Σχέδιο νόμου για την ανωτατοποίηση των τεσσάρων εκκλησιαστικών σχολών παρουσίασε η υπουργός Παιδείας. Οι σχολές μετονομάζονται σε Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, οι απόφοιτοι των οποίων προορίζονται για θέσεις εκκλησιαστικής διοίκησης ή ανώτατοι κληρικοί ή εφημέριοι Α' βαθμού. Θα φοιτούν μόνο άνδρες, ενώ σε ορισμένα τμήματα θα μπορούν να φοιτήσουν και γυναίκες, οι οποίες θα απασχοληθούν σε διοικητικές θέσεις.
Η εισαγωγή θα γίνεται μέσα από τη διαδικασία των Πανελλαδικών Εξετάσεων (οι σχολές θα συμπεριληφθούν στο μηχανογραφικό), ενώ προηγουμένως ο υποψήφιος για τις σχολές αυτές θα πρέπει να περάσει από συνέντευξη ενώπιον μεικτής επιτροπή Εκκλησίας - Πολιτείας και στη συνέχεια θα παίρνει μέρος στις εξετάσεις.Συστήνεται επίσης Ανώτατο Επιστημονικό Συμβούλιο, που θα έχει υπό την εποπτεία του τη λειτουργία των σχολών, με πρόεδρο που θα είναι είτε ιεράρχης είτε καθηγητής είτε οποιαδήποτε εξέχουσα προσωπικότητα, η οποία πάντως θα ορίζεται από τον εκάστοτε υπουργό Παιδείας.
Η ανωτατοποίηση αυτών των σχολών αποτελεί ένα ακόμη βήμα εναγκαλισμού της Εκκλησίας με την Πολιτεία. Μάλιστα, η προηγούμενη συνέντευξη από κοινή επιτροπή πολιτείας-εκκλησίας δημιουργεί βασιμότατες αμφιβολίες για την εγγύηση του δικαιώματος πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση.
Είναι σημαντικό λάθος να καθιερωθεί πανεπιστημιακή σχολή για την εκπαίδευση όσων προορίζονται για ιεράρχες και αυτό γιατί ο αποκλεισμός των γυναικών -που εκ των πραγμάτων είναι επιβεβλημένη σύμφωνα με τους κανόνες της Εκκλησίας- ισοδυναμεί με αποκλεισμό τους από σχολή Ανώτατης Εκπαίδευσης, γεγονός το οποίο συνιστά παραβίαση του συνταγματικού δικαιώματος τους άρθρου 16 και διάκριση με κριτήριο το φύλο. Έτσι ή θα πρέπει η Εκκλησία και η Πολιτεία να δεχτούν ότι και οι γυναίκες θα μπορούν να τύχουν της εκπαίδευσης των κληρικών και ιεραρχών ή να μην ανωτατοποιηθούν οι εκκλησιαστικές σχολές. Διαφορετικά η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβίαση του ανθρώπινου δικαιώματος στην εκπαίδευση είναι θέμα χρόνου και θα είναι ίσως η πιο εξευτελιστική καταδίκη.
Τα πρώτα "επιχειρήματα" αντισυνταγματικότητας ακούστηκαν από τον βουλευτή του ΠαΣοΚ κ. Λοβέρδο (πρώην καθηγητή συνταγματικού δικαίου), ο οποίος φέρεται να είπε ότι με τη ρύθμιση παραβιάζεται το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος: «και αυτό γιατί, η ανωτατοποίηση των εκκλησιαστικών αυτών σχολών σημαίνει παραβίαση της ίδιας της έννοιας της επιστήμης, του πανεπιστημίου, της διδασκαλίας, της έρευνας, σε τελευταία ανάλυση του ορθού λόγου. Το υπουργείο Παιδείας βρίσκεται σε μία διαρκή άγρα πολιτικής πελατείας».
Όμως, το άρθρο 16§5 δεν λέει τίποτε από όλα αυτά που αναφέρει ο συνταγματολόγος. Παρατίθεται ακριβώς το κείμενο του άρθρου για του λόγου το αληθές: "Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Κράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει. Ειδικός νόμος ορίζει όσα αφορούν τους φοιτητικούς συλλόγους και τη συμμετοχή των σπουδαστών σ' αυτούς."
Ενδεχομένως ο κ. Λοβέρδος ήθελε να αναφερθεί στην 1η παράγραφο, κατά την οποία "η τέχνη και η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες. Η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους. Η ακαδημαϊκή ελευθερία και η ελευθερία της διδασκαλίας δεν απαλλάσσουν από το καθήκον της υπακοής στο Σύνταγμα". Αν υποθέσουμε ότι αυτή η παράγραφος δίνει ένα πάτημα στη δήλωση του κ. Λοβέρδου (όπως μαρτυρά και η μερική φραστική αναπαραγωγή των όρων "έρευνα", "επιστήμη" και "διδασκαλία" στη δήλωσή του) και πάλι ο πρώην καθηγητής "ξέχασε" την δεύτερη παράγραφο σύμφωνα με την οποία "η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες".
Καθένας μπορεί να έχει τις ενστάσεις του για αυτές τις αξιολογήσεις του Συντάγματος (αυτά τα εδάφια ειναι απαράλλαχτα από το 1975), είναι κρίμα, όμως, να χρησιμοποιείται η επιστημονική επικάλυψη για την άσκηση αντιπολίτευσης και μάλιστα από λειτουργούς της γνώσης, όταν είναι τόσο εύκολο να αποκαλυφθεί η αβασιμότητα των ισχυρισμών τους.
14 σχόλια:
Πρέπει να φτάσουμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο; Θα εγκριθεί αυτό το πράγμα από το Συμβούλιο της Επικρατείας;
Είναι πολύ πιθανό. Ορισμένοι Σύμβουλοι της Επικρατείας έχουν καλές σχέσεις με τον κληρο. Θυμάμαι ένας από αυτούς στη διαμάχη Χριστόδουλου-Βαρθολομαίου για την νομική δυνατότητα έγκρισης της λίστας υποψηφίων μητροπολιτών "Νέων Χωρών" από τον δεύτερο, ύστερα από μια μεγάλη ανάλυση που τα νομικά επιχειρήματα ήταν ισοδύναμα, μας είπε "αγαπώ το Βυζάντιο. Είναι μια παράδοση που..."κλπ κλπ. Σαν να άκουγα την Ειρήνη Παππά να διαφημίζει έκθεση εικόνων στην Εθνική Βιβλιοθήκη.
Βέβαια αυτό δεν σημαίνει τίποτα για το ΣτΕ. Στις "ταυτότητες" αποφάσισε αλλοιώς.
Ο Λοβέρδος έδωσε ερμηνευτικά μια ποιοτική διάσταση στον όρο "ανώτατη εκπαίδευση" με μια συστηματική-ιστορική ερμηνεία των διατάξεων του 16 Σ. Δεν νομίζω ότι ΑΕΙ είναι ό,τι βαφτίζουμε τέτοιο. Χρειάζεται να ανταποκρίνεται σε κάποια ιστορικά διαμορφωμένα ποιοτικά κριτήρια που, όντως, συνδέονται με την ανάπτυξη έρευνας, με την πνευματική ελευθερία κλπ.
Με ποιά λογική μια σχολή προετοιμασίας στελεχών της Εκκλησίας θα θεωρείται Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα, τη στιγμή που π.χ. η Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης ή η Εθνική Σχολή Δικαστών κείνται εκτός της τυπικής εκπαιδευτικής διαβάθμισης;
Δεν νομίζω ότι η υπόθεση χωλαίνει μόνο στο θέμα πρόσβασης των γυναικών. Χωλαίνει στο θέμα της συμβατότητάς της προς την έννοια της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, υπό την έννοια που - σωστά, κατ' εμέ - περιέγραψε ο Λοβέρδος.
Δυστυχώς είναι νομοσχέδιο και όχι σχέδιο π.δ. Άρα το ΣτΕ κατασταλτικά μόνο θα επέμβει. Για να δούμε, είμαι περίεργος...
Το ΣτΕ θα προβεί σε έλεγχο συνταγματικότητας, εφόσον "φτάσει" σε αυτό μία αίτηση δικαστικής προστασίας προσώπου που θίγεται από τη λειτουργία της σχολής (π.χ. μία γυναίκα). Αλλα δυσχερώς μπορεί ένα τέτοιο νομοσχέδιο να βρεθεί σε αντίθεση με το άρθρο 16§1 Σ που επικαλέσθηκε ο Λοβέρδος.
Από πουθενά δεν προκύπτει ότι με τη θέσπιση ενός τέτοιου ΑΕΙ το κράτος παραβιάζει την έρευνα, την διδασκαλία και την επιστήμη, όπως ανέφερε ο Λοβέρδος.
Συνταγματικά το πρόβλημα δεν βρίσκεται εκεί και ούτε νομίζω ότι το συγκριτικό επιχείρημα της ΕΣΔΔ είναι ενεργό νομικά. Μπορεί να είναι ενεργό σε επίπεδο πολιτικής παιδείας, όχι σε επίπεδο ελέγχου συνταγματικότητας. Νομίζω ότι το πρόβλημα συνταγματικότητας περιορίζεται στο θέμα της πρόσβασης των γυναικών. Τα υπόλοιπα είναι πολιτική παιδείας και κυρίως πολιτική εναγκαλισμού εκκλησίας.
Να ρωτήσω κάτι πολύ θεωρητικό; Ίσως το βρεις αφελές, είμαι όμως άσχετος με νομικά.
Όταν ένα υποτιθέμενο κοσμικό κράτος πριμοδοτεί (με λεφτά που προέρχονται από όλους τους φορολογούμενους αδιακρίτως) συκεκριμένη θρησκευτική ομάδα, δεν παραβιάζει την βασική αρχή της ισότητας (αναφέρομαι στο άρθρο 4); Το κράτος δεν υπονομεύει έτσι άλλες θρησκευτικές ομάδες ή τους άθεους αφού διακρίνει κατα παράβαση του άρθρου 13 τους πολίτες στους ορθοδόξους και στους υπόλοιπους πληρώνοντας τους ορθόδοξους ιερείς και χρηματοδοτώντας τις σχολές τους;
Και για να το προχωρήσω πιο πολύ, αν ένας μη ορθόδοξος (ή μια ομάδα μη ορθοδόξων) καταφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με τέτοιο ερώτημα, υπάρχει περίπτωση να δικαιωθεί; (Σημ.: αναφέρομαι και στην πληρωμή των ιερέων, όχι μόνο στο πρόσφατο νομοσχέδιο)
Αυτό που κρίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι η τήρηση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου από τα κράτη που την έχουν υπογράψει. Απαιτείται δηλαδή να έχει παραβιαστεί ένα συγκεκριμένο ατομικό δικαίωμα που περιέχεται η Σύμβαση και το άτομο να έχει εξαντλήσει όλα τα μέσα δικαστικής προστασίας που του παρέχει το κράτος του, χωρίς να έχει δικαιωθεί.
Η ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου που προβλέπεται από το ελληνικό δίκαιο για τους ορθόδοξους παπάδες αφορά την οργανωτική διοίκηση του Κράτους, ένα πεδίο στο οποίο δεν έχει επέμβαση κατ' αρχήν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αφού ανήκει στην αποκλειστική κυριαρχία κάθε Κράτους πως θα διαρθρώσει το διοικητικό του σύστημα. Η απαγόρευση διακρίσεων που προβλέπει η ΕΣΔΑ αναφέρεται στην άσκηση αυτών των ίδιων θεμελιωδών δικαιωμάτων, λέει δηλαδή ότι η απόλαυση των δικαιωμάτων (ανάμεσα στα οποία και η ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης) πρέπει να εξασφαλίζεται ανεξάρτητα από φύλο, φυλή, χρώμα, γλώσσα, θρησκεία, πολιτικές ή άλλες πεποιθήσεις, εθνική ή κοινωνική προέλευση, συμμετοχή σε εθνική μειονότητα, περιουσία, γέννηση ή άλλη κατάσταση. Συνεπώς, η ΕΣΔΑ αφού δεν προβλέπει ως θεμελιώδες δικαίωμα την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις (και ορθά, αφού αυτό ειναι πολιτικό δικαίωμα και αφορά τα εθνικά συντάγματα), κανείς δεν μπορεί να πει ότι το κράτος παραβιάζει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησής του επειδή μεταχειρίζεται τους ορθόδοξους παπάδες ως δημόσιους υπαλλήλους. Το ότι τους μισθοδοτεί, δηλαδή, δεν σημαίνει ότι παραβιάζει τα ατομικά δικαιώματα των άλλων που δεν μισθοδοτεί. Αλλά αυτά αφορούν την ΕΣΔΑ που είναι ένα κείμενο 50 ετών.
Με το Ευρωσύνταγμα, όπου πάντως γίνεται ρητά δεκτό το καθεστώς των εκκλησιών, η πρόσβαση στη δημόσια διοίκηση καθίσταται αναγνωρισμένο πολιτικό δικαίωμα για την Ένωση και τα περιθώρια διακριτικών μεταχειρίσεων στενεύουν (εφόσον, βέβαια, τεθεί σε εφαρμογή).
Μάλιστα. Τι θα γίνει δηλ. αν κάποιος άθεος ή Μαρτυρας του Ιεχωβά διεκδικήσει να ασκήσει το "επάγγελμα" του ιερέα (θυμάμαι μόνο κάποιες περιπτώσεις Μαρτύρων των Ιεχωβά που δεν μπορούσαν να διορισοθούν στο Δημόσιο και τελικά δικαιώθηκαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο).
Και το θέμα της διαχείρισης του δημόσιου χρήματος; Μπορεί κάποιος να καταφύγει σε ελληνικό έστω δικαστήριο κατηγορώντας το Δημόσιο για "κατάχρηση" του δημόσιου χρήματος; Ως κατάχρηση εννοώ τη χρηματοδότηση συγκεκριμένης θρησκείας και των υποστηρικτών της (σχολών, ιερέων κτλ), κάτι που δεν έχει ούτε δημόσιο ούτε κοινοφελή χαρακτήρα. Το παραπάνω βεβαια υποθέτω πως θα μπορούσε να ισχύει αν υπάρχει κατοχυρομένη συνταγματικά έννοια του ποιες δαπάνες έχουν δημόσιο ή κοινοφελή χαρακτήρα, κάτι που φοβούμαι πως δεν υφίσταται...
Υποθέτω επίσης πως έχω γίνει κουραστικός και δε θα εκπλαγώ αν αργήσω να λάβω απάντηση, άν λάβω.
Γενικά, όπως έχεις καταλάβει, προσπαθώ να δω αν υπάρχει τρόπος να πιέσει μια ομάδα πολιτών με δικαστικά μέσα στο να προχωρήσει η πολιτεία στο διαχωρισμό εκκλησίας/κράτους και γιατί δεν το έχει επιχειρήσει κανείς ως τώρα...
1. Μπορώ κάλλιστα να φανταστώ το ΣτΕ (με βάση άλλα νομολογιακά παραδείγματα αλλά και τις αρχές της ερμηνείας του δικαίου) να προβαίνει σε μια ουσιαστική ερμηνεία του όρου "ανώτατη εκπαίδευση", με τρόπο παρόμοιο του Λοβέρδου. Όπως είπα θα ήταν μια συστηματική-ιστορική ερμηνεία των σχετικών άρθρων του Συντάγματος. Το παράδειγμα με την ΕΣΔΔ και την ΕΣΔΙ ήταν εξωνομικό.
2. Η πρόσδοση της ιδιότητας των δημοσίων υπαλλήλων στους παπάδες αποτελεί τον τύπο. Με αυτόν δεν μπορεί να παρακαμφθεί η ουσία, που είναι η προτιμησιακή ενίσχυση μιας θρησκείας έναντι των άλλων. Εφόσον συμφωνούμε ότι το άρθρο 3 του Συντάγματος δεν έχει κανονιστικό περιεχόμενο τέτοιο που να επιτρέπει την προνομιακή μεταχείριση της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκτός από δευτερεύοντα ζητήματα (πχ σύνδεση εορτολόγιου και αργιών, επίσημες τελετές κλπ), η κρατική ενίσχυση της τελευταίας μπορεί να αποβεί προβληματική συνταγματικά αλλά και με βάση την ΕΣΔΑ, όπως σωστά "έπιασε" το αισθητήριο του Σπασίκλα. Το νομικό ένδυμα που το ελληνικό κράτος επέλεξε για να "μεταμορφώσει" το καθεστώς αυτό αποτελεί ένα παραμεριστέο προκάλυμμα. Ναι, είναι δημόσιοι υπάλληλοι τύποις. Ουσιαστικά όμως; Ποτέ το ΕΣΔΔ δεν σκέφτηκε τόσο τυπικίστικα που να δεχτεί άκριτα και ρηχά τέτοιους ελιγμούς από μέρους κρατών.
Με λίγα λόγια, μπορώ να φανταστώ το ΕΔΔΑ να λέει και το ένα και το άλλο. Θα δεχόταν το status quo, φαντάζομαι, αν υιοθετούσε μια ρεαλιστική θεώρηση, με σεβασμό στις ιστορικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες του κράτους. Όχι, όμως, με αμιγώς νομικά κριτήρια. Με βάση τα τελευταία μάλλον εκτεθειμμένοι θα ήμασταν.
Στα πλαίσια των ελληνικών δικαστηρίων, νομικά είναι υποστηρίξιμα (αλλά όχι αναμφισβήτητα) όσα λες, Σπασίκλα. Πέρα από νομική βάση, όμως, προϋποτίθεται εν προκειμένω και μια εδραιωμένη σχετική πολιτική/νομολογιακή βούληση. Η σχετική τόλμη και η πίστη ότι κοινωνικά θα τύχει αποδοχής. Το θεωρείς εφικτό σήμερα, με έναν Χριστόδουλο να ρεκάζει για θέματα πολύ μικρότερης σημασίας;
* Στη δεύτερη παράγραφο όπου ΕΣΔΔ εννοώ ΕΔΔΑ (Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου)
Αναφέρεστε στην Υπόθεση Θλιμμένου κατά Ελλάδας (2000). Μάρτυρας Ιεχωβά, είχε καταδικαστεί το 83 σε φυλάκιση από στρατοδικείο ως αντιρρησίας συνείδησης, επειδή το θρήσκευμά του δεν του επέτρεπε να υπηρετήσει ένοπλός. Ύστερα από όρισμένα χρόνια πέτυχε 2ος σε ένα διαγωνισμό αλλα δεν μπορούσε να διοριστεί, λόγω ποινικής καταδίκης.
Το Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για διακριτική μεταχείριση και παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας, αλλά αναφέρει επίσης:
The Court notes that the applicant was not appointed a chartered accountant as a result of his past conviction for insubordination consisting in his refusal to wear the military uniform. He was thus treated differently from the other persons who had applied for that post on the ground of his status as a convicted person. The Court considers that such difference of treatment does not generally come within the scope of Article 14 in so far as it relates to access to a particular profession, the right to freedom of profession not being guaranteed by the Convention.
Το Δικαστήριο δεν καταδίκασε την Ελλάδα για τον αποκλισμό του Θλιμμένου από την θέση, αλλά για την αδικαιολόγητη καταδίκη του ως αντιρρησία συνείδησης.
Όλο το κείμενο της απόφασης: http://cmiskp.echr.coe.int/tkp197/view.asp?item=3&portal=hbkm&action=html&highlight=&sessionid=3875676&skin=hudoc-en
"Ή σχετική τόλμη και η πίστη ότι κοινωνικά θα τύχει αποδοχής. Το θεωρείς εφικτό σήμερα, με έναν Χριστόδουλο να ρεκάζει για θέματα πολύ μικρότερης σημασίας;"
Πιστεύω μιας τέτοια προσπάθεια θα είχε υποστήριξη από μια τουλάχιστον μερίδα του τύπου όπως και από ένα σεβαστό μέρος το πληθυσμού. Δεν ξέρω αν είναι 3, 5 ή 10%, είναι όμως πιστεύω αρκετό για να ταρακουνήσει λίγο τα νερά και να επαναεξεταστούν κάποια πράγματα.
Όσο για το Χριστόδουλο, δεν αμφισβητώ την ισχύ του, έχουν περάσει όμως οι εποχές που ανέμιζε τα λάβαρα στην πλάτεία Συντάγματος. Πολλοί επίσης πολιτικοί έχουν συγκρουστεί μαζί του.
Το ότι ρεκάζει (πολύ πετυχημένη η λέξη) για θέματα μικρότερης σημασίας είναι και ευθύνη και αυτών που διαφωνούν μαζί του και δεν ανέλαβαν τη δράση που έπρεπε να αναλάβουν (συμπεριλαμβάνω και τον εαυτό μου μέσα).
Προσωπικά ως άθεος νιώθω πάρα πολυ προσβεβλημένος και αδικημένος που το κράτος με τους φόρους μου συντηρεί ιερείς και σκοπεύει να χρηματοδοτεί τις σχολές. Ακόμα χειρότερα, δεν μου δίνει διέξοδο πχ να δώσω εντολή για καύση μου όταν αφήσω το μάταιο τούτο κόσμο επειδή οι κ*λοπαπάδες εμποδίζουν την κατασκευή αποτεφροτήριων.
Θα πρέπει να υπάρχει ένα γ*μημένο δικαστήριο που να μπορεί να με δικαιώσει.
Συγνώμη για τις εκφράσεις μου αλλά τα έχω πάρει στο κρανίο. Ξυπνάω μια μέρα και κοιτώ τις ειδήσει και νομίζω πως ζω στο Βυζάντιο...
Πάντως επειδή ήρθε το θέμα στα αποτεφροτήρια:
-δεν υπάρχει διάταξη που να απαγορεύει ρητά την καύση των νεκρών. Υπάρχουν μόνο υγειονομικές διατάξεις που προβλέπουν τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνεται η ταφή, αλλά δεν απαγορεύεται η σωρός να έχει προηγουμένως αποτεφρωθεί.
-το πρόβλημα που μπορεί να προκύψει στην πράξη είναι η διοικητική άδεια για τη λειτουργία του αποτεφρωτηρίου. Δηλαδή σε ποια περιοχή θα λειτουργήσει αυτό, σε πόση απόσταση από κατοικημένες περιοχές πρέπει να βρίσκεται κλπ κλπ. Έπ' αυτού η διοίκηση μπορει να φέρει ένα σωρο κωλύματα.
-υπάρχει νομοσχέδιο που έχει εκπονηθεί στο παρελθόν που καθορίζει όλους τους όρους για την αποτέφρωση. Εννοείται ότι είναι καταχωνιασμένο σε υπουργικά ντουλάπια.
Πάντως, η ανοικτή προσέγγιση στο διαφορετικό δεν πρέπει να ειναι αντιληπτή μονομερώς. Όταν λέμε σεβασμός στη θρησκευτική συνείδηση του άλλου δεν εννοούμε μόνο ότι σεβόμαστε το ότι κάποιος ειναι αγνωστικιστής, άθεος, μάρτυρας του ιεχωβά ή οτιδήποτε τέλος πάντων που μπορεί να ήταν δυσεύρετο στην Ελλάδα πριν από 300 χρόνια (υπόθεση εργασίας), αλλά και ότι σεβόμαστε και τους ορθόδοξους χριστιανούς. Νομικά, τουλάχιστον, τα "θετικά μέτρα" για την εξάλειψη των διακρίσεων δεν μπορούν να νοούνται ως διακριτική συμπεριφορά εις βάρος μιας θρησκευτικής ομάδας, ανεξάρτητα από το αν η θρησκευτική καταπίεση προερχόταν αποκλειστικά από αυτήν. Πάντως, η κατάργηση των προνομίων δημοσίου δικαίου που έχουν οι ορθόδοξοι ιερείς είναι επιβεβλημένη αν θέλουμε να μιλάμε για θρησκευτική ισότητα και ανοχή. Το πρόβλημα κατά τη γνώμη μου είναι ότι κάθε γνωστικό σύνολο που διεκδικεί την απόλυτη αλήθεια (=θρησκεία/φιλοσοφία) βρίσκεται εξ ορισμού σε αντίθεση με την έννοια του σεβασμού του διαφορετικού και της ανοχής. Ακόμη κι αν για τα μάτια του κόσμου ένα δόγμα πρεσβεύει την ανεκτικότητα, όταν κάποιος ενταχθεί στο εκκλησίασμα, προκειμένου να τύχει της καλύτερης αντιμετώπισης πρέπει να παρουσιάσει απόλυτα προδιαγεγραμμένες συμπεριφορές, η απόκλιση από τις οποίες επιφέρουν διαφοροποιήσεις (μετάνοιες, εξομολογήσεις κλπ), δηλαδή, τελικά: διάκριση και ίσως μορφή τιμωρίας. Το επιχείρημά τους βέβαια είναι: αφού το επέλεξες μόνος σου θα τα υποστείς.
"[...] αλλά και ότι σεβόμαστε και τους ορθόδοξους χριστιανούς"
Σαφώς. Το ότι βρίζω προηγουμένως να μην εκληφθεί πως υποστηρίζω κάτι τέτοιο. Δε ζητώ φυσικά να ληφθεί κάποιο μέτρο εναντίον των ορθοδόξων αλλά να καταργηθούν εκείνα που τους ευνοούν σε βάρος των άλλων.
"Πάντως, η κατάργηση των προνομίων δημοσίου δικαίου που έχουν οι ορθόδοξοι ιερείς είναι επιβεβλημένη αν θέλουμε να μιλάμε για θρησκευτική ισότητα και ανοχή."
Ακριβώς. Και αν και αυτά που έμαθα από εσάς δεν είναι και τόσο ενθαρρυντικά (αλλά αρκετά διαφωτιστικά) εξακολουθώ να πιστεύω πως υπάρχει μια ελπίδα αν κάποιοι αποφασισμένοι εκκινήσουν κάποια δικαστική διαμάχη.
Αναρωτιέμαι αν ξεκινήσω μια τέτοια διερευνητική "πρόσκληση" από το blog μου πόσοι θα κοροϊδέψουν, πόσοι θα ανταποκριθούν και πόσοι θα αρχίσουν να με βρίζουν...
Δημοσίευση σχολίου