Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελβετία λόγω της καταχώρησης μιας Γαλλίδας πολίτη ως "πόρνης" στην βάση δεδομένων της αστυνομίας της Γενεύης.
Σύμφωνα με το δελτίο τύπου του Δικαστηρίου, κατά τη διάρκεια ενός αστυνομικού ελέγχου στην Γενεύη, η αστυνομία βρήκε ότι η προσφεύγουσα είχε μαζί τις κάρτες που ανέφεραν: "όμορφη, χαριτωμένη γυναίκα, προχωρημένα 30, θα ήθελε συνάντηση με άνδρα για ποτό ή γις εξόδους, αρ. τηλεφώνου ...". Ύστερα από αυτή την έρευνα, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η αστυνομία της Γενεύης καταχώρησε το όνομά της στο αρχείο ως πόρνη, παρά την επιμονή της ότι δεν πηταν. Η αστυνομία ισχυρίστηκε ότι η πράξη βασιζόταν στον καντονικό νόμο για την προστασία προσωπικών δεδομένων που επέτρεπε στην αστυνομία να κρατά αρχεία που θα μπορούσαν να περιέχουν προσωπικά δεδομένα για όσο χρόνο ήταν απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων της (δηλαδή για την τιμωρία αδικημάτων και την αποτροπή εγκλημάτων και πλημμελημάτων). Το Νοέμβριο του 1993, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Αλλοδαπών επέβαλε στην προσφεύγουσα διετή απαγόρευση παραμονής στην Ελβετία, ως προληπτικό μέτρο.
Το 2001 υποβλήθηκαν δύο μηνύσεις για απειλητική και προσβλητική συμπεριφορά εναντίον της προσφεύγουσας. Το 2003 η προσφεύγουσα ενημερώθηκε από μια επιστολή της αστυνομίας της Γενεύης ότι η λέξη "πόρνη" εξακολουθούσε να υπάρχει στα αστυνομικά αρχεία. Τον Μάη του 2005 επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα κράτηση 20 ημερών με αναστολή, κατόπιν δύο συμπληρωματικών μηνύσεων για προσβολή και κατάχρηση τηλεφωνικών υποδομών που υποβλήθηκαν εναντίον της το 2002 και το 2003.
Τον Ιούλιο του 2005 ο αρχηγός της αστυνομίας επιβεβίωσε ότι η λέξη που αναφερόταν στο επάγγελμά της στην βάση δεδομένων της αστυνομίας είχε αντικατασταθεί από το "μοδίστρα". Μετά από μια τηλεφωνική επικοινωνία το έτος 2006, η προσφεύγουσα έμαθε ότι η λέξη "πόρνη" παρέμενε στα ηλεκτρονικά αρχεία της αστυνομίας και γι' αυτό ζήτησε την διαγραφή της. Με επιστολή του, ο αρχηγός της αστυνομίας διαβεβαίωσε ότι αυτό είχε γίνει. Η προσφεύγουσα ζήτησε επίσης την διαγραφή δεδομένων της που αφορούσαν μηνύσεις για απειλή και προσβολή που είχαν υποβληθεί εναντίον της το 2001 και περιείχαν επίσης την λέξη "πόρνη". Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε με την δικαιολογία ότι αυτές οι πληροφορίες έπρεπε να παραμείνουν στο αρχείο ως προληπτικό μέτρο, δεδομένων των προηγούμενων παραβιάσεων. Η προσφεύγουσα ισχυρίστηκε ότι η διατήρηση αυτής της λέξης στα αρχεία θα δυσχέραινε την σημερινή της ζωή, καθώς αυτή η πληροφορία θα μπορούσε να διαβιβαστεί σε εν δυνάμει μελλοντικούς εργοδότες της.
Η προσφεύγουσα κατέθεσε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στις 5 Απριλίου 2007. Ισχυρίστηκε ότι από το 1993 στα αστυνομικά αρχεία αναφερόταν ως "πόρνη" και ότι αυτή η λέξη παρέμενε εκεί ως μέρος του φακέλου των δύο μηνύσεων που της είχαν υποβληθεί, με αποτέλεσμα να παραβιάζονται τα δικαιώματά της κατά το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η παρέμβαση αυτή στα δικαιώματα της προσφεύγουσας βασιζόταν στο εσωτερικό δίκαιο. Αναγνώρισε επίσης ότι τα δεδομένα της είχαν διατηρηθεί για λόγους αποτροπής του εγκλήματος και για λόγους προστασίας των δικαιωμάτων των άλλων.
Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σημείωσε ότι ο όρος "πόρνη" ως επάγγελμα είχε διαγραφεί μεν από την βάση δεδομένων της αστυνομίας, αλλά δεν είχε διορθωθεί στους φακέλους των μηνύσεων εναντίον της προσφεύγουσας. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω λέξη θα μπορούσε να θίξει την υπόληψη της προσφεύγουσας και να καταστήσει προβληματική την καθημερινή ζωή της, λόγω του ότι αυτά τα στοιχεία θα μπορούσαν να κοινοποιηθούν στις αρχές. Το πιο σοβαρό είναι ότι τα προσωπικά δεδομένα επί του παρόντος υποβάλλονται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία, επιτρέποντας έτσι την πρόσβαση σε αυτά και την διάδοσή τους. Γι' αυτό, η προσφεύγουσα είχε ένα εύλογο συμφέρον στην διαγραφή της λέξης "πόρνη" από τα αστυνομικά αρχεία.
Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη πρώτον το γεγονός ότι ο ισχυρισμός περί παράνομης πορνείας ήταν πολύ ασαφής και γενικός και ότι η σύνδεσημε την καταδίκη της προσφεύγουσας για απειλή και προσβολή δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με την διατήρηση της λέξης "πόρνης". Σημείωσε επίσης την αντιφατική συμπεριφορά των αρχών. Παρά το γεγονός ότι η αστυνομία επιβεβαίωσε ότι ο όρος είχε διορθωθεί, η προσφεύγουσα έμαθε ότι η λέξη είχε παραμείνει στα αρχεία της αστυνομίας.
Έτσι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η αποθήκευση εσφαλμένων προσωπικών δεδομένων που αφορούσαν την ιδιωτική ζωή της προσφεύγουσας παραβίασε το δικαίωμά της για σεβασμό της ιδιωτιής της ζωής και ότι η διατήρηση του όρου "πόρνη" για χρόνια δεν ήταν ούτε δικαιολογημένη, αλλά ούτε και αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελβετία να καταβάλλει στην προσφεύγουσα το ποσό των 15.000 ευρώ ως αποζημίωση για ηθική βλάβη.
Πρόκειται για μια σημαντική απόφαση, γιατί με αυτήν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ξεπερνά τις υφιστάμενες διατάξεις του ισχύοντος εθνικού δικαίου στις οποίες βασίζεται μια καταγραφή σε ένα αστυνομικό αρχείο και κρίνει ότι παρ' όλο που η καταγραφή μπορεί να ήταν "νόμιμη", δεν ήταν δικαιολογημένη και αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία. Βαρύνουσα σημασία όμως αποδίδεται στο γεγονός της αντιφατικής συμπεριφοράς της αστυνομικής αρχής, η οποία δήλωσε μεν ότι είχε αποκαταστήσει το θέμα, αλλά στην πραγματικότητα έπρεπε να είχε προχωρήσει και σε άλλες διορθώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου