Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αθέμιτες διακρίσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αθέμιτες διακρίσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Ιουνίου 25, 2010

H πρώτη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για γάμους ομοφύλων

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναμένεται να εκδικάσει μια σειρά υποθέσεων με θέμα το κατά πόσον τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν το ανθρώπινο δικαίωμα του άρθρου 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (δικαίωμα στο γάμο). Δηλαδή το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα κρίνει κατά πόσον τα ομόφυλα ζευγάρια αποτελούνται από ανθρώπους, αφού το ερώτημα είναι εάν μπορούν να είναι φορείς ενός ανθρώπινου δικαιώματος.

Στην πρώτη απόφαση του επί του θέματος, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η Αυστρία δεν έχει υποχρέωση βάσει της ΕΣΔΑ να αναγνωρίσει γάμους ομόφυλων ζευγαριών. Πρόκειται για την πρωτοβάθμια απόφαση στην υπόθεση Schalk & Kopf vs. Austria, ενώ εκτιμάται ότι η υπόθεση θα εκδικαστεί και σε δεύτερο βαθμό, από το Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως (Grand Chamber) του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Επίσης αναμένεται η απόφαση στην αντίστοιχη υπόθεση Capin & Chapentier vs France, επί της οποίας το ΕΔΔΑ έχει ήδη στείλει τις ερωτήσεις του στην Γαλλία για την ακύρωση γάμου ομόφυλου ζευγαριού από τα γαλλικά δικαστήρια (η υπόθεση μοιάζει με τους γάμους της Τήλου).

Επομένως είναι ανακριβές να λέγεται ότι "χάθηκε" η υπόθεση των ομόφυλων γάμων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, καθώς αναμένεται και η δευτεροβάθμια κρίση, αλλά και η εκδίκαση κι άλλων ομοειδών προσφυγών. Επίσης, ακόμη κι αν το Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως απορρίψει σε αυτή τη φάση την έφεση, η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ιδίως σε αυτά τα ευαίσθητα ζητήματα διακρίσεων είναι κάτι που μεταβάλλεται διαρκώς προς την ευρύτερη προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναγνώριση του δικαιώματος υιοθεσίας σε ομοφυλόφιλη (M.E. κατά Γαλλίας), απόφαση που επικρίθηκε έντονα από την μειοψηφία των δικαστών - ανάμεσα στους οποίους και ο Πρόεδρος του ΕΔΔΑ- ως σημαντική απόκλιση από την μέχρι τότε νομολογία τους.

Εάν δεχθούμε ότι τα διακρατικά δικαστήρια, όπως το ΕΔΔΑ, αποτελούν θεσμούς ενάσκησης δικαστικής πολιτικής (judicial policy), τότε το θέμα των γάμων ομοφύλων είναι το πιο "δύσκολο" πολιτικά θέμα που πρέπει να χειριστεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο από τότε που ιδρύθηκε. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο γνώρισε πολύ πρόσφατα εντονότατη κριτική από το σύνολο της χριστιανικής Ευρώπης στην απόφασή του Lautsi κατά Ιταλίας, όπου έκρινε ότι η εικόνα του Εσταυρωμένου σε ιταλικό σχολείο συνιστά παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας. Η απόφαση αποτέλεσε αφορμή σφυροκοπήματος για πολλούς μήνες και η κυβέρνηση Μπερλουσκόνι προσέφυγε σε δεύτερο βαθμό. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εισέπραξε την γενική δυσαρέσκεια σε ένα θέμα θρησκευτικής ελευθερίας, στο οποίο η Ευρώπη (χριστιανική ή μη) έχει μια παράδοση πολλών αιώνων. Εκείνη η απόφαση όμως θα μπορούσε να θεωρηθεί πολύ πιο χαμηλού αντικτύπου σε σχέση με μια απόφαση που θα αναγνώριζε ότι και τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν το ανθρώπινο δικαίωμα του γάμου κατά το άρθρο 12 της ΕΣΔΑ. Διότι μπορεί να έχουμε αποδεχθεί (έστω και θεωρητικά) ότι οι αθέμιτες διακρίσεις λόγω φυλής, φύλου, θρησκεύματος, αναπηρίας, πολιτικών πεποιθήσεων ή ηλικίας είναι απαράδεκτες, υπάρχει όμως ακόμα μια σημαντική μερίδα πληθυσμού που αρνείται να συζητήσει το θέμα του σεξουαλικού προσανατολισμού, πολύ περισσότερο να το αναγνωρίσει ως λόγο εισαγωγής αθέμιτων διακρίσεων. "Δεν σφάζουμε τους ομοφυλόφιλους στην Ελλάδα, αντίθετα, έχουν κυριαρχήσει στα ΜΜΕ" είναι ο κλασικός ομοφοβικός αντίλογος που αποκαλύπτει την πλήρη άγνοια για την έννοια των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα οποία δεν περιορίζονται βέβαια στο δικαίωμα στη ζωή. Εάν συμφωνούμε ότι οι ομοφυλόφιλοι είναι άνθρωποι, τότε πρέπει να συμφωνήσουμε και στο ότι είναι φορείς όλων των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

Επί της ουσίας, η πρώτη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για το θέμα των γάμων αναγνώρισε την απόκλιση στις νομοθεσίες των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης και απέρριψε την συγκεκριμένη προσφυγή, λόγω ακριβώς αυτών των αποκλίσεων (6 Ευρωπαϊκές χώρες έχουν θεσπίσει γάμο ομόφυλων, ενώ 13 Ευρωπαϊκές χώρες έχουν σύμφωνο συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια). Δηλαδη τελικά δεν δίκασε με βάση το άρθρο 12 της ΕΣΔΑ, αλλά με βάση το στατιστικό δεδομένο ότι οι γάμοι ομόφυλων αναγνωρίζονται σε λιγότερα κρατη, ενώ στα περισσότερα όχι. Είναι γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε μια απόφαση με εντελώς εξωνομικά κριτήρια, σαν να μετρούσε το πολιτικό κόστος! Είναι εξοργιστικό ένα διεθνές δικαστήριο να κρίνει με γνώμονα - τελικά - τις αντιλήψεις της πλειοψηφίας κι όχι την ισότητα που πάντα θα υποφέρει κάτω από το "δίκαιο" του ισχυρότερου. Είναι επίσης απαράδεκτο ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν εξέτασε τα επιχειρήματα και τις νομικές σκέψεις του συνόλου των ανώτατων δικαστηρίων που του προσκομίστηκαν από τις ΜΚΟ που άσκησαν τριτοπαρέμβαση ενώπιόν του, περιοριζόμενο απλώς να αναφέρει τις αποφάσεις κατ΄ όνομα δικαστηρίου. Γι' αυτό θεωρώ ότι η απόφαση είναι εντελώς πρωτόλεια, τόσο σε επίπεδο διατύπωσης, όσο και σε επίπεδο εμβάθυνσης στα ουσιαστικά ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων που συνδέονται άρρηκτα με την αναγνώριση στα ομόφυλα ζευγάρια του δικαιώματος σύναψης γάμου.

Το Δικαστήριο αναγνώρισε λοιπόν, σε αυτή την πρώτη και αμφίβολης πειστικότητας απόφαση, ότι οι πολιτισμικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα Ευρωπαϊκά κράτη επιτρέπουν σε άλλες χώρες να υπάρχει γάμος ομοφύλων, ενώ σε άλλες να μην υπάρχει. Αναρωτιέμαι ποια πολιτιστική παράδοση δικαιολογεί την αναγνώριση gay γάμων στην "καθολικότατη" Ισπανία και την πτωχή, πλην τίμια και "παραδοσιακότατη" Πορτογαλία. Αλλά εγώ θα αντέστρεφα το επιχείρημα: στις 6 αυτές χώρες που υπάρχει ο θεσμός του γάμου ομοφύλων, το δικαίωμα αυτό βασίζεται μόνο στην εθνική νομοθεσία ή μήπως βρίσκει το θεμέλιό του και στο άρθρο 12 της ΕΣΔΑ; Δηλαδή εάν πάει ένα ομόφυλο ζευγάρι Ρομά στην Ισπανία να παντρευτεί, όπως έχει το δικαίωμα και από το εθνικό δίκαιο, αλλά για κάποιο λόγο οι Ισπανικές αρχές αρνηθούν λόγω της ιδιότητάς του ως Ρομα (φυλετική καταγωγή), τότε το ΕΔΔΑ θα αναγνωρίσει ότι η Ισπανία παραβίασε το δικαίωμα του άρθρου 12 σε συνδυασμό με το άρθρο 14 (αθέμιτες διακρίσεις) ή και πάλι θα πει "έχει όμως δικαίωμα η Ισπανία να εξαιρεί τους Ρομ από το δικαίωμα γάμου ομοφύλων, επειδή στην πολιτισμική παράδοση των Ρομ ο γάμος έχει βαθύτατες ρίζες οι οποίες συνδέονται μόνο με την ετερόφυλη εκδοχή του θεσμου"; Προφανώς το πρώτο, όπως έκανε και στις μαντήλες, παρά την "παράδοση". Ακόμη χρειαζόμαστε τρανταχτές διακρίσεις για να διαγνώσουμε παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων. Δύο αστοί Αυστριακοί ομοφυλόφιλοι δεν δικαιώνονται εύκολα στο ΕΔΔΑ, δύο Ρομ ανάπηροι ομοφυλόφιλοι μπορεί να είναι πιο πειστικοί για τους Ευρωπαίους δικαστές.

Ωστόσο, η πρωτοβάθμια αυτή απόφαση έχει και μειοψηφία. Ο κ. Ροζάκης, ο Ευρωπαίος δικαστής που ορίστηκε από την Ελλάδα, συμφωνεί μαζί με τους δικαστές Spielmann και Jemens ότι υπήρξε παραβίαση ανθρώπινου δικαιώματος με τον αποκλεισμό των ομόφυλων από το δικαίωμα σύναψης γάμου. Όχι όμως του δικαιώματος στο γάμο, αλλά του δικαιώματος σεβασμού στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή: η μη αναγνώριση του γάμου ιδρύει για τους 3 αυτούς δικαστές αθέμιτη διάκριση σεβασμού της ιδιωτικότητας και της ομόφυλης οικογένειας. Η μειοψηφία βασίζεται σε μια παραδοχή της ίδιας της απόφασης: ενώ παλαιότερα η νομολογία θεωρούσε ότι οι ομοερωτικές σχέσεις αποτελούσαν στοιχείο της "ιδιωτικής" όχι όμως και της "οικογενειακής ζωής", η απόφαση εδώ αναγνωρίζει ξεκάθαρα ότι οι δύο Αυστριακοί προσφεύγοντες αποτελούν οικογένεια. Αυτό είναι και το μόνο, δειλό, βήμα εμπρός που γίνεται με αυτήν την απόφαση.

Με αυτή την απόφαση το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο "μετράει" ουσιαστικά τις γνώμες. Αφου αποφάσισε να λειτουργήσει "πολιτικά", πετάει πρώτα αυτήν την απόφαση για να δει τις αντιδράσεις και επιφυλάσσεται στη συνέχεια να επανεξετάσει το θέμα στις άλλες εκκρεμείς υποθέσεις περί γάμων ομοφύλων. Διαφορετικά, το τμήμα που εκδίκασε την υπόθεση θα είχε παραιτηθεί υπέρ της απευθείας εκδικάσεως από το Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως, το οποίο θα έδινε και μια τελική απόφαση. Παρά την μεγάλη σημασία της υπόθεσης, τέτοια παραπομπή δεν υπήρξε. Πράγμα το οποίο συνηγορεί στο γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο περιμένει να δει τις αντιδράσεις. Οι οποίες θεωρώ ότι δεν πρόκειται να είναι θετικές από το νομικό κόσμο και από την κοινωνία των πολιτών. Είναι όμως κρίμα που πρέπει να αναζητάμε την τελική απόφαση στις σφιγμομετρήσεις και την στατιστική κι όχι στο δίκαιο και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το Δικαστήριο πρέπει να ξανακρίνει με βάση την αρχή του κράτους δικαίου.




Δευτέρα, Ιουνίου 14, 2010

Αιμοδοσία και αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού

Σήμερα είναι η παγκόσμια ημέρα αιμοδοσίας, όπως μας ενημερώνει η αρχική σελίδα του διαδικτυακού τόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης [βλ. εδώ]. Μια διαδικασία που δίνει ζωή στον συνάνθρωπο και μπορεί να συνδέεται ακόμη και με διοικητικές επιβραβεύσεις (όπως η άδεια από τον στρατό), εκτός από την ηθική ικανοποίηση που αποκομίζει ο αιμοδότης.

Ενώ όμως γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα της αιμοδοσίας, το Συμβούλιο της Ευρώπης και οι άλλοι διεθνείς οργανισμοί που συμμετέχουν σε αυτήν την καμπάνια, αποσιωπούν μια σοβαρή αθέμιτη διάκριση. Υπάρχει μια σημαντική μερίδα του παγκόσμιου πληθυσμού που δεν επιτρέπεται να πάρει μέρος σε διαδικασία αιμοδοσίας, όχι επειδή νοσεί ή δεν πληροί άλλα κριτήρια αντικειμενικής καταλληλότητας. Όποιος προσέρχεται ως υποψήφιος αιμοδότης, έχει την υποχρέωση να δηλώσει ότι δεν είχε στο παρελθόν ομοφυλοφιλικές σχέσεις. Για κάποιο λόγο που ανατρέχει στα στερεότυπα των αρχών της δεκαετίας του 1980, οι ομοφυλόφιλοι θεωρούνται εξ ορισμού άτομα υψηλού κινδύνου και αποκλείονται από την δυνατότητα να δωρίσουν το αίμα τους. Επομένως, ένας ομοφυλόφιλος είτε πρέπει να υποβάλλει μια ταπεινωτική ψευδή δήλωση, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως κάποιον άλλο, είτε του απαγορεύεται να δώσει αίμα.

Η προσβλητική απαγόρευση ισχύει παγκοσμίως, με διάφορες παραλλαγές. Για παράδειγμα, στη Σουηδία και στην Σλοβακία, οι ομοφυλόφιλοι επιτρέπεται να δώσουν αίμα, εφόσον δηλώσουν ότι εντός του τελευταίου έτους δεν είχαν ομοφυλοφιλική σεξουαλική επαφή [βλ. σχετική είδηση εδώ]. Λες και αν είχε βάση η απαγόρευση, εντός του έτους αποχής θα είχαν αποθεραπευτεί. Στην Αγγλία και στη Γαλλία, αποκλείονται όσοι δηλώσουν ότι είχαν έστω και μία ομοφυλοφιλικη εμπειρία στη ζωή τους!

Το θέμα απασχόλησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πέρσι με ερώτηση που υπέβαλαν ευρωβουλευτές στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εγειροντας το ζήτημα της αθέμιτης διάκρισης [βλ. εδώ την Ερώτηση]. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε ότι θα διαβουλευθεί με τα κράτη μέλη της ΕΕ για το θέμα, πράγμα που έπραξε, εξάγοντας το συμπέρασμα ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταρτίζουν τα κριτήρια για τους αιμοδότες με βάση την αρχή της αναλογικότητας αλλά και με βάση τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα [βλ. εδώ].

Πιο πρόσφατα, Καναδοί επιστήμονες ζήτησαν δημόσια την άρση της απαγόρευσης αιμοδοσίας για τους ομοφυλόφιλους [βλ. εδώ].

Η δυνατότητα του να είναι κάποιος αιμοδότης αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική επιλογή για τη διάθεση ενός φυσικού του στοιχείου, αφορά μια εσωτερική απόφαση που καθορίζει ανεξίτηλα την ηθική του υπόσταση. Αναγνωρίζοντας αυτή την πτυχή στην απόφαση της αιμοδοσίας, καθώς ενδεχομένως και τις διοικητικές επιβραβεύσεις με τις οποίες μπορεί να συνδέεται η αιμοδοσία, είναι βέβαιο ότι πρόκειται για μια επιλογή που αφορά την πιο στενή σφαίρα του ιδιωτικού βίου του προσώπου: την σχέση του με το ίδιο του το σώμα και την αλληλεπίδρασή του με τους συνανθρώπους του. Συνεπώς, οποιαδήποτε παρέμβαση δημόσιας αρχής, η οποια δεν είναι αναλογική και σχετική με κάποιο άλλο υπέρτερο έννομο συμφέρον ή δικαίωμα, συνιστά αθέμιτη παραβίαση της ιδιωτικής ζωής του ατόμου, σύμφωνα με το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Ο αποκλεισμός ενός ατόμου από το δικαίωμά του να δώσει αίμα για λόγους που οφείλονται αποκλειστικώς και μονο στον σεξουαλικό του προσανατολισμό αποτελεί λοιπόν λόγο προσφυγής ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Είναι μία μάχη που πρέπει να δοθεί, ιδίως μετά την αποφυγή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για άμεση επίλυση του θέματος με την κοινοτική νομοθεσία.


Τετάρτη, Ιουνίου 25, 2008

Αγωγή του Εισαγγελέα Ρόδου για την ακύρωση των γάμων της Τήλου

Δημοσιοποιήθηκε η κατάθεση αναγνωριστικών αγωγών εκ μέρους του εισαγγελέως Ρόδου για την αναγνώριση του ανυπόστατου των γάμων που συνήφθησαν στην Τήλο. 

"Στις αγωγές ο εισαγγελέας επικαλείται το άρθρο 21 του Συντάγματος και τις διατάξεις του οικογενειακού δικαίου επισημαίνοντας ότι ως γάμος νοείται η ένωση ενός άνδρα με μία γυναίκα."

Ο εισαγγελέας κατέθεσε τις αγωγές στο κατά τόπον αρμόδιο Πολυμελές Πρωτοδικείο της Ρόδου, οι αποφάσεις του οποίου προσβάλλονται στο Εφετείο Ρόδου.

Η αυτεπάγγελτη αρμοδιότητα του εισαγγελέως για άσκηση ακύρωσης γάμου προβλέπεται περιοριστικά (αρχή της νομιμότητας) από το άρθρο 1378 του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο, ο εισαγγελέας ασκεί αγωγή για τις περιπτώσεις που παραβιάζονται οι διατάξεις:

(α) του άρθρου 1350 ΑΚ: "συμφωνία μελλονύμφων", "αυτοπρόσωπες και χωρίς αίρεση ή προθεσμία δηλώσεις", "Οι μελλόνυμφοι πρέπει να έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους".

(β) του άρθρου 1351 ΑΚ: να έχουν δικαιοπρακτική ικανότητα.

(γ) του άρθρου 1352 ΑΚ: επικουρική δικαστική συμπαράσταση που προβλέπει τέλεση γάμου με συγκατάθεση συμπαραστατούμενου.

(δ) του άρθρου 1354 ΑΚ: κώλυμα από προυφιστάμενο γάμο μελλονύμφου.

(ε) του άρθρου 1356 ΑΚ: οι μελλόνυμφοι δεν πρέπει να είναι συγγενείς εξ αίματος ή σε πλάγια γραμμή ως τον 4ο βαθμό.

(στ) του άρθρου 1360 ΑΚ:  οι μελλόνυμφοι δεν πρέπει να είναι υιοθετών (ή τα παιδιά του) και υιοθετούμενος

Σε αυτές τις περιπτώσεις περιορίζεται η αυτεπάγγελτη αρμοδιότητα του εισαγγελέα. Στις εν λόγω αγωγές δεν φαίνεται να τον απασχόλησε όμως κάποια από τις παραπάνω περιπτώσεις. 

Το δημοσίευμα  αναφέρεται σε "αναγνωριστική" αγωγή για να κηρυχθούν "ανυπόστατοι" ("και ανύπαρκτοι"=πλεονασμός) οι γάμοι.  Εδώ θα πρέπει να γίνει μια βασική διάκριση: όλοι οι παραπάνω λόγοι (α-ε) καθιστούν ένα γάμο "άκυρο":

Άρθρο 1372: "Άκυρος είναι μόνο ο γάμος που έγινε κατά παράβαση των άρθρων 1350 έως 1352, 1354, 1356, 1357 και 1360."

Ας κρατήσουμε αυτό το "μόνο". Δεν περιλαμβάνεται τυχαία στο κείμενο του νόμου , αλλά για να οριοθετήσει με σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου τις αποκλειστικές περιπτώσεις άκυρου γάμου. 

Το άρθρο συνεχίζει: "Γάμος που έγινε χωρίς να τηρηθεί καθόλου ένας από τους τύπους που προβλέπονται στο άρθρο 1367 είναι ανυπόστατος".

Ας κρατήσουμε αυτο το "καθόλου ένας από τους τύπους" κι ας δούμε ποιοι είναι οι "τύποι" του άρθρου 1367 ΑΚ:

Άρθρο 1367: Τέλεση του γάμου

Ο γάμος τελείται είτε με τη σύγχρονη δήλωση των μελλονύμφων ότι συμφωνούν σ' αυτό (πολιτικός γάμος) είτε με ιερολογία από ιερέα της ανατολικής ορθοδόξου εκκλησίας ή από λειτουργό άλλου δόγματος ή θρησκεύματος γνωστού στην Ελλάδα.

Η δήλωση γίνεται δημόσια κατά πανηγυρικό τρόπο ενώπιον δύο μαρτύρων, προς το δήμαρχο ή τον πρόεδρο της κοινότητας του τόπου όπου τελείται ο γάμος ή προς το νόμιμο αναπληρωτή τους, που είναι υποχρεωμένοι να συντάξουν αμέσως σχετική πράξη.

(Οι προϋποθέσεις της ιεροτελεστίας κλπ κλπ κλπ).

Άρα "ανυπόστατος γάμος" =

- έλλειψη σύγχρονης δήλωσης μελλονύμφων οτι συμφωνούν, ή 

-έλλειψη δύο μαρτύρων, ή 

- αναρμόδιος δημοτικός άρχοντας, ή 

- μη σύνταξη σχετικής πράξης.

Οι γάμοι της Τήλου, αφενός δεν είναι "ανυπόστατοι",  αφετέρου δεν είναι "άκυροι", με βάση το περιεχόμενο που προσδίδεται από αυτές τις έννοιες στο κείμενο του νόμου. Η διάκριση ανάμεσα σε άκυρο και ανυπόστατο γάμο και οι διαφορετικές συνέπειες που προβλέπονται από το νόμο ανάλογα με την υπαγωγή στην αντίστοιχη κατηγορία, συνηγορούν ότι, με βάση το ισχύον δίκαιο, δεν μπορεί να γίνει λόγος για ισχύουσα - έστω και από απόψεως αποκλειστικά οικογενειακού δικαίου, χωρίς σύμφωνη με το σύνταγμα ερμηνεία- σιωπηρή προϋπόθεση ετερότητας φύλου. Αν ίσχυε μια τέτοια σιωπηρή προϋπόθεση, πού θα υπαγόταν; Στους λόγους που καθιστούν το γάμο "ανυπόστατο", όπως υποστηρίζει ο κ. εισαγγελέας και κάποιοι καθηγητές νομικής ή στους λόγους που καθιστούν τον γάμο "άκυρο"; Μόνη αυτή η ανασφάλεια δικαίου που δημιουργείται, καθώς και η αδυναμία συστεμικής υπαγωγής της δήθεν σιωπηρής προϋπόθεσης, αποδεικνύουν ότι για να ισχύσει ένας τέτοιος αποκλεισμός θα έπρεπε να είναι ρητά ενταγμένος στο σύστημα του νόμου.

Η εμμονή δε στο "ανυπόστατο" είναι δείκτης και μιας  μεθοδολογικής τύφλωσης που ταλαιπωρεί τους εφαρμοστές του Αστικού Κώδικα: επιλέγουν έναν πιο "βαρύ" όρο, για να δείξουν ότι δεν συζητάμε καν για τέτοια "ανυπόστατα" πράγματα, την στιγμή που ο ίδιος ο Αστικός Κώδικας επιλέγει τον όρο "ανυπόστατος γάμος", μόνο για την περίπτωση που δεν έχει τηρηθεί καθόλου το ... τυπικό, το διαδικαστικό και γραφειοκρατικό μέρος (το ταυτόχρονο των δηλώσεων, η αρμοδιότητα του δημάρχου, η σύνταξη πράξης κλπ). Το μέρος εκείνο δηλαδή, το οποίο δεν μπορεί παρά να εγγυάται μόνον το στοιχείο της ασφάλειας δικαίου (: πανηγυρικότητα = διάλυση αμφιβολιών για τη βούληση των μερών). Από την άλλη πλευρά, ο "άκυρος" γάμος αφορά περιπτώσεις που η τέλεσή του θα συνιστούσε ποινικό αδίκημα (λ.χ. αιμομιξία, διγαμία) ή η απαγόρευσή του είναι συνέπεια ενός  θεμιτού περιορισμού όλων των αστικών δικαιωμάτων (λ.χ.  περίπτωση δικαστικής συμπαράστασης). Είναι γνωστό ότι η ταυτότητα φύλου δύο ενηλίκων ανθρώπων που αποφασίζουν να συμβιώσουν ούτε ποινικό αδίκημα είναι, ούτε, πολύ περισσότερο, μπορεί να επάγεται θεμιτό περιορισμό αστικών δικαιωμάτων! Οπότε, με βάση το σύστημα του Αστικού Κώδικα, ούτε στην κατηγορία του "άκυρου" γάμου μπορεί να ενταχθεί η λεγόμενη "σιωπηρή προϋπόθεση" ετερότητας φύλου. Επομένως, κατά συστηματική ερμηνεία, δεν υπάρχει ούτε ρητή, ούτε σιωπηρή προϋπόθεση ετερότητας φύλου, αφού και αν υπήρχε δεν θα μπορούσε να ενταχθεί με στοιχειώδη μεθοδολογική επάρκεια και νομοτεχνική ακολουθία, ούτε στην έννοια του "ανυπόστατου", αλλά ούτε και στην έννοια του "άκυρου" γάμου. 

Πάντως η αυτεπάγγελτη αρμοδιότητα του εισαγγελέα αφορά μόνο την περίπτωση των άκυρων γάμων, όχι των ανυπόστατων και συνεπώς υπάρχει περίπτωση οι αγωγές να απορριφθούν ως απαραδέκτως ασκηθείσες, λόγω αναρμοδιότητας εισαγγελέα, χωρίς δηλαδή το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου να μπει στην ουσία του κύρους των γάμων. Ακόμη, δηλαδή κι αν έλεγε κανείς ότι τουλάχιστον θα διευκρινιστεί με δικαστική απόφαση το ισχύον δίκαιο με αυτές τις αγωγές, τίποτα δεν εγγυάται ότι το Δικαστήριο θα μπει στην ουσία. Αντιθέτως, έχει τη δυνατότητα να απορρίψει την αγωγή για τον παραπάνω τυπικό λόγο. 

Αν το δημοσίευμα είναι ακριβές, προκαλεί πάντως κατάπληξη μια τόσο πρόχειρη θεμελίωση, σε μια τόσο σημαντική υπόθεση. Επίσης προκαλεί κατάπληξη σε συνδυασμό με το γεγονός ότι , σύμφωνα με τη νομοθεσία, η εισαγγελία 

έχει ως αποστολή την τήρηση της νομιμότητας, την προστασία του πολίτη και τη διαφύλαξη των κανόνων της δημόσιας τάξης". (Άρθρο 24 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών).

Η προστασία του πολίτη και η εξασφάλιση της αρχης της ίσης μεταχείρισης θα επέβαλε στους εισαγγελείς ακριβώς την διασφάλιση της ίσης ενάσκησης των δικαιωμάτων από όλους τους πολίτες και την κατάργηση των αθέμιτων διακρίσεων, όχι την εισαγωγή "ερμηνειών", ασύμβατων με το συνταγματικό και ευρωπαϊκό δίκαιο, οι οποίες κατατείνουν στην εισαγωγή νέων διακρίσεων και η κίνηση δικαστικών αγώνων που θέτουν εν αμφιβολία τα δικαιώματα των πολιτών. 

Αυτά μπορεί να είναι "ψιλά γράμματα" για ορισμένους εισαγγελικούς λειτουργούς, κι αυτό δεν είναι συμπέρασμα δικό μου. Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ζήτησε στις 14.5.2008 από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης (από το οποίο απείχαμε ως χώρα μόνον κατά τα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών) να ενσωματώσουν στις πολιτικές τους της Αρχές της Yogyakarta για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου των ανθρώπινων δικαιωμάτων ως προς τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Σε αυτές τις συστάσεις που υιοθέτησε ο Ευρωπαίος Επίτροπος, τα κράτη καλούνται, μεταξύ άλλων:

"Να οργανώσουν προγράμματα εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης για δικαστές, δικαστικούς υπαλλήλους, εισαγγελείς, δικηγόρους και άλλους, σχετικά με τα διεθνή πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις αρχές της ισότητας και της απαγόρευσης διακρίσεων, συμπεριλαμβανομένου του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου." (Αρχή 8, Σύσταση Γ).

Παράλληλα, η Κοινοβουλευτική Διάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης επεξεργάζεται σχέδιο Σύστασης για την Νομική Αναγνώριση των σχέσεων ατόμων του ιδίου φύλου, αλλά και σχέδιο Σύστασης για την Κατάργηση των Διακρίσεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού.

Εξάλλου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κάνοντας πρόσφατα  ένα βήμα πιο πέρα κι από το γάμο, αναγνώρισε ότι ο αποκλεισμός μιας ομοφυλόφιλης γυναίκας από την υιοθεσία συνιστά παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής της ζωής σε συνδυασμό με την απαγόρευση αθέμιτων διακρίσεων.  Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν εμποδίστηκε να αναγνωρίσει αυτές τις παραβιάσεις, μολονότι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση κατοχυρώνει το δικαίωμα γάμου με αναφορά στην ετερότητα φύλου: ό,τι δεν απαγορεύεται, επιτρέπεται (σ.σ. για τους πολίτες, όχι για τον εισαγγελέα που είναι κρατική εξουσία)

Σε αυτό το διαρκώς εξελισσόμενο ευρωπαϊκό και διεθνές νομικό περιβάλλον, η προσπάθεια δικαστικής απαγόρευσης, η οποία νομοτελειακά οδηγεί στο Στρασβούργο ή και σε ικανούς έλληνες δικαστές, ήταν άλλο ένα στρατηγικό λάθος μιας λογικής που είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων από την ιδια την πορεία των πραγμάτων. 

Παρασκευή, Ιουνίου 13, 2008

Πρωτοβουλία "Αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου"

Περίπου 20 βουλευτές από όλες τις παρατάξεις υπογράφουν αυτό το κείμενο στο οποίο έχει αναφερθεί και το υπόμνημα Gross και με το οποίο ζητείται η έκδοση μιας Σύστασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την καταπολέμηση των διακρίσεων.

Doc. 11423

8 Οκτωβρίου 2007

Αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου

Πρωτοβουλία για Σύσταση 

1. Έχουν περάσει οκτώ χρόνια από την έκθεση της Διάσκεψης σχετικά με τις διακρίσεις εναντίον των Λεσβιών και των Ομοφυλόφιλων στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Στο ενδιάμεσο διάστημα υπάρξαν εξελίξεις, τόσο θετικές όσο και αρνητικές.

2. Θετικές: η θέσπιση των Αρχών της Yogyakarta τον Νοέμβρη του 2006. Οι Αρχές αυτές κωδικοποιούν ένα ευρύ σύνολο ανθρώπινων δικαιωμάτων και προτύπων σχετικά με τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Αυτές οι Αρχές επιβεβαιώνουν τις δεσμευτικές διεθνείς νομικές αρχές προς τις οποίες όλα τα κράτη οφείλουν να συμμορφώνονται.

3. Αρνητικές: εχθρότητα κατά των Λεσβιών, των Ομοφυλόφιλων, των Διεμφυλικών και των Ατόμων χωρίς καθορισμένο φύλο παρουσιάζεται με μεγαλύτερη ένταση σε έναν αριθμό κρατών μελών. Το φαινόμενο επιβεβαίωσε περίτρανα ο  Πατριάρχης Αλέξιος ΙΙ, ο οποίος, απαντώντας σε ένα ερώτημα στη Διάσκεψη της 2ης Οκτωβρίου 2007 περιέγραψε την ομοφυλοφιλία ως μια αρρώστια και ανωμαλία που συγκρίνεται με την κλεπτομανία.

4. Γι΄αυτό χρειάζεται η Διάσκεψη να επικαιροποιήσει την προηγούμενη έκθεση, εξετάζοντας τις αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου και να ετοιμάσει μία Σύσταση. 

Πέμπτη, Ιουνίου 12, 2008

Συμβούλιο της Ευρώπης: Σχέδιο Σύστασης για την νομική αναγνώριση των σχέσεων ομοφύλων στην Ευρώπη

Δώδεκα βουλευτές που μετέχουν στην Κοινοβουλευτική Διάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν ετοιμάσει ένα σχέδιο Σύστασης για την νομική  αναγνώριση της συμβίωσης ομόφυλων από τα ευρωπαϊκά κράτη. Ένας από αυτούς ετοιμάζει και μια αναλυτική έκθεση που θα προωθηθεί στην ολομέλεια της Διάσκεψης.

Το κείμενο προώθησης της Σύστασης (το οποίο συντάχθηκε το 2005) αναφέρει:

1. To θέμα της νομικής αναγνώρισης των ομόφυλων σχέσεων είναι σύνθετο, τόσο από κοινωνικής όσο και από νομικής απόψεως. Ενώ εξετάζεται κυρίως η νομική μορφή που μπορεί να αναγνωριστεί για τις σχέσεις ομοφύλων, υπάρχουν κι άλλα θέματα όπως η φορολογία και η κοινωνική  προστασία, κληρονομικά δικαιώματα, δικαιώματα μεταναστών, εργασιακά δικαιώματα.

2. Μολονότι η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δεν προβλέπει άμεσα το ζήτημα, ο σεξουαλικός προσανατολισμός εμπίπτει στην έννοια "άλλης κατάστασης", ως περίπτωση για την οποία απαγορεύεται η διάκριση κατά το Άρθρο 14 και το Πρωτόκολλο 12.

3. Συγκεκριμένες πλευρές του θέματος των ομόφυλων σχέσεων μπορεί να αφορούν ειδικά δικαιώματα της Σύμβασης, περιλαμβανομένου του δικαιώματος για σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής κατά το άρθρο 8, το δικαίωμα στο γάμο του άρθρου 12 και το δικαίωμα στην προστασία της περιουσίας κατά το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου Νο. 1 και έτσι μπορεί να εγείρονται ζητήματα σχετικά με το άρθρο 14. Άλλες πλευρές, που μπορεί να είναι σχετικές με το εθνικό δίκαιο, εγείρουν ζητήματα σύμφωνα με το Πρωτόκολλο 12.

4. Πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι το νομικό καθεστώς που ιδρύεται με την ΕΣΔΑ δεν έχει τυποποιηθεί με απόλυτους όρους. Για παράδειγμα, τα δικαιώματα των άρθρων 8 και 1 του Πρωτοκόλλου Νο. 1 μπορεί να τύχουν περιορισμών ενόψει αντιτασσόμενων δημοσίων συμφερόντων και το δικαίωμα στο γάμο προστατεύεται για "άνδρες και γυναίκες σε ηλικία γάμου", "σύμφωνα με τους εθνικούς νόμους που διέπουν την ενάσκηση αυτού του δικαιώματος". Περαιτέρω, η διαφορετική μεταχείριση των προσώπων σε ανάλογες περιπτώσεις ή - όπως σε ομόφυλα ζευγάρια που δεν έχουν δικαίωμα πολιτικού γάμου και ετερόφυλα ζευγάρια που επιλέγουν να μην παντρευτούν- όμοια μεταχείριση για πρόσωπα των οποίων η κατάσταση διαφέρει ουσιωδώς, σημαίνει παράνομη διάκριση αν δεν υπάρχει αντικειμενική και εύλογη δικαιολόγηση. Με άλλα λόγια, αν ο περιορισμός δεν αποσκοπεί σε ενα νόμιμο στόχο ή αν δεν υπάρχει εύλογη σχέση αναλογίας ανάμεσα στα μέσα που χρησιμοποιούνται και τον στόχο. 

5. Πάντως, το σύστημα της ΕΣΔΑ βασίζεται σε συγκεκριμένες θεμελιώδεις αρχές, οι οποίες περιλαμβάνουν την ύπαρξη δημοκρατικών κοινωνιών οι οποίες είναι ανεκτικές, πλουραλιστικές και με ευρύτητα πνεύματος. Έτσι ενώ τα κράτη απολαμβάνουν ευρεία διακριτική ευχέρεια σε θάμτα ηθικής, η "προσυσσωρευμένη προκατάληψη της ετεροφυλόφιλης πλειοψηφίας εναντίον της ομοφυλόφιλης μειοψηφίας" δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη διαφορετική μεταχείριση ή την παρέμβαση σε κατοχυρωμένα δικαιώματα. 

6. Σε όλη τη σύγχρονη Ευρώπη υπάρχει μια τεράστια ποικιλία όσον αφορά το σεβασμό της νομικής αναγνώρισης των σχέσεων των ομοφύλων. Για παράδειγμα, σε έναν αριθμό χωρών, όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο και (πιο πρόσφατα) η Ισπανία, τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν δικαίωμα πολιτικού γάμου, ενώ σε άλλες χώρες όπως η Δανία, η Φινλανδία, η Ισλανδία, η Νορβηγ΄ία, η Σουηδία, η Γαλλία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και (πιο πρόσφατα) η Ελβετία, τα ομόφυλα ζευγάρια έχουν δικαίωμα σύναψης συμφώνου συμβίωσης, με διάφορετικό βαθμό νομικής αναγνώρισης και προστασίας των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται για τα ετερόφυλα παντρεμένα ζευγάρια. Τα νομικά συστήματα των περισσότερων κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης ωστόσο δεν περιλαμβάνουν τέτοιες διατάξεις, μια διάκριση που ισχύει επίσης και σε άλλες πλευρές του ζητήματος. 


7. Μολονότι αναγνωρίζει και σέβεται της κοινωνικές ιδιαιτερότητες των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Κοινοβουλευτική Διάσκεψη αποφασίζει να μελετήσει την κατάσταση της νομικής αναγνώρισης των σχέσεων των ομόφυλων στην Ευρώπη από την οπτική της ΕΣΔΑ και της νομολογίας του Δικαστηρίου, όπως περιγράφηκε παραπάνω και να προβεί στις κατάλληλες συστάσεις. 

(υπογραφές). 


Το κείμενο αυτό συζητήθηκε μέχρι στιγμής στις 7.3.2008 στο Παρίσι, από την Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων της Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης του Συμβουλίου της Ευρώπης.  

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης υπήρξε έντονη αντίδραση από ορισμένους βουλευτές (Αζερμπαϊτζάν, Ρουμανία) που υποστήριξαν ότι το πρόβλημα της Ευρώπης είναι η υπογεννητικότητα και ότι σε αυτήν την κατεύθυνση πρέπει να στραφεί η προσοχή του Συμβουλίου, ενώ στηλιτεύθηκε η αναφορά του Πατριάρχη Αλεξίου περί "αρρώστιας" σε μια προηγούμενη διάσκεψη.

Πάντως το θέμα δεν έχει περάσει ακόμα από την Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου αναμένονται εξελίξεις.

Πάντως έχει ήδη εκδοθεί από το Κογκρέσο των Περιφερειών του Συμβουλίου η Σύσταση για την αναγνωριση του δικαιώματος έκφρασης και συνάθροισης των ΛΟΑΤ στην Ευρώπη.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Υπόμνημα του βουλευτή Gross για το θέμα:

Ι. Εισαγωγή

i. Πλαίσιο της έκθεσής μου σχετικά με το δικαίωμα των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων και τρανσέξουαλ (ΛΟΑΤ).

1. Στις 16 Σεπτεμβρίου 2005 ορίσθηκα εισηγητής της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων για το θέμα της "Νομικής αναγνώρισης σχέσεων ομοφύλων στην Ευρώπη" επί τη βάσει μιας πρωτοβουλίας για σύσταση (Doc 10640) που εισηγήθηκαν ο κ. Jurgens και άλλοι. Το 2006, μια νέα πρωτοβουλία για μια σύσταση που αφορά την "Ελευθερία των συγκεντρώσεων και της έκφρασης των λεσβιών, ομοφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλων και τρανσεξουαλικών προσώπων στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης" (Doc 10832) παραπέμφθηκε στην Επιτροπή για να την λάβω υπόψη μου στην έκθεσή μου για την "νομική αναγνώριση των σχέσεων ομοφύλων στην Ευρώπη".

2. Μία τρίτη κίνηση έχει παραπεμφεί μόλις στην Επιτροπή για έκθεση: "Αθέμιτη διάκριση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου" (Doc 11423). Θεωρώ ότι αυτή η πρωτοβουλία θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην τρέχουσα έκθεση καθώς καλύπτει και τα δύο θέματα με τα οποία ασχολούμαι. Συνεπώς, θα ήθελα να παρακαλέσω την Επιτροπή να ζητήσει απο το Γραφείο της Διάσκεψης να αλλάξει τον τίτλο. Αν η αίτησή μου γίνει δεκτή θα ετοιμάσω μια έκθεση για την "Αθέμιτη διάκριση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου", η οποια θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα θέματα της "ελευθερίας των συγκεντρώσεων και της έκφρασης για λεσβίες, ομοφυλόφιλους, αμφισεξουαλικούς, τρανσεξουαλικούς" και την "νομική αναγνώριση των σχέσεων ομοφύλων στην Ευρώπη". Το εύρος της έκθεσής μου εξαρτάται λοιπόν από την τύχη αυτής της τρίτης κίνησης.


ii. Προτετοιμασία της έκθεσης

3. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας της έκθεσής μου, έχω επισκεφθεί μέχρι στιγμής την Ισπανία (Μάης 2006) και την Λετονία (Οκτώβρης 2007) και έχω παρουσιάσει στην Επιτροπή ένα εισαγωγικό υπόμνημα για την "Νομική αναγνώριση των σχέσεων των ομόφυλων στην Ευρώπη" (AS/Jur (2007) 30) τον Ιούνη του 2007. 

4. Δεδομένων των μεγάλων αντιδράσεων και αντίθετων θέσεων που ήγειρε αυτό το θέμα σε ένα αριθμό χωρών, τον Ιανουάριο του 2007 πρότεινα στηνΕπιτροπή να συλλέξω και να ανταλλάξω απόψεις, τον Μάρτιο του 2008 με ειδικούς επί των θεμάτων αυτών, προκειμένου να προσδιοριστούν οι παράγοντες  που εξασφαλίζουν (θετικές) μεταβολές στην αντιμετώπιση και την νομοθεσία ενός αριθμού χωρών, όπως και τις δυσκολίες που παρουσιάζονται σε αυτά τα πεδία. Αυτή η ανταλλαγή απόψεων θα πρέπει επίσης να περιλάβει και μια ανοιχτή και άμεση συζήτηση ανάμεσα στα μέλη της Επιτροπής για το θέμα αυτό.

5. Τα επόμενα βήματα για την προετοιμασία της έκθεσής μου και το χρονοδιάγραμμα της παρουσίασής της εξαρτώνται φυσικά από το τελικό εύρος της (βλ. παραπάνω σχετικά με την "τύχη" της τρίτης πρωτοβουλίας για τις "Αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου").

ΙΙ. Αθέμιτες διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού:αρχικές παρατηρήσεις

6. Και τα δύο θέματα ("Ελευθερία των συγκεντρώσεων και της έκφρασης για τις λεσβίες τους ομοφυλόφιλους , τους αμφισεξουαλικούς και τα τρανσεξουαλικά άτομα στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης" και "ομόφυλες σχέσεις στην Ευρώπη") αφορούν τα δικαιώματα των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων, των αμφισεξουαλικών και των τρανσεξουαλικών προσώπων και εγείρουν το θέμα των αθέμιτων διακρίσεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμου.

7. H εχθρική αντιμετώπιση των λεσβιών, των ομοφυλόφιλων, των αμφισεξουαλικών και των τρανσεξουαλικών προσώπων, αλλά και οι υπερμαχοι των ανθρώπινων δικαιωμάτων των ΛΟΑΤ είναι παρόντες σε έναν αριθμό κρατών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣυμβΕυρ) και οι ΛΟΑΤ υφίστανται αθέμιτες διακρίσεις, δέχονται ομοφοβικές δηλώσεις, λόγο μίσους ή καθίστανται θύματα βίας. Η αθέμιτη διάκριση είναι ολοκάθαρη στο νομικό, το πολιτικό και το κοινωνικό πεδίο. 

  8. Οι δηλώσεις του Πατριάρχη Αλέξιου ΙΙ ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Διάσκεψης του ΣυμβΕυρ τον προηγούμενο Οκτώβρη, κατά τον οποίο συνέκρινε την ομοφυλοφιλία με μια "αρρώστια" όπως η κλεπτομανία, καθώς και οι δηλώσεις που έγιναν από έναν αριθμό Λεττονών βουλευτών, ιδιαίερα του κ. Janis Smits, προέδρου της Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του λεττονικού κοινοβουλίου, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου στη χώρα τον Οκτώβρη του 2007 είναι περίφημα παραδείγματα ομοφυλοφοβικών απόψεων που εκφράζονται από δημόσια πρόσωπα στην Ευρώπη. Οι τελευταίοι αναφέρθηκαν στην ομοφυλοφιλία και τις Παρελάσεις Υπερηφάνειας ως "μεταδιδόμενη πανούκλα" και "εισαγόμενο πρόβλημα απο το εξωτερικό" και αρνήθηκαν ότι επρόκειτο για ένα ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πρέπει να προσθέσω ότι αυτές οι απόψεις δεν υποστηρίχθηκαν από όλα τα μέλη του Λεττονικού Κοινοβουλίου που συναντήθηκα. 

9. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να θυμηθούμε το καθήκον του ΣυμβΕυρ να προωθήσει ένα σαφές μήνυμα ανοχής και απαγόρευσης των αθέμιτων διακρίσεων καθώς και ότι ο Οργανισμός πάντοτε μάχεται υπέρ της ισότητας και της διαφορετικότητας. Σχετικά με αυτά, η Κοινοβουλευτική Διάσκεψη του ΣυμβΕυρ έχει καταδικάσει σε διάφορες περιστάσεις τις αθέμιτες διακρίσεις στην Ευρώπη, λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου. Πρόσφατα, η Επιτροπή Υπουργών του ΣυμβΕυρ επιβεβαίωσε ότι η αθέμιτη διάκριση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού δεν είναι συμβατή με την αξία της ανεκτικότητας και την αρχή της ισότητας, οι οποίες είναι δεσμευτικές για όλες τις χώρες. Το Κογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του ΣυμβΕυρ, ο Επίτροπος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ο Γενικός Γραμματέας έχουν επίσης ασχοληθεί με το θέμα σε διάφορες περιπτώσεις  και έχουν καταδικάσει την ομοφυλοφοβία.

10. Οι διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου παρέχουν ένα ζωτικής αναφοράς πλαίσιο σχετικά με αυτά τα θέματα.
Η θέσπιση των "Αρχών της Yogyakarta για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου σχετικά με τα ζητήματα του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας φύλου", τον Νοέμβριο του 2006, θα πρέπει επίσης να αναφερθεί σε αυτό το πλαίσιο. Αυτές οι Αρχές καταρτίσθηκαν και θεσπίσθηκαν από μια ομάδα επιφανών ειδικών επί των ανθρώπινων δικαιωμάτων, από διάφορες περιοχές και με διαφορετικά υπόβαθρα καθένας τους. 
 
ΙΙΙ. Ελευθερία των συγκεντρώσεων και της έκφρασης: δύο θεμελιώδη δικαιώματα σε μια δημοκρατική κοινωνία, προστατευόμενα από την ΕΣΔΑ

i. Πρόσφατες εξελίξεις

11. To δικαίωμα των ΛΟΑΤ στη συνάθροιση και την ελευθερία της έκφρασης έχει γνωρίσει ευρύτατες αντιδράσεις σε πολλές χώρες του ΣυμβΕυρ τα τελευταία χρόνια. Αυτές οι αντιδράσεις έχουν εκδηλωθεί με διάφορους τρόπους, ιδίως απαγορεύοντας τις παρελάσεις, χρησιμοποιώντας αποκλίνουσα και "μη ανεκτική" γλώσσα από πολιτικούς ηγέτες και εκπροσώπους δογμάτων, επιθέσεις βίας εναντίον διαδηλωτών και μη παροχή επαρκούς προστασίας από την αστυνομία. 

12. Το 2007 ήταν ένα έτος ανάμικτων εξελίξεων, αλλά που πάνω απ' όλα σηματοδότησε ότι το δικαίωμα των ΛΟΑΤ στις συγκεντρώσεις καθιερώνεται όλο και περισσότερο. Οι παρελάσεις στη Βαρσοβία, το Πόζναν, την Κρακοβία, το Τάλιν και τη Ρίγα ολοκλρηώθηκαν με επιτυχία. Η παρέλαση Υπερηφάνειας στο Τσισινάου απαγορεύθηκε και πάλι, αλλά έγινε ένας γύρος διαμαρτυρίας χωρίς βία ή αστυνομικές επεμβάσεις. Μερικούς μήνες πριν, το Ανώτατο Δικατήριο της Μολδαβίας έκρινε "αδικαιολόγητη" την απαγόρευση της Παρέλασης Υπερηφάνειας, ανατρέποντας την ίδια του την νομολογία για την Παρέλαση Υπερηφάνειας του 2005.

13. Στα αρνητικά, υπήρξε απαγόρευση της Παρέλασης της Μόσχας και άρνηση των αρχών του Vilnius να επιτρέψουν το λεωφορείο της ΕΕ - κατά των διακρίσεων να μπει στην πόλη, πράγμα που οδήγησε στην ακύρωση της πρώτης ΛΟΑΤ εκδήλωσης της Λιθουανίας. Σημειώθηκαν επίσης επιθέσεις βίας εναντίον των διαδηλωτών στην Βουδαπέστη και το Ζάγκρεμπ, δύο χώρες όπου για χρόνια γίνονταν ειρηνικά pride. 

14. Όπως σημείωσε το Κογκρέσσο πέρσι., στο πλαίσιο της συζήτησης για την ελευθερία της συνάθροισης και της έκφρασης για τους ΛΟΑΤ, οι πρόσφατες ομοφυλοφοβικές εκδηλώσεις σε έναν αριθμό χωρών υπογραμμίζουν όχι μόνο την συστηματική παραβίαση των δικαιωμάτων της ΛΟΑΤ κοινότητας αλλά  έχουν δείξει ότι σε πολλές περιπτώσεις, οι ίδιες οι Αρχές που έχουν θετική υποχρέωση προστασίας των πολιτών κατά των διακρίσεων είναι αυτές που υποδαυλίζουν και σε μερικές περιπτώσεις υποστηρίζουν ενεργά ή ενισχύουν αυτήν την αδικία. 

15. Υπάρχει ξεκάθαρη ανάγκη να επιβεβαιωθούν τα υφιστάμενα σχετικά πρότυπα και να υποχρεωθούν οι Αρχές να τα εφαρμόσουν. 

ii. Τα πρότυπα

16. Η ελευθερία του λόγου και η ελευθερία της συνάθροισης προβλέποναι στην ΕΣΔΑ (Άρθρα 10 και 11) η οποία έχει επικυρωθεί απο όλα τα κράτη μέλη του ΣυμβΕυρ. Επιπρόσθετα, η ΕΣΔΑ απαγορεύει τις διακρίσεις στην εφαρμογή των δικαιωμάτων της ΕΣΔΑ (Άρθρο 14). Συνεπώς, τα δικαιώματα στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης πρέπει να ισχύουν για όλους χωρίς διάκρισης. Με άλλες λέξεις, οι λεσβίες, οι ομοφυλόφιλοι, οι αμφιφυλόφιλοι και τα τρανσεξουαλικά άτομα έχουν τα ίδια δικαιώματα στην ελευθερία της έκφρασης και της συνάθροισης όπως κάθε άλλο πρόσωπο στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας ενός κράτους μέλους του ΣυμβΕυρ
 

17. Οι περιορισμοί στην ενάσκηση του δικαιώματος της έκφρασης και της συνάθροισης πρέπει να προβλέπονυαι απο νόμο και να είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία, για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας ασφάλειας, για την καταπολέμηση της παρανομίας ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας ή των ηθών ή για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των άλλων.

18. Οι Αρχές παίζουν κεντρικό ρόλο στην εγγύηση των δικαιωμάτων των πολιτών σε ελεύθερη έκφραση και συνάθροιση. Αυτό περιλαμβάνει την θετική υποχρέωση του κράτους για παροχή αποτελεσματικής προστασίας και διασφάλισης του σεβασμού των ΛΟΑΤ που θέλουν να συναθροισθούν και να εκφραστούν, ακόμη κι αν οι απόψεις τους δεν είναι δημοφιλείς ή αν δεν τις συμμερίζεται η πλειοψηφία της κοινωνίας.

19. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή Υπουργών του ΣυμβΕυρ τον Ιανουάριο του 2008, "σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οι ειρηνικές διαδηλώσεις, είτε είναι υπέρ των ΛΟΑΤ είτε υπέρ άλλων προσώπων, δεν επιτρέπεται να απαγορεύονται μόνον επειδή υφίστανται εχθρικές αντιλήψεις για τους διαδηλωτές ή για τις ιδέες που υπερασπίζονται. Αντιθέτως, το κράτος έχει καθήκον να λάβει εύλογα και κατάλληλα μέτρα για να επιτρέψει την ειρηνική ολοκλήρωση των νόμιμων διαδηλώσεων. Σε μια σειρά αποφάσεων, το Δικαστήριο έχει υπογραμμίσει ότι κάθε διάκριση που βασίζεται στον σεξουαλικό προσανατολισμό είναι αντίθετη με τη Σύμβαση. Όλα τα κράτη μέλη πρέπει να τηρούν την σύμβαση όταν εφαρμοζουν εθνικό δίκαιο, ιδίως υπό το φως της νομολογία τους Δικαστηρίου."

20. Η Επιτροπή Υπουργών επίσης κάλεσε όλα τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν τις Συστάσεις για τον "λόγο που καλλιεργεί το μίσος" και για την "προώθηση ενός πολιτισμού ανοχής από τα ΜΜΕ". Η Σύσταση της ΕΥ γα το "λόγο που καλλιεργεί το μίσος" αναφέρει ότι οι κρατικές αρχές και όργανα έχουν "ειδική υποχρέωση να απέχουν από τέτοιες δηλώσεις ..., λόγο... και κάθε άλλο τύπο διάκρισης ή εχθρότητας που βασίζεται στην έλλειψη ανεκτικότητας", ιδιαίτερα όταν μεταδίδονται από τα ΜΜΕ. Κάθε δικαιολογημένος περιορισμός στην ελευθερία της έκφρασης πρέπει να "περιγράφεται στενά και να εφαρμοζεται με νόμιμο και όχι αθέμιτο τρόπο, με αντικειμενικά κριτήρια και να αποτελεί αντικείμενο ανεξάρτητου δικαστικού ελέγχου". 

21. Το 2007, στην υπόθεση Baczkowski και άλλοι κατά Πολωνίας, το Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξέδωσε την πρώτη του απόφαση που αφορά ειδικά την ελευθερία της συγκέντρωσης των ΛΟΑΤ. Έκρινε ότι η απαγόρευση των Αρχών της Βαρσοβίας των διαδηλώσεων για την ισότητα το 2005 παραβίασε τη Σύμβαση (άρθρα 11 και 14). Το Δικαστήριο επισήμανε την θετική υποχρέωση το κράτους να εγγυάται την αποτελεσματιή εφαρμογή των δικαιωμάτων της Σύμβασης, σημειώνοντας ότι "αυτή η υποχρέωση έχει ιδιαίτερη σημασία για πρόσωπα που έχουν μη δημοφιλείς απόψεις ή ανήκουν σε μειονότητες, επειδή είναι πιο ευάλωτοι στην θυματοποίηση". Αναφερόμενο σε μια δημόσια δήλωση του Δημάρχου της Βαρσοβίας, ότι δεν θα έδινε άδεια στις διαδηλώσεις, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι η ενάσκηση του δικαιώματος της έκφρασης εκ μέρους αιρετών πολιτικών "επιβάλλει ενισχυμένη υπευθυνότητα".

IV. Νομική αναγνώριση σχέσεων ομοφύλων στην Ευρώπη: αντιθετικές καταστάσεις στην Ευρώπη.

22. Το 2000, στην Σύσταση 1474, η Διάσκεψη παρατήρησε με ικανοποίηση ότι "ορισμένες χώρες δεν είχαν απλώς καταργήσει κάθε αθέμιτη διάκριση, αλλά είχαν επίσης νομοθετήσει την αναγνώριση των σχέσεων των ομοφυλόφιλων....".  Η Κοινοβουλευτική Διάσκεψη συνέστησε στην Επιτροπή των Υπουργών να καλέσει τα κράτη μέλη να θεσπίσουν νομοθεσία που να προβλέπει ληξιαρχική καταχώρηση των σχέσεων.  

23. Στη σημερινή Ευρώπη, η κατάσταση διαφέρει ουσιωδώς από τη μία χώρα στην άλη όσον αφορά την νομική αναγνώριση των σχέσεων των ομοφύλων. Σε μερικές χώρες οι ομόφυλοι σύντροφοι έχουν δικαίωμα πολιτικού γάμου, ενώ, σε άλλες χώρες τα ομόφυλα ζευγάρια μπορούν να καταχωρούν ληξιαρχικά τη συμβίωση ή/και να υπογράφουν ένα επίσημο σύμφωνο συμβίωσης, να ζητούν νομική αναγνώριση και προστασία των περισσότερων από τα δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζονται σε ομόφυλα παντρεμένα ζευγάρια. Όμως, σε έναν αριθμό κρα΄των μλέων του Συμβουλίου της Ευρώπης, δεν υπάρχουν σχετικές ρητές  διατάξεις (βλ. παρακάτω τον πίνακα). Επιπρόσθετα, σε έναν αριθμό χωρών - Πολωνία, Λιθουανία και πρόσφατα Λετονία- το Σύνταγμα απαγόρευσε τους γάμους των ομοφύλων, ορίζοντας το γάμο ως ένωση ανάμεσα σε άνδρα και γυναίκα. 'Ενα σχετικό νομοσχέδιο φέρεται ότι εξετάζεται επί του παρόντος στο Ρουμανικό Κοινοβούλιο. 

24. Η έκθεσή μου επιχειρεί να αναλύσει τους ιστορικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους για τους οποίους υπάρχει αυτή η απόκλιση στην Ευρώπη, ιδιαίτερα σε χώρες που - όπως η Ισπανία και η Πολωνία- έχουν εντελώς διαφορετική νομοθεσία σε αυτό το θέμα, παρά την κοινή έντονα Καθολική παράδοσή τους. 

25. Η νομική αναγώριση των σχέσεων των ομόφυλων είναι ένα θέμα το οποίο προκαλεί εντάσεις και υπαρχουν διαφορετικές απόψεις τόσο ανάμεσα στα κράτη μέλη όσο και ανάμεσα στην κοινή γνώμη κάθε κράτους. Πρέπει να ανγνωριστεί ότι για έναν αριθμό ανθρώπων, οι σχέσεις των ομοφύλων θεωρούνται ως "αντίθετες στην ανθρώπινη φύση", μία "απειλή" για την παραδοσιακή οικογένεια και/η μια προσβολή για την "ηθική τάξη". Ταυτόχρονα, πρέπει επίσης να αναγνωριστεί ότι η μη αναγνώριση των σχέσεων των ομοφύλων συχνά οδηγεί τα πρόσωπα σε καταστάσεις αβεβαιότητας και δυστυχίας.

26. Παρά την έλλειψη συναίνεσης, ο αριθμός των κρατών που θεσπίζουν νομοθεσία για τις ομόφυλες σχέσεις αυξάνεται. Όπως σημειώθηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, γίνονται βήματα "για να εξασφαλιστεί ότι  οι ομόφυλοι σύντροφοι απολαμβάνουν τον ίδιο σεβασμό, αξιοπρέπεια και προστασία όπως και η υπόλοιπη κοινωνία". Ο Επίτροπος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΣυμβΕυρ δήλωσε επίσης ότι η νομική αναγνώριση για τις ομόφυλες σχέσεις είναι αναγκαία και πρέπει να θεσπιστεί κατά τρόπο που δεν συνεπάγεται αθέμιτες διακρίσεις όσον αφορά όλα τα οικονομικά και περιουσιακά οφέλη. 

Περίληψη της κατάστασης στα κράτη μέλη του ΣυμβΕυρ
(σε παρένθεση η έναρξη ισχύος της εκάστοτε νομοθεσίας) :

Α/ Ο νόμος δεν αναγνωρίζει τις σχέσεις των ομόφυλων:
Αλβανία,  Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κύπρος, Εσθονία, Γεωργία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Λετονία, Λιχτενστάιν, Λιθουανία, Μάλτα, Μολδαβία, Μονακό, Μαυροβούνιο, Πολωνία, Ρουμανία, Ρωσία, Σαν Μαρίνο, Σερβία, Σλοβακία, ΠΓΔΠ, Τουρκία, Ουκρανία.

Β/ Εν μέρει αναγνώριση συμβίωσης ομόφυλων, όχι με επίσημη ληξιαρχική καταχώρηση ή γάμο:
Αυστρία, Κροατία (2003), Πορτογαλία (2001)

Γ/Επίσημη καταχώρηση συμβίωσης για ομόφυλους ΚΑΙ ετερόφυλους συντρόφους [σύμφωνο συμβίωσης]
Ολλανδία (1998): ίσα δικαιώματα με παντρεμένα ζευγάρια
Ανδόρα (2005), Βέλγιο (2000), Γαλλία (1999), Ουγγαρία (2007), Λουξεμβούργο (2004):λιγότερα δικαιώματα με παντρεμένα ζευγάρια
[Επικείμενη νομοθεσία: Ιρλανδία, Λιχτενστάιν]

Δ/ Επίσημη καταχώρηση συμβίσωσης ΜΟΝΟ για ομόφυλα ζευγάρια [σύμφωνο συμβίωσης]:
Δανία (1989), Φινλανδία (2002), Γερμανία (2001), Νορβηγία (1993), Ηνωμένο Βασίλειο (2005), Σουηδία (1995), Ελβετία (2007): ίσα δικαιώματα με τα παντρεμένα ζευγάρια (με πιθανό αποκλεισμό γονικών δικαιωμάτων).
Τσεχία (2006) , Σλοβενία (2005): λιγότερα δικαιώματα από τα παντρεμένα ζευγάρια 

Ε/ Πολιτικός γάμος ομόφυλων ζευγαριών:
Βέλγιο (2003), Ολλανδία (2001), Ισπανία (2005)
[Επικείμενη νομοθεσία: Νορβηγία, Σουηδία].

27. Οι καταχωρούμενες σχέσεις μπορεί να έχουν σχεδόν όλες τις έννομες συνέπειες του γάμου - έτσι ώστε κατ' αποτέλεσμα να γίνεται λόγος για "σχεδόν γάμο" στις περιπτώσεις πέντε σκανδιναβικών χωρών και του Ηνωμένου Βασιλείου - ή μόνο ένα περιορισμένο αριθμό τέτοιων συνεπειών.

28. Η έκθεση θα σημειώσει ότι η αναγνώριση συγκεκριμένων οικονομικών δικαιωμάτων παραμένει λιγότερο προβληματική απο την αναγνώριση γονεϊκών δικαιωμάτων. Το Βέλγιο είναι κλασική περίπτωση: ενώ οι ομόφυλοι σύντροφοι έχουν το δικαίωμα να παντρευτούν από το 2003, το δικαίωμά τους να υιοθετήσουν παιδιά αναγνωρίστηκε το 2006, οπότε αναγνωρίστηκαν ίδια δικαιώματα υιοθεσίας με τους ετερόφυλους συντρόφους.

29. Στην Ολλανδία, την Ισπανία, τη Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο και την Ισλανδία επιτρέπεται στους ομόφυλους συντρόφους να υιοθετήσουν από κοινού παιδιά, ενώ στην Δανία, τη Γερμανία και την Νορβηγία επιτρέπεται στον ένα σύντροφο καταχωρημένης σχέσης να υιοθετήσει το παιδί του άλλου συντρόφου.

30. Η ατομική υιοθεσία άγαμου προσώπου, είτε είναι, είτε δεν είναι ομοφυλόφιλο, αποτελεί μια διαδεδομένη δυνατότητα, αλλά αυτό το δικαίωμα συνήθως υπάρχει μόνο στα χαρτιά. Στην πράξη, οι άνθρωποι που δεν αποκρύπτουν την ομοφυλοφιλία τους συχνά δεν λαμβάνουν άδεια υιοθεσίας από τις αρχές, συνήθως για λόγους έλλειψης πατρικού/μητρικού προτύπου που οδηγεί σε αρμονική ανάπτυξη του παιδιού που θα υιοθετηθεί. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου πρόσφατα εξέδωσε μία απόφαση σχετικά με το θέμα, όσον αφορά την άρνηση των γαλλικών αρχών για παροχή άδειας υιοθεσίας σε μια ομοφυλόφιλη. Η γυναίκα ισχυρίστηκε΄ότι της αρνήθηκαν την άδεια υιοθεσίας λόγω του σεξουαλικού της προσανατολισμού και ότι συνεπώς υπέστη αθέμιτη διάκριση λόγω της ομοφυλοφιλίας της. Το Δικαστήριο κατέληξε ότι η απόφαση των γαλλικών αρχών παραβίασαν την Σύμβαση (παραβίαση της απαγόρευσης διακρίσεων και του δικαιώματος σεβασμού ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής).

31. Η ύπαρξη σχέσεων ανάμεσα σε ομόφυλους αποτελεί κοινωνιολογικό γεγονός σε όλα τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η έκθεση θα υπογραμμίσει την σημασία της παροχής σωστής νομικής προστασίας αυτών των σχέσεων. 

V. Συμπερασματικές παρατηρήσεις

32. Η έκθεσή μ,ου θα επιβεβαιώσει το δικαίωμα των ΛΟΑΤ για απόλαυση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που απολαμβάνει κάθε άλλο πρόσωπο σε ένα κράτους του ΣυμβΕυρ και θα υπογραμμίζει την αναγκαιότητα να προωθηθεί η ανεκτικότητα και η απαγόρευση των διακρίσεων. Θα επιχειρηθεί επίσης να παρουσιαστούν οι παράγονες που εξασφαλίζουν θετικές μεταβολές στις αντιλήψεις και την νομοθεσία σε έναν αριθμό χωρών, καθώς και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζονται σε αυτά τα πεδία. Η ανταλλαγή απόψεων στην Επιτροπή με τους ειδικούς θα αποτελέσει ουσιώδη πηγή  σχετικών πληροφοριών. 


Το Συμβούλιο της Ευρώπης ετοιμάζεται λοιπόν να συστήσει στα κράτη την θεσμική αναγνώριση των σχέσεων των ομόφυλων. Την ίδια ώρα, στην Ελλάδα η κυβέρνηση ενέκρινε ένα νομοσχέδιο που εισάγει μια πρωτοτυπία μοναδική στις 47 χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης και φυσικά τις 27 χώρες της ΕΕ: σύμφωνο συμβίωσης ΜΟΝΟ για τα ετερόφυλα ζευγάρια!

Ο κ. Χατζηγάκης θα μας βγάλει από τον κατάλογο Αλβανίας, Αζερμπαϊτζάν κλπ και θα μας βάλει μόνους μας σε μια κατηγορία, ακόμα πιο πριμιτίφ, που θα λέει "Σύμφωνο ΜΟΝΟ για ετερόφυλους".

Το ερώτημα είναι αν ο έλληνας νομοθέτης θα προλάβει την έκδοση της Σύστασης από το Συμβούλιο της Ευρώπης, ή αν θα τον προλάβει ο πολιτισμός. Οπότε τα "δεν συζητάμε" και "η κοινωνία είναι ανώριμη" κλπ να τα πείτε εκεί που δεν έχουν πρόσβαση στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης. 




Τετάρτη, Ιουνίου 11, 2008

Δέκα ερωταπαντήσεις για τις Αρχές της Yogyakarta

Μια εβδομάδα έχει περάσει από την δημοσιοποίηση της ελληνικής μετάφρασης των Αρχών της Yogyakarta και ήδη έχουν εκφραστεί διάφορες απόψεις στην μπλογκόσφαιρα γι' αυτό το κείμενο, το οποίο σε πολλά σημεία είναι απρόβλεπτο και εισηγείται δομικές μεταβολές για τον τρόπο με τον οποίο  αντιμετωπίζουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα.


Οι απορίες και οι μομφές που έχουν διατυπωθεί ζητούν επίμονα απαντήσεις. Σε αυτό το κείμενο έχουν συγκεντρωθεί οι δέκα πιο συχνές ερωτήσεις και επιχειρείται η κάλυψή τους με απαντήσεις, χρησιμοποιώντας links στο ίδιο το κείμενο των Αρχών, όπως έχει αναρτηθεί στο ομώνυμο blog.


O διάλογος επεκτείνεται επίσης στο facebook, όπου το σχετικό Group αριθμεί ήδη 112 μέλη. 


- Οι δέκα ερωτήσεις


i. Τι είναι η “Yogyakarta” και γιατί έχει “Αρχές”;

ii. Τι ισχύ έχουν στην Ελλάδα οι Αρχές της Yogyakarta;

iii. Οι Αρχές της Yogyakarta προστατεύουν τους παιδόφιλους, τους κτηνοβάτες, τους νεκρόφιλους, τις ενώσεις πέραν των δύο προσώπων;

iv. Μα, απειλείται σήμερα στην Ελλάδα  λ.χ. το “δικαίωμα στη ζωή”, λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού ενός ανθρώπου;

v. Επιβάλλουν οι Αρχές της Yogyakarta στα κράτη να θεσπίσουν το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών;

vi. Γιατί το κείμενο αναφέρει ότι (μόνο)  τα κράτη που αναγνωρίζουν γάμους ή σύμφωνα συμβίωσης για ομοφυλόφιλους θα πρέπει να παρέχουν ίδια δικαιώματα με όσα προβλέπονται για τους ετερόφυλους;

vii. Μήπως οι Αρχές της Yogyakarta αποτελούν ένα μαξιμαλιστικό και ανεδαφικό κείμενο που καταργεί το διάλογο για τα δικαιώματα και την επιστημονική έρευνα σχετικά με τη σεξουαλικότητα;

viii. Ποιος είναι υπεύθυνος να παρακολουθεί την τήρηση των Αρχών της Yogyakarta;

ix. Οι αναφορές στα ΜΜΕ μήπως εισάγουν περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης;

x. Πως μπορεί να γίνει η ενσωμάτωση των Αρχών στις πολιτικές της χώρας;



-Οι δέκα απαντήσεις


1. Τι είναι η “Yogykarta” και γιατί έχει “Αρχές”;



H Yogyakarta (προφέρεται: Γιοτζακάρτα) είναι μια επαρχία της Ινδονησίας, στην οποία βρίσκεται και η ομώνυμη πόλη. 


Σε αυτήν την πόλη, το έτος 2006, συναντήθηκε μία ομάδα αποτελούμενη από 29 ειδικούς σε θέματα προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων: ανώτατοι δικαστικοί, πρώην και νυν αξιωματούχοι του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, μέλη Εθνικών Επιτροπών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εκπρόσωποι ΜΚΟ και  πανεπιστημιακοί. Οι άνθρωποι αυτοί προέρχονται από διάφορες χώρες του κόσμου (Αργεντινή, Αυστραλία, Βουλγαρία, Βραζιλία, Η.Βασίλειο, Η.Π.Α., Ινδία, Ινδονησία, Ιρλανδία, Καναδάς, Κένυα, Κινα, Μολδαβία, Μποτσουάνα, Νεπάλ, Ν. Αφρική, Πακιστάν, Πολωνία,Σερβία, Ταϊλάνδη,  Τουρκία,  Φινλανδία) και συγκεντρωθηκαν με πρωτοβουλία της Διεθνούς Επιτροπής Νομικών και της Διεθνούς Υπηρεσίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.


Αποστολή αυτής της ομάδας ήταν να εξεταστούν οι παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων που οφείλονται σε παράνομη διάκριση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή και λόγω ταυτότητας φύλου και να κωδικοποιήσουν το ισχύον διεθνές δίκαιο που απαγορεύει αυτές τις παραβιάσεις. 


Αποτέλεσμα αυτής της εργασίας ήταν η κατάρτιση ενός κειμένου που περιέχει τον οικουμενικώς αποδεκτό κατάλογο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως περιλαμβάνεται σε διεθνή κείμενα (Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Διεθνές Σύμφωνο των Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων, Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κ.τ.λ.) αλλά και όπως έχουν ερμηνευθεί και εφαρμόζονται από διεθνή δικαστήρια, όταν οι παραβιάσεις  σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου. Περαιτέρω, στο κείμενο ενσωματώθηκαν συστάσεις προς τα κράτη, ώστε οι Αρχές να τύχουν πρακτικής εφαρμογής και να μην παραμείνουν θεωρητικές διατυπώσεις. Το τελικό αυτό κείμενο ολοκληρώθηκε στην Yogyakarta και γι' αυτό πήρε τον τίτλο του από την πόλη αυτή, συνήθης επιλογή για κείμενα με διεθνή χαρακτήρα.


Ο τίτλος “Αρχές της Yogyakarta” είναι ακριβής, καθόσον δεν πρόκειται για μια νέα “διακήρυξη”, “διεθνή σύμβαση”, “συνθήκη” ή “σύμφωνο”, αλλά για τη συστηματοποίηση ενός συνόλου Αρχών, οι οποίες απορρέουν από το ισχύον διεθνές δίκαιο.



2. Τι ισχύ έχουν στην Ελλάδα οι Αρχές της Yogyakarta;


Οι Αρχές της  Yogyakarta δεν αποτελούν νομοθετικό κείμενο. Κωδικοποιούν την διεθνη νομοθεσία, την διεθνή νομολογία και βέλτιστη πρακτική σχετικά με την εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Τυπικά, λοιπόν, δεν έχουν αυτοτελή νομική ισχύ για την Ελλάδα. Αναπτύσσουν όμως μια ιδιότυπη δεσμευτικότητα για λόγους που αναπτύσσονται παρακάτω.


Η Ελλάδα είναι μέλος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, του Συμβουλίου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει υπογράψει και ενσωματώσει στο εσωτερικό της δίκαιο το Διεθνές Σύμφωνο των Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, για την τήρηση της οποίας ελέγχεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το Ελληνικό Σύνταγμα περιλαμβάνει επίσης έναν κατάλογο ανθρώπινων δικαιωμάτων (άρθρα 4-25) στα οποία περιλαμβάνεται και η απαγόρευση των αθέμιτων διακρίσεων.


Οι Αρχές  κωδικοποιούν το διεθνές δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, υπογραμμίζοντας ιδίως την δεσμευτικότητα της εφαρμογής του σε υποθέσεις που σχετίζονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Υπενθυμίζουν δηλαδή ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου κάθε ατόμου.  


Στις 14.5.2008, ο κ. Thomas Hammarberg, Επίτροπος των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ανεξάρτητη αρχή η οποία λειτουργεί στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, συνέστησε σε όλα τα κράτη – μέλη αυτού του διεθνούς οργανισμού να μελετήσουν τις Αρχές της Yogyakarta και να τις ενσωματώσουν στις πολιτικές τους. Ο Επίτροπος παρατήρησε, μάλιστα, ότι ορισμένες χώρες το έχουν ήδη κάνει.


Συνεπώς, η δέσμευση της Ελλάδας για τήρηση των  Αρχών της Yogyakarta είναι έμμεση και διττή.


 Έμμεση, καθώς το κράτος δεσμεύεται ούτως ή άλλως ευθέως από το διεθνές δίκαιο, το οποίο όμως με τις Αρχές κωδικοποιείται και καθίσταται σαφές ότι δεν θέτει ως προϋπόθεση για την εφαρμογή   συγκεκριμένο σεξουαλικό προσανατολισμό του ατόμου.


Διττή, καθώς η δέσμευση δεν προέρχεται πλέον μόνο από την αυτοτελή νομική ισχύ του διεθνούς δικαίου, αλλά και από την πρόσκληση του Ευρωπαίου Επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου για ενσωμάτωση των Αρχών της Yogyakarta στις πολιτικές της χώρας. 


Άρα και η τυχόν παράβαση των Αρχών εκ μέρους της Ελλάδας μπορεί να έχει συνέπειες τόσο σε νομικό επίπεδο  - ως παράβαση του διεθνούς δικαίου- όσο και σε πολιτικό επίπεδο – ως μη συμμόρφωση προς το κάλεσμα του Ευρωπαίου Επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. 


[Σημειωτέον ότι ο θεσμός του Επιτρόπου αποτελεί -εν μέρει- διάδοχο της πασίγνωστης πάλαι ποτέ Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Δικαιωμάτων του Ανθρωπου, θεσμό του Συμβουλίου της Ευρώπης που καταργήθηκε το 1998, μετά την αναθεώρηση του συστήματος προστασίας ανθρώπινων δικαιωμάτων και την ίδρυση του “νέου” Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου. Ο Επίτροπος δεν έχει μεν αρμοδιότητες ελέγχου του παραδεκτού των προσφυγών ενώπιον του Δικαστηρίου (όπως είχε η Επιτροπή), ούτε εξέτασης προσωπικών προσφυγών (δεν είναι Ευρωπαίος Συνήγορος του Πολίτη), αλλά παρακολουθεί ανεξάρτητα την τήρηση του ευρωπαϊκού δικαίου ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Ευρώπη και προτείνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη προστασία του από τα κράτη.



3. Οι Αρχές της Yogyakarta προστατεύουν τους παιδόφιλους, τους κτηνοβάτες, τους νεκρόφιλους, τις ενώσεις πέραν των δύο προσώπων;



Οι Αρχές επικεντρώνουν στα προβλήματα που παρουσιάζονται στην  εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όταν ως εμπόδιο για την ισχύ τους προβάλλεται ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή η ταυτότητα φύλου ενός προσώπου. 


Ως “σεξουαλικός προσανατολισμός” ορίζεται στην Εισαγωγή και το Προοίμιο των Αρχών “η  ιδιότητα κάθε προσώπου να νοιώθει εύλογη συναισθηματική, τρυφερή ή σεξουαλική έλξη από και να έχει προσωπικές και σεξουαλικές σχέσεις με άτομα διαφορετικού φύλου ή του ίδιου φύλου ή περισσότερων από ένα φύλου”. Άρα γίνεται λόγος για σχέσεις με άλλα φυσικά πρόσωπα, ιδιότητα που δεν αναγνωρίζεται από το δίκαιο στα ζώα και τους νεκρούς. Εξάλλου, σε όλες τις Αρχές αναφέρεται ότι τα ειδικά νομιμοποιητικά μέτρα σχετικά με την αναγνώριση των  σχέσεων θα πρέπει να αφορούν άτομα τα οποία βρίσκονται σε νόμιμη ηλικία συναίνεσης για ερωτικές σχέσεις. Άρα, δεν γίνεται λόγος για νομιμοποίηση των δικαιωμάτων των παιδόφιλων. Αντίθετα μάλιστα επαναλαμβάνεται εμφατικά ο κανόνας του διεθνούς δικαίου για την προστασία των παιδιών βάσει του οποίου, όταν λαμβάνονται αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, το σημαντικότερο κριτήριο είναι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού


Ως “ταυτότητα φύλου” ορίζουν οι Αρχές το “βαθύ, εσωτερικό και ατομικό βίωμα κάθε προσώπου ως προς το φύλο του, το οποίο μπορεί να ανταποκρίνεται ή μπορεί να μην ανταποκρίνεται προς το φύλο που του αποδόθηκε κατά τη γέννησή του, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής αντίληψης περί του σώματος (η οποία μπορεί να περιλαμβάνει, εφόσον έχει επιλεγεί ελεύθερα, την μεταβολή της εμφάνισης ή της λειτουργίας του σώματος με ιατρικά, χειρουργικά ή άλλα μέσα) και άλλες εκδηλώσεις του φύλου, συμπεριλαμβανομένης της ενδυμασίας, του λόγου και της συμπεριφοράς”.

Οι ομάδες χάριν των οποίων θεσπίστηκαν οι Αρχές της Yogyakarta είναι οι ομοφυλόφιλοι, οι λεσβίες, οι αμφιφυλόφιλοι, οι διαφυλικοί, οι διεμφυλικοί και τα άτομα χωρίς καθορισμένο φύλο. Οι Αρχές της Yogyakarta επιβεβαιώνουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα εφαρμόζονται και σε αυτές τις περιπτώσεις σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου.

Οι Αρχές της Yogyakarta δεν προστατεύουν τους παιδόφιλους, τους κτηνοβάτες, τους νεκρόφιλους, τις σχέσεις πέραν των δύο προσώπων, καθόσον αυτές οι κατηγορίες δεν περιλαμβάνονται στο εύρος που αποδίδεται από τις Αρχές στις έννοιες “σεξουαλικός προσανατολισμός” και “ταυτότητα φύλου”. Εξάλλου, στην Ελλάδα οι παραπάνω πράξεις ειναι ποινικά κολάσιμες ενώ, όπως προκύπτει από τη διατύπωση των σχετικών διατάξεων του Αστικού Κώδικα, ο γάμος και το νομοσχέδιο για το σύμφωνο συμβίωσης αφορά ένωση δύο προσώπων. 

 


4. Μα, απειλείται σήμερα στην Ελλάδα  λ.χ. το “δικαίωμα στη ζωή”, λόγω του σεξουαλικού προσανατολισμού ενός ανθρώπου;


Έχει υποστηριχθεί  ότι οι Αρχές της Yogyakarta απευθύνονται κυρίως σε ανελεύθερα καθεστώτα (ή “τριτοκοσμικές χώρες”), όπου, ούτως ή άλλως δεν προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στη ζωή, στην μη φυλάκιση λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού, την απαγόρευση των βασανιστηρίων, στο δικαίωμα  στέγασης κλπ. Αφορούν αυτά την Ελλάδα σήμερα;


Δυστυχώς την αφορούν. 


Είναι γνωστή η  περιπέτεια που πέρασε στη χώρα μας ο Ιρανός πρόσφυγας, ο οποίος  ζήτησε άσυλο στην Ελλάδα για να αποφύγει την θανατική καταδίκη λόγω του σεξουαλικού του προσανατολισμού, περνώντας από ένα   οκταετή αγωνιώδη γραφειοκρατικο γολγοθά  μέχρι να του δοθεί η απαραίτητη και στοιχειώδης πολιτειακή  προστασία. Oι Αρχές της Yogyakarta προβλέπουν ειδικό δικαίωμα ασύλου, ακριβώς για τις περιπτώσεις διώξεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού. 


Είναι γνωστές οι επιχειρήσεις “αρετή” της αστυνομίας σε δημόσιους χώρους που συχνάζουν ομοφυλόφιλοι και οι θαμώνες υποβάλλονται σε εξευτελιστικούς ελέγχους, ενώ δεν διαπράττουν κανένα ποινικό αδίκημα. Με το θέμα έχει ασχοληθεί ο Συνήγορος του Πολίτη εκδίδοντας μάλιστα και σχετικό Πόρισμα  για τις απολύτως παράνομες και αδικαιολόγητες αυτές αστυνομικές πρακτικές. Οι Αρχές της Yogyakarta συνιστούν στα κράτη να οργανώσουν προγράμματα ευαισθητοποίησης για όλους τους αστυνομικούς, δικαστικούς, υπαλλήλους φυλακών, δικηγόρους και κρατικούς λειτουργούς, ώστε να εκπαιδευτούν στο σεβασμό της διαφορετικότητας. 


To δικαίωμα στη στέγη μπορεί να απειληθεί αν σε μια σχέση συμβίωσης εκλείψει το προσωπο που έχει υπογράψει το μισθωτήριο συμβόλαιο: σύμφωνα με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (του 2003) δεν επιτρέπεται ο εκτοπισμός του  συντρόφου μόνο και μόνο επειδή είναι ομόφυλος με τον εκλιπόντα. Δικαίωμα καθόλου αυτονόητο στη σημερινή Ελλάδα.


Τέλος, η περιθωριοποίηση την οποία υφίστανται οι ομοφυλόφιλοι και οι διαφυλικοί σήμερα, η οποία μπορεί να οδηγήσει ορισμένες φορές στην σωματική ανασφάλεια και το θάνατο είναι αποτέλεσμα της συνολικής συμπεριφοράς μιας κοινωνίας και της πολιτικής  ενός κράτους απέναντι στον διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου. Τα “γκέτο” οποιουδήποτε είδους και ομάδας,  ποτέ δεν είναι επιλογές των ατόμων – αποτελούν μονοδρόμους επιβαλλόμενους από τις πλειοψηφίες.


Στα θέματα σεβασμού του σεξουαλικού προσανατολισμού, η προκατάληψη, ο στιγματισμός, η βία και η αναλγησία καθιστούν ακόμα και οι πιο προηγμένες χώρες ανελεύθερα καθεστώτα και “τριτοκοσμικά κράτη”. 




5. Επιβάλλουν οι Αρχές της Yogyakarta στα κράτη να θεσπίσουν το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών;



Όχι, αφού ούτε το ισχύον διεθνές δίκαιο προβλέπει αυτή την υποχρεώση για τα κράτη. 


Ωστόσο, από αυτό το κείμενο προβλέπεται ένα πλέγμα Αρχών και συστάσεων από τις οποίες προκύπτει ότι οι οικογενειακές σχέσεις πρέπει να ρυθμίζονται νομοθετικά και διοικητικά με τον ίδιο τρόπο, με σεβασμό στην αρχή της ισότητας κα χωρίς διακρίσεις. Ανάμεσα σε αυτές περιλαμβάνονται οι συστάσεις προς τα κράτη ώστε να διασφαλιστεί ότι οι νόμοι αναγνωρίζουν την ποικιλότητα των μορφών οικογένειας και να λαμβάνονται μέτρα ώστε οι οικογένειες να μην υφίστανται άνιση μεταχείριση με κριτήριο τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου.


Οι συστάσεις για την πραγμάτωση του δικαιώματος ίδρυσης οικογένειας (Αρχή 24) περιλαμβάνουν  τη δυνατότητα της πρόσβασης στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, καθώς και τη δυνατότητα για υιοθεσία. Ειδικά για την προστασία των παιδιών, συνιστάται στα κράτη να προκρίνεται πάντοτε το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, όπως προβλέπει εξάλλου και το διεθνές δίκαιο, αλλά διευκρινίζεται ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή η ταυτότητα φύλου του παιδιού ή κάθε μέλους της οικογένειας ή άλλου προσώπου δεν μπορεί να θεωρείται ασυμβίβαστος με το βέλτιστο συμφέρον. Αυτή τη σύσταση  ακολούθησε πρόσφατα και με απόφαση του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου: κανείς δεν μπορεί να αποκλεισθεί από την δυνατότητα υιοθέτησης ενός παιδιού μόνο και μόνο επειδή είναι ομοφυλόφιλος.


Περαιτέρω, από όλο το πλέγμα των Αρχών προβλέπεται ότι κάθε κοινωνικό ή άλλο μέτρο που ισχύει θα πρέπει να εφαρμοζεται σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το σεξουαλικό του προσανατολισμό, πράγμα που σημαίνει ότι οι νομικές δυνατότητες και τα προνόμια που προβλέπονται για τα ετερόφυλα ζευγάρια θα πρέπει να ισχύουν και για τα ομόφυλα.


Το νομοθετικό μέσο με το οποίο θα επιτευχθεί αυτή η άρση των ανισοτήτων καταλείπεται σε κάθε κράτος. Καλείται  δηλαδή κάθε κράτος να θεσπίσει οικογενειακούς θεσμούς αλλά και κοινωνικοασφαλιστική, φορολογική, κληρονομική και εργασιακή νομοθεσία η οποία θα πρέπει να έχει τα ίδια ή αντίστοιχα έννομα αποτελέσματα με αυτά του γάμου, του συμφώνου συμβιώσεως ή ακόμα και της de facto συμβιώσεως.


Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ολοκλήρωσης της ισότητας: και οι ομοφυλόφιλοι κρατούμενοι έχουν δικαίωμα συζυγικών επισκέψεων, όταν η σωφρονιστική νομοθεσία προβλέπει τέτοιο δικαίωμα (Αρχή 9, Σύσταση Ε.).


Συνεπώς,  οι Αρχές τυπικά δεν προβλέπουν δικαίωμα γάμου ή συμφώνου συμβίωσης, αλλά προβλέπουν ότι τα κράτη θα πρέπει να εγγυώνται νομοθετικά ότι δεν πρέπει να αποκλείεται κανείς από τα δικαιώματα που συνεπάγεται ο γάμος ή το σύμφωνο συμβίωσης, με μόνο κριτήριο τον σεξουαλικό του προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου.


6. Γιατί το κείμενο αναφέρει ότι (μόνο)  τα κράτη που αναγνωρίζουν γάμους ή σύμφωνα συμβίωσης για ομοφυλόφιλους θα πρέπει να παρέχουν ίδια δικαιώματα με όσα προβλέπονται για τους ετερόφυλους;


Το κυρίως κείμενο των Αρχών  ακολουθεί την δομή: (α) αναφορά του κανονιστικού μέρους της εκάστοτε “Αρχής” που αντιστοιχεί σε ανθρώπινο δικαίωμα και (β) ενδεικτικές συστάσεις προς τα κράτη για την πρακτική εφαρμογή του κανονιστικού μέρους (“Τα κράτη πρέπει: ...”).


Αυτό σημαίνει ότι το μέρος (β), των συστάσεων, περιέχει τα ελάχιστα μέτρα τα οποία καλούνται να λάβουν τα κράτη για να υλοποιήσουν την κάθε  “Αρχή”. Τα κράτη μπορούν να ακολουθήσουν κάθε άλλο μέσο με το οποίο εξασφαλίζεται στην πράξη ο κανόνας που αναλύει το ανθρώπινο δικαίωμα. Αυτό αναφέρεται ρητά και στην Εισαγωγή των Αρχών.


Με βάση αυτή τη λογική, η σύσταση Ε της Αρχής 24 που αναφέρει ότι τα Κράτη που αναγνωρίζουν τους γάμους ή τα σύμφωνα συμβίωσης οφείλουν να εξασφαλίζουν ίσα δικαιώματα για κάθε είδος ζευγαριού, αποτελεί ένα ελάχιστο μέτρο που διασφαλιζει την έμπρακτη εφαρμογή του δικαιώματος ίδρυσης οικογένειας. Το μέτρο αυτό δεν είναι όμως το μοναδικό που πρέπει να ληφθεί, ούτε και αναγνωρίζει στα κράτη “διακριτική ευχέρεια” ως προς την εξασφάλιση όλων των δικαιωμάτων ισότητας σε όλη τους την έκταση. 


Η γενικότερη υποχρέωση αναγνώρισης ίσων δικαιωμάτων όσον αφορά την ίδρυση οικογένειας, τα κοινωνικοασφαλιστικά, εργασιακά, κληρονομικά και άλλα δικαιώματα δεν περιορίζεται από αυτήν την σύσταση που απευθύνεται στα κράτη που ήδη έχουν αναγνωρίσει τον θεσμό του γάμου και του συμφώνου. Αντιθέτως, μάλιστα, συνηγορεί για την αναγνώριση αυτών των θεσμών και από τα υπόλοιπα κράτη, μολονότι, όπως προεκτέθηκε, αυτή η νομοθετική λύση δεν είναι αποκλειστική ή τυπικά δεσμευτική για την διασφάλιση των δικαιωμάτων από τα κράτη. 


7. Μήπως οι Αρχές της Yogyakarta αποτελούν ένα μαξιμαλιστικό και ανεδαφικό κείμενο που καταργεί το διάλογο για τα δικαιώματα και την επιστημονική έρευνα σχετικά με τη σεξουαλικότητα;



Στο κείμενο των Αρχών αναγνωρίζονται οι ισχύοντες “κατάλογοι” των δικαιωμάτων που περιλαμβάνουν γνωστά διεθνή κείμενα, εξειδικευμένοι σύμφωνα με την εξίσου θεμελιώδη νομολογία διεθνών δικαστηρίων. Αυτά τα διεθνή κείμενα και, πολύ περισσότερο, η νομολογία, δεν αποτελούν “κλειστά συστήματα”, όσο κι αν οι αναθεωρήσεις τους ακολουθούν διεργασίες πολύ πιο σύνθετες από την κοινή νομοθεσία. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 2000 περιλαμβάνει δικαιώματα που δεν είχε προβλέψει ο νομοθέτης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του 1950, όπως η ρητή απαγόρευση των διακρίσεων λόγω “γενετήσιου προσανατολισμού”. 


Οι Αρχές επαναλαμβάνουν  τον κλασικό και παγιωμένο κατάλογο των θεμελιωδών δικαιωμάτων, για την ενάσκηση των οποίων δεν προϋποτίθεται  συγκεκριμένη σεξουαλικότητα του φορέα, αλλά αντίθετα απαγορεύεται ο περιορισμός της απόλαυσής τους λόγω αυτού του κριτηρίου. Η επανάληψη αυτή συνοδεύεται από τη ρητή μνεία ότι, σε κάθε περίπτωση, το εκάστοτε δικαίωμα αναγνωρίζεται “ανεξάρτητα από το σεξουαλικό προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου” του ανθρώπου που το ασκεί. Φαίνεται ότι η “σιωπή” του νομοθέτη δεν ήταν πάντοτε αρκετή για να καταστεί σαφές ότι τα δικαιώματα αναγνωρίζονται για όλους τους ανθρώπους, χωρίς διακρίσεις. Η νομολογία σε αρκετές περιπτώσεις ήρθε ακριβώς για να αναγνωρίσει ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι κριτήριο για την ενάσκηση ενός ανθρώπινου δικαιώματος και ότι οι αποκλεισμοί και οι παραβιάσεις που οφείλονται στον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου είναι παράνομοι. 


Οι Αρχές επαναλαμβάνουν λοιπόν τα στοιχειώδη: τις δυνατότητες που αναγνωρίζεται ότι έχει κάθε πρόσωπο, ακριβώς λόγω της ανθρώπινης ιδιότητάς του. Ως εκ τούτου, όσα περιλαμβάνονται στις Αρχές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν “μαξιμαλιστικές” επιδιώξεις, αφού βασίζονται σε κείμενα τα οποία ισχύουν διεθνώς εδώ και πολλές δεκαετίες και προβλέπουν το ελάχιστο δυνατό για κάθε άνθρωπο.  Εξάλλου, η “μομφή” ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα εκτεταμένο κανονιστικό κείμενο είναι αποτέλεσμα μιας εσφαλμένης ανάγνωσης, καθώς το “κανονιστικό” (κωδικοποιητικό)  μέρος περιλαμβάνεται μόνο τις 29 παραγράφους των Αρχών – δικαιωμάτων, δηλαδή περίπου δέκα σελίδες (o Xάρτης Δικαιωμάτων της ΕΕ είναι 51 μαζί με τις “Επεξηγήσεις”), ενώ το υπόλοιπο τμήμα του κειμένου καταλαμβάνεται από ενδεικτικές και μη αποκλειστικές συστάσεις – κατευθυντήριες γραμμές προς τα κράτη για την πρακτική εφαρμογή των Αρχών. Αποτελεί αρετή του κειμένου ότι συνοδεύεται από οδηγίες για την ρεαλιστική υλοποίηση των Αρχών, χωρίς να περιορίζεται δηλαδή σε μια θεωρητική “διακήρυξη”. 


Αναγνωρίζοντας  ότι το δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη, οι Αρχές περιλαμβάνουν ρήτρες που αφήνουν ανοικτό το περιεχόμενό τους σε κάθε αναθεώρηση. Στην Εισαγωγή των Αρχών επισημαίνεται  ότι οι συστάσεις που περιέχουν αναφέρονται στη σημερινή κατάσταση του διεθνούς δικαίου, ενώ τα κράτη μπορούν να λάβουν και κάθε άλλο μέτρο, καθώς η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων είναι ένα έργο σε εξέλιξη. Στο Προοίμιο αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα της τακτικής αναθεώρησης των Αρχών, ώστε να προσαρμόζονται στις εξελίξεις και να μπορούν να εφαρμόζονται διατοπικά και διαχρονικά. Στην  Αρχή 27 προβλέπεται ως δικαίωμα  ο διάλογος για την ανάπτυξη νέων κανόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.


Το κείμενο αυτό δεν αποτελεί λοιπόν ένα “κλειστό” σύστημα, αλλά μια καταγραφή των ισχυόντων δικαιωμάτων προβλέποντας  ορισμένες μη αποκλειστικές συστάσεις για την πρακτική εφαρμογή τους από τα κράτη.  


Εξάλλου, υιοθετώντας ευρείς ορισμούς για την σεξουαλικότητα και την ταυτότητα φύλου, οι Αρχές δεν “κλείνουν” την επιστημονική αναζήτηση, αλλά αντίθετα καλούν σε μια ανοιχτή αντιμετώπιση των σχετικών θεμάτων, πέραν των στερεοτύπων και των “λογικών” της θεραπείας και της καταστολής της σεξουαλικότητας. Είναι χαρακτηριστική η Αρχή 18 για την προστασια από τις ιατρικές καταχρήσεις, ένα αυτονόητο και θεμελιώδες ακραίο όριο που τίθεται στην επιστημονική έρευνα και συνδέεται με την αξιοπρέπεια, το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού και την αντιμετώπιση του ανθρώπου ως τέτοιου και όχι ως πειραματόζωου. Η μόνη περίπτωση στην οποία οι Αρχές λαμβάνουν μια κατηγορηματική επιστημονική θέση αφορά το συμπέρασμα ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου δεν αποτελούν  per se “παθήσεις”, πόρισμα στο οποίο έχει καταλήξει η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα εδώ και δεκαετίες. 


Το επιχείρημα ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι “ώριμη” για τις παραδοχές αυτές, απλώς ενισχύει την αναγκαιότητα ενσωμάτωσης των Αρχών στις κρατικές πολιτικές. Σε μια κοινωνία που αμφισβητεί ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα  ισχύουν για τα άτομα με διαφορετική σεξουαλικότητα, η αρχή του κράτους δικαίου επιβάλλει τη λήψη πρόσθετων μέτρων για την προστασία των ευάλωτων πληθυσμιακών ομάδων. 


8. Ποιος είναι υπεύθυνος να παρακολουθεί την τήρηση των Αρχών της Yogyakarta;



Oι συντάκτες των Αρχών απευθύνονται αρχικά προς τις κοινωνίες και τα κράτη, υπενθυμίζοντάς τους τις υποχρεώσεις βάσει του διεθνούς δικαίου. Πρωταρχικά λοιπόν υπεύθυνα είναι τα ίδια τα κράτη, ενόψει και της ευθύνης που υπέχουν έναντι της διεθνούς κοινότητας.


Στις “Πρόσθετες συστάσεις”, οι συντάκτες απευθύνονται σε ένα σύνολο θεσμικών φορέων, καλώντας τους να λάβουν μέτρα για την πρακτική εφαρμογή των Αρχών: τα όργανα του Ο.Η.Ε, οι διεθνείς οργανισμοί (όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης), τα διεθνή δικαστήρια (όπως αυτό του Στρασβούργου), οι ΜΚΟ, τα εθνικά θεσμικά όργανα που είναι επιφορτισμένα με την παρακολούθηση της εφαρμογής των ανθρώπινων δικαιωμάτων (όπως η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο Συνήγορος του Πολίτη και τα δικαστήρια),  οι επαγγελματικοί σύλλογοι των τομέων της υγείας, της δικαιοσύνης και της παιδείας, οι εμπορικές οργανώσεις, τα Μ.Μ.Ε. και οι ιδιώτες χρηματοδότες. 


Μέχρι στιγμής, προς την κατεύθυνση αυτή έχει ενεργοποιηθεί ένα θεσμικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης: ο Επίτροπος των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων που απεύθυνε έκκληση σε όλα τα κράτη του Συμβουλίο να μελετήσουν τις Αρχές και να τις ενσωματώσουν στις πολιτικές τους. Η πρόσκληση αυτή του Επιτρόπου καθιστά τις Αρχές ένα πανευρωπαϊκό πρότυπο, βάσει (και) του οποίου θα αξιολογείται πλέον ο βαθμός σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε κάθε χώρα. 


Συνεπώς, στην Ελλάδα οι Αρχές θα πρέπει να ακολουθούνται από την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική λειτουργία, από τη Βουλή, την Κυβέρνηση και τη δημόσια διοίκηση, τα ΜΜΕ. Ενας εποπτικός ρόλος ανήκει εξ ορισμού στην Εθνική Επιτροπή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στον Συνήγορο του Πολίτη και τις άλλες ανεξάρτητες αρχές, κατά την έκταση των αρμοδιοτήτων τους, αλλά και στα ΜΜΕ, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τον ατομικό κοινωνικό έλεγχο στον οποίο έχει δικαίωμα κάθε πολίτης, στο πλαίσιο της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος του αναφέρεσθαι στις αρχές. 



9. Οι αναφορές στα ΜΜΕ μήπως εισάγουν περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης;


Η Αρχή 19 αλλά και η Πρόσθετη Σύσταση ΙΣΤ εισηγούνται την πλουραλιστική ενημέρωση όσον αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ενώ η Αρχή 26 προβλέπει την ενθάρρυνση του δημόσου διαλόγου ανάμεσα σε υποστηρικτές διαφόρων πολιτισμικών ομάδων και διαφορετικών σεξουαλικοτήτων και ταυτοτήτων φύλου. Γενική κατευθυντήρια γραμμή των Αρχών είναι ότι θα πρέπει να αποδομηθούν τα σεξιστικά στερεότυπα και κυρίως να παύσει να προβάλλεται ένας σεξουαλικός προσανατολισμός ως “υπερέχων” έναντι άλλου.


Οι Αρχές στοχεύουν σε μια κοινωνία που θα είναι όχι απλώς ανεκτική, αλλά θα αντιμετωπίζει με ίσους όρους κάθε σεξουαλικότητα, προκειμένου να καταπολεμηθούν οι προκαταλήψεις, ο στιγματισμός, η ρατσιστική αντιμετώπιση και η εξευτελιστική συμπεριφορά εις βάρος ατόμων “διαφορετικού” σεξουαλικού προσανατολισμού. Ο κίνδυνος για την ελευθερια της έκφρασης σχετίζεται με την προώθηση ενός μοντέλου “πολιτικώς ορθού” δημόσιου λόγου, μιας υποχρεωτικα ομογενοποιημένης αντιμετώπισης της σεξουαλικότητας, περιορισμό της σάτιρας κτλ.


Κατ΄ αρχήν πρέπει να επισημανθεί ότι οι αναφορές στα ΜΜΕ δεν περιλαμβάνονται στο “κανονιστικό” - κωδικοποιητικό μέρος των Αρχών, αλλά μόνο στις συστάσεις, γεγονός που αποσυνδέουν τις σχετικές αναφορές από οποιαδήποτε “εκτελεστότητα” ή κατασταλτική πρακτική για συμμόρφωση. Δεν προβλέπονται “απαγορεύσεις” για τα ΜΜΕ. Συνεπώς, οι Αρχές δεν περιλαμβάνουν per se περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης, ούτε ενθαρρύνουν τις λογοκριτικές πρακτικές. 


Σε δεύτερο επίπεδο διαπιστώνεται ότι, όπως υπογραμμίζεται στις Αρχές, στόχος είναι ο πλουραλισμός και η προώθηση του διαλόγου για τα θέματα της σεξουαλικότητας. Αυτό αφορά προφανώς τα ΜΜΕ και τις παραγωγές τους στις οποίες υπεισέρχεται το στοιχείο του διαλόγου. Ένα μονολιθικό αντρικό πορνοπεριοδικό λ.χ. προφανώς δεν αποτελεί ένα forum διαλόγου, ούτε μπορεί να υποχρεώνεται να περιέχει αναφορές σε άλλους σεξουαλικούς προσανατολισμούς. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για τα έργα τέχνης τα οποία βρίσκουν το ακροατήριό τους μέσω των ΜΜΕ.


Από εκεί και πέρα όμως, οι αυθαίρετες γενικεύσεις, η μονομερής παρουσίαση της πραγματικότητας, η σεξιστική προπαγάνδα, οι στρεβλώσεις, η απαξίωση προσώπων ή η εμπορευματοποίηση των πληροφοριών για τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό ή την ταυτότητα φύλου, αποτελούν περιπτώσεις οι οποίες ούτως ή άλλως στηλιτεύονται από  διεθνείς κώδικες δημοσιογραφικής δεοντολογίας και αντίστοιχες οργανώσεις. Όποιος διαχειρίζεται πληροφοριες που καθιστά δημόσιες στο κοινό, οφείλει να τηρεί τις συναλλακτικές υποχρεώσεις του Τύπου που επιβάλλουν την πλουραλιστική προσέγγιση, όταν πρόκειται για το ευαίσθητο ζήτημα της σεξουαλικότητας. 


Η αποδόμηση των στερεοτύπων είναι ένα μέσο πραγμάτωσης του πλουραλισμού, όχι αυτοσκοπός. Είναι περισσότερο ένας “πολιτικός” στόχος και μέσο, όχι μια δέσμευση που εδράζεται στο διεθνές δίκαιο. Ως θετικό μέτρο, όμως, κι εφόσον βρίσκεται σε συμβατότητα με την αρχή της αναλογικότητας, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσβάλλει την ελευθερία της έκφρασης, καθώς αποσκοπεί στην αποκατάσταση ιστορικών ανισοτήτων, οι οποίες έχουν διαιωνίσει την προκατάληψη, τον στιγματισμό και το μίσος για τους ανθρώπους διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου. 



10. Πως μπορεί να γίνει η ενσωμάτωση των Αρχών στις πολιτικές της χώρας;


Οι συστάσεις που περιλαμβάνουν οι Αρχές αφορούν την νομοθεσία, την διοικητική πρακτική,  την οργάνωση προγραμμάτων εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης και την πλουραλιστική μετάδοση πληροφοριών όσων αφορά τις διάφορες μορφές σεξουαλικότητας και ταυτότητας φύλου.


Κατ΄αρχήν επιβάλλεται μια ευρύτατη ανασκόπηση της ισχύουσας νομοθεσίας και της διοικητικής πρακτικής, ώστε να εντοπιστούν ρητοί ή σιωπηροί αποκλεισμοί από την ενάσκηση ανθρώπινων δικαιωμάτων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου. 


Σε δεύτερο επίπεδο, οι αποκλεισμοί αυτοί θα πρέπει να αρθούν με απαλείψεις διατάξεων που εισάγουν αθέμιτες διακρίσεις ή και με θέσπιση ρητών διατάξεων που αίρουν τις αμφιβολίες για την ίση προσβαση σε κάθε δικαίωμα.


Σε τρίτο επίπεδο, κάθε προετοιμαζόμενο νομοθετικό, διοικητικό ή άλλο κρατικό μέτρο θα πρέπει να ελέγχεται εκ των προτέρων ως προς τη συμβατότητα του προς τις Αρχές της Yogyakarta. 


Σε τέταρτο επίπεδο, θα πρέπει να ακολουθηθούν οι συστάσεις που συνοδεύουν κάθε Αρχή καθώς και κάθε άλλο μέτρο που κρίνεται αναγκαιο για την πρακτική εφαρμογή των Αρχών. 


 Η ενσωμάτωση των Αρχών στις κρατικές πολιτικές προϋποθέτει την ενεργοποίηση των φορέων που είναι εξ ορισμού υπεύθυνοι για την εφαρμογή των Αρχών, όπως εκτέθηκε παραπάνω.   Η εφαρμογή των Αρχών της Yogyakarta μπορεί να γίνει πραγματικότητα, εφόσον ενεργοποιηθεί κάθε πολίτης.


Απαγόρευση λειτουργίας καμπάνας ναού λόγω ηχορύπανσης

  Σε υπόθεση που εκπροσωπώ τον θιγόμενο πολίτη, μετά από 2 προσωρινές διαταγές, το Πρωτοδικείο Καλαμάτας εξέδωσε και απόφαση ασφαλιστικών μ...