Ν. 2225/1994: Για την προστασία της ελευθερίας της ανταπόκρισης
και επικοινωνίας και άλλες διατάξεις.
Αρ. 1
Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με το άρθρο 13 Ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α' 47).
Αρ. 2
Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με το άρθρο 13 Ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α' 47).
Αρ.: 3
1. Αίτηση για άρση του απορρήτου μπορεί να υποβάλλει μόνο δικαστική ή άλλη
πολιτική, στρατιωτική ή αστυνομική δημόσια αρχή στην αρμοδιότητα της οποίας
υπάγεται το θέμα εθνικής ασφάλειας που επιβάλλει την άρση.
2. Η αίτηση υποβάλλεται προς τον Εισαγγελέα Εφετών του τόπου της αιτούσας αρχής
ή του τόπου, όπου πρόκειται να επιβληθεί η άρση. Ο Εισαγγελέας Εφετών
αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την άρση ή όχι του απορρήτου με
διάταξή του στην οποία περιέχονται τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου
5 στοιχεία. Αν κατά την κρίση του, μετά από εισήγηση της αιτούσας αρχής, ειδικές
περιστάσεις εθνικής ασφάλειας επιβάλλουν την παράλειψη ή τη συνοπτική παράθεση
ορισμένων από τα στοιχεία αυτά, γίνεται ειδική μνεία στη διάταξη.
Αρ. 4: Αρση του απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων (ως ισχύει μετά τον ν.
3658/2008 (Α΄ 70/22.4.2008).
1. Η άρση του απορρήτου είναι επιτρεπτή για τη διακρίβωση των κακουργημάτων
που προβλέπονται από:
α) τα άρθρα 134, 135 παρ. 1, 2, 135Α, 137Α, 137Β, 138, 139, 140, 143, 144, 146, 148
παρ. 2, 150, 151, 157 παρ. 1, 168 παρ. 1, 187 παρ. 1, 2, 207, 208 παρ. 1, 264 περ. β',
γ', 270, 272, 275 περ. β', 291 παρ. 1 εδ. β', γ', 299, 322, 324 παρ. 2, 3, 374, 380, 385
του Ποινικού Κώδικα". β) τα άρθρα 26, 27, 28, 29, 31, 32, 33, 34, 35, 39, 40, 41, 63,
64, 76, 93 και 97 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα,
γ) το άρθρο 15 παρ. 1 του ν. 2168/1993,
δ) τα άρθρα 5, 6, 7 και 8 του ν. 1729/1987,
ε) τα άρθρα 89, 90 και 93 του ν. 1165/1918.
Επίσης επιτρέπεται η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση των
προπαρασκευαστικών πράξεων για το έγκλημα της παραχάραξης νομίσματος κατά το
άρθρο 211 του Ποινικού Κώδικα.
«1α. Η άρση του απορρήτου είναι επίσης επιτρεπτή για τη διακρίβωση παραβάσεων
των άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 (ΦΕΚ 112 Α').»
«1β. Επιτρέπεται, επίσης, η άρση του απορρήτου για τη διακρίβωση των
κακουργημάτων που προβλέπονται από το ν. 3028/2002 «Για την προστασία των
Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς» (ΦΕΚ 153 Α΄), όπως ο
νόμος αυτός εκάστοτε ισχύει.».
2. Η άρση στις περιπτώσεις αυτές είναι επιτρεπτή μόνο αν αιτιολογημένα το αρμόδιο
δικαστικό συμβούλιο διαπιστώσει ότι η διερεύνηση της υπόθεσης ή η εξακρίβωση
του τόπου διαμονής του κατηγορουμένου είναι αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερής χωρίς
αυτήν.
3. Η άρση στρέφεται μόνο κατά συγκεκριμένου προσώπου ή προσώπων που έχουν
σχέση με την υπόθεση που ερευνάται ή για τα οποία, βάσει συγκεκριμένων
περιστατικών, προκύπτει ότι λαμβάνουν ή μεταφέρουν συγκεκριμένα μηνύματα που
αφορούν ή προέρχονται από τον κατηγορούμενο ή χρησιμοποιούνται ως σύνδεσμοί
του.
4. Η άρση του απορρήτου στις περιπτώσεις του παρόντος άρθρου επιβάλλεται με
διάταξη του Συμβουλίου Εφετών ή Πλημμελειοδικών στην καθ' ύλην και κατά τόπο
αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται η διακρίβωση του συγκεκριμένου εγκλήματος με
το οποίο σχετίζεται η άρση.
5. Την αίτηση για την άρση υποβάλλει στο Συμβούλιο ο καθ' ύλην και κατά τόπο
αρμόδιος εισαγγελέας, ο οποίος εποπτεύει ή ενεργεί προανάκριση ή προκαταρκτική
εξέταση και ο ανακριτής, ο οποίος ενεργεί τακτική ανάκριση για τα πιο πάνω
εγκλήματα. Το Συμβούλιο αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την
άρση ή όχι του απορρήτου, με διάταξή του, στην οποία περιέχονται τα κατά την παρ.
2 του άρθρου 5 στοιχεία.
«Στις περιπτώσεις της παραγράφου 1α αυτού του άρθρου την άρση μπορεί να ζητήσει
και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με απόφαση της Εκτελεστικής της Επιτροπής, η
οποία υποβάλλεται στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών ή τον ανακριτή, οι οποίοι την
υποβάλλουν στο Συμβούλιο Εφετών.»
6. Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις την άρση μπορεί να διατάξει ο εισαγγελέας
που ενεργεί την προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση και ο ανακριτής που ενεργεί
την τακτική ανάκριση. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο εισαγγελέας ή ο ανακριτής
υποχρεούνται να εισαγάγουν το ζήτημα με σχετική αιτησή τους στο Συμβούλιο μέσα
σε προθεσμία τριών (3) ημερών. Η ισχύς της διάταξης του Εισαγγελέα ή του
ανακριτή για την άρση παύει αυτοδικαίως με τη λήξη της τριήμερης αυτής
προθεσμίας ή, αν το ζήτημα εισαχθεί εμπροθέσμως, από την έκδοση της σχετικής
διάταξης του Συμβουλίου.
7. Στις περιπτώσεις εγκλημάτων που υπάγονται στην αρμοδιότητα των στρατιωτικών
δικαστηρίων την άρση του απορρήτου επιβάλλει, με απόφασή του, το δικαστικό
συμβούλιο του καθ' ύλην και κατά τόπο αρμοδίου στρατιωτικού δικαστηρίου μετά
από αίτηση του ασκούντος την ποινική δίωξη ή του ανακριτή που ενεργεί τακτική
ανάκριση.
Αρ. 5: Διαδικασία άρσης του απορρήτου, ως ισχύει μετά τον Ν. 3606/2007 (ΦΕΚ Α'
195).
1. Η διάταξη που επιβάλλει την άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας
σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος νόμου, περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
α) το όργανο που διατάσσει την άρση,
β) τη δημόσια αρχή ή τον εισαγγελέα ή τον ανακριτή που ζητούν την επιβολή της
άρσης,
γ) το σκοπό της επιβολής της άρσης,
δ) τα μέσα ανταπόκρισης ή επικοινωνίας στα οποία επιβάλλεται η άρση, ε) την
εδαφική έκταση εφαρμογής και τη χρονική διάρκεια της άρσης, στ) την ημερομηνία
έκδοσης της διάταξης.
2. Η διάταξη που επιβάλλει την άροη του απορρήτου για διακρίβωση εγκλημάτων,
σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος νόμου, περιλαμβάνει, εκτός των στοιχείων της
προηγούμενης παραγράφου, και τα εξής: α) το όνομα του προσώπου ή των
προσώπων κατά των οποίων λαμβάνεται το μέτρο της άρσης και τη διεύθυνση
διαμονής τους, εφόσον είναι γνωστή. β) την αιτιολογία επιβολής της άρσης.
3. Διάταξη που απορρίπτει αίτημα άρσης του απορρήτου περιέχει μόνο: α) το όργανο
που αποφασίζει.
β) τη δημόσια αρχή που είχε ζητήσει την επιβολή της άρσης, γ) την ημερομηνία
έκδοσης της διάταξης.
"4. Απόσπασμα της διάταξης, που περιλαμβάνει το διατακτικό της, παραδίδεται με
απόδειξη, μέσα σε κλειστό φάκελο:
α) Στον πρόεδρο ή το διοικητικό συμβούλιο ή το γενικό διευθυντή ή τον εκπρόσωπο
του νομικού προσώπου στο οποίο υπάγεται το μέσο ανταπόκρισης ή επικοινωνίας. Σε
περίπτωση ατομικής επιχείρησης, το ως άνω απόσπασμα παραδίδεται στον
επιχειρηματία. β) Αν το νομικό πρόσωπο υπάγεται στον έλεγχο ή την εποπτεία του
κράτους, το ως άνω απόσπασμα παραδίδεται και στον Υπουργό που εποπτεύει το
νομικό αυτό πρόσωπο ή στον Υπουργό που προίσταται της δημόσιας υπηρεσίας. Στην
Α.Δ.Α.Ε. παραδίδεται, μέσα σε κλειστό φάκελο, όλο το κείμενο της διάταξης που
επιβάλλει την άρση του απορρήτου.
Η σχετική αλληλογραφία είναι απόρρητη και τηρείται σε ειδικό αρχείο, στο οποίο
έχουν πρόσβαση ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. και ένα ακόμη μέλος της, το οποίο είναι
ειδικά εξουσιοδοτημένο προς τούτο από την Α.Δ.Α.Ε. Ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε.
ενημερώνει σε κάθε περίπτωση τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται
στη Βουλή και κοινοποιεί τη διάταξη στον Υπουργό Δικαιοσύνης."
"5. Μετά την εκτέλεση της διάταξης συντάσσονται μία ή περισσότερες, κατά τις
περιστάσεις, εκθέσεις από την υπηρεσία η οποία διενήργησε τις πράξεις άρσης του
απορρήτου. Οι εκθέσεις υπογράφονται από το εντεταλμένο όργανο της αιτούσας
αρχής και σε αυτές αναφέρονται:
α) οι ενέργειες που έγιναν για την εκτέλεση της διάταξης,
β) ο τόπος, η ημερομηνία και ο τρόπος εκτέλεσης των πιο πάνω ενεργειών, γ) το
ονοματεπώνυμο των υπαλλήλων που τις διενήργησαν, εφόσον το κρίνει αναγκαίο το
όργανο που εξέδωσε τη διάταξη.
Αντίγραφα των εκθέσεων αυτών διαβιβάζονται με απόδειξη, μέσα σε κλειστό
φάκελο, στην αιτούσα αρχή, στη δικαστική αρχή, που εξέδωσε τη διάταξη και στην
Α.Δ.Α.Ε."
6. Η χρονική διάρκεια της άρσης του απορρήτου δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δύο
(2) μήνες. Παρατάσεις της διάρκειας αυτής, οι οποίες δεν υπερβαίνουν κάθε φορά
τους δύο (2) μήνες, μπορούν να διαταχθούν με την διαδικασία, που προβλέπεται κατά
περίσταση, για την επιβολή του μέτρου και υπό τον όρο ότι εξακολουθούν να
υφίστανται οι λόγοι της άρσης. Σε κάθε περίπτωση οι παρατάσεις δεν μπορούν να
υπερβαίνουν συνολικά τη διάρκεια των δέκα (10) μηνών. Το ανώτατο αυτό χρονικό
όριο δεν ισχύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η άρση διατάσσεται για λόγους
εθνικής ασφάλειας.
7. Μετά τη λήξη της διάρκειας της άρσης, ή μετά τη λήξη του επιτρεπόμενου
ανώτατου χρονικού ορίου της, παύει αυτοδικαίως η άρση του απορρήτου.
8. Με διάταξη του οργάνου που επέβαλε την άρση μπορεί να διαταχθεί η παύση της
και πριν από την πάροδο της ορισμένης διαρκείας της, αν εκπληρώθηκε ο σκοπός ή
έλλειψαν οι λόγοι επιβολής του μέτρου.
9. "Μετά τη λήξη του μέτρου της άρσης και υπό την αναγκαία προϋπόθεση ότι δεν
διακυβεύεται ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε, μπορεί η Α.Δ.Α.Ε. να αποφασίζει
τη γνωστοποίηση της επιβολής του στους θιγόμενους." Τα στοιχεία που είχαν
συλλεγεί ή κατασχεθεί και το υλικό που εγγράφηκε ή αποτυπώθηκε σε εκτέλεση της
διάταξης για την άρση του απορρήτου σε περίπτωση διακρίβωσης εγκλημάτων,
σύμφωνα με το άρθρο 4, επισυνάπτονται στη δικογραφία, αν συνιστούν από δεικτικά
μέσα για την ποινική δίωξη κατά την κρίση της αρχής που εξέδωσε τη διάταξη. "Στις
περιπτώσεις της παραγράφου 1α του άρθρου 4 τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούνται
επιπλέον κατά τη διοικητική διαδικασία για τη διαπίστωση της παράβασης των
άρθρων 3 έως 7, 29 και 30 του ν. 3340/2005 και επισυνάπτονται στη σχετική
δικογραφία κατά τη διαδικασία ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων". Διαφορετικά
επιστρέφονται στον κύριό τους, εφόσον έχει αποφασισθεί η κατά το προηγούμενο
εδάφιο γνωστοποίηση του μέτρου. Αν δεν συντρέχει αυτή η περίπτωση
καταστρέφονται ενώπιον της αρχής που εξέδωσε τη διάταξη και συντάσσεται έκθεση
για την καταστροφή. Υποχρεωτικώς καταστρέφεται το υλικό που δεν έχει σχέση με
το λόγο επιβολής του μέτρου.
10. Το περιεχόμενο της ανταπόκρισης ή επικοινωνίας, το οποίο έγινε γνωστό λόγω
της άρσης του απορρήτου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με αυτή στοιχείο
απαγορεύεται, με ποινή ακυρότητας, να χρησιμοποιηθεί και να ληφθεί υπόψη ως
άμεση ή έμμεση απόδειξη σε άλλη ποινική, πολιτική, διοικητική και πειθαρχική δίκη
και διοικητική διαδικασία για σκοπό διαφορετικό από εκείνον που είχε καθορισθεί με
τη διάταξη. Κατ' εξαίρεση η αρχή που εξέδωσε τη διάταξη μπορεί, κατά την
αιτιολογημένη κρίση της, να επιτρέψει με νεότερη διάταξή της να χρησιμοποιηθούν
και να ληφθούν υπόψη τα παραπάνω στοιχεία, αν χρησιμεύουν για τη διακρίβωση
άλλου ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος από αυτά που αναφέρονται στην παρ. 1 του
άρθρου 4 του παρόντος νόμου, καθώς και για υπεράσπιση κατηγορουμένου σε
ποινική δίκη για πλημμέλημα ή κακούργημα.
11. Υπάλληλος της υπηρεσίας, στην οποία ανήκει το μέσο ανταπόκρισης ή
επικοινωνίας για το οποίο επιβλήθηκε η άρση, αν παρότι είναι αρμόδιος, δεν παρέχει
στο εντεταλμένο όργανο πληροφορία σχετική με το περιεχόμενο της διάταξης και
τεχνική ή υπηρεσιακή γενικά συνδρομή για την εκτέλεσή της τιμωρείται, με
φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Αν ανακοινώνει σε τρίτους ή χρησιμοποιεί το
περιεχόμενο των κάθε είδους μηνυμάτων, πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν
σε γνώση του λόγω της άρσης του απορρήτου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον
δύο (2) ετών.
Αρ. 6
Το παρόν άρθρο καταργήθηκε με το άρθρο 13 Ν. 3115/2003 (ΦΕΚ Α' 47).
Αρ. 7: Καταργούμενες διατάξεις.
1. Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται: α) Το ν.δ. 792/1971
(ΦΕΚ 1 Α').
β) Το άρθρο 1 παρ. 2 περ. ιβ' του α.ν. 511/1947 (ΦΕΚ 299 Α'), που κυρώθηκε με το ν.
539/1948.
γ) Το άρθρο 3 του ν. 4277/1929 (ΦΕΚ 265 Α') που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο
52 παρ. 3 του ν.δ. 165/1973 (ΦΕΚ 228 Α').
δ) Το άρθρο 3 περ. α του Τηλεφωνικού Κανονισμού, που έχει εγκριθεί με την
απόφαση 1130/1969 του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε. (ΦΕΚ 820 Β') και το άρθρο 5 παρ. 4 εδάφιο
2 του ίδιου Κανονισμού, όπως αντικαταστάθηκε με την απόφαση 1198/1971 του
παραπάνω Συμβουλίου (ΦΕΚ 797 Β'), όπως ισχύουν μετά την απόφαση 1845/1984
του ίδιου Συμβουλίου (ΦΕΚ 678 Β'). ε) Το άρθρο 88β της απόφασης
103782/16.05.1960 του Υπουργού Συγκοινωνιών και Δημοσίων Εργων (ΦΕΚ 310
Β').
στ) Το άρθρο 3α του Νέου Τηλεγραφικού Κανονισμού Εσωτερικού που έχει
δημοσιευθεί στο ΦΕΚ/Β' 799/1971 με την πράξη 737655/301112/1.9.1971 του
Διοικητή και Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Τ.Ε., το άρθρο 5 παρ. 7,
8, 9, του ίδιου Κανονισμού καιτο άρθρο 17 παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 του ίδιου
Κανονισμού, όπως η παράγραφος 3 έχει τροποποιηθεί με την απόφαση 1277/1973
του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε. που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 1122/1973 τεύχος Β' με την πράξη
301, 122/3091/75/28.8.1973 του Διοικητή και Προέδρου του Δ.Σ. του Ο.Τ.Ε., όπως
ισχύουν μετά την απόφαση 1852/18.9.1984 του ίδιου Συμβουλίου (ΦΕΚ 823 Β').
ζ) Τα άρθρα 33 παρ. 1, 34, 35, 36 και 37 του Κανονισμού Ταχυδρομικής Υπηρεσίας -
Επιστολικού Ταχυδρομείου (1953) κατά το μέρος τους που αναφέρονται στις κατά το
άρθρο 19 του Συντάγματος επιστολές. η) Κάθε άλλη διάταξη νόμου, γενική ή ειδική,
που αναφέρεται σε θέματα που ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο.
[...]
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην
υβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣΜύκονος, 18 Ιουλίου 1994
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙΟΝΗΣ Γ. ΑΡΣΕΝΗΣ ΕΣΩΤΕΡΠΡΟΕΔΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΘΝ. ΑΜΥΝΑΣ Α. ΠΕ
ΠΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Κ. ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ Γ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥΒΕΛΑΚΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΟ
ΥΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΣΤΥΛ. - ΑΓΓ. ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗΣ Θ. ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΥΦΥΠ. ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΤΥΠ. & ΜΕΣΩΝ ΜΑΖ. ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ, 20 Ιουλίου 1994 Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΝ. ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ ΕΥΑΓ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους. Αθήν
αΟΥΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου