Κυριακή, Ιουνίου 19, 2011

Οικουμενική κυβέρνηση δεν προβλέπει το Σύνταγμα

Θα πρέπει να δεχθούμε ότι η διαδικασία ανάδειξης και παύσης της Κυβέρνησης είναι μόνο αυτή που περιγράφει (ή που "ανέχεται") το Σύνταγμα. O διορισμός του πρωθυπουργού αποτελεί πράξη που υπάγεται στις αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος οφείλει να τηρήσει τους κανόνες που περιέχονται στο άρθρο 37 του Συντάγματος (βλ. εδώ).

Κεντρικός κανόνας του άρθρου 37 είναι ότι πρωθυπουργός ορίζεται ο αρχηγός του απόλυτα πλειοψηφούντος στη Βουλή κόμματος, ενώ αν ένα κόμμα σχετικής πλειοψηφίας (ή μειοψηφίας) δεν έχει αρχηγό ή εκπρόσωπο ή ο αρχηγός δεν έχει εκλεγεί βουλευτής, η τυχόν διερευνητική εντολή δίνεται σε αυτόν που προτείνει η κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος. Η κοινοβουλευτική ομάδα προσδιορίζει επίσης τον πρωθυπουργό σε περίπτωση που αυτός παραιτηθεί/εκλείψει/αδυνατεί για λόγους υγείας να ασκήσει τα καθήκοντά του (άρθρο 38). Άρα ο πρωθυπουργός πρέπει να είναι κατ' αρχήν βουλευτής και να προϊσταται του κόμματος της πλειοψηφούσας κοινοβουλευτικής ομάδας (κάτι που δεν συνέβαινε όταν το 2004 ο Γ.Παπανδρέου είχε εκλεγεί αρχηγός κόμματος, ενώ πρωθυπουργός παρέμενε ο Κ.Σημίτης, βλ. σχετικά Π.Παραράς εδώ, αντίθετος αλλά μάλλον μη πειστικός ο Ξ.Κοντιάδης βλ. εδώ) . Η μόνη εξαίρεση που προβλέπει το Σύνταγμα από τον κανόνα της κοινοβουλευτικής ιδιότητας του πρωθυπουργού είναι η, κατόπιν αποτυχίας του Προέδρου της Δημοκρατίας να σχηματίσει κυβέρνηση "από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών", ανάθεση στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου της εντολής σχηματισμού Κυβέρνησης "όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής για να διενεργήσει εκλογές".

Άρα ως η "από όλα τα κόμματα" και η "όσο το δυνατόν ευρύτερης αποδοχής" Κυβέρνηση που προβλέπεται από το Σύνταγμα είναι μόνο η υπηρεσιακή που θα αναλάβει την ευθύνη της διενέργειας των εκλογών. Η μόνη περίπτωση της ανάθεσης της πρωθυπουργίας στον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου ήταν η "υπηρεσιακή" κυβέρνηση του Ιωάννη Γρίβα με αποστολή την διενέργεια των εκλογών της 5ης Νοέμβρη 1989 (βλ. εδώ ).

Είχε προηγηθεί η κυβέρνηση Τζαννή Τζαννετάκη (βλ. εδώ), η οποία απολάμβανε της κοινοβουλευτικής εμπιστοσύνης μιας σύμπραξης της Ν.Δ. με τον ΣΥΝ και είχε διάρκεια από τις 2.7.1989 έως τις 12.10.1989 με βασικό στόχο την αποφυγή άμεσων εκλογών ώστε να μην παραγραφούν φερόμενα υπουργικά αδικήματα της εποχής ("κάθαρση"). O Tζαννετάκης ήταν βουλευτής, αλλά όχι και αρχηγός του κόμματος της Ν.Δ., οπότε ο διορισμός του δεν ειχε έρεισμα στο άρθρο 37 παρ. 2 εδ. α' του Συντάγματος. Προτάθηκε και στηρίχθηκε ως πρωθυπουργός από την "κοινή" κοινοβουλευτική ομάδα των Ν.Δ.-ΣΥΝ, στο πλαίσιο της διερυνητικής εντολής που είχε λάβει ο Κ. Μητσοτάκης ως αρχηγός του σχετικά πλειοψηφούντος κόμματος. Το Σύνταγμα δεν διευκρινίζει εάν στο πλαίσιο αυτής της εντολής επιτρέπεται ο σχηματισμός κυβέρνησης με τον διορισμό πρωθυπουργού ατόμου διαφορετικού από τον αρχηγό του κόμματος. Αλλά εάν δεχθούμε ότι ο κανόνας είναι πρωθυπουργός = ο αρχηγός και ότι οι εξαιρέσεις από αυτόν τον κανόνα είναι μόνο οι ρητά προβλεπόμενες ("αρχή της νομιμότητας"), τότε πρωθυπουργοί πλην των αρχηγών είναι δεκτοί μόνον οι πρόεδροι των ανώτατων δικαστηρίων και μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 37.

Μετά τις εκλογές του Νοέμβρη του 1989 που διεξήχθησαν επί της υπηρεσιακής Κυβερνήσεως Ι.Γρίβα και πάλι δεν υπήρξε αυτοδυναμία. Η χώρα όμως βρισκοταν στο χείλος της χρεωκοπίας και χρειαζόταν εθνική συνεννόηση. Έτσι τα τρία κόμματα συμφώνησαν να στηρίξουν μια "οικουμενική" κυβέρνηση (βλ. εδώ) με πρωθυπουργό τον εξωκοινοβουλευτικό ακαδημαϊκό Ξενοφώντα Ζολώτα, πρώην στέλεχος του Δ.Ν.Τ., διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και υπουργό συντονισού στην πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση "εθνικής ενότητας" του Κ.Καραμανλή. ("Η "οικουμενική" κυβέρνηση κατάφερε να αποφύγει την επαπειλούμενη χρεοκοπία του Ελληνικού Δημοσίου (όπως εξομολογήθηκε ο ίδιος ο Ζολώτας, το κράτος δεν είχε χρήματα για να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις) και να αντιμετωπίσει επιτυχώς τρέχουσες υποθέσεις και διεκδικήσεις", Γ.Καραγιάννης, in Η Ελλάδα στη Δεκαετία του '80). Όμως, ήταν εξωκοινοβουλευτικός και δεν ήταν πρόεδρος ενός από τα τρία ανώτατα δικαστήρια και η αποστολή της οικουμενικής δεν ήταν (μόνον) να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Επομένως και αυτή η κυβέρνηση εντάχθηκε στο πλαίσιο των άρρητων κατά το Σύνταγμα συνεπειών που μπορουν να έχουν οι διερευνητικές εντολές. Η κυβέρνηση Ζολώτα έμεινε μέχρι τις 11.4.1990 και την άνοδο του Κ.Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία, ως αρχηγού της Ν.Δ. και με 151η έδρα την στήριξη ενός βουλευτή της τότε ΔΗ.ΑΝΑ, του κ. Θεόδωρου Κατσίκη.

Εκτός λοιπόν από την περίπτωση Γρίβα, τόσο η κυβέρνηση Τζαννετάκη όσο και η κυβέρνηση Ζολώτα αποτελούν συνταγματικά απρόβλεπτες εξελίξεις της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών κι όχι της σύγκλησης των αρχηγών υπό τον Πρόεδρο για την ανάδειξη υπηρεσιακών προεκλογικών κυβερνήσεων. Το Σύνταγμα δεν τις απαγορεύει, αλλά ούτε και τις υπαγορεύει.



17 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Λέτε: "Η κοινοβουλευτική ομάδα προσδιορίζει επίσης τον πρωθυπουργό σε περίπτωση που αυτός παραιτηθεί ... (άρθρο 38). Άρα ο πρωθυπουργός πρέπει να είναι κατ' αρχήν βουλευτής και να προϊσταται του κόμματος της πλειοψηφούσας κοινοβουλευτικής ομάδας .... Η μόνη εξαίρεση που προβλέπει το Σύνταγμα από τον κανόνα της κοινοβουλευτικής ιδιότητας του πρωθυπουργού είναι ...".
Δεν καταλαβαίνω το συλλογισμό σας. Από πού κι ως πού ο κανόνας "η κοινοβουλευτική ομάδα προσδιορίζει τον πρωθυπουργό ..." σημαίνει ντε και καλά "... ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΑΥΤΗΣ"; Γιατί να μην μπορεί ακόμη και μια κοινοβουλευτική ομάδα απόλυτης πλειοψηφίας να υποδείξει κάποιον εκτός αυτής, ο οποίος στη συνέχεια, αφού διορισθεί κατ' εφαρμογή του 38, θα μπορεί να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης ακόμη και απ' όλα τα κόμματα άμα λάχει;

e-Lawyer είπε...

Κατ´ αρχήν είπαμε. Υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.

Ανώνυμος είπε...

Τότε προς τί ο τίτλος "Οικουμενική κυβέρνηση δεν προβλέπει το Σύνταγμα", προς τί η επεξήγηση "ότι η διαδικασία ανάδειξης και παύσης ... είναι μόνο αυτή που περιγράφει το Σύνταγμα", προς τί η παραδοχή ότι οι μόνες οικουμενικές τις οποίες "το Σύνταγμα δεν απαγορεύει" είναι εκείνες που αποτελούν "εξελίξεις της διαδικασίας των διερευνητικών εντολών"; Με άλλα λόγια: θα θεωρούσατε αντισυνταγματική τη συμφωνία ενός κόμματος απόλυτης πλειοψηφίας με ένα ή περισσότερα κόμματα της μειοψηφίας για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με πρωθυπουργό κάποιον άλλον εκτός του αρχηγού του πρώτου κόμματος, ακόμη και μη βουλευτή;

e-Lawyer είπε...

Ναι, γιατί όταν υπάρχει απόλυτη πλειοψηφία το Σύνταγμα λέει ότι πρωθυπουργός ορίζεται ο αρχηγός του κόμματος αυτού. Θα υπήρχε καταστρατήγηση αυτού του κανόνα.

Άλλο είναι η περίπτωση σχετικών πλειοψηφιών όπως επί Τζαννετάκη και Ζολώτα που έχεις υποχρέωση να περάσεις από διερευνητικές εντολές. Όταν υπάρχει απόλυτη πλειοψηφία δεν υπεισερχόμαστε στις διερευνητικές εντολές.

Διαφορετικά έχουμε καταστρατήγηση και της αρχής της δεδηλωμένης.

Ανώνυμος είπε...

Μα κανείς δεςν μίλησε προχθές για "διερευνητικές εντολές", το ενδεχόμενο που συζητήθηκε ήταν το να υποδείξει απ' ευθείας η κοινοβουλευτική ομάδα του παραιτηθέντος ένα τρίτο πρόσωπο ως πρωθυπουργό βάσει του 38 παρ. 2. Αφ' ης στιγμής η υπόδειξη προέρχεται από την κοινοβουλευτική ομάδα της απόλυτης πλειοψηφίας (η οποία προφανώς και θα συμπεριλαμβάνεται στη "νέα" κυβερνητική πλειοψηφία), πώς ενοχλείται η δεδηλωμένη; Ο κανόνας πράγματι αφορά τον αρχηγό του πλειοψηφούντος, σημαίνει όμως αυτό ότι θα τον κρατάμε με το ζόρι πρωθυπουργό;

e-Lawyer είπε...

Εάν λοιπόν παραιτείτο ο κ. Παπανδρέου από πρωθυπουργός θα έπρεπε κατ´ αρχήν να παραιτηθεί κι από αρχηγός του κόμματος, όπως έχει επισημάνει και ο κ. Παραράς στην ανάστροφη περίπτωση του κ. Σημίτη.

Στη συνέχει αη κοινοβουλευτική ομάδα είχε υποχρέωση να υποδείξει άλλον ο οποίος σε συνδυασμό των άρθρων 38 με το άρθρο 37 θα πρέπει να είναι βουλευτής. Έαν ο νέος πρωθυπουργός δεν μπορούσε όμως να σχηματίσει κυβέρνηση που θα απολάμβανε της εμπιστοσύνης της Βουλής ύστερα από την σχετική πλειοψηφία, τότε μόνον θα έπρεπε να συζητηθεί η λύση της οικουμενικής κυβέρνησης αλλά και πάλι προς διενέργεια εκλογών κι όχι ως εθνικής ενότητας μακράς πνοής.

Δεν αρκεί δηλαδή η συμφωνία κάποιων πολιτικών αρχηγών, αλλά πρέπει να τηρηθεί και το πνεύμα του Συντάγνατος που προκρίνει τη λύση των οικουμενικών κυβερνήσεων μόνο ως λύσεις για την περίπτωση έλλειψης απόλυτης πλειοψηφίας. Έτσι αποτυπώνεται η αρχή της δεδηλωμένης, όταν υπάρχει απόλυτη
πλειοψηφιά. Η εθνική ενότητα πρέπει κατά το Σύνταγμα να αποτυπώνεται με το εκλογικό αποτέλεσμα και είτε να συγκεντρώνεται στην μονοκομματική απόλυτη πλειοψηφία, είτε να επιδιώκεται μόνο για περιπτώσεις αναγκης κατόπιν διερευνητικών εντολών του Προέδρου.

Ανώνυμος είπε...

Προϋπόθεση όλων αυτών είναι το να δεχθούμε ως ορθή την άκαμπτη άποψη Παραρά, κάτι ουδόλως αυτονόητο. Γιατί να θεωρήσουμε ότι το Σύνταγμα απαγορεύει στα κόμματα της Βουλής την παραμικρή ευελιξία ως προς την εσωτερική τους οργάνωση ή τις μεταξύ τους διευθετήσεις, αν αυτές οδηγούν σε διεύρυνση της κυβερνητικής πλειοψηφίας και όχι σε παράκαμψή της; Δεν πρόκειται για "συμφωνία κάποιων πολιτικών αρχηγών", αλλά για πολιτική επιλογή των ίδιων των κυρίαρχων κοινοβουλευτικών ομάδων. Το "πνεύμα του Συντάγματος" δεν είναι κάτι μαγικό, οι αναγωγές σ' αυτό χρειάζονται αιτιολόγηση. Δεν θυμάμαι να αμφισβητήθηκε η συνταγματικότητα της δυαρχίας που ακολούθησε την παραίτηση του προηγούμενου Παπανδρέου (Φεβρουάριος-Ιούνιος 1996, προ αναθεωρήσεως αλλά υπό διατάξεις ουσιωδώς ανάλογες των σημερινών).

e-Lawyer είπε...

Δεν νομιλζω ότι είναι θέμα εσωτερικής οργάνωσης των κομμάτων αλλά σαφούς επιλογής του μονοκομματικού μοντέλου ως προϋπόθεση για την ανάδειξη της κυβέρνησης. Το Σύνταγμα δεν περιέχει κάποια απαγόρευση, ακολουθεί όμως την δομή κανόνας - εξαίρεση η οποία δεν προαπαιτεί την διατύπωση ρητών απαγορεύσεων, αφού αυτές εξάγονται από την περιγραφή ενός πλαισίου. Στην περίπτωση Σημίτη το 1996, είχε υπάρξει υπόδειξη της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΠΑΣΟΚ κι εξάλλου η περίοδος ήταν μεταβατική, αφού ο Παπανδρέου ουσιαστικά ήταν εκτός παιχνιδιού μετά το Ωνάσειο, άρα τυπικά μόνον αρχηγός κόμματος.

Ανώνυμος είπε...

Μα και τώρα για υπόδειξη της κοινοβουλευτικής ομάδας μιλάμε, όχι κάποιου άλλου. Η δυαρχία αποδείχθηκε μεταβατική εκ των υστέρων, θα συνεχιζόταν μέχρι τη λήξη της 4ετίας αν στο μεταξύ δεν πέθαινε ο Παπανδρέου. Φυσικά ο κανόνας είναι το μονοκομματικό μοντέλο, ωστόσο ως εξαιρέσεις νοούνται όχι μόνο οι περιπτώσεις συνταγματικής "έκτακτης ανάγκης" (έλλειψη αυτοδυναμίας), αλλά ακόμη και πολιτικής "έκτακτης ανάγκης", όταν δηλαδή τα κόμματα κρίνουν σκόπιμη τη διεύρυνση της κυβερνητικής πλειοψηφίας για την αντιμετώπιση μιάς κρίσης. Είναι δυνατό να θεωρείται εκτός συνταγματικής τάξης ένα τέτοιο ενδεχόμενο;

e-Lawyer είπε...

Το Σύνταγμα παρέχει εργαλεία για την αντιμετώπιση μιας πολιτικής κρίσης.

Ανώνυμος είπε...

"Το Σύνταγμα παρέχει εργαλεία για την αντιμετώπιση μιας πολιτικής κρίσης": ποιό άλλο λοιπόν, αν όχι το 38 παρ. 2 (χωρίς φυσικά την ερμηνευτική ακαμψία Παραρά), θα μπορούσε να είναι το κατάλληλο συνταγματικό εργαλείο για την αντιμετώπιση της εξαιρετικής περίπτωσης όπου μια αυτοδύναμη κυβερνητική πλειοψηφία πάσχει από ανασφάλεια νομιμοποίησης εν όψει μιάς οικονομικής ή άλλης κρίσης;

e-Lawyer είπε...

Ανασχηματισμός / ψήφος εμπιστοσύνης / δημοψήφισμα / εκλογές.

Ανώνυμος είπε...

Και αν από τις εκλογές προκύψει αποτέλεσμα ίδιο με το προπέρσινο, δηλαδή αριθμητική αυτοδυναμία με πολιτική ανασφάλεια; Θα κάνουμε εκλογές κάθε 40 μέρες μπας και πετύχουμε έλλειψη αυτοδυναμίας ώστε επιτέλους να "επιτραπεί" ο σχηματισμός πολυκομματικής κυβέρνησης;

e-Lawyer είπε...

Αν προκύψει απόλυτη πλειοψηφία από τις εκλογές τότε ο λαός θα έχει αποφασίσει ότι δεν θέλει διακομματική κυβέρνηση. Αν δεν προκύψει απόλυτη πλειοψηφία, ανοίγουν οι διαβουλεύσεις με τις διερευνητικές εντολές.

Ανώνυμος είπε...

Αν προκύψει απόλυτη πλειοψηφία, η οποία παρά ταύτα φοβάται να βγει στο δρόμο μονάχη της;;;

e-Lawyer είπε...

Ενώ η οικουμενική θα είναι ατρόμητη. Δεν θυμάστε τι σούρνανε στο Ζολώτα.

Ανώνυμος είπε...

Απολύτως σωστό και καίριο αυτό, δεν παύει όμως να αποτελεί πολιτική εκτίμηση. Το ζήτημά μας εδώ δεν είναι η πολιτική σκοπιμότητα των οικουμενικών, παρά μόνο η συνταγματική τους δυνατότητα.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...