Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2006 θα διεξαχθεί στην Αθήνα η πρώτη συνάντηση του Διεθνούς Forum για την Κοινωνία της Πληροφορίας. Πρόκειται για την πρώτη φορά που συνεδριάζει αυτό το Forum που ιδρύθηκε από την σχετική Παγκόσμια Συνδιάσκεψη (World Summit on the Information Society) που πραγματοποιήθηκε στην Τύνιδα (15-18.11.2005), στην οποία μείζον θέμα απετέλεσε ο έλεγχος του Ίντερνετ.
Οι ΗΠΑ διατήρησαν το διοικητικό έλεγχο του Ίντερνετ και για την αντιμετώπιση αυτής της μονοκρατορίας οι υπόλοιπες χώρες αποφάσισαν τη διαμόρφωση αυτού του ελεγκτικού forum.
(πηγή: Δίκαιο Μέσων Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, 4/2005, σελ. 489).
Αναμένεται με πολύ ενδιαφέρον η πραγματοποίηση αυτού του πρώτου συνεδρίου που θα είναι και καθοριστική για το ρόλο και τις ελεγκτικές αρμοδιότητες του Forum όσον αφορά τον διοικητικό έλεγχο του Ίντερνετ από τις ΗΠΑ.
Οι γνωστές ονειρικές απόψεις ότι το Διαδίκτυο παραμένει ένας χώρος εκτός ελέγχου γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι ανήκουν στο χώρο της κυβερνολογοτεχνίας...
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 28, 2005
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 21, 2005
Ποινική δίωξη κατά ελληνικού μυθιστορήματος στην Τουρκία
Όπως δημοσιεύει η εφημερίδα Milliyet, επικαλούμενη το πρακτορείο ειδήσεων ΑΝΚΑ, η εισαγγελία της Σμύρνης άσκησε ποινική δίωξη κατά του μυθιστορήματος "Μάγισσες της Σμύρνης" βάσει του άρθρου 301 του τουρκικού ποινικού κώδικα με την κατηγορία της προσβολής του τουρκισμού και η υπόθεση παραπέμθηκε στην εισαγγελία Μπέγιογλου της Κωνσταντινούπολης.
Τα τελευταία χρόνια οι πολλαπλές καταδίκες της Τουρκίας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για θέματα ελευθερίας του λόγου ίσως να μην αποτελούν "είδηση" για τα μέσα ενημέρωσης. Όμως κάθε προσβολή ανθρώπινου δικαιώματος, είτε ο φορέας του είναι ο παγκοσμίου φήμης Παμούκ (και υπενθυμίζω ότι ο e-lawyer είναι από τα ελάχιστα ελληνικά μέσα ενημέρωσης που πρόβαλλε την ποινική δίωξή του απο τις τουρκικές αρχές τους προηγούμενους μήνες), είτε είναι μια ελληνίδα συγγραφέας που έχει στο ενεργητικό της ένα best seller (ανεξάρτητα από τις επιφυλάξεις για την αισθητική του αξία που μπορεί να έχει κάποιος), είτε ο μαθητής στα σχολεία, είτε ο φυλακισμένος κατάδικος που βασανίζεται, αποτελεί μια μαχαιριά στην έννοια "άνθρωπος".
Η Τουρκία έχει μπροστά της την σημαντικότερη ιστορική πρόκληση που είχε ποτέ: να συμμορφωθεί προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο, το οποίο δεν περιλαμβάνει μόνον την οικονομική σύγκλιση, αλλά και το σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων "όπως κατοχυρώνονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου και απορρέει από τις συνταγματικές παραδόσεις των κρατών".
Η συμμόρφωση δεν προϋποθέτει μόνο πολιτικές αποφάσεις, αλλά και συνειδητοποίηση από τους λειτουργούς της δικαιοσύνης ότι οι τομές μπορούν να γίνουν αρχίζοντας ακόμη και από επίπεδο εισαγγελέα ο οποίος κρίνει απαράδεκτη την ποινική δίωξη λόγω αντισυνταγματικότητας του νόμου.
Αρκεί βέβαια αυτές οι τομές να μην αφορούν μόνο πολύκροτες δίκες, όπως αυτή του Παμούκ, η οποία έχει χαρακτηρισθεί άτυπο κριτήριο για τη συμμόρφωση της Τουρκίας. Μια εντυπωσιακή αθώωσή του με όλο το συμβολισμό που μπορεί να ενέχει δεν πρέπει να αποσυντονίσει τους ευρωπαίους παρατηρητές. Η ελευθερία και η δικαιοσύνη πρέπει να πνεύσει σε όλη τη χώρα. Και σε αυτούς που αμφιβάλλουν για το κατά πόσο μπορεί/πρέπει/δικαιούται η Τουρκία να είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Οικογένειας, ας θυμηθούμε και λίγο τη ρήση ότι "Έλληνας είναι όποιος μετέχει της Ελληνικής Παιδείας". Αλλά, προσοχή: όχι μόνο στους αριθμούς και τις επίσημες εκθέσεις...
Τρίτη, Δεκεμβρίου 20, 2005
Μία νέα ειδικότητα: Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων
Η αποτελεσματική προστασία προσωπικών δεδομένων δεν μπορεί να είναι ικανοποιητική μόνο με την λειτουργία μια κεντρικής ανεξάρτητης αρχής. Σε κάθε πολυπρόσωπο οργανισμό του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα απαιτείται να υπάρχει ένα τουλάχιστον πρόσωπο, το οποίο θα διασφαλίζει στην πράξη την προστασία δεδομένων, χωρίς να δέχεται ή να ζητά εντολές από τους διοικητικούς προϊσταμένους του.
Ο θεσμός του Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων (Data Protection Officer) είναι πραγματικότητα στην Γερμανία, την Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Σουηδία και το Λουξεμβούργο. Δημόσιες υπηρεσίες ή νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα που απασχολούν πάνω από έναν αριθμό εργαζομένων, οφείλουν να προσλαμβάνουν έναν επόπτη ο οποίος παρακολουθεί εσωτερικά τις επεξεργασίες δεδομένων για να διαπιστώσει αν αυτές διενεργούνται σύμφωνα με τη νομοθεσία. Ενημερώνει τα πρόσωπα για τα δικαιώματά τους, δέχεται καταγγελίες αν κάποιος πιστεύει ότι θίγεται από την υπηρεσία ή την εταιρία, διαμεσολαβεί προκειμένου να λυθούν να προβλήματα, κάνει συστάσεις στην διοίκηση για να διορθωθούν οι τυχόν παραλείψεις και να αποφευχθούν οι παραβάσεις, εκδίδει εσωτερικές οδηγίες, υποβάλει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές του. Ο Υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων συνεργάζεται με την κεντρική Αρχή Προστασίας Δεδομένων, όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο, στις υποθέσεις που δεν είναι δυνατόν να επιλυθούν μόνο με τη δική του παρέμβαση.
Ο θεσμός των Data Protection Officer έχει αναπτυχθεί πλήρως στην διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης: κάθε όργανο και υπηρεσία της Κοινότητας οφείλει να προσλαμβάνει έναν τουλάχιστον Υπεύθυνο, ο οποίος οφείλει να εξασφαλίζει την προστασία δεδομένων εσωτερικά, λειτουργώντας όμως ως ανεξάρτητος λειτουργός (από την ηγεσία της υπηρεσίας). Ο ΥΠΔ συνεργάζεται με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων ειδικά στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι μια επιχειρούμενη επεξεργασία δεδομένων ενδέχεται να ενέχει κινδύνους για τα δικαιώματα των ατόμων. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Επόπτης διεξάγει έναν προληπτικό έλεγχο αξιολογώντας το ενδεχόμενο του κινδύνου και υποδεικνύοντας εναλλακτικές λύσεις για την αποτροπή του, ενώ δεν αποκλείεται να απαγορεύσει και την επεξεργασία δεδομένων.
Πρόσφατα ο Ευρωπαίος Εποπτης Προστασίας Δεδομένων δημοσίευσε μία Έγγραφη Τοποθέτηση για το ρόλο των Υπεύθυνων Προστασίας Δεδομένων της Κοινότητας
Ύστερα από αυτή τη δημοσίευση έγινε ιδιαίτερα αισθητό ότι ορισμένες αποκεντρωμένες υπηρεσίες της ΕΕ (εκτός Βρυξελλών και Στρασβούργο) δεν έχουν διορίσει ακόμη Υπεύθυνους Προστασίας Δεδομένων.
Μελλοντικά ο θεσμός του Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων (ή του εσωτερικού "τμήματος προστασίας δεδομένων") πρόκειται να εξελιχθεί σε υποχρέωση του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και ως έκφραση της αρχής της "ορθής διοικητικής συμπεριφοράς" (good administration). Σύμφωνα με ομιλία του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο ΥΠΔ θα περιληφθεί στην αναθεώρηση της Οδηγίας για την προστασία προσωπικών δεδομένων, που ετοιμάζει η Κομισιόν, οπότε θα καταστεί υποχρεωτικός θεσμός για τα κράτη μέλη.
To σχέδιο Απόφασης-Πλαίσιο του Συμβουλίου ΕΕ για τα προσωπικά δεδομένα
Όπως είναι γνωστό, η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα προσωπικά δεδομένα αφορά κυρίως τον πρώτο πυλώνα (εσωτερική αγορά) και όχι τον δεύτερο (εξωτερική πολιτική και άμυνα) και τον τρίτο πυλώνα (αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις) της Ένωσης. Έτσι μια μεγάλη σφαίρα των πολιτικών της ΕΕ βρίσκονται χωρίς ένα νομικό πλαίσιο "συνταγματικού" χαρακτήρα για την προστασία προσωπικών δεδομένων.
Για το λόγο αυτό, και ενόψει της καθιέρωσης της "αρχής της διαθεσιμότητας των πληροφοριών" ανάμεσα στα κράτη μέλη για σκοπούς καταπολέμησης του εγκλήματος, η Κομισιόν συνέταξε ένα σχέδιο Απόφασης-Πλαίσιο του Συμβουλίου ΕΕ για την προστασία προσωπικών δεδομένων στον τρίτο πυλώνα.
Η πρόταση της Κομισιόν υποβλήθηκε σε εξονυχιστικό έλεγχο απο τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, την ανεξάρτητη αρχή της ΕΕ, η οποία ελέγχει την τήρηση τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων κατά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από την Κοινότητα, αλλά γνωμοδοτεί και για το ικανοποιητικό επίπεδο προστασία και για τα νομικά κείμενα των άλλων πυλώνων.
Αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού είναι η έκδοση της Γνωμοδότησης του Επόπτη, με την οποία αξιολογείται κατά πόσον το σχέδιο Απόφασης-Πλαίσιο σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τι θα πρέπει να αλλάξει.
Μία απο τις επισημάνσεις του Επόπτη είναι ότι η Απόφαση πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να σέβεται την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σχετικά με το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (προστασία ιδιωτικής ζωής). Παρόλο που η ΕΣΔΑ δεν περιλαμβάνει ειδικό δικαίωμα προστασίας προσωπικών δεδομένων, η νομολογία του Δικαστηρίου έχει διαπλάσει σε αρκετές περιπτώσεις την προστασία των δεδομένων αυτών ως μέρος της "ιδιωτικής ζωής" των ατόμων. Η νομολογία αυτή επισημαίνει ότι οι επεμβάσεις στην ιδιωτική ζωή πρέπει να είναι απολύτως αναγκαίες σε μια δημοκρατική κοινωνία, όταν γίνονται για σκοπούς καταπολέμησης του εγκλήματος.
O Eπόπτης κ. Πίτερ Χούστινξ είπε ότι η Απόφαση θα αποτελέσει ένα από τα τρία κεντρικά νομοθετικά κείμενα της Ευρώπης στον τομέα της προστασίας προσωπιών δεδομένων. Κοινά κριτήρια που εφαρμόζονται σε όλες τις επεξεργασίες δεδομένων είναι το ζητούμενο και γενικά υποστηρίζει την πρόταση που αποτελεί ένα σημαντικό βήμα μπροστά.
Η Γερουσία ζητά κατάργηση του Patriot Act
Ο Patriot Act ψηφίστηκε αμέσως μετά τήν 11.9.2001 για να διευρύνει τις αρμοδιότητες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ σε θέματα πρόσβασης σε πληροφορίες, διεξαγωγής μυστικών ερευνών, καταγραφές δεδομένων κλπ, προκειμένου να καταπολεμηθεί η τρομοκρατία.
Μια ομάδα γερουσιαστών, με αίτημα την προστασία των αστικών ελευθεριών, μπλόκαρε την ανανέωση του Patriot Act. Η ανανέωση αυτή θα καθιστούσε μόνιμες 14 διατάξεις που αλλιώς θα καταργούνταν στις 31 Δεκεμβρίου και θα επέκτεινε άλλες τρεις για διάρκεια τεσσάρων ετών.
Ο Bush επισήμανε την αναγκαιότητα του νόμου, αλλά τα επιχειρήματα των γερουσιαστών ήταν ότι στην νομοθεσία αυτή δεν υπάρχουν επαρκείς δικαστικές εγγυήσεις και εποπτεία από το κογκρέσσο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εξέλιξη αυτή αφορά την προσωρινότητα ή μη των αντιτρομοκρατικών μέτρων. Δεν είναι τυχαίο ότι το θέμα τίθεται από την οπτική της διάκρισης των τριών κλασικών λειτουργιών: απαιτείται ενίσχυση του δικαστικού ελέγχου των μέτρων, δηλαδή δικαίωμα του θιγόμενου να προσβάλλει τα εναντίον του μέτρα σε ένα αντικειμενικό δικαστήριο, αλλά και κοινοβουλευτική εποπτεία, δηλαδή πολιτικός έλεγχος από τους αιρετούς αντιπροσώπους του λαού. Δύο κριτήρια που συνδέονται δηλαδή με την ποιότητα της δημοκρατίας.
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 19, 2005
Η διατήρηση δεδομένων οδηγεί σε στρεβλώσεις του ελεύθερου ανταγωνισμού
Η βιομηχανία των τηλεπικοινωνιών έχει από την αρχή εκφράσει την αντίρρησή της στην υποχρεωτική διατήρηση των δεδομένων, καθόσον όχι μόνο αναγκάζεται να επενδύσει τεράστια χρηματικά ποσά σε εξοπλισμό αποθήκευσης (ενώ την ενδιαφέρουν άλλες πιο πρωτοποριακές κατευθύνσεις), αλλά αλλοιώνεται και η σχέση της με τους πελάτες της, αφού πλέον θα την αντιμετωπίζουν επιφυλακτικά, ως τον συνάδελφο της αστυνομίας.
Επιπλέον, η υποχρεωτική διατήρηση δεδομένων στο έδαφος της ΕΕ οδηγεί σε στρεβλώσεις του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Η European Telecommunications Network Operator's Association, με τις European Competitive Telecommunications Association, την European Cable Communications Association, την European Internet Services Providers Association και το European Interest Group για όλους τους Operators 2G και 3G Mobiles καταδικάζουν το ΕΚ που δεν ακολούθησε τις εισηγήσεις του Αλεξάντερ Αλβάρο...
Οι αντιδράσεις τόσο από την βιομηχανία όσο και από την κοινωνία των πολιτών θα μπορούσαν να αποκτήσουν και μια αποτελεσματικά θεμιτή έκφραση: την προσφυγή στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Υπάρχουν πολλοί νομικοί λόγοι για την ακύρωση αυτής της Οδηγίας, όχι μόνο για την στρέβλωση του ανταγωνισμού, αλλά και για την έλλειψη σεβασμού προς τα ατομικά δικαιώματα. Το ΔΕΚ στις δύο αποφάσεις που ασχολήθηκε με την προστασία προσωπικών δεδομένων (Bodil Lindqvist και Osterreichischer Rundfunk, αναμένεται η 3η για τα PNR/USA data που πρώτος ο e-lawyer μετέδωσε τις σχετικές ειδήσεις τον Οκτώβριο, έχοντας παρακολουθήσει τη διαδικασία στο Λουξεμβούργο) έδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία και μάλιστα, παρά τις αντίθετες εισηγήσεις του Γενικού Εισαγγελέα του Δικαστηρίου.
Βέβαια, ένα "εμπόδιο" που υπάρχει για το Δικαστήριο αυτό είναι ότι η ΕΕ δεν έχει άμεση αρμοδιότητα στην προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως π.χ. το Συμβούλιο της Ευρώπης, στους κόλπους του οποίου δραστηριοποιείται το περίφημο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Σύμφωνα με το άρθρο 6 της Συνθήκης της ΕΕ, η Ένωση "σέβεται" τα θεμελιώδη δικαιώματα όπως κατοχυρώνονται από την ΕΣΔΑ και όπως απορρέουν από τις συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως "γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου". Παρατηρείται, δηλαδή, ότι η ΕΕ έχει παθητική υποχρέωση σεβασμού και όχι ρητή αρμοδιότητα προστασίας των δικαιωμάτων. Κι αυτά ως "αρχών του κοινοτικού δικαίου", δηλαδή μέσα στον πρώτο πυλώνα της ΕΕ. Τι γίνεται όμως στον δεύτερο (εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας) και κυρίως στον τρίτο πυλώνα (αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις); Εδώ που δεν έχουμε κοινοτικό δίκαιο, υπάρχει νομική υποχρέωση σεβασμού των δικαιωμάτων από την ΕΕ; Αλλά ακόμη και αν υπάρχει, τι γίνεται με την προστασία προσωπικών δεδομένων που δεν αποτελεί κατοχυρωμένο δικαίωμα στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ανεξάρτητα από το αν το Ευρωδικαστήριο έχει αναγνωρίσει νομολογιακά αυτό το δικαίωμα;
Αυτές τις αμφιβολίες λύνει κυριαρχικά η Συνθήκη για τη θέσπιση του Συντάγματος της Ευρώπης. Στο αντίστοιχο άρθρο, το Σύνταγμα αναφέρει ότι η Ένωση π ρ ο σ χ ω ρ ε ί στην ΕΣΔΑ και ότι σέβεται τα δικαιώματα ως μέρος του δικαίου της Ένωσης. Καταργούνται δηλαδή οι πυλώνες και το νομικό καθεστώς είναι ενιαίο σε όλες τις δράσεις. Επίσης, στο δεύτερο μέρος του Συντάγματος υπάρχει καταχώρηση του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, όπου ρητά αναφέρεται στο άρθρο ΙΙ-68 η προστασία προσωπικών δεδομένων ως θεμελιώδες δικαίωμα εντός της ΕΕ. Η προστασία προσωπικών δεδομένων κατοχυρώνεται επίσης από το άρθρο Ι-51 του Ευρωσυντάγματος, ως γενική αρχή του δημοκρατικού βίου της Ένωσης. Ιδού (συνοπτικά) οι σημαντικότατες νομικές μεταβολές που ευαγγελίζεται το Ευρωσύνταγμα στο πεδίο της προστασίας δεδομένων. Είναι κρίμα να χαθεί αυτή η ευκαιρία για την κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε επίπεδο ΕΕ, τώρα που γίνεται φανερό ότι οι Κυβερνήσεις των κρατών μελών έχουν πρόθεση σε τέτοια θέματα να καπελώνουν τα όργανα της Ένωσης, ακόμα και το άμεσα εκλεγμένο Κοινοβούλιο
Διατήρηση δεδομένων: η Δημοκρατία βήχει
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιέστηκε από το Συμβούλιο της ΕΕ να αποδεχτεί το μέτρο για τη διατήρηση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων για σκοπούς καταπολέμησης του εγκλήματος. Υπενθυμίζουμε ότι το θέμα ήταν παλαιότερο και τον Σεπτέμβρη το ΕΚ απέρριψε μια σχετική πρωτοβουλία του Ηνωμένου Βασιλείου και ορισμένων άλλων χωρών για διατήρηση δεδομένων εώς 3,5 χρόνια. Στη συνέχεια η Κομισιόν υπέβαλε μια πιο ισορροποιημένη πρόταση για μικρότερο χρονικό διάστημα διατήρησης, μία πρόταση που σε πρώτη φάση έγινε δεκτή, με κριτική, ωστόσο, σε αρχικά σημεία της, από τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.
http://europa.eu.int/eur-lex/lex/LexUriServ/site/el/oj/2005/c_298/c_29820051129el00010012.pdf
O Eπόπτης διευκρινίζει ότι αμφιβάλλει για την αναγκαιότητα του μέτρου αυτού, αλλά επεμβαίνει για να υποδείξει ορισμένες τροποποιήσεις που κατατείνουν στην εισαγωγή εγγυήσεων για την καλύτερη προστασία των προσωπικών δεδομένων και το σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων.
Θετική κρίθηκε η εξέλιξη ότι το θέμα "πέρασε" από τον Τρίτο Πυλώνα της ΕΕ (Αστυνομική και δικαστική συνεργασία των κρατών σε ποινικές υποθέσεις), όπου αποφασίζει μόνο του το Συμβούλιο των εκπροσώπων των κυβερνήσεων (με συμβουλευτικό απλά ρόλο της Ευρωβουλής), στον Πρώτο Πυλώνα, όπου τον αποφασιστικό ρόλο έχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι άμεσα εκλεγμένοι εκπρόσωποι των Ευρωπαίων πολιτών. Ωστόσο και σε αυτόν τον Πυλώνα υπαρχει διαβούλευση Κοινοβουλίου-Συμβουλίου ΕΕ. Εισηγητής Ευρωβουλευτής ορίστηκε ο 29χρονος γερμανος φιλελεύθερος Αλεξάντερ Αλβάρο.
Την πρόταση της Κομισιόν υπέβαλε σε επεξεργασία και τροποποιήσεις η κοινοβουλευτική επιτροπή για τα δικαιώματα και της ελευθερίες, η LIBE. Εισηγήτρια της LIBE ήταν η βουλευτής Ludford, μια εξαιρετικά δραστήρια πολιτικός που έδωσε μια πραγματική μάχη προκειμένου η πρόταση να είναι όσο το δυνατόν πιο φιλική στην προστασία δεδομένων και το σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων. Παρατηρείται ότι αυτό το draft έρχεται πολύ κοντά στη γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, υιοθετώντας τις προτάσεις του. Κομβικό σημείο, το χρονικό διάστημα της διατήρησης δεδομένων που κρίνεται αναγκαίο: 6 μήνες για δεδομένα ίντερνετ, 12 μήνες για δεδομένα τηλεφωνίας. Υπενθυμίζεται ότι μιλάμε μόνο για τα δεδομένα κίνησης και θέσης, δηλαδή για το ποιο τερματικό επικοινώνησε με ποιο τερματικό, πότε και που. Όχι περιεχόμενο της επικοινωνίας, όχι αναπάντητες κλήσεις κινητών, όχι ψάρεμα δεδομένων από τις αστυνομικές αρχές (αλλά αυστηρά στοχοθετημένο αίτημα ενόψει συγκεκριμένης έρευνας). Το μέτρο ελέγχεται ως προς την αποτελεσματικότητά του με έκθεση ανά δύο χρόνια και σε 5 έτη από την εφαρμογή του καταργείται, ετκός αν κριθεί ότι υπάρχουν λόγοι διατήρησής του. Τo draft αυτό ψηφίστηκε από την κοινοβουλευτική επιτροπή και παραπέμφθηκε στο Συμβούλιο της ΕΕ για έγκριση, πριν παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στο Συμβούλιο της ΕΕ, όμως, οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων (Υπουργοί Δικαιοσύνης) αντί να τηρήσουν τις τροποποιήσεις της LIBE επέβαλαν την δική τους κυριαρχική άποψη για τη μορφή του κειμένου που θα κατέβαινε στην ψηφοφορία της Ολομέλειας της Βουλής. Εκεί τα χρονικά διαστήματα έφτασαν μέχρι τους 24 μήνες διατήρησης, με δυνατότητες για περαιτέρω διατήρηση, αν κράτος μέλος πείσει την Κομισιόν για την αναγκαιότητα διατήρησης των δεδομένων της δικής του επικράτειας. Όρισμένα ελληνικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν και ανακρίβειες όπως ότι οι Υπουργοί συμφώνησαν και εμπορική χρήση των δεδομένων από τις εταιρίες που θα υποχρεωθούν να τα διατηρούν, για σκοπούς direct marketing ώστε να κάνουν απόσβεση στο κόστος. Αυτό δεν προκύπτει από κανένα κείμενο...
Την επομένη του συμβιβασμού του Συμβουλίου, οι Πράσινοι οργανώνουν δημόσια εκδήλωση, στην οποία παρίστανται ο Αναπληρωτής Ευρωπαίος Επόπτης Δεδομένων, μια εκπρόσωπος των εταιριών τηλεπικοινωνιών και μία εκπρόσωπος της κοινωνίας των πολιτών (European Digital Rights). Στην εκδήλωση προσέρχεται και ο Αλεξάντερ Αλβάρο που δηλώνει ρητά απογοητευμένος για την στάση του Συμβουλίου ΕΕ. "Χάνουμε την αξιοπιστία μας", ήταν οι ακριβείς του κουβέντες.
Στις 15 Δεκεμβρίου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλείται να ψηφίσει ή να απορρίψει το τελευταίο draft που επεξεργάστηκε το Συμβούλιο ΕΕ. Ο Αλβάρο ζητεί να διαγραφεί το όνομά του ως εισηγητή από τα σχετικά κείμενα. Η πρόταση ψηφίζεται από τα δύο μεγάλα κόμματα (Χριστιανοδημοκράτες-Σοσιαλιστές) και καταψηφίζεται από Πράσινους, Φιλελεύθερους κλπ. Το ΠΑΣΟΚ καταψηφίζει την πρόταση, ο Ι.Βαρβιτσιώτης (μέλος της LIBE) καταγγέλλει το μέτρο καλεί στην καταψήφισή του.
Η Privacy International αναρωτιέται "τι τρέχει με την Ευρώπη". Ο εκπρόσωπός της αναφέρει ότι συνήθως θεωρούμε τις ΗΠΑ ως τέρας παρακολούθησης και κατόπτευσης πολιτών για αντιτρομοκρατικούς σκοπούς, όμως εκεί τέτοιες πολιτικές όπως η καθολική καταγραφή των logs έχουν απορριφθεί.
http://www.privacyinternational.org/article.shtml?cmd[347]=x-347-494877
Το χειρότερο στοιχείο αυτού του μέτρου είναι ότι δίνει στα χέρια ακριβώς αυτών που θέλει να "πατάξει" ένα όπλο κατά των πολιτών. Πως θα αξιολογηθεί μια τηλεφωνική κλήση από το τερματικό ενός"τρομοκράτη" στο τερματικό ενός αθώου πολίτη; Με ποια κριτήρια θα αξιολογηθούν αυτά τα δεδομένα μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αφού δεν υπάρχει και η πρόσβαση στο περιεχόμενο (και ευτυχώς); Τι γίνεται με το περίφημο "τεκμήριο της αθωότητας"; Ερωτήματα σαν κι αυτά δεν βρίσκουν ικανοποιητικές απαντήσεις .
Σάββατο, Δεκεμβρίου 17, 2005
Καταδίκη για φραστική σεξουαλική παρενόχληση
Ο 50χρονος διευθυντής μιας εταιρίας ύστερα από μερικούς μήνες μετά την πρόσληψη μιας 23χρονης γραμματέως, άρχισε να της κάνει ερωτήσεις που ήταν πολύ προσωπικές της και δεν αφορούσαν τις επαγγελματικές τους σχέσεις, όπως να την ρωτάει για τις συνθήκες υπό τις οποίες χώρισαν οι γονείς της και εάν ο πατέρας της είχε εξωσυζυγικές σχέσεις. Επίσης άρχισε να της τηλεφωνεί πολύ συχνά κατά τις νυκτερινές ώρες στο σπίτι της για επαγγελματικά θέματα. Αυτά είχαν προκαλέσει εκνευρισμό και δυσαρέσκεια στην γραμματέα, την οποία όμως αυτή δεν είχε εκδηλώσει στον εργασιακό της χώρο. Ακόμη της είχε προτείνει αρκετές φορές να συναντηθούν εκτός χώρου εργασίας, είτε μόνοι τους είτε με συγγενείς τους. Μερικές φορές ο εναγόμενος την καλούσε στο γραφείο του για συγκεκριμένη δουλειά και αντ' αυτού έστρεφε τη συζήτηση σε θέματα που αφορούσαν τις ερωτικές σχέσεις των δύο φύλων και την ακουμπούσε στο μπράτσο.
'Ενα Σαββατοκύριακο του Ιανουαρίου του 2004 πραγματοποιήθηκε συνάντηση των στελεχών της εταιρίας, στην οποία μετείχε και ο διευθυντής. Αυτός πρότεινε στην γραμματέα να τον συνοδεύσει και να καλύψει ο ίδιος τα έξοδά της. Το Φεβρουάριο του ίδιου έτους πραγματοποιήθηκε η ετήσια συνάντηση όλων των υπαλλήλων στο Πήλιο για μία εβδομάδα. Στη συνάντηση αυτή μετείχε και η γραμματέας, διότι ήταν υποχρεωμένη από την εργοδότρια εταιρία της. 'Οταν επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη η ενάγουσα αντιλήφθηκε ότι κανένας από τους ιατρικούς επισκέπτες της εταιρίας δεν της μιλούσε πια, γιατί ο διευθυντής τους είχε πει να μην την πειράζει κανείς και τους απαγόρευσε να πηγαίνουν στο γραφείο της. Στις αρχές Μαρτίου 2004 ο διευθυντής άρχισε πάλι να συζητεί στην γραμματέα για τις σχέσεις των δύο φύλων. Της μίλησε για τη σχέση με τη σύζυγό του, για τις κατά καιρούς ερωτικές του περιπέτειες και τη ρώτησε για τις δικές της σεξουαλικές εμπειρίες, με την αιτιολογία ότι ήθελε να ξέρει, γιατί έχει και ο ίδιος κόρες. Την 12.3.2004 η ενάγουσα είχε την επέτειο των γενεθλίων της. Πρόσφερε γλυκά στους συναδέλφους της-ιατρικούς επισκέπτες και στον διευθυντή και εκείνοι της πρόσφεραν μια ανθοδέσμη. Την ίδια ημέρα ο διευθυντής πήγε στο γραφείο της γραμματέως και άρχισε να της μιλάει για τα εσώρουχα που φορούν οι άντρες, για τις προτιμήσεις του, ποιά εσώρουχα θεωρούσε βολικά και ποια όχι και της ζωγράφισε σε ένα χαρτί σε ποιο σημείο των γεννητικών του οργάνων ερεθίζεται περισσότερο ένας άντρας. Η συζήτηση σταμάτησε όταν μπήκε στο γραφείο μία ιατρική επισκέπτης. Ύστερα από αυτό το περιστατικό, η γραμματέας αναγκάστηκε να παραιτηθεί γιατί η συνεργασία με το διευθυντή δεν ήταν πλέον εφικτή υπό αυτές τις συνθήκες.
Σύμφωνα με την απόφαση 1936/2005 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, "με τα περιστατικά που προαναφέρθηκαν αποδεικνύεται ότι πράγματι από την υβριστική και ανάρμοστη συμπεριφορά του εναγομένου, που συνιστά σεξουαλική παρενόχληση, επήλθε ηθική μείωση και βαριά προσβολή στην προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια της ενάγουσας. "
Αυτή η απόφαση ειναι εξαιρετικά σημαντική γιατι στην έννοια της σεξουαλικής παρενόχλησης εντάσσεται ακόμα και μια συζήτηση που έχει σεξουαλικό περιεχόμενο, ακόμη κι αν αυτή δεν περιλαμβάνει ευθέως ανήθικες προτάσεις. Ακόμη δηλαδή και η φραστική παρενόχληση με σεξουαλικό περιεχόμενο, χωρίς συγκεκριμένες και σαφείς προτάσεις ή απόπειρες ασελγών πράξεων, θεωρείται ότι συνιστά προσβολή της προσωπικότητας. Βεβαίως, πρέπει να ληφθεί ιδιαιτέρως υπόψη ότι η συζήτηση αυτή συντελέσθηκε στο χώρο της εργασίας, ανάμεσα σε άτομα με ιδιαίτερη σχέση διευθυντή-γραμματέως και αυτό το context ενισχύει την στοιχειοθέτηση σεξουαλικής παρενόχλησης.
Ανακοίνωση για τις επιθέσεις κατά e-lawyer
Όταν ξεκινάς να μιλήσεις για σεβασμό ατομικών (ψηφιακών και μη) δικαιωμάτων σε ένα κοινό που, ως επί τω πλείστον, αντιλαμβάνεται ως "ίδιοκτησία" τον δικτυακό τόπο που διαχειρίζεται, είναι σίγουρο ότι θα υπάρχουν αντιδράσεις, αμφισβήτηση, ακόμη και επιθέσεις.
Η παραβίαση του απορρήτου της επικοινωνίας με -τη χωρίς συγκατάθεση- δημοσιοποίηση περιεχομένου e-mail, η κατακράτηση πληροφοριών με σκοπό την απειλή της μελλοντικής τους χρήσης "διά παν ενδεχόμενο" (φακέλωμα) και η προσβολή της τηλεπικοινωνιακής ιδιωτικότητας είναι πράξεις φασιστικές, αντίθετες σε κάθε αξιακό σύστημα που μπορεί να θεωρηθεί αποδεκτό μέσα σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Η εξυπηρέτηση προσωπικών μικρο-συμφερόντων και η επιδίωξη της όλο και ευρύτερης αποδοχής σε ένα διαδραστικό περιβάλλον όπως το Internet δεν μπορεί να δικαιολογήσει ρωγμές στα συνταγματικά δικαιώματα. Οι περιορισμοί επιτρέπονται μόνο υπό ειδικές περιστάσεις και πάντα με την εποπτεία των αρμόδιων λειτουργών.
Οι θεμελιώδεις αυτές αρχές βρίσκονται στην καρδιά της λειτουργίας αυτής της ιστόθεσης και οι παρεμβάσεις εκ μέρους e-lawyer όταν παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα θα εξακολουθήσουν, ανεξάρτητα από χτυπήματα κάτω από τη τη μέση, ύβρεις, συκοφαντίες, απειλές, υπονοούμενα και προσβολές, από οποιονδήποτε κι αν προέρχονται. Συνεπώς, οι σχετικές προσβολές που εκτοξεύτηκαν από γνωστό blog που απολαμβάνει μεγάλης δημοσιότητας -και εξ αυτής νομίζει ότι έχει αποκτήσει το ακαταλόγιστο- επιστρέφονται στο συντάκτη τους.
Τετάρτη, Δεκεμβρίου 14, 2005
To ΥΠΠΟ αρνήθηκε να προσλάβει πρωταθλητή επειδή δεν είχε πτυχίο σχετικό με τη θέση
Σύμφωνα με πρόσφατο Πόρισμα του Συνηγόρου του Πολίτη, το Υπουργείο Πολιτισμού αρνήθηκε να προσλάβει σε διοικητική θέση έναν πρωταθλητή, ο οποίος λόγω της διακρίσεώς του στο άθλημά του έπρεπε, βάσει της νομοθεσίας, να προσληφθεί. Η αντίρρηση του ΥΠΠΟ ήταν ότι ο αθλητής διαθέτει πτυχίο φυσικής αγωγής κι όχι κάποιο πτυχίο διοικητικής, οικονομικής ή νομικής επιστήμης που θα πιστοποιούσε την καταλληλότητά του για την εν λόγω διοικητική θέση. Ο Συνήγορος του Πολίτη γνωμάτευσε ότι για τις διοικητικές θέσεις πλέον μετά την σχετική τροποποίηση δεν είναι απαραίτητη συγκεκριμένη κατηγορία πτυχίων. Επομένως, το ΥΠΠΟ οφείλει να διορίσει τον αθλητή στην διοικητική θέση...
http://www.synigoros.gr/reports/porisma_diorismos_a8lhth_2005.pdf
Ο Συνήγορος δεσμεύεται βέβαια από ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο που, κακά τα ψέματα, απλώς επιβραβεύει τις διακρίσεις αθλητών απονέμοντας τους έναν ισόβιο μισθό. Η νομοθεσία αυτή δεσμεύει τον Συνήγορο, ο οποίος δεν έχει και πολλά περιθώρια αντίδρασης. Το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτή η νομοθεσία συμβιβάζεται με την αρχή της καλής διοίκησης και τελικά με το ίδιο το Σύνταγμα, στο οποίο βρίσκει συνταγματική κατοχύρωση το ΑΣΕΠ και η σχετική διαδικασία για τις προσλήψεις στο Δημόσιο. Η νομοθεσία αυτή βρίσκεται σε συμβατότητα με την συνταγματική αρχή της πρόσληψης στο Δημόσιο μέσω του ΑΣΕΠ; Αυτό δεν έπρεπε καν να το εξετάσει ο Συνήγορος του Πολίτη;
Και εν πάσει περιπτώσει, ως πότε θα θεωρείται επιβράβευση για κάποιον που διακρίνεται στο επάγγελμά του το να τον τοποθετήσουν σε μία μόνιμη οργανική διοικητική θέση ενώ έχει πτυχίο γυμναστή; Και τι γίνεται με τους άλλους που επίσης διακρίνονται στα επαγγέλματά τους και δεν γνωρίζουν τέτοιες "τιμές"; Συμβιβάζονται αυτές οι επιλεκτικές νομοθετικές συμπεριφορές με την αρχή της ισότητας;
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 12, 2005
H έμμεση ανάδειξη των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών
Τα μέλη των ανεξάρτητων αρχών στις σύγχρονες δημοκρατίες επιλέγονται με κοινοβουλευτικές διαδικασίες, είτε από την ολομέλεια του κοινοβουλίου είτε από μία κοινοβουλευτική επιτροπή στην οποία εκπροσωπούνται αναλογικά όλες οι πολιτικές πτέρυγες. Η εμμεσότητα της ανάδειξης δεν θα πρέπει να θεωρείται αλλοίωση του δημοκρατικού χαρακτήρα του πολιτεύματος. Άλλωστε, στις σύγχρονες δημοκρατίες, η αμεσότητα των διαδικασιών επιλογής είναι περισσότερο μια εξαίρεση, παρά ο κανόνας. Η εκλογή του προέδρου της δημοκρατίας ή των εκπροσώπων του κοινοβουλίου δεν σημαίνει αυτόματα άμεση εκλογή της νομοθετικής ή της εκτελεστικής εξουσίας. Η νομοθεσία δεν προέρχεται πλέον αποκλειστικά από ένα κοινοβουλευτικό σώμα, όπως, αντίστοιχα, η σύνθεση της κυβέρνησης είναι αποκλειστικό προνόμιο του προέδρου ή του πρωθυπουργού, δηλαδή του ηγέτη της πλειοψηφίας και όχι του κοινοβουλίου. Οι δικαστές, από την άλλη πλευρά, δεν διορίζονται με άμεσες εκλογικές διαδικασίες.
Αντιθέτως, η επιλογή των μελών των ανεξάρτητων αρχών μέσα από ένα συλλογικό σώμα στο οποίο εκπροσωπούνται όλες οι κοινοβουλευτικές πτέρυγες και η εφαρμογή του κανόνα της αυξημένης πλειοψηφίας για την επιλογή των μελών αποτελεί μια σημαντική εγγύηση για την ευρεία αποδοχή των προσώπων. Ένας Ombudsman (Συνήγορος του Πολίτη) που έχει εκλεγεί με την πλειοψηφία των 4/5 από ένα Κοινοβούλιο δεν μπορεί να θεωρείται λιγότερο δημοκρατικά νομιμοποιούμενος από έναν υπουργό ο οποίος μπορεί επίσης να είναι εξωκοινοβουλευτικός και να βρίσκεται στη θέση του απλώς και μόνο επειδή επιλέχθηκε από τον πρωθυπουργό.
Η ένσταση που αφορά την δημοκρατική νομιμοποίηση των ανεξάρτητων αρχών, όμως, δεν συνδέεται τόσο με την αμεσότητα ή μη της επιλογής τους από το λαό. Συνδέεται περισσότερο με την παραβίαση μιας αντίληψης για τη δημοκρατία, στην οποία η λήψη των αποφάσεων πρέπει να εκπορεύεται αποκλειστικά από τους εκπροσώπους της πλειοψηφίας. Η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, δηλαδή οι εκπρόσωποι της πλειοψηφίας, είναι η μόνη που φέρει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και επομένως η μόνη που οφείλει να παίρνει αποφάσεις. Αυτή η αντίληψη για την δημοκρατία παρορά, βεβαίως, τη θεμελιώδη κοινοβουλευτική αρχή ότι η κυβέρνηση οφείλει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της βουλής, δηλαδή ενός σώματος που δεν αποτελείται μόνο από τους εκπροσώπους της πλειοψηφίας του λαού, αλλά από αιρετά μέλη που αντιστοιχούν στο «αντιπροσωπεύσιμο» (αριθμητικά) φάσμα κάθε πολιτικής έκφρασης. Η μονοκομματική κυβέρνηση αναδυκνύεται συχνότατα από μία μονοκομματική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά αυτό δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει την εξίσωση δημοκρατία=πλειοψηφία σε ένα πολιτειακό σύστημα. Συνταγματικός σκοπός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι εξ ορισμού η σύνθεση των απόψεων σε ένα καθεστώς πολυφωνίας, όπου η μειοψηφία φυσικά δεν έχει αποφασιστικό ρόλο, αλλά η φωνή της πρέπει να ακούγεται και δύναται να συμβάλει στη λήψη των αποφάσεων (αρχή της συμμετοχής). Μέσα από μία τέτοια οπτική, η ανάδειξη των ανεξάρτητων αρχών, ενόψει πάντα και της ειδικότητας της αποστολής τους, παρουσιάζεται ως συμβατή με την αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας.
Η αρχή της πλειοψηφίας φαίνεται να παραμερίζεται οριστικά και με την ανάδειξη της αρχής της ομοφωνίας. Με βάση την τελευταία, η μόνη αποδεκτή διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι κατ’ αρχή η ομοφωνία και μόνο κατ’ εξαίρεση η αυξημένη πλειοψηφία. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση εξαίρεσης, η αυξημένη πλειοψηφία διαμορφώνεται κειμενικά σε ένα πλαίσιο που υπερβαίνει κατά πολύ την κομματική πλειοψηφία. Στην ουσία η αρχή της ομοφωνίας εισάγει το δικαίωμα του veto, το οποίο φαίνεται να ενδυναμώνει ακόμη περισσότερο την αποφασιστική συμβολή της μειοψηφίας στη λήψη των αποφάσεων. Η ανάδειξη των μελών των ανεξάρτητων αυτών, διαμορφώνεται με βάση τον κανόνα της ομοφωνίας ή, κατ’ εξαίρεση, της αυξημένης πλειοψηφίας. Η κατοχύρωση αυτής της αρχής αποτελεί ενδεχομένως το μέλλον για τις σημαντικές αποφάσεις που υπερβαίνουν την καθημερινή ρυθμιστική παραγωγή (βλ. καθιέρωση του κανόνα στο Σύνταγμα της Ευρώπης). Υπάρχει βέβαια και ο κίνδυνος εκβιαστικά διαμορφωμένων πλειοψηφιών.
Αντιθέτως, η επιλογή των μελών των ανεξάρτητων αρχών μέσα από ένα συλλογικό σώμα στο οποίο εκπροσωπούνται όλες οι κοινοβουλευτικές πτέρυγες και η εφαρμογή του κανόνα της αυξημένης πλειοψηφίας για την επιλογή των μελών αποτελεί μια σημαντική εγγύηση για την ευρεία αποδοχή των προσώπων. Ένας Ombudsman (Συνήγορος του Πολίτη) που έχει εκλεγεί με την πλειοψηφία των 4/5 από ένα Κοινοβούλιο δεν μπορεί να θεωρείται λιγότερο δημοκρατικά νομιμοποιούμενος από έναν υπουργό ο οποίος μπορεί επίσης να είναι εξωκοινοβουλευτικός και να βρίσκεται στη θέση του απλώς και μόνο επειδή επιλέχθηκε από τον πρωθυπουργό.
Η ένσταση που αφορά την δημοκρατική νομιμοποίηση των ανεξάρτητων αρχών, όμως, δεν συνδέεται τόσο με την αμεσότητα ή μη της επιλογής τους από το λαό. Συνδέεται περισσότερο με την παραβίαση μιας αντίληψης για τη δημοκρατία, στην οποία η λήψη των αποφάσεων πρέπει να εκπορεύεται αποκλειστικά από τους εκπροσώπους της πλειοψηφίας. Η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, δηλαδή οι εκπρόσωποι της πλειοψηφίας, είναι η μόνη που φέρει την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και επομένως η μόνη που οφείλει να παίρνει αποφάσεις. Αυτή η αντίληψη για την δημοκρατία παρορά, βεβαίως, τη θεμελιώδη κοινοβουλευτική αρχή ότι η κυβέρνηση οφείλει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της βουλής, δηλαδή ενός σώματος που δεν αποτελείται μόνο από τους εκπροσώπους της πλειοψηφίας του λαού, αλλά από αιρετά μέλη που αντιστοιχούν στο «αντιπροσωπεύσιμο» (αριθμητικά) φάσμα κάθε πολιτικής έκφρασης. Η μονοκομματική κυβέρνηση αναδυκνύεται συχνότατα από μία μονοκομματική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά αυτό δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει την εξίσωση δημοκρατία=πλειοψηφία σε ένα πολιτειακό σύστημα. Συνταγματικός σκοπός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είναι εξ ορισμού η σύνθεση των απόψεων σε ένα καθεστώς πολυφωνίας, όπου η μειοψηφία φυσικά δεν έχει αποφασιστικό ρόλο, αλλά η φωνή της πρέπει να ακούγεται και δύναται να συμβάλει στη λήψη των αποφάσεων (αρχή της συμμετοχής). Μέσα από μία τέτοια οπτική, η ανάδειξη των ανεξάρτητων αρχών, ενόψει πάντα και της ειδικότητας της αποστολής τους, παρουσιάζεται ως συμβατή με την αρχή της συμμετοχικής δημοκρατίας.
Η αρχή της πλειοψηφίας φαίνεται να παραμερίζεται οριστικά και με την ανάδειξη της αρχής της ομοφωνίας. Με βάση την τελευταία, η μόνη αποδεκτή διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι κατ’ αρχή η ομοφωνία και μόνο κατ’ εξαίρεση η αυξημένη πλειοψηφία. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση εξαίρεσης, η αυξημένη πλειοψηφία διαμορφώνεται κειμενικά σε ένα πλαίσιο που υπερβαίνει κατά πολύ την κομματική πλειοψηφία. Στην ουσία η αρχή της ομοφωνίας εισάγει το δικαίωμα του veto, το οποίο φαίνεται να ενδυναμώνει ακόμη περισσότερο την αποφασιστική συμβολή της μειοψηφίας στη λήψη των αποφάσεων. Η ανάδειξη των μελών των ανεξάρτητων αυτών, διαμορφώνεται με βάση τον κανόνα της ομοφωνίας ή, κατ’ εξαίρεση, της αυξημένης πλειοψηφίας. Η κατοχύρωση αυτής της αρχής αποτελεί ενδεχομένως το μέλλον για τις σημαντικές αποφάσεις που υπερβαίνουν την καθημερινή ρυθμιστική παραγωγή (βλ. καθιέρωση του κανόνα στο Σύνταγμα της Ευρώπης). Υπάρχει βέβαια και ο κίνδυνος εκβιαστικά διαμορφωμένων πλειοψηφιών.
Στην περίπτωση της εκλογής των προσώπων που στελεχώνουν τις ανεξάρτητες αρχές, η διαδικασία δεν είναι αυτοσκοπός. Αυτοσκοπός είναι η επιλογή προσώπων πραγματικά ευρείας αποδοχής που απολαμβάνουν την έγκριση όχι μόνο μιας τυπικής κομματικής πλειοψηφίας, αλλά την πεποίθηση της κοινωνίας ότι βρίσκονται στην «φυσική» τους θέση.
Σάββατο, Δεκεμβρίου 10, 2005
Κρυφές κάμερες: δεν λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο το υλικό της μαγνητοσκόπησης.
Την γνωστή υπόθεση του Δημάρχου ο οποίος υπέβαλε ανήθικες προτάσεις σε ενδιαφερόμενη για εύρεση εργασίας, η οποία τελικά μαγνητοσκόπησε τον Δήμαρχο και έστειλε το υλικό σε τηλεοπτική εκπομπή εκδίκασε το Συμβούλιο της Επικρατείας. Το ζήτημα που τέθηκε στο ΣτΕ ήταν η βασιμότητα του πειθαρχικού παραπτώματος του δημάρχου (παράβαση καθήκοντος), αν δεν ληφθεί υπόψη το αποδεικτικό μέσο της βιντεοταινίας.
Κατά τη γνώμη του τμηματος του ΣτΕ, όχι μόνο οι ιδιώτες αλλά και τα δημόσια πρόσωπα, όπως είναι οι δημοτικοί άρχοντες οι οποίοι εκλέγονται με άμεση ψηφοφορία από το λαό, έχουν δικαίωμα προστασίας και σεβασμού της ιδιωτικής τους ζωής σε βαθμό τέτοιο ώστε να διασφαλίζεται και σε αυτά μία σφαίρα «ιδιωτικότητας», ενώ στον πυρήνα της προστατευόμενης από το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις ιδιωτικής ζωής του ατόμου ανήκει αναμφίβολα και η ερωτική του ζωή (βλ. Σ.τ.Ε. 3545/2002, 554/2003 επταμ.).
Η απόφαση 3922/2005 (24 Νοεμβρίου 2005) έκρινε πάντως ότι λόγω της σπουδαιότητας της υπόθεσης, αυτή πρέπει να κριθεί από την Ολομέλεια του ΣτΕ.
«Επειδή, από τα εν γένει αποδεικτικά στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου της υποθέσεως, ο οποίος απεστάλη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, χωρίς δηλαδή να ληφθεί υπόψη η επίμαχη μη αποσταλείσα μαγνητοσκοπημένη ταινία (πρβλ. απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 12.7.1988, Schenk κατά Ελβετίας, σελ. 48), το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδεικνύονται τα περιστατικά που συνιστούν την πραγματική βάση του αποδιδόμενου στον προσφεύγοντα πειθαρχικού παραπτώματος. Συγκεκριμένα, δεν αποδεικνύεται, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, ότι το ενδιαφέρον που αυτός επέδειξε για την ανεύρεση εργασίας, και μάλιστα στον ιδιωτικό τομέα, στην Μ. Β. εξαρτήθηκε από την σύναψη εκ μέρους της τελευταίας ερωτικών σχέσεων μαζί του. Μόνοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της Μ. Β. μη στηριζόμενοι σε κανένα αποδεικτικό μέσο (μαρτυρικές καταθέσεις κλπ.) δεν αρκούν για να αποδοθεί πειθαρχική ευθύνη στον προσφεύγοντα Δήμαρχο Αλμυρού σχετικά με την εκμετάλλευση της ιδιότητας του ως δημοτικού άρχοντα κατά τρόπο ώστε να θίγεται καίρια το κύρος του αξιώματος του, κατά τα ήδη εκτεθέντα. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η Μ. Β. είχε οικειοθελώς δεχθεί να μετάσχει ως υποψήφια στο ψηφοδέλτιο του προσφεύγοντος, ως υποψηφίου Δημάρχου για το Δήμο Αλμυρού στις τελευταίες δημοτικές εκλογές, επιδιώκουσα την μετά τις εκλογές αυτές βοήθεια του προσφεύγοντος ως Δημάρχου προκειμένου να εργασθεί. Μετά δε τις εκλογές αυτές και την εκ νέου ανάδειξη του προσφεύγοντος σε Δήμαρχο Αλμυρού, με μεσολάβηση του, η Μ. Β. διορίσθηκε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δύο διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων του Δήμου Αλμυρού, ήτοι της Δημοτικής Επιχείρησης Υδρεύσεως και Αποχετεύσεως Αλμυρού και της Επιχείρησης Ανάπτυξης του Δήμου Αλμυρού. Η απασχόληση, όμως, αυτή δεν την ικανοποίησε και «χολώθηκε γιατί προσελήφθη στη ΣΟΒΕΛ η νύφη του αντιδημάρχου» (βλ. καταθέσεις της ιδίας και της μάρτυρος Δ. Κ. στις 10.6.2004 ενώπιον του Συμβουλίου του άρθρου 185 του Π.Δ/τος της 410/95). Ακολούθησε η, με πρωτοβουλία της, συνάντηση με το Δήμαρχο στο γραφείο του στις 16.3.2004 και η εκδήλωση εκ μέρους της ερωτικού ενδιαφέροντος για συνεύρεση μαζί του. Την επομένη 17.3.2004 συναντήθηκαν, πράγματι, σε ιδιωτικό χώρο του προσφεύγοντος στο Βόλο και τα συμβάντα κατά τη συνάντηση αυτή μαγνητοσκοπήθηκαν, εν αγνοία αυτού, μετά από προσυνεννόηση της Μ. Β. με δημοσιογράφους και προβλήθηκαν από τον τηλεοπτικό σταθμό ALTER στις 29.4.2004. Κατά τη γνώμη όμως του συμβούλου Α. Κ., από τα ανωτέρω στοιχεία (αναφορά της Μ. Β. και μαρτυρικές καταθέσεις ενώπιον του Συμβουλίου του άρθρου 185 παρ. 2 του Δ.Κ.Κ.) αποδεικνύεται, εν όψει και της φύσεως του αποδεικτέου θέματος, η πραγματική βάση του πειθαρχικού παραπτώματος της σοβαρής παράβασης καθήκοντος που αποδόθηκε στον προσφεύγοντα. Ειδικότερα, η επιδίωξη από τον προσφεύγοντα της σύναψης ερωτικών σχέσεων με την Μ. Β. προκύπτει από την παραδοχή του ιδίου ότι η κατά τ' ανωτέρω συνάντηση του με τη Μ. Β. σε διαμέρισμα του στο Βόλο έγινε με σκοπό την ερωτική συνεύρεση. Το ότι δε τούτο έγινε με την εκμετάλλευση της ιδιότητας του δημάρχου και την απορρέουσα από την ιδιότητα αυτή δυνατότητα του για μεσολάβηση προς εξεύρεση μόνιμης απασχόλησης σ' αυτήν προκύπτει επαρκώς από την αναφορά και την κατάθεση της Μ. Β. και από τις καταθέσεις των ως άνω δύο μαρτύρων, οι οποίοι κατέθεσαν ότι ο προσφεύγων κατέβαλε πράγματι προσπάθειες για ανεύρεση εργασίας σ' αυτήν. (…)
Επειδή, εν προκειμένω, η κατά τ' ανωτέρω μαγνητοσκόπηση της συνάντησης, που είχε ο προσφεύγων με την Μ. Β. στις 17.3.2004 σε ιδιωτικό του χώρο στο Βόλο που είχε ως σκοπό την ερωτική συνεύρεση, έγινε κατά παράβαση της διατάξεως του άρθρου 9 παρ. 1 του Συντάγματος, που προστατεύει την ιδιωτική ζωή του ατόμου, στον πυρήνα της οποίας ανήκει και η ερωτική του ζωή, και του 370Α παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα, τη σχετική, όμως, μαγνητοσκοπημένη ταινία θα μπορούσε να προσκομίσει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 370Α παρ. 4 του Ποινικού Κώδικα, στα αρμόδια πειθαρχικά όργανα μόνον ο προσφεύγων και όχι οποιοσδήποτε άλλος, αφού μόνον αυτός μπορεί κατά νόμο να μετάσχει στην πειθαρχική διαδικασία ως εγκαλούμενος. Συνεπώς, αφού όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο προσφεύγων δεν προσεκόμισε την εν λόγω μαγνητοσκοπημένη ταινία, αυτή δεν μπορεί νομίμως να ληφθεί υπόψη ως αποδεικτικό μέσο και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος να διαταχθεί η προσκόμιση της ώστε να εκτιμηθεί και αυτή από το Δικαστήριο, προκειμένου τούτο να διαμορφώσει με βάση και το στοιχείο αυτό δικανική πεποίθηση για την απόδειξη της διάπραξης από τον προσφεύγοντα του πειθαρχικού παραπτώματος που του αποδόθηκε.»
Η απόφαση εισάγει μια τομή στην αποδεικτική διαδικασία του πειθαρχικού δικαίου, αφού κρίνει ότι η απόδειξη της παράβασης καθήκοντος από δόλο ενός δημάρχου, ως έννομο αγαθό δεν είναι τόσο σημαντικό ώστε να καμφθεί η συνταγματική απαγόρευση της χρήσης παράνομα αποκτηθέντος αποδεικτικού μέσου. Η τελευταία απαγόρευση δεν είναι απόλυτη (παρά τη γραμματική της διατύπωση στο άρθρο 19§3 Σ.), αλλά κάμπτεται σε περιπτώσεις διακύβευσης μείζονος σημασίας έννομων αγαθών (όπως π.χ. η ζωή), οπότε αν το παράνομο αποδεικτικό μέσο είναι το μόνο διαθέσιμο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σύμφωνα και με την αγόρευση Βενιζέλου κατά τη διάρκεια της Αναθεώρησης του Συντάγματος, στην οποία ρητά παραπέμπει η απόφαση.
Κατά τη γνώμη του τμηματος του ΣτΕ, όχι μόνο οι ιδιώτες αλλά και τα δημόσια πρόσωπα, όπως είναι οι δημοτικοί άρχοντες οι οποίοι εκλέγονται με άμεση ψηφοφορία από το λαό, έχουν δικαίωμα προστασίας και σεβασμού της ιδιωτικής τους ζωής σε βαθμό τέτοιο ώστε να διασφαλίζεται και σε αυτά μία σφαίρα «ιδιωτικότητας», ενώ στον πυρήνα της προστατευόμενης από το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις ιδιωτικής ζωής του ατόμου ανήκει αναμφίβολα και η ερωτική του ζωή (βλ. Σ.τ.Ε. 3545/2002, 554/2003 επταμ.).
Η απόφαση 3922/2005 (24 Νοεμβρίου 2005) έκρινε πάντως ότι λόγω της σπουδαιότητας της υπόθεσης, αυτή πρέπει να κριθεί από την Ολομέλεια του ΣτΕ.
«Επειδή, από τα εν γένει αποδεικτικά στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου της υποθέσεως, ο οποίος απεστάλη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, χωρίς δηλαδή να ληφθεί υπόψη η επίμαχη μη αποσταλείσα μαγνητοσκοπημένη ταινία (πρβλ. απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 12.7.1988, Schenk κατά Ελβετίας, σελ. 48), το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδεικνύονται τα περιστατικά που συνιστούν την πραγματική βάση του αποδιδόμενου στον προσφεύγοντα πειθαρχικού παραπτώματος. Συγκεκριμένα, δεν αποδεικνύεται, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον προσφεύγοντα, ότι το ενδιαφέρον που αυτός επέδειξε για την ανεύρεση εργασίας, και μάλιστα στον ιδιωτικό τομέα, στην Μ. Β. εξαρτήθηκε από την σύναψη εκ μέρους της τελευταίας ερωτικών σχέσεων μαζί του. Μόνοι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της Μ. Β. μη στηριζόμενοι σε κανένα αποδεικτικό μέσο (μαρτυρικές καταθέσεις κλπ.) δεν αρκούν για να αποδοθεί πειθαρχική ευθύνη στον προσφεύγοντα Δήμαρχο Αλμυρού σχετικά με την εκμετάλλευση της ιδιότητας του ως δημοτικού άρχοντα κατά τρόπο ώστε να θίγεται καίρια το κύρος του αξιώματος του, κατά τα ήδη εκτεθέντα. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η Μ. Β. είχε οικειοθελώς δεχθεί να μετάσχει ως υποψήφια στο ψηφοδέλτιο του προσφεύγοντος, ως υποψηφίου Δημάρχου για το Δήμο Αλμυρού στις τελευταίες δημοτικές εκλογές, επιδιώκουσα την μετά τις εκλογές αυτές βοήθεια του προσφεύγοντος ως Δημάρχου προκειμένου να εργασθεί. Μετά δε τις εκλογές αυτές και την εκ νέου ανάδειξη του προσφεύγοντος σε Δήμαρχο Αλμυρού, με μεσολάβηση του, η Μ. Β. διορίσθηκε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δύο διοικητικών συμβουλίων δημοτικών νομικών προσώπων του Δήμου Αλμυρού, ήτοι της Δημοτικής Επιχείρησης Υδρεύσεως και Αποχετεύσεως Αλμυρού και της Επιχείρησης Ανάπτυξης του Δήμου Αλμυρού. Η απασχόληση, όμως, αυτή δεν την ικανοποίησε και «χολώθηκε γιατί προσελήφθη στη ΣΟΒΕΛ η νύφη του αντιδημάρχου» (βλ. καταθέσεις της ιδίας και της μάρτυρος Δ. Κ. στις 10.6.2004 ενώπιον του Συμβουλίου του άρθρου 185 του Π.Δ/τος της 410/95). Ακολούθησε η, με πρωτοβουλία της, συνάντηση με το Δήμαρχο στο γραφείο του στις 16.3.2004 και η εκδήλωση εκ μέρους της ερωτικού ενδιαφέροντος για συνεύρεση μαζί του. Την επομένη 17.3.2004 συναντήθηκαν, πράγματι, σε ιδιωτικό χώρο του προσφεύγοντος στο Βόλο και τα συμβάντα κατά τη συνάντηση αυτή μαγνητοσκοπήθηκαν, εν αγνοία αυτού, μετά από προσυνεννόηση της Μ. Β. με δημοσιογράφους και προβλήθηκαν από τον τηλεοπτικό σταθμό ALTER στις 29.4.2004. Κατά τη γνώμη όμως του συμβούλου Α. Κ., από τα ανωτέρω στοιχεία (αναφορά της Μ. Β. και μαρτυρικές καταθέσεις ενώπιον του Συμβουλίου του άρθρου 185 παρ. 2 του Δ.Κ.Κ.) αποδεικνύεται, εν όψει και της φύσεως του αποδεικτέου θέματος, η πραγματική βάση του πειθαρχικού παραπτώματος της σοβαρής παράβασης καθήκοντος που αποδόθηκε στον προσφεύγοντα. Ειδικότερα, η επιδίωξη από τον προσφεύγοντα της σύναψης ερωτικών σχέσεων με την Μ. Β. προκύπτει από την παραδοχή του ιδίου ότι η κατά τ' ανωτέρω συνάντηση του με τη Μ. Β. σε διαμέρισμα του στο Βόλο έγινε με σκοπό την ερωτική συνεύρεση. Το ότι δε τούτο έγινε με την εκμετάλλευση της ιδιότητας του δημάρχου και την απορρέουσα από την ιδιότητα αυτή δυνατότητα του για μεσολάβηση προς εξεύρεση μόνιμης απασχόλησης σ' αυτήν προκύπτει επαρκώς από την αναφορά και την κατάθεση της Μ. Β. και από τις καταθέσεις των ως άνω δύο μαρτύρων, οι οποίοι κατέθεσαν ότι ο προσφεύγων κατέβαλε πράγματι προσπάθειες για ανεύρεση εργασίας σ' αυτήν. (…)
Επειδή, εν προκειμένω, η κατά τ' ανωτέρω μαγνητοσκόπηση της συνάντησης, που είχε ο προσφεύγων με την Μ. Β. στις 17.3.2004 σε ιδιωτικό του χώρο στο Βόλο που είχε ως σκοπό την ερωτική συνεύρεση, έγινε κατά παράβαση της διατάξεως του άρθρου 9 παρ. 1 του Συντάγματος, που προστατεύει την ιδιωτική ζωή του ατόμου, στον πυρήνα της οποίας ανήκει και η ερωτική του ζωή, και του 370Α παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα, τη σχετική, όμως, μαγνητοσκοπημένη ταινία θα μπορούσε να προσκομίσει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 370Α παρ. 4 του Ποινικού Κώδικα, στα αρμόδια πειθαρχικά όργανα μόνον ο προσφεύγων και όχι οποιοσδήποτε άλλος, αφού μόνον αυτός μπορεί κατά νόμο να μετάσχει στην πειθαρχική διαδικασία ως εγκαλούμενος. Συνεπώς, αφού όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, ο προσφεύγων δεν προσεκόμισε την εν λόγω μαγνητοσκοπημένη ταινία, αυτή δεν μπορεί νομίμως να ληφθεί υπόψη ως αποδεικτικό μέσο και, ως εκ τούτου, δεν συντρέχει νόμιμος λόγος να διαταχθεί η προσκόμιση της ώστε να εκτιμηθεί και αυτή από το Δικαστήριο, προκειμένου τούτο να διαμορφώσει με βάση και το στοιχείο αυτό δικανική πεποίθηση για την απόδειξη της διάπραξης από τον προσφεύγοντα του πειθαρχικού παραπτώματος που του αποδόθηκε.»
Η απόφαση εισάγει μια τομή στην αποδεικτική διαδικασία του πειθαρχικού δικαίου, αφού κρίνει ότι η απόδειξη της παράβασης καθήκοντος από δόλο ενός δημάρχου, ως έννομο αγαθό δεν είναι τόσο σημαντικό ώστε να καμφθεί η συνταγματική απαγόρευση της χρήσης παράνομα αποκτηθέντος αποδεικτικού μέσου. Η τελευταία απαγόρευση δεν είναι απόλυτη (παρά τη γραμματική της διατύπωση στο άρθρο 19§3 Σ.), αλλά κάμπτεται σε περιπτώσεις διακύβευσης μείζονος σημασίας έννομων αγαθών (όπως π.χ. η ζωή), οπότε αν το παράνομο αποδεικτικό μέσο είναι το μόνο διαθέσιμο μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σύμφωνα και με την αγόρευση Βενιζέλου κατά τη διάρκεια της Αναθεώρησης του Συντάγματος, στην οποία ρητά παραπέμπει η απόφαση.
Το θέμα θα λυθεί οριστικά από την Ολομέλεια του ΣτΕ.
"Όργια στη Ζάκυνθο":Είδηση ή αλίευση τηλεθέασης;
Σύσταση επέβαλε το ΕΣΡ στις 22 Νοεμβρίου για ρεπορτάζ καναλιού που μεταδόθηκε στις 8 Αυγούστου στο δελτίο ειδήσεων με τίτλο "όργια στη Ζάκυνθο".
"Διαρκούσης της εκπομπής, μεταδόθηκαν σκηνές όπου νεαροί θαμώνες νυκτερινού κέντρου αναπαρέστησαν μαζικά σεξουαλικές συνευρέσεις άλλοτε ντυμένοι, άλλοτε ημίγυμνοι, άλλοτε με ραπίσματα του ενός στα ημίγυμνα οπίσθια του εταίρου ο οποίος φορουσε κόκκινο στρινγκ, άλλοτε με χαϊδολογήματα, άλλοτε με επισημάνσεις δια μαρκαδόρυ στο στήθος γυναικός και σε κάθε περίπτωση με ημιδιαφανή ζώνη που κάλυπτε τα πρόσωπα των νεαρών."
Μειοψήφισε ο αντιπρόεδρος του ΕΣΡ Δημήτρης Χαραλάμπης, κατά τον οποίον πρόκειται περί ειδήσεως προς ενημέρωση του κοινού και δεν έπρεπε να επιβληθεί καμία κύρωση.
http://www.esr.gr/media/456-2005.pdf
Πρώτα από όλα να χαιρετίσουμε την αποτελεσματικότητα της Αρχής, η οποία επεμβαίνει τρεις μήνες μετά για να επιβάλει σύσταση για ένα καλοκαιρινό ρεπορτάζ.
Δεύτερον να συγχαρούμε το συντάκτη της απόφασης για την απολαυστική εφαρμογή της νομικής γλώσσας και την γλαφυρότητα της ακριβολογίας του.
Τρίτον, η απόφαση εντάσσεται στο γνωστό corpus νομολογίας του ΕΣΡ που θα διδάσκεται για χρόνια στις νομικές σχολές παγκοσμίως, ως case study παραγνώρισης της πολιτικής-διοικητικής αποστολής μιας ρυθμιστικής αρχής.
Στο Ίντερνετ το αρχείο με τους γιατρούς που κάνουν ειδικότητα
Με γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων επιτρέπεται στο Υπουργείο Υγείας η ανάρτηση στο Ίντερνετ της βάσης δεδομένων με τους ιατρούς που υπηρετούν σε νοσοκομεία και αγροτικά ιατρεία ("ειδικότητα"), προκειμένου να γνωρίζουν ποιος ειναι που και να μην υποβάλλουν άσκοπες αιτήσεις.
http://www.dpa.gr/Documents/Gre/Apofaseis/69_05_anonym.doc
Ωστόσο, η απόφαση της Αρχής πουθενά δεν αναφέρει ότι η πρόσβαση σε μία τέτοια βάση δεδομένων πρέπει να γίνεται αποκλειστικά με κωδικό που θα δίνεται μόνο στους ενδιαφερόμενους. Διαφορετικά, η δημοσιοποίηση στο Ίντερνετ ενός τέτοιου όγκου προσωπικών δεδομένων (ποιος υπηρετεί που) στα οποία έχει πρόσβαση κάθε χρήστης του διαδικτύου είναι ξεκάθαρο ότι υπερβαίνει τον καθορισμένο σκοπό της επεξεργασίας (πρόσβαση μόνο από υποψήφιους για διευκόλυνση εντοπισμού κενών θέσεων) και θέτει σε κίνδυνο τις προσωπικές πληροφορίες των ίδιων των ιατρών που υπηρετούν.
Επιπρόσθετα, η απόφαση μην προβλέποντας διάταξη για κωδικό, δημιουργεί αμφιβολία για το κατά πόσον τηρείται η αρχή των οργανωτικών και τεχνικών μέτρων ασφαλείας των δεδομένων (άρθρο 10 Ν.2472/1997), αφού η ελεύθερη ανάρτησή τους στο διαδίκτυο εισάγει αυξημένο κίνδυνο δευτερεύουσας χρήσης και διαρροής των πληροφοριών προς κατευθύνσεις που δεν υπάρχει κανένας λόγος να φτάσουν.
Η Αρχή θα έπρεπε να λάβει υπόψη της το έγγραφο "Access to documents and data protection" του Ευρωπαίου Επόπτης Προστασίας Δεδομένων, το οποίο θέτει ορισμένους σημαντικούς κανόνες για το κατά πόσον ορισμένα δεδομένα θα πρέπει να αναρτώνται στο διαδίκτυο και κυρίως λίστες επιτυχόντων σε διαγωνισμούς. Στο έγγραφο αυτό ο Εποπτης επισημαίνει ότι ακόμη και οι λίστες επιτυχόντων δεν περιέχουν ουδέτερες πληροφορίες και η ευρεία δημοσιοποίησή τους μέσω του διαδικτύου ενδεχομένως να έχει σημαντικές επιπτώσεις στα υποκείμενα των δεδομένων.
Σε κάθε περίπτωση η Αρχή όφειλε να είχε επισημάνει ότι το δικαίωμα ανάρτησης πρέπει να εξαρτάται από την προηγούμενη συγκατάθεση του ιατρού για ανάρτηση των πληροφοριών του στο διαδίκτυο. Η "διευκόλυνση" των διαδικασιών του Υπουργείο δεν μπορεί να βρίσκεται πάνω από τις θεμελιώδεις ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών.
Δικαίωμα γυναίκας να διαλευκάνει ιδιωτικά τον ύποπτο θάνατο του παιδιού της.
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων επέτρεψε σε μία γυναίκα την πρόσβαση στον κατάλογο με τις γυναίκες που γέννησαν σε ένα συγκεκριμένο μαιευτήριο, ορισμένες μέρες, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60. Η γυναίκα αυτή είχε γεννήσει τότε σε εκείνο το μαιευτήριο, όμως ενημερώθηκε ότι το παιδί της δεν επιβίωσε. Επειδή δεν βρέθηκε ληξιαρχική πράξη θανάτου και στο αρχείο του κοιμητηρίου που έμαθε ότι είχε ενταφιαστεί δεν υπήρχε σχετική καταχώρηση, ζήτησε τον κατάλογο με τις γυναίκες που γέννησαν την ίδια περίοδο. Το μαιευτήριο απευθύνθηκε στην Αρχή και η τελευταία έδωσε άδεια να παραχωρηθούν τα στοιχεία των μητέρων εκείνης της περιόδου στην γυναίκα.
http://www.dpa.gr/Documents/Gre/Apofaseis/67_05_anonym.doc
Όπως έχει αποκαλυφθεί τα τελευταία χρόνια, το εμπόριο βρεφών ανθούσε εκείνη την περίοδο. Και είναι ιερή η επιθυμία μιας γυναίκας να ανακαλύψει τι συνέβη στο παιδί που γέννησε, αν υπάρχουν τέτοιες υπόνοιες. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση της Αρχής δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη. Για ποιο λόγο να δοθούν αυτά τα δεδομένα στην ίδια την γυναίκα και όχι στις αρμόδιες για την έρευνα αρχές ή κοινωνικές υπηρεσίες; Κανείς δεν σκέφτηκε την διατάραξη της ιδιωτικότητας όλων αυτών των γυναικών με τις οποίες θα έρθει σε επαφή η μητέρα και την παραβίαση της ψυχικής τους γαλήνης. Ακόμη δηλαδή κι αν βρεθεί ότι κάποια από αυτές οικειοποιήθηκε το νεογέννητο, ποιο είναι ακριβώς το υπέρτερο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί την ιδιωτική διαλεύκανση αυτου του "μυστηρίου", τη στιγμή που και το έγκλημα της αρπαγής έχει παραγραφεί μετά από τόσες δεκαετίες, αλλά και ούτε "οικογένεια" μπορεί να θεωρηθεί ότι υπήρξε (κατά το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ). Επίσης τίθεται θέμα και με την ιδιωτικότητα του ίδιου του παιδιού, αν είναι ζωντανό.
Η απόφαση αυτή μπορεί να δημιουργήσει σοβαρή κοινωνική αναταραχή, αν αποτελέσει μια νομολογία. Δίνοντας το δικαίωμα στις ίδιες τις μητέρες να διερευνήσουν ιδιωτικά τις υποθέσεις, χωρίς βέβαια να διαθέτουν την απαιτούμενη ψυχραιμία, καλλιεργείται μια κουλτούρα επιτρεπόμενης εισόδου στην ιδιωτική ζωή ατόμων για ενδεχομένως εντελώς άγνωστές τους πράξεις που συνέβησαν αρκετά χρόνια πριν και για τις οποίες προφανώς δεν θα έχουν ιδέα και επιπλέον θα καλούνται να αποδείξουν και την υποτιθέμενη "αθωότητά" τους.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Απαγόρευση λειτουργίας καμπάνας ναού λόγω ηχορύπανσης
Σε υπόθεση που εκπροσωπώ τον θιγόμενο πολίτη, μετά από 2 προσωρινές διαταγές, το Πρωτοδικείο Καλαμάτας εξέδωσε και απόφαση ασφαλιστικών μ...