Σήμερα είναι η τελευταία μέρα της παράτασης που έδωσε η Αρχή Προστασίας Δεδομένων για τη λειτουργία των καμερών παρακολούθησης της κυκλοφορίας στο οδικό δίκτυο Αττικής. Τυπικά, λοιπόν, σήμερα λήγει και το τελευταίο –γνωστό- μέτρο ασφάλειας που κληρονομήσαμε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το Υπουργείo Δημοσίας Τάξεως έχει προσβάλλει βέβαια αυτή την απόφαση της Αρχής και η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον του ΣτΕ (η συζήτηση θα γίνει το Δεκέμβριο). Λόγω όμως του χαρακτήρα της ημέρας ως εκπνοή προθεσμίας που συνδέεται με το συνταγματικό δικαίωμα του άρθρου 9Α, θα παρουσιάσω το ζήτημα της βιντεοεπιτήρησης όπως ισχύει σήμερα στην Ελλάδα.
Το κατά πόσον επιτρέπεται να λειτουργεί ένα κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης (CCTV) δεν αναγράφεται ρητά στο νόμο για την προστασία προσωπικών δεδομένων, παρόλο που είναι ξεκάθαρο ότι η γενικότητα των διατάξεων του τελευταίου καταλαμβάνει κάθε περίπτωση επεξεργασίας πληροφοριών που αποδίδονται σε πρόσωπα η ταυτότητα των οποίων μπορεί να εξατομικευτεί. Την ερμηνεία του κατά πόσο τα CCTV εντάσσονται στην προστασία προσωπικών δεδομένων έκανε η Αρχή, εκδίδοντας την Οδηγία 1122/2000, η οποία αποτελεί τυπικά ένα soft law κείμενο, ουσιαστικά όμως είναι ένα ξεκάθαρο εργαλείο για το πότε επιτρέπεται και πότε απαγορεύεται η λειτουργία κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης: από το garage της πολυκατοικίας μας, μέχρι τα οδικά δίκτυα. Μάλιστα η Οδηγία αυτή βρίσκεται διαρκώς σε ενημέρωση ώστε να προσαρμόζεται στις σχετικές εξελίξεις.
Η Οδηγία χαράσσει τη γενική απαγορευτική αρχή, τον κανόνα: «Η λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης που λειτουργεί μονίμως, συνεχώς ή κατά τακτά χρονικά διαστήματα δεν επιτρέπεται, διότι προσβάλλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του ατόμου.» Κατ’ εξαίρεση μόνο επιτρέπεται η λειτουργία τέτοιου κυκλώματος εφ΄ όσον ο σκοπός της επεξεργασίας είναι α) η προστασία προσώπων ή αγαθών ή β) η ρύθμιση της κυκλοφορίας.
Ο κανόνας αυτός σημαίνει, εκτός των άλλων, ότι δεδομένα που τυχόν συλλέχθηκαν στο πλαίσιο λειτουργίας ενός κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης για σκοπούς π.χ. ρύθμισης της κυκλοφορίας, δεν επιτέπεται να χρησιμοποιηθούν για κανένα άλλο λόγο, κι αν γίνει τέτοια χρήση τους, είναι παράνομη και το υποκείμενο των δεδομένων έχει ένα σύνολο δραστικών δικαιωμάτων εναντίον του χρήστη. Έτσι, τέθηκε το θέμα εάν το βίντεο μιας τράπεζας στην Κηφισίας (προστασία αγαθών της τράπεζας) που «έπιασε» εικόνα κατηγορουμένων της 17Ν στην υπόθεση Σόντερς μπορούσε να χρησιμοποιηθεί δικαστικά (άρθρο 19§3 του Συντάγματος: απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν ληφθεί κατά παράβαση των κανόνων προστασίας προσωπικών δεδομένων). Ένα δυσεπίλυτο νομικό ζήτημα, στο οποίο δεν θα επεκταθώ.
Ανάμεσα στις γενικές υποχρεώσεις εκείνου που εγκαθιστά κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, είναι να το γνωστοποιεί στην Αρχή (εκτός αν εμπίπτει σε κάποια από τις εξαιρέσεις του άρθρου 7Α Ν.2472/1997). Η Αρχή έχει ειδικό έντυπο γνωστοποίησης CCTV και στην ιστοσελίδα της. Η μη εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης επισύρει κυρώσεις.
Μία άλλη θεμελιώδης υποχρέωση είναι και η προηγούμενη ενημέρωση. Οποιοσδήποτε εισέρχεται στην εμβέλεια κάμερας CCTV θα πρέπει να έχει προηγουμένως ενημερωθεί για το: α) ποιος επεξεργάζεται τα δεδομένα, β) για ποιο σκοπό, γ) για πόσο χρόνο, δ) τι δικαιώματα υπάρχουν. Επομένως, οι πινακίδες που βλέπουμε στους δρόμους με την επιγραφή «κάμερες διαχείρισης της κυκλοφορίας, Ν.2472», μάλλον δεν καλύπτει κανονικά την σχετική υποχρέωση ενημέρωσης…
Όσον αφορά την επιτήρηση στο χώρο της εργασίας, κάθε τέτοια επεξεργασία εμπίπτει επίσης στο πεδίο του Νόμου. Για να το καταστήσει ακόμη πιο σαφές αυτό, η Αρχή εξέδωσε την αναλυτική και πλήρη Οδηγία 115/2001 για την προστασία προσωπικών δεδομένων στις εργασιακές σχέσεις που αφορά τόσο τον ιδιωτικό όσο και το δημόσιο τομέα, καθώς και το στάδιο της αίτησης για εργασία.
Η Οδηγία καθιστά σαφές ότι όλα αυτά (π.χ. τα σχετικά με την Οδηγία 1122/2000) εφαρμόζονται και στον εργασιακό χώρο. Ο εργοδότης πρέπει να έχει ενημερώσει προηγουμένως τον εργαζόμενο, να έχει γνωστοποιήσει τη λειτουργία του κυκλώματος στην αρχή και να εφαρμόζει όλους τους κανόνες της προστασίας προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με το Νόμο. Το ζήτημα αυτό δεν είναι αποκομμένο με το γενικότερο θέμα της επιτήρησης στο χώρο της εργασίας. Η επιτήρηση π.χ. των δικτυακών επισκέψεων του εργαζόμενου και του ηλεκτρονικού του ταχυδρομείου συνδέεται άμεσα με αυτά τα θέματα. Η Αρχή σε μια πολύ σημαντική απόφασή της έκρινε ότι αυτή η επιτήρηση δεν μπορεί να είναι καθολική και ότι ακόμη και στο χώρο της εργασίας πρέπει να υπάρχει ιδιωτικότητα ακόμη και στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, προτείνοντας διαμερισμό δίσκου του υπολογιστή για να σχηματιστεί διακριτός ιδιωτικός χώρος και στους επαγγελματικούς υπολογιστές των εργαζομένων.
Σε μια άλλη απόφαση εντόπισε ότι η κάμερα ενός καταστήματος του Αεροδρομίου κατέγραφε και ποιος διερχόταν από τις εξόδους προς τα αεροπλάνα και γι’ αυτό επέβαλε πρόστιμο και διέταξε να απομακρυνθεί η κάμερα.
Το κατά πόσον επιτρέπεται να λειτουργεί ένα κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης (CCTV) δεν αναγράφεται ρητά στο νόμο για την προστασία προσωπικών δεδομένων, παρόλο που είναι ξεκάθαρο ότι η γενικότητα των διατάξεων του τελευταίου καταλαμβάνει κάθε περίπτωση επεξεργασίας πληροφοριών που αποδίδονται σε πρόσωπα η ταυτότητα των οποίων μπορεί να εξατομικευτεί. Την ερμηνεία του κατά πόσο τα CCTV εντάσσονται στην προστασία προσωπικών δεδομένων έκανε η Αρχή, εκδίδοντας την Οδηγία 1122/2000, η οποία αποτελεί τυπικά ένα soft law κείμενο, ουσιαστικά όμως είναι ένα ξεκάθαρο εργαλείο για το πότε επιτρέπεται και πότε απαγορεύεται η λειτουργία κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης: από το garage της πολυκατοικίας μας, μέχρι τα οδικά δίκτυα. Μάλιστα η Οδηγία αυτή βρίσκεται διαρκώς σε ενημέρωση ώστε να προσαρμόζεται στις σχετικές εξελίξεις.
Η Οδηγία χαράσσει τη γενική απαγορευτική αρχή, τον κανόνα: «Η λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης που λειτουργεί μονίμως, συνεχώς ή κατά τακτά χρονικά διαστήματα δεν επιτρέπεται, διότι προσβάλλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του ατόμου.» Κατ’ εξαίρεση μόνο επιτρέπεται η λειτουργία τέτοιου κυκλώματος εφ΄ όσον ο σκοπός της επεξεργασίας είναι α) η προστασία προσώπων ή αγαθών ή β) η ρύθμιση της κυκλοφορίας.
Ο κανόνας αυτός σημαίνει, εκτός των άλλων, ότι δεδομένα που τυχόν συλλέχθηκαν στο πλαίσιο λειτουργίας ενός κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης για σκοπούς π.χ. ρύθμισης της κυκλοφορίας, δεν επιτέπεται να χρησιμοποιηθούν για κανένα άλλο λόγο, κι αν γίνει τέτοια χρήση τους, είναι παράνομη και το υποκείμενο των δεδομένων έχει ένα σύνολο δραστικών δικαιωμάτων εναντίον του χρήστη. Έτσι, τέθηκε το θέμα εάν το βίντεο μιας τράπεζας στην Κηφισίας (προστασία αγαθών της τράπεζας) που «έπιασε» εικόνα κατηγορουμένων της 17Ν στην υπόθεση Σόντερς μπορούσε να χρησιμοποιηθεί δικαστικά (άρθρο 19§3 του Συντάγματος: απαγορεύεται η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν ληφθεί κατά παράβαση των κανόνων προστασίας προσωπικών δεδομένων). Ένα δυσεπίλυτο νομικό ζήτημα, στο οποίο δεν θα επεκταθώ.
Ανάμεσα στις γενικές υποχρεώσεις εκείνου που εγκαθιστά κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, είναι να το γνωστοποιεί στην Αρχή (εκτός αν εμπίπτει σε κάποια από τις εξαιρέσεις του άρθρου 7Α Ν.2472/1997). Η Αρχή έχει ειδικό έντυπο γνωστοποίησης CCTV και στην ιστοσελίδα της. Η μη εκπλήρωση αυτής της υποχρέωσης επισύρει κυρώσεις.
Μία άλλη θεμελιώδης υποχρέωση είναι και η προηγούμενη ενημέρωση. Οποιοσδήποτε εισέρχεται στην εμβέλεια κάμερας CCTV θα πρέπει να έχει προηγουμένως ενημερωθεί για το: α) ποιος επεξεργάζεται τα δεδομένα, β) για ποιο σκοπό, γ) για πόσο χρόνο, δ) τι δικαιώματα υπάρχουν. Επομένως, οι πινακίδες που βλέπουμε στους δρόμους με την επιγραφή «κάμερες διαχείρισης της κυκλοφορίας, Ν.2472», μάλλον δεν καλύπτει κανονικά την σχετική υποχρέωση ενημέρωσης…
Όσον αφορά την επιτήρηση στο χώρο της εργασίας, κάθε τέτοια επεξεργασία εμπίπτει επίσης στο πεδίο του Νόμου. Για να το καταστήσει ακόμη πιο σαφές αυτό, η Αρχή εξέδωσε την αναλυτική και πλήρη Οδηγία 115/2001 για την προστασία προσωπικών δεδομένων στις εργασιακές σχέσεις που αφορά τόσο τον ιδιωτικό όσο και το δημόσιο τομέα, καθώς και το στάδιο της αίτησης για εργασία.
Η Οδηγία καθιστά σαφές ότι όλα αυτά (π.χ. τα σχετικά με την Οδηγία 1122/2000) εφαρμόζονται και στον εργασιακό χώρο. Ο εργοδότης πρέπει να έχει ενημερώσει προηγουμένως τον εργαζόμενο, να έχει γνωστοποιήσει τη λειτουργία του κυκλώματος στην αρχή και να εφαρμόζει όλους τους κανόνες της προστασίας προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με το Νόμο. Το ζήτημα αυτό δεν είναι αποκομμένο με το γενικότερο θέμα της επιτήρησης στο χώρο της εργασίας. Η επιτήρηση π.χ. των δικτυακών επισκέψεων του εργαζόμενου και του ηλεκτρονικού του ταχυδρομείου συνδέεται άμεσα με αυτά τα θέματα. Η Αρχή σε μια πολύ σημαντική απόφασή της έκρινε ότι αυτή η επιτήρηση δεν μπορεί να είναι καθολική και ότι ακόμη και στο χώρο της εργασίας πρέπει να υπάρχει ιδιωτικότητα ακόμη και στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, προτείνοντας διαμερισμό δίσκου του υπολογιστή για να σχηματιστεί διακριτός ιδιωτικός χώρος και στους επαγγελματικούς υπολογιστές των εργαζομένων.
Σε μια άλλη απόφαση εντόπισε ότι η κάμερα ενός καταστήματος του Αεροδρομίου κατέγραφε και ποιος διερχόταν από τις εξόδους προς τα αεροπλάνα και γι’ αυτό επέβαλε πρόστιμο και διέταξε να απομακρυνθεί η κάμερα.
Στην πολύκροτη υπόθεση για τις κάμερες στους δρόμους, υπάρχουν 3 αποφάσεις. Στην πρώτη, λίγους μήνες πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, η Αρχή έδωσε άδεια να λειτουργήσει το κύκλωμα μέχρι και το τέλος των Παραολυμπιακών, για την προστασία της ασφάλειας των προσώπων και τη ρύθμιση της κυκλοφορίας. Μετά το πέρας των Αγώνων και την εκπνοή των προθεσμιών, το Υπουργείο προσήλθε στην Αρχή και ζήτησε παράταση. Η Αρχή έδωσε μεν παράταση για 6 μήνες περίπου, αλλά μόνο για το σκοπό της διαχείρισης της κυκλοφορίας, αναφέροντας ρητά στην απόφασή της ότι δεν επιτρέπεται τα δεδομένα να χρησιμοποιηθούν για κανένα άλλο σκοπό και ιδίως ως αποδείξεις για ποινικές παραβάσεις κλπ και διέταξε να αφαιρεθούν πάνω από 30 κάμερες οι οποίες δεν ήταν αναγκαίες για το σκοπό αυτό και να προσκομισθεί κώδικας δεοντολογίας και αυτοδέσμευσης από την τροχαία για την χρήση των στοιχείων. Ύστερα από την εκπνοή και της δεύτερης προθεσμίας, το Υπουργείο επανήλθε, ζητώντας διεύρυνση του σκοπού και στα εγκλήματα. Η Αρχή απέρριψε τη διεύρυνση, ζήτησε πάλι να αφαιρεθούν κάμερες κλπ αλλά έδωσε την προθεσμία για την εξακολούθηση λειτουργίας του κυκλώματος. Η προθεσμία αυτή λήγει σήμερα.
Η τελευταία αυτή απόφαση της Αρχής είναι η πιο αυστηρή μέχρι σήμερα και προσβλήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας από το Υπουργείο. Στην απόφαση αναφέρεται και μια μελέτη του βρετανικού υπουργείου εσωτερικών που καταδεικνύει ότι η λειτουργία των καμερών δεν συμβάλλει στην εμπέδωση ενός κλίματος ασφάλειας στην κοινωνία και κατ’ αποτέλεσμα δεν οδήγησε τελικά στην επίτευξη του αντικειμενικού του στόχου που είναι η καταπολέμηση του εγκλήματος.
Εντωμεταξύ, ενεργοί πολίτες στράφηκαν κατά ενός αντίστοιχου συστήματος CCTV που θα λειτουργούσε στην Πάτρα. Το Δικαστήριο, πολύ πιο αποφασιστικό και απόλυτο από την Αρχή (ήταν και μικρότερης έκτασης η υπόθεση είναι η αλήθεια), διακήρυξε ξεκάθαρα ότι τα μέτρα αυτά παραβιάζουν τα ατομικά δικαιώματα (Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών, απόφαση 2965/2005):"η λειτουργία των καμερών προσβάλλει παράνομα το δικαίωμα της προσωπικότητας (…) των πολιτών, διότι τους θέτει υπό έλεγχο και αδικαιολόγητο περιορισμό της ελευθερίας τους, ως εκδήλωση της προσωπικότητάς τους και τους παρεμποδίζει στην ελεύθερη ανάπτυξη της κοινωνικής και πολιτικής δραστηριότητάς τους. Η αίσθηση του πολίτη ότι είναι πολύ πιθανό να βρίσκεται υπό παρακολούθηση σίγουρα επηρεάζει τη συμπεριφορά του κατά τρόπο αντιτιθέμενο σε βασικές αξιολογήσεις μίας δημοκρατικής εννόμου τάξεως. Επομένως η λειτουργία των επίμαχων καμερών συνιστά ανεπίτρεπτη προσβολή των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου (άρθρο 5 § 1 Σ), της ιδιωτικής ζωής (άρθρο 9 Σ) και της προστασίας του ατόμου από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση των προσωπικών του δεδομένων (άρθρο 9Α Σ)".
Στην απόφαση αυτή αναφέρεται η τελευταία απόφαση της Αρχής, που η προθεσμία που έταξε λήγει σήμερα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι σχετικές υποθέσεις που έφτασαν μέχρι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Πιο χαρακτηριστική είναι η υπόθεση Peck εναντίον Ηνωμένου Βασιλείου (2003). Ένας κύριος κυκλοφορούσε απελπισμένος πολύ αργά σε ένα πάρκο τη νύχτα. Κάποια στιγμή αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Βρισκόταν – χωρίς να το γνωρίζει- μέσα στην εμβέλεια ενός CCTV γεγονός που ενεργοποίησε άμεσα την αστυνομία, η οποία επενέβη και απέτρεψε την αυτοκτονία. Στη συνέχεια, το βίντεο που είχε καταγραφεί, χρησιμοποιήθηκε ως διαφημιστικό σποτάκι για την προώθηση (βλ. προπαγάνδα) της ιδέας της λειτουργίας των CCTV και πόσο καλό μπορούν να κάνουν στην ασφάλεια των πολιτών. Ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος ευχαρίστησε μεν την αστυνομία που του έσωσε τη ζωή, αλλά διαφώνησε με τη χρήση των προσωπικών του δεδομένων κατ’ αυτόν τον τρόπο. Επειδή δεν δικαιώθηκε από τα βρετανικά δικαστήρια, προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Εκεί, το ΕΔΔΑ διέγνωσε ότι υπήρχε μια σοβαρή προσβολή της ιδιωτικής ζωής του προσώπου, παρόλο που δεν βρισκόταν βέβαια μέσα στο σπίτι του, αλλά σε ένα ανοικτό πάρκο. Το στοιχείο ότι η περιοχή ήταν έρημη και ότι ήταν αρκετά αργά τη νύχτα, αλλά και το επιπρόσθετο γεγονός ότι δεν γνώριζε πως βιντεοσκοπείται, συνιστούσαν μια σοβαρή παραβίαση της ευρύτερης σφαίρας της ιδιωτικότητάς του. Επιπλέον, η παραβίαση αυτή βάθυνε με τη χρήση των στοιχείων αυτών σε διαφημιστικό σποτ. Το ΕΔΔΑ καταδίκασε το Ηνωμένο Βασίλειο για προσβολή της ιδιωτικής ζωής του προσφεύγοντος.
Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι κάθε μέρα οι σφαίρες της ιδιωτικότητάς μας επηρεάζονται από δυναμικά στοιχεία, τα οποία άλλοτε βρίσκονται σε συμφωνία με τα γενικώς αποδεκτά πρότυπα που τίθενται με το Σύνταγμα και τους νόμους και άλλοτε όχι. Τα ζητήματα της ιδιωτικότητας, ωστόσο, δεν είναι αμιγώς νομικά. Είναι πρωτίστως φιλοσοφικά, θεωρητικά και υπαρξιστικά. Η ιδιωτικότητα, συνδέεται με τις κανονιστικές απολήξεις της έννοιας της ατομικότητας και της ακεραιότητας της ύπαρξης. Μία προσέγγιση είναι το λάθε βιώσας, μία άλλη είναι το ζήσε όσο πιο ανοικτά μπορείς, χωρίς να φοβάσαι τίποτα. Συμβουλή που απευθύνεται μάλλον σε δημόσια πρόσωπα και αφορά τις προσβολές τους από τα ΜΜΕ. Το είπε πιο παραστατικά από όλους η Μαλβίνα: «Για να το πω αλλιώς, διάσημε φίλε μου: αν σκοπεύεις να πάρεις στα σοβαρά την ιδιωτική ζωή σου, πάψε να την καλύπτεις με μυστήριο. Αν θέλεις να χάσεις τους ανεπιθύμητους θεατές, ζήσε δημόσια. Άλλον τρόπο πιο κρυπτικό να ζει κανείς δεν ξέρω» (Σαββατογεννημένη, σελ. 106). Καίρια και θεμελιωμένη άποψη, αλλά για συγκεκριμένες πτυχές ιδιωτικότητας, συγκεκριμένων ανθρώπων.
Υπάρχει η υστερία της ιδιωτικότητας; Η ατομικιστική προσέγγισή της; Βεβαίως και υπάρχει. Από αυτούς που αγνοούν ότι τα δικαιώματος αναπτύσσονται μέσα σε ένα σύνολο δυναμικών σχέσεων που αυξομοιώνονται κανονιστικά κάθε μέρα. Από πλευράς ιεράρχισης, τα ατομικά δικαιώματα δεν είναι υπέρτερης τυπικής ισχύος από το χρέος της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης, π.χ. (άρθρο 25 του Συντάγματος). Πάντως , τα ατομικά δικαιώματα όπως κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα, αλλά και σε κείμενα ευρωπαϊκού (ΕΣΔΑ) και διεθνούς δικαίου (ΔΣΑΠΔ), βρίσκονται στην ανώτατη βαθμίδα της ιεράρχισης, μαζί με άλλα προτάγματα όπως είπαμε και κάθε νόμος ή άλλη πράξη του κράτους ή των ιδιωτών που τα επηρεάζει πρέπει να βρίσκεται σε συμβατότητα με αυτά, όπως έχουν ερμηνευτεί από τα δικαστήρια, τις ανεξάρτητες αρχές και -θα τολμούσα να πω- και την νομική επιστήμη. Σε αυτό το κανονιστικό περιβάλλον, το "κοινό περί δικαίου αίσθημα" δεν παρέχει πάντα ασφαλείς κατευθύνσεις γιατί εκκινεί από ατομικιστικές και ευκαιριακές προσεγγίσεις τις περισσότερες φορές, στις οποίες δεν βαρύνει η ειδική επεξεργασία που επιβάλλει η σοβαρότητα της διευθέτησης των ζητημάτων αυτών.
Το σίγουρο είναι ότι η έννοια της ιδιωτικότητας αντιστέκεται σθεναρά στην περιγραφή, τις a priori ταξινομήσεις και τις καταστρώσεις. Είναι μια δέσμη δικαιωμάτων που από τη φύση του εναπόκειται στο ρυθμιστικό πεδίο της κοινωνίας και στο διαγνωστικό και κυρωτικό πεδίο του δικαστή και της ανεξάρτητης αρχής για να το προσαρμόσει και να διαπλάσει το δέον σε κάθε ιδιαίτερη περίπτωση. Γι’ αυτό ο ρόλος της κοινωνίας των πολιτών είναι εκ των πραγμάτων ιδιαίτερα αυξημένος σε σχέση με τα δικαιώματα αυτά.
1 σχόλιο:
Κάποτε, σε μια ελληνική πόλη, είχα παρατηρήσει κάτι που το θεώρησα απαράδεκτο. Μια έκθεση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, που καταλάμβανε το πεζοδρόμιο μπροστά της και γύρω της με μόνιμα παρκαρισμένα αμάξια προς πώληση, είχε εγκαταστήσει κάμερες στο εσωτερικό του καταστήματος που στρέφονταν προς τον κοινόχρηστο χώρο που καταπατούσε.
Μπορεί κανείς να καταλάβει (από τα παραπάνω) ποια ήταν αυτή η πόλη; Εύκολο είναι...
Δημοσίευση σχολίου