Όποιοι έχουν συναλλαγές με τον δημόσιο τομέα, πολύ συχνά θα έχουν αντιμετωπίσει την άρνηση ή την αδικαιολόγητη καθυστέρηση των υπηρεσιών στην χορήγηση εγγράφων.
Η δικαιολογία της "προστασίας προσωπικών δεδομένων" είναι μια συνήθης και εύκολη "λύση" για τους δημόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι για να δώσουν οτιδήποτε που τους φαίνεται ότι αναφέρεται σε τρίτους, ζητούν συνήθως να είναι εφοδιασμένος ο αιτών με "εισαγγελική παραγγελία".
Αυτό δεν είναι νόμιμο: οι δημόσιες υπηρεσίες έχουν αυτοτελή νομική υποχρέωση να χορηγούν αντίγραφα των εγγράφων που ζητούν οι πολίτες, χωρίς να έχει μεσολαβήσει η "εισαγγελική παραγγελία". Η εισαγγελική παραγγελία είναι απλώς ένα πρόσθετο μέτρο κρίσης ότι το αίτημα του πολίτη είναι ορθό, αλλά δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που ο εισαγγελέας, ένας λειτουργός δηλαδή πέραν των στοιχείων της υπόθεσης και των όρων λειτουργίας της συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας (ας μην πω και λόγω πλημμελούς γνώσης του νόμου) διστάζει όταν υπάρχει το θέμα των "προσωπικών δεδομένων".
Ας πούμε λοιπον για άλλη μια φορά ότι τα "προσωπικά δεδομένα" δεν ισοδυναμούν με απαραβίαστο απόρρητο. Προσωπικά δεδομένα είναι κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο και αν αυτό ήταν απόρρητο, τότε οι διευθυντές των δημόσιων υπηρεσιών θα είχαν δικαίωμα να μην μπαίνουν τα ταμπελάκια με τα ονόματά τους στις πόρτες των γραφείων τους.
Όταν όμως μια πληροφορία εμπίπτει στην έννοια των προσωπικών δεδομένων, δηλαδή όντως να αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να προσδιοριστεί, τότε διέπεται απο την ειδική προστατευτική νομοθεσία. Η νομοθεσία αυτή λέει ότι δεν μπορείς να επεξεργαστείς προσωπικά δεδομένα, εκτός αν (εντελώς σχηματικά) :
(α) έχεις τη συναίνεση του υποκειμένου το οποίο αφορούν ή
(β) είναι απαραίτητη η επεξεργασία για την εκτέλεση μιας σύμβασης ή
(γ) σου επιβάλλει άλλος νόμος την υποχρεωτική επεξεργασία τους ή
(δ) χρειάζονται για την εκτέλεση ενός έργου δημοσίου συμφέροντος από μια δημόσια υπηρεσία ή
(ε) υπάρχει υπέρτερο έννομο συμφέρον για την επεξεργασια τους, το οποίο δεν θίγει τον πυρήνα των ελευθεριών του υποκειμένου των δεδομένων.
Όταν ζητάμε να μας χορηγηθούν αντίγραφα από ένα δημόσιο νομικό πρόσωπο, συνήθως κάνουμε χρήση του (ε), δηλαδή το δικαίωμά μας για πρόσβαση στα έγγραφα αποτελεί από μόνο του ένα έννομο συμφέρον υπέρτερο της αξίωσης που (θεωρείται ότι) έχει το υποκείμενο των δεδομένων για μη χορήγηση των στοιχείων.
Διαφορετικά είναι όμως τα πράγματα, όταν πρόκειται για "ευαίσθητα δεδομένα", δηλαδή τις πληροφορίες που αποκαλύπτουν στοιχεία για την φυλετική/εθνική καταγωγή, τις θρησκευτικές/πολιτικές/φιλοσοφικές πεποιθήσεις, την κοινωνική πρόνοια, την υγεία, την σεξουαλική ζωή και τις ποινικές διώξεις ή καταδίκες ενός ατόμου, καθώς και τη συμμετοχή του σε ενώσεις που συνδέονται με όλα τα παραπάνω. Τότε, κατ' αρχήν, η χορήγηση προϋποθέτει να έχει εκδοθεί άδεια της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, η οποία θα θέσει και τους όρους υπό τους οποίους πρέπει να γίνεται η συγκεκριμένη χρήση, για ποιους σκοπούς, για πόσο χρονικό διάστημα κλπ.
Όταν λοιπόν δεν υπάρχουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, το δικαίωμα πρόσβασης κάθε πολίτη στις πληροφορίες κάθε άλλου πολίτη είναι σαφές ότι υπερέχει προφανώς της "προστασίας" των προσωπικών δεδομένων.
Με την επιφύλαξη της ιδιωτικότητας. Υπάρχουν κάποιες πληροφορίες, οι οποίες μπορεί μεν να μην είναι ευαίσθητα δεδομένα, αλλά να έχουν σχέση με την ιδιωτική ζωή κάποιου, υπό το φως πάντοτε συγκεκριμένων περιστάσεων. Και σε αυτές τις περιπτώσεις, ο δημόσιος φορέας υποχρεούται να μη χορηγήσει αντίγραφα, εκτός αν σταθμίζοντας όλες τις περιστάσεις υπό τις οποίες αυτά ζητούνται, καταλήξει ότι δεν θίγεται ουσιωδώς το δικαίωμα ιδιωτικότητας του υποκειμένου των δεδομένων. Προ τριών ετών, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας ήθελε να μεταδοθούν κατάλογοι με τα ονόματα όσων απαλλάχθηκαν από την υποχρέωση στράτευσης, νομίμως ή παρανόμως. Θεωρούσε ότι με την κοινοποίηση αυτή, θα ενισχυόταν η υπευθυνότητα των πολιτών που έχουν την υποχρέωση, ώστε να μην επιδιώκουν την απαλλαγή ελαφρά τη καρδία, σκεπτόμενοι ότι μπορεί να δημοσιοποιηθούν τα στοιχεία τους. Το υπουργείο ήθελε δηλαδή να προσφύγει στη δημοσιότητα προκειμένου να εκβιάσει μια κατάσταση, να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία των πολιτών, ως μέσο "παραδειγματισμού". Αυτά τα στοιχεία δεν ήταν ευαίσθητα δεδομένα. Ωστόσο, η αρχή της αναλογικότητας δεν θα επέτρεπε τη δημοσιοποίξησή τους, όπως δέχθηκε η Αρχή προσωπικών δεδομένων και το Συμβούλιο της Επικρατείας που επικύρωσε την απόφασή της. Διαφάνεια δεν σημαίνει δημόσια διαπόμπευση.
Για μια πιο μαζοχιστική νομική ανάλυση του θέματος βλ. "Διαφάνεια και δημόσια διαπόμπευση: οριοθετήσεις με γνώμονα την προστασία των προσωπικών δεδομένων"
Είναι λάθος λοιπόν να λέγεται ότι η διαφάνεια βρίσκεται σε σύγκρουση με την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Άλλωστε, η νομοθεσία των προσωπικών δεδομένων έχει ιδιαίτερες διατάξεις που αφορούν ακριβώς τη διαφάνεια: κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων πρέπει να γνωστοποιείται κατ' αρχήν στην Αρχή ώστε να καταχωρίζεται σε δημόσια προσβάσιμο μητρώο και κάθε άνθρωπος έχει αυτοτελές δικαίωμα για πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα που τον αφορούν, ανεξάρτητα από το ποιος τα τηρεί. Αν ο υπεύθυνος δεν του χορηγήσει αντίγραφα εντός 15 ημερών, μπορεί να καταγγείλει το γεγονός στην Αρχή, η οποία λειτουργώντας ως φορέας διαφάνειας, υποχρεώνει τον υπεύθυνο να αποκαλύψει τις πληροφορίες που τηρεί.
Το γεγονός ότι οι δημόσιες υπηρεσίες χρησιμοποιούν ως πρόσχημα τον όρο "προσωπικά δεδομένα" για να αποκλείσουν τον πολίτη από την πρόσβαση στις πληροφορίες εντοπίστηκε εδώ και χρόνια από τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή στο έγγραφο "Η κατάχρηση των κανόνων προστασίας προσωπικών δεδομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση".
Πρακτικές οδηγίες για την επίλυση των προβλημάτων που ανακύπτουν στην πράξη διατύπωσε ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων στο policy paper Public access to documents and personal data protection.
(Μετάφραση του τελευταίου στα ελληνικά μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο "Περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημόσιου τομέα - Ερμηνεία Ν.3448/2006". Επίσημη περίληψή του στα ελληνικά, από την ιστοσελίδα του Επόπτη).
Μια άλλη δικαιολογία για να μη δοθεί πρόσβαση είναι η επίκληση της "πνευματικής ιδιοκτησίας" τρίτων. Ωστόσο, ο ίδιος ο νόμος περί πνευματικής ιδιοκτησίας αναφέρει στο άρθρο 24 (ν.2121/1993) ότι χωρίς την άδεια του δημιουργού και χωρίς αμοιβή χορηγούνται αντίγραφα από έργα στο πλαίσιο διοικητικών ή δικαστικών διαδικασιών. Το αίτημα πρόσβασης στα έγγραφα αποτελεί δικαίωμα που προβλέπεται από τον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, οπότε το Δημόσιο δεν θα πρέπει να επικαλείται δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για να αποφύγει την χορήγηση αντιγράφων. Το ζήτημα αυτό απασχόλησε και τον Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος εξέδωσε πρόσφατα σχετικό Πόρισμα, για το ζήτημα της κατίσχυσης του δικαιώματος πρόσβασης έναντι των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Για μια πιο σαδομαζοχιστική νομική ανάλυση Βλ. επίσης εδώ "Η πρόσβαση στη δημόσια πληροφορία και η προστασία προσωπικών δεδομένων"
Aν οι υπηρεσίες δεν τηρούν την κατ΄αρχήν 20ήμερη προθεσμία για χορήγηση των εγγράφων, τότε ο πολίτης μπορεί να ζητήσει αποζημίωση στις ειδικές επιτροπές που έχουν συγκροτηθει ειδικά.
Περαιτέρω βιβλιογραφία: Διαφάνεια της κρατικής δράσης και προστασία προσωπικών δεδομένων, Σπύρος Βλαχόπουλος [βλ. κριτική e-lawyer]
Στην Data&Protection, η πρόσβαση στα έγγραφα αποτελεί μια αυτοτελώς παρεχόμενη νομική υπηρεσία κοινωνίας της πληροφορίας.
1 σχόλιο:
Είσαι αστέρι.
Με μια πιο σαδομαζοχιστική ανάλυση, είσαι ένας βινύλ θεός!
:)
Πέρα από την πλάκα, ευχαριστούμε. Αλήθεια, έχεις σκεφτεί την πιθανότητα συγγραφής ενός οδηγού του πολίτη για καθημερινή χρήση; Η συντριπτική πλειοψηφία αγνοεί τα δικαιώματα που έχει και τις νομικές υποχρεώσεις των υπηρεσιών/φορέων που συναλλάσσεται.
Aπ' όσο γνωρίζω, δεν υπάρχει κάτι ανάλογο. Ένα βιβλίο εύχρηστο και όχι ευτελές. Με καθημερινή αλλά όχι φτηνή γλώσσα. Σύντομο και περιεκτικό.
Θα αγοράσω τρία. Τα δύο με φτερά και το ένα με βινύλ.
:)
Καλό Σ/Κ.
Δημοσίευση σχολίου