Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε από τον Υπουργό Δικαιοσύνης αποσκοπεί στην τροποποίηση του ισχύοντος Ν.927/1979 κατα τρόπον ώστε να ενσωματωθεί στην Ελληνική έννομη τάξη η Απόφαση - πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2008/913/ΔΕΥ για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας μέσω του ποινικού δικαίου.
Η κριτική που έχει αναπτυχθεί σε σχέση με την προτεινόμενη ενσωμάτωση αφορά την μη υπαγωγή του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου στο νομοσχέδιο. Είναι όμως υποχρεωτική για τον εθνικό νομοθέτη η εισαγωγή και αυτών των λόγων διάκρισης στο εναρμονιστικό νομοσχέδιο; Η ίδια η Απόφαση - πλαίσιο περιέχει ανοικτές διατάξεις, επιτρέποντας στα κράτη είτε να συμπεριλάβουν, είτε να μην συμπεριλάβουν τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Όμως, η Απόφαση - πλαίσιο δεν θεσπίστηκε σε κενό δικαίου, ούτε η ενσωμάτωσή της στο εθνικό δίκαιο θα είναι θεσμικά επαρκής, αν δεν τηρηθεί και το πρωτογενές δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με την Συνθήκη της Λισαβόνας, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα κείμενο που ψηφίστηκε το 2000 από τρία θεσμικά όργανα της ΕΕ και είχε έναν "συμβουλευτικό" ρόλο, κατέστη νομικά δεσμευτικός και μάλιστα σε επίπεδο "πρωτογενούς" δικαίου. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 παρ. 1 της Συνθήκης αναφέρει ότι η Ένωση "αναγνωρίζει τα δικαιώματα, ελευθερίες και αρχές του Χάρτη", ο οποίος θα έχει "ίση νομική ισχύ με τις Συνθήκες". Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ οφείλουν να τηρούν τις διατάξεις του Χάρτη, ακριβώς όπως οφείλουν να τηρούν την Συνθήκη της Λισαβόνας. Σημειωτέον ότι κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος, οι διεθνείς συνθήκες που έχουν κυρωθεί με νόμο κατισχύουν κάθε άλλης αντίθετης διάταξης νόμου. Αυτό σημαίνει ότι από πλευράς ιεράρχισης των κανόνων δικαίου, η Συνθήκη της Λισαβόνας και ο Χάρτης κατισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης του εθνικού δικαίου.
Ο Χάρτης έχει όμως ένα περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. Ως κείμενο διεθνούς (ευρωπαϊκού) δικαίου, ισχύει επικουρικά: εάν κάτι δεν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο και αφορά τις αρμοδιότητες της Ε.Ε, τότε μόνο αποκτούν νομική ισχύ οι διατάξεις του Χάρτη. Μπορεί λοιπόν να μην ισχύει οριζόντια για κάθε βιοτική περίσταση, αλλά στις περιπτώσεις που ισχύει έχει αυξημένη νομική δύναμη. Συγκεκριμένα, το άρθρο 51 του Χάρτη αναφέρει ότι οι διατάξεις του
"απευθύνονται στα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, τηρουμένης της αρχής της επικουρικότητας, καθώς και στα κράτη μέλη, μόνο όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Κατά συνέπεια, οι ανωτέρω σέβονται τα δικαιώματα, τηρούν τις αρχές και προάγουν την εφαρμογή τους σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους και εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, όπως της απονέμονται από τις Συνθήκες."
Επομένως, τα κράτη μέλη, όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης, είναι υποχρεωμένα να τηρούν τις διατάξεις του Χάρτη. Κορυφαία στιγμή εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, είναι η διαδικασία της νομοθέτησης διατάξεων εθνικού δικαίου με τις οποίες ενσωματώνεται στο εσωτερικό δίκαιο μια οδηγία ή μια απόφαση - πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως, ο εθνικός νομοθέτης, κατά το στάδιο της θέσπισης εσωτερικής νομοθεσίας ενσωμάτωσης του ενωσιακού δικαίου, οφείλει να τηρεί τις διατάξεις του Χάρτη.
Στην προκειμένη περίπτωση, επιχειρείται η ενσωμάτωση της Απόφασης - πλαίσιο 2008/913/ΔΕΥ στο εθνικό δίκαιο κι επομένως ο νομοθέτης οφείλει κατά την ενσωμάτωση να τηρήσει τις διατάξεις του Χάρτη. Ανάμεσα σε αυτές τις διατάξεις του Χάρτη περιλαμβάνεται και το άρθρο 21 με τίτλο "απαγόρευση των διακρίσεων". Σε αυτή την διάταξη αναφέρεται ότι
"Απαγορεύεται κάθε διάκριση ιδίως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού".
Η διάταξη αυτή πρέπει να τηρείται από κάθε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, έννοιας στον πυρήνα της οποίας βρίσκεται φυσικά η ψήφιση εναρμονιστικού εθνικού νόμου. Επομένως, ο εθνικός νόμος που σκοπεί στην εναρμόνιση του εσωτερικού δικαίου προς την 2008/913/ΔΕΥ δεν επιτρέπεται να εισάγει διακρίσεις για τους παραπάνω λόγους, ως τέτοιες νοούμενες και οι αποσιωπήσεις ή παραλείψεις, όπως πρόσφατα έκρινε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδικάζοντας την Ελλάδα στην υπόθεση Βαλλιανάτος και άλλοι.
Ως εκ τούτου, ο νομοθέτης οφείλει να τηρήσει τον Χάρτη κατά το στάδιο της εναρμόνισης του εθνικού δικαίου προς την 2008/913/ΔΕΥ και να αποφύγει παραλείψεις που θα οδηγήσουν εκ νέου σε καταδίκη της Χώρας για παραβίαση του δικαίου της Ε.Ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου