Η παραίτηση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και τεσσάρων μελών της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων που υποβλήθηκε χτες, αποτέλεσε, σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, μια συμβολική κίνηση διαμαρτυρίας για την απαξίωση του θεσμού της Αρχής από πράξεις εισαγγελικών λειτουργών και τη φερόμενη χρησιμοποίηση του συστήματος καμερών κατά την πορεία της 17ης Νοέμβρη.
Το στοιχείο που υπερτονίζεται σε αυτήν την παραίτηση είναι η έλλειψη σεβασμού στην συνταγματικά κατοχυρωμένη Αρχή, ένα επιχείρημα που επίσης διαδηλώθηκε με τη σκληρή απάντηση της Αρχής στην εγκύκλιο του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου περί επιτρεπόμενης χρήσης φορητών καμερών από αστυνομικά όργανα. Η Αρχή αυτοπροτείνεται ως το μόνο συνταγματικό όργανο με την αρμοδιότητα για τη διασφάλιση του ατομικού δικαιώματος της προστασίας προσωπικών δεδομένων (άρθρο 9Α του Συντάγματος), την στιγμή όμως που το ίδιο το άρθρο 25 του Συντάγματος αναφέρει ότι "όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκηση" των ατομικών δικαιωμάτων. Και τη στιγμή που ουδέποτε ασχολήθηκε με το ζήτημα των φορητών καμερών, ούτε όταν πληροφορήθηκε για το σχετικό αίτημα, πράγμα για το οποίο όφειλε να είχε αποφανθεί αμέσως και αυτεπαγγέλτως.
Σε πέντε λέξεις του Συντάγματος («αποτελεσματική άσκηση των ατομικών δικαιωμάτων») συμπυκνώνεται η καρδιά της παθογένειας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων: δεν κατόρθωσε στη συγκεκριμένη περίπτωση να επιβεβαιώσει, όχι πια την ανεξαρτησία της, αλλά την αποτελεσματικότητά της.
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων είχε την ευκαιρία να αποδείξει πάμπολλες φορές ότι ούτε εκτελεί εντολές πλειοψηφιών που την διόρισαν, αλλά ούτε κλείνει τα μάτια σε παράνομες πρακτικές της Διοίκησης ή ιδιωτικών μεγα-εξουσιών, όπως οι Τράπεζες, οι εταιρίες τηλεπικοινωνιών, τα μ.μ.ε. και η βιομηχανία της ιδιωτικής ασφάλισης και της υγείας.
Ο ίδιος ο πρώην Πρόεδρος της Αρχής, ο κ. Δημήτριος Γουργουράκης απέρχεται διατηρώντας αλώβητη τη φήμη ενός πραγματικά αδέκαστου ανθρώπου και ενός αμερόληπτου ανώτατου δικαστικού λειτουργού. Επί των ημερών του, μάλιστα, η Αρχή στελεχώθηκε με ακόμη περισσότερο υψηλού επιπέδου επιστημονικό προσωπικό, ενώ επιλύθηκαν ορισμένα βασικά ζητήματα υποδομών, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δόθηκαν λύσεις σε όλα τα προβλήματα ή ότι όλες ήσαν επιτυχείς.
Αυτό άραγε σημαίνει ότι μόνο τα 6 μέλη της Αρχής που παραιτήθηκαν ήταν οι φορείς της ανεξαρτησίας της, ενώ για τα υπόλοιπα 8 που παρέμειναν θα πρέπει να διατηρεί κανείς επιφυλάξεις, μόνο και μόνο επειδή δεν ακολούθησαν στην έξοδο; Σε καμία περίπτωση.
Η ανεξαρτησία της Αρχής κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα, το κοινοτικό, το ευρωπαϊκό διεθνές και το εσωτερικό δίκαιο όχι ως αυτοσκοπός, αλλά προκειμένου η κρατική υπηρεσία που είναι αρμόδια για τη διασφάλιση της προστασίας δεδομένων να λειτουργεί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, ανεπηρέαστη από συγκυριακούς πολιτικούς συσχετισμούς και αδέσμευτη από πάσης φύσεως μονομερή συμφέροντα. Η ανεξαρτησία της Αρχής αποτελεί, λοιπόν μία μόνο συνιστώσα προκειμένου να πραγματώνει τον λόγο ύπαρξής της. Άλλες συνιστώσες είναι ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός, η επάνδρωση με επαρκές ανθρώπινο δυναμικό, η παρακολούθηση και συνδιαμόρφωση των διεθνών εξελίξεων μέσω της συμμετοχής σε υπερ-εθνικές πλατφόρμες αλλοδαπών Αρχών Προστασίας Δεδομένων και, βεβαίως μια παιδευτική, δυναμική και πειστική επικοινωνιακή πολιτική για τη μετάδοση και την εμπέδωση των αξιών που καλείται να διασφαλίσει στην κοινωνία.
Η πραγματική επιτυχία και η αποτελεσματικότητα της Αρχής δεν εξαρτάται, δηλαδή, τελικά, από το πόσο αυστηρά θα είναι τα πρόστιμα ή από το αν οι αποφάσεις τις είναι τυπικά «νομικά δεσμευτικές» ή όχι. Είδαμε μία απολύτως νομικά δεσμευτική απόφαση της Αρχής για τις κάμερες να φέρεται ότι παραβιάζεται ασύστολα. Γιατί; Μα, γιατί η Αρχή επαναπαύθηκε στο ότι ο νόμος προβλέπει την «εκτελεστότητά» της. Δεν αρκεί όμως αυτό: χρειάζεται και να πείσεις ότι η απόφαση είναι ορθή και ότι όποιος την παραβιάζει κουρελιάζει τα ατομικά δικαιώματα, καταπατά το Σύνταγμα, περιφρονεί, όχι την Αρχή ή την νομιμότητα, αλλά τους ίδιους τους πολίτες, τόσο ως άτομα, αλλά και ως κοινωνικό σύνολο. Και ότι εκθέτει διεθνώς την Ελλάδα, αφού δεν τηρεί τις δεσμεύσεις της στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Αυτό το μήνυμα, η Αρχή απέτυχε να το μεταδώσει, γι’ αυτό και οι φερόμενοι ως παραβάτες δεν υπέστησαν κανενός είδους θεσμική αποδοκιμασία.
Μια άλλη Αρχή, ο Συνήγορος του Πολίτη, δεν εκδίδει «εκτελεστές» αποφάσεις, αλλά από τα στατιστικά φαίνεται ότι η Διοίκηση συμμορφώνεται σε ένα ποσοστό 80% με τα Πορίσματα και τις συστάσεις του. Γιατί; Μα, γιατί χρησιμοποιεί μια ρητορική και μια επιστημονική και νομική θεμελίωση που πείθει, παρ’ όλο που οι οδηγίες του δεν είναι τυπικά «δεσμευτικές». Και εδώ η ανεξαρτησία του Συνηγόρου δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά ένα μέσο που εξυπηρετεί έναν επικοινωνιακό και έναν ουσιαστικό σκοπό: η πειστικότητα του Συνηγόρου οφείλεται στο ότι δεν εξυπηρετεί συμφέροντα, αφού δεν υπακούει στις εντολές κάποιων «ανώτερων», αλλά, ως ανώτατο όργανο, αποφαίνεται με μόνο άξονα την νομιμότητα και τις αρχές της ορθής διοικητικής συμπεριφοράς.
Ποιος είναι λοιπόν ο σκοπός της ανεξαρτησίας; Κανείς άλλος, εκτός από την αποτελεσματικότητα, την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο υπάρχει αυτή η δημόσια υπηρεσία. Όλοι θυμόμαστε ότι ο κ. Δαφέρμος, πρώτος Πρόεδρος της Αρχής, χρησιμοποιούσε άφοβα όλα τα μέσα ενημέρωσης που του έδιναν βήμα, προκειμένου να επι-κοινωνήσει το μήνυμα και τις αξίες που είχε κληθεί να διαφυλάξει. Χωρίς να παραβλέπουμε ότι η κυβερνητική πλειοψηφία που διόρισε τον κ. Δαφέρμο ήταν σαφέστατα με το μέρος του εξ αρχής, η παρουσία αυτού του άκρως επικοινωνιακού Προέδρου, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας της Αρχής, είχε αποτελέσματα, με την έννοια ότι ο κόσμος έμαθε, αν και μέσα από μία δημόσια αντιπαράθεση που στην πραγματικότητα δεν έγινε (υπόθεση ταυτοτήτων), ότι υπάρχει ένα δικαίωμα που λέγεται "προστασία προσωπικών δεδομένων".
Αυτό που λείπει σήμερα από την Αρχή, αν και το έχουν κατακτήσει άλλες Αρχές, είναι να λειτουργήσει περισσότερο ως ένας Ρυθμιστής και ένα forum Διαβούλευσης και λιγότερο ως μια Επιτροπή Σοφών. Να δίνει λύσεις, όχι να εκτοξεύει θεωρητικές απαγορεύσεις που δεν μπορούν να έχουν καμία πρακτική εφαρμογή. Όταν στριμώχνεις τον άλλο απορρίπτοντας τα πάντα, είναι αυτονόητο ότι θα αναζητήσει αλλού τον σύμμαχο που θα του υποδείξει την ισόρροπη λύση.
Η Αρχή πρέπει να αφουγκραστεί καλύτερα τα κοινωνικά αιτήματα, ανάμεσα στα οποία είναι μερικές φορές και η δημόσια ασφάλεια, χωρίς να διαβάζει μονοδιάστατα και εξ καθέδρας το νόμο. Ο ρόλος της Αρχής είναι διαμεσολαβητικός, ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών και τις ιδιωτικές και δημόσιες εξουσίες και ως εκ τούτου, οι «άρχοντες» των προσωπικών δεδομένων έχουν την υποχρέωση να ακολουθήσουν ακόμη και στρατηγικές στον διάλογό τους με τους κρατούντες. Να καλέσουν σε σύμπραξη τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις για τις ατομικές ελευθερίες. Να παρέμβουν σε δίκες που έχουν επιπτώσεις στην προστασία προσωπικών δεδομένων. Να εξηγήσουν με πιο πειστικό τρόπο στους κρατούντες αυτό που οφείλουν κάθε φορά να λαμβάνουν υπόψη.
Ένας πολύ σημαντικός «ηγέτης» της προστασίας προσωπικών δεδομένων, ο κ. Peter Hustinx, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, γνωρίζει πολύ καλά την επικοινωνιακή στρατηγική και την πολιτική που πρέπει να εφαρμόσει για να πείσει τα ευρωπαϊκά όργανα να σέβονται τουλάχιστον τη μέση οδό, προτείνοντάς τους ο ίδιος τις πρακτικές λύσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε όλα τα σχετικά έγγραφά του τονίζει ότι η αποτελεσματική καταπολέμηση του εγκλήματος πάει χέρι – χέρι με την προστασία προσωπικών δεδομένων, δεν έρχονται σε σύγκρουση. Ως παράδειγμα, αναφέρει συχνά έναν νομικό κανόνα που λέει ότι δεν μπορείς να επεξεργάζεσαι προσωπικά δεδομένα, αν αυτά δεν είναι ακριβή. Πόσο πιο αποτελεσματική, πράγματι, αλλά και δίκαιη θα ήταν η δουλειά της αστυνομίας, αν χρησιμοποιούσε μόνο ακριβείς πληροφορίες και αγνοούσε όλες τις άλλες. Και πόσο ανακριβείς – και καταστροφικές για τα άτομα- μπορεί να αποδειχθούν οι πληροφορίες, όταν συλλέγονται σε ένα ακατάλληλο «φόντο» όπως μια θεσμοθετημένη διαδήλωση για τον εορτασμό της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, η συμμετοχή στην οποία, από μόνη της ως πληροφορία, δεν έχει απολύτως καμία χρησιμότητα για την καταπολέμηση του εγκλήματος.
Η προστασία προσωπικών δεδομένων, λοιπόν, δεν είναι η αποθέωση του ατομικισμού, όπως ακούγεται από διάφορες πλευρές. Είναι μια συνταγματική ελευθερία που προσλαμβάνει την διάσταση ενός κοινωνικού δικαιώματος, το οποίο αφορά το σύνολο μιας κοινωνίας που θέλει να ισχυρίζεται ότι παραμένει δημοκρατική.
Κατά τη γνώμη μου, υπάρχουν ακόμη πολλά να κατακτηθούν στον τομέα των ατομικών ελευθεριών, όχι πια στην θεωρία και τις διακηρύξεις, αλλά στην πράξη και την εξεύρεση ισορροπιών. Μακάρι η παραίτηση αυτή να έχει ως αποτέλεσμα τον διορισμό ικανότερων προσώπων στις θέσεις των μελών της Αρχής, η οποία εκτός από ανεξάρτητη οφείλει να καταστεί και κοινωνικοπολιτικά αποτελεσματική.
7 σχόλια:
Συμφωνώ απολύτως με τις θέσεις σου στο θέμα. Θα ήταν πάντως δύσκολο για την Αρχή να ασκήσει τις κατασταλτικές της αρμοδιότητες (που από το νόμο έχει) στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθώς η επιτήρηση μίας καθ' όλα ειρηνικής πορείας γινόταν με την παρουσία εισαγγελεών και κατ' εκτέλεση (ή περίπου τελοσπάντων) της γνωμοδότησης Σανιδά. Πρόστιμα στην ΕΛ.ΑΣ ή μέχρι και απόφαση για διακοπή λειτουργίας των καμερών C4I θα ήταν κάτι σαν εξέγερση για την κυβέρνηση.
Διαφωνώ ως προς την ευχή σου ότι οι διάδοχοι των μελών της Αρχής που αποχώρησαν θα είναι πιο άξιοι. Θεωρώ ότι θα είναι φανερά πιο ελεγχόμενοι και όλο και πιο εξαρτημένοι.
Με αυτά και με αυτά η Αρχή Προστασίας τόσο από πλευράς ανεξαρτησίας και κύρους όσο και πρακτικά φτάνει στο "τέλος" της.
Δεν νομίζω ότι υπάρχει το "τέλος" της Αρχής και επιμένω ότι είναι θέμα προσώπων.
Και να υπενθυμίσω ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα, τα πρόσωπα δεν επιλέγονται μόνο από την Κυβέρνηση, αλλά από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, στην οποία συμμετέχουν όλα τα κόμματα και αποφασίζουν με ομοφωνία είτε με πλειοψηφία 4/5. Οπότε αυτή η συναινετική διαδικασία αποτελεί μια εγγύηση για κοινής αποδοχής άτομα, αλλά προσδίδει και πρόσθετη δημοκρατική νομιμοποίηση με αναγωγή της επιλογής μελών ενός κρατικού οργάνου στη βούληση των αντιπροσώπων του λαού. Το αν τελικά η σύνθεση είναι πράγματι ανεξάρτητη ή το αποτέλεσμα πολλαπλών εξαρτήσεων είναι ένα πραγματικό ζήτημα και μια πρόκληση για το ίδιο το Κοινοβούλιο και την Δημοκρατία.
Συνάδελφε καλό μεσημέρι
Δεν θέλω να σχολιάσω το παρόν ποστ, αλλά να σε προσκαλέσω σε μια συζήτηση για το θέμα της λογοκρισίας στο διαδίκτυο, των ορίων της ελευθερίας του λόγου κλπ., που την ξεκίνησα στο blog μου σήμερα και θα συνεχιστεί και αύριο, αν χρειαστεί και τις επόμενες ημέρες.
Επειδή έχεις ασχοληθεί με το θέμα (θα έχω και παραπομπές στα σχετικά ποστ σου), η γνώμη σου θα είναι χρήσιμη...
Η πραγματική επιτυχία και η αποτελεσματικότητα της Αρχής δεν εξαρτάται, δηλαδή, τελικά, από το πόσο αυστηρά θα είναι τα πρόστιμα ή από το αν οι αποφάσεις τις είναι τυπικά «νομικά δεσμευτικές» ή όχι. Είδαμε μία απολύτως νομικά δεσμευτική απόφαση της Αρχής για τις κάμερες να φέρεται ότι παραβιάζεται ασύστολα. Γιατί; Μα, γιατί η Αρχή επαναπαύθηκε στο ότι ο νόμος προβλέπει την «εκτελεστότητά» της. Δεν αρκεί όμως αυτό: χρειάζεται και να πείσεις ότι η απόφαση είναι ορθή και ότι όποιος την παραβιάζει κουρελιάζει τα ατομικά δικαιώματα, καταπατά το Σύνταγμα, περιφρονεί, όχι την Αρχή ή την νομιμότητα, αλλά τους ίδιους τους πολίτες, τόσο ως άτομα, αλλά και ως κοινωνικό σύνολο. Και ότι εκθέτει διεθνώς την Ελλάδα, αφού δεν τηρεί τις δεσμεύσεις της στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Αυτό το μήνυμα, η Αρχή απέτυχε να το μεταδώσει, γι’ αυτό και οι φερόμενοι ως παραβάτες δεν υπέστησαν κανενός είδους θεσμική αποδοκιμασία.
------- Adinato na katalavo tin logiki tis paragrafou autis. Den natilamvanomai giati, peran ton deltion tipou / dimosieusis apofaseon tis ktl, tha eprepe na parei svarna ta proinadika px gia na peisei oti exei dikio ktl. Stin teliki, den tha eprepe na "epanapautei" sto oti to euritero dimosio ofeile na simmorfothei?
Όλο το κείμενο του e-lawyer, υπογραμμίζει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την πολιτική υπόσταση της Αρχής.
Είναι ,λοιπόν, ευκόλως, κατανοητό ότι θεωρεί πολύ σημαντική για την επίτευξη των στόχων της (την αποτελεσματικότητά της, δηλαδή, που είναι και το ζητούμενο) την επικοινωνία.Απλό,δροσερό και εύκολο.
Βασίλη,
δεν θέλω να μπω στο ζήτημα της χρησιμότητας ή της σκοπιμότητας της χρήσης των καμερών. Είναι ένα πολύ μεγάλο ζήτημα και δεν νομίζω ότι μπορεί να λυθί εδώ.
Θα ήθελα, όμως, τη γνώμη σου όσον αφορά δύο γεγονότα:
1) Τη γνωμοδότηση Σανιδά: δικαιούνταν ο Εισαγγελέας να έρθει σε κόντρα με την Αρχή, ενώ το ζήτημα εκκρεμεί ενώπιον του ΣτΕ (όσον αφορά τουλάχιστον τις υπάρχουσες κάμερες); Υπενθυμίζω ότι ο Οργανισμός Δικαστηρίων απαγορεύει στους εισαγγελείς τη γνωμοδότηση επί ζητημάτων που εκκρεμούν ενώπιον της δικαιοσύνης. Ιδίως δε είναι έωλη, κατ΄εμέ, η γνωμοδότηση από τη στιγμή που δεν υπάρχει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. Κάτι μου λέει ότι οι κάμερες θα λειτουργήσουν διαρκώς με μόνη βάση την εν λόγω γνωμοδότηση.
2) Τη σημερινή δήλωση Χατζηγάκη για την Αρχή: «Θα προσαρμοστεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να βρίσκεται σε συμβατότητα και σε πλήρη συνεργασία και αρμονία με τις συντεταγμένες λειτουργίες και εξουσίες του κράτους και κυρίως με τη δικαστική, ώστε από κοινού να μπορούν να προστατεύουν το άτομο και το κοινωνικό σύνολο» (http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=851376&lngDtrID=244)
Μόνο σε μένα φαίνεται εντελώς απαράδεκτη αυτή η δήλωση;
@xasodikis
Με πολλή χαρά θα πάρουμε όλοι νομίζω μέρος σε αυτόν τον χρήσιμο και επίκαιρο όσο ποτέ διάλογο. Με την ελπίδα, αναγνωρίζοντας πάντοτε την αξία της αντιπαράθεσης, να καταλήξουμε και σε κάποιες κοινές θέσεις.
@ανώνυμε
Δεν μίλησε βέβαια κανείς για "πρωϊνάδικα" και μαϊντανούς. Στο κείμενό μου υποστηρίζω ότι τελικά η νομική υποχρέωση του δημοσίου για συμμόρφωση μπορεί πάντοτε να παραμένει θεωρητική, όπως απέδειξαν κι εδώ τα γεγονότα. Δεν μπορεί να επαναπαύεται η Αρχή στο ότι οι αποφάσεις της είναι "εκτελεστές", αποτελεσματική είναι η προστασία όταν πείθει ότι οι προτάσεις τις είναι η μόνη ισόρροπη λύση προς όφελος και του Κράτους, αλλά και των πολιτών. Άλλωστε, ποια "δελτία τύπου"; Η Αρχή το 2007 εξέδωσε ένα δελτίο τύπου τον Ιανουάριο για τον εορτασμό της μέρας προστασίας δεδομένων και το αμέσως επόμενο τον ... Νοέμβριο!
@nas
Πράγματι, η επικοινωνία. Αλλά κι αυτή όχι μόνη της: χρειάζεται επίσης η πρακτική προσέγγιση και παροχή ισόρροπων λύσεων, η διαβούλευση με την κοινωνία, η παρακολούθηση και συνδιαμόρφωση των τρεχουσών εξελίξεων (όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε υπερεθνικό επίπεδο).
@nikos10
1) Η γνωμοδότηση Σανιδά θέτει ζητήματα τα οποία δεν είχε επιλύσει η Αρχή. Αντικρούοντάς την με ένα σκληρό δελτίο τύπου, η Αρχή δεν έδωσε τη λύση. Όφειλε αμέσως να ασχοληθεί κατ' ουσίαν με την γνωμοδότηση, σημείο προς σημείο, εξηγώντας σε τι συμφωνεί και σε τι διαφωνει. Το μόνο που είπε επί της ουσίας είναι ότι "η απόφαση της Αρχής δεν απαγορεύει την μαγνητοσκόπηση ή φωτογράφηση ή με άλλο τρόπο απεικόνιση αξιόποινων πράξεων και των δραστών τους κατά την τέλεσή τους και μόνον για τη συλλογή των αναγκαίων για την απόδειξη τους μέσων" και ότι η γνωμοδότηση Σανιδά "επιδέχεται και άλλες προσεγγίσεις". Αυτό το δελτίο τύπου, ούτε επικοινωνιακά, αλλά ούτε και ουσιαστικά ήταν αρκετό, όπως αποδείχθηκε.
2) Η δήλωση του υπουργού σχετίζεται με ένα θέμα που έχω θίξει στο κείμενό μου: η ανεξαρτησία της Αρχής δεν την καθιστά από μόνη της μια νησίδα εξουσίας που αποφασίζει αποκομμένη από την κοινωνία, την διαβούλευση, την συζήτηση με τις άλλες εξουσίες, την παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων. Η Αρχή είναι ανώτατο διοικητικό όργανο του Κράτους, αλλά δεν είναι δικαστήριο, αφού οι αποφάσεις της δεν παράγουν "δεδικασμένο" - είναι ένα θεσμικό αντίβαρο το οποίο έχει ως αποστολή να διασφαλίζει μια πτυχή του Κράτους Δικαίου, μέσα στους όρους του δημοκρατικού παιχνιδιού, συνυπάρχοντας με τους αλλους θεσμούς. Η λειτουργία της ως θεσμικό αντίβαρο δεν σημαίνει και πάλι ότι τοποθετείται αυτόματα σε ιεραρχική θέση σε σχέση με άλλα αντίβαρα, όπως αυτό το Δικαιοσύνης. Αυτή η εσφαλμένη και μονολιθικά συγκρουσιακή προσέγγιση "εμείς είμαστε ανεξάρτητοι, ενώ εσύ είσαι διορισμένος από το υπουργικό συμβούλιο", δεν μπορεί να λειτουργήσει με όρους θεσμικής συνοχής. Με άλλους όρους πρέπει να επιχειρηματολογήσεις για να πείσεις για την ορθότητα των αντίθετων απόψεών σου, όχι με μια ρητορεία "πυραμίδας" και ανταγωνισμού ως προς την πηγή της αρμοδιότητάς σου. Αυτή η προσέγγιση που ακολουθήθηκε από την Αρχή οδήγησε στο αδιέξοδο και τελικά στην παράκαμψή της. Η ρεαλιστική προσέγγιση απαιτεί δηλαδή όρους "διαπραγμάτευσης" της απόψεως, αφού αποδεικνύεται ότι τα κανονιστικά επιχειρήματα παραμένουν θεωρητικά.
Δημοσίευση σχολίου