To ερώτημα, έτσι όπως τίθεται αντιθετικά και απόλυτα, είναι βέβαια προκλητικό. Θεωρώ όμως ότι πρέπει να τίθεται σε κάθε πολιτικό πρόσωπο, ώστε να του δίνεται η δυνατότητα να καταθέσει την σύνθεση που εκφράζει, το μείγμα αποτελεσματικότητας/διαφάνειας που ακολουθεί ως πολιτική πρακτική. Σπάνια ένας πολιτικός θα απορρίψει κάθετα την "αποτελεσματικότητα", δηλαδή την διαθεσιμότητά του να παρέμβει παρασκηνιακά σε ένα πιθανό "δίκαιο αίτημα". Ταυτόχρονα, γνωρίζει ότι θα εκτεθεί εάν δεν χαράξει ο ίδιος τον αυτοπεριορισμό του, διακηρύσσοντας την ανάγκη τήρησης των κανόνων του παιχνιδιού, με όρους εντιμότητας και δικαιοσύνης. Κι επειδή ο τίτλος της εκδήλωσης χτες στο Free Thinking Zone ήταν Catch him if you can, ένιωσα ότι είχα κι εγώ μια ευκαιρία να τον τσακώσω, βάζοντας τον να μας πει πόσο πιάνει στο "ρουσφετόμετρο".
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ξεκινά την απάντησή του, αναφέροντας, πριν απ' όλα, ότι είναι ένας παλιός πολιτικός. Οι τρόποι επικοινωνίας και προσωπικής επαφής με τον πολιτικό φίλο και εν δυνάμει ψηφοφόρο, για το μοντέλο αυτό, περιέχουν και την προσωπική εξυπηρέτηση. Ακόμη και τώρα που έχει ολοκληρώσει την κοινοβουλευτική του πορεία, ο παλιός πολιτικός δέχεται φίλους του και, όταν του υποβάλλουν αιτήματα που ο ίδιος κρίνει δίκαια, τους βοηθά. Ο Κ.Μ. διανθίζει την απάντησή του με αναφορά στην ανθρώπινη διάσταση των προβλημάτων καθημερινότητας που μπορεί να κληθεί να λύσει ένας πολιτικός και χρησιμοποιεί συναισθηματικούς όρους, όπως "άκαρδη γραφειοκρατία". Χαρακτηρίζει αυτήν την βοήθεια "παρεξηγημένο ρουσφέτι" και θέτει -ενδεικτικά- το όριο σε περιπτώσεις όπως οι "υπερβολικοί, άχρηστοι και επιζήμιοι" διορισμοί στο δημόσιο. Ταυτόχρονα, θεωρεί "χρέος" να βοηθήσει κάποιον ο οποίος αδικείται 100%. Εντάσσει αυτή την υποχρέωση στα καθήκοντα του πολιτικού, αναγνωρίζοντας όμως ότι, από εκεί και πέρα, πρέπει να λειτουργούν οι θεσμοί, για τους οποίους θεωρεί ζητούμενο την περιφρούρηση και την διαρκή υποστήριξη και βελτίωσή τους.
Από θέση αρχής, δεν μπορώ παρά να διαφωνήσω με αυτήν την τοποθέτηση που περιέχει μια δόση ειλικρίνειας, αλλά και μια μεγαλύτερη δόση ρητορικής υποστήριξης των πολιτικών παρεμβάσεων σε ατομικές υποθέσεις των πολιτών. Για κάθε πολίτη που θα βοηθήσει ένας πολιτικός να βρει κρεβάτι στην κλινική, υπάρχει κι ένας άλλος πολίτης που έχει τα ίδια ακριβώς δικαιώματα σε αυτό το κρεβάτι, αλλά το στερήθηκε. Ο αντίλογος περιορίζεται στερεότυπα στην αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών θεσμών: πού να προσφύγει αυτός που δεν βρίσκει θέση σε δημόσιο νοσοκομείο και πότε θα δικαιωθεί; Είναι ένα δίλημμα που μπορεί να γίνει κυριολεκτικά τραγικό για κάθε έντιμο άνθρωπο. Το κακό είναι ότι τα στερεότυπα εκπορεύονται συχνά από όσους δεν προσπάθησαν ποτέ να τεστάρουν την αποτελεσματικότητα των θεσμών, αναπαράγοντας την μεμψιμοιρία της άγνοιας ή και της τεμπελιάς. Από την άλλη πλευρά, όμως, το αίσθημα δικαιοσύνης που μπορεί να χαρακτηρίζει έναν πολιτικό δεν θα ταυτίζεται με την πραγματική δικαιοσύνη, η απονομή της οποίας προϋποθέτει ως θεμελιώδη κανόνα να έχει ακούσει κανείς όλες τις πλευρές πριν αποφασίσει και να έχει προδιατυπωμένους δείκτες που θα τον κατευθύνουν. Η δικαιοσύνη, πολύ συχνά, δεν είναι καθόλου ευχάριστη και δημοφιλής.
Θεωρώ πάντως ιδιαίτερα ωφέλιμες τις παραδοχές του Κ.Μ., κυρίως γιατί ο ίδιος χαρακτήρισε αυτό το σκεπτικό ως πρακτική ενός παλιού πολιτικού και - ελπίζω ν' αποδειχθούν - ενός παλιού κόσμου. To ερώτημα του τίτλου παραμένει και οι απαντήσεις αφορούν κάθε πολιτικό, ιδίως αυτές κι αυτούς που θέλουν να εκφράσουν το μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου