Δευτέρα, Μαρτίου 09, 2020

Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι είναι προσωπικά δεδομένα του δικηγόρου το e-mail του σε εντολέα

Με ιδιαίτερη ικανοποίηση ανακοινώνουμε την έκδοση της απόφασης 186/2020 του Α'1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Με την απόφαση αυτή, ο Άρειος Πάγος δέχτηκε αίτηση αναίρεσης κατά εφετειακής απόφασης που απέρριψε έφεση επί πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης. Την αγωγή είχε υποβάλει δικηγόρος, η οποία ζήτησε δικαστικη προστασία, διότι ο εντολέας της χρησιμοποίησε σε άσχετη δίκη μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στο οποίο εκείνη του είχε γνωστοποιήσει την δικηγορική αμοιβή της, τον τραπεζικό λογαριασμό της, στοιχεία για τον δικηγορικό χειρισμό υπόθεσης ενώπιον του ΣτΕ και άλλα δεδομένα της.
Το Εφετείο Αθηνών, αναπαράγοντας την γνωστή και παντελώς εσφαλμένη αιτιολογία που, δυστυχώς, εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια επαναλαμβανόμενη σε δικαστικές αποφάσεις, είχε κρίνει ότι "δεν θεωρούνται δεδομένα οι πληροφορίες των οποίων κάνει κάποιος χρήση και οι οποίες περιήλθαν σε γνώση του, χωρίς να ερευνήσει αυτός κάποιο αρχείο ή χωρίς να του τις έχει μεταδώσει τρίτος που επενέβη σε αρχείο, γιατί εκλείπει η προϋπόθεση του αρχείου ως στοιχείου της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος του άρθρου 22 παρ. 4 του Ν.2472/1997 [...] η αγωγή ορθά απερρίφθη με την εκκαλουμένη ως νόμω αβάσιμη καθόσον η κρίσιμη επιστολή, η οποία δεν αναφέρεται ότι αποκτήθηκε από τον εναγόμενο με παράνομο τρόπο, δεν αποτελεί διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ούτως ώστε να εμπίπτει στην έννοια του αρχείου, όπως προβλέπεται στο ν. 2472/1997, ούτε η προσκόμισή της ενώπιον του δικαστηρίου συνιστά άνευ ετέρου παράνομη πράξη ήτοι παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει η ενάγουσα, προκειμένου να θεμελιώσει την αξίωσή της στην παράβαση του ν.2472/1997. Ο δε ισχυρισμός της ότι αρχείο νοείται κατά βάση το έγγραφο υπό διάφορες μορφές του, με την έννοια ότι η έγγραφη πληροφορία είναι αυτή που μπορεί να αποτελεί αφ' εαυτής αντικείμενο επεξεργασίας, δεν ευρίσκει έρεισμα στο νόμο και αντιβαίνει το σκοπό αυτού". 
Εκπροσωπήσαμε την συνάδελφο ενώπιον του Αρείου Πάγου με αίτηση αναίρεσης, προβάλλοντας δύο λόγους: την εσφαλμένη ερμηνεία του πεδίου εφαρμογής του Ν.2472/1997 (και κατ' επέκταση και του ΓΚΠΔ), καθώς και την εσφαμένη ερμηνεία και εφαρμογή του κανόνα που απαγορεύει την χρήση άσχετων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενόψει του σκοπού της επεξεργασίας. 
Ο Άρειος Πάγος έκρινε δεκτούς και τους δύο λόγους αναίρεσης. Συγκεκριμένα, αναφέρει στην απόφασή του:
"Έτσι που έκρινε το Εφετείο παραβίασε την διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 και 2 του ν.2472/1997, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 2,3 παρ. 1, 4 παε 1 στοιχ. α' και β', 5 παρ. 1, 11 παρ. 1 και 3 του ίδιου νόμου και εκείνες των άρθρων 57,59.299 και 932 του ΑΚ, τις οποίες δεν εφάρμοσε, απορρίπτοντας ως νομικά αβάσιμη την έχουσα το ανωτέρω περιεχόμενο αγωγή, αν και αυτές έπρεπε να εφαρμοστούν στην κρινόμενη υπόθεση, καθόσον, με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή, συγκροτείται το πραγματικό των διατάξεων των πιο πάνω άρθρων και συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους και ως εκ τούτου η αγωγή ήταν νομικά βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις αυτές. Τούτο δε διότι αποφασιστικής σημασίας στοιχείο στην προκειμένη περίπτωση για την στοιχειοθέτηση της επικαλούμενης αστικής ευθύνης του αναιρεσιβλήτου (εναγομένου) δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο ο τελευταίος απέκτησε το συγκεκριμένο έγγραφο (επιστολή), το οποίο αποτελούσε μέρος (περιεχόμενο) αρχείου κατά την έννοια του ν.2472/1997. ως περιλαμβανόμενο σε διαρθρωμένο σύνολο δεδομε΄νων, που είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια. Ειδικότερα, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, το έγγραφο αυτό απεστάλη από την αναιρεσείουσα (ενάγουσα) υπό τη μορφή συνημμένου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) προς το νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας *** και ως εκ τούτου παρέμεινε στα ψηφιακά δεδομένα της εν λόγω εταιρείας, με αποτέλεσμα να είναι ευχερής η πρόσβαση στα δεδομένα αυτά των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως είναι η ημερομηνία αποστολής, ο αποστολέας, το θέμα, κλπ. Επίσης, κρίσιμο ζήτημα στην παρούσα περίπτωση δεν είναι το εάν ο αναιρεσίβλητος έλαβε νομίμως ή όχι γνώση των περιλαμβανομένων στο έγγραφο αυτό προσωπικών δεδομένων της αναιρεσείουσας, αλλά το ότι, αν και το εν λόγω έγγραφο περιήλθε σ' αυτόν, στη συνέχεια προέβη σε περαιτέρω επεξεργασία αυτού με την προσκόμισή του ως αποδεικτικού εγγράφου στο προαναφερόμενο Δικαστήριο και ως εκ τούτου με χρήση των καταγεγραμμένων σ' αυτό πληροφοριών, που αφορούσαν, εκτός των άλλων, το ποσό της αμοιβής της αναιρεσείουσας, τον αριθμό του τραπεζικού της λογαριασμού και όλα τα στοιχεία θυέσης της (ακριβής διεύθυνση / τηλέφωνο / ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Επιπλέον, κρίσιμο στοιχείο εν προκειμένω είναι το εάν η ως άνω περαιτέρω επεξεργασία (χρήση) εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου έγινε νόμιμα, λαμβανομένου υπόψη ότι, όπως άλλωστε αναφέρεται στην αγωγή, η επίδικη επιστολή εστάλη στην εντολέα της αναιρεσείουσας *** για την εκκαθάριση των λογαριασμών της δικηγορικής της αμοιβής και την καταβολή του υπολοίπου αυτής στον προσωπικό της λογαριασμό και με το σκοπό η τελευταία να τηρήσει αυτήν στο αρχείο της για την επίλυση της μεταξύ τους διένεξης. Με τα δεδομένα αυτά είναι σαφές ότι καθοριστικής σημασίας στην παρούσα περίπτωση είναι το εάν ο αναιρεσίβλητος, αφού έλαβε την επιστολή αυτή με τα προσωπικά δεδομένα της αναιρεσείουσας, τα υπέβαλε σε περαιτέρω επεξεργασία και τα χρησιμοποίησε εναντίον του εντολέα της *** χωρίς να εξυπηρετεί συγκεκριμένο νόμιμο σκοπό και χωρίς τα κρίσιμα προσωπικά δεδομένα να είναι συναφή με τους σκοπούς της επεξεργασίας εκ μέρους του, η οποία, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, έγινε για την πρόκληση εντυπώσεων και την παραπλάνηση του δικαστηρίου και ως εκ τούτου κατά παράβαση των ως άνω καθιερούμενων με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του νόμου αυτού αρχών της νομιμότητας του σκοπού της επεξεργασίας και της αρχής της αναλογικότητας". 
Με αυτό το σκεπτικό,το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιώνοντας την δικηγόρο τελικά (παρά τις απορριπτικές αποφάσεις του Πρωτοδικείου και του Εφετείου στα οποία δεν την εκπροσώπησε το γραφείο μας), αναίρεσε την εφετειακή απόφαση, ανέπεμψε την υπόθεση για εκδίκαση από το Εφετείο, διέταξε την επιστροφή του παραβόλου στην αναιρεσείουσα και καταδίκασε τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία όρισε στις 3.000 ευρώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...