To Kογκρέσσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέδωσε το Μάρτιο του 2007 τη Σύσταση 211 (2007) για την ελευθερία του συναθροίζεσθαι και της έκφρασης για τις λεσβίες, τους γκέι, τους αμφιφιλόφυλους και τα διαφυλικά άτομα. Η εν λόγω σύσταση έχει ως εξής:
"1. Η πραγματική δημοκρατία προϋποθέτει την ελευθερίς της έκφρασης και των συναθροίσεων χωρίς παρέμβαση από δημόσια αρχή, όπως κατοχυρώνεται στην [ΕΣΔΑ] (άρθρα 10 και 11).
2. Η προστασία αυτών των δικαιωμάτων ειναι ουσιώδης για την διασφάλιση της λογοδοσίας και της υπευθυνότητας των κυβερνητικών αρχών κι ως εκ τούτου είναι καθοριστική για τη προστασία όλων των άλλων βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων.
3. Περαιτέρω, το δικαίωμα του να εκφράζει κάποιος την ταυτότητά του δημόσια μαζί με άλλους είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ανεκτικότητας – η αρχή της προστασίας της κοινωνικής ποικιλομορφίας μέσω της ελεύθερης ανταλλαγής των ιδεών που μπορούν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
4.Αυτές οι ελευθερίες φυσιολογικά συνεπάγονται συγκεκριμένα καθήκοντα και ευαισθησίες και ως εκ τούτου, οι κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν περιορισμούς αυστηρά και μόνον εφόσον οι περιορισμοί αυτοί περιλαμβάνονται στον νόμο, εφόσον είναι αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία και μόνον εφόσον επιδιώκουν τους νόμιμου στόχους που αναφέρονται στα σχετικά περιφερειακά και διεθνή νομοθετήματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
5. Δυστυχώς, προσφατα ομοφοβικά γεγονότα σε διάφορα κράτη μέλη έχουν καταδείξει όχι μόνο τη συστηματική παραβίαση των βασικών δικαιωμάτων της κοινότητας των λεσβιών, των γκέι, των αμφιφυλόφιλων και των διαφυλικών (LGBT), αλλά έχουν δείξει και ότι σε πολλές υποθέσεις, οι ίδιες οι αρχές που έχουν την θετική υποχρέωση να προστατεύσουν τους πολίτες τους από τις αθέμιτες διακρίσεις είναι εκείνες που τις ενθαρρύνουν και σε μερικές περιπτώσεις τις υποστηρίζουν ενεργά ή υποκινούν αυτή την αδικία.
6. Δεδομένου ότι η ελευθερία της έκφρασης και των συναθροίσεων βρίσκεται στον πυρήνα μιας δημοκρατικής κοινωνίας και ότι ο ρόλος των τοπικών αρχών στην ενίσχυση αυτών των δικαιωμάτων είναι θεμελιώδης, και υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, το Κογκρέσσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών έχει καταγράψει ένα περίγραμμα εφαρμογής αυτών των δικαιωμάτων σε τοπικό επίπεδο για όλη την Ευρώπη, μαζί με τις παρακάτω συστάσεις.
7. Το Κογκρέσσο συνιστά στην Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης να ζητήσει από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι:
(α) θα ταχθούν δημοσίως αντίθετα στην αθέμιτη διάκριση για λόγους όπωςτο ανήκειν σε μία σεξουαλική μειονότητα καθώς και να λάβουν κατάλληλα μέτρα για να καταπολεμήσουν το μισαλλόδοξο λόγο με βάση τις αρχές που έχουν καταγραφεί στην Σύσταση Νο R(97) 20 της Επιτροπής Υπουργών.
(β) θα λάβουν υπόψη και θα εφαρμόσουν τις προσεχείς Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Ελεύθερη και Ειρηνική Συνάθροιση που έχουν συνταχθεί από το συμβούλιο ειδικών για την ελεθερία της συνάθροισης του ΟΑΣΕ
(γ) θα εξετάσουν όσο εξαντλητικά μπορούν όλες τις υποθέσεις βίας, μισαλλόδοξου λόγου κατά τη διάρκεια γεγονότων που διοργανώνονται από LGBT άτομα ή έχει σχέση με LGBT άτομα, προκειμένου να διευκρινιστεί αν η αθέμιτη διάκριση ή η ομοφοβία έχουν παίξει ρόλο στην διάπραξη του εγκλήματος και θα εγγυήθούν την ποινική δίωξη των υπευθύνων.
(δ) όταν είναι αναγκαίο θα λάβουν θετικά μέτρα όπως επιβάλλεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για να εγγυηθούν την αποτελεσματική ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης κατά μήκος της εθνικής επικράτεις σε εθνικό, τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
(ε) κάθε αστικό, ποινικό ή διοικητικό μέτρο που παρεμβαίνει στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης πρέπει να προβλέπεται από το νόμο, να υπηρετεί ένα νόμιμο σκοπό (όπως προβλέπεται από τα σχετικά περιφερειακά και διεθνή νομοθετήματα) και δεν είναι υπέρμετρα περιοριστικά σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.
(στ) οι ομάδες LGBT πρέπει να γνωμοδοτούν πριν την αναθεώρηση κάποιου από τα παραπάνω μέτρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αμοιβαία ικανοποίηση όλων όσων αφορούν αυτά και προκειμένου να προωθηθεί το πνεύμα της συνεργασίας κι όχι αυτό της καταπίεσης.
(η) διοργανωτές γεγονότων στους οποίους έχουν επιβληθεί περιορισμοί, ή στους οποίους έχει απαγορευθεί κάποιο δικαιώμα, έχουν δικαίωμα πρόσβασης σε ένα ανεξάρτητο δικαστήριο ή δικαστική επιτροπή ώστε να μπορούν να προσβάλλουν αυτούς τους περιορισμούς.
(θ) οι τοπικές αρχές πρέπει να είναι ενήμερες για την νέα νομοθεσία καθώς και τη σχετική νομολογία που αφορά τν ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης και τα μέτρα εναντίον των διακρίσεων.
(ι) ενώ οι διατάξεις για οικονομική ή άλλη ενίσχυση απο τις τοπικές αρχές προς διοργανωτές LGBT δρωμένων πρέπει να αναγνωρίζουν ίσα δικαιώματα για όλες τις όμοιες ομάδες, δεν θα πρέπει να υπάρχουν καταστατικές απαγορεύσεις για τις τοπικές αρχές ως προς την βοήθεια ή την δημοσιοποίηση LGBT δρωμένων.
8. Το Κογκρέσο καλεί τον Επίτροπο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να εργαστεί στενά με την Επιτροπή Κοινωνικής Συνοχής όσον αφορά την διάκριση κατά των μελών της LGBT κοινότητας, για παράδειγμα στο πλαίσιο συνεργασίας με τους Συνηγόρους του Πολίτη.
Επίσης, το Κογκρέσσο των Τοπικών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέδωσε το Ψήφισμα 230 (2007) για την ελευθερία του συναθροίζεσθαι και της έκφρασης για τις λεσβίες, τους γκέι, τους αμφιφιλόφυλους και τα διαφυλικά άτομα. Το Ψήφισμα αυτό έχει ως εξής:
1. Το Κογκρέσσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών ανησυχεί σοβαρά λόγω της παραβίασης των δικαιωμάτων στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης για τις λεσβίες, τους γκέι, τους αμφιφυλόφιλους και τα διαφυλικά άτομα (LGBT) σε έναν αριθμό κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, η επιτομή των οποίων είναι η απαγόρευση των ειρηνικών πορείων ή διαδηλώσεων από τους LGBT και τους υποστηρικτές τους καθώς και στην άμεση ή έμμεση υποστήριξη κάποιων τοπικών πολιτικών σε βίαιες αντι-διαδηλώσεις.
2. Αποτελεί σημαντικό καθήκον των τοπικών αρχών, όχι μόνο να προστατεύουν θετικά τα δικαιώματα της συνάθροισης και της έκφρασης με έναν πρακτικό κι αποτελεσματικό τρόπο αλλά να αποφεύγουν επίσης και δημόσιες δηλώσεις που νομιμοποιούν τις αθέμιτες διακρίσεις ή την μισαλλοδοξία και την έλλειψη ανοχής.
3.Περαιτέρω, οι τοπικές αρχές έχουν υποχρέωση να διευκολύνουν τις νόμιμες διαδηλώσεις να διεξάγονται ειρηνικά με την λήψη, μεταξύ άλλων, επαρκών μέτρων για να αποφευχθούν επιθέσεις από βίαιους αντιρρησίες. Η επίκληση ενός θεωρητικού κινδύνου διατάραξης της δημόσιας τάξης ή ακόμη και της ίδιας της ύπαρξης αντιρρησιών δεν είναι επαρκής λόγος για τον περιορισμό των δημόσιων εκδηλώσεων.
4.Τα δικαιώματα των λεσβιών, των γκέι, των αμφιφυλοφιλων και των διαφυλικών προσώπων στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης είναι ουσιώδη όχι μόνο για την δικη τους προσωπική ανάπτυξη, αξιοπρέπεια και ολοκλήρωση ως πολιτών, αλλά επίσης για την προώθηση και προστασία της ισότητας και της δημοκρατίας και για την πρόοδο της κοινωνίας ως ένα συνεκτικό σύνολο.
5.Η [ΕΣΔΑ] προβλέπει στα Άρθρα 10 και 11 ότι κάθε πρόσωπο έχει το δικαίωμα να απολαμβάνει την ελευθερία της έκφρασης, της συνάθροισης και της ένωσης χωρίς παρεμβάσεις από δημόσιες αρχές και χωρίς αθέμιτες διακρίσεις (Άρθρο 14).
6. Το Κογκρέσο, πιστεύοντας ότι αυτά τα δικαιώματα βρίσκονται στον πυρήνα μιας δημοκρατικής κοινωνίας και ότι ο ρόλος των τοπικών αρχών είναι να τα θεωρεί ως ουσιώδη, έχει συντάξει τις παρακάτω συστάσεις για να διασφαλιστεί ότι οι LGBT πολίτες σε όλα τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης απολαμβάνουν πλήρη δικαιώματα στην ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης. Το Κογκρέσσο καλεί τις τοπικές αρχές να:
α. λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να καταπολεμήσουν τον μισαλλόδοξο λόγο επί τη βάσει των αρχών που περιέχονται στην Σύσταση της Επιτροπής Υπουργών Νο R (97)20.
β. λάβουν υπόψη και να εφαρμόσουν τις προσεχείς Κατευθυντήριες Οδηγίες για την Ελεύθερη και Ειρηνική Συνάθροιση που έχουν συνταχθεί από το συμβούλιο ειδικών για την ελεθερία της συνάθροισης του ΟΑΣΕ
γ. περιορίζουν το δικαίωμα ειρηνικής συνάθροισης, μόνο ως έσχατο μέτρο, αφού έχουν εξαντλήσει όλα τα άλλα μέσα επιδίωξης συμφωνίας για την εκδήλωση, ύστερα από μια ανοικτή, αντικειμενική και διαφανή αξιολόγηση όλων των διαθέσιμων πληροφοριών και σε περιπτώσεις ώστε:
i.να διασφαλίσουν ότι οι περιορισμοί απηχούν νόμιμους λόγους που απαριθμώνεται σε διεθνή νομοθετικά κείμενα για τον περιορισμό εκδηλώσεων ή συναντήσεων και ότι η ερμηνεία αυτών των λόγων είναι σύμφωνη με την πάγια νομολογία και δεν υποβάλλουν αρχές συγκεκριμενης πολιτικής τάσης ή θρησκείας.
ii.να επιβάλλουν τα λιγότερο περιοριστικό χρόνο, μέρος ή τρόπο σε σχέση με την επίτευξη του νόμιμου στόχου,
iii. να προσφεύγουν στον διοργανωτή του προτεινόμενου δρωμένου τη δυνατότητα να απαντήσει σε ιδιαίτερες ανησυχές που εγείρονται από κάποια ρυθμιστική αρχή
iv. να δημοσιεύουν τος λόγους για τους οποίους επιβάλλονται περιορισμοί, εκ των προτέρων σε σχέση με την ανακοινωθείσα ημέρα της εκδήλωσης έτσι ώστε να μπορέσει ο διοργανωτής να προσβάλλει τη νομιμότητα των περιορισμών σε ένα δικαστήριο πριν ξεκινήσει η εκδήλωση.
v.να εφαρμόσουν εύλογα και κατάλληλα μέτρα ώστε να επιτρέψουν στις νόμιμες διαδηλώσεις να προχωρήσουν ειρηνικά αποφεύγοντας κανονισμούς που θα αλλοίωναν θεμελιωδώς τον χαρακτήρα μιας εκδήλωσης, όπως είναι η περιττή χρήση εμποδίων κίνησης πλήθους ή καθορισμό της πορείας σε λιγότερο κεντρικές περιοχές της πόλης,
vi. να διαθέσουν επαρκείς αστυνομικές δυνάμεις που θα διασφαλίζουν ότι έχουν ληφθεί επαρκή μέτρα, όπου οι αντιδιαδηλωτές κατά των LGBT έχουν εντοπιστεί, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι συμμετέχοντες δεν θα διατρέχουν κίνδυνο μήπως υποσύτον σωματική βία, κατ΄εφαρμογή του Άρθρου 2 της ΕΣΔΑ που επιβάλλει θετική υποχρέωση στις αρχές να προστατεύουν το δικαίωμα στη ζωή και του Άρθρου 3 που ορίζει ότι κανείς δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία,
δ. να βεβαιώσουν ότι οι ίδιες και οι υπάλληλοι τους αποτελούν υποδείγματα ανεκτικότητας και:
i.ασκούν τα καθήκοντά τους με νόμιμο και όχι κατά διακριτική μεταχείριση και δεν επιβάλλουν περιορισμούς λόγω του περιεχομένου του μηύνματος μιας εκδήλωσης,
ii.δεν στερούν μέλη της LGBT κοινότητας από τις υπηρεσίες τους για λόγους σχετικούς με την συνείδηση ή με την θρησκεία τους, όταν οι εν λόγω υπηρεσίες είναι σαφώς καθορισμένες στους όρους της σύμβασης εργασίας τους,
ε. να διασφαλίζουν οτι όσον αφορά τις εκδηλώσεις LGBT
i. οι διαδικασίες κοινοποίησης είναι όσον το δυνατόν πιο ελεύθερες από γραφειοκρατικές διαδικασίες,
ii. το κοινό έχει επαρκή πρόσβαση σε αξιόπιστες πληροφορίες που σχετίζονται με προσεχή γεγνότα, όπως επίσης και σε πληροφορίες που αφορούν τις διακρίσεις και την έλλειψη ανοχής,
iii. το κόστος καθαρισμού μετά την εκδήλωση δεν επιβάλλονται στον διοργανωτή μιας μη κερδοσκοπικής εκδήλωσης.
στ. να ενισχύουν και ενδυναμώνουν τις σχέσεις της κοινότητας με την τοπική αστυνομία προκειμένου να μειωθoύν οι κλιμακώσεις έντασης στις δημόσιες διαδηλώσεις και να:
i. διασφαλίσουν ότι οι αστυνομικοί έχουν λάβει την κατάλληλη εκπαίδευση και οδηγίες σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ουδετερότητα και την απαγόρευση διακρίσεων και να εφαρμοζουν αυτά,
ii. χρησιμοποιούν την ακύρωση των συναθροίσεων ως ένα έσχατο μέτρο,
iii. διασφαλίζουν ότι οι υπάλληλοι των διωκτικών αρχών αποφεύγουν την χρήση βίας ή τέτοιους περιορισμούς δυνάμεων στο ελάχιστο αναγκαίο, εφαρμοζοντας αυστηρά τα διεθνή πρότυπα της αστυνομίας που περιλαμβάνουν ειδικές και αναλυτικές οδηγίες σχετικά με αυτή τη χρήση.
iv. διασφαλίζουν ότι οι αστυνομικοί υπάλληλοι λαμβάνουν άμεση και αποτελεσματική δράση (σύμφωνα με τις ανάγκες της κανονικής διασφάλισης της δημόσια τάξης) για την αποτροπή κάθε προσώπου που σκοπεύει να θίξει μια εκδήλωση,
v. να μην επιβάλλουν στους διοργανωτές εκδηλώσεων να προσλάβουν προσωπικο ασφαλείας ή να καλύπτουν τα έξοδα της αστυνόμευσης των συναθροίσεων (καθώς αποτελεί είδος περιορισμού που προσβάλλει την θετική υποχρέωση των αρχών για προστασία της άσκησης των δικαιωμάτων αυτών),
ζ. να επιχειρήσουν την ανάπτυξη διαμεσολαβητικών ικανοτήτων σε περιπτώσεις διαφορών, όπου θα επιχειρείται η υποστήριξη αναζήτησης αμοιβαία αποδεκτών λύσεων για αντίθετες ομάδες, εισαγάγοντας τις τοπικές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών με εμπειρία διαμεσολάβησης και με την αξιοποίηση των υπαρχόντων μεσολαβητών
η. να χρησιμοποιοήσουν ανεξάρτητους παρατηρητές για να καλύψουν αντικειμενικά τα LGBT γεγονότα, να επιβλέπουν την αστυνομική δράση όσον αφορά τους αντι-διαδηλωτές ή να ελέγχουν την συμβατότητα των όρων κάθε συμφωνίας και να εξετάζουν την σύνδεση με τον ΟΑΣΕ στην ανάπτυξη και προετοιμασία ενός προγράμματος παρακολούθησης σε σχέση με εκδηλώσεις LGBT.
7.To Κογκρέσσο περαιτέρω αποφασίζει να:
α. υποδείξει ότι οι συζητήσεις για τα δικαιώματα LGBT στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο σε μαλλοντικές συναντήσεις των εκπροσώπων ΟΑΣΕ προκειμένου να ενισχυθεί η συνεργασία ανάμεσα στους δύο οργανισμούς.
β. αναθέσει στην Επιτροπή Κοινωνικής Συνοχής να εργαστεί στενά με τον Επίτροπο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου όσον αφορά τα ζητήματα διακρίσεων κατά των μελών της LGBT κοινότητας, για παράδειγμα στο πλαίσιο της συνεργασίας με τους Συνηγόρους του Πολίτη.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση Baczkowski και άλλοι, καταδίκασε την Πολωνία για παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία του συνέρχεσθαι (Άρθρο 11 ΕΣΔΑ). Οι προσφεύγοντες ετοίμαζαν μια εκδήλωση (παρέλαση) για τις 10-12 Ιουνίου 2005 στην Βαρσοβία, προκειμένου να ευαισθητοποιήσουν την κοινή γνώμη για τις διακρίσεις εις βάρος των μειονοτήτων -σεξουαλικών, εθνικών, εθνοτικών και θρησκευτικών – όπως επίσης εις βάρος των γυναικών και των αναπήρων. Ωστόσο, η αίτησή τους για άδεια από την Οδική Υπηρεσία απορρίφθηκε, ενώ ο Δήμαρχος εξέδωσε αποφάσεις για την απαγόρευση των εκδηλώσεων. Ταυτόχρονα, η δημοτική αρχή επέτρεψε να γίνουν έξι άλλες διαδηλώσεις την ίδια ημέρα με θέματα “ενίσχυση των μέτρων κατά της παιδοφιλίας”, “κατά του συμφώνου συμβίωσης”, “υπέρ της εκπαίδευσης για τις χριστιανικές αρχές ως εγγύησης για μια ηθική κοινωνία”, “Χριστιανοί που σέβονται τους νόμους του Θεού και της Φύσης είναι πολίτες πρώτης κατηγορίας”, “κατά της υιοθεσίας παιδιών από τα ομόφυλόφιλα ζευγάρια”. Παρ' όλ' αυτά, η διαδήλωση κατά των διακρίσεων έλαβε χώρα στις 11 Ιουνίου, με συμμετοχή 3.000 ατόμων και υπό την επίβλεψη της αστυνομίας. Ο Δήμαρχος Βαρσοβίας σε μια συνέντευξη πριν την απαγόρευση ανέφερε “είμαι κατά των διακρίσεων για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού, αλλά δεν θα γίνει προπαγάνδα για την ομοφυλοφιλία. Αν θέλουν ας διαδηλώσουν ως πολίτες, όχι ως ομοφυλόφιλοι.” Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου αναφέρει:
“98. Οι περιορισμοί του πολιτικού λόγου ή του δημόσιου διαλόγου σε θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος είναι ιδιαίτερα στενοί σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 2 της Σύμβασης [...]. Ωστόσο, η άσκηση της ελευθερίας του λόγου από αιρετούς πολιτικούς οι οποίοι την ίδια στιγμή κατέχουν δημόσια αξιώματα της εκτελεστικής εξουσίας συνεπάγεται ιδιαίτερη υπευθυνότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ένα σύνηθες μέρος των καθηκόντων αυτών των δημόσιων λειτουργών είναι να λαμβάνουν διοικητικές αποφάσεις οι οποίες μπορεί να έχουν επιπτώσεις στα ατομικά δικαιώματα, ενώ σε άλλες περιπτώσεις οι αποφάσερις μπορεί να λαμβάνονται από δημόσιους υπαλλήλους που δρουν εις το όνομα τους [των αιρετών]. Έτσι, η ελευθερία της έκφρασης γι' αυτά τα δημόσια πρόσωπα μπορεί να προσβάλλει υπέρμετρα την απόλαυση των δικαιωμάτων των άλλων που κατοχυρώνονται από τη Σύμβαση [...]. Κατά την ενάσκηση της ελευθερίας της έκφρασης, πρέπει να είναι εγκρατείς, έχοντας κατά νου ότι οι απόψεις τους μπορεί να θεωρηθούν ως οδηγίες προς τους δημόσιους υπαλλήλους, των οποίων οι θέσεις και οι καριέρες εξαρτώνται από την έγκριση των πρώτων.[...]
100. [...] το Δικαστήριο παρατηρεί κατά την αξιολόγηση της υπόθεσης ότι οι αυστηρές προσωπικές δηλώσεις του Δημάρχου για τα θέματα αυτά επηρέασαν τις αποφάσεις που εκδόθηκαν σχετικά με την ενάσκηση του δικαιώματος σε ελεύθερη έκφραση. Παρατηρεί ότι οι αποφάσεις εκδόθηκαν από τις δημοτικές αρχές, ενεργούσες εις το όνομα του Δημάρχου, ενώ είχε χαρακτηρίσει τη διαδήλωση “προπαγάνδα υπέρ της ομοφυλοφιλίας”. Παρατηρείται περαιτέρω ότι ο Δήμαρχος εξέφρασε αυτές τις απόψεις ενώ ήδη είχε κατατεθεί αίτημα ενώπιον των δημοτικών αρχών. Ενόψει αυτού, το Δικαστήριο θεωρεί ότι οι απόψεις του επηρέασαν την διαδικασία λήψεως απόφασης και, κατ' αποτέλεσμα, παραβίασαν κατ' αθέμιτη διάκριση τα δικαιώματα των προσφευγόντων για ελεύθερη συνάθροιση.
101. Δεδομένων των συνθηκών της εν λόγω υπόθεσης, ως σύνολο, το Δικαστήριο κρίνει ότι παραβιάστηκε το άρθρο 14 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 της Σύμβασης.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου