαμε ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ που ο ειρηνοδίκης έπρεπε απλά να βάλει την υπογραφή του, πήγε και προσέθεσε το ευφυολόγημα περί διεμφυλικης διαταραχής. Σε αυτό αναφέρεται το μέλος της Επιτροπής Εθνικού Σχεδίου Δράσης Ισότητας ΛΟΑΤΚΙ κ. Μαρίνα Γαλανού στην ακόλουθη δήλωση της:
 
"Ως πότε θα διαμαρτυρόμαστε κυρίες και κύριοι Ειρηνοδίκες για τις αποφάσεις σας σε υποθέσεις #νατφ; Υπάρχει σε κάποιο ιατρικό εγχειρίδιο, ή οπουδήποτε κάποια καταχώριση για "διεμφυλική διαταραχή"; Τον νόμο της #νατφ τον έχετε διαβάσει; Ξέρετε με βάση ποιόν νόμο δικάζετε; Γιατί ο νόμος αυτός δεν ζητά καμία ιατρική γνωμάτευση. Και τρίτον: Για να καταλάβω: δικαστές είσαστε ή γιατροί που "διαγιγνώσκετε" κάτι που μάλιστα είναι ανύπαρκτο; Είναι ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ ανάγκη να γίνουν εκπαιδευτικά σεμινάρια σε Ειρηνοδίκες και σε όλο το δικαστικό σώμα. Αυτή η βαλίτσα πρέπει τελεσίδικα να μπει σε μπαούλο και να πάει στον πάτο της θάλασσας.-"
 
 

Τρίτη, Μαρτίου 16, 2021

Δεν προσθέτει τίποτε ο Βοηθός Συνήγορος για την Αστυνομική Αυθαιρεσία

 Είναι λάθος η εξαγγελία του πρωθυπουργού για την νομοθέτηση ενός Βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη για ζητήματα αστυνομικής βίας.

Το λάθος αυτό είχε επισημάνει ήδη από το 2016 ο Επίτροπος του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στους τότε υπουργούς κ.κ. Παρασκευόπουλο και Τόσκα, οι οποίοι επίσης ήθελαν να αναθέσουν στον Συνήγορο του Πολίτη την αρμοδιότητα του μηχανισμού παρακολούθησης των καταγγελιών για την αστυνομική αυθαιρεσία και το έκαναν με τον Ν.4443/2016.
Συγκεκριμένα ο Επίτροπος στην επιστολή που είχε στείλει από τότε στους Υπουργούς είχε επισημάνει ότι η αρμοδιότητα πρέπει να ανατεθεί σε ανεξάρτητο όργανο που εκδίδει δεσμευτικές αποφάσεις. Ο Συνήγορος του Πολίτη εκ φύσεως εκδίδει συστάσεις και πορίσματα, δηλαδή διαμεσολαβητικά έγγραφα κι όχι δεσμευτικές αποφάσεις.
Τα ίδια ισχύουν πολύ περισσότερο και για την περίπτωση της νομοθέτησης άλλου ενός "Βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη". Ήδη στον Συνήγορο του Πολίτη υπηρετούν έξι (6) Βοηθοί Συνήγοροι. Καθένας από αυτούς είναι επικεφαλής σε καθέναν από τους 6 κύκλους (τμήματα) του Συνηγόρου του Πολίτη. Οι κύκλοι είναι: 1) Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, 2) Σχέσεων Κράτους - Πολίτη, 3) Κοινωνικής Προστασίας, 4) Ποιότητας Ζωής, 5) Δικαιωμάτων του Παιδιού, 6) Ισότητας Φύλων.
Ο πρωθυπουργός εξήγγειλε δηλαδή ότι θα προστεθεί κι ένας έβδομος "κύκλος", με τον δικό του Βοηθό Συνήγορο, "Κατά της Αστυνομικής Αυθαιρεσίας".
Αυτό δεν θα βοηθήσει σε τίποτε τον Συνήγορο του Πολίτη να συνεχίσει να ασκεί τις αρμοδιότητές του ως μηχανισμός για την αστυνομική αυθαιρεσία: απλά θα προσθέσει άλλον έναν τμηματάρχη στο υπάρχον προσωπικό. Δεν είναι λύση, λοιπόν.
Αυτό που πρέπει να κάνει ο νομοθέτης είναι να μελετήσει την Γνωμοδότηση της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 2016 επί του νομοσχεδίου του ΣΥΡΙΖΑ για τον εν λόγω "Μηχανισμό". Να εντοπίσει τις συστάσεις της ΕΕΔΑ που δεν εφαρμόστηκαν και να τις εφαρμόσει. Το κείμενο των παρατηρήσεων είναι διαθέσιμο εδώ: http://www.nchr.gr/images/pdf/apofaseis/astunomia/Mixanismos_Anexartitos2016.pdf
Όχι προσθέτοντας άλλον ένα Βοηθό Συνήγορο, αλλά ιδρύοντας έναν μηχανισμό που θα καθιστά τα πειθαρχικά της ΕΛ.ΑΣ. ανεξάρτητη αρχή με αυτεπάγγελτες αρμοδιότητες ελέγχου ώστε να

Δευτέρα, Μαρτίου 15, 2021

Το ΕΔΔΑ ελέγχει την Ελλάδα για παράλειψη δικαστικής εξέτασης μέτρων COVID-19

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξετάζει την προσφυγή που κατέθεσε ορθόδοξο εκκλησιαστικό σωματείο κατά της Ελλάδας. Το σωματείο είχε προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακύρωσης κατά της διοικητικής πράξης που επέβαλε μέτρα για την καταπολέμηση της COVID-19.

H δίκη αυτή κινείται με κατεπείγουσα ταχύτητα, δεδομένου ότι η προσφυγή υποβλήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2020, ενώ το ΕΔΔΑ την κοινοποίησε στην Κυβέρνηση, θέτοντας ερωτήματα, στις 25 Φεβρουαρίου 2021! Πρόκειται για χρόνο ρεκόρ για τα δεδομένα του ΕΔΔΑ.

 Το σχετικό έγγραφο είναι αναρτημένο από σήμερα 15 Μαρτίου 2021 στην επίσημη ιστοθέση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-208870

Σύμφωνα με το έγγραφο του ΕΔΔΑ, το θέμα της υπόθεσης ήταν η απαγόρευση της συλλογικής άσκησης θρησκευτικής λατρείας κατά την περίοδο 16 Μαρτίου έως 16 Μαϊου 2020, συμπεριλαμβανομένης δηλ. της περιόδου του Πάσχα.

Η αίτηση ακύρωσης υποβλήθηκε στο ΣτΕ στις 30 Μαρτίου 2020, μαζί με αίτημα για αναστολή εκτέλεσης και προσωρινή διατάγη για την μη εφαρμογή της απαγόρευσης. 

 Όμως, όπως προκύπτει από την σχετική περιγραφή των γεγονότων, το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε απόφαση στις 23 Ιουνίου 2020 περί "κατάργησης της δίκης". Μια τέτοια δικαστική απόφαση εκδίδεται όταν δεν βρίσκεται πλέον σε ισχύ η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη. Δηλαδή το ΣτΕ δεν εξέτασε την ουσία της υπόθεσης, αλλά "κατάργησε την δίκη" λόγω έλλειψης αντικειμένου.

Αυτό σημαίνει ότι ο προσδιορισμός της δικασίμου έγινε σε χρόνο κατά τον οποίον είχε λήξει η ισχύς της διοικητικής πράξης. 

 Κατόπιν αυτής της εξέλιξης το σωματείο προσέφυγε στο ΕΔΔΑ για παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο (άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ) και του δικαιώματος στην θρησκευτική ελευθερία, ως προς το ότι δεν ήταν επιτρεπτός ο συγκεκριμένος περιορισμός που επιβλήθηκε από την Ελλάδα για λόγους δημόσιας υγείας (άρθρο 9 παρ. 2 της ΕΣΔΑ).

Το ΕΔΔΑ λοιπόν απευθύνει στην Ελλάδα δύο ερωτήματα. Το πρώτο ερώτημα είναι:

 "Έχει τηρηθεί το δικαίωμα του προσφεύγοντος για πρόσβαση σε δικαστήριο, στην προκειμένη υπο κρίση περίπτωση, όπως το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται από το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ;"

 Το δεύτερο ερώτημα είναι:

"Παραβιάστηκε η θρησκευτική ελευθερία του προσφεύγοντος συλλόγου κατά την έννοια του άρθρου 9 της Σύμβασης; Ειδικότερα, ήταν αναγκαία η παρέμβαση στην άσκηση αυτού του δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 9 παρ. 2;"

Η Ελλάδα τώρα οφείλει να απαντήσει σε αυτά τα δύο ερωτήματα. Ως προς το πρώτο ερώτημα, αναμένεται να αποστείλει την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο θα πρέπει να εξηγήσει εγγράφως για ποιόν λόγο δεν δικάστηκε η υπόθεση εντός του χρονικού διαστήματος κατά το οποίο ίσχυε η απόφαση. Δηλαδή έχεις εδώ πέρα μια διοικητική πράξη που ισχύει από τις 16 Μαρτίου 2020 έως και τις 16 Μαϊου 2020, οι προσφεύγοντες ασκούν την αίτηση ακύρωσης στις 30 Μαρτίου δηλαδή σε άμεσο χρόνο και ως ΣτΕ καταλήγεις να δικάζεις την "ουσία" της υπόθεσης προφανώς σε χρόνο που έχει λήξει η ισχύς. 

Για ποιό λόγο συμβαίνει αυτό; Γιατί το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν ακολούθησε την Εργαλειοθήκη του Συμβουλιου της Ευρώπης για την προτεραιοποίηση της εκδίκασης των υποθέσεων που αφορούν περιορισμούς ανθρώπινων δικαιωμάτων; 

Αυτά τα ερωτήματα στην ουσία θέτει το ΕΔΔΑ στην Ελλάδα. Θα δούμε ποια θα είναι η εξέλιξη της υπόθεσης, διότι διαδικαστικά ζητήματα και πάλι μπορεί να προκύψουν.

Ως προς την ουσία του επιβληθέντος μέτρου, το άρθρο 9 παρ. 2 ορίζει ότι:

"H ελευθερία της εκδήλωσης του θρησκεύματος ή των πεποιθήσεων υπόκειται μόνο στους περιορισμούς που προβλέπονται από τον νόμο και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία, για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, την προστασία της δημόσιας τάξης, της υγείας ή των ηθών, ή για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων."

Δηλαδή ως προς την δεύτερη επικαλούμενη παράβαση, η Ελλάδα πρέπει να απαντήσει εάν ο περιορισμός που επιβλήθηκε νομοθετικά ήταν αναγκαίος για την προστασία της υγείας και θα πρέπει να το αποδείξει. Εάν το αποδείξει, τότε η χώρα δεν θα καταδικαστεί για την συγκεκριμένη παράβαση, εκτός εάν οι προσφεύγοντες ανταποδείξουν ότι υπήρχαν άλλοι ηπιότεροι περιορισμοί στην συλλογική λατρεία που μπορούσαν να είχαν επιβληθεί και δεν επελέγησαν. Δηλαδή το ΕΔΔΑ θα κληθεί τελικά να ασκήσει τον έλεγχο αναλογικότητας που δεν άσκησε το Συμβούλιο της Επικρατείας. 

Ανεξάρτητα από την έκβαση αυτής της υπόθεσης, το Συμβούλιο της Επικρατείας αντιμετωπίζει για μία ακόμη φορά τον έμμεσο ψόγο του ΕΔΔΑ ότι δεν δικάζει τις υποθέσεις στον χρόνο που χρειάζεται. Το ίδιο είχε γίνει και με την υπόθεση Παπαγεωργίου κ.α. κατά Ελλάδας (2019), όπου το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ που η εκδίκασή της είχε αναβληθεί 7 φορές με υπαιτιότητα του ΣτΕ δεν αποτέλεσε τελικά ένα αποτελεσματικό ένδικο μέσο για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Δυστυχώς επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία, χωρίς να έχει γίνει απολύτως τίποτε από το ίδιο το Συμβούλιο της Επικρατείας για την εκδίκαση των υποθέσεών του σε εύλογο χρόνο.

Το ίδιο ακριβώς αναμένεται να γίνει για την αίτηση ακύρωσης κατά της απαγόρευσης της πορείας την 17η Νοεμβριου 2020: το Συμβούλιο της Επικρατείας προσδιόρισε την συζήτηση της υπόθεσης αυτής για την 15η Ιανουαρίου 2021, δηλαδή σε χρόνο που προδήλως είχε παρέλθει το χρονικό διάστημα ισχύος της απαγόρευσης. Οπότε, η απόφασή του κατά πάσα πιθανότητα θα είναι κι εκεί ότι "καταργεί την δίκη", που το ίδιο την τοποθέτησε σε χρόνο εκτός του χρόνου ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης.

Ενώ, εάν το Συμβούλιο της Επικρατείας ήθελε πράγματι να περισώσει την δυνατότητα για τον έλεγχο της Ε.Σ.Δ.Α. θα μπορούσε επιτέλους να ερμηνεύσει την ειδική εκείνη διάταξη που διέπει την δικονομία του κατά την οποία εάν ο αιτών επικαλεστεί "ειδικό έννομο συμφέρον", το Συμβούλιο της Επικρατείας υπεισέρχεται στην ουσία ακόμη και όταν η ισχύς της πράξης έχει λήξει! Δεν το πράττει, γιατί θεωρεί ότι έτσι θα υποβαθμιστεί η δικαστική του απόφαση σε "γνωμοδότηση", λες και το ΕΔΔΑ τώρα αν καταδικάσει την χώρα θα "γνωμοδοτήσει" απλώς και δεν θα εκδώσει ένα δεσμευτικό δικαστικό πόρισμα. Το ΣτΕ διαθέτει λοιπόν επιτέλους τα εργαλεία, σύμφωνα και με το άρθρο 25 του Συντάγματος που ορίζει ότι κάθε δικαστικό όργανο οφείλει να διευκολύνει έμπρακτα την αποτελεσματική εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων και να προχωρεί σε έλεγχο ουσίας όταν οι αιτούντες επικαλούνται ειδικά και συγκεκριμένα παραβιάσεις της ΕΣΔΑ. Εάν δεν το κάνει το ίδιο,  ενώ το ίδιο εκτοπίζει τις υποθέσεις σε δικασίμους εκτός πεδίου ισχύος των πράξεων, τότε απλά δεν έχουμε έλεγχο της ΕΣΔΑ στην Ελλάδα και ας το αποδεχτούμε για να προσφεύγουμε σε όλες τις υποθέσεις αυτές κατευθείαν στο ΕΔΔΑ. 

Υπάρχουν όμως μέτρα που μπορούν να επιβληθούν για την επιτάχυνση των διαδικασιών του. Το απλούστερο όλο είναι ότι δεν χρειάζεται να συνεδριάζει για όλες τις υποθέσεις σε μεγάλες συνθέσεις. Μπορεί με την κατάλληλη τροποποίηση του π.δ. 18/1989 να δημιουργηθούν πολλά περισσότερα υπο-τμήματα π.χ. τριών δικαστών χωρίς να χρειάζεται να συνεδριάζουν οι πενταμελείς συνθέσεις. Μπορούν επίσης να εισαχθούν διαδικασίες αποκλειστικά εξ αποστάσεως με ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Υπάρχουν γενικά πολλά που μπορούν να γίνουν για να σταματήσει η συνεχής καταδίκη της χώρας για διαδικαστικά θέματα. Αρκεί να το θέλουμε, βέβαια.

Δικαιώματα που επιβιώνουν παρά τις απορρίψεις του Συμβουλίου της Επικρατείας!

 

Έχει μεγάλο ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο το συνταγματικό δικαίωμα στην συνάθροιση έρχεται - παρά τις αποφάσεις του ΣτΕ ! - και υπερακοντίζει στην πράξη την ίδια την ισχύ των μέτρων κατά της πανδημίας, με την ανοχή κι άρα με την έγκριση της κυβέρνησης.
Το ίδιο ισχύει και για το δικαίωμα της θρησκευτικής λατρείας, σε όσες τουλάχιστον περιπτώσεις δεν έχει κατασταλεί. Όπου φαίνεται ότι κι εκεί η Κυβέρνηση σε μεγάλο βαθμό ανέχεται και εγκρίνει την μη τήρηση των μέτρων. Άλλωστε και η θρησκευτική ελευθερία γνωρίζει ισχυρή συνταγματική έδραση και παρά τις απορριπτικές αποφάσεις του ΣτΕ δείχνει να υπερισχύει στην πράξη.
Αυτές οι δύο περιπτώσεις συνταγματικών δικαιωμάτων που αντέχουν παρά τις απορριπτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και παρά τις τυπικές απαγορεύσεις τους από την Κυβέρνηση, η οποία επίσημα τα απαγορεύει με τις Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις της αλλά όταν είναι να καταστείλει τις απαγορεύσεις κάνει τα στραβά μάτια και "τιμούμε το ΚΚΕ για τους αγώνες του", όπως είναι η ρητορική του αρμόδιου υπουργού, δείχνει πολλά για την συνταγματική δικαιοσύνη στην Ελλάδα.
Η πιο ενδιαφέρουσα αντίθεση είναι η σύγκριση με την γερμανική Δικαιοσύνη. Στην Γερμανία τα δικαστήρια δεν δίστασαν να κηρύξουν αντισυνταγματικά ορισμένα από τα μέτρα, όπως ήταν η μετακίνηση των κατοίκων παραθαλάσσιων περιοχών για κολύμβηση (ενω το ΣτΕ δεν μπήκε καν στην ουσία αλλά φρόντισε πολύ μεθοδικά να ορίσει δικάσιμο εκτός του πεδίου ισχύος της απαγόρευσης για να κηρύξει πολύ βολικά "καταργηθείσα" την συγκεκριμένη δίκη), αλλά και η απαγόρευση μετακίνησης μετά το απόγευμα. Στην Ελλάδα, η μοναδική επίκληση μέτρου που κρίθηκε αντισυνταγματική από το ΣτΕ ήταν η απαγόρευση κυκλοφορίας από κάποιες κεντρικές οδούς που βασίστηκε σε γνωμοδότηση του ΕΟΔΥ ενώ στην πραγματικότητα εξυπηρετούαν τις ανάγκες εγκατάστασης του "Μεγάλου Περίπατου", κάτι που ήταν προδήλως αναιτιώδες οπότε και ακυρώθηκε άμεσα.
Η πιο σημαντική όμως από τις γερμανικές δικαστικές αποφάσεις είναι αυτή που εφάρμοσε την αρχή της αναλογικότητας για να επιτρέψει μερικώς την δημόσια διαδήλωση και συνάθροιση. Η απόφαση προέρχεται από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας, το οποίο ενέργησε σε χρόνο ρεκόρ, εν μέρει ακυρώνοντας αποφάσεις κατώτερων δικαστηρίων με σκοπό να οριοθετήσει ακριβώς το δικαίωμα: συγκεκριμένος αριθμός διαδηλωτών, χρήση μάσκας υποχρεωτικά, συγκεκριμένη απόσταση μέτρων ανάμεσα στους διαδηλωτές. Αυτή ήταν η υποδειγματικότερη εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας από δικαστικό όργανο στην Ευρώπη.
Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε μια αντίστοιχη ρύθμιση στην Ελλάδα; Μα γιατί το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν είναι ένα συνταγματικό δικαστήριο, αλλά ένα ανώτατο ακυρωτικό. Δεν μπορεί να προτείνει με εκτελεστό τρόπο θετικά μέτρα διασφάλισης των δικαιωμάτων, αλλά μπορεί μόνο να ακυρώσει ή να μην ακυρώσει μια διοικητική πράξη. Ακόμη κι όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας προτείνει ένα θετικό μέτρο (π.χ. την εισαγωγή ισότιμου μαθήματος για όσους παίρνουν απαλλαγή από τα θρησκευτικά), είναι το ίδιο το ΣτΕ που όταν του ζητάς από το Τριμελές Συμβούλιο Συμμόφωσης της Διοίκησης στις Δικαστικές Αποφάσεις ΤΟΥ να διαπιστώσει ότι η Διοίκηση ΔΕΝ έχει εφαρμόσει το θετικό μέτρο του ΣτΕ, απαντά με κυνισμό ότι το θετικό μέτρο δεν περιλαμβάνεται στο εκτελεστικό μέρος της απόφασης αλλά είναι μια απλή σκέψη. Όταν όμως του ζητάς να διατυπώσει αυτή την "απλή σκέψη" στο πλαίσιο μιας ακυρωτικής δίκης για απαγόρευση που έχει λήξει, τότε το ίδιο το ΣτΕ εξανίσταται ότι δεν είναι δυνατόν να "γνωμοδοτεί". Οδηγώντας κατ΄ αποτέλεσμα τους πολίτες να σύρουν την χώρα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προσδοκώντας ότι θα διαπεράσει η υπόθεσή τους το φράγμα του 95% των υποθέσεων που απορρίπτονται στο στάδιο του παραδεκτού.
Από όλα αυτά προκύπτει ένα τεράστιο κενό στην δικαιοδοτική λετουργία της χώρας: δεν έχουμε συνταγματικό δικαστήριο. Δεν έχουμε το δικαστικό όργανο που θα υποδείξει θετικά την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας. Παλεύουμε με πολιτικά μέσα όπως είναι η Αντιπολίτευση και με ανεξάρτητες αρχές, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη και η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να καλύψουμε κενά που δεν καλύπτονται με συστάσεις, υποδείξεις και ανακοινώσεις.
Μόνο ένα Συνταγματικό Δικαστήριο που θα καταργεί νομοθεσία και θα υποδεικνύει και τον τρόπο που πρέπει να συνταχθεί η επόμενη νομοθετική ρύθμιση είναι αυτό που θα καλύψει το τεράστιο αυτό έλλειμμα δικαιοσύνης στο δικαιοδοτικό σύστημα της Ελλάδας. Όχι βέβαια με κατάργηση του διάχυτου και παρεμπίπτοντος ελέγχου της συνταγματικότητας του νόμου από όλα τα δικαστήρια, έλεγχος ο οποίος πρέπει να διατηρηθεί καθώς αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του Ελληνικού νομικού πολιτισμού, αλλά με την παράλληλη αναγνώριση του δικαιώματος της ατομικής συνταγματικής προσφυγής σε ένα Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο δεν θα αποτελείται από "δικαστές καριέρας" βέβαια (γιατί τότε θα μας αρκούσαν τα διάφορα ΣτΕ, ΑΠ, ΕλΣΥν και το Ειδικό Δικαστήριο του άρθρου 100 του Συντάγματος), αλλά από εξέχουσες προσωπικότητες της νομικής επιστήμης της χώρας, όπως γίνεται και στα συνταγματικά δικαστήρια ή συνταγματικά συμβούλια σε άλλες χώρες του εξωτερικού.
Το θέμα είναι ποιός θα οικειοποιηθεί το αίτημα αυτό και ποιος θα οργανώσει την συζήτηση για την ικανοποίησή του αν όχι τα πολιτικά κόμματα που αποτελούν τους φορείς που φιλτράρουν και διοχετεύουν τα διάφορα αιτήματα στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συντάγματος. Τα κόμματα όμως είναι ταυτόχρονα και τα εν δυνάμει θύματα ενός τέτοιου Συνταγματικού Δικαστηρίου, ιδίως τα κόμματα εξουσίας που δεν θέλουν βέβαια κανέναν απέναντί τους να τους καταργεί αντισυνταγματικές νομοθεσίες. Γι' αυτό καταλήγω ότι το δίκαιο αυτό αίτημα (όπως και πολλά άλλα δίκαια αιτήματα) μπορούν να ξεκινήσουν ως πολιτικοί αγώνες και καμπάνιες συγκεκριμένων πολιτικών και βουλευτών που, στο κάτω κάτω, αυτή είναι η δουλειά τους εκπροσωπώντας τους πολίτες. Ρομαντικό, αλλά μόνο έτσι μπορεί να γίνει.

Τετάρτη, Μαρτίου 10, 2021

Ορκίστηκε ο κ. Κτιστάκις νέος Ευρωπαίος Δικαστής

 

Ο κ. Ιωάννης Κτιστάκις ορκίστηκε δικαστής του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αναλαμβάνει πλέον αυτή την κορυφαία υπηρεσία στο δικαιοδοτικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης με 9ετή θητεία. Είναι ένας από τους 46 ευρωπαίους δικαστές, καθώς η θέση του Ελβετού δικαστή παραμένει προς το παρόν κενή. Στο ΕΔΔΑ προσφεύγουν άτομα και οργανώσεις κατά των 47 κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης και κάθε κράτος στέλνει δική του λίστα τριών υποψήφιων δικαστών με εκλογή του δικαστή από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση (βουλευτές από τις 47 χώρες) του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Περιμένουμε πολλά από το ΕΔΔΑ σε αυτή την δεκαετία που έχει ξεκινήσει με σημαντικούς περιορισμούς, αλλά και παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ωστόσο, η τήρηση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποτελεί πρωταρχικά αποστολή του κράτους , καθώς συνιστά αναπόσπαστο στοιχείο του εσωτερικού Ελληνικού δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος σε σχέση με τους κοινούς νόμους κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος και οι πρώτοι που οφείλουν να μεριμνούν για την ορθή εφαρμογή της είναι οι εθνικοί Δικαστές. Από τα Ελληνικά Δικαστήρια είναι που περιμένουμε να εφαρμόζουν ορθά την ΕΣΔΑ, καθώς το ΕΔΔΑ είναι το τελευταίο μας καταφύγιο (ultimum refugium για τους λατινιστές) και δεν μπορούμε να ξεκινούμε μια υπόθεση έχοντας εξ αρχής κατά νου το Στρασβούργο, το οποίο κάνει κι αυτό τις επιλογές του και τον δικό του προγραμματισμό. Με σημαντικές χρονικές διάρκειας για εκδίκαση των υποθέσεων ενώπιον του (πάνω από 5ετία συνήθως) και με απόρριψη του 95% των προσφυγών ήδη από το στάδιο ελέγχου του "παραδεκτού". Απορρίπτονται δηλαδή ακόμη και προφυγές που κρίνεται εκ των προτέρων ότι δεν επιφέρουν ιδιαίτερη βλάβη (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) στους προσφεύγοντες.
Καλή θητεία λοιπόν στον κ. Κτιστάκι και ευχόμαστε να συμβάλλει από την θέση του στην ορθοτόμηση του ευρωπαϊκού δικαίου της προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο πολύπαθο σώμα της γηραιάς ηπείρου.

Τρίτη, Μαρτίου 09, 2021

Ποιος ελέγχει την Αστυνομία;

 Η Ελλάδα έχει καταδικαστεί για πράξεις αστυνομικής αυθαιρεσίας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γεγονός που σημαίνει ότι το εσωτερικό θεσμικό σύστημα της Ελληνικής Δικαιοσύνης μαζί με τους υπάρχοντες ελεγκτικούς μηχανισμούς δεν επαρκεί για τον έλεγχο της νομιμότητας της αστυνομικής δράσης.

Το 2011 ιδρύθηκε νομοθετικά ένα "Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας", δηλαδή ένα εσωτερικό όργανο της αστυνομίας για να παραλαμβάνει τις καταγγελίες εναντίον των αστυνομικών και να τις παραπέμπει στα εσωτερικά ελεγκτικά όργανα, την διεύθυνση εσωτερικών υποθέσεων και τα πειθαρχικά της αστυνιομίας. Από τότε, όμως, η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου είχε επισημάνει ότι αυτά δεν γίνονται έτσι. Η ανεξαρτησία του οργάνου από την ίδια την αστυνομία είναι ο μόνος παράγοντας που εγγυάται την αποτελεσματική λειτουργία του. Για παράδειγμα, ο Police Ombudsman στην Βόρεια Ιρλανδία είναι ένας εξωτερικός ελεγκτικός θεσμός που δεν είναι όργανο της αστυνομίας, αλλά μια διακριτή ανεξάρτητη αρχή.

Το 2016 λοιπόν αποφασίστηκε να καταργηθεί αυτό το Γραφείο και οι αρμοδιότητές του να ανατεθούν σε μια ανεξάρτητη αρχή. Ο νομοθέτης επέλεξε αυτή η ανεξάρτητη αρχή να είναι ο Συνήγορος του Πολίτη. Με τον Ν.4443/2016 ιδρύθηκε ο "Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας", ο οποίος δεν είναι τίποτε άλλο από μερικές νομοθετικές διατάξεις που προσθέτουν αρμοδιότητες στον Συνήγορο του Πολίτη.

Τότε, το 2016 ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ανθρώπινων Δικαιωμάτων είχε ήδη επισημάνει με επιστολή του (https://rm.coe.int/16806db6e6)  στους Υπουργούς κ.κ. Τόσκα και Παρασκευόπουλο ότι ο "Μηχανισμός" δεν μπορεί απλά να κάνει μη δεσμευτικές συστάσεις. Δηλαδή τους έλεγε πρακτικά ότι ο "Μηχανισμός" δεν μπορεί να είναι ο Συνήγορος του Πολίτη. Αντί να ακούσουν οι υπουργοί τον Επίτροπο, παρουσίαζαν την ίδρυση του Μηχανισμού ως φοβερή καινοτομία, όπως είχα επισημάνει τότε: http://elawyer.blogspot.com/2016/11/to.html 

Ο Συνήγορος του Πολίτη έχει ιδρυθεί και λειτουργεί στην Ελλάδα από το 1998, κατά την διάρκεια της πρώτης διακυβέρνησης Σημίτη. Ήμασταν από τις τελευταίες χώρες της Ευρώπης που δεν είχαμε υλοποιήσει τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1975 για την ίδρυση ενός εθνικού διαμεσολαβητή, στον οποίο προσφεύγουν πολίτες για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών των πολιτών με τις δημόσιες υπηρεσίες. Από το 1998 λοιπόν ο Συνήγορος του Πολίτη δέχεται καταγγελίες, μεταξύ των οποίων και καταγγελίες για τις αστυνομικές υπηρεσίες και ασκεί διαμεσολάβηση. Δηλαδή στέλνει επιστολές στις αστυνομικές υπηρεσίες και τους απευθύνει συστάσεις όταν διαπιστώνει ότι έχουν παραβιάσει τον νόμο, προκειμένου να αποκαταστήσουν τα δικαιώματα των πολιτών. Αυτή η λειτουργία ενέχει εξ αρχής την διερεύνηση των περιστατικών της αυθαιρεσίας, αλλά δεν έχει βέβαια τις κυρωτικές λειτουργίες που θα ενεργοποιούσαν εντατικά τις αστυνομικές αρχές που αυθαιρετούν. Μάλλον καθησυχαστικός είναι ο ρόλος του.

Με τον νόμο του 2016 στον Συνήγορο του Πολίτη προστέθηκαν και κάποιες ακόμη αρμοδιότητες ειδικά ως προς τον έλεγχο της αστυνομικής αυθαιρεσίας και τον έλεγχο των πειθαρχικών διαδικασιών. Mιλάμε τώρα για αρμοδιότητες που προστέθηκαν με ένα άρθρο, το άρθρο 56:

 Αρθρο 1

 1. Ο Συνήγορος του Πολίτη ορίζεται ως Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας με αρμοδιότητα τη συλλογή, την καταγραφή, την αξιολόγηση, τη διερεύνηση ή την περαιτέρω προώθηση προς άσκηση πειθαρχικού ελέγχου στις αρμόδιες Υπηρεσίες, καταγγελιών για πράξεις του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης, οι οποίες εκδηλώθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή κατά κατάχρηση της ιδιότητάς του και αφορούν:

 α. βασανιστήρια και άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά την έννοια του άρθρου 137Α του Ποινικού Κώδικα,

 β. παράνομες εκ προθέσεως προσβολές κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή υγείας ή της προσωπικής ή γενετήσιας ελευθερίας,

 γ. παράνομη χρήση πυροβόλου όπλου και

 δ. παράνομη συμπεριφορά για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι διενεργήθηκε με ρατσιστικό κίνητρο ή η οποία ενέχει άλλου είδους διακριτική μεταχείριση λόγω χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου.

 2. Οι καταγγελίες πρέπει να είναι επώνυμες και γραπτές και να υποβάλλονται στο Συνήγορο του Πολίτη, αυτοπροσώπως ή μέσω πληρεξούσιου. Το όνομα και τα άλλα στοιχεία ταυτότητας του καταγγέλλοντος μπορεί να μην ανακοινώνονται κατά το στάδιο της διερεύνησης, αν το ζητήσει εγγράφως ο ενδιαφερόμενος. Αν κατά την κρίση του Συνηγόρου του Πολίτη η διερεύνηση δεν είναι δυνατή χωρίς ανακοίνωση του ονόματος, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται ότι η καταγγελία του θα τεθεί στο αρχείο, εφόσον ο ίδιος δεν συναινέσει εγγράφως στην ανακοίνωση του ονόματός του. Αν ο καταγγέλλων αγνοεί την ελληνική γλώσσα, μπορεί να παραστεί με διερμηνέα. Αν ο καταγγέλλων αδυνατεί να γράψει, η καταγγελία γίνεται προφορικώς, καταγράφεται από υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη και συντάσσεται έκθεση στην οποία γίνεται ειδική μνεία της αδυναμίας του καταγγέλλοντος να γράψει. Η έκθεση υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα και τον υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη που τη συνέταξε. Οταν η καταγγελία είναι ανώνυμη τίθεται στο αρχείο με πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη, όμως τυχόν στοιχεία αυτής που παρέχουν βάση για διερεύνηση μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης παρέμβασης. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως, μετά από πληροφορίες με συγκεκριμένα στοιχεία για περιστατικά της παραγράφου 1 και ιδίως όσων προέρχονται από δημοσιεύματα ή εκπομπές Μ.Μ.Ε. ή μετά από παραπομπή της υπόθεσης από τον καθ` ύλην αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα.

 3. Ο Συνήγορος του Πολίτη αξιολογεί κάθε καταγγελία ή περιστατικό για το αν εμπίπτει στις αρμοδιότητές του κατά τον παρόντα νόμο και αποφασίζει με πράξη του εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών ή για τη διερεύνηση μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού, περίπτωση κατά την οποία υποχρεούται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών να έχει συντάξει σχετικό πόρισμα, ή για την προώθηση μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού προς διερεύνηση στις αρμόδιες Υπηρεσίες, ή για τη θέση τους στο αρχείο ως αβάσιμων ή ανεπίδεκτων εκτίμησης. Οι προθεσμίες του ως άνω εδαφίου μπορούν κατά παρέκκλιση να παρατείνονται μέχρι τρεις (3) μήνες με αιτιολογημένη πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη υπό τους όρους της παρ. 2 του άρθρου 4 του N. 2690/1999 (Α 45). Σε αυτή την περίπτωση, ο Συνήγορος του Πολίτη ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες Υπηρεσίες.

 4. Σε περίπτωση διερεύνησης μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού από το Συνήγορο του Πολίτη, τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα αναστέλλουν την έκδοση της απόφασής τους, έως την έκδοση πορίσματος από το Συνήγορο του Πολίτη. Διοικητικά μέτρα που προβλέπονται από το πειθαρχικό δίκαιο κάθε Υπηρεσίας και λαμβάνονται σε βάρος του πειθαρχικά ελεγχόμενου δεν θίγονται. Ο ελεγχόμενος έχει δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης και ενώπιον του Συνηγόρου του Πολίτη. Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Οι πειθαρχικές διαδικασίες μετά την ολοκλήρωση και γνωστοποίηση του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη διέπονται από το αντίστοιχο πειθαρχικό δίκαιο εκάστης υπηρεσίας.

 5. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται επίσης υποθέσεων για τις οποίες έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε βάρος της Ελλάδας για παράβαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ν.δ. 53/1974), με την οποία διαπιστώνονται ελλείψεις της πειθαρχικής διαδικασίας ή νέα στοιχεία που δεν αξιολογήθηκαν στην πειθαρχική έρευνα ή την εκδίκαση της υπόθεσης. Στις περιπτώσεις αυτές οι Διευθύνσεις Προσωπικού των αρμόδιων Υπηρεσιών των σωμάτων ασφαλείας, καθώς και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης υποχρεούται να διαβιβάζουν την ως άνω απόφαση και το σχετικό πειθαρχικό φάκελο στο Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος επανεξετάζει την υπόθεση λαμβάνοντας υπόψη του ιδίως όσα έκανε δεκτά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αποφασίζει για την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης.

 6. Εντός των προθεσμιών της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, ο Συνήγορος του Πολίτη, επιφυλασσόμενος της αρμοδιότητάς του για διερεύνηση και διαμόρφωση σχετικού πορίσματος, γνωστοποιεί την απόφασή του για την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης με όλα τα στοιχεία του φακέλου στην αρμόδια Υπηρεσία που δεσμεύεται από την ανωτέρω απόφαση και διατάσσει νέα έρευνα, σύμφωνα και με όσα γίνονται δεκτά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης της πειθαρχικής υπόθεσης είναι δυνατόν να ασκηθεί ή να συμπληρωθεί η πειθαρχική δίωξη και να επιβληθεί η προσήκουσα πειθαρχική ποινή ανεξάρτητα από την αρχική εκδίκαση της υπόθεσης υπό την προϋπόθεση ότι δεν διώκεται υπάλληλος για δεύτερη φορά για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα. Για τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής που προβλέπεται από τις πειθαρχικές διατάξεις για τα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης δεν υπολογίζεται το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έκδοση της απόφασης του αρμόδιου, κατά περίπτωση, πειθαρχικού οργάνου, σύμφωνα με τα άρθρα 38 και 39 του Π.δ. 120/2008 (Α 18), το άρθρο 5 του Π.δ. 187/2004 (Α 187), το άρθρο 25 παρ. 9 του Ν.δ. 343/1969 (Α 238), το άρθρο 18 παράγραφοι 9 και 10 του Ν.δ. 935/1971 (Α 149) και το άρθρο 122 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., μέχρι την περιέλευση στο Συνήγορο του Πολίτη της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κατά τα λοιπά ακολουθείται η προβλεπόμενη πειθαρχική διαδικασία κάθε Υπηρεσίας στην οποία ανήκει το ελεγχόμενο προσωπικό. Αν ο Συνήγορος του Πολίτη κρίνει ότι δεν απαιτείται η εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης γνωστοποιεί το πόρισμά του στη Διεύθυνση Προσωπικού κάθε αρμόδιας Υπηρεσίας προκειμένου να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο.

 7. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να ζητεί στοιχεία από οποιαδήποτε δημόσια Υπηρεσία ή Υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι οποίες υποχρεούνται να τα γνωστοποιούν ή να διαβιβάζουν αντίγραφα εγγράφων που αφορούν την υπόθεση εκτός αν χαρακτηρίζονται ως απόρρητα, επειδή αφορούν την εθνική άμυνα, την κρατική ασφάλεια και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας. Η υποχρέωση τήρησης ιατρικού απορρήτου δεν αποτελεί λόγο άρνησης χορήγησης των εγγράφων. Τα στοιχεία της παρούσας παραγράφου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση της αποστολής του Συνηγόρου του Πολίτη. Σε περίπτωση ήδη σχηματισθείσας πειθαρχικής δικογραφίας από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα εκάστης Υπηρεσίας, ο Συνήγορος του Πολίτη λαμβάνει αντίγραφα του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου.

 8. Τα πειθαρχικά όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Πυροσβεστικού Σώματος και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης υποχρεούνται να εξετάζουν κατά προτεραιότητα κάθε πειθαρχική υπόθεση που τους προωθείται από το Συνήγορο του Πολίτη και αφορά πράξεις της παραγράφου 1, προβαίνουν δε σε ενημέρωσή του αναφορικά με το αποτέλεσμα της εξέτασης των ως άνω υποθέσεων, διαβιβάζοντας αντίγραφα του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου και αναστέλλοντας την έκδοση της απόφασης. Ο Συνήγορος αποτιμά την πληρότητα της εξέτασης και μπορεί να την αναπέμψει προς συμπλήρωση, συντάσσοντας πόρισμα εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί υπό τους όρους του άρθρου 4 παρ. 2 του Ν. 2690/1999 (Α 45). Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Οποιος υποβάλλει καταγγελία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δικαιούται να πληροφορείται το αποτέλεσμα της καταγγελίας του, ενώ πρόσβαση επί των στοιχείων του φακέλου μπορεί να αποκτήσει οποιοσδήποτε υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του άρθρου 5 του Ν. 2690/1999 (Α 45), του Ν. 2472/1997 (Α 50), καθώς και του Ν. 3471/2006 (Α 133).

 9. Η αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη ως Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας δεν υποκαθιστά τις υφιστάμενες δομές υποβολής και εξέτασης καταγγελιών αυθαιρεσίας σε άλλα όργανα ή αρχές.

 10. Συνιστώνται στο Συνήγορο του Πολίτη δέκα (10) θέσεις του άρθρου 5 του Ν. 3094/2003, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αρχής κατά το παρόν άρθρο».

Αυτό όμως δεν άλλαξε την φυσιογνωμία του ΣτΠ ως ενός θεσμού διαμεσολάβησης. Δεν έγινε ξαφνικά ο ΣτΠ μηχανισμός επιβολής κυρώσεων. Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν έχει καν επιτύχει να έχουν οι πολίτες πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα και τις πληροφορίες των πειθαρχικών που γίνονται για τους αστυνομικούς. 

Η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με ανακοίνωσή της τότε επισήμαινε τα προβλήματα που έχει αυτό το άρθρο, τα οποία είχε επισημάνει στον νομοθέτη με συστάσεις της (http://www.nchr.gr/images/pdf/apofaseis/astunomia/Mixanismos_Anexartitos2016.pdf) όταν ο νόμος ήταν ακόμη νομοσχέδιο, αλλά ο νομοθέτης αδιαφόρησε για το συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας επί θεμάτων ανθρώπινων Δικαιωμάτων: http://www.nchr.gr/images/pdf/apofaseis/astunomia/polynomosxedio2016.pdf

Σε αυτή την ανακοίνωση της 9.11.2016, ημέρα κατάθεσης του νομοσχεδίου στην Βουλή, η ΕΕΔΑ επισημαίνει ποιες συστάσεις της δεν ακολουθήθηκαν στην δημιουργία του "Μηχανισμού":

"- Η ΕΕΔΑ είχε προτείνει την περαιτέρω διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του νέου Εθνικού Μηχανισμούστο μέτρο ιδίως που ο πειθαρχικός έλεγχος τελικά διενεργείται από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕΔΑ είχε παρατηρήσει ότι θα ήταν χρήσιμο ο νομοθέτης να προβλέψει τη δεσμευτικότητα του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη χωρίς δυνατότητα απόκλισης. Εναλλακτικά, αντί της δυνατότητας απόκλισης θα μπορούσε να παρέχεται στα πειθαρχικά όργανα το δικαίωμα να ζητήσουν από το Συνήγορο του Πολίτη επανεξέταση της υπόθεσης, οπότε το νέο πόρισμα θα ήταν πλέον δεσμευτικό άνευ ετέρου.

Η ΕΕΔΑ είχε προτείνει τη διεύρυνση των περιπτώσεων αυτεπάγγελτης διερεύνησης από το νέο Μηχανισμόώστε αυτός να επιλαμβάνεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις όπου τίθεται θέμα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος ή σε περιπτώσεις θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού κατά την κράτηση.

Η ΕΕΔΑ είχε προτείνει να ληφθεί υπόψη, εκτός από την δικαιο-πολιτική/ανθρωπιστική διάσταση των παραβιάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και η οικονομική, που καθιστά σαφές και κατανοητό και το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπαράγονται αυτές οι παραβιάσεις και τη σχέση ανάμεσα στη διαφθορά, ιδίως τη μικρή διαφθορά και τους μηχανισμούς ανοχής συγκάλυψης και κοινωνικής οργάνωσής των παραβιάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Η ΕΕΔΑ είχε συστήσει την ενίσχυση της διαδικασίας υποβολής των καταγγελιών και διερεύνησης των περιστατικών από τον Εθνικό Μηχανισμό, ώστεεπί παραδείγματινα προβλέπεται οικονομική στήριξη όσων την χρειάζονται προκειμένου να εκπροσωπούνται καταλλήλως ενώπιον του νέου Μηχανισμούνα προβλέπεται ότι η υποβολή καταγγελίας δύναται να διενεργείται και μέσω επιστολής προς το Συνήγορο, ιδίως όταν πρόκειται για περιστατικά κακομεταχείρισης σε βάρος υπό κράτηση προσώπων και να προβλέπεται ότι ο καταγγέλλων που αγνοεί την ελληνική γλώσσα ή άλλη γλώσσα με την οποία να μπορεί να επικοινωνεί με το Συνήγορο του Πολίτη παρίσταται με διερμηνέα της επιλογής του ή του Συνηγόρου του Πολίτη, χωρίς να επωμίζεται ο ίδιος τα έξοδα.

Η ΕΕΔΑ είχε κρίνει σκόπιμο να τύχει ιδιαίτερης προσοχής μια πρόσθετη διάταξη που θα αφορά την προστασία κάθε καταγγέλλοντος τόσο διοικητικά όσο και ουσιαστικά.

H EΕΔΑ διαπιστώνει ότι καμία από τις ως άνω συστάσεις της δεν ελήφθησαν υπόψη από την Πολιτεία.Περαιτέρω, στο Σ/Ν που κατατέθηκε στη Βουλή απουσιάζουν οι ειδικότερες διατάξεις για το νέο Μηχανισμό, οι οποίες αφορούσαν συγκεκριμένα θέματα Έρευνας-Πληροφόρησης-ΕυαισθητοποίησηςΕκθέσεις και ο οποίες περιέχονταν στο Σ/Ν που είχε αρχικά σταλεί στην ΕΕΔΑΗ ΕΕΔΑ είχε κρίνει ότι τα ζητήματα αυτά θεωρούνται κεφαλαιώδους σημασίας για την θεσμική αποστολή ενός ανεξάρτητου και αποτελεσματικού μηχανισμού διερεύνησης περιστατικών αστυνομικής αυθαιρεσίαςκαθότι εξασφαλίζουν την ενημέρωση των πολιτών, την αποτελεσματική απόδοση ευθυνών και την συνακόλουθη εδραίωση της εμπιστοσύνη των πολιτών στο νέο Μηχανισμό. Μάλιστα, τα όσα στοιχεία περιλαμβάνονταν στην τότε ρύθμιση, κρίθηκε ότι αποτελούν υλικό, το οποίο είναι απαραίτητο να κοινοποιείται προσηκόντως όχι μόνο στα κυβερνητικά όργανα αλλά και στην ΕΕΔΑ, τον Εθνικό Θεσμό Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΘΑΔ) της Ελλάδας."

Στην ιστοσελίδα του ΣτΠ είναι προσβάσιμη η ετήσια έκθεσή του ως "Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας" μέχρι το έτος 2019 (βλ. https://www.synigoros.gr/?i=human-rights.el.files.699386).

Αποδείχθηκε επίσης ότι με ad hoc Επιτροπές εμπειρογνωμόνων όπως η "επιτροπή Αλιβιζάτου" δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά το ζήτημα.

Επομένως, συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, ο νομοθέτης πρέπει να ιδρύσει μια νέα ανεξάρτητη αρχή με πλήρεις δεσμευτικές και κυρωτικές αρμοδιότητες που να μπορεί να εξετάζει συνολικά αυτά τα φαινόμενα αυτεπαγγέλτως, αλλά και κατόπιν καταγγελιών και να μπορεί να επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις πειθαρχικού χαρακτήρα με δεσμευτικές αποφάσεις. Θα μπορούσε να ιδρυθεί δηλαδή ένας Επίτροπος Καταπολέμησης Αστυνομικής Αυθαιρεσίας με απευθείας εκλογή από την Βουλή και διακομματικά, όπως γίνεται και με τις άλλες ανεξάρτητες αρχές, προκειμένου να ασκήσει τις σχετικές αρμοδιότητες.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...