H δημοσίευση ενός φιλμ του 1933 που δείχνει την ανήλικη Ελισάβετ να χαιρετά ναζιστικά, μαζί με άλλους συγγενείς της βασιλικής οικογένειας της Βρετανίας φέρνει πάλι στο προσκήνιο μια συζήτηση πάντοτε επίκαιρη στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από την μία το δικαίωμα του κοινού να γνωρίζει τα ιστορικά τεκταινόμενα που αφορούν την βασίλισσα, αφετέρου η ιδιωτική ζωή μιας τότε πριγκήπιςςας που -κατά την συνήθη πορεία- δεν θα ανέβαινε ποτέ στον θρόνο. Στη Βρετανία, το δίπολο ελευθεροτυπία-ιδιωτική ζωή αναπτύσσει τις πιο εκτεταμένες του ρίζες, αφού σε αυτή τη χώρα ιδρύθηκαν οι πρώτες βιομηχανίες της ενημέρωσης και οι πρώτες εφημερίδες, εδώ και αιώνες. Οι Βρετανοί ξέρουν καλά ότι η ενημέρωση του κοινού, εκτός από δικαίωμα, είναι και μια επικερδέστατη επιχειρηματική δραστηριότητα που, όπως κάθε τέτοια, κατατείνει στη μεγιστοποίηση του κέρδους κι όχι βέβαια στην εκλέπτυνση της δεοντολογίας. Παράλληλα όμως, η Βρετανία είναι και η χώρα στην οποία αναγνωρίστηκε το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, περισσότερο ως μια πολιτισμική αντίληψη για την έννοια της αξιοπρέπειας και προφανώς ως μια κατάκτηση με ταξικά χαρακτηριστικά, πριν θεωρηθεί νομικός κανόνας.
Είναι η αρχαιότερη δυτική χώρα στην οποία ο ανώτατος άρχοντας είναι κληρονομικός και επομένως η δημόσια ιδιοτητά του συνδέεται εξ ορισμού άρρηκτα με την οικογενειακή του ζωή. Η Βικτώρια δεν ήταν απλά μια αυτοκράτειρα: ήταν η πρώτη παγκόσμιας εμβέλειας διασημότητα που λόγω της τυπογραφίας και της φωτογραφίας, αλλά και λόγω της πολιτικής που ακολουθούσε τότε η αυτοκρατορία, έγινε αναγνωρίσιμη διεθνώς ήδη κατά τη διάρκεια της ζωής της.
Παράλληλα, το αγγλικό νομικό σύστημα δεν αναγνωρίζει τον κάθετο διαχωρισμό ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό δίκαιο, όπως συμβαίνει στις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης. Φέτος συμπληρώνονται 800 χρόνια από την Magna Carta, το πρώτο σύνταγμα για τις ελευθερίες στην Ευρώπη. Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει όμως αρκετές καταδίκες για παραβίαση της ιδιωτικής ζωής από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γιατί όσο κι αν όρισε τις καταβολές της συζήτησης αυτής, δεν κατάφερε τελικά να ορίσει τους κανόνες που επιλύουν αυτά τα θέματα. Αυτόν τον ρόλο έπαιξε το γερμανικό δίκαιο πολύ πιο καθοριστικά τα τελευταία 40 χρόνια.
Η Sun δεν είναι η πρώτη φορά που αψηφά το "πρωτόκολλο" σεβασμού του προσώπου της βασίλισσας: πριν κάποια χρόνια είχε δημοσιεύσει την διαρροή μιας ομιλίας της, πριν καν εκφωνηθεί, με αποτέλεσμα η Ελισάβετ να κινηθεί νομικά εναντίον της εφημερίδας. Ενώ κάποτε ο μονάρχης θα ακολουθούσε πολύ πιο δραστικές μεθόδους για να περιφρουρήσει την ιδιωτικότητά του, σήμερα επιδιώκεται η ενίσχυση της νομικής προστασίας. Ήδη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόσβαση στα δημόσια έγγραφα, την οποία έχει ετοιμάσει το Συμβούλιο της Ευρώπης, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα εξαίρεση: ρητώς μένει έξω από το δικαίωμα πρόσβασης η αλληλογραφία των βασιλικών υψηλοτήτων!
Η Ελισάβετ είναι η πρώτη βασίλισσα που απευθύνθηκε σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση στους πολίτες, ένα έθιμο που τηρεί κάθε χριστούγεννα. Υποχρεώθηκε να το κάνει και μετά το δυστύχημα που κόστισε τη ζωή της Νταϊάνας, ένα περιστατικό που επίσης ο Τύπος είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Είναι η πρώτη βρετανίδα μονάρχης που απέκτησε σελίδα στο διαδίκτυο και στα κοινωνικά μέσα. Είναι ίσως το πιο πολυφωτογραφημένο πρόσωπο του προηγούμενου αιώνα και η ζωή της έχει καταγραφεί καρέ-καρέ από το τελειότερο μέσο κάθε δεκαετίας. Η συμπάθεια του θείου της προς τους ναζί είναι εξίσου γνωστή με τον πανηγυρισμό της ίδιας όταν τέλειωσε ο πόλεμος, η μοναδική ίσως στιγμή της ζωής της που βγήκε χωρίς συνοδεία από το σπίτι της και βρέθηκε να γιορτάζει με τους βρετανούς την απελευθέρωση της Ευρώπης, χωρίς πρωτόκολλο και χωρίς δημοσιότητα. Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι αυτή η άτυχη στιγμή που η ίδια ως νήπιο χαιρετά ναζιστικά, δεν αποτελεί ένα μέρος της βρετανικής ιστορίας. Παράλληλα, όμως, αποτελεί ένα εξαιρετικά ασήμαντο στιγμιότυπο από την ζωή της ίδιας της Ελισάβετ. Ακόμη και πιο ορκισμένοι αντίπαλοι του θεσμού της μοναρχίας, έχουν πολύ σοβαρότερα επιχειρήματα από αυτήν την εικόνα. Την δημοσιοποίηση της οποίας κανένας νομικός κανόνας θα μπορούσε πλέον να απαγορεύσει.