Όταν κάποια δημόσια υπηρεσία διατηρεί στο αρχείο της προσωπικά δεδομένα ενός πολίτη για σκοπούς πέραν των αρμοδιοτήτων της, ο πολίτης έχει δικαίωμα να διακόψει αυτή την διαδικασία. Το θέμα είναι πώς μπορεί να το κάνει με τον πιο γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο. Ως δικηγόρος είχα αυτόν τον προβληματισμό: να πάμε στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων που θέτει η ίδια κατά το δοκούν τις προτεραιότητες εξέτασης; Να πάμε στα διοικητικά δικαστήρια με τις επείγουσες διαδικασίες; Ή να πάμε στα πολιτικά δικαστήρια με την κλασική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων; Εξετάζοντας όλες τις δυνατότητες στην νομολογία, κατέληξα ότι καθώς η παράνομη διακράτηση των προσωπικών δεδομένων είναι και προσβολή προσωπικότητας, ζήτημα κατ' εξοχήν ιδιωτικού δικαίου, σε συνδυασμό με τις αυξημένες προϋποθέσεις που θέτουν τα διοικητικά δικαστήρια για προσωρινή διαστική προστασία (προϋπόθεση να έχει ασκηθεί αγωγή - προσφυγή), υπήρχε μια παγιωμένη κατάσταση. Τα πολιτικά δικαστήρια θεωρούν εαυτά αρμόδια, βάσει και μιας απόφασης του Α.Ε.Δ. που αναφέρει ότι αν η προσβολή προσωπικότητας βασίζεται σε υλικές πράξεις της διοίκησης (δηλαδή δεν πρόκειται για ατομικές διοικητικές πράξεις ή παραλείψεις) και το αίτημα δεν ειναι χρηματικό όπως στην αποζημίωση του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, τότε η διαφορά δεν είναι διοικητική! Έτσι, ασκήσαμε αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά διαφόρων υπηρεσιών του Δημοσίου, με αίτημα την παύση χρήσης των δεδομένων, λόγω προσβολής προσωπικότητας στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Mε την απόφαση 129/2017, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών δέχθηκε αυτό το σκεπτικό και απέρριψε την σχετική ένσταση του Δημοσίου περί ελλείψεως δικαιοδοσίας. Το σκεπτικό είναι το εξής:
"Η αίτηση αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού για να συζητηθει κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (αρ. 686 επ. ΚΠολΔ), απορριπτομένης της ενστάσεως των καθ' ων περί ελλείψεως δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου για την εξέταση της προκείμενης αίτησης, δεδομένου ότι όταν με υλική πράξη των οργάνων του δημοσίου προσβάλλεται ιδιωτικό δικαίωμα που δεν έχει περιουσιακό χαρακτήρα και οι αξιώσεις που δίδει ο νόμος προς προστασία του είναι η άρση της προσβολής και η παράλειψή της στο μέλλον (και όχι καταψήφιση σε παροχή περιουσιακή), τότε δεν υπάρχει διοικητική διαφορά ουσίας, ούτε δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αλλά η υπόθεση ανήκει στην δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων εκ των οποίων επί αιτήσεως για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων έχει το Μονομελές Πρωτοδικείο κατ' άρθρο 683 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΠΠΑθηνών 1026/1994 ΑρχΝ 95.59, ΜΠΑ 10691/1997 Δ. 3/97)."
Περαιτέρω, το δικαστήριο πιθανολόγησε ότι η χρήση των προσωπικών δεδομένων από μια δημόσια υπηρεσία στην προκειμένη περίπτωση δεν ήταν νόμιμη, διότι τα εν λόγω στοιχεία δεν ήταν "συναφή οιύτε και πρόσφορα" ενόψει των αρμοδιοτήτων της υπηρεσίας, άρα η κατοχή τους ήταν αντίθετη στον νόμο για την προστασία προσωπικών δεδομένων:
"Επομένως η κατοχή του αρχείου και η επεξεργασία των πληροφοριών που έχουν καταχωρηθεί σε αυτό δεν είναι σύμφωνη με το νόμο και δη με τη διάταξη της περ. β, της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν.2472/1997".
Με το σκεπτικό αυτό, το Δικαστήριο αναφέρει μεταξύ άλλων στο διατακτικό του:
"Υποχρεώνει το καθ' ου Ελληνικό Δημόσιο και δη τη Γενική Διεύθυνση Υπηρεσίας Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας του Υπουργείου Εξωτερικών, να απέχει προσωρινά από την οποιαδήποτε χρήση των αναφερόμενων στην αίτηση εγγράφων που αφορούν σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του αιτούντος".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου