Κυριακή, Μαρτίου 22, 2020

Πώς η Κυβέρνηση παραβιάζει τον GDPR

Yπάρχει μια εσφαλμένη αντίληψη ότι επειδή βρισκόμαστε σε άλλη μια περίοδο κρίσης, δεν εφαρμόζονται οι κανόνες για την προστασία δεδομένων. Ότι δηλαδή, το κράτος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει με τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών και ότι αυτό θα δικαιολογηθεί ή δεν θα έχει επιπτώσεις.
Είναι αδιανόητο ένα κράτος να λαμβάνει τόσο παρεμβατικά μέτρα που περιορίζουν τα δικαιώματα των πολιτών, για το καλό τους (όλα για το καλό των πολιτών θα ισχυρίζεται πάντοτε ότι το κράτος ότι τα κάνει), χωρίς να έχει μεριμνήσει για τις απαραίτητες διασφαλίσεις δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, προ καιρού εστάλη από το Υπουργείο Υγείας ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με ενημέρωση για τον κορονοϊό με άντληση των ηλεκτρονικών διευθύνσεων μας από το αρχείο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Αυτό από μόνο του συνιστούσε μια δευτερεύουσα χρήση για σκοπό διαφορετικό από την συλλογή του (φορολογική διοίκηση) που θα μπορούσε, έχω υποστηρίξει, να δικαιολογηθεί για σκοπούς προστασίας της δημόσιας υγείας. Εφόσον όμως έγινε αυτή η δευτερεύουσα χρήση δεδομένων, έπρεπε προηγουμένως να έχει ολοκληρωθεί η ενημέρωση των πολιτών ότι τα δεδομένα τους θα χρησιμοποιηθούν για νέο σκοπό, διαφορετικό από τον σκοπό της συλλογής! Και έπρεπε να υπάρχει νομική βάση για αυτό. Η ενημέρωση έπρεπε να γίνει σύμφωνα με το άρθρο 14 του GDPR ("Πληροφορίες που παρέχονται εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν έχουν συλλεγεί από το υποκείμενο των δεδομένων"). Διότι κάθε τέτοια επεξεργασία δεδομένων πρέπει να γίνεται με πλήρη διαφάνεια, ώστε καθένας να γνωρίζει πότε, για ποιόν σκοπό και από ποιόν θα καταστούν τα προσωπικά δεδομένα που τον αφορούν αντικείμενο επεξεργασίας.
Υπάρχει βέβαια ως νόμιμη βάση επεξεργασίας ευαίσθητων δεδομένων η σχετική απαλλακτική ρήτρα του άρθρου 9 ("Ειδικές κατηγορίες δεδομένων") για την επεξεργασία με σκοπό την αποτροπή απειλών της δημόσιας υγείας, αλλά αυτό απλά επιτρέπει την συλλογή και επεξεργασία, ΧΩΡΙΣ να απαλλάσσει το κράτος από την τήρηση ΟΛΩΝ των άλλων υποχρεώσεων διαφάνειας και σχεδιασμού με ελαχιστοποίηση των δεδομένων που ζητούνται.
Μου φαίνεται πραγματικά αδιανόητο ότι ουδείς από την Κυβέρνηση ασχολείται με αυτό το θέμα, ενώ μπορεί να γίνει μια ωραιότατη καταγγελία ανά πάσα στιγμή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μη εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας και να έχουμε διαδικασίες ελέγχου, κυρώσεων και παραπομπής στο Δικαστήριο της Ε.Ε.
Ιδιαίτερα ανήσυχοι πρέπει να είμαστε και για το γεγονός ότι η διαδικασία γνωστοποίησης των μετακινήσεων των πολιτών για όσο διαρκεί το μέτρο της απαγόρευσης κυκλοφορίας δεν συνοδεύεται από ανακοινώσεις σχετικά με την τήρηση των εν λόγω διατάξεων.
Ξαφνικά το κράτος θα αρχίσει να συλλέγει σημαντικότατες πληροφορίες που αφορούν την ατομική κίνηση του ατόμου (σημειωτέον ότι κατά τον GDPR τα δεδομένα μετακινήσεων είναι εκείνα που αποτελούν τα ενδεικτικά στοιχεία της "κατάρτισης προφί", σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις) μέσω δηλώσεων με σύντομα μηνύματα κινητής τηλεφωνίας. Ενώ δηλαδή έχουν ανακοινωθεί αριθμοί και διαδικασίες, απολύτως τίποτε δεν έχει ανακοινωθεί για την τήρηση του GDPR!
Συγκεκριμένα:
1) Δεν υπάρχει καμία απολύτως ενημέρωση των πολιτών για την τύχη των δεδομένων αυτών όπως απαιτείται κατά το άρθρο 13 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων ("Πληροφορίες που παρέχονται εάν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα συλλέγονται από το υποκείμενο των δεδομένων").
2) Δεν υπάρχει απολύτως καμία ενημέρωση σχετικά με την τήρηση του κανόνα του άρθρου 25 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων ("Προστασία των δεδομένων ήδη από το σχεδιασμό και εξ ορισμού") που επιβάλλει στον υπεύθυνος επεξεργασίας να εφαρμόζει αποτελεσματικά, τόσο κατά τη στιγμή του καθορισμού των μέσων επεξεργασίας όσο και κατά τη στιγμή της επεξεργασίας, κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, όπως η ψευδωνυμοποίηση, σχεδιασμένα για την εφαρμογή αρχών προστασίας των δεδομένων, όπως η ελαχιστοποίηση των δεδομένων, και την ενσωμάτωση των απαραίτητων εγγυήσεων στην επεξεργασία κατά τρόπο ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και να προστατεύονται τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων.
3) Δεν υπάρχει καμία ενημέρωση για την συμφωνία των "από κοινού υπεύθυνων επεξεργασίας", καθώς εδώ δεν είναι εμπλεκόμενη μόνο μία κρατική υπηρεσία, αλλά ένα μπουκέτο δημόσιων και ιδιωτικών (εταιρίες τηλεφωνίας) οργανισμών. Αυτό κατά το άρθρο 26 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων επιβάλλει, σε περίπτωση που δύο ή περισσότεροι υπεύθυνοι επεξεργασίας καθορίζουν από κοινού τους σκοπούς και τα μέσα της επεξεργασίας, να καθορίζουν με διαφανή τρόπο τις αντίστοιχες ευθύνες τους για συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, ιδίως όσον αφορά την άσκηση των δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους για να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 13 και 14, μέσω συμφωνίας μεταξύ τους, εκτός εάν και στον βαθμό που οι αντίστοιχες αρμοδιότητες των υπευθύνων επεξεργασίας καθορίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπόκεινται οι υπεύθυνοι επεξεργασίας. Στη συμφωνία μπορεί να αναφέρεται ένα σημείο επικοινωνίας για τα υποκείμενα των δεδομένων. Τίποτε από αυτά δεν έχει δημοσιοποιηθεί.
4) Δεν υπάρχει καμία απολύτως ενημέρωση σχετικά με την διενεργηθείσα εκτίμηση αντικτύπου που επιβάλλει το άρθρο 35 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (" Όταν ένα είδος επεξεργασίας, ιδίως με χρήση νέων τεχνολογιών και συνεκτιμώντας τη φύση, το πεδίο εφαρμογής, το πλαίσιο και τους σκοπούς της επεξεργασίας, ενδέχεται να επιφέρει υψηλό κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας διενεργεί, πριν από την επεξεργασία, εκτίμηση των επιπτώσεων των σχεδιαζόμενων πράξεων επεξεργασίας στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε μία εκτίμηση μπορεί να εξετάζεται ένα σύνολο παρόμοιων πράξεων επεξεργασίας οι οποίες ενέχουν παρόμοιους υψηλούς κινδύνους.").
Αυτά δεν υποβαθμίζουν την συλλογική προσπάθεια που κάνει η χώρα για να αποφύγει τον τεράστιο κίνδυνο για την δημόσια υγεία. Είναι η απόδειξη ότι μπορείς να έχεις και δημοκρατία και κράτος δικαίου, μαζί με την επιδίωξη των στόχων γενικού συμφέροντος. Αλλά πρέπει κάποιοι να ασχοληθούν και μάλιστα σοβαρά. Τα χειροκροτήματα και η "επικοινωνία" δεν αρκούν. Ούτε πρέπει να επικαλούμαστε συνέχεια τις κυρώσεις που θα έρθουν. Είναι ζητήματα αρχής.

Δευτέρα, Μαρτίου 09, 2020

Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι είναι προσωπικά δεδομένα του δικηγόρου το e-mail του σε εντολέα

Με ιδιαίτερη ικανοποίηση ανακοινώνουμε την έκδοση της απόφασης 186/2020 του Α'1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Με την απόφαση αυτή, ο Άρειος Πάγος δέχτηκε αίτηση αναίρεσης κατά εφετειακής απόφασης που απέρριψε έφεση επί πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης. Την αγωγή είχε υποβάλει δικηγόρος, η οποία ζήτησε δικαστικη προστασία, διότι ο εντολέας της χρησιμοποίησε σε άσχετη δίκη μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, στο οποίο εκείνη του είχε γνωστοποιήσει την δικηγορική αμοιβή της, τον τραπεζικό λογαριασμό της, στοιχεία για τον δικηγορικό χειρισμό υπόθεσης ενώπιον του ΣτΕ και άλλα δεδομένα της.
Το Εφετείο Αθηνών, αναπαράγοντας την γνωστή και παντελώς εσφαλμένη αιτιολογία που, δυστυχώς, εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια επαναλαμβανόμενη σε δικαστικές αποφάσεις, είχε κρίνει ότι "δεν θεωρούνται δεδομένα οι πληροφορίες των οποίων κάνει κάποιος χρήση και οι οποίες περιήλθαν σε γνώση του, χωρίς να ερευνήσει αυτός κάποιο αρχείο ή χωρίς να του τις έχει μεταδώσει τρίτος που επενέβη σε αρχείο, γιατί εκλείπει η προϋπόθεση του αρχείου ως στοιχείου της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος του άρθρου 22 παρ. 4 του Ν.2472/1997 [...] η αγωγή ορθά απερρίφθη με την εκκαλουμένη ως νόμω αβάσιμη καθόσον η κρίσιμη επιστολή, η οποία δεν αναφέρεται ότι αποκτήθηκε από τον εναγόμενο με παράνομο τρόπο, δεν αποτελεί διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ούτως ώστε να εμπίπτει στην έννοια του αρχείου, όπως προβλέπεται στο ν. 2472/1997, ούτε η προσκόμισή της ενώπιον του δικαστηρίου συνιστά άνευ ετέρου παράνομη πράξη ήτοι παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει η ενάγουσα, προκειμένου να θεμελιώσει την αξίωσή της στην παράβαση του ν.2472/1997. Ο δε ισχυρισμός της ότι αρχείο νοείται κατά βάση το έγγραφο υπό διάφορες μορφές του, με την έννοια ότι η έγγραφη πληροφορία είναι αυτή που μπορεί να αποτελεί αφ' εαυτής αντικείμενο επεξεργασίας, δεν ευρίσκει έρεισμα στο νόμο και αντιβαίνει το σκοπό αυτού". 
Εκπροσωπήσαμε την συνάδελφο ενώπιον του Αρείου Πάγου με αίτηση αναίρεσης, προβάλλοντας δύο λόγους: την εσφαλμένη ερμηνεία του πεδίου εφαρμογής του Ν.2472/1997 (και κατ' επέκταση και του ΓΚΠΔ), καθώς και την εσφαμένη ερμηνεία και εφαρμογή του κανόνα που απαγορεύει την χρήση άσχετων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενόψει του σκοπού της επεξεργασίας. 
Ο Άρειος Πάγος έκρινε δεκτούς και τους δύο λόγους αναίρεσης. Συγκεκριμένα, αναφέρει στην απόφασή του:
"Έτσι που έκρινε το Εφετείο παραβίασε την διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 και 2 του ν.2472/1997, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 2,3 παρ. 1, 4 παε 1 στοιχ. α' και β', 5 παρ. 1, 11 παρ. 1 και 3 του ίδιου νόμου και εκείνες των άρθρων 57,59.299 και 932 του ΑΚ, τις οποίες δεν εφάρμοσε, απορρίπτοντας ως νομικά αβάσιμη την έχουσα το ανωτέρω περιεχόμενο αγωγή, αν και αυτές έπρεπε να εφαρμοστούν στην κρινόμενη υπόθεση, καθόσον, με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή, συγκροτείται το πραγματικό των διατάξεων των πιο πάνω άρθρων και συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους και ως εκ τούτου η αγωγή ήταν νομικά βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις αυτές. Τούτο δε διότι αποφασιστικής σημασίας στοιχείο στην προκειμένη περίπτωση για την στοιχειοθέτηση της επικαλούμενης αστικής ευθύνης του αναιρεσιβλήτου (εναγομένου) δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο ο τελευταίος απέκτησε το συγκεκριμένο έγγραφο (επιστολή), το οποίο αποτελούσε μέρος (περιεχόμενο) αρχείου κατά την έννοια του ν.2472/1997. ως περιλαμβανόμενο σε διαρθρωμένο σύνολο δεδομε΄νων, που είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια. Ειδικότερα, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, το έγγραφο αυτό απεστάλη από την αναιρεσείουσα (ενάγουσα) υπό τη μορφή συνημμένου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) προς το νόμιμο εκπρόσωπο της εταιρείας *** και ως εκ τούτου παρέμεινε στα ψηφιακά δεδομένα της εν λόγω εταιρείας, με αποτέλεσμα να είναι ευχερής η πρόσβαση στα δεδομένα αυτά των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με συγκεκριμένα κριτήρια, όπως είναι η ημερομηνία αποστολής, ο αποστολέας, το θέμα, κλπ. Επίσης, κρίσιμο ζήτημα στην παρούσα περίπτωση δεν είναι το εάν ο αναιρεσίβλητος έλαβε νομίμως ή όχι γνώση των περιλαμβανομένων στο έγγραφο αυτό προσωπικών δεδομένων της αναιρεσείουσας, αλλά το ότι, αν και το εν λόγω έγγραφο περιήλθε σ' αυτόν, στη συνέχεια προέβη σε περαιτέρω επεξεργασία αυτού με την προσκόμισή του ως αποδεικτικού εγγράφου στο προαναφερόμενο Δικαστήριο και ως εκ τούτου με χρήση των καταγεγραμμένων σ' αυτό πληροφοριών, που αφορούσαν, εκτός των άλλων, το ποσό της αμοιβής της αναιρεσείουσας, τον αριθμό του τραπεζικού της λογαριασμού και όλα τα στοιχεία θυέσης της (ακριβής διεύθυνση / τηλέφωνο / ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Επιπλέον, κρίσιμο στοιχείο εν προκειμένω είναι το εάν η ως άνω περαιτέρω επεξεργασία (χρήση) εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου έγινε νόμιμα, λαμβανομένου υπόψη ότι, όπως άλλωστε αναφέρεται στην αγωγή, η επίδικη επιστολή εστάλη στην εντολέα της αναιρεσείουσας *** για την εκκαθάριση των λογαριασμών της δικηγορικής της αμοιβής και την καταβολή του υπολοίπου αυτής στον προσωπικό της λογαριασμό και με το σκοπό η τελευταία να τηρήσει αυτήν στο αρχείο της για την επίλυση της μεταξύ τους διένεξης. Με τα δεδομένα αυτά είναι σαφές ότι καθοριστικής σημασίας στην παρούσα περίπτωση είναι το εάν ο αναιρεσίβλητος, αφού έλαβε την επιστολή αυτή με τα προσωπικά δεδομένα της αναιρεσείουσας, τα υπέβαλε σε περαιτέρω επεξεργασία και τα χρησιμοποίησε εναντίον του εντολέα της *** χωρίς να εξυπηρετεί συγκεκριμένο νόμιμο σκοπό και χωρίς τα κρίσιμα προσωπικά δεδομένα να είναι συναφή με τους σκοπούς της επεξεργασίας εκ μέρους του, η οποία, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, έγινε για την πρόκληση εντυπώσεων και την παραπλάνηση του δικαστηρίου και ως εκ τούτου κατά παράβαση των ως άνω καθιερούμενων με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του νόμου αυτού αρχών της νομιμότητας του σκοπού της επεξεργασίας και της αρχής της αναλογικότητας". 
Με αυτό το σκεπτικό,το Ανώτατο Δικαστήριο δικαιώνοντας την δικηγόρο τελικά (παρά τις απορριπτικές αποφάσεις του Πρωτοδικείου και του Εφετείου στα οποία δεν την εκπροσώπησε το γραφείο μας), αναίρεσε την εφετειακή απόφαση, ανέπεμψε την υπόθεση για εκδίκαση από το Εφετείο, διέταξε την επιστροφή του παραβόλου στην αναιρεσείουσα και καταδίκασε τον αναιρεσίβλητο στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, τα οποία όρισε στις 3.000 ευρώ.

Τρίτη, Μαρτίου 03, 2020

Τι πραγματικά έκρινε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την συστηματική απώθηση προσφύγων

Υπάρχει μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που κάποιοι υποστηρίζουν ότι ενθαρρύνει την συστηματική πρακτική του "push back" (απώθηση) που εφαρμόζει η Ισπανία, χωρίς να προλάβουν οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλουν αιτήματα παροχής ασύλου στην χώρα που εισέρχονται παρανόμως. 
Είναι, όμως, έτσι;
Ας δούμε αναλυτικά την απόφαση N.D. και Ν.Τ. κατά Ισπανίας (Τμήμα Ευρείας Συνθέσεως του ΕΔΔΑ) της 13.2.2020.
Τα σύνορα της Ισπανίας με το Μαρόκο:
Η Μελίγια είναι παράλια πόλη στη βόρεια ακτή της Αφρικής, η οποία αποτελεί έδαφος της Ισπανίας. Είναι κτισμένη επί της ανατολικής πλευράς της ομώνυμης χερσονήσου που καταλήγει στο ακρωτήριο Τρες Φόρκας. Αποτελεί μια από τις 17 αυτόνομες κοινότητες (Περιφέρειες) της χώρας (αυτόνομη πόλη) και έχει χερσαία σύνορα στα νότια με το Μαρόκο. Βρίσκεται σε απόσταση 15 περίπου χιλιομέτρων από την Μαροκινή πόλη Ναντόρ. Η Μελίγια αν και αρχικά φοινικική πόλη υποτάχθηκε διαδοχικά από τους Ρωμαίους, τους Βανδάλους, τους Βυζαντινούς και τους Άραβες. Το 1496 καταλήφθηκε από τους Ισπανούς παραμένοντας έκτοτε υπό την κυριαρχία τους. Στην πόλη αυτή το 1936 κηρύχθηκε η επανάσταση από τον στρατηγό Φρανθίσκο Φράνκο, η οποία προκάλεσε τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Οι περισσότεροι σήμερα κάτοικοι είναι Ισπανοί. Τα εδάφη της Μελίγιας και της Θέουτα είναι σήμερα τα μοναδικά εδάφη Ευρωπαϊκών κρατών στην Αφρική. Το σύνορο με το Μαρόκο περιλαμβάνει τρεις παράλληλους φράκτες, ανάμεσα στους οποίους κάνει περιπολίες η φρουρά της Ισπανίας για να αποτρέψει την παράνομη είσοδο. 
Οι προσφεύγοντες:
Οι δύο προσφεύγοντες, ο Ν.D και ο N.T. είναι άτομα που διέφυγαν ο ένας από το Μάλι το 2012 (σε εμπόλεμη κατάσταση) και ο άλλος από την Ακτή του Ελεφαντοστού και κατέληξαν στο Μαρόκο, από το οποίο επιχείρησαν μαζί με άλλους να περάσουν παράτυπα τα σύνορα με την Ισπανία, οπότε οι ισπανικές αρχές τους επέστρεψαν στο Μαρόκο, χωρίς να εξετάσουν ατομικά αιτήματα ασύλου.
Ποιες διατάξεις εξέτασε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο πλαίσιο της προσφυγής:
Το ΕΔΔΑ δεν είναι δικαστήριο που δικάζει το άσυλο, ως δικαίωμα. Δικάζει αν τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης εφαρμόζουν σωστά τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Πρωτοκόλλων της. Στο 4ο πρωτόκολλό της περιλαμβάνεται το άρθρο 4 με τίτλο "Απαγόρευση ομαδικής απέλασης αλλοδαπών" το οποίο έχει μία και μόνο φράση:
"Απαγορεύεται η ομαδική απέλαση αλλοδαπών". 
Ότι, δηλαδή, η απέλαση πρέπει να εξετάζεται με βάση τα ατομικά χαρακτηριστικά κάθε αλλοδαπού. Δεν αναφέρει τίποτε για πρόσφυγες, τίποτε για μετανάστες. Κάθε αλλοδαπός πρέπει να απελαύνεται κατόπιν ατομικής εξέτασης της υπόθεσης του. Η διάταξη δεν περιλαμβάνει εξαιρέσεις. Αφορά όμως την "απέλαση", όχι κάθε μορφή απώθησης. Καθένας, νομίζω, μπορεί να αντιληφθεί την διαφορά.
Το άλλο άρθρο που εξέτασε το ΕΔΔΑ είναι το 13 της ΕΣΔΑ, δηλαδη το "δικαίωμα πραγματικής/αποτελεσματικής προσφυγής":
"Παν πρόσωπον του οποίου τα αναγνωριζόμενα εν τη παρούση Συμβάσει δικαιώματα και ελευθερίαι παρεβιάσθησαν, έχει το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής, έστω και αν η παραβίασις διεπράχθη υπό προσώπων ενεργούντων εν τη εκτελέσει των δημοσίων καθηκόντων των."
Τι έκρινε η απόφαση του ΕΔΔΑ:
Αφού πάνω στα σύνορα η Ισπανία είχε Γραφείο Υποβολής Αιτήσεων Ασύλου (ιδρύθηκε λίγο μετά την προσπάθεια παράτυπης εισόδου στην χώρα), όπου οι προσφεύγοντες μπορούσαν να υποβάλουν το αίτημα ασύλου (ακόμη και πριν την ίδρυση του Γραφείου, υπήρχε "οδός" υποδοχής αιτημάτων από την Ισπανία) και δεν το υπέβαλαν, η ομαδική απώθηση τους χωρίς να εξεταστούν ατομικά αιτήματα δεν παραβίασε τον κανόνα του άρθρου 4. Η Ισπανία απέδειξε ότι είχαν υποβληθεί σε αυτό το Γραφείο έξι αιτήσεις το ίδιο έτος, άρα δεν είχαν πρόβλημα και οι προσφεύγοντες να κάνουν το ίδιο. Οι προσφεύγοντες, ενώ δεν είχαν ισχυριστεί καν ότι προσπάθησαν να εισέλθουν νόμιμα στην Ισπανία, ξαφνικά στην ακροαματική διαδικασία ενώπιον της Ευρείας Σύνθεσης ΕΔΔΑ είπαν ότι πήγαν να προσεγγίσουν την υπηρεσία αλλά τους κυνήγησαν οι μαροκανικές αρχές. Αυτό, όμως, κι αληθές υποτιθέμενο, δεν σήμαινε ότι έφταιγε η Ισπανία!
Επομένως, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι δεν παραβιάστηκε ο κανόνας της απαγόρευσης ομαδικής απέλασης και το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής. 
ΔΕΝ ΕΚΡΙΝΕ ΔΗΛΑΔΗ, ότι σε κάθε περίπτωση ένα Κράτος έχει δικαίωμα να απελαύνει ομαδικά αλλοδαπούς. Αυτό θα σήμαινε κατάργηση του άρθρου 4 του 4ου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Έθεσε κριτήρια για τις περιπτώσεις που μια ομαδική απέλαση αλλοδαπών δεν παραβιάζει την απαγόρευση.
Τα κριτήρια που έθεσε το ΕΔΔΑ:
1. Η Ισπανία επικαλέστηκε το κυριαρχικό δικαίωμα άμυνας σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης. Το ΕΔΔΑ επέλεξε να μην εξετάσει αυτή την επίκληση, σημειώνοντας, ομως, με νόημα ότι Η ΙΣΠΑΝΙΑ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΕΙΣΑΓΑΓΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΤΕΤΟΙΟ ΘΕΜΑ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΟΗΕ (παρ. 166). Άρα, τέτοια επιχειρήματα περί εισβολής που θίγει την εθνική ασφάλεια πρέπει να συνοδεύονται από σχετική απόδειξη, έγκυρη με βάση τις διαδικασίες του διεθνούς δικαίου.
2. Τα κράτη καθορίζουν τα ίδια τις πολιτικές του ασύλου τους, αλλά οι πολιτικές αυτές δεν επιτρέπεται να είναι ασύμβατες με την ΕΣΔΑ και τα Πρωτόκολλά της (παρ. 170): άρα, η δικαιοδοσία του ΕΔΔΑ είναι στο πλαίσιο πάντα της επικουρικότητας του διεθνούς δικαίου, αλλά ΥΠΑΡΧΕΙ.
3. Το ΕΔΔΑ ακολουθεί μια σούπερ - ευρεία ερμηνεία του άρθρου 4, θεωρώντας ότι απαγορεύεται η ομαδική απέλαση καθ' οιονδήποτε έννοια, είτε ο αλλοδαπός είναι αιτών άσυλο, είτε βρίσκεται νόμιμα στη χώρα, είτε όχι. Το ίδιο και για την έννοια της "απέλασης": κάθε ομαδική εκτόπιση αλλοδαπών απαγορεύεται, είτε διενεργείται με τυπικές διαδικασίες, είτε άτυπα (παρ. 173-185). Απέρριψε την ένσταση της Ισπανίας ότι η επιστροφή των ενδιαφερόμενων "δεν ήταν απέλαση". 
4. Αυτό σημαίνει ότι σε όλες αυτές τις διαδικασίες εφαρμόζεται το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ: απαγόρευση βασανιστηρίων ή απάνθρωπης / εξευτελιστικής μεταχείρισης. 
5. Πάντως, ένα "δικαίωμα στο άσυλο" δεν το κατοχυρώνει η ΕΣΔΑ και τα Πρωτόκολλά της. Αυτό που προβλέπεται κατά το άρθρο 3 είναι ότι απαγορεύεται στο Κράτος που δεσμεύεται από την ΕΣΔΑ να επιστρέψει κάθε αλλοδαπό που βρίσκεται στην δικαιοδοσία του σε ένα άλλο Κράτος στο οποίο αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο να υποβληθεί σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή σε βασανιστήρια. Από αυτή την άποψη, η ΕΣΔΑ περιλαμβάνει και την απαγόρευση επαναπροώθησης κατά την έννοια της Συνθήκης της Γενεύης (παρ. 188). 
6. Εάν το Κράτος παρέχει προσβάσιμη διαδικασία για εξατομικευμένη εξέταση και το ενδιαφερόμενο άτομο δεν ακολουθεί αυτή την διαδικασία, τότε το Κράτος δεν ευθύνεται για παραβίαση της απαγόρευσης της ομαδικής απέλασης. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ αναφέρει ότι αντικείμενο της δικαστικής έρευνας του είναι αν το Κράτος παρέχει πραγματική και προσβάσιμη διαδικασία στα ΣΥΝΟΡΑ (παρ. 201). Εάν το Κράτος παρέχει τέτοια διαδικασία και ο ενδιαφερόμενος δεν κάνει χρήση, τότε το ΕΔΔΑ ελέγχει αν υπήρχαν σοβαροί λόγοι (δικαιώματος στην ζωή ή κινδύνου απάνθρωπης/εξευτελιστικής μεταχείρισης ή βασανιστηρίων) που ο ενδιαφερόμενος δεν έκανε χρήση.
Εφαρμόζοντας όλα αυτά, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι για την υποβολή αιτήματος στην Ισπανία υπήρχε διαδικασία στα σύνορα και φυσικά στις πρεσβείες της Ισπανίας στο Μαρόκο, όπου μπορούσαν να υποβάλουν το αίτημα ασύλου οι ενδιαφερόμενοι και δεν το έκαναν. Στη συνέχεια, το ΕΔΔΑ εξέτασε αν υπήρχαν λόγοι κινδύνου ζωής ή απάνθρωπης κτλ μεταχείρισης που δικαιολογούσαν ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν ακολούθησαν την νόμιμη διαδικασία.
Η Ισπανία απέδειξε μέχρι και το γεγονός ότι υπήρχε ειδική διαδικασία, νομοθετημένη κατά το εθνικό δίκαιο που πρόβλεπε ότι εάν αιτών άσυλο υπέβαλε το αίτημα σε μια Ισπανική πρεσβεία και αυτό κρινόταν δεκτό, μπορούσαν να οργανώσουν την δυνατότητα μετάβασης του πρόσφυγα στην Ισπανία, εφόσον η παραμονή στην τρίτη χώρα ήταν επικίνδυνη για τα δικαιώματά του.
Μετά απ' όλ' αυτά, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ισπανία δεν παραβίασε τα ανθρώπινα δικαιώματα των προσφευγόντων. Δεν έκρινε ότι μπορεί κάθε κράτος να απωθεί τους αλλοδαπούς που επιδιώκουν να εισέλθουν παράνομα στη χώρα χωρίς να παρέχουν την εξατομικευμένη υποδομή για νόμιμη εξέταση του αιτήματος στα σύνορα. Όρισε ότι μόνο αν εκπληρώνονται όλες αυτές οι εγγυήσεις από το κράτος και ο ενδιαφερόμενος δεν έχει κάνει τίποτε απολύτως, τότε και μόνο τότε επιτρέπεται η απώθησή του.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...