Δόθηκε στη δημοσιότητα και σε δημόσια διαβούλευση στην γνωστή κυβερνητική ιστοσελίδα το νομοσχέδιο για την ίδρυση μιας ανεξάρτητης διοικητικής αρχής - νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, σχήμα υπό το οποίο θα λειτουργήσει η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία.
Προτείνεται λοιπόν η ίδρυση ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, το οποίο θα τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος ορίζει και τον Πρόεδρο και τον Αντιπρόεδρό του.
Η λειτουργία ανεξάρτητης διοικητικής αρχής ως ν.π.δ.δ. δεν είναι συνηθισμένη. Μόνο η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λειτουργεί υπό αυτό το καθεστώς. Οι υπόλοιπες ανεξάρτητες αρχές νομικά είναι... ανεξάρτητες αρχές, δηλ. κρατικές οντότητες η φύση των οποίων αναζητείται απευθείας στο νομικό πρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πάντως δεν ορίζεται ως "ανεξάρτητη διοικητική αρχή" από τη νομοθεσία. Η υπαγωγή της σε αυτή την κατηγορία υποστηρίζεται θεωρητικά (και πρακτικά), αλλά τυπικά πρόκειται απλώς για ένα ν.π.δ.δ., το οποίο χαίρει της οργανικής αυτοτέλειας (όχι όμως και ανεξαρτησίας) κάθε τέτοιου κρατικού οργάνου. Συνεπώς, κατά νομική κυριολεξία, ένα ν.π.δ.δ. δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται "ανεξάρτητη διοικητική αρχή".
Έπειτα η έννοια της "ανεξαρτησίας" των ανεξάρτητων αρχών ορίζεται προϋποθέτει την έλλειψη κάθε είδους ιεραρχικού ελέγχου και διοικητικής εποπτείας. Επομένως η υπαγωγή μιας ανεξάρτητης αρχής στην "εποπτεία του Υπουργού Οικονομικών" αποτελεί ένα σημαντικό θεσμικό ατόπημα.
Η επιλογή του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της από τον Υπουργό Οικονομικών αποτελεί ακόμη ένα θεσμικό ατόπημα, εάν πράγματι υπάρχει η βούληση για τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης αρχής. Στις μη συνταγματικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές (ΕΕΤΤ, ΡΑΕ, Επιτροπή Ανταγωνισμού, Συνήγορος Καταναλωτή, Αρχή Διασφάλισης Ποιότητας Εκπαίδευσης, Αρχή Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής) υπάρχει πάντοτε η συμμετοχή του Κοινοβουλίου (με γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας συνήθως) στην επιλογή των προσώπων. Η ορθότερη μάλιστα επιλογή θα ήταν να ακολουθηθεί το προβλεπόμενο από το Σύνταγμα μοντέλο για επιλογή των μελών της Αρχής όχι από Υπουργό ή Κυβέρνηση, αλλά από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής με ομοφωνία ή πλειοψηφία των 4/5, η οποία είναι ένα διακομματικό όργανο. Μόνο έτσι μπορούμε να μιλάμε εγγυήσεις προσωπικής ανεξαρτησίας των μελών της. Αλλιώς η "ανεξαρτησία" είναι απλώς κενή συνθηματολογία που δεν ανταποκρίνεται σε νομικώς απτά στοιχεία.
Οι συμμετέχοντες στην διαβούλευση του Υπουργείου έχουν ήδη επισημάνει τις παραπάνω ελλείψεις για την κατοχύρωση της θεσμικής ανεξαρτησίας της υπό ίδρυση Υπηρεσίας. Έχει ενδιαφέρον να δούμε αν το Υπουργείο επιθυμεί να δημιουργήσει μια όντως ανεξάρτητη αρχή ή θα παραμείνει στην συνθηματολογική υποστήριξη αυτού του όρου, χωρίς τις επιβαλλόμενες εγγυήσεις.
Ενδεχομένως το Υπουργείο να εμμείνει στις επιλογές του νομοσχεδίου όπως είναι σήμερα, επικαλούμενο ένα αμφιλεγόμενο κείμενο του Συνηγόρου του Πολίτη, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι μετά την συνταγματική αναθεώρηση του 2001, μόνο οι προβλεπόμενες απο το Σύνταγμα ανεξάρτητες αρχές θα πρέπει να επιλέγονται από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, υποστηρίζοντας λίγο-πολύ ότι είναι αντισυνταγματικό οι υπόλοιπες -νομοθετικά κατοχυρωμένες- ανεξάρτητες διοικητικές αρχές να διορίζονται με τον ίδιο τρόπο αυξημένης διαφάνειας, ομοφωνίας, κοινοβουλευτικής συμμετοχής και αμεροληψίας. Όπως προκύπτει απο την ανάγνωση του κειμένου του Συνηγόρου, αυτός προσπαθούσε κυρίως να προστατεύσει την ιδιότητά του ενόψει της ίδρυσης του "Συνηγόρου του Καταναλωτή". Αυτή η επιχειρηματολογία του Συνηγόρου του Πολίτη συντέλεσε το καλοκαίρι του 2005 στο να μεταβληθεί ο νόμος της ΕΕΤΤ και να διορίζεται η ηγεσια της από τον Υπουργό Μεταφορών και το Υπουργικό Συμβούλιο, εκμηδενίζοντας τον ρόλο του Κοινοβουλίου στην επιλογή των προσώπων. Έτσι, με επίκληση του ... Συνηγόρου του Πολίτη - ο οποίος προφανώς επιδίωκε απλώς να επιφυλάξει για τον εαυτό του και τις άλλες 4 συνταγματικά προβλεπόμενες ανεξάρτητες αρχές την αυξημένη νομιμοποίηση της διαδικασία του άρθρου 101Α Σ.- υποβαθμίστηκε σοβαρά η ανεξαρτησία της ΕΕΤΤ, η οποία κατέστη άλλο ένα κυβερνητικό όργανο.
Ας δούμε τι έλεγαν τότε στελέχη του ΠΑΣΟΚ για τον νομοθετικό περιορισμό του ρόλου του Κοινοβουλίου στην επιλογή μελών ανεξάρτητης αρχής:
Χαράλαμπος Καστανίδης: Μέσα στο κείμενο, επίσης, του Επιστημονικού Συμβουλίου υπάρχει μια εξαιρετική εισήγηση που γίνεται από συγκεκριμένο καθηγητή –είναι ο καθηγητής Σκανδάμης- ο οποίος λέγει το εξής: Οι ανεξάρτητες διοικητικές αρχές χωρίζονται σε τρία είδη: αυτές οι οποίες προβλέπονται απευθείας από τον συνταγματικό νομοθέτη, αυτές που ιδρύονται από τον κοινό νομοθέτη και αυτές που έχουν τον χαρακτήρα της ρυθμιστικής ανεξάρτητης αρχής και προκύπτουν πρωτίστως από το δίκαιο του κοινοτικού ανταγωνισμού και ενσωματώνονται στο εθνικό δίκαιο.
Για τις πρώτες ανεξάρτητες αρχές δεν υπάρχει κανένα θέμα. Η εγγύηση της ανεξαρτησίας τους αποτυπώνεται στη συνταγματική πρόβλεψη ότι ο διορισμός τους γίνεται με απόφαση της πλειοψηφίας των τεσσάρων πέμπτων της Διάσκεψης των Προέδρων. Για τις ανεξάρτητες διοικητικές αρχές, οι οποίες προβλέπονται από τον κοινό νομοθέτη, θα μπορούσαμε να δεχθούμε ότι ίσως πρέπει να είναι διαφορετικό το καθεστώς ορισμού της ηγεσίας τους και των μελών τους.
Αλλά –συνεχίζει επίσης ο καθηγητής- σε ό,τι αφορά τις ρυθμιστικές αρχές που είναι αποτέλεσμα της διαμόρφωσης πρώτα απ’ όλα της κοινοτικής αγοράς, όπως συμβαίνει στις τηλεπικοινωνίες και στην ενέργεια, οι ρυθμιστικές αυτές αρχές πρέπει να έχουν τους ίδιους όρους και εγγυήσεις της ανεξαρτησίας, που προβλέπονται και για τις κατά τη συνταγματική πρόβλεψη ανεξάρτητες αρχές. Διότι εδώ το Κοινοτικό Δίκαιο -και αναφέρεται στην Οδηγία 2081- έχει την ίδια ισχύ με το Εθνικό μας Δίκαιο.
Άρα –και είναι σωστή αυτή η ερμηνευτική εκδοχή- και οι ρυθμιστικές ανεξάρτητες αρχές, που παρεμβαίνουν με κανονιστικό τρόπο στις απελευθερωμένες αγορές, πρέπει να απολάβουν των ίδιων όρων ανεξαρτησίας, όπως είναι ο τρόπος του διορισμού τους. Συνεπώς και γι’ αυτές θα πρέπει να ισχύει η αρχή του διορισμού τους από τη Διάσκεψη των Προέδρων με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων.
Θα πρέπει, εξάλλου, να ακολουθήσουμε το παράδειγμα ισχυρών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως είναι η Γερμανία και η Ιταλία, όπου τα ομοσπονδιακά κοινοβούλια ή οι γερουσίες παίζουν ιδιαίτερα αποφασιστικό ρόλο στον διορισμό εθνικών ρυθμιστικών αρχών και γενικότερα των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών.
Σε κάθε περίπτωση, κυρία Πρόεδρε, θεωρώ ότι αποτελούσε κατάκτηση για τον κοινοβουλευτικό μας πολιτισμό και για τη δημοκρατία ότι η Διάσκεψη των Προέδρων με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων διόριζε τις ηγεσίες και τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών.
Θυμίζω –και με αυτό τελειώνω- ότι στη σχετική συζήτηση που έγινε στα πλαίσια της Αναθεώρησης του Συντάγματος η τότε μειοψηφία και σήμερα πλειοψηφία ισχυριζόταν –μπορείτε να ανατρέξετε στα Πρακτικά Αναθεώρησης του Συντάγματος- ότι δεν αρκούσε ο ορισμός των ανεξαρτήτων αρχών από τη Διάσκεψη των Προέδρων με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων. Η τότε αντιπολίτευση πρότεινε την εκλογή των ανεξαρτήτων αρχών από την αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή με πλειοψηφία των τριών πέμπτων.
Σήμερα τι είναι αυτό που σας αναγκάζει να πάτε πίσω; Νομίζω ότι και συμφέροντα συγκεκριμένα υπερασπίζεστε, αλλά και τη δημοκρατία εξασθενίζετε.
Κωνσταντίνος Ρόβλιας: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα σας μιλήσω μόνο για την πρώην ανεξάρτητη αρχή τηλεπικοινωνιών –και νομίζω ότι οι συνάδελφοι που έχουν μιλήσει και αυτοί που θα ακολουθήσουν εξαντλούν με τον καλύτερο τρόπο όλα τα άλλα θέματα- και την επερχόμενη νέα ευρωπαϊκή γελοιοποίηση της χώρας μας από το «Βασικό Μέτοχο» Νο 2, όπως θα εξελιχθεί αυτή η ιστορία.
Πριν από λίγες εβδομάδες η χώρα μας καταδικάστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, διότι η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν έχει καταφέρει επί δεκαέξι μήνες να φέρει για ψήφιση την ενσωμάτωση των πέντε κοινοτικών οδηγιών που αφορούν τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Παρεμπιπτόντως, σας ενημερώνω ότι το σχετικό νομοσχέδιο η προηγούμενη κυβέρνηση, η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών, το παρέδωσε έτοιμο στην Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Δεν άρκεσε λοιπόν αυτή η καταδίκη που είχαμε ως χώρα πριν από μερικές εβδομάδες για τη μη ενσωμάτωση των κοινοτικών οδηγιών, αλλά η Κυβέρνηση φέρνει σήμερα το άρθρο 72 του νομοσχεδίου που συζητάμε. Λυπάμαι που δεν είναι εδώ ο Υπουργός Μεταφορών ο κ. Λιάπης, ούτε ο αρμόδιος για θέματα Κοινοβουλίου ο κ. Νεράντζης. Απουσιάζει και ο κ. Παυλόπουλος που ειδικεύεται στα θέματα των «Βασικών Μετόχων». Εν πάση περιπτώσει, ελπίζω ότι ο παριστάμενος Υπουργός θα μεταφέρει αυτές τις σκέψεις μας στους αρμόδιους Υπουργούς.
Τι λέει το άρθρο 72; Λέει ότι στο εξής δεν θα ορίζεται η Ανεξάρτητη Αρχή Τηλεπικοινωνιών από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα και τις κοινοτικές οδηγίες, αλλά θα ορίζεται από το υπουργικό συμβούλιο.
Θα μου πείτε τι σημασία έχει αυτό; Ίσως δεν το καταλαβαίνει ο πολύς κόσμος, αλλά θα σας πω τι σημασία έχει. Σε όλη την Ευρώπη υπάρχει πλέον μια απελευθερωμένη αγορά τηλεπικοινωνιών, μια αγορά που απελευθερώθηκε στην Ελλάδα πριν από μερικά χρόνια χωρίς να «ανοίξει μύτη» και με πολύ μεγάλα οφέλη για τον Έλληνα καταναλωτή.
Αλλά μια απελευθερωμένη αγορά δεν είναι μια ασύδοτη αγορά. Είναι μια αγορά που έχει κανόνες και κυρίως έχει κάποιον, ο οποίος τη ρυθμίζει και την παρακολουθεί. Αυτός είναι ο διαιτητής της απελευθερωμένης αγοράς τηλεπικοινωνιών. Και αυτός ο διαιτητής είναι ανεξάρτητος, επιβάλλεται να είναι ανεξάρτητος. Δεν μπορεί ο διαιτητής να είναι ταυτόχρονα και παίκτης της αγοράς τηλεπικοινωνιών.
Τι εννοώ με αυτό; Ο μεγάλος, ο κυρίαρχος παίκτης είναι ο ΟΤΕ. Και το ελληνικό δημόσιο θα έχει σε μερικές ημέρες το 46% των μετοχών του ΟΤΕ. Το ίδιο το ελληνικό δημόσιο, που είναι μέσω του ΟΤΕ ο βασικός παίκτης στην αγορά τηλεπικοινωνιών, θα ορίζει με το άρθρο 72 και τον διαιτητή αυτής της αγοράς.
Αυτή η ρύθμιση παραβιάζει ευθέως το Σύνταγμα, παραβιάζει τον Κανονισμό της Βουλής, παραβιάζει κυρίως το κοινοτικό δίκαιο και αποδυναμώνει τη Βουλή από αρμοδιότητές της. Γιατί παραβιάζει το Σύνταγμα; Διότι το άρθρο 101 Α΄ παράγραφος 2 του Συντάγματος λέει ότι κάθε ανεξάρτητη αρχή ορίζεται από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής και κάθε παρερμηνεία αυτής της διάταξης δεν είναι αποδεκτή.
Σας παραπέμπω στο εγχειρίδιο διοικητικού δικαίου Σπηλιωτόπουλου, στο κεφάλαιο «Ανεξάρτητες Αρχές» που λέει ότι από τη διατύπωση της παραγράφου 2 προκύπτει ότι οι ρυθμίσεις που θεσπίζει το Σύνταγμα εφαρμόζονται σε κάθε ανεξάρτητη αρχή, είτε αυτή προβλέπεται από το Σύνταγμα είτε προβλέπεται από τους νόμους.
Παραβιάζεται ευθέως ο Κανονισμός της Βουλής, το άρθρο 14 περίπτωση δ΄, που λέει ότι η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής επιλέγει τα μέλη των ανεξαρτήτων αρχών. Παραβιάζεται η οδηγία 2002/21, άρθρο 3, που λέει ότι η ανεξαρτησία των εθνικών κανονιστικών αρχών από τους οργανισμούς παροχής δικτύων, εξοπλισμών και υπηρεσιών είναι υποχρεωτική.
Παρ’ όλα αυτά, προχωράτε στον κομματικό έλεγχο της Ανεξάρτητης Αρχής Τηλεπικοινωνιών. Γιατί; Γιατί θέλετε να ελέγξετε τα πάντα, γιατί θέλετε στο μέλλον να αυξάνει ο ΟΤΕ τις τιμές ανεξέλεγκτα, γιατί θέλετε να εξαφανιστεί ουσιαστικά ο ανταγωνισμός, γιατί θέλετε να ωφελήσετε τον ιδιώτη επενδυτή στον οποίο θα παραδώσετε τον ΟΤΕ.
Το θέμα της πρώην Ανεξάρτητης Αρχής Τηλεπικοινωνιών, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι πακέτο με το θέμα της εθελουσίας εξόδου. Και τα δύο διευκολύνουν τον αγοραστή του ΟΤΕ και επιβαρύνουν τον Έλληνα πολίτη.
Ευχαριστώ πολύ.
Κεγκέρογλου Βασίλειος: [...]Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών. Παρά αυτά τα οποία λέγατε στο πρόγραμμά σας, κύριε Υπουργέ, παρά το ότι λέγατε ότι θα την κάνετε πραγματικά ανεξάρτητη αρχή -θεωρώντας ότι μέχρι τότε δεν είχε πλήρη ανεξαρτησία- έρχεστε σήμερα να επικαλεστείτε μια γνωμοδότηση η οποία βγήκε αφού έληξε η θητεία της επιτροπής και έπρεπε ήδη να έχει διοριστεί καινούργια. Έρχεστε σήμερα να επαναφέρετε στην απόλυτη εξουσία του Υπουργού και φυσικά της Κυβέρνησης συνολικά, δεν θα αποφασίσει μόνο ο Υπουργός, το διορισμό του προέδρου σε μια ανεξάρτητη αρχή.
Aπόστολος Κακλαμάνης: [...] Έρχομαι τώρα στο θέμα αυτό, για να πω στον αγαπητό κ. Νεράντζη ότι αυτήν τη στιγμή υπάρχει νόμος του κράτους και υπάρχει και ο Κανονισμός της Βουλής, που ενσωματώνει ό,τι το Σύνταγμα και ο νόμος του κράτους αναθέτει στο Κοινοβούλιο ή σε όργανά του.
Μόνο η τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής μπορεί να επιτρέψει να απεκδυθούν είτε η Ολομέλεια είτε οι επιτροπές είτε η Διάσκεψη των Προέδρων από αρμοδιότητες που δίνει το Σύνταγμα και ο κοινός νομοθέτης.
Είναι λάθος, κύριε Νεράντζη και απευθύνομαι σε σας. Αυτήν τη στιγμή η αρχή αυτή είναι ανεξάρτητη πραγματικά, κατά το Κοινοτικό Δίκαιο. Διότι η απελευθέρωση των συναλλαγών και γενικά των δραστηριοτήτων στο χώρο των τηλεπικοινωνιών είναι βασική αρχή της λεγόμενης ελευθερίας της αγοράς, των συναλλαγών, της διακίνησης κεφαλαίων κλπ. Δεν νομίζετε, λοιπόν, ότι πρέπει να λάβετε υπόψη αυτά που σας λέμε, ότι όπως είχατε το πρόβλημα με το «Βασικό Μέτοχο», έτσι θα έχετε αύριο και μ΄ αυτήν τη διάταξη; Διότι μία ανεξάρτητη αρχή που ψηφίζεται και επιλέγεται ομοφώνως από ένα όργανο της Βουλής, εσείς τη μεταφέρετε και ως προς την επιλογή των προσώπων και ως προς τη λειτουργία της στον αρμόδιο Υπουργό, που θα εισηγηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο αναλόγως. [...] Λέει ο κ. Κανδάμης, καθηγητής του Κοινοτικού Δικαίου, άλλοτε γενικός διευθυντής αρμοδίας διευθύνσεως της Κοινότητας, από τα πρόσωπα από τα οποία εγώ συγκρότησα αυτό το Επιστημονικό Συμβούλιο και το οποίο δεν έχει κομματικές ταμπέλες. Και αν δείτε και τα άλλα πρόσωπα, θα δείτε ότι δεν έχουν και αυτοί κομματικές ταμπέλες. Λέγει, λοιπόν, ότι είναι βασική αρχή του Κοινοτικού Δικαίου η ανεξαρτησία των λεγομένων εθνικών ρυθμιστικών αρχών. Εάν οι αρχές αυτές ελέγχονται από οποιονήποτε εκ των ανταγωνιζομένων στην αγορά συμφερόντων, δεν είναι ανεξάρτητες, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι."
Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν αντιτάχθηκε το 2005 στο να επιλέγονται μέλη ανεξάρτητης αρχής από τους Υπουργούς κι όχι από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής. Σήμερα όμως, εισάγεται ακριβώς αυτό, στο οποίο είχε αντιταθχεί ως αντιπολίτευση!
Δεν είναι αλήθεια ότι το Σύνταγμα εμποδίζει να επιλέγονται τα μέλη των νομοθετικά κατοχυρωμένων ανεξάρτητων αρχών από την Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής. Με την ίδια ακριβώς λογική θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι "απαγορεύεται" ο κοινοβουλευτικός έλεγχος στις νομοθετικά κατοχυρωμένες ανεξάρτητες αρχές. Το Σύνταγμα τυποποιεί και "κλειδώνει" ένα minimum θεσμικών εγγυήσεων για την ανεξαρτησία των 5 συνταγματικά προβλεπόμενων αρχών, χωρίς να απαγορεύει να ακολουθούνται οι ίδιες -πρότυπες- διατάξεις του για τις άλλες ανεξάρτητες αρχές. Η επιχειρηματολογία του Συνηγόρου του Πολίτη υποστηρίζει ουσιαστικά ότι μόνο με το άρθρο 101Α του Συντάγματος περιήλθε η επιβαλλόμενη εξαίρεση από την (συνταγματικά προβλεπόμενη) διάκριση των λειτουργιών, ώστε το πολίτευμά μας να υποδεχθεί το φαινόμενο των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών. Αλλά αυτή η επιχειρηματολογία οδηγεί αναπόφευκτα στη σκέψη ότι η λειτουργία του Συνηγόρου και των άλλων ανεξάρτητων αρχών ήταν... αντισυνταγματική μέχρι την Αναθεώρηση του 2001. Πρόκειται για μια προσέγγιση που δεν αντέχει στην συγκριτική συνταγματολογική ανάλυση, εάν παρατεθούν παραδείγματα από άλλες έννομες τάξεις, χωρών στις οποίες δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε η θεσμική καινοτομία των ανεξάρτητων αρχών. Χώρες με πολύ πιο "καθετοποιημένη" διατύπωση κι εφαρμογή της αρχής της διάκρισης των λειτουργιών (όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία) έχουν ανεξάρτητες αρχές χωρίς το Σύνταγμά τους να προβλέπει τίποτε επ' αυτού. Η νομολογία των χωρών αυτών, όταν τέθηκαν αυτά τα ζητήματα, αν και κυμαινόμενη, κατέληξε ότι δεν υπάρχει κανένα συνταγματικό ζήτημα με τη λειτουργία ανεξάρτητων επιτροπών. Αλλά και στις χώρες με νεότερα Συντάγματα, τα οποία -όπως και το δικό μας- προβλέπει την λειτουργία ανεξάρτητων αρχών, ουδέποτε αμφισβήτησαν την σύμφυτη με την έννοια της ανεξάρτητης αρχής σχέση τους με τα Κοινοβούλια. Το ίδιο και στο διοικητικό οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο του οποίου λειτουργούν πολλές ανεξάρτητες υπηρεσίες. Για παράδειγμα ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος επιλέγεται με κοινή απόφαση Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Συμβουλίου ΕΕ, ύστερα από γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, χωρίς βέβαια να προβλέπει κάτι τέτοιο η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Συνεπώς, η Κυβέρνηση εάν θέλει να δημιουργήσει μια όντως ανεξάρτητη διοικητικη αρχή κι όχι άλλη μία κρατική υπηρεσία, έχει υποχρέωση να αναγνωρίσει το ρόλο που πρέπει να έχει το Κοινοβούλιο στην επιλογή των μελών και στον έλεγχο ενός τέτοιου μορφώματος.
4 σχόλια:
Χωρίς να έχω άποψη για την μορφή που θα πρέπει να έχει η Στατιστική Υπηρεσία, νομίζω ότι πρέπει να επισημάνουμε πώς μάλλον η περίπτωσή της είναι διαφορετική από αυτή της ΕΕΕΤ που αναφέρεις -η ΕΕΕΤ έχει ρυθμιστικές αρμοδιότητες και εξουσίες, νομίζω ότι η Στατιστική Υπηρεσία δεν έχει αντίστοιχες.
Η σύνδεση των δύο περιπτώσεων, πρέπει να γίνει με λίγο μεγαλύτερη προσοχή.
(με κάθε επιφύλαξη, όπως πάντα όταν είναι για θέματα που γνωρίζω πολύ λίγο)
Κι εγώ θα ήλελα μία ανεξάρτητη στατιστική υπηρεσία, αλλά δεν ξέρω αν μπορέι ένα Κράτος να έχει τέτοια υπηρεσία. Σίγουρα όμως θα είχαμε άλλα στοιχέια, τελέιως διαφορετικά.
@vrypan
Δεν μπορούμε να μιλάμε για ανεξάρτητη αρχή με διορισμό προεδρίου από Υπουργό. Πράγματι η ΕΕΤΤ έχει άλλες αρμοδιότητες, αλλά κι εκεί η κριτική για τον περιορισμό της ανεξαρτησίας της επικέντρωσε στην επιλογή των μελών της από τον υπουργό μεταφορών (ενώ πιο πριν γινόταν με συμμετοχή της Βουλής).
Γενικά συμφωνώ με τα αναφερόμενα στο post του e-lawyer. Έριξα και μια ματιά στα comments της διαβούλεσης που έγιναν και από μέλη της ΕΣΥΕ και συλλόγων.
Ενδιαφέρουσα η τοποθέτηση του κ. Παπακωνσταντίνου στην συζήτηση του προσχεδίου στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Αναφέρει και ο ίδιος την κριτική στο νομοσχέδιο που γίνεται στα πλαίσια της δημόσιας διαβούλευσης, και φαίνεται ότι έχει αποφασίσει να κάνει αλλαγές. Θα δείξει.
Δημοσίευση σχολίου