Παρασκευή, Αυγούστου 30, 2013

8 χρόνια e-lawyer

Το 2005 που ξεκίνησε αυτό το blog ζούσαμε σ' έναν άλλον κόσμο. Δεν χρειάζεται να απαριθμήσει κανείς τις διαφορές, σε όλα τα επίπεδα. Το 2013 μπορεί να φαίνεται πολύ ξεπερασμένο ένα blog της περασμένης δεκαετίας, με όλες τις νέες πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, η "μαύρη τρύπα" των οποίων έχει καταπιεί κάποτε και σημαντικές γραπτές καταθέσεις. Ακόμη κι αν είναι ντεμοντέ, θεωρώ ότι υπάρχουν μορφές λόγου που υποστηρίζονται καλύτερα από ένα template όπως αυτό, με την έννοια ότι υπάρχουν μορφές λόγου που υποστηρίζονται καλύτερα ως e-book ή ως παραδοσιακή έκδοση σε βιβλίο, ή σε video κλπ.

Αυτό που δεν αλλάζει είναι η γνώμη μου ότι οι πολίτες έχουν στα χέρια τους σημαντικές εξουσίες, δικαιώματα που όσο κι αν καταπνίγονται μέσα στην οικονομική κρίση, άλλο τόσο πιο ζωτικά αποδεικνύονται. Κεντρικής σημασίας είναι η ελευθερία της έκφρασης, τόσο στην ενεργητική της μορφή όσο και ως προς το δικαίωμα πρόσβασης στην πληροφόρηση, ένα δικαίωμα που συνεπάγεται σημαντικές υποχρεώσεις για όσους εκφράζονται δημόσια  και για όσους διαχειρίζονται την πληροφορία (διασταύρωση, τεκμηρίωση, ακρίβεια, επικαιροποίηση). Δεν είναι όμως μόνο αυτό, είναι το σύνολο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που έχει ο πολίτης, αλλά συνήθως δεν τα γνωρίζει ή δεν έχει την δυνατότητα να τα ασκήσει.

Όσο περισσότερες ιδιότητες αποκτά κάποιος, τόσο περιορίζεται το εύρος των δικαιωμάτων που μπορεί να ασκήσει - τυπικά ίσως όχι, ουσιαστικά, όμως, ναι. Ακόμη και η ιδιότητα του δικηγόρου, ως άμισθου δημόσιου λειτουργού, περιορίζει τις δυνατότητες σε σχέση με όσα μπορεί να κάνει  ένας άλλος πολίτης (που μπορεί όμως να μην γνωρίζει τον τρόπο). Από αυτή την άποψη,  οι ισχυρότεροι άνθρωποι είναι οι απόφοιτοι μιας καλής νομικής σχολής με χαμηλό βαθμό πτυχίου (άρα όσοι δεν συμμορφώθηκαν στις διανοητικές απαιτήσεις των εξετάσεων για το "άριστα"), αμέσως πριν γίνουν ασκούμενοι δικηγόροι. Αν προσθέσει κανείς και την άγνοια κινδύνου, νομίζω ότι μπορεί να πειστεί.

Μερικές φορές σκέφτομαι ότι ως blogger μπορώ να είμαι πιο αποτελεσματικός στην προώθηση ενός δημόσιου αιτήματος, περισσότερο απ' όσο ως δικηγόρος  ή με οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα.  Όταν πριν μερικούς μήνες μου αρνήθηκαν τον λόγο στο Δημοτικό Συμβούλιο - δικαίωμα που θα είχε ένας οποιοσδήποτε πολίτης - η άποψη μου επιβεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά. Σε αντίθεση όμως με άλλες εποχές, επέλεξα να απαντήσω με σιωπή και αποχώρηση, όχι με διαμαρτυρία.  Κάποτε αυτό μπορεί να αποδεικνύεται πιο ηχηρό, ενώ άλλοτε μπορεί να συνιστά και παραδοχή ότι δεν είσαι το κέντρο του κόσμου, ότι δεν κρέμονται από τα χείλη σου. Εύχομαι να το συνειδητοποιήσουν γρήγορα και οι κακομοίρηδες οι "διανοούμενοι" που ξαφνικά ενημερώθηκαν μαζικά για την άποψη του κοινού σχετικά με τις σοφίες τους και ήδη αποχωρούν σιγά-σιγά από τα social media.

Εμείς, εδώ.


Τετάρτη, Αυγούστου 14, 2013

Στάθμιση και αναλογικότητα

Η αναζήτηση της φύσης του δικαίου μέσα από την ανάλυση της διαδικασίας της απονομής δικαιοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε ποικίλα συμπεράσματα, χωρίς να εξαιρείται από αυτά ακόμη και η ταξινόμησή του ως μια από τις καλές τέχνες. Όσο περισσότερο ταλαιπωρείται κανείς με την παρατήρηση της περιπτωσιολογίας, τόσο πιθανότερο είναι να απομακρυνθεί από την ικανότητα κατάληξης σε κρίσεις που θα αφορούν όντως μια κατάσταση μεγάλης αφαίρεσης, όπως είναι η γενική κανονολογία. Από την άλλη πλευρά, ακόμη και οι πουρίστες του ιδεώδους της δικαιοσύνης ενδιαφέρονται για την τεκμηρίωση και τα εργαλεία (στην περίπτωσή τους:  η ηθική, η καλή συμπεριφορά ή -ευπρεπέστερα- η δεοντολογία). Στην εποχή μας καταγράφεται και η μεταμοντέρνα παρουσία του πουρίστα που απορρίπτει καθιερωμένα μεθοδολογικά εργαλεία της νομικής επιστήμης, ως όργανα κατάλυσης ενός εξίσου καθιερωμένου θετικισμού. Μια περίπτωση νομικού στοχαστή που αποκτά ακολούθους και χαιρετίζεται ολοένα και περισσότερο ως αποκαταστάτης της ουσίας του δικαίου και της εξάλειψης κάθε μορφής υποκειμενισμού και αυθαίρετης κρίσης. 

Στο επίκεντρο της κριτικής των μεταμοντέρνων νεο-θετικιστών βρίσκεται η στάθμιση των έννομων αγαθών, ως μεθόδου επίλυσης των νομικών συγκρούσεων. Αφού όλα τα ατομικά δικαιώματα έχουν ίση κανονιστική ισχύ - και μάλιστα ανώτατη, αφού κατοχυρώνονται από τον υπέρτατο νόμο, δηλ. το Σύνταγμα - τότε η "στάθμισή" τους είναι κάτι εξ ορισμού παράλογο και αλυσιτελές. Αυτό είναι το αγαπημένο επιχείρημα, ενός νομομηδενισμού που τείνει να επικρατήσει στα αμφιθέατρα των νομικών σχολών. Πρόκειται απλώς για ένα ρητορικό σχήμα και μάλιστα άκυρο. Η στάθμιση δεν αφορά τα ατομικά δικαιώματα in abstracto. Ουδείς εγγράμματος νομικός θα έσπευδε να βάλει στην παλάντζα λ.χ. το δικαίωμα στην ελευθερια απέναντι στο δικαίωμα στην ιδιοκτησία για να δει τι θα δείξει ο δείκτης. Η στάθμιση δεν αφορά τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά τα έννομα συμφέροντα που παρουσιάζουν αντίρροπα διανύσματα σε κάθε συγκεκριμένη βιοτική περίπτωση. Επομένως, η κατανόηση της στάθμισης, ως μεθόδου διασφάλισης της πρακτικής εναρμόνισης των δικαιωμάτων, προϋποθέτει την ικανότητα εντοπισμού ενός εννόμου συμφέροντος (που μπορεί και να συμπυκνώνει εκφάνσεις περισσότερων ατομικών δικαιωμάτων) έναντι ενός έτερου εννόμου συμφέροντος, όπως εκδηλώνονται επ' ευκαιρία διαφορετικών κάθε φορά περιπτώσεων. 

Σε αυτή τη διαδικασία, δεν σταθμίζονται τα ατομικά δικαιώματα. Αντιθέτως, τα ατομικά δικαιώματα (ή έτεροι μείζονες κανόνες) αποτελούν την ίδια την "ζυγαριά" των εννόμων συμφερόντων. Ο τρόπος με τον οποίο έχει κατοχυρωθεί κάθε μείζων κανόνας παρέχει κρίσιμα στοιχεία που μπορούν να χρησιμεύσουν στον εφαρμοστή του δικαίου για να οδηγηθεί σε συμπεράσματα. Και από αυτή την άποψη, όχι, δεν έχουν κατοχυρωθεί όλα τα ατομικά δικαιώματα με τον ίδιο τροπο. Για παράδειγμα, εξαιρέσεις από την απαγόρευση των βασανιστηρίων δεν προβλέπονται. Η απολυτότητα αυτή προσδίδει άκρως ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση λ.χ. με το δικαίωμα στην ζωή, το οποίο ακόμη και στις ευρωπαϊκές και διεθνείς συμβάσεις κατοχυρώνεται ως σχετικοποιημένο, δηλ. με την αναγνώριση γενικών περιπτώσεων στις οποίες η απώλεια της ζωής μπορεί να είναι νομικά δικαιολογημένη. Ενώ το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα γνωρίζει εκτεταμένες περιπτώσεις εν δυνάμει περιορισμών για μια σειρά από νόμιμους λόγους, η ελευθερία της τέχνης διατυπώνεται τόσο ανεξαίρετα - τουλάχιστον στο άρθρο 16 Σ.- που μόνο οι γενικοί περιορισμοί μπορούν να νοηθούν ως νόμιμοι. Αναντίστοιχα, η ελευθερία της έκφρασης (έννοια γένους σε σχέση με την ελευθερία της τέχνης!) γνωρίζει εκτεταμένους εν δυνάμει περιορισμούς -τουλάχιστον κατά το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου- την ίδια στιγμή που το δικαίωμα στον γάμο φαίνεται να κατοχυρώνεται εντελώς καθολικά από το άρθρο 12 της ΕΣΔΑ, αλλά σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Τα ατομικά δικαιώματα έχουν λοιπόν αδιαμφισβήτητα ίση τυπική κανονιστική ισχύ, αλλά δεν κατοχυρώνονται ούτε με την ίδια απολυτότητα, ούτε επιδέχονται τους ίδιους περιορισμούς. Αντιθέτως, οι ίδιες οι κατοχυρώσεις τους περιέχουν δείκτες για τις σταθμίσεις των εννόμων συμφερόντων που πάντοτε θα προκύπτουν. 

Η βασική κριτική που αναπτύσσεται εναντίον της στάθμισης είναι ο κίνδυνος της υποκειμενικότητας. Η κριτική αυτή υπογραμμίζει ότι η στάθμιση πρέπει να γίνεται με κριτήρια προδιατυπωμένα, ώστε να αποκρούεται η κατίσχυση των προσωπικών απόψεων και να εξαλείφεται ο βαθμός αυθαιρεσίας που μπορεί να μολύνει την ορθότητα μιας νομικής κρίσης. Η κριτική είναι βάσιμη, καθώς η ορθότητα των εργαλείων της στάθμισης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κατάρτιση του εφαρμοστή του δικαίου, αλλά και από την ουσιαστική πληρότητα των κανόνων δικαίου ή των έτερων διανυσμάτων που προσφέρονται σε γενικότερα δεοντικά σύνολα, ακόμη και μη δεσμευτικά με την νομική έννοια. Η συναρμογή των κανόνων στις μείζονες προτάσεις των διακρατικών δικαστηρίων της εποχής μας έχει δείξει ότι μέρος της νομικής εργασίας είναι η αναζήτηση και η  συγκέντρωση του κανονιστικού υλικού που νοηματοδοτεί τις διατυπώσεις των νομικών διατάξεων. Ο νόμος είναι η ερμηνεία του και παρά τον κίνδυνο που προεξαγγέλλει αυτός ο αφορισμός, η διεύρυνση των πηγών του δικαίου στην εποχή μας αποτελεί συνεπάγεται την επαύξηση των δημοκρατικών εγγυήσεων για την ορθή εφαρμογή του νόμου. Η πολυπρισματική προσέγγιση μιας έρευνας και αναζήτησης του ορθού - ή καλύτερα "πλήρους"- νοήματος του νόμου δεν μπορεί να περιορίζεται φυσικά στην διατύπωση, την νομολογία των δικαστηρίων ή στα πρακτικά των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών. Η συγκομιδή μπορεί να επεκταθεί και στο ήπιο δίκαιο, τους δεοντολογικούς κανόνες, το ιδιωτικό δίκαιο, τις βέλτιστες πρακτικές, την διοικητική συνήθεια ή ακόμη και την εθιμοτυπία. Έργο του νομικού είναι να ταξινομήσει τα διανύσματα ανάλογα με την προέλευση και την ισχύ καθενός και να τους αποδώσει την δέουσα βαρύτητα σε μια συνολική διανοητικη σταθμιστική διαδικασία, γεγονός που θα πρέπει να αποδίδεται και με σαφήνεια στο τελικό κειμενικό προϊόν. Ιδίως σε υποθέσεις που αφορούν την ελευθερία του τύπου, δεοντολογικοί κανόνες όπως η αναζήτηση της αντίθετης άποψης ή η παράθεση των τεκμηρίων για μια αξιολογική κρίση ανάγονται στο κεντρικό αντικείμενο στάθμισης που θα κρίνει κατά πόσον παραβιάστηκε ή όχι μια συνταγματική ελευθερία. Όσο κι αν τα συναλλακτικά ήθη του Τύπου αναγνωρίζονται επίσημα, μέσα από την σχετική διάταξη του Αστικού Κώδικα, ως πηγή του δικαίου, οι δεοντολογικοί κανόνες που τα απαρτίζουν δεν παύουν να είναι διατυπώσεις κωδίκων που καταρτίστηκαν από τις δημοσιογραφικές ενώσεις. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι οι συνδικαλιστικοί φορείς των δημοσιογράφων αναβιβάστηκαν στο επίπεδο του νομοθέτη. Σημαίνει όμως ότι ο νομοθέτης αναγνωρίζει ότι οι ειδικότερες συνθήκες άσκησης ενός επαγγέλματος που συνδέεται τόσο έντονα με την εφαρμογή του ζωτικού για την δημοκρατία δικαιώματος της ελευθερίας της πληροφόρησης, δεν μπορεί παρά, για λόγους ελευθερίας, να καθορίζεται οιονεί κανονιστικά από τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Η στάθμιση λοιπόν δεν μπορεί να περιφρονεί τα ετερογενή διανύσματα που αναπτύσσονται από την ίδια την βιοτική περίσταση και τυγχάνουν μακροχρόνιας και εξειδικευμένης επεξεργασίας, αναγόμενα σε κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. 

Η στάθμιση δεν θα ήταν αναγκαία αν, με κάποιον άγνωστο τρόπο, κάθε βιοτική περίπτωση μπορούσε να ρυθμιστεί εκ των προτέρων μέχρι την τελευταία της λεπτομέρεια. Το αντίθετο της στάθμισης είναι η υπερρύθμιση. Κάθε τέτοια απόπειρα φυσικά είναι καταδικασμένη είτε να αποτύχει είτε να οδηγήσει σε ακραίες εκτροπές, αναστρέφοντας την θεμελιώδη δημοκρατική σύλληψη του απροϋπόθετου της ελευθερίας. Η λεπτομερής νομοθετική ρύθμιση για κάθε βιοτική περίπτωση στερεί από τον νόμο το κύριο δημοκρατικό χαρακτηριστικό του, δηλαδή την γενικότητά του. Σε ακραίες περιπτώσεις, η υπερρύθμιση καταργεί τελικά την αρχή της ισότητας: υποδιαιρώντας τους αποδέκτες των ρυθμίσεων σε ολοένα στενότερες ομάδες, κινδυνεύει να υποβιβάσει την γενική ρύθμιση σε ατομική, καταργώντας έτσι την έννοια του νόμου και εξισώνοντάς τον με την ατομική διοικητική πράξη. Με εκκίνηση αυτή την γενική παραδοχή, οι αντιμαχόμενοι την στάθμιση, βάλλουν κι εναντίον ενός άλλου προσφιλούς στόχου: της αρχής της αναλογικότητας. 

Η αρχή της αναλογικότητας αποτελεί μια νομική σύλληψη που φιλοδοξεί να συγκεράσει περισσότερες προσεγγίσεις για την δικαιοσύνη, τυποποιώντας σε έναν κανόνα τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να σχετικοποιούνται τα έννομα συμφέροντα σε μια κοινωνία. Ήδη η χρήση της "σχετικοποίησης" αποτελεί κόκκινο πανί για τους νεο-πουρίστες που θεωρούν ύποπτες επεμβάσεις στα ατομικά δικαιώματα τόσο την έννοια της στάθμισης, όσο και την έννοια της αναλογίας. Ωστόσο η σύγχυση ξεκινάει από το γεγονός ότι οι πουρίστες αντιλαμβάνονται την αναλογικότητα ως απειλή για την καθολικότητα των δικαιωμάτων, ενώ η αναλογικότητα στοχεύει κατά μείζονα λόγο στην αντίληψη περί απόλυτης εφαρμογής κάθε δικαιώματος. Η διαφορά δεν είναι και τόσο λεπτή, ώστε να δικαιολογεί την σύγχυση: καθολικότητα των δικαιωμάτων σημαίνει ότι κάθε ανθρώπινη ύπαρξη είναι φορέας του δικαίωματος, ενώ απόλυτο δικαίωμα σημαίνει εξουσία χωρίς εξαίρεση και περιορισμό. Σε κάποιους κλάδους του δικαίου, απόλυτο δικαίωμα είναι το erga omnes (έναντι πάντων) αντιτάξιμο δικαίωμα, χωρίς βέβαια να σημαίνει ότι και αυτό είναι ανεπίδεκτο περιορισμών (ας θυμηθούμε τις "δουλείες" του εμπράγματου δικαίου, όπου ακόμη και το απόλυτο δικαίωμα κυριότητας γνωρίζει σχετικοποίησης). Στο σύγχρονο συνταγματικό δίκαιο, η αρχή της αναλογικότητας κατοχυρώνεται ως ένας "περιορισμός των περιορισμών" των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Δηλαδή ως το κριτήριο με το οποίο θα αποφασιστεί κατά πόσον ο περιορισμός ενός ατομικού ή κοινωνικού δικαιώματος είναι συνταγματικά ανεκτός. Η μεγάλη αφαίρεση που ενέχει ο ίδιος ο όρος "αρχή της αναλογικότητας", αλλά και η ίδια η έννοια της αναλογίας, αποτελεί αιτία για ενστάσεις αντίστοιχες με αυτές που αναπτύσσονται για την στάθμιση: αυθαιρεσία, υποκειμενικότητα, σχετικισμός.

Ενστάσεις που αντικρούονται με επιχειρήματα αντίστοιχα με αυτά που αφορούν τελικά την ίδια την στάθμιση. Η αρχή της αναλογικότητας δεν είναι μια έννοια άνευ περιεχομένου. Πολύ πριν μνημονευθεί ρητά στο άρθρο 25 του Συντάγματος, έχει τύχει πολυεπίπεδης δικαστηριακής και επιστημονικής επεξεργασίας και έχει αναλυθεί σε τρία συγκεκριμένα τεστ στα οποία υποβάλλεται ένα μέτρο ή ένας νόμος για να κριθεί αν είναι "αναλογικός". Φυσικά και τα τρία τεστ διατυπώνονται με προτάσεις μεγάλης αφαίρεσης που σαφώς δικαιολογούν τις ανησυχίες περί αυθαίρετης εφαρμογής, υποκειμενικής κρίσης κλπ. Και πάλι όμως, οι ανησυχίες αυτές υπερτονίζουν συχνά την επιστημονική ανεπάρκεια του εφαρμοστή του δικαίου, την μειωμένη ενημέρωσή του για τις νομικές ή άλλες εξελίξεις, καθώς τελικά και την ίδια την εμπειρία του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αρχή της αναλογικότητας, ιδίως στο σκέλος της αναζήτησης τυχόν ηπιότερου μέτρου, που θα θίγει κατά το δυνατόν λιγότερο το επίμαχο ατομικό δικαίωμα, είναι ένας κανόνας που συνέχεται στενά με την κοινωνική εμπειρία του εφαρμοστή.  Από την άλλη πλευρά, η αναλογικότητα ως έννοια είναι τόσο στενά συνυφασμένη με την ορθή εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης που δεν είναι δυνατόν να υπάρξει δίκαιο χωρίς αναλογία. 

Η αναλογικότητα βρίσκεται στο στόχαστρο όμως, όχι μόνο της τεράστιας πρακτικής λειτουργίας της ως εργαλείου ελέγχου της νομιμότητας ενός νόμου ή ενός άλλου εξουσιαστικού μέτρου που περιορίζει ένα ατομικό ή κοινωνικό δικαίωμα. Η αναλογία ως νομικό ερμηνευτικό εργαλείο για την πρακτική κάλυψη των κενών του δικαίου αποτελεί κυριολεκτικά το κόκκινο πανί στους όψιμους υποστηρικτές ενός ακραιφνούς θετικισμού που θεωρούν ότι η μη ρύθμιση αποτελεί τελικά ρύθμιση (τα λεγόμενα εκούσια κενά του δικαίου) και η όποια κάλυψή τους θα ήταν ανεπίτρεπτη παρέμβαση του εφαρμοστή στο έργο του νομοθέτη, σε βαθμό που, αν πρόκειται μάλιστα για δικαστική κάλυψη κενού με αναλογική εφαρμογή, θα συνιστούσε παρέμβαση της δικαστικής λειτουργίας στην νομοθετική κατά παραβίαση της αρχής της διάκρισης των λειτουργιών και άλλα ευτράπελα που θα εξίσωναν μια επιστημονική κατασκευή με... πολιτειακή εκτροπή. 

Η συστηματοποίηση της  γνώσης δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την χρήση της αναλογίας. Η αξία της αναλογικότητας στο νομικό οικοδόμημα είναι αντίστοιχη της αξίας του πειράματος για τις φυσικές επιστήμες. Η αναλογία επιβεβαιώνει ότι οι συνέπειες είναι, σε ένα βαθμό προβλέψιμες και ως εκ τούτου η πρόβλεψη είναι, σε ένα βαθμό θεμιτή. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το τελευταίο τεστ στην εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας είναι, τελικά, η στάθμιση κόστους - οφέλους. Η ίδια η έννοια της δίκαιης μεταχείρισης προϋποθέτει τόσο την στάθμιση όσο και την αναλογική συμπεριφορά, ώστε να αποφεύγονται τα απρόβλεπτα αποτελέσματα που θα καθιστούσαν τελικά αδιαφανή την εφαρμογή ενός κανόνα. Η διαύγεια των κριτηρίων είναι σαφώς πάντοτε ζητούμενο και, τελικά, ο εντοπισμός, η συναρμογή και η τελική εφαρμογή του προϋποθέτει ικανότητες που αναπόφευκτα προσωποποιούν την ποιότητα μιας νομικής εργασίας. Ο αφορισμός όμως της στάθμισης και της αναλογικότητας ως περίπου προπατορικών αμαρτημάτων ενέχει την γραφικότητα μιας ιερατικής προσέγγισης, έστω και με την γοητεία της αίρεσης. 

Δευτέρα, Αυγούστου 12, 2013

Αθώωση επιμελήτριας Εθνικής Πινακοθήκης για σχόλια στο facebook

EΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
ΤΗΣ Γ.Γ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ
[...]

ΑΠΟΦΑΣΗ 3/10.7.2013

[...]
Ακολούθως, η Πρόεδρος έδωσε τον λόγο στον κ. ***, ο οποίος είχε οριστεί ως εισηγητής της υπόθεσης με το αριθμ. *** έγγραφο του τέως Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου. Ο κ. *** στο σημείο αυτό ανέπτυξε την εισήγησή του:
“Με το αρ. *** έγγραφο είχε παραπεμφθεί ενώπιον του παρόντος συμβουλίου η πειθαρχική δίωξη για:
1. Αναξιοπρεπή για υπάλληλο συμπεριφορά εντός ή εκτός υπηρεσίας (άρθρο 107 παρ. 1 περ. Ε του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012)
2. Παράβαση της υποχρέωσης εχεμύθειας (άρθρο 107 παρ. 1 περ. Η του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012 σε συνδυασμό με το άρθρο 26 του Ν.3852/2007)
3. Χρησιμοποίηση πληροφοριών που κατέχει λόγω της θέσης της για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων της ιδίας (άρθρο 107 παρ. 1 περ. ιδ του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012)
4. Άσκηση κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης αρχής που γίνεται δημοσίως γραπτώς με σκόπιμη χρήση εν γνώσει εκδήλως ανακριβών στοιχείων ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις (άρθρο 107 παρ. 1 περ. Ιζ του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012).
Της *** μονίμου υπαλλήλου του Κλάδου ΠΕ 1 Ιστορικών Τέχνης με βαθμό Β' της Εθνικής Πινακοθήκης Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου και στη συνέχεια ο φάκελος μου πρεδόθη από το συμβούλιο, ώστε να καταθέσω την εισήγησή μου, δεδομένου ότι με το αριθμ. *** έγγραφο του τέως Προέδρου του Συμβουλίου ορίστηκα ως εισηγητής. Αφού μελέτησα ενδελεχώς τον φάκελο της πιο πάνω, στον οποίο κατατίθεται και η απόφαση του Δ.Σ. της ΕΠΜΑΣ της 6/6/2012 περί παραπομπής της στο παρόν πειθαρχικό συμβούλιο, σας παραθέτω συνοπτικά το ιστορικό της υπόθεσης.
 
Η κ. ***, μόνιμη υπάλληλος της Εθνικής Πινακοθήκης Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου του Κλάδου ΠΕ1 Ιστορικών Τέχνης με βαθμό Β', στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης “FACEBOOK”,
1. δημοσίευσε την ανακοίνωση της Διευθύντριας της ΕΠΜΑΣ κ. *** για το θέμα της κλοπής δύο πινάκων από την ΕΠΜΑΣ με τον τίτλο “τόσα ψέματα όμως! Και δημοσίως!”
2. Έγραψε ότι “Ουδεμία κλειδαριά διέρρηξε ο εισβολεύς, κανένα καλώδιο συναγερμού “έκαψε”, κανένας συναγερμός ανίχνευσης κίνησης ενεργοποιήθηκε. Όλα πήγαν ομαλότατα”, “Αφήστε τον Πικάσο! Πρακτικά δεν υπήρχε σύστημα ασφαλείας. Ελπίζω τα ασφάλιστρα να είναι πολύ ψηλά”, “Επιπλέον το αρχιτεκτονικό ύφος της Πινακοθήκης δεν είναι (αντιπροσωπευτικό δείγμα του BAUHAUS), αλλά του Βrutalism, άντε του new brutalism. Μπετόν μπρούτο.” “Ποιος συναγερμός φίλοι; Δεν υπήρξε τέτοιο θέμα. Ούτε ανίχνευση κίνησης υπήρξε, ούτε καταγραφή από τις κάμερες, που έγραφαν και ξανάγραφαν στην ίδια βιντεοκασέτα επί εβδομάδες.” “Ούτε αρχές υπάρχουν ούτε τέλη. Απέσβετο και λάλον ύδωρ.” “Επαναλαμβάνουμε σε απλά ελληνικά: το σύστημα ήταν αρχαίο.”
3. Είχε τις παρακάτω στιχομυθίες:
- Για να το θέσω απλά: μας δουλεύουν ψιλο γαζί κ. *** δηλαδή;
- Απάντηση ***: Μάλιστα αγαπητή.
- Η εκθεσάρα καλά θα είναι να αναβληθει μέχρι νεωτέρας....
- Απάντηση ***: Αστειεύεσαι! Στα quartier των Λωτοφάγων.
- Η κ. ***; Στη θέση της;
- Απάντηση ***: Στη θέση της [ως τη Παρασκευή και 13/11]
- Πλάκα μου κάνεις ή Τι; Μου κάνεις ***;
- Απάντηση ***: Στον *** μας.

Οι ανωτέρω δημοσιεύσεις περιήλθαν σε γνώση του Προέδρου του Δ.Σ. της ΕΠΜΑΣ την 25/2/2012 από ανώνυμη επιστολή από άτομο που είχε πρόσβαση στο ανοιχτό “προφίλ” που τηρούσε εκείνο το διάστημα η κ. *** στην προσωπική της ιστοσελίδα στο “facebook”, η οποία ήταν αρχικά προσβάσιμη με την πληκτρολόγηση των στοιχείων του ονοματεπωνύμου της. Η Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης με την από 21/12/2012 επιστολή της επισημαίνει ότι η κ. *** είναι ιδρυτικό μέλος της, αναφέρεται στην επιστημονική δράση της, εκφράζει την έκπληξή της για τη θέση της σε αργία και δηλώνει αλληλεγγύη και στήριξη στην πιο πάνω υπάλληλο. Η κ. *** κλήθηκε σε απολογία με την αριθμ. πρωτ. *** κλήση σε απολογία της Προέδρου του Πειθαρχικού μας Συμβουλίου, την οποία παρέλαβε ταχυδρομικώς με συστημένη επιστοή την 21η Ιουνίου 2013 και κατέθεσε εμπρόθεσμα το απολογητικό της υπόμνημα, το οποίο παρελήφθη με αριθμ. πρωτ. *** , με το οποίο αρνείται την τέλεση των εις αυτήν αποδιδόμενων πειθαρχικών παραπτωμάτων και ζητά από το Συμβούλιό μας την έκδοση απόφασης για την απαλλαγή της από την πειθαρχική της δίωξη και την κήρυξη της αιωότητάς της, την άρση του εις βάρος της επιβληθέντος μέτρου της αυτοδίκαιης αργίας και, συγκεκριμένα:
=> Ισχυρίζεται ότι τα αποσπάσματα των διαλόγων που αποδίδονται σε αυτήν και έχουν ενσωματωθεί στην εν λόγω κλήση, δεν αποδίδουν με πληρότητα τις διαδικτυακές της συνομιλίες για το θέμα της διάρρηξης της ΕΠΜΑΣ και της κλοπής των τριών έργων τέχνης, αλλά αντιθέτως αποτελούν σκόπιμη συρραφή αποσπασμάτων συνομιλιών, με παράλειψη ουσιωδών αναφορών, που αποδεικνύουν ότι δεν τέλεσε κάποιο από τα παραπάνω πειθαρχικά παραπτώματα.
=> Θεωρεί ότι ο σκοπός της εν λόγω συρραφής ήταν η πρόκληση της σε βάρος της άσκησης πειθαρχικής δίωξης και ότι η “ανώνυμη επιστολή”, πάνω στην οποία βασίστηκε όλη η πειθαρχική διαδικασία, περιείχε ανακριβή, αποσπασματικά και παραπλανητικά στοιχεία.
=> Προκειμένου το Συμβούλιό μας να λάβει γνώση του “ακριβούς περιεχομένου” των διαλόγων της με τρίτα πρόσωπα, προσκομίζει και επικαλείται εκτυπώσεις των “αυθεντικών συνομιλιών” που είχε με τρίτα άτομα, σχετικά με το θέμα και σε χρόνο εκτός υπηρεσίας.
=> Έχει τη γνώμη ότι από την ανάγνωση των ιδιωτικών συνομιλιών της, προκύπτει ότι δεν υπέπεσε σε κάποιο από τα αποδιδόμενα σε αυτή παραπτώματα, αλλά αντιθέτως, φαίνεται ότι ήταν διάχυτη η συντριβή της για τη διάρρηξη της ΕΠΜΑΣ και την κλοπή των τριών έργων.
 
Στη συνέχεια προβάλλει επιχειρήματα, προκειμένου να αντικρούσει όλες τις σε βάρος της κατηγορίες, επικαλούμενη τα άρθρα 26,27, 45 του Υπαλληλικού Κώδικα και νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μεταξύ άλλων σημειώνει:
- Το περιστατικό της διάρρηξης είχε ήδη γνωρίσει ευρύτατη δημοσιότητα και δεν αποτελούσε απόρρητο στοιχείο, αλλά κεντρικό θέμα επικαιρότητας. Επίσης τα περιστατικά που σχολίαζε με τους “φίλους της” είχαν ήδη καλυφθεί από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και αποτελούσαν δημόσια πληροφορία κατά τον κρισιμο χρόνο. Και παραθέτει την ηλεκτρονική διεύθυνση, στην ποία ήταν αναρτημένο το κείμενο της “Έκθεσης Αποτελεσμάτων Ελέγχου (Μάρτιος 2012)” των στελεχών του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, η οποία είναι ελεύθερα προσβάσιμη και η οποία περιλαμβάνει αναλυτική περιγραφή των τεχνικών προδιαγραφών ασφάλειας της Εθνικής Πινακοθήκης και των σοβαρών ελλείψεών της.
 
- Εκφράζει την άποψη ότι το γεγονός της έκφρασης της απογοήτευσής της για το σύστημα φύλαξης της Εθνικής Πινακοθήκης στην συνομιλία με “φίλους”, ουδόλως συνιστά χρήση πληροφοριών που κατείχε εκ της θέσεώς της, αφού το σύστημα ασφαλείας και οι πλημμέλειές του δεν αποτελούν πληροφορία που κατείχε αποκλειστικώς ως υπάλληλος, δεδομένου οτι δεν ασχολείται ως υπεύθυνη ασφαλείας της πινακοθήκης. Αντίθετα, σύμφωνα με την ίδια, αποτελούσε γνώση κάθε πολίτη, που πληροφορήθηκε το περιστατικό και τις λεπτομέρειες της διάρρηξης από τα ΜΜΕ. Θεωρεί δε ότι ο σχολιασμός του περιστατικού έγινε εντός του πλαισίου της ελευθερίας της έκφρασης που αναγνωρίζεται και για τους δημοσίους υπαλλήλους από το άρθρο 45 του Υπαλληλικού Κώδικα και το συνταγματικό θεσμικό πλαίσιο.
 
- Επισημαίνει ότι η παραπεμπτική απόφαση περιλαμβάνει την επανάληψη της περιγραφής του νόμου, χωρίς να αναφέρει ποιά είναι τα “εκδήλως ανακριβή στοιχεία” ή οι “απρεπείς εκφράσεις” και χαρακτηρίζει την παραπεμπτική απόφαση ως όλως αόριστη. Για μεν τα “ανακριβή στοιχεία” σημειώνει ότι το περιεχόμενο των “συνομιλιών” της περιέλαβε αξιολογικές κρίσεις για την αναποτελεσματικότητα του συστήματος ασφαλείας, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν και από την “Έκθεση Αποτελεσμάτων Ελέγχου” των στελεχών του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης. Για δε τις “απρεπείς εκφράσεις”, αναφέρει ότι δεν έχει χρησιμοποιηθεί από την ίδια κανένας εξυβριστικός χαρακτηρισμός για το πρόσωπο της κ. *** και του κ. ***, οι οποίοι δεν επιδίωξαν να ασκήσουν σχετικά δικαιώματα εναντίον της.
 
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω στοιχέια και τα στοιχέια του φακέλου της υπόθεσης, Επιφυλάσσομαι να εκφέρω την πρότασή μου εν αναμονή της συζήτησης ενώπιον του Πειθαρχικού μας Σμβουλίου”.
 
Στη συνέχεια ο εισηγητής ανέγνωσε στο Συμβούλιο το σύνολο του από 26.6.2013 απολογητικού υπομνήματος της κας *** με τα δύο συνημμένα σχετικά έγραφα (συνημμένο 1). [...]
 
Ακολούθως κλήθηκε και εισήλθε στην αίθουσα η κα ***, η οποία συνοδευόταν από τον δικηγόρο της κ. *** και ακολούθησε ο εξής διάλογος μεταξύ των μελών του Συμβουλίου και της κας *** και του πληρεξουσίου δικηγόρου της.
Πρόεδρος: Παρακαλώ, έχετε το λόγο.
[Συνήγορος]: Αρχικά θα ήθελα να πληροφορήσω το Συμβούλιό σας ότι καταθέτουμε συμπληρωματικό υπόμνημα με συνημμένα έγγραφα. Επιθυμούμε να δηλώσουμε ότι η κα *** διώκεται πειθαρχικά άδικα και θεωρούμε ότι το κατηγορητήριο είναι αόριστο, καθώς αποτελείται από αποσπάσματα και συρραφές από ιδιωτική συνομιλία της κας *** στο Facebook. Το ότι η εν λόγω συνομιλία είναι απόρρητη συνομολογεί και ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΠΜΑΣ με το διευκρινιστικό έγγραφό του προς την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, όπου αναφέρει ότι το όλο θέμα έφτασε σε γνώση του κατόπιν ανώνυμης καταγγελίας.
Πρόεδρος: Έχει αποφανθεί η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων σχετικά με το ερώτημα;
[Συνήγορος]: Όχι ακόμη. Όσον αφορά το πειθαρχικό αδίκηα της άσκησης κριτικής [σε βάρος] της προϊσταμένης αρχής για το οποίο κατηγορείται η κα ***, θέλουμε να αναφέρουμε ότι κατά τον χρόνο τέλεσης των φερόμενων αδικημάτων η κα *** δεν ήταν Προϊσταμένη της ΕΠΜΑΣ (η θητεία της είχε λήξει την 14-1-2012). Στο κατηγορητήριο, ημερομηνίες εκτύπωσης υπάρχουν μόνο στο τμήμα των συνομιλιών του Απριλίου. Δεν αναφέρεται ποιες είναι συγκεκριμένα οι απρεπείς εκφράσεις που χρησιμοποίησε η κα ***. Όσον αφορά δε το ζήτημα της ανακρίβειας των λεγομένων της κας ***, προσκομίζουμε έκθεση αποτελεσμάτων του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, στην οποία επισημαίνονται κενά ασφαλείας στην Πινακοθήκη. Το σύστημα είναι απαρχαιωμένο και οι ελλείψεις που παρουσιάζει μπορούν να γίνουν αντιληπτές σε κάθε επισκέπτη. Η κα *** είναι Γραμματέας του Συλλόγου των εργαζομένων στην ΕΠΜΑΣ. Λίγο πριν από την περίοδο των επίμαχων συνομιλιών, μαζί με την Πρόεδρο του Συλλόγου κα *** είχαν αποστείλει επιστολές προς τον Πρόεδρο το Δ.Σ. σχετικά με την ελλειπή ασφάλεια και το απλήρωτο φυλακτικό προσωπικό της Πινακοθήκης. Στις 28-5-2012 ο κ. *** απάντησε λέγοντας ότι τα θέματα αυτά είναι υπόθεση της Διοίκησης της ΕΠΜΑΣ και έμμεσα τις παρότρυνε να “σκάσουν”, να μην ασχολούνται δηλαδή και ανακινούν τέτοια ζητήματα. Ανέφερε επίσης στο ίδιο έγγραφο ότι το ζήτημα θα εξετασθεί όσον αφορά την τέλεση πειθαρχικών παραπτωμάτων εκ μέρους των αιτουσών. Όσον αφορά την προσωπικότητα της κας ***: είναι διδάκτωρ Πανεπιστημίου του Μονάχου, επιμελήτρια στην ΕΠΜΑΣ, έχει επιδείξει ευδόκιμη υπηρεσία από το 1984 (στο σημείο αυτό επεδείχθησαν στα μέλη του Συμβουλίου τα βιβλία ***, *** και ***, στα οποία η κα *** είχε συμμετοχή).
[Υπάλληλος]: Όσον αφορά την κλοπή των τριών πινάκων από την Εθνική Πινακοθήκη, ήθελα να πω ότι ένα από τα κλαπέντα έργα το είχα η ίδια ασφαλίσει πολύ καλά, με αποτέλεσμα οι κλέφτες να καθυστερήσουν κατά την αφαίρεσή του.
Πρόεδρος : Ο πίνακας του Πικάσο που εκλάπη πώς ήταν στερεωμένος;
[Υπάλληλος]: Με βίδα, μόνο με μια βίδα.
[Εισηγητής]: Η κλοπή έγινε από τον χώρο της αποθήκης;
[Υπάλληλος]: Όχι, οι αποθήκες φυλάσσονται πολύ καλά. Η κλοπή έγινε από τον εκθεσιακό χώρο. Πρόεδρος: Βρέθηκαν τα έργα που εκλάπησαν;
[Υπάλληλος]: Όχι.
[Συνήγορος]: Έχει γίνει ΕΔΕ από το Υπουργείο, έχουμε ζητήσει το πόρισμα, αλλά δεν μας το έχουν χορηγήσει. Σε κάθε περίπτωση, το όλο θέμα αφορά την έκφραση της στεναχώριας της κας *** για την κλοπή που σημειώθηκε, την οποία μοιράστηκε και συζήτησε με τους φίλους της.
Πρόεδρος: Οσον αφορά τη δημοσιότητα που θα μπορούσε να πάρει το θέμα;
[Συνήγορος]: Ήταν απόρρητο το “προφίλ” της κας ***. Δηλαδή μόνο άτομα που η ίδια επέτρεπε μπορούσαν να δουν την συνομιλία. Αυτό αποδεικνύεται, όπως προανέφερα, από το γεγονός ότι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. το πληροφορήθηκε από ανώνυμη καταγγελία. Δεν μπορούσε δηλαδή ο ίδιος να μπει και να εκτυπώσει τις συνομιλίες.
[Μέλος του Συμβουλίου]: Δηλαδή η ανώνυμη καταγγελία μπορει να έγινε από κάποιον από τους φίλους της κας ***;
[Συνήγορος]: Μπορεί.
[Μέλος του Συμβουλίου]: Πόσους φίλους είχε η κα *** στο Facebook;
[Συνήγορος]: Αυτό αποτελεί δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα.
[Μέλος του Συμβουλίου]: Μπορεί να αλλάξει η κατάσταση του “προφίλ”; Δηλαδή από απολύτως ελεύθερο ο χρήστης να το μετατρέψει σε προσβάσιμο σε περιορισμένο αριθμό ατόμων και το αντίθετο;
[Συνήγορος]: Αυτό γίνεται, ναι.
[Μέλος του Συμβουλιου]: Είναι άλλο όμως οι φίλοι να είναι πέντε και άλλο να είναι τριακόσια άτομα. Τοτε ίσως να μιλάμε για διασπορά...
[Συνήγορος]: Σε κάθε περίπτωση αυτό εμπίπτει στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.
[Μέλος του Συμβουλίου]: Κα *** σε κάποιο σημείο των συνομιλιών σας είπατε: “ελπίζω τα ασφάλιστρα να είναι πολύ υψηλά”. Τί εννοούσατε;
[Υπάλληλος]: Αμέσως μετά την κλοπή, η κα *** από το ίδρυμα *** προσφέρθηκε να ασφαλίσει την έκθεση που θα γινόταν από το εν λόγω ίδρυμα στην Πινακοθήκη, προκειμένου να μην είναι εκτεθειμένη η ΕΠΜΑΣ. Εννοούσα εκείνη την έκθεση.
Πρόεδρος: Στο πλαίσιο των καθηκόντων σας ως επιμελήτριας, επιμελείστε και την παρουσίαση ενός έργου, την έκθεσή του, πέρα δηλαδή από την επιλογή και ανάσυρσή του από την αποθήκη; [Υπάλληλος]: Σε συνεργασία με την Διεύθυνση της ΕΠΜΑΣ, ναι. Πρόεδρος: Αν αντιληφθείτε ότι κάποιος χώρος είναι ακατάλληλος για την έκθεση ενός έργου, μπορείτε να επέμβετε;
[Υπάλληλος]: Φροντίζουμε, σε συνεργασία πάντα με την Διεύθυνση να είναι οι συνθήκες όσο το δυνατό καταλληλότερες. Σε κάθε περίπτωση πάντως εγώ δεν έχω αρμοδιότητα επί της ασφάλειας των έργων.
Πρόεδρος: Η συνεργασία σας με την κα *** πώς είναι;
[Υπάλληλος] Εξαιρετική. Και ο κ. *** όταν με βλέπει εκφράζεται με τα καλυτερα λόγια για το άτομό μου.
[Συνήγορος]: Επειδή τέθηκε το ζήτημα του “προφίλ”, θέλω να επισημάνω ότι μπορεί να σταλεί ερώτημα σχετικά με το αν την επίμαχη περίοδο ήταν ανοιχτό ή κλειστό. Η εταιρεία που διαχειρίζεται τον ιστότοπο Faceboοk εδρεύει στην Ιρλανδία και απαντά σε τέτοια ερωτήματα.
[Μέλος του Συμβουλίου]: Εσείς μπορείτε να μας απαντήσετε επ' αυτού;
[Υπάλληλος]: Ήταν κλειστό. Θέλω να προσθέσω ότι δεν παραβιάστηε μόνο το δικό μου “προφίλ”, αλλά και του κ. ***, Διευθυντή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
[Συνήγορος]: Για μας τίθεται ζήτημα συνταγματικής τάξης, δηλαδή το μέχρι που μπορεί να φτάνει η έρευνα. Όταν μιλάμε για το πλαίσιο του απορρήτου απαιτείται, και μόνο για τις περιπτώσεις που προβλέπονται ρητά, διαταγή άρσης απορρήτου. Ζητούμε γι' αυτό, η κα *** να απαλλαγεί πλήρως από όλες ανεξαιρέτως τις κατηγορίες. Θα εξετάσουμε επίσης την δυνατότητα έναρξης ποινικής διαδικασίας για παραβίαση απορρήτου επικοινωνιών.
[Μέλος του Συμβουλίου]: Εσείς εκφραστήκατε καυστικά, μετά την κλοπή των πινάκων και στον χώρο της δουλειάς σας, κατά την εργασία σας στην ΕΠΜΑΣ;
[Υπάλληλος]: Η κα *** επί 48 ώρες μετά την κλοπή είχε εξαφανιστεί. Κατόπιν έκανε δηλώσεις στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και άφησε “στον αέρα” τους νυχτοφύλακες. Ενώ ο νυχτοφύλακας εκείνη τη νύχτα της κλοπής, όχι μόνο έκανε τη δουλειά του άψογα, αλλά κατεδίωξε κι όλας το δράστη. Με αυτόν τον τρόπο ένας πίνακας έπεσε από τον δράστη, αλλιώς θα είχαν κλαπεί τέσσερις πίνακες. Το ότι αφέθηκε να εννοηθεί οτι οι εργαζόμενοι είμαστε συνένοχοι ήταν πέραν οποιασδήποτε έννοιας καλής συμπεριφοράς και αξιοπρεπούς στάσης απέναντι στους συναδέλφους. Βάσει της ΕΔΕ που έγινε αποκαλύπτεται ότι δεν υπήρχε υπεύθυνος ασφαλειας στην ΕΠΜΑΣ.
[Εισηγητής]: Διεκδικούσατε την θέση της κας *** ποτέ ή μετά τη λήξη της θητείας της; [Υπάλληλος]: Όχι, ποτέ. Άλλωστε η θέση δεν προκηρύχθηκε, αλλά η πλήρωσή της έγινε με απευθείας ανάθεση.

Στο σημείο αυτό και αφού κατέθεσαν το από 10-7-2013 συμπληρωματικό υπόμνημα με τα συνημμένα σε αυτό έγγραφα, η κα *** και ο κ. *** αποχώρησαν.
Ακολούθως η Πρόεδρος ανέγνωσε στο Συμβούλιο το συμπληρωματικό υπόμνημα της κας *** (συνημμένο 2). Επίσης, τα συνημμένα σε αυτό έγγραφα, ήτοι: [...].

Το λόγο ακολούθως έλαβε ο εισηγητής, ο οποίος είτε ότι μετά και τα όσα προφορικά ανέπτυξαν η κα *** και ο κ. ***, κρίνει ότι το όλο θέμα δεν ήταν τόσο σοβαρό ώστε να φτάσει να παραπεμφθεί ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου και ότι κατά την άποψή του η κα *** πρέπει να απαλλαγεί απο τα σε αυτήν αποδιδόμενα πειθαρχικά αδικήματα.
 
Στη συνέχεια τον λόγο έλαβε η κα [Μέλος του Συμβουλιου], η οποία είπε ότι δεν στοιχειοθετούνται τα πειθαρχικά αδικήματα για τα οποία η κα *** κατηγορείται, ότι η υπάλληλος δεν είχε κάποιες συγκεκριμένες πληροφορίες που να χρησιμοποίησε ή ειδικό καθήκον εχεμύθειας που να παρέβη. Πρόσθεσε, επίσης, ότι εκείνη την περίοδο γίνονταν ευρέως συζητήσεις για το συμβάν της κλοπής στην Πινακοθήκη, άλλωστε το γεγονός είχε λάβει ευρεία δημοσιότητα και μέσω των Μ.Μ.Ε. Δεν προκύπτει ότι η κα *** από τη μία “υπογείως” ανέφερε κάποια πράγματα επ' αυτού του γεγονότος στο Facebook και από την άλη έλεγε άλλα στο χώρο της Υπηρεσίας της. Τα ίδια έλεγε και εκεί.
 
Τέλος, τον λόγο έλαβε η Πρόεδρος, η οποία είχε ότι συμφωνεί με όσα προαναφέρθηκαν και ότι και εκείνη κρίνει ότι δεν στοιχειοθετείται κανένα από τα πειθρχικά αδικήματα για τα οποία παραπέμφθηκε η κα ***, καθώς εξέφρασε τις απόψεις της σε περιορισμένο κύκλο ατόμων. Πρόσθεσε, επίσης, ότι άλλωστε τους σχετικούς προβληματισμούς της η κα *** τους είχε εκφράσει και επισήμως στην ΕΠΜΑΣ. Ακολούθησε διεξοδική συζήτηση μεταξύ των μελών του Συμβουλίου, το οποίο, αφού εξέτασε λεπτομερώς το σύνολο των στοιχείων του φακέλου της πειθαρχικής υπόθεσης, τη γραπτή απολογία της κας *** με τα συνημμένα σε αυτήν, όλα όσα η ίδια και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ανέπτυξαν προφορικά καθώς και τα αναφερόμενα στο συμπληρωματικό υπόμνημα και στα συνημμένα σε αυτό έγγραφα που υπέβαλαν, και αφού έκαβε υπόψη την εισήγηση, τις περί πειθαρχικού δικαίου διατάξεις και με βάση τη συνολική εικόνα που σχημάτισε
 
Α π ο φ α σ ί ζ ε ι   Ο μ ό φ ω ν α

την απαλλαγή της κας ***, μόνιμης υπαλλήλου του κλάδου ΠΕ1 Ιστορικών Τέχνης (Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου) από την κατηγορία της διάπραξης καθενός από τα πειθαρχικά αδικήματα για τα οποία παραπέμφθηκε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου και συγκεκριμένα των πειθαρχικών αδικημάτων: α) της αναξιοπρεπούς για υπάλληλο συμπεριφοράς εντός ή εκτός υπηρεσίας (άρθρο 107 παρ. 1 περ. Ε του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012), β) της παράβασης της υποχρέωσης εχεμύθειας (άρθρο 107 παρ. 1 περ. Η του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012 σε συνδυασμό με το άρθρο 26 του Ν.3852/2007), γ) της χρησιμοποίηση πληροφοριών που κατέχει λόγω της θέσης της για εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων της ιδίας (άρθρο 107 παρ. 1 περ. Ιδ του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012), και δ) της άσκησης κριτικής των πράξεων της προϊσταμένης αρχής που γίνεται δημοσίως γραπτώς με σκόπιμη χρήση εν γνώσει εκδήλως ανακριβών στοιχείων ή με χαρακτηριστικά απρεπείς εκφράσεις (άρθρο 107 παρ. 1 περ. ιζ του άρθρου δευτέρου του Ν.4057/2012).
[...]
Η Γραμματέας                                                                                                                 Η Πρόεδρος

Απαγόρευση λειτουργίας καμπάνας ναού λόγω ηχορύπανσης

  Σε υπόθεση που εκπροσωπώ τον θιγόμενο πολίτη, μετά από 2 προσωρινές διαταγές, το Πρωτοδικείο Καλαμάτας εξέδωσε και απόφαση ασφαλιστικών μ...