Ο Αστικός Κώδικας ορίζει ότι το πρόσωπο "αρχίζει να υπάρχει μόλις γεννηθεί ζωντανό και παύει να υπάρχει μετά τον θάνατό του" (άρθρο 34). Πριν την γέννηση και μετά το θάνατο δεν υπάρχουν λοιπόν δικαιώματα, επειδή δεν υπάρχει φυσικό πρόσωπο. Οπότε δεν υπάρχει και προστασία προσωπικών δεδομένων, αφού ως τέτοια ορίζονται οι πληροφορίες που αφορούν φυσικό πρόσωπο (οι πληροφορίες που αφορούν τους νεκρούς δεν προστατεύονται από τον Ν.2472/1997).
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι λείπουν οι νομικοί κανόνες που διέπουν την τύχη των φυσικών υπολειμμάτων της ύπαρξης: από τους νόμους για την ταφή και την αποτέφρωση μέχρι την προσβολή της μνήμης νεκρού, αλλά και το κληρονομικό δίκαιο που αφορά τους επιζήσαντες συγγενείς, διάσπαρτες διατάξεις συγκροτούν κανόνες για την πολιτειακή προστασία των νεκρών. Διότι μπορεί ο νεκρός να μην είναι πλέον "φυσικό πρόσωπο", αλλά η μεταχείρισή του έχει επιπτώσεις στον σεβασμό μιας ευρύτερης έννοιας -που δεν διαχωρίζει ανάμεσα σε ζωντανούς και νεκρούς- καθώς αφορά την αντίληψή μας για την ίδια την ανθρώπινη ιδιότητα. Το Σύνταγμα στο άρθρο 2 παρ. 1 αναγορεύει σε "πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας", καταστατικού επιπέδου, τον σεβασμό και την προστασία "της αξίας του ανθρώπου". Δηλαδή μιας αξίας που αντικειμενικοποιείται από το δίκαιο και η οποία αποτελεί το ανώτατο μέτρο και τον καταστατικό σκοπό της Πολιτείας.
Αυτές οι αρχές συνυπάρχουν με το δικαίωμα και την ελευθερία της πληροφόρησης, την ανεμπόδιστη δυνατότητα ενημέρωσης του κοινού, την ανάγκη για συμμετοχή καθενός στην κοινωνία της πληροφορίας. Πρέπει κάθε φορά να βρίσκεται ένας τρόπος να εξασφαλίζεται τόσο ο σεβασμός στους νεκρούς όσο και η διακίνηση της πληροφορίας, ιδίως όταν αφορά μια συζήτηση για ένα ευρύτερο ζήτημα που αφορά την κοινή γνώμη. Η εκτέλεση ενός δικτάτορα π.χ. δεν μπορεί να απαγορευθεί ως προς την κάλυψή της από μέσα ενημέρωσης. Όπως δεν μπορεί να απαγορευθεί και η κοινοποίηση εικόνων αποκεφαλισμένων πτωμάτων από ολοκληρωτικά καθεστώτα, όσο κι αν είναι σαφείς οι λόγοι τρομοκρατίας και προπαγάνδας για τους οποίους διοχετεύεται αυτό το υλικό. Όταν όμως η δημοσίευση είναι κακόβουλη, δηλαδή έχει σαφή σκοπό να προσβάλλει, να εκθέσει πληροφορία πέρα από αυτή που είναι αναγκαία για την ενημέρωση σε σχέση με την ιδιότητα του νεκρού, τότε ενεργοποιούνται οι νομοθετικές προβλέψεις που αφορούν την προστασία της μνήμης του νεκρού.
Το ζήτημα μπορεί να λυθεί πιο εύκολα με βάση τους κανόνες της δεοντολογίας, αφού καθοριστικό για την διάγνωση της φύσης μιας δημοσίευσης είναι κατά πόσον το κοινό μπορεί να ενημερωθεί επαρκώς με λιγότερη έκθεση ή εάν επιδιώκεται η κερδοσκοπία ή άλλοι στόχοι που δεν είναι συμβατοί με την απόλυτη αξία που αναγνωρίζεται από το δίκαιο στην ανθρώπινη ιδιότητα. Σε μεγάλο βαθμό, η απόφαση σχετίζεται και με το κοινό στο οποίο θέλει να απευθύνεται κάθε μέσο ενημέρωσης χωριστά. Οι ισχυρισμοί περί ευαισθητοποίησης μπορεί να είναι υποκριτικοί, όταν υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι η ως τώρα πολιτική του μέσου ενημέρωσης δεν είχε καμία σχέση με την ευαισθητοποίηση. Από την άλλη πλευρά, τέτοια ηθικά διλήμματα είναι οι κλασικές συζητήσεις που χάνονται σε ένα πέλαγος δίκης προθέσεων. Γι' αυτό προσωπικά είμαι κάθετα αντίθετος στην δημοσιοποίηση τέτοιων εικόνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου