Οι πολίτες που προσφεύγουν στην Αρχή κατόπιν της παραβιάσεως των δικαιωμάτων τους, αναμένουν όχι πια την διαμεσολαβητική λειτουργία ενός “Συνηγόρου”, αλλά την διαπίστωση των παραβιάσεων και την επιβολή κυρώσεων στους δράστες. Η βαρύτητα αυτών των κυρώσεων και η πληρότητα με την οποία καταρτίζονται οι σχετικές αποφάσεις αποτελούν κριτήρια για την αποτελεσματικότητα της Αρχής. Όταν ο πολίτης διαπιστώνει ότι η Αρχή είναι σε θέση να επιβάλλει το νόμο μέσω των κυρώσεων, πείθεται ότι το ανεξάρτητο αυτό όργανο δεν είναι περιττό, αλλά χρήσιμο για την προστασία των δικαιωμάτων του. Επίσης πείθεται ότι αν παρανομήσει θα υποστεί και τις κυρώσεις της Αρχής.
Σύμφωνα με την απόφαση 47/2008, η Αρχή επέβαλε πρόστιμο 5.000 ευρώ σε επιχείρηση επειδή δεν χορηγούσε σε πελάτη της – καταναλωτή ορισμένα έγγραφα που περιείχαν προσωπικά δεδομένα του και τα χρειαζόταν. Η Αρχή γίνεται πιο αυστηρή όταν η παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης διενεργείται από τράπεζες (1,2/2008, 70.000 και 30.000 ευρώ αντίστοιχα), και όταν η παραβίαση του δικαιώματος ενημέρωσης διενεργείται από ασφαλιστικούς φορείς (21/2008, 20.000 ευρώ).
Από την άλλη πλευρα, με την απόφαση 34/2008 επιβλήθηκε πρόστιμο μόλις 3.000 ευρώ σε επειχείρηση που τηρούσε παράνομα αρχείο με δεδομένα για 100.000 άτομα. Με την απόφαση 10/2008 επέβαλε επίσης άλλο ένα πρόστιμο μόλις 5.000 ευρώ στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης για τις κάμερες.
60.000 ευρώ πρόστιμο επιβλήθηκε σε ασφαλιστική εταιρία επειδή απέρριψε αίτημα για ασφάλιση κατόπιν επεξεργασίας εγγράφου που απεκάλυπτε τον σεξουαλικό προσανατολισμό του αιτούντος (3/2008).
Η αυστηρότητα εξαντλείται όταν τα μέσα ενημέρωσης προβάλλουν ευαίσθητα δεδομένα: 150.000 ευρώ πρόστιμο σε μία εφημερίδα και 150.000 ευρώ πρόστιμο σε μία άλλη για τη δημοσίευση των φωτογραφιών του γ.γ. του υπουργείου πολιτισμού (17,18/2008), 100.000 ευρώ πρόστιμο σε εφημερίδα για δημοσίευση ευαίσθητων δεδομέων ανηλίκου (4/2008).
Αντίθετα, στην περίπτωση που οι παραβιάσεις αφορούν κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης, η Αρχή επιλέγει την “σύσταση” (που δεν είναι καν διοικητική κύρωση) και την “αυστηρή προειδοποίηση” (56/2008, 45/2008, 27/2008), ενώ σε μία μόνο περίπτωση -πλην του ΥΔΤ- επέβαλε πρόστιμο 5.000 και διαβίβασε την υπόθεση στον εισαγγελέα για την ποινική διερεύνησή της (12/2008).
Το πρόβλημα με την κυρωτική πολιτική της Αρχής συνδέεται περισσότερο με την αντιφατικότητα των αποφάσεών της (βλ. τίτλο Α.) που δεν επιτρέπει στον πολίτη να γνωρίζει με βεβαιότητα ότι θα επιβληθεί ένα πρόστιμο ή μια σύσταση, λ.χ. αν στραφεί εναντίον του διαχειριστή της πολυκατοικίας του ή εναντίον του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Η επιβολή κυρώσεων – χαδιών σε Υπουργεία έχει εδώ και καιρό αποκαλύψει ότι η Αρχή δεν μπορεί να επιβάλλει τις απόψεις της ως προς τις κάμερες, γεγονός που αποκαλύπτει ότι για τις πιο “πολιτικές” αποφάσεις της την λύση δεν δίνουν τα πρόστιμα αλλά η πειστικότητα των επιχειρημάτων. Ο πολίτης αντιλαμβάνεται ότι το να βγάζει το Δημόσιο από τη μία τσέπη του μερικές χιλιάδες ευρώ και να τα τοποθετεί στην άλλη τσέπη του, δεν μπορεί να σημαίνει πραγματική προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Συνεπώς, η επιβολή προστίμων έχει νόημα όταν ασκείται σε βάρος ιδιωτικών επιχειρήσεων/φυσικών προσώπων και όταν η βαρύτητά τους είναι ικανή να αναγκάσει τις επιχειρήσεις να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις τους.
Αποτελεσματικότητα στην κυρωτική πολιτική επιβάλλει επίσης και τη δημοσίευση του follow-up των αποφάσεων: ποιες από αυτές εκτελέστηκαν, ποια ανταπόκριση υπήρξε και πόσες από αυτές κατέπεσαν ύστερα από απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Πηγή: "Αξιολόγηση αποτελεσματικότητας της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων κατά το έτος 2008"
Περισσότερες πληροφορίες: Data&Protection - Νομικές υπηρεσίες κοινωνίας της πληροφορίας
Ομάδα facebook εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου