Το γραφείο μας εκπροσώπησε σήμερα μία μητέρα και την μαθήτρια κόρη της ενώπιον του Τριμελούς Συμβουλίου Συμμόρφωσης της Διοίκησης με τις Δικαστικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το Συμβούλιο ελέγχει κατά πόσον το Υπουργείο Παιδείας εφάρμοσε την απόφαση 1749/2019 της Ολομέλειας του ΣτΕ που αφορά την διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών σε Δημοτικό και Γυμνάσιο.
Η απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ που δημοσιεύθηκε στις 20.9.2019 ορίζει ότι:
"η Πολιτεία οφείλει να προβλέψει τη διδασκαλία ισότιμου μαθήματος, συναφούς κατά την αντίληψή της περιεχομένου (π.χ. μαθήματος ηθικής), εφόσον βεβαίως συγκεντρώνεται ικανός αριθμός μαθητών, κατά την αντίληψη πάντοτε της Πολιτείας."
Η συγκεκριμένη κρίση της απόφασης του ΣτΕ δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί από την Πολιτεία. Αντίθετα, στην σχετική εισήγηση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής της 23.7.2020 διατηρούνται πολλές επιφυλάξεις για την σκοπιμότητα της εισαγωγής αυτού του μαθήματος και προτείνεται η οργάνωση "δημιουργικής απασχόλησης σχετικής με την θρησκεία", που ούτε κι αυτή έχει ακόμη υλοποιηθεί.
Στην περίπτωση της αιτούσας, η διευθύντρια του σχολείου της κόρης της που έχει λάβει απαλλαγή ζήτησε από την μητέρα να υπογράψει ότι η μαθήτρια θα παραμένει εντός της αίθουσας κατά την διάρκεια της διδασκαλίας του μαθήματος των θρησκευτικών. Επειδή η μητέρα δεν συμφώνησε, η μαθήτρια υποχρεώνεται να παρακολουθεί άλλο μάθημα, σε άλλο τμήμα της ίδιας τάξης το οποίο μάθημα είτε το έχει ήδη διδαχθεί, είτε θα το διδαχθεί στο μέλλον στο δικό της τμήμα, χωρίς να συμμετέχει.
Επιπλέον επισημάνθηκε στο Τριμελές Συμβούλιο Συμμόρφωσης, το ζήτημα πλημμελούς συμμόρφωσης του Υπουργείου Παιδείας ως προς την διαδικασία απαλλαγής, καθόσον σύμφωνα με την νέα εγκύκλιο πρέπει να δηλώνεται ότι η απαλλαγή ζητείται για λόγους "θρησκευτικής συνείδησης", ενώ κατά την ερμηνεία της απόφασης του ΣτΕ από την απόφαση 32/2020 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα "Δεδομένου όμως, ότι η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης κατά το άρθρο 13§1 Συντ. αποτελεί τμήμα της εν γένει ελευθερίας της
συνείδησης, δεν φαίνεται ότι από την απόφαση αυτή του ΣτΕ αποκλείεται η άσκηση του δικαιώματος απαλλαγής με την επίκληση λόγων συνείδησης εν γένει." Με το σκεπτικό αυτό, ήδη η Αρχή έκρινε ότι "για την απαλλαγή από την υποχρέωση παρακολούθησης του μαθήματος των Θρησκευτικών αρκεί η δήλωση ότι λόγοι συνείδησης δεν επιτρέπουν τη συμμετοχή του μαθητή στο μάθημα των Θρησκευτικών."
Στο Τριμελές Συμβούλιο Συμμόρφωσης τονίστηκε, τέλος, ότι η σύντμηση της προθεσμίας για την άσκησητ του δικαιώματος απαλλαγής από 20 σε 14 μέρες, με την νέα εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας παραβιάζει το συνταγματικό κεκτημένο που προστατεύει η απόφαση 1479/2019 ως προς την εφαρμογή του δικαιώματος απαλλαγής, για το οποίο πάντα προβλεπόταν 20ήμερη προθεσμία.
Το Υπουργείο Παιδείας δεν παρέστη κατά την συνεδρίαση του Τριμελούς Συμβουλίου Συμμόρφωσης, αλλά είχε αποστείλει εκ των προτέρων "απόψεις" στις οποίες ισχυρίζεται ότι η Διοίκηση έχει συμμορφωθεί με την απόφαση 1749/2019.
Σύμφωνα με τον Ν.3068/2002 το Τριμελές Συμβούλιο Συμμόρφωσης αν διαγνώσει ότι η καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση συμμόρφωσης ή η πλημμελής συμμόρφωση προς τη δικαστική απόφαση είναι αδικαιολόγητη, καλεί την υπόχρεη προς συμμόρφωση Αρχή να συμμορφωθεί προς την απόφαση μέσα σε εύλογη προθεσμία που το ίδιο ορίζει και η οποία δεν μπορεί να υπερβεί το τρίμηνο. Η προθεσμία αυτή, αν κατά την κρίση του συμβουλίου συντρέχει σπουδαίος λόγος, μπορεί να παραταθεί μία μόνο φορά.
Αν η Αρχή που υποχρεούται σε συμμόρφωση δεν συμμορφωθεί προς την απόφαση μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, το Τριμελές Συμβούλιο βεβαιώνει τη μη συμμόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση και προσδιορίζει ένα χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί στον ενδιαφερόμενο, ως κύρωση για τη μη συμμόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση. Κριτήρια για τον καθορισμό του ποσού αυτού είναι η φύση και η σημασία της διαφοράς για την οποία εκδόθηκε η μη εκτελούμενη απόφαση, οι συνθήκες της μη συμμόρφωσης και οι συνέπειές της για το πρόσωπο του θιγομένου, η χρονική της διάρκεια και ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της κύρωσης. Εάν μετά την επιβολή της χρηματικής κύρωσης η Διοίκηση εξακολουθεί να μην συμμορφώνεται προς τη δικαστική απόφαση, μπορεί μετά από επανάληψη της διαδικασίας αυτής να επιβληθεί από το Τριμελές Συμβούλιο και νέα χρηματική κύρωση.
Το Τριμελές Συμβούλιο συντάσσει στο τέλος κάθε έτους για τις εισαχθείσες σε αυτό υποθέσεις μη συμμόρφωσης της Διοίκησης σε δικαστικές αποφάσεις ιδιαίτερο πρακτικό, το οποίο υποβάλλεται στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής, τον Υπουργό Δικαιοσύνης και τον Υπουργό Εσωτερικών.