Παρασκευή, Ιουνίου 25, 2010
H πρώτη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για γάμους ομοφύλων
Δευτέρα, Ιουνίου 14, 2010
Αιμοδοσία και αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού
Τετάρτη, Ιουνίου 25, 2008
Αγωγή του Εισαγγελέα Ρόδου για την ακύρωση των γάμων της Τήλου
Παρασκευή, Ιουνίου 13, 2008
Πρωτοβουλία "Αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου"
Πέμπτη, Ιουνίου 12, 2008
Συμβούλιο της Ευρώπης: Σχέδιο Σύστασης για την νομική αναγνώριση των σχέσεων ομοφύλων στην Ευρώπη
Τετάρτη, Ιουνίου 11, 2008
Δέκα ερωταπαντήσεις για τις Αρχές της Yogyakarta
Μια εβδομάδα έχει περάσει από την δημοσιοποίηση της ελληνικής μετάφρασης των Αρχών της Yogyakarta και ήδη έχουν εκφραστεί διάφορες απόψεις στην μπλογκόσφαιρα γι' αυτό το κείμενο, το οποίο σε πολλά σημεία είναι απρόβλεπτο και εισηγείται δομικές μεταβολές για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Οι απορίες και οι μομφές που έχουν διατυπωθεί ζητούν επίμονα απαντήσεις. Σε αυτό το κείμενο έχουν συγκεντρωθεί οι δέκα πιο συχνές ερωτήσεις και επιχειρείται η κάλυψή τους με απαντήσεις, χρησιμοποιώντας links στο ίδιο το κείμενο των Αρχών, όπως έχει αναρτηθεί στο ομώνυμο blog.
O διάλογος επεκτείνεται επίσης στο facebook, όπου το σχετικό Group αριθμεί ήδη 112 μέλη.
- Οι δέκα ερωτήσεις
i. Τι είναι η “Yogyakarta” και γιατί έχει “Αρχές”;
ii. Τι ισχύ έχουν στην Ελλάδα οι Αρχές της Yogyakarta;
iii. Οι Αρχές της Yogyakarta προστατεύουν τους παιδόφιλους, τους κτηνοβάτες, τους νεκρόφιλους, τις ενώσεις πέραν των δύο προσώπων;
iv. Μα, απειλείται σήμερα στην Ελλάδα λ.χ. το “δικαίωμα στη ζωή”, λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού ενός ανθρώπου;
v. Επιβάλλουν οι Αρχές της Yogyakarta στα κράτη να θεσπίσουν το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών;
vi. Γιατί το κείμενο αναφέρει ότι (μόνο) τα κράτη που αναγνωρίζουν γάμους ή σύμφωνα συμβίωσης για ομοφυλόφιλους θα πρέπει να παρέχουν ίδια δικαιώματα με όσα προβλέπονται για τους ετερόφυλους;
vii. Μήπως οι Αρχές της Yogyakarta αποτελούν ένα μαξιμαλιστικό και ανεδαφικό κείμενο που καταργεί το διάλογο για τα δικαιώματα και την επιστημονική έρευνα σχετικά με τη σεξουαλικότητα;
viii. Ποιος είναι υπεύθυνος να παρακολουθεί την τήρηση των Αρχών της Yogyakarta;
ix. Οι αναφορές στα ΜΜΕ μήπως εισάγουν περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης;
x. Πως μπορεί να γίνει η ενσωμάτωση των Αρχών στις πολιτικές της χώρας;
-Οι δέκα απαντήσεις
1. Τι είναι η “Yogykarta” και γιατί έχει “Αρχές”;
H Yogyakarta (προφέρεται: Γιοτζακάρτα) είναι μια επαρχία της Ινδονησίας, στην οποία βρίσκεται και η ομώνυμη πόλη.
Σε αυτήν την πόλη, το έτος 2006, συναντήθηκε μία ομάδα αποτελούμενη από 29 ειδικούς σε θέματα προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων: ανώτατοι δικαστικοί, πρώην και νυν αξιωματούχοι του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μέλη Εθνικών Επιτροπών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εκπρόσωποι ΜΚΟ και πανεπιστημιακοί. Οι άνθρωποι αυτοί προέρχονται από διάφορες χώρες του κόσμου (Αργεντινή, Αυστραλία, Βουλγαρία, Βραζιλία, Η.Βασίλειο, Η.Π.Α., Ινδία, Ινδονησία, Ιρλανδία, Καναδάς, Κένυα, Κινα, Μολδαβία, Μποτσουάνα, Νεπάλ, Ν. Αφρική, Πακιστάν, Πολωνία,Σερβία, Ταϊλάνδη, Τουρκία, Φινλανδία) και συγκεντρωθηκαν με πρωτοβουλία της Διεθνούς Επιτροπής Νομικών και της Διεθνούς Υπηρεσίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Αποστολή αυτής της ομάδας ήταν να εξεταστούν οι παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων που οφείλονται σε παράνομη διάκριση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή και λόγω ταυτότητας φύλου και να κωδικοποιήσουν το ισχύον διεθνές δίκαιο που απαγορεύει αυτές τις παραβιάσεις.
Αποτέλεσμα αυτής της εργασίας ήταν η κατάρτιση ενός κειμένου που περιέχει τον οικουμενικώς αποδεκτό κατάλογο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως περιλαμβάνεται σε διεθνή κείμενα (Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Διεθνές Σύμφωνο των Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κ.τ.λ.) αλλά και όπως έχουν ερμηνευθεί και εφαρμόζονται από διεθνή δικαστήρια, όταν οι παραβιάσεις σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου. Περαιτέρω, στο κείμενο ενσωματώθηκαν συστάσεις προς τα κράτη, ώστε οι Αρχές να τύχουν πρακτικής εφαρμογής και να μην παραμείνουν θεωρητικές διατυπώσεις. Το τελικό αυτό κείμενο ολοκληρώθηκε στην Yogyakarta και γι' αυτό πήρε τον τίτλο του από την πόλη αυτή, συνήθης επιλογή για κείμενα με διεθνή χαρακτήρα.
Ο τίτλος “Αρχές της Yogyakarta” είναι ακριβής, καθόσον δεν πρόκειται για μια νέα “διακήρυξη”, “διεθνή σύμβαση”, “συνθήκη” ή “σύμφωνο”, αλλά για τη συστηματοποίηση ενός συνόλου Αρχών, οι οποίες απορρέουν από το ισχύον διεθνές δίκαιο.
2. Τι ισχύ έχουν στην Ελλάδα οι Αρχές της Yogyakarta;
Οι Αρχές της Yogyakarta δεν αποτελούν νομοθετικό κείμενο. Κωδικοποιούν την διεθνη νομοθεσία, την διεθνή νομολογία και βέλτιστη πρακτική σχετικά με την εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Τυπικά, λοιπόν, δεν έχουν αυτοτελή νομική ισχύ για την Ελλάδα. Αναπτύσσουν όμως μια ιδιότυπη δεσμευτικότητα για λόγους που αναπτύσσονται παρακάτω.
Η Ελλάδα είναι μέλος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει υπογράψει και ενσωματώσει στο εσωτερικό της δίκαιο το Διεθνές Σύμφωνο των Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, για την τήρηση της οποίας ελέγχεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το Ελληνικό Σύνταγμα περιλαμβάνει επίσης έναν κατάλογο ανθρώπινων δικαιωμάτων (άρθρα 4-25) στα οποία περιλαμβάνεται και η απαγόρευση των αθέμιτων διακρίσεων.
Οι Αρχές κωδικοποιούν το διεθνές δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, υπογραμμίζοντας ιδίως την δεσμευτικότητα της εφαρμογής του σε υποθέσεις που σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Υπενθυμίζουν δηλαδή ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου κάθε ατόμου.
Στις 14.5.2008, ο κ. Thomas Hammarberg, Επίτροπος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ανεξάρτητη αρχή η οποία λειτουργεί στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, συνέστησε σε όλα τα κράτη – μέλη αυτού του διεθνούς οργανισμού να μελετήσουν τις Αρχές της Yogyakarta και να τις ενσωματώσουν στις πολιτικές τους. Ο Επίτροπος παρατήρησε, μάλιστα, ότι ορισμένες χώρες το έχουν ήδη κάνει.
Συνεπώς, η δέσμευση της Ελλάδας για τήρηση των Αρχών της Yogyakarta είναι έμμεση και διττή.
Έμμεση, καθώς το κράτος δεσμεύεται ούτως ή άλλως ευθέως από το διεθνές δίκαιο, το οποίο όμως με τις Αρχές κωδικοποιείται και καθίσταται σαφές ότι δεν θέτει ως προϋπόθεση για την εφαρμογή συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό του ατόμου.
Διττή, καθώς η δέσμευση δεν προέρχεται πλέον μόνο από την αυτοτελή νομική ισχύ του διεθνούς δικαίου, αλλά και από την πρόσκληση του Ευρωπαίου Επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για ενσωμάτωση των Αρχών της Yogyakarta στις πολιτικές της χώρας.
Άρα και η τυχόν παράβαση των Αρχών εκ μέρους της Ελλάδας μπορεί να έχει συνέπειες τόσο σε νομικό επίπεδο - ως παράβαση του διεθνούς δικαίου- όσο και σε πολιτικό επίπεδο – ως μη συμμόρφωση προς το κάλεσμα του Ευρωπαίου Επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
[Σημειωτέον ότι ο θεσμός του Επιτρόπου αποτελεί -εν μέρει- διάδοχο της πασίγνωστης πάλαι ποτέ Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Δικαιωμάτων του Ανθρωπου, θεσμό του Συμβουλίου της Ευρώπης που καταργήθηκε το 1998, μετά την αναθεώρηση του συστήματος προστασίας ανθρώπινων δικαιωμάτων και την ίδρυση του “νέου” Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου. Ο Επίτροπος δεν έχει μεν αρμοδιότητες ελέγχου του παραδεκτού των προσφυγών ενώπιον του Δικαστηρίου (όπως είχε η Επιτροπή), ούτε εξέτασης προσωπικών προσφυγών (δεν είναι Ευρωπαίος Συνήγορος του Πολίτη), αλλά παρακολουθεί ανεξάρτητα την τήρηση του ευρωπαϊκού δικαίου ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Ευρώπη και προτείνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη προστασία του από τα κράτη.]
3. Οι Αρχές της Yogyakarta προστατεύουν τους παιδόφιλους, τους κτηνοβάτες, τους νεκρόφιλους, τις ενώσεις πέραν των δύο προσώπων;
Οι Αρχές επικεντρώνουν στα προβλήματα που παρουσιάζονται στην εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όταν ως εμπόδιο για την ισχύ τους προβάλλεται ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή η ταυτότητα φύλου ενός προσώπου.
Ως “σεξουαλικός προσανατολισμός” ορίζεται στην Εισαγωγή και το Προοίμιο των Αρχών “η ιδιότητα κάθε προσώπου να νοιώθει εύλογη συναισθηματική, τρυφερή ή σεξουαλική έλξη από και να έχει προσωπικές και σεξουαλικές σχέσεις με άτομα διαφορετικού φύλου ή του ίδιου φύλου ή περισσότερων από ένα φύλου”. Άρα γίνεται λόγος για σχέσεις με άλλα φυσικά πρόσωπα, ιδιότητα που δεν αναγνωρίζεται από το δίκαιο στα ζώα και τους νεκρούς. Εξάλλου, σε όλες τις Αρχές αναφέρεται ότι τα ειδικά νομιμοποιητικά μέτρα σχετικά με την αναγνώριση των σχέσεων θα πρέπει να αφορούν άτομα τα οποία βρίσκονται σε νόμιμη ηλικία συναίνεσης για ερωτικές σχέσεις. Άρα, δεν γίνεται λόγος για νομιμοποίηση των δικαιωμάτων των παιδόφιλων. Αντίθετα μάλιστα επαναλαμβάνεται εμφατικά ο κανόνας του διεθνούς δικαίου για την προστασία των παιδιών βάσει του οποίου, όταν λαμβάνονται αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, το σημαντικότερο κριτήριο είναι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού.
Ως “ταυτότητα φύλου” ορίζουν οι Αρχές το “βαθύ, εσωτερικό και ατομικό βίωμα κάθε προσώπου ως προς το φύλο του, το οποίο μπορεί να ανταποκρίνεται ή μπορεί να μην ανταποκρίνεται προς το φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννησή του, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής αντίληψης περί του σώματος (η οποία μπορεί να περιλαμβάνει, εφόσον έχει επιλεγεί ελεύθερα, την μεταβολή της εμφάνισης ή της λειτουργίας του σώματος με ιατρικά, χειρουργικά ή άλλα μέσα) και άλλες εκδηλώσεις του φύλου, συμπεριλαμβανομένης της ενδυμασίας, του λόγου και της συμπεριφοράς”.
Οι ομάδες χάριν των οποίων θεσπίστηκαν οι Αρχές της Yogyakarta είναι οι ομοφυλόφιλοι, οι λεσβίες, οι αμφιφυλόφιλοι, οι διαφυλικοί, οι διεμφυλικοί και τα άτομα χωρίς καθορισμένο φύλο. Οι Αρχές της Yogyakarta επιβεβαιώνουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα εφαρμόζονται και σε αυτές τις περιπτώσεις σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου.
Οι Αρχές της Yogyakarta δεν προστατεύουν τους παιδόφιλους, τους κτηνοβάτες, τους νεκρόφιλους, τις σχέσεις πέραν των δύο προσώπων, καθόσον αυτές οι κατηγορίες δεν περιλαμβάνονται στο εύρος που αποδίδεται από τις Αρχές στις έννοιες “σεξουαλικός προσανατολισμός” και “ταυτότητα φύλου”. Εξάλλου, στην Ελλάδα οι παραπάνω πράξεις ειναι ποινικά κολάσιμες ενώ, όπως προκύπτει από τη διατύπωση των σχετικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα, ο γάμος και το νομοσχέδιο για το σύμφωνο συμβίωσης αφορά ένωση δύο προσώπων.
4. Μα, απειλείται σήμερα στην Ελλάδα λ.χ. το “δικαίωμα στη ζωή”, λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού ενός ανθρώπου;
Έχει υποστηριχθεί ότι οι Αρχές της Yogyakarta απευθύνονται κυρίως σε ανελεύθερα καθεστώτα (ή “τριτοκοσμικές χώρες”), όπου, ούτως ή άλλως δεν προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στη ζωή, στην μη φυλάκιση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού, την απαγόρευση των βασανιστηρίων, στο δικαίωμα στέγασης κλπ. Αφορούν αυτά την Ελλάδα σήμερα;
Δυστυχώς την αφορούν.
Είναι γνωστή η περιπέτεια που πέρασε στη χώρα μας ο Ιρανός πρόσφυγας, ο οποίος ζήτησε άσυλο στην Ελλάδα για να αποφύγει την θανατική καταδίκη λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, περνώντας από ένα οκταετή αγωνιώδη γραφειοκρατικο γολγοθά μέχρι να του δοθεί η απαραίτητη και στοιχειώδης πολιτειακή προστασία. Oι Αρχές της Yogyakarta προβλέπουν ειδικό δικαίωμα ασύλου, ακριβώς για τις περιπτώσεις διώξεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού.
Είναι γνωστές οι επιχειρήσεις “αρετή” της αστυνομίας σε δημόσιους χώρους που συχνάζουν ομοφυλόφιλοι και οι θαμώνες υποβάλλονται σε εξευτελιστικούς ελέγχους, ενώ δεν διαπράττουν κανένα ποινικό αδίκημα. Με το θέμα έχει ασχοληθεί ο Συνήγορος του Πολίτη εκδίδοντας μάλιστα και σχετικό Πόρισμα για τις απολύτως παράνομες και αδικαιολόγητες αυτές αστυνομικές πρακτικές. Οι Αρχές της Yogyakarta συνιστούν στα κράτη να οργανώσουν προγράμματα ευαισθητοποίησης για όλους τους αστυνομικούς, δικαστικούς, υπαλλήλους φυλακών, δικηγόρους και κρατικούς λειτουργούς, ώστε να εκπαιδευτούν στο σεβασμό της διαφορετικότητας.
To δικαίωμα στη στέγη μπορεί να απειληθεί αν σε μια σχέση συμβίωσης εκλείψει το προσωπο που έχει υπογράψει το μισθωτήριο συμβόλαιο: σύμφωνα με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (του 2003) δεν επιτρέπεται ο εκτοπισμός του συντρόφου μόνο και μόνο επειδή είναι ομόφυλος με τον εκλιπόντα. Δικαίωμα καθόλου αυτονόητο στη σημερινή Ελλάδα.
Τέλος, η περιθωριοποίηση την οποία υφίστανται οι ομοφυλόφιλοι και οι διαφυλικοί σήμερα, η οποία μπορεί να οδηγήσει ορισμένες φορές στην σωματική ανασφάλεια και το θάνατο είναι αποτέλεσμα της συνολικής συμπεριφοράς μιας κοινωνίας και της πολιτικής ενός κράτους απέναντι στον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Τα “γκέτο” οποιουδήποτε είδους και ομάδας, ποτέ δεν είναι επιλογές των ατόμων – αποτελούν μονοδρόμους επιβαλλόμενους από τις πλειοψηφίες.
Στα θέματα σεβασμού του σεξουαλικού προσανατολισμού, η προκατάληψη, ο στιγματισμός, η βία και η αναλγησία καθιστούν ακόμα και οι πιο προηγμένες χώρες ανελεύθερα καθεστώτα και “τριτοκοσμικά κράτη”.
5. Επιβάλλουν οι Αρχές της Yogyakarta στα κράτη να θεσπίσουν το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών;
Όχι, αφού ούτε το ισχύον διεθνές δίκαιο προβλέπει αυτή την υποχρεώση για τα κράτη.
Ωστόσο, από αυτό το κείμενο προβλέπεται ένα πλέγμα Αρχών και συστάσεων από τις οποίες προκύπτει ότι οι οικογενειακές σχέσεις πρέπει να ρυθμίζονται νομοθετικά και διοικητικά με τον ίδιο τρόπο, με σεβασμό στην αρχή της ισότητας κα χωρίς διακρίσεις. Ανάμεσα σε αυτές περιλαμβάνονται οι συστάσεις προς τα κράτη ώστε να διασφαλιστεί ότι οι νόμοι αναγνωρίζουν την ποικιλότητα των μορφών οικογένειας και να λαμβάνονται μέτρα ώστε οι οικογένειες να μην υφίστανται άνιση μεταχείριση με κριτήριο τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου.
Οι συστάσεις για την πραγμάτωση του δικαιώματος ίδρυσης οικογένειας (Αρχή 24) περιλαμβάνουν τη δυνατότητα της πρόσβασης στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, καθώς και τη δυνατότητα για υιοθεσία. Ειδικά για την προστασία των παιδιών, συνιστάται στα κράτη να προκρίνεται πάντοτε το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, όπως προβλέπει εξάλλου και το διεθνές δίκαιο, αλλά διευκρινίζεται ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή η ταυτότητα φύλου του παιδιού ή κάθε μέλους της οικογένειας ή άλλου προσώπου δεν μπορεί να θεωρείται ασυμβίβαστος με το βέλτιστο συμφέρον. Αυτή τη σύσταση ακολούθησε πρόσφατα και με απόφαση του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου: κανείς δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την δυνατότητα υιοθέτησης ενός παιδιού μόνο και μόνο επειδή είναι ομοφυλόφιλος.
Περαιτέρω, από όλο το πλέγμα των Αρχών προβλέπεται ότι κάθε κοινωνικό ή άλλο μέτρο που ισχύει θα πρέπει να εφαρμοζεται σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το σεξουαλικό του προσανατολισμό, πράγμα που σημαίνει ότι οι νομικές δυνατότητες και τα προνόμια που προβλέπονται για τα ετερόφυλα ζευγάρια θα πρέπει να ισχύουν και για τα ομόφυλα.
Το νομοθετικό μέσο με το οποίο θα επιτευχθεί αυτή η άρση των ανισοτήτων καταλείπεται σε κάθε κράτος. Καλείται δηλαδή κάθε κράτος να θεσπίσει οικογενειακούς θεσμούς αλλά και κοινωνικοασφαλιστική, φορολογική, κληρονομική και εργασιακή νομοθεσία η οποία θα πρέπει να έχει τα ίδια ή αντίστοιχα έννομα αποτελέσματα με αυτά του γάμου, του συμφώνου συμβιώσεως ή ακόμα και της de facto συμβιώσεως.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ολοκλήρωσης της ισότητας: και οι ομοφυλόφιλοι κρατούμενοι έχουν δικαίωμα συζυγικών επισκέψεων, όταν η σωφρονιστική νομοθεσία προβλέπει τέτοιο δικαίωμα (Αρχή 9, Σύσταση Ε.).
Συνεπώς, οι Αρχές τυπικά δεν προβλέπουν δικαίωμα γάμου ή συμφώνου συμβίωσης, αλλά προβλέπουν ότι τα κράτη θα πρέπει να εγγυώνται νομοθετικά ότι δεν πρέπει να αποκλείεται κανείς από τα δικαιώματα που συνεπάγεται ο γάμος ή το σύμφωνο συμβίωσης, με μόνο κριτήριο τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου.
6. Γιατί το κείμενο αναφέρει ότι (μόνο) τα κράτη που αναγνωρίζουν γάμους ή σύμφωνα συμβίωσης για ομοφυλόφιλους θα πρέπει να παρέχουν ίδια δικαιώματα με όσα προβλέπονται για τους ετερόφυλους;
Το κυρίως κείμενο των Αρχών ακολουθεί την δομή: (α) αναφορά του κανονιστικού μέρους της εκάστοτε “Αρχής” που αντιστοιχεί σε ανθρώπινο δικαίωμα και (β) ενδεικτικές συστάσεις προς τα κράτη για την πρακτική εφαρμογή του κανονιστικού μέρους (“Τα κράτη πρέπει: ...”).
Αυτό σημαίνει ότι το μέρος (β), των συστάσεων, περιέχει τα ελάχιστα μέτρα τα οποία καλούνται να λάβουν τα κράτη για να υλοποιήσουν την κάθε “Αρχή”. Τα κράτη μπορούν να ακολουθήσουν κάθε άλλο μέσο με το οποίο εξασφαλίζεται στην πράξη ο κανόνας που αναλύει το ανθρώπινο δικαίωμα. Αυτό αναφέρεται ρητά και στην Εισαγωγή των Αρχών.
Με βάση αυτή τη λογική, η σύσταση Ε της Αρχής 24 που αναφέρει ότι τα Κράτη που αναγνωρίζουν τους γάμους ή τα σύμφωνα συμβίωσης οφείλουν να εξασφαλίζουν ίσα δικαιώματα για κάθε είδος ζευγαριού, αποτελεί ένα ελάχιστο μέτρο που διασφαλιζει την έμπρακτη εφαρμογή του δικαιώματος ίδρυσης οικογένειας. Το μέτρο αυτό δεν είναι όμως το μοναδικό που πρέπει να ληφθεί, ούτε και αναγνωρίζει στα κράτη “διακριτική ευχέρεια” ως προς την εξασφάλιση όλων των δικαιωμάτων ισότητας σε όλη τους την έκταση.
Η γενικότερη υποχρέωση αναγνώρισης ίσων δικαιωμάτων όσον αφορά την ίδρυση οικογένειας, τα κοινωνικοασφαλιστικά, εργασιακά, κληρονομικά και άλλα δικαιώματα δεν περιορίζεται από αυτήν την σύσταση που απευθύνεται στα κράτη που ήδη έχουν αναγνωρίσει τον θεσμό του γάμου και του συμφώνου. Αντιθέτως, μάλιστα, συνηγορεί για την αναγνώριση αυτών των θεσμών και από τα υπόλοιπα κράτη, μολονότι, όπως προεκτέθηκε, αυτή η νομοθετική λύση δεν είναι αποκλειστική ή τυπικά δεσμευτική για την διασφάλιση των δικαιωμάτων από τα κράτη.
7. Μήπως οι Αρχές της Yogyakarta αποτελούν ένα μαξιμαλιστικό και ανεδαφικό κείμενο που καταργεί το διάλογο για τα δικαιώματα και την επιστημονική έρευνα σχετικά με τη σεξουαλικότητα;
Στο κείμενο των Αρχών αναγνωρίζονται οι ισχύοντες “κατάλογοι” των δικαιωμάτων που περιλαμβάνουν γνωστά διεθνή κείμενα, εξειδικευμένοι σύμφωνα με την εξίσου θεμελιώδη νομολογία διεθνών δικαστηρίων. Αυτά τα διεθνή κείμενα και, πολύ περισσότερο, η νομολογία, δεν αποτελούν “κλειστά συστήματα”, όσο κι αν οι αναθεωρήσεις τους ακολουθούν διεργασίες πολύ πιο σύνθετες από την κοινή νομοθεσία. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 2000 περιλαμβάνει δικαιώματα που δεν είχε προβλέψει ο νομοθέτης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1950, όπως η ρητή απαγόρευση των διακρίσεων λόγω “γενετήσιου προσανατολισμού”.
Οι Αρχές επαναλαμβάνουν τον κλασικό και παγιωμένο κατάλογο των θεμελιωδών δικαιωμάτων, για την ενάσκηση των οποίων δεν προϋποτίθεται συγκεκριμένη σεξουαλικότητα του φορέα, αλλά αντίθετα απαγορεύεται ο περιορισμός της απόλαυσής τους λόγω αυτού του κριτηρίου. Η επανάληψη αυτή συνοδεύεται από τη ρητή μνεία ότι, σε κάθε περίπτωση, το εκάστοτε δικαίωμα αναγνωρίζεται “ανεξάρτητα από το σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου” του ανθρώπου που το ασκεί. Φαίνεται ότι η “σιωπή” του νομοθέτη δεν ήταν πάντοτε αρκετή για να καταστεί σαφές ότι τα δικαιώματα αναγνωρίζονται για όλους τους ανθρώπους, χωρίς διακρίσεις. Η νομολογία σε αρκετές περιπτώσεις ήρθε ακριβώς για να αναγνωρίσει ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι κριτήριο για την ενάσκηση ενός ανθρώπινου δικαιώματος και ότι οι αποκλεισμοί και οι παραβιάσεις που οφείλονται στον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου είναι παράνομοι.
Οι Αρχές επαναλαμβάνουν λοιπόν τα στοιχειώδη: τις δυνατότητες που αναγνωρίζεται ότι έχει κάθε πρόσωπο, ακριβώς λόγω της ανθρώπινης ιδιότητάς του. Ως εκ τούτου, όσα περιλαμβάνονται στις Αρχές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν “μαξιμαλιστικές” επιδιώξεις, αφού βασίζονται σε κείμενα τα οποία ισχύουν διεθνώς εδώ και πολλές δεκαετίες και προβλέπουν το ελάχιστο δυνατό για κάθε άνθρωπο. Εξάλλου, η “μομφή” ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα εκτεταμένο κανονιστικό κείμενο είναι αποτέλεσμα μιας εσφαλμένης ανάγνωσης, καθώς το “κανονιστικό” (κωδικοποιητικό) μέρος περιλαμβάνεται μόνο τις 29 παραγράφους των Αρχών – δικαιωμάτων, δηλαδή περίπου δέκα σελίδες (o Xάρτης Δικαιωμάτων της ΕΕ είναι 51 μαζί με τις “Επεξηγήσεις”), ενώ το υπόλοιπο τμήμα του κειμένου καταλαμβάνεται από ενδεικτικές και μη αποκλειστικές συστάσεις – κατευθυντήριες γραμμές προς τα κράτη για την πρακτική εφαρμογή των Αρχών. Αποτελεί αρετή του κειμένου ότι συνοδεύεται από οδηγίες για την ρεαλιστική υλοποίηση των Αρχών, χωρίς να περιορίζεται δηλαδή σε μια θεωρητική “διακήρυξη”.
Αναγνωρίζοντας ότι το δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη, οι Αρχές περιλαμβάνουν ρήτρες που αφήνουν ανοικτό το περιεχόμενό τους σε κάθε αναθεώρηση. Στην Εισαγωγή των Αρχών επισημαίνεται ότι οι συστάσεις που περιέχουν αναφέρονται στη σημερινή κατάσταση του διεθνούς δικαίου, ενώ τα κράτη μπορούν να λάβουν και κάθε άλλο μέτρο, καθώς η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι ένα έργο σε εξέλιξη. Στο Προοίμιο αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα της τακτικής αναθεώρησης των Αρχών, ώστε να προσαρμόζονται στις εξελίξεις και να μπορούν να εφαρμόζονται διατοπικά και διαχρονικά. Στην Αρχή 27 προβλέπεται ως δικαίωμα ο διάλογος για την ανάπτυξη νέων κανόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το κείμενο αυτό δεν αποτελεί λοιπόν ένα “κλειστό” σύστημα, αλλά μια καταγραφή των ισχυόντων δικαιωμάτων προβλέποντας ορισμένες μη αποκλειστικές συστάσεις για την πρακτική εφαρμογή τους από τα κράτη.
Εξάλλου, υιοθετώντας ευρείς ορισμούς για την σεξουαλικότητα και την ταυτότητα φύλου, οι Αρχές δεν “κλείνουν” την επιστημονική αναζήτηση, αλλά αντίθετα καλούν σε μια ανοιχτή αντιμετώπιση των σχετικών θεμάτων, πέραν των στερεοτύπων και των “λογικών” της θεραπείας και της καταστολής της σεξουαλικότητας. Είναι χαρακτηριστική η Αρχή 18 για την προστασια από τις ιατρικές καταχρήσεις, ένα αυτονόητο και θεμελιώδες ακραίο όριο που τίθεται στην επιστημονική έρευνα και συνδέεται με την αξιοπρέπεια, το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και την αντιμετώπιση του ανθρώπου ως τέτοιου και όχι ως πειραματόζωου. Η μόνη περίπτωση στην οποία οι Αρχές λαμβάνουν μια κατηγορηματική επιστημονική θέση αφορά το συμπέρασμα ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου δεν αποτελούν per se “παθήσεις”, πόρισμα στο οποίο έχει καταλήξει η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα εδώ και δεκαετίες.
Το επιχείρημα ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι “ώριμη” για τις παραδοχές αυτές, απλώς ενισχύει την αναγκαιότητα ενσωμάτωσης των Αρχών στις κρατικές πολιτικές. Σε μια κοινωνία που αμφισβητεί ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα ισχύουν για τα άτομα με διαφορετική σεξουαλικότητα, η αρχή του κράτους δικαίου επιβάλλει τη λήψη πρόσθετων μέτρων για την προστασία των ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων.
8. Ποιος είναι υπεύθυνος να παρακολουθεί την τήρηση των Αρχών της Yogyakarta;
Oι συντάκτες των Αρχών απευθύνονται αρχικά προς τις κοινωνίες και τα κράτη, υπενθυμίζοντάς τους τις υποχρεώσεις βάσει του διεθνούς δικαίου. Πρωταρχικά λοιπόν υπεύθυνα είναι τα ίδια τα κράτη, ενόψει και της ευθύνης που υπέχουν έναντι της διεθνούς κοινότητας.
Στις “Πρόσθετες συστάσεις”, οι συντάκτες απευθύνονται σε ένα σύνολο θεσμικών φορέων, καλώντας τους να λάβουν μέτρα για την πρακτική εφαρμογή των Αρχών: τα όργανα του Ο.Η.Ε, οι διεθνείς οργανισμοί (όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης), τα διεθνή δικαστήρια (όπως αυτό του Στρασβούργου), οι ΜΚΟ, τα εθνικά θεσμικά όργανα που είναι επιφορτισμένα με την παρακολούθηση της εφαρμογής των ανθρώπινων δικαιωμάτων (όπως η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο Συνήγορος του Πολίτη και τα δικαστήρια), οι επαγγελματικοί σύλλογοι των τομέων της υγείας, της δικαιοσύνης και της παιδείας, οι εμπορικές οργανώσεις, τα Μ.Μ.Ε. και οι ιδιώτες χρηματοδότες.
Μέχρι στιγμής, προς την κατεύθυνση αυτή έχει ενεργοποιηθεί ένα θεσμικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης: ο Επίτροπος των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων που απεύθυνε έκκληση σε όλα τα κράτη του Συμβουλίο να μελετήσουν τις Αρχές και να τις ενσωματώσουν στις πολιτικές τους. Η πρόσκληση αυτή του Επιτρόπου καθιστά τις Αρχές ένα πανευρωπαϊκό πρότυπο, βάσει (και) του οποίου θα αξιολογείται πλέον ο βαθμός σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε κάθε χώρα.
Συνεπώς, στην Ελλάδα οι Αρχές θα πρέπει να ακολουθούνται από την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική λειτουργία, από τη Βουλή, την Κυβέρνηση και τη δημόσια διοίκηση, τα ΜΜΕ. Ενας εποπτικός ρόλος ανήκει εξ ορισμού στην Εθνική Επιτροπή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στον Συνήγορο του Πολίτη και τις άλλες ανεξάρτητες αρχές, κατά την έκταση των αρμοδιοτήτων τους, αλλά και στα ΜΜΕ, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τον ατομικό κοινωνικό έλεγχο στον οποίο έχει δικαίωμα κάθε πολίτης, στο πλαίσιο της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος του αναφέρεσθαι στις αρχές.
9. Οι αναφορές στα ΜΜΕ μήπως εισάγουν περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης;
Η Αρχή 19 αλλά και η Πρόσθετη Σύσταση ΙΣΤ εισηγούνται την πλουραλιστική ενημέρωση όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ενώ η Αρχή 26 προβλέπει την ενθάρρυνση του δημόσου διαλόγου ανάμεσα σε υποστηρικτές διαφόρων πολιτισμικών ομάδων και διαφορετικών σεξουαλικοτήτων και ταυτοτήτων φύλου. Γενική κατευθυντήρια γραμμή των Αρχών είναι ότι θα πρέπει να αποδομηθούν τα σεξιστικά στερεότυπα και κυρίως να παύσει να προβάλλεται ένας σεξουαλικός προσανατολισμός ως “υπερέχων” έναντι άλλου.
Οι Αρχές στοχεύουν σε μια κοινωνία που θα είναι όχι απλώς ανεκτική, αλλά θα αντιμετωπίζει με ίσους όρους κάθε σεξουαλικότητα, προκειμένου να καταπολεμηθούν οι προκαταλήψεις, ο στιγματισμός, η ρατσιστική αντιμετώπιση και η εξευτελιστική συμπεριφορά εις βάρος ατόμων “διαφορετικού” σεξουαλικού προσανατολισμού. Ο κίνδυνος για την ελευθερια της έκφρασης σχετίζεται με την προώθηση ενός μοντέλου “πολιτικώς ορθού” δημόσιου λόγου, μιας υποχρεωτικα ομογενοποιημένης αντιμετώπισης της σεξουαλικότητας, περιορισμό της σάτιρας κτλ.
Κατ΄ αρχήν πρέπει να επισημανθεί ότι οι αναφορές στα ΜΜΕ δεν περιλαμβάνονται στο “κανονιστικό” - κωδικοποιητικό μέρος των Αρχών, αλλά μόνο στις συστάσεις, γεγονός που αποσυνδέουν τις σχετικές αναφορές από οποιαδήποτε “εκτελεστότητα” ή κατασταλτική πρακτική για συμμόρφωση. Δεν προβλέπονται “απαγορεύσεις” για τα ΜΜΕ. Συνεπώς, οι Αρχές δεν περιλαμβάνουν per se περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης, ούτε ενθαρρύνουν τις λογοκριτικές πρακτικές.
Σε δεύτερο επίπεδο διαπιστώνεται ότι, όπως υπογραμμίζεται στις Αρχές, στόχος είναι ο πλουραλισμός και η προώθηση του διαλόγου για τα θέματα της σεξουαλικότητας. Αυτό αφορά προφανώς τα ΜΜΕ και τις παραγωγές τους στις οποίες υπεισέρχεται το στοιχείο του διαλόγου. Ένα μονολιθικό αντρικό πορνοπεριοδικό λ.χ. προφανώς δεν αποτελεί ένα forum διαλόγου, ούτε μπορεί να υποχρεώνεται να περιέχει αναφορές σε άλλους σεξουαλικούς προσανατολισμούς. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για τα έργα τέχνης τα οποία βρίσκουν το ακροατήριό τους μέσω των ΜΜΕ.
Από εκεί και πέρα όμως, οι αυθαίρετες γενικεύσεις, η μονομερής παρουσίαση της πραγματικότητας, η σεξιστική προπαγάνδα, οι στρεβλώσεις, η απαξίωση προσώπων ή η εμπορευματοποίηση των πληροφοριών για τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου, αποτελούν περιπτώσεις οι οποίες ούτως ή άλλως στηλιτεύονται από διεθνείς κώδικες δημοσιογραφικής δεοντολογίας και αντίστοιχες οργανώσεις. Όποιος διαχειρίζεται πληροφοριες που καθιστά δημόσιες στο κοινό, οφείλει να τηρεί τις συναλλακτικές υποχρεώσεις του Τύπου που επιβάλλουν την πλουραλιστική προσέγγιση, όταν πρόκειται για το ευαίσθητο ζήτημα της σεξουαλικότητας.
Η αποδόμηση των στερεοτύπων είναι ένα μέσο πραγμάτωσης του πλουραλισμού, όχι αυτοσκοπός. Είναι περισσότερο ένας “πολιτικός” στόχος και μέσο, όχι μια δέσμευση που εδράζεται στο διεθνές δίκαιο. Ως θετικό μέτρο, όμως, κι εφόσον βρίσκεται σε συμβατότητα με την αρχή της αναλογικότητας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσβάλλει την ελευθερία της έκφρασης, καθώς αποσκοπεί στην αποκατάσταση ιστορικών ανισοτήτων, οι οποίες έχουν διαιωνίσει την προκατάληψη, τον στιγματισμό και το μίσος για τους ανθρώπους διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου.
10. Πως μπορεί να γίνει η ενσωμάτωση των Αρχών στις πολιτικές της χώρας;
Οι συστάσεις που περιλαμβάνουν οι Αρχές αφορούν την νομοθεσία, την διοικητική πρακτική, την οργάνωση προγραμμάτων εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης και την πλουραλιστική μετάδοση πληροφοριών όσων αφορά τις διάφορες μορφές σεξουαλικότητας και ταυτότητας φύλου.
Κατ΄αρχήν επιβάλλεται μια ευρύτατη ανασκόπηση της ισχύουσας νομοθεσίας και της διοικητικής πρακτικής, ώστε να εντοπιστούν ρητοί ή σιωπηροί αποκλεισμοί από την ενάσκηση ανθρώπινων δικαιωμάτων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου.
Σε δεύτερο επίπεδο, οι αποκλεισμοί αυτοί θα πρέπει να αρθούν με απαλείψεις διατάξεων που εισάγουν αθέμιτες διακρίσεις ή και με θέσπιση ρητών διατάξεων που αίρουν τις αμφιβολίες για την ίση προσβαση σε κάθε δικαίωμα.
Σε τρίτο επίπεδο, κάθε προετοιμαζόμενο νομοθετικό, διοικητικό ή άλλο κρατικό μέτρο θα πρέπει να ελέγχεται εκ των προτέρων ως προς τη συμβατότητα του προς τις Αρχές της Yogyakarta.
Σε τέταρτο επίπεδο, θα πρέπει να ακολουθηθούν οι συστάσεις που συνοδεύουν κάθε Αρχή καθώς και κάθε άλλο μέτρο που κρίνεται αναγκαιο για την πρακτική εφαρμογή των Αρχών.
Η ενσωμάτωση των Αρχών στις κρατικές πολιτικές προϋποθέτει την ενεργοποίηση των φορέων που είναι εξ ορισμού υπεύθυνοι για την εφαρμογή των Αρχών, όπως εκτέθηκε παραπάνω. Η εφαρμογή των Αρχών της Yogyakarta μπορεί να γίνει πραγματικότητα, εφόσον ενεργοποιηθεί κάθε πολίτης.
Απαγόρευση λειτουργίας καμπάνας ναού λόγω ηχορύπανσης
Σε υπόθεση που εκπροσωπώ τον θιγόμενο πολίτη, μετά από 2 προσωρινές διαταγές, το Πρωτοδικείο Καλαμάτας εξέδωσε και απόφαση ασφαλιστικών μ...