Μπορεί η γενική τάση του νομοθέτη αυτή την περίοδο να στοχοποιεί την λειτουργία των μέσων ενημέρωσης, υπάρχουν όμως και προτεινόμενες νομικές διατάξεις που επιχειρούν το αντίστροφο αποτέλεσμα. Ορισμένες από αυτές βρίσκονται στο νομοσχέδιο για ... το σύμφωνο συμβίωσης, το οποίο βρίσκεται στο στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης. Το άρθρο 38 που έχει περάσει απαρατήρητο ακόμη από τους σχολιαστές, έχει ορισμένες ενδιαφέρουσες ρυθμίσεις, υπερ των ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης.
Οι ευνοϊκές διατάξεις για τα ΜΜΕ που έχουν δοθεί προς δημόσια διαβούλευση αφορούν την τροποποίηση του Ν.1178/1981 περί αστικής ευθύνης του τύπου, σε συνδυασμό με τον "τυποκτόνο" Ν.2328/1995, ο οποίος καταργείται μόνο ως προς τις υψηλές αποζημιώσεις που ορίζει για τα μέσα ενημέρωσης σε υποθέσεις προσβολής προσωπικότητας.
Στην πρώτη παράγραφο, η προτεινόμενη διάταξη εναρμονίζει με την νομολογία του Αρείου Πάγου την διάταξη για την χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που επιδικάζουν οι δικαστές κατά την εκδίκαση αγωγών αποζημίωσης από προσβολές προσωπικότητας των μέσων ενημέρωσης. Ουσιαστικά οι δικαστές το κάνουν από μόνοι τους, αλλά καλό είναι που ο νόμος κωδικοποιεί αυτό που ακολουθείται στην πράξη: το ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης θα εξαρτάται όχι μόνο από την φύση και την εμβέλεια του μέσου ενημέρωσης, αλλά και από μια σειρά άλλων κριτηρίων, όπως οι επιπτώσεις του δημοσιεύματος στον αδικηθέντα και το περιβάλλον του, η βαρύτητα των αποδιδόμενων στον αδικηθέντα πράξεων ή χαρακτηρισμών, το είδος της προσβολής, η ένταση του πταίσματος, οι συνθήκες τέλεσης, η κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων.
Στην δεύτερη παράγραφο, όμως, ο εν δυνάμει νομοθέτης παρεμβαίνει με αυστηρό τρόπο, θέτοντας ένα σημαντικό ανάχωμα στην άσκηση αγωγής εναντίον ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης. Όποιος σκοπεύει να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης, οφείλει πριν το κάνει, επί ποινή απαραδέκτου της αγωγής του, να στείλει ένα εξώδικο στο έντυπο και να υποδείξει την αποκατάσταση της προσβολής που υπέστη με την καταχώριση στο έντυποι "σύντομου επεξηγηματικού κειμένου που του υποδεικνύει". Στο κείμενο αυτό προσδιορίζονται και οι λέξεις και φράσεις που θεωρήθηκαν προσβλητικές και πρέπει να ανακληθούν και οι λόγοι για τους οποίους η συγκεκριμένη αναφορά κρίθηκε προσβλητική. "Η αποκατάσταση θεωρείται ότι επήλθε", σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, αν μέσα σε 20 ημέρες ο υπεύθυνος:
"α) ανακαλέσει ρητά την προσβολή με την παραπάνω δημοσίευση, που γίνεται στην ίδια ή, αν δεν υπάρχει αυτή, σε ανάλογη θέση και φύλλο της αντίστοιχης ημέρας κυκλοφορίας της εφημερίδας, που είχε καταχωριστεί η αρχή του επιλήψιμου δημοσιεύματος, και σε έκταση και μέγεθος ανάλογο με το τελευταίο, και
β) κοινοποιήσει στον αδικηθέντα το ως άνω δημοσίευμα αποκατάστασης.
Η παρέλευση άπρακτου διαστήματος είκοσι (20) ημερών θεωρείται άρνηση εκ μέρους του ιδιοκτήτη ή εκδότη του εντύπου. Η παράλειψη της παραπάνω διαδικασίας έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης. Η αγωγή αποζημίωσης της παραγράφου 2 πρέπει να ασκηθεί εντός 6 μηνών από την πάροδο της προθεσμίας των είκοσι (20) ημερών ή της ρητής αρνητικής απάντησης, εφόσον αυτή έχει δοθεί νωρίτερα.
Η διατύπωση ("εφημερίδα", "ιδιοκτήτη ή εκδότη του εντύπου") δεν πρέπει να καθησυχάζει, διότι η τροπολογία αφορά το άρθρο μόνο του Ν.1178/1981, για το οποίο το άρθρο 4 του Ν.2328/1995 ορίζει ότι
"Στο άρθρο μόνο του ν.1178/1981 (ΦΕΚ 187 Α'), όπως αυτός τροποποιήθηκε και ισχύει, υπάγονται και οι τηλεοπτικοί και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί. Στα κατά το ν. 1178/1981 "δημοσιεύματα", περιλαμβάνονται και οι τηλεοπτικές και οι ραδιοφωνικές εκπομπές. Προκειμένου για τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς, ως "εκδότης", νοείται ο νόμιμος ή οι περισσότεροι νόμιμοι εκπρόσωποι της αδειούχου εταιρείας, ως "διευθυντής", ο υπεύθυνος προγράμματος και προκειμένου για ειδησεογραφικές εκπομπές ο διευθυντής του τμήματος ειδήσεων, ως "συντάκτης" δε του δημοσιεύματος, ο παραγωγός ή ο δημοσιογραφικός υπεύθυνος ή ο δημοσιογράφος - συντονιστής ή παρουσιαστής της εκπομπής, ανάλογα με το είδος και τη δομή της εκπομπής."
Αυτές οι εξομοιώσεις του ν.2328/1995 δεν καταργούνται με βάση αυτές τις διατάξεις - καταργούνται τα κατώτατα (υψηλά!!!) ποσά αποζημιώσεων που θεσπίζονται με αυτόν τον "τυποκτόνο" νόμο για κανάλια και εφημερίδες (βλ. παρακάτω).
Εδώ, με την διαδικασία της εξώδικης δήλωσης, ο νομοθέτης θα επιχειρήσει να προσθέσει λοιπόν μια υποχρεωτική εξωδικαστική απόπειρα επίλυσης των διαφορών από προσβολή προσωπικότητας, η οποία συνιστά μάλιστα όρο του παραδεκτού της αγωγής. Η προηγούμενη εμπειρία όμως, από την υποχρεωτική απόπειρα εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς (προϊσχύον άρθρο 214Α ΚΠολΔ) σε υποθέσεις ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου έδειξε ότι γρήγορα μετατράπηκε σε μια απλή τυπική διαδικασία που ξεπεράστηκε από την πράξη και, τελικά, καταργήθηκε και νομοθετικά. Στην προκειμένη περίπτωση, προφανώς πρόκειται μόνο για φραστική προσβολή (βλ. και διατύπωση) και όχι άλλες προσβολές, όπως π.χ. η παράνομη διάδοση προσωπικών δεδομένων δια του Τύπου. Έπειτα, η δημοσίευση του προς δημοσίευση άρθρου "θεωρείται ότι επιφέρει" την αποκατάσταση του θιγόμενου, άρα από την διατύπωση και μόνο προκύπτει ότι επιχειρεί να θεσπίσει ένα τεκμήριο, το οποίο βεβαίως και είναι μαχιτό, γιατί η αποκατάσταση μπορεί να θεωρείται ότι επήλθε, αλλά στην πραγματικότητα να μην επήλθε καθόλου. Επομένως, ο θιγόμενος σε αυτή την περίπτωση θα μπορεί παρόλο που έχει δημοσιευθεί το κείμενό του να ζητήσει και περαιτέρω αστική αξίωση, γιατί η διαφορετική απόλυτη ρύθμιση που ορίζει ότι "εάν λάβει χώρα η δημοσίευση .... δεν μπορεί να υπάρξει αστική αξίωση κατά την παράγραφο 2", απλά αντίκειται στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος. Διότι δεν μπορεί να έχουμε πολυσέλιδη προσβολή προσωπικότητας, ο νόμος να λέει ότι θεωρεί πλήρη αποκατάσταση το "σύντομο επεξηγηματικό κείμενο" και ταυτόχρονα να έχουμε ανάκληση σε "έκταση ανάλογη" (πώς θα γίνει αυτό; Με 20άρα γραμματοσειρά του "σύντομου επεξηγηματικού κειμένου";) και ως αποτέλεσμα να αποκλειεται και πλήρως η δικαστική προστασία, αλλά και η κατάργηση της έννοιας της χρηματικής ικανοποίησης ηθικής βλάβης, αντίθετη στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αυτό θα καταπέσει πολύ σύντομα στα Δικαστήρια, αν περάσει έτσι. Αφήστε τα δικαστήρια να κρίνουν αν είναι επαρκής ή όχι η αποκατάσταση: ο νομοθέτης δεν μπορείνα προβλέψει τις ιδιαιτερότητες της κάθε επιμέρους υπόθεσης!
Ως προς την σκοπιμότητα της διάταξης αυτής, θα έλεγε κανείς ότι στοχεύει στην αποφόρτιση των δικαστηρίων από εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν προσβολές της προσωπικότητας. Ωστόσο, αυτές οι αγωγές είναι μια αμελητέα ποσότητα ως κατηγορία εκκρεμών αγωγών στα πρωτοδικεία της χώρας: είναι ελάχιστες. Αρκεί να συμβουλευθεί κανείς το πινάκιο της Πέμπτης στο Πολυμελές Πρωτοδικείο της Ευελπίδων (κτίριο 4 αίθουσα 1) για να διαπιστώσει ότι δεν είναι εγεγραμμένες πάνω από 20 υποθέσεις την εβδομάδα, στο μεγαλύτερο πρωτοδικείο της χώρας. Επομένως, η σκοπιμότητα δεν είναι αυτή, αλλά η ελάφρυνση των εκδοτών - ιδιοκτητών ΜΜΕ, εις βάρος των δικαιωμάτων των θιγόμενων πολιτών.
Έπειτα στην επαναριθμούμενη προτεινόμενη παράγραφο 8 του νόμου εμφανίζεται η εξής διάταξη:
«Περισσότερες εγκλήσεις και αγωγές, που υποβάλλονται από τον αδικηθέντα κατά του ιδίου προσώπου, και συνδέονται με περισσότερους χαρακτηρισμούς που περιλαμβάνονται σε ένα κείμενο, άρθρο ή βιβλίο, ή σε μια εκπομπή, καθώς και σε αρθρογραφία ή εκπομπές που αφορούν το ίδιο θέμα, συνεκδικάζονται υποχρεωτικά, και εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 94επ. ΠΚ, 128, 129 ΚΠΔ και 246 ΚΠολΔ.».
Εδώ ο νομοθέτης εισάγει μια ιδιότυπη αναγκαστική ομοδικία, η οποία είναι κατανοητή όταν αφορά την συνένωση αγωγών απο τον αδικηθέντα κατά του ίδιου προσώπου, όχι ομως και την υποχρεωτική ομοδικία αρθρογραφίας ή εκπομπών που αφορούν "το ίδιο θέμα", διότι στην δεύτερη περίπτωση οι εναγόμενοι κατά πάσα πιθανότητα θα είναι διαφορετικά άτομα και είναι απόλυτα δικαιολογημένο το δικαίωμα ενός θιγόμενου να θέλει να αντιμετωπίσει έναν, κάθε φορά, αντίδικό του και όχι όλους μαζί ταυτόχρονα, διότι σκεφτείτε έναν πολίτη που έχει κάνει αγωγές σε 5 μεγάλα μέσα ενημέρωσης τί θα πρέπει να αντιμετωπίσει εάν όλες οι δίκες γίνουν μία και οι αντίδικοί του συνεννοούνται μεταξύ τους για να αμυνθούν: θα χρειαστεί να τα βάλει με τα νομικά τμήματα όλων των ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης που τον προσέβαλαν, ταυτόχρονα! Είναι λάθος και επίσης παραβιάζει το δικαίωμα της δίκαιης δίκης και της ισότητας των όπλων (άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου).
Τέλος, με την παρ. 4, το προτεινόμενο νομοσχέδιο αναφέρει ότι "καταργούνται το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 4 του νόμου 2328/1995 (Α΄ 159)." Τα καταργούμενα εδάφια έχουν ως εξής:
"Το κατά την παράγραφο 2 του άρθρου μόνου του ν. 1178/1981, όπως ισχύει, ελάχιστο ποσό χρηματικής ικανοποίησης προκειμένου για τηλεοπτικούς σταθμούς καθορίζεται σε εκατό εκατομμύρια (100.000.000) δραχμές προκειμένου για σταθμούς εθνικής εμβέλειας και τριάντα εκατομμύρια (30.000.000) δραχμές προκειμένου για σταθμούς τοπικής ή περιφερειακής εμβέλειας. Τα ποσά αυτά, προκειμένου για ραδιοφωνικούς σταθμούς με δικτύωση σε περισσότερους νομούς, καθορίζονται σε πενήντα εκατομμύρια(50.000.000) δραχμές και προκειμένου για ραδιοφωνικούς σταθμούς που δεν διαθέτουν δικτύωση σε είκοσι εκατομμύρια (20.000.000) δραχμές."
Πρόκειται για τον λεγόμενο "τυποκτόνο νόμο" (που θεσπίστηκε επί Υπουργού Τύπου Ευάγγελου Βενιζέλου), με τον οποίο ορίστηκαν τα ελάχιστα των χρηματικών ικανοποιήσεων λόγω ηθικής βλάβης. Κακώς όμως ο νόμος χαρακτηρίστηκε "τυποκτόνος", αφού κανένα μεγάλο μέσο ενημέρωσης δεν βλάφθηκε υπαρξιακά από την επιδίκαση μιας μεγάλης αποζημίωσης κι αφού σύντομα τα Δικαστήρια θεώρησαν "ενδεικτικές" τις διατάξεις του ως προς το ύψος του ποσού, το οποίο καθορίζουν τα ίδια, κατ' ελεύθερη εκτίμηση σύμφωνα όμως πάντα με την αρχή της αναλογικότητας.
Ο καθορισμός ελάχιστων ποσών για τις αποζημιώσεις θεσπίστηκε στην εποχή της πρώτης λειτουργίας της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, όταν ήδη οι παραβιάσεις ήταν πολύ σοβαρές κι έπρεπε να ενθαρρυνθεί και η Δικαιοσύνη να επιδικάσει υψηλές χρηματικές αποζημιώσεις. Οι χρηματικές αποζημιώσεις πρέπει να εξακολουθήσουν να είναι υψηλές πάντως και για τον λόγο ότι ο πολίτης όταν θίγεται από ένα μέσο ενημέρωσης εκ των πραγμάτων είναι σε αδύναμη θέση, ακόμη και αποδεικτικά: πώς να αποδείξει π.χ. πόσοι διάβασαν ένα πρωτοσέλιδο (χωρίς να αγοράσουν την εφημερίδα) ή πόσοι είδαν όντως μια εκπομπή πανελλήνιας εμβέλειας τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού σταθμού που τον προσέβαλε; Αυτή η εξ ορισμού δυσχερής δικονομική σχέση του ενάγοντος πολίτη που διεκδικεί την αποζημίωσή του - δεδομένης και της δυσχέρειας για τον υπολογισμό των εσόδων από διαφήμιση που αποκομίζουν τα ΜΜΕ πουλώντας πολλές φορές την τιμή και την υπόληψη ανυπεράσπιστων πολιτών- δικαιολογεί την θέσπιση κατώτατων ορίων χρηματικής ικανοποίησης. Άλλωστε ο Άρειος Πάγος έχει επίσης κρίνει ότι το κατώτατο ποσό των 6.000 ευρώ στον Ν.2472/1997 για την προστασία προσωπικών δεδομένων είναι σύμφωνο με το Σύνταγμα. Επομένως, η κατάργηση του δήθεν "τυποκτόνου" νόμου είναι μάλλον μια χάρη προς τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και όχι τόσο πραγματική εναρμόνιση προς την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.