Συζητείται σήμερα στο θερινό τμήμα της Βουλής, κατά παράβαση του άρθρου 72 παρ. 1 του Συντάγματος που ορίζει ότι αρμόδια για νομοσχέδια ατομικών δικαιωμάτων είναι η μόνο η Ολομέλεια, η αντισυνταγματική τροπολογία για τον αποκλεισμό εφαρμογής του νόμου περί προσωπικών δεδομένων στις κάμερες, η οποία περιλαμβάνει επίσης και την τροπολογία για την δημιουργία βάσεων δεδομένων DNA.
Η τροπολογία για το DNA έχει δύο διατάξεις:
"Όταν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι ένα πρόσωπο έχει τελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών, οι διωκτικές αρχές λαμβάνουν υποχρεωτικά γενετικό υλικό για την ανάλυση του δεοξυριβονουκλεικού οξέος (Deoxyribonulcleic Acid - DNA) προς το σκοπό της διαπίστωσης της ταυτότητας του δράστη του εγκλήματος αυτού".
"Αν η ανάλυση αποβεί αρνητική, το γενετικό υλικό και τα γενετικά αποτυπώματα καταστρέφονται αμέσως, ενώ αν η ανάλυση αποβεί θετική το μεν γενετικό υλικό καταστρέφεται αμέσως, τα δε γενετικά αποτυπώματα του προσώπου, στο οποίο αποδίδεται η πράξη, τηρούνται σε ειδικό αρχείο που συνινστάται και λειτουργεί στην Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομιας. Τα στοιχεία αυτά τηρούνται για την αξιοποίηση στη διερεύνηση και εξιχνίαση άλλων εγκλημάτων και καταστρέφονται σε κάθε περίπτωση μετά το θάνατο του προσώπου που αφορούν. Η λειτουργία του αρχείου εποπτεύεται από αντεισαγγελέα ή εισαγγελέα εφετών, ο οποίος ορίζεται με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, κατά τις κείμενες διατάξεις, με θητεία δύο ετών."
Το πρόβλημα της πρώτης διάταξης είναι ότι επιβάλλει την συλλογη DNA ακόμα και για πλημμελήματα.
Το πρόβλημα της δεύτερης διάταξης είναι ότι σε περίπτωση καταδίκης του προσώπου, το DNA θα παραμείνει για όλη του τη ζωή στην βάση δεδομένων και για όλη του τη ζωή θα αποτελεί αντικείμενο συσχετισμού και έρευνας για την ταυτοποίηση δραστών άλλων εγκλημάτων.
Και οι δύο διατάξεις είναι αντίθετες στο άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως ερμηνεύθηκε ειδικώς για το ζήτημα της τήρησης DNA από αστυνομικές αρχές, με την απόφαση S. και Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία δικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Στην πολύ πρόσφατη αυτή απόφαση του Τμήματος Ευρείας Συνθέσεως (δηλ. ουσιαστικά στην Ολομέλεια) του ΕΔΔΑ περιλαμβάνονται όλες οι διατάξεις ευρωπαϊκού δικαίου, καθώς και συγκριτικά στοιχεία που αναφέρουν για ποια χρονικά διαστήματα και για ποια αδικήματα θα πρέπει οι αστυνομίες των χωρών της Ευρώπης να τηρούν DNA στις βάσεις δεδομένων.
- Το Eυρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι από τις μελέτες και τις στατιστικές που υπάρχουν μέχρι σήμερα, δεν έχει αποδειχθεί η αναγκαιότητα για την μόνιμη διατήρηση δεδομένων DNA από τις αστυνομικές αρχές.
- Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κρίνει ότι η διατήρηση DNA δεν μπορεί να αφορά ανεξαίρετα όλα τα αδικήματα και όλους τους υπόπτους, αλλά θα πρέπει να υπάρχουν διαβαθμίσεις ώστε να μη θίγεται το τεκμηριο της αθωότητας.
- Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κρίνει ότι οι βάσεις δεδομένων DNA εμπίπτουν στις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, δηλαδή διέπονται από τις διατάξεις για την προστασία προσωπικών δεδομένων.
Η τροπολογία επιβάλλει όμως την μόνιμη διατήρηση των δεδομένων DNA για όσους έχουν καταδικαστεί κι επίσης επιβάλλει την συλλογή DNA για όλα τα κακουργήματα και για τα περισσότερα πλημμελήματα, χωρίς να προβαίνει στις κατάλληλες σταθμίσεις.
Επίσης, ένα ακόμη στοιχείο είναι ότι με τη δομή της τροπολογίας, η βάση δεδομένων DNA δεν θα εμπίπτει στις διατάξεις του Ν.2472/1997, αφού έχοντας θέσει την βάση δεδομένων υπό την εποπτεία εισαγγελέων, ο νομοθέτης ουσιαστικά εξαιρεί την τήρηση των κανόνων προστασίας δεδομένων, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του Ν.2472/1997 οι κανόνες αυτοί δεν εφαρμόζονται σε εισαγγελικές και δικαστικές αρχές (κατά παράβαση επίσης του Ευρωπαϊκού Δικαίου).
Δηλαδή με την τροπολογία επιβάλλεται η λειτουργία βάσεων δεδομένων DNA, χωρίς την εφαρμογή κανόνων για την τήρησή τους, ώστε να προστατεύεται ο πολίτης από τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου