Παρασκευή, Οκτωβρίου 14, 2011

Η γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων για την δημοσιοποίηση ονομάτων οφειλετών του Δημοσίου

Δημοσιεύθηκε σήμερα η γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα 4/2011 όσον αφορά την δημοσίευση των ονομάτων οφειλετών του Δημοσίου που οφείλουν άνω των 150.000 ευρώ (βλ. εδώ).

Η Αρχή υπέβαλε το συγκεκριμένο νομοθετικό μέτρο σε έλεγχο συμβατότητας με το Σύνταγμα και με το Ευρωπαϊκό δίκαιο που αφορά την προστασία προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής και έκρινε ότι δεν προσκρούει στις σχετικές διατάξεις.

Στην ανάλυσή της, η Αρχή εξετάζει ειδικότερα την συμβατότητα του μέτρου με το Άρθρο 8 παράγραφος 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτή η παράγραφος προβλέπει τους θεμιτούς περιορισμούς που μπορεί να επιβάλλει το κράτος στην ιδιωτική ζωή των πολιτών. Το συγκεκριμένο άρθρο περιλαμβάνει τρεις προϋποθέσεις για να είναι νόμιμος ο περιορισμός της ιδιωτικής ζωής: α) πρέπει να προβλέπεται από τον νόμο, β) ο νόμος να κατατείνει σε έναν νόμιμο στόχο (ανάμεσα στους οποίους και η οικονομική ευημερία της χώρας) και γ) να είναι ένα μέτρο αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία. Αν δεν συντρέχει μία από τις τρεις προϋποθέσεις, το επιβαλλόμενο μέτρο παραβιάζει το ανθρώπινο δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής του ατόμου.

Κατά την ανάλυση αυτών των περιορισμών από την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, προστίθενται συγκεκριμένα κριτήρια. Ο "νόμος" πρέπει να είναι προσβάσιμος ("accessibility") και προβλέψιμων συνεπειών ("foreseeability") για τους αποδέκτες του, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να ρυθμίσουν την συμπεριφορά τους. Επιπλέον, ο έλεγχος για το κατά πόσον ένα μέτρο είναι "αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία" προϋποθέτει την ύπαρξη μιας "πιεστικής κοινωνικής ανάγκης", την οποία θα πρέπει να καλύπτει το εν λόγω μέτρο, το οποίο θα πρέπει να είναι το ηπιότερο σε σχέση με άλλα μέτρα που ενδεχομένως δεν θα περιορίζουν τόσο το ανθρώπινο δικαίωμα.

Η Αρχή, στην γνωμοδότησή της, ως προς την τήρηση του Άρθρου 8 παρ. 2 εξέτασε μόνον το κατά πόσον ο νόμος είναι προσβάσιμος και προβλέψιμων συνεπειών. Δεν προχώρησε τον έλεγχό της στο κατά πόσον το μέτρο είναι "αναγκαίο σε μια δημοκρατική κοινωνία". Δεν εξέτασε επίσης το κατά πόσον υπάρχουν άλλα μέτρα, πιο ήπια, για την επίτευξη του αντικειμενικού σκοπού, ο οποίος είναι η είσπραξη των οφειλών προς το Δημόσιο.

Σε κανένα σημείο της γνωμοδότησης η Αρχή δεν εξέτασε κατά πόσον υπάρχει προσφορότερο και ηπιότερο από την δημοσιοποίηση ονομάτων μέτρο για την είσπραξη των οφειλών προς το Δημόσιο. Και πράγματι υπάρχει: ο Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και όλο το νομικό οπλοστάσιο που παρέχει στο κράτος τα ένδικα μέσα για την είσπραξη των οφειλών του. Οι όροι της ισχύουσας νομοθεσία, με τις δικαστικές διαδικασίες που προβλέπονται για την είσπραξη των εσόδων είναι πολύ πιο αποτελεσματικές από την απλή δημοσιοποίηση των ονομάτων των οφειλετών και σίγουρα πολύ πιο περιορισμένες ως προς την δημόσια διαπόμπευσή τους. Η Αρχή για να φτάσει σε αυτό το συμπέρασμα, θα έπρεπε να είχε λάβει υπόψη της τυχόν στοιχεία, κατά τα οποία η εν λόγω νομοθεσία δεν επαρκούσε και γι' αυτό χρειάζονταν άλλα, πρόσθετα μέτρα. Δεν το έπραξε.

Προκαλεί κατάπληξη το γεγονός ότι η Αρχή δεν προέβη σε έναν ολοκληρωμένο έλεγχο της αναλογικότητας του μέτρου και ότι περιόρισε τον έλεγχό της στην "προσφορότητα" και την "αναγκαιότητα", χωρίς να λάβει υπόψη το τρίτο στάδιο που αφορά την "εν στενή εννοία αναλογικότητα", στάδιο κατά το οποίο πρέπει να γίνει η συγκεκριμένη στάθμιση και να ληφθούν υπόψη τυχόν άλλα, ηπιότερα για την ιδιωτικότητα, μέτρα είσπραξης των οφειλών στο Δημόσιο.

Aλλά και ως προς την ίδια την "προσφορότητα", η Αρχή συμπεραίνει ταυτολογικά ότι το μέτρο ανταποκρίνεται σε αυτές τις προϋποθέσεις, επειδή "η μη εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεών της, σε όλες τις μορφές της, αποτελεί μια συμπεριφορά με ιδιαίτερη συνταγματική απαξία, καθόσον παραβιάζει πολλαπλώς το Σύνταγμα". Γι' αυτές τις παραβιάσεις, όμως, το νομικό σύστημα προβλέπει ήδη συγκεκριμένα νομικά μέσα στο κράτος, για την είσπραξη των απαιτήσεών του. Η δημόσια διαπόμπευση των ατόμων δεν μας εξηγεί η Αρχή με ποιό τρόπο θα συμβάλλει στην είσπραξη των εσόδων.

Σημειωτέον ότι μιλάμε για την Αρχή, η οποία το 2006-2007 είχε απορρίψει αντίστοιχο αίτημα του Υπουργείο Εθνικής Άμυνας που ήθελε να δημοσιεύσει λίστες με φυγόστρατους ή με απαλλαγέντες από την υποχρέωση στράτευσης για λόγους υγείας. Η αρχική απόφασή της επικυρώθηκε μάλιστα από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώ η Αρχή, μετά την επικύρωση αυτή εξέδωσε κι άλλη απόφαση κατά την οποία "το Δημόσιο, μέρος του οποίου αποτελεί και το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, δεν είναι νοητό ως υπεύθυνος επεξεργασίας να συμμετέχει στην άσκηση του δημοσιογραφικού επαγγέλματος"! (Απόφαση 6/2007). (Διαβάστε την ανάλυση για εκείνη την απόφαση στο περιοδικό Το Σύνταγμα 2/2007: Διαφάνεια και δημόσια διαπόμπευση: οριοθετήσεις με γνώμονα την προστασία προσωπικών δεδομένων).

Πρόκειται λοιπόν για μία νομικώς πλημμελή γνωμοδότηση. Τα άτομα που θα δουν τα ονόματά τους δημοσιευμένα, μπορούν να στραφούν εναντίον του Δημοσίου και να αξιώσουν αποζημιώσεις.




1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Οι επιχειρήσεις είναι οι άλλοι.

Απαγόρευση λειτουργίας καμπάνας ναού λόγω ηχορύπανσης

  Σε υπόθεση που εκπροσωπώ τον θιγόμενο πολίτη, μετά από 2 προσωρινές διαταγές, το Πρωτοδικείο Καλαμάτας εξέδωσε και απόφαση ασφαλιστικών μ...