Τετάρτη, Ιανουαρίου 27, 2021

Απόρριψη αγωγής δικαστικής λειτουργού κατά δικηγόρου για σχόλια στο Facebook

 Με ιδιαίτερη υπερηφάνεια χαιρετίζω την απόφαση 174/2021 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών στην οποία συνεκπροσώπησα συνάδελφο μου δικηγόρο (ο οποίος παρέστη και αυτοπροσώπως) ως εναγόμενο σε αγωγή που άσκησε εναντίον του δικαστική λειτουργός του ίδιου Πρωτοδικείου για κείμενα που αυτός ανάρτησε στο Facebook και την είχε αναφέρει ονομαστικά, ασκώντας κριτική για το δικαιοδοτικό της έργο.

Με την αγωγή της, η δικαστική λειτουργός ζητούσε μεταξύ άλλων να αφαιρεθούν οι επίδικες αναρτήσεις και να της καταβληθούν 50.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία και απέρριψε την αγωγή της δικαστικής λειτουργού. Η αγωγή κηρύχθηκε εν μέρει απαράδεκτη λόγω μη επίδοσης του εξωδίκου του Ν.4356/2015 για το ένα από τα επίδικα κείμενα και αβάσιμη ως προς την υποχρέωση παράλειψης στο μέλλον λόγω έλλειψης βάσιμης απειλής και πραγματικού κινδύνου επικείμενης προσβολής της προσωπικότητας. Το πιο ενδιαφέρον όμως στοιχείο της απόφασης είναι η αοριστία της αγωγής της δικαστικής λειτουργού ως προς το κεφάλαιο που εκθέτει τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την ηθική βλάβη της. Συγκεκριμένα, αναγράφει η απόφαση επ' αυτού:

"πάσχει αοριστία, καθόσον, αν και κατά τα μνημονευόμενα στη με αριθμό ΙΙ σκέψη της παρούσας, για το ορισμένο της αγωγής αποκατάστασης της ηθικής βλάβης του προσβληθέντος από δημοσίευμα ή ανάρτηση στην προσωπικότητά του απαιτείται να εκτίθενται οι όροι βάσει των οποίων δύναται να προσδιορισθεί το ανάλογο / εύλογο ύψος της διωκόμενης χρηματικής ικανοποίησης, μεταξύ δε εκείνων περιλαμβάνονται και οι επιπτώσεις του δημοσιεύματος ή της ανάρτησης στον αδικηθέντα, καθώς και στο οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον του, εν προκειμένω στο δικόγραφο της αγωγής, ενώ γίνεται μνεία στους λοιπούς προσδιοριστικούς όρους του ανάλογου / εύλογου ύψους της ανωτέρω ικανοποίησης, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά - ούτε έστω και με την μορφή της απλής επανάληψης της σχετικής διατύπωσης του νόμου - στις ανωτέρω επιπτώσεις, αντιθέτως δε η ενάγουσα εκθέτει ότι έως και σήμερα δεν έχει καθ' οιονδήποτε τρόπο θιγεί στο επαγγελματικό της περιβάλλον". 

Υπήρξε όμως και μειοψηφία από την εισηγήτρια Πρωτοδίκη, κατά την οποία δεν συνέτρεξε ο λόγος απαραδέκτου για την μη επίδοση εξωδίκου για το ένα από τα επίδικα κείμενα καθώς κατά την κρίση αυτή η δεύτερη ανάρτηση "αναφέρεται στο περιεχόμενο της πρώτης και δεν περιλαμβάνει νέα περιστατικά ή χαρακτηρισμούς". Περαιτέρω, η μειοψηφική άποψη αναφέρει ότι "δεν απαιτείται να εκτίθενται στο δικόγραφο της αγωγής με την οποία ζητείται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, τα προσδιοριστικά εκείνα στοιχεία, βάσει των οποίων θα καθορισθεί το ύψος αυτής, συνεπώς, το ένδικο αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης είναι ορισμένο" και παραπεμπει σε αρεοπαγητική νομολογία ετών 2003-2015. Έκρινε επίσης η μειοψηφική γνώμη ότι υπάρχει επίκληση συγκεκριμένων περιστατικών στο δικόγραφο για την στοιχειοθέτηση του πραγματικού κινδύνου και βάσιμης απειλής, λόγω της άρνησης του εναγομένου να αναρτήσει το εξώδικο και ανάρτησε κείμενο.

Η απόφαση είναι σημαντική όχι μόνο γιατί απερρίφθη η αγωγή μιας δικαστή από συναδέλφους της δικαστές, αλλά και γιατί στην καρδιά της αιτιολογίας της βρίσκεται η νέα διάταξη του άρθρου 37 του Ν.4356/2015 που αφορά το ορισμένο της ηθικής βλάβης. Ως πληρεξούσιος εναγομένων για προσβολή προσωπικότητας δια του τύπου (αλλά και ως πληρεξούσιος εναγόντων) πάντοτε τονίζω στο πλαίσιο των καθηκόντων μου την υποχρέωση τήρησης της νέας διάταξης που αφορά την ηθική βλάβη. Η διάταξη είναι σαφέστατη:

" Για την κατά το άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα ανάλογη χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του αδικηθέντος από κάποια από τις προβλεπόμενες στην προηγούμενη παράγραφο πράξεις το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ιδίως: 

α) τις επιπτώσεις του δημοσιεύματος στον αδικηθέντα, καθώς και στο οικογενειακό, κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον του, 
β) το είδος, τη φύση, τη σπουδαιότητα, τη βαρύτητα και την απαξία των γεγονότων, πράξεων ή χαρακτηρισμών που του αποδόθηκαν με το δημοσίευμα, 
γ) το είδος της προσβολής, που υπέστη, 
δ) την ένταση του πταίσματος του εναγομένου, 
ε) τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, και 
στ) την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων.»

Επομένως, αυτά όλα έχουν καταστεί αναπόσπαστο στοιχείο του "ορισμένου" του δικογράφου μετά την θέση σε ισχυ του Ν.4356/2015. Σημειωτέον ότι όλα αυτά κατοχυρώθηκαν νομοθετικά μετά την περίφημη απόφαση 6/2011 της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έκρινε αντίθετη στην αρχή της αναλογικότητας την μονοδιάστατη προϋπόθεση που όριζε ως τότε ο νόμος περί τύπου, ο οποίος λάμβανε μόνο ένα κριτήριο για να ορίσει το κατώτατο ποσό χρηματικής ικανοποίησης: την έκταση της κυκλοφορίας της εφημερίδας ή την φύση του ραδιοτηλεοπτικού σταθμού. Στην απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου προσδιορίστηκαν τα παραπάνω στοιχεία που οφείλει να λαμβάνει υπόψη το δικαστήριο όταν κρίνει ένα τέτοιο αίτημα αποζημίωσης. Αντίστοιχες (αν και όχι ακόμη πλήρως εναρμονισμένες ως διατύπωση) είναι και οι κρίσεις στην νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. 

Επομένως, όταν το δικόγραφο δεν τα περιλαμβάνει, πάσχει αοριστία, όπως πολύ σωστά έκρινε και η απόφαση στην δική μας υπόθεση. 

Πέμπτη, Ιανουαρίου 07, 2021

Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την ταυτότητα φύλου

Μία διεμφυλική (trans) γυναίκα εκπροσωπεί το γραφείο μας, στην προσφυγή που καταθέσαμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ο λόγος είναι η υπέρμετρη καθυστέρηση για την νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου της από το Ειρηνοδικείο Αθηνών. Συγκεκριμένα, το Ειρηνοδικείο χρειάστηκε σχεδόν δύο χρόνια (21 μήνες) για να εκδώσει απόφαση με την οποία τελικά και αναγνωρίστηκε ότι είναι γυναίκα και της αποδόθηκε το όνομα που επιθυμούσε.

Ο λόγος της καθυστέρησης ήταν ότι αρχικά η εκδίκαση της υπόθεσης ορίστηκε 8 μήνες μετά την κατάθεση του αιτήματος και, στην συνέχεια εκδόθηκε προσωρινή απόφαση για να αποδείξει το άτομο ότι δεν ήταν έγγαμο.Η προϋπόθεση απόδειξης αγαμίας δεν υπήρχε στο θεσμικό πλαίσιο, μέχρι την ψήφιση του Ν.4491/2017, οπότε προστέθηκαν μία σειρά από εμπόδια για την νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου που δεν προβλέπονταν με τον παλαιό νόμο του 1976: υποχρεωτική παράσταση του αιτούντος στο δικαστήριο, υποχρέωση αγαμίας, δικαιοπρακτική ικανότητα, ενηλικότητα (υπό προϋποθέσεις μόνον μετά τα 15 έτη), περιορισμένος αριθμός μεταβολών (2) και απαγόρευση αναγραφής της διόρθωσης σε ληξιαρχικές πράξεις γονέων.
Όλες αυτές οι απαγορεύσεις είναι αντίθετες στο ευρωπαϊκό δίκαιο για την ταυτότητα φύλου, όπως αποτυπώνεται στην Σύσταση 5(2010) της Επιτροπής Υπουργών, στο Ψήφισμα 2048 (2015) της Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης για τα δικαιώματα των τρανς ατόμων, στις αναθεωρημένες Αρχές της Yogyakarta του 2017 και σε άλλα διεθνή κείμενα. Ειδικά για την προϋπόθεση αγαμίας, υπάρχουν αποφάσεις τριών συνταγματικών δικαστηρίων της Ευρώπης που την έκριναν αντισυνταγματική, καθώς και μια απόφαση της Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που έκρινε ότι παραβιάζει το δικαίωμα στην ισότητα.
Το Ειρηνοδικείο Αθηνών έχει εκδικάσει ήδη τρεις φορές το ζήτημα της προϋπόθεσης αγαμίας, έχοντας πλήρως υπόψη το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, το οποίο αρνείται πεισματικά να εφαρμόσει. Τελικά, απέρριψε και την προσφυγή της διεμφυλικής γυναίκας για την αποζημίωσή της λόγω της υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης, κρίνοντας ότι οι 21 μήνες οφείλονται σε δικό της πταίσμα σχετικά με την απόδειξη της αγαμίας, ενώ βέβαια δεν έκρινε τίποτε για το αρχικό 8μηνο που μεσολάβησε από την κατάθεση της αίτησης μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.Η προσφυγή για την αποζημίωση λόγω υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης υποβλήθηκε με την ειδική διαδικασία του Ν.4239/2014 και η απόφαση που εκδόθηκε δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Εξαντλήθηκαν έτσι όλα τα εσωτερικά ένδικα μέσα που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο και μας δόθηκε η ευκαιρία να προσφύγουμε στο ΕΔΔΑ.
Η προσφυγή βασίζεται στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκης Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και εστιάζει στην υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης, η οποία οφείλεται στις υπερβολικές προϋποθέσεις που παραβιάζουν τον ιδιωτικό βίο των τρανς ατόμων, καθόσον η αγαμία αποτελεί εντελώς άσχετο θέμα με την υποχρέωση της Ελλάδας να παρέχει μια διαδικασία γρήγορη, προσβάσιμη και διαφανή.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην υπόθεση αυτή καλείται να κρίνει συνολικά τον Ν.4491/2017 για να διαπιστώσει ότι η διαδικασία για την νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου που προβλέπει δεν είναι σύμφωνη με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και, κυρίως, ότι δεν είναι μια διαδικασία σύντομη, σε αντίθεση με άλλες χώρες που έχουν επιλέξει την εξωδικαστική νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...