Πριν λίγες ημέρες υποστήριξα ότι η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στην υπόθεση για την απομάκρυνση του σταυρού από τις σχολικές αίθουσες επιδέχεται γενικότερης εφαρμογής, καθώς το ΕΔΔΑ αναφέρει στην αιτιολογία του ότι η θρησκευτική ελευθερία αναπτύσσεται έναντι του Κράτους σε όλες τις διαδικασίες στις οποίες το άτομο έχει σχέση εξάρτησης, δηλαδή όταν δεν έχει επιλογή. Έτσι, η νομολογία αυτή δεν αφορά μόνο τα σχολεία, αλλά και κάθε άλλη δημόσια υπηρεσία. Η νομολογία αυτή αφορά και τις αίθουσες των δικαστηρίων.
Χθες μου δόθηκε η δυνατότητα να υποστηρίξω αυτή την άποψη σε ένα δευτεροβάθμιο δικαστήριο: μία διάδικος που δεν είναι χριστιανή μου ζήτησε να την εκπροσωπήσω στο αίτημά της για απομάκρυνση των θρησκευτικών συμβόλων, αισθανόμενη ότι η δίκαιη αντιμετώπισή της από το Δικαστήριο διακυβευόταν μεταξύ άλλων και για λόγους συνειδησιακής ετερότητας. Μικρή αλλά σημαντική λεπτομέρεια: επρόκειτο για διαδικασία διόρθωσης πρακτικών απόφασης, για την οποία είχε ήδη ζητηθεί η διόρθωση μία φορά, αλλά η απόφαση δεν είχε ακόμη διορθωθεί.
Πρέπει να σημειώσω ότι η αντίδραση του Δικαστηρίου ήταν ιδιαίτερα θετική. Ούτε απαξίωση, ούτε ξάφνιασμα, ούτε φωνές από το ακροατήριο, όπως είχα ακούσει ότι είχε συμβεί σε άλλες υποθέσεις που αφορούν την θρησκευτική ελευθερία στην Ελλάδα. Θυμάμαι σε ένα βιβλίο του ο καθηγητής μου Ν. Αλιβιζάτος ανέφερε πως όταν υπερασπίστηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας την απάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες κάποιος από το κοινό τον πλησίασε στη δίκη και του είπε κάτι σαν "δεν είσαι Έλληνας εσυ;". Οι εφέτες μας χθες αντιμετώπισαν με την σοβαρότητα που επιβάλλεται το συγκεκριμένο αίτημα, επιφυλασσόμενοι να μελετήσουν την νομολογία που τους προσκομίσαμε όπως και έκαναν.
Η πρόταση του κ. εισαγγελέα ήταν αρνητική, με επίκληση στο άρθρο 3 και την "επικρατούσα θρησκεία". Την αντέκρουσα με ευκολία, γιατί αποτελεί κοινό τόπο σε όλα τα εγχειρίδια συνταγματικού δικαίου ότι η αναφορά του Συντάγματος σε "επικρατούσα θρησκεία" αποτελεί μια ιστορική διάπίστωση του συνταγματικού νομοθέτη του 1975 χωρίς κανένα απολύτως κανονιστικό περιεχόμενο. Κανονιστικές είναι οι υπόλοιπες διατάξεις του άρθρου 3. Εν προκειμένω εφαρμοστέο ήταν το άρθρο 13 του Συντάγματος για την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και, φυσικά, το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ (απαγόρευση διακρίσεων για λόγους θρησκεύματος) σε συνδυασμό με τα άρθρα 6 (δίκαιη δίκη) και το άρθρο 9 (ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης). Εκεί εστίασα και την ανάπτυξή μου.
Θυμήθηκα επίσης και εξέθεσα στο Δικαστήριο μια ενδιαφέρουσα επιχειρηματολογία: από την ανάρτηση θρησκευτικών συμβόλων στις δικαστικές αίθουσες θίγονται και οι ίδιοι οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι, οι οποίοι επιλέγουν ως τόπο θρησκευτικής λατρείας του ιερούς ναούς και πολλοί από αυτούς όταν προσέρχονται σε Δικαστήρια αρνούνται να δώσουν θρησκευτικό όρκο επειδή ακολουθούν την σχετική εντολή περί άκρως προσεκτικής χρήσης του όρκου. Συγγενικό μου πρόσωπο βαθύτατα θρησκευόμενο μου έχει εξομολογηθεί ότι θίγεται από την εικόνα της Παναγίας στο Πρωτοδικείο επειδή θεωρεί ότι δεν έχει καμία θέση ένα ιερό σύμβολο σε αίθουσες όπου εκτυλίσσονται διαδικασίες αμφιλεγόμενες κατά την χριστιανική ηθική. Υπάρχουν λοιπόν και αυτοί οι συμπολίτες μας, εκτός από τους αλλόθρησκους και τους άθρησκους, οι οποίοι σε σημαντικό βαθμό θίγονται από αυτές τις διαδικασίες.
Ανεξάρτητα από το που πιστεύει καθένας, το θρησκευτικό συναίσθημα βρίσκεται στα έγκατα της ύπαρξης και αποτελεί ένα θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα για όλους: είτε πρόκειται για αυτούς που ανήκουν στην επικρατούσα θρησκεία είτε όχι. Το γεγονός ότι υπάρχει επικρατούσα θρησκεία (η οποία εν πολλοίς ταυτίζεται με μια εξουσιαστική κατάσταση στην Ελλάδα) δεν σημαίνει ότι οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι δεν έχουν ανθρώπινο δικαίωμα να γίνεται σεβαστό το δικό τους θρήσκευμα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να υποστηρίξει την έκφραση του ανθρώπινου δικαιώματος που συλλογικά εκπροσωπεί σε ένα βαθμό και να αναγνωρίσει ότι ο ρόλος της δεν πρέπει και δεν μπορεί πια να είναι ο ρόλος της εξουσίας, αλλά ο ρόλος του φορέα άσκησης ενός ανθρώπινου δικαιώματος που κατοχυρώνεται από το άρθρο 9 της ΕΣΔΑ. Όπως και όλες οι υπόλοιπες Εκκλησίες, όπως και όλες οι υπόλοιπες θρησκευτικές πεποιθήσεις που έχει κάθε άνθρωπος. Πραγματικά απορώ που η Ορθόδοξη Εκκλησία σε κάποιες περιπτώσεις αντιλαμβάνεται τα ανθρώπινα δικαιώματα ως εχθρούς, αντί να αντιληφθεί ότι βάσει του άρθρου 9 της ΕΣΔΑ προστατεύεται και η ίδια ως συλλογικότητα.
Το Δικαστήριο ύστερα από μελέτη της απόφασης Lautsi αναγνώρισε ότι πρέπει να γίνουν οι σχετικές αλλαγές, αλλά δεν πήρε βέβαια το ρίσκο να αποκαθηλώσει για 5 λεπτά που θα κρατούσε η δίκη την εικόνα του Χριστού. Αδυνατώ να αντιληφθώ το λόγο για τον οποίο το Εφετείο αρνείται να υποβάλλει σε έλεγχο συνταγματικότητας και έλεγχο συμβατότητας με την (αυξημένης τυπικής ισχύος) Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Γιατί χρειάζεται να περιμένουν οι Δικαστές τον νομοθέτη; Δεν είναι πλέον υποχρεωμένοι από το Σύνταγμα να προβαίνουν σε έλεγχο συνταγματικότητας κάθε διοικητικής πρακτικής; Κι αν όχι τότε ποιο το νόημα της αυξημένης τυπικής ισχύος του συντάγματος και του διεθνούς δικαίου;
Το Δικαστήριο υπέπεσε σε ένα απαράδεκτο ατόπημα επίσης, όπως καταγράφεται και από το ρεπορτάζ της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ. Ενώ έκανε δεκτή την εκπροσώπηση της αιτούσας από συνήγορο, στη συνέχεια αιτιολόγησε την απόρριψη του αιτήματος επί τη βάση ότι η ίδια δεν ήταν παρούσα για να υποστηρίξει το αίτημά της. Πρόκειται για ακύρωση του δικαιώματος του διαδίκου να παρίσταται τελικά με συνήγορο. Η αιτούσα σαφώς και παρίστατο δικονομικά δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου κι αλίμονο αν κάθε φορά απαιτείτο η φυσική παρουσία όποιου επικαλείται παραβίαση ανθρώπινου δικαιώματος. Αλίμονο αν έπρεπε όλοι αυτοί οι χιλιάδες κρατούμενοι που προσφεύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να πρέπει να πάνε οι ίδιοι στο Στρασβούργο για να υποστηρίξουν τα δικαιώματά τους. Μια εξαιρετικά άσχημη στιγμή του Εφετείου Αθηνών.
Διαβάζω σήμερα σχόλια ιερωμένων που προκαλούν απορία. "Αρνούμαι να μου στερούν το δικαίωμα να πιστεύω και να υπερασπίζομαι αυτό που πιστεύω" αναφέρει ένας Μητροπολίτης στην Απογευματινή. Δεσμεύομαι δημόσια να αναλάβω την υπεράσπιση του συγκεκριμένου Μητροπολίτη και όποιου άλλου όντως στερηθεί το δικαίωμα του να πιστεύει και να υποστηρίζει αυτό που πιστεύει. Αλλά όπως γνωρίζουμε, ουδείς αφαίρεσε στις συγκεκριμένες υποθέσεις το δικαίωμα άλλου να πιστεύει. Τα δικαστήρια και τα σχολεία δεν είναι τόποι θρησκευτικής λατρείας. Είναι τόποι απονομής θετής Δικαιοσύνης (όχι θείας δίκης) τα μεν, και τόποι εκπαίδευσης τα δε. Το ότι τα σχολεία έχουν στην Ελλάδα συνταγματική υποχρέωση από το άρθρο 16 παρ. 2 να μεριμνούν για την θρησκευτική συνείδηση των Ελλήνων, δεν σημαίνει ότι το Σύνταγμα επιβάλλει στα σχολεία να κατηχούν τα παιδιά με βάση συγκεκριμένο δόγμα και σε κάθε περίπτωση΄θα πρέπει να γίνονται σεβαστές οι απόψεις των γονέων τους αλλά και των ίδιων των παιδιών.
Το Κράτος δεν δικαιούται να θρησκεύεται, επαναλαμβάνει ορθά ο καθηγητής μου κ. Σταθόπουλος στην Απογευματινή. Διότι το κράτος δεν είναι φορέας ανθρώπινων δικαιωμάτων, είναι ο φορέας της δημόσιας εξουσίας. Η οποία πρέπει να σέβεται τα δικαιώματα των φορέων των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Για την ιστορία, ούτε και πάλι διορθώθηκε η απόφαση και η υπόθεση πήρε αναβολή ως προς την ουσία της!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου