Τετάρτη, Οκτωβρίου 01, 2025

Αποζημίωση από τράπεζα λόγω physing - έπρεπε να είχε ειδικό λογισμικό εντοπισμού ύποπτων συναλλαγών

Tο γραφείο μας εκπροσώπησε δικαστικά κάτοχο λογαριασμού, η οποία έπεσε θύμα “physing” με αποτέλεσμα να απωλέσει σημαντικό χρηματικό ποσό, παρόλο που το κατήγγειλε εντός λεπτών στην Τράπεζα η οποία δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψει την παράνομη μεταβίβαση του ποσού στους απατεώνες.


Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με την απόφαση 10096/2025 υποχρεώνει την τράπεζα να επιστρέψει στο θύμα το χρηματικό ποσό και μάλιστα έντοκο από την ημερομηνία άσκησης της αγωγής, επιδικάζοντας και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ύψους 1.000 ευρώ έντοκα από την άσκηση της αγωγής καθώς και τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας. Το δικαστήριο κήρυξε την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή που σημαίνει ότι δεν απαιτείται η τελεσιδικία της για την υποχρέωση καταβολής της αποζημίωσης (π.χ. σε περίπτωση άσκησης έφεσης), αλλά η Τράπεζα οφείλει να συμμορφωθεί άμεσα και να καταβάλει την αποζημίωση στην δικαιούχο.


Η υπόθεση ξεκίνησε όταν η ενάγουσα έλαβε στο ηλεκτρονικό της ταχυδρομείο μήνυμα που φερόταν να προέρχεται από την εν λόγω τράπεζα, με χρήση των λογοτύπων της κ.τ.λ., με θέμα: “Προστατέψτε τον λογαριασμό σας τώρα!”, γραμμένο σε σωστά ελληνικά και χωρίς να διαφέρει εν γένει από άλλα ηλεκτρονικά μηνύηματα που αποστέλλει κατά καιρούς η τράπεζα. Αφού η ενάγουσα πείστηκε ότι το μήνυμα εστάλη από την τράπεζα, πάτησε στον ενεργό σύνδεσμο “Εφαρμόστε την ενημέρωση” και οδηγήθηκε σε έτερη σελίδα, η οποία επίσης έφερε όλα τα διακριτικά στοιχεία της τράπεζας (επωνυμία, εμπορικό σήμα κ.τ.λ.), ώστε η ενάγουσα θεώρησε ότι βρίσκεται σε ασφαλές τραπεζικό περιβάλλον. Η σελίδα ζήτησε από την ενάγουσα την επιβεβαίωση του αριθμού του κινητού τηλεφώνου της και έλαβε ένα SMS (με όνομα αποστολέα την επωνυμία της τράπεζας) με κωδικό μιας χρήσης που απαιτείται για ηλεκτρονική συναλλαγή. Η ενάγουσα πληκτρολογησε τον κωδικό στο πεδίο που της υποδείχθηκε, αλλά έλαβε μήνυμα ότι ο τηλεφωνικός αριθμός που είχε προηγουμένως πληκτρολογήσει δεν συμφωνούσε με το τηλέφωνο που είχε δώσει η ενάγουσα στην τράπεζα και ζητήθηκε να συμπληρώσει εκ νέου σωστά τον αριθμό της στέλοντας νέο κωδικό. Η ενάγουσα συμπλήρωσε τον νέο αριθμό και αυτή η διαδικασία επαναλήφθηκε από την ίδια, χωρίς να έχει αντιληφθεί ότι έβαζε σωστά τον αριθμό της. Η ενάγουσα αντιλήφθηκε τον κίνδυνο ότι έπεσε θύμα απάτης όταν της ζητήθηκε η επιβεβαίωση του λογαριασμού, οπότε έκλεισε αμέσως την σύνδεσή της με την συγκεκριμένη ιστοσελίδα και κάλεσε τηλεφωνικά την τράπεζα, αλλά η επικοινωνία της κατέστη εφικτή μόλις μετά από μισή ώρα. Τελικά μπόρεσε να επικοινωνήσει με εκπρόσωπο της τράπεζας που την διαβεβαίωσε ότι όλα θα αντιμετωπιστούν, αλλά έως και την επόμενη ημέρα ουδείς από την τράπεζα κάλεσε την ενάγουσα. Μετά από νεότερη δική της κλήση προς την τράπεζα της γνωστοποιήθηκε ότι έπρεπε να υποβάλει αίτηση αμφισβήτησης συναλλαγών, χωρίς όμως η τράπεζα να ικανοποιήσει το αίτημα επιστροφής του ποσού, γι’ αυτό και στράφηκε εναντίον της δικαστικώς.


Το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της τράπεζας ότι οι μεταφορές έγιναν με την έγκριση της ενάγουσας, δηλαδή τον ισχυρισμό ότι αρκούσε που χρησιμοποιήθηκαν σε κάθε μεταφορά τρεις κωδικοί (username, password, OTP). Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο εκρινε ότι δεν υπήρξε “γνήσια συναλλαγή”, διότι το θύμα αγνοούσε ότι η συναλλαγή ενεργήθηκε από τρίτο πρόσωπο, χωρίς δικαίωμα, “ακόμη κι αν η συγκατάθεση του χρήστη φέρεται να δόθηκε με τη μορφή που συμφωνήθηκε μεταξύ των μερών, δοθέντος ότι οι διατάξεις του άρρου 64 τυου Ν.4537/2018 αναφορικά με την συγκατάθεση για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής τέθηκαν για να προστατεύσουν τον χρήστη υπηρεσιών πληρωμής από την εκτέλεση πληρωμών που δεν ανταποκρίνονται στην βούληση του και όχι για να αποτρέψουν την γένεση αξιώσεων σε βάρος του παρόχου των υπηρεσιών σε κάθε περίπτωση διενέργειας συναλλαγών με φερόμενη συναίνεση του χρήστη με τον τρόπο που συμφωνήθηκε και τούτο ιδίως όταν το μέσο πληρωμών που αξιοποιήθηκε έχει υποκλαπεί από τον δράστη της απάτης και έχει χρησιμοποιηθεί παρανόμως και δίχως την έγκρισή του χρήστη των υπηρεσιών πληρωμής και πελάτη της Τράπεζας, αφού εκ των πραγμάτων μια τέτοια αθέμιτη παρέμβαση ο χρήστης την αγνοεί και δεν δύναται, εξ αυτού του λόγου, να θεωρηθεί γνήσια συναλλαγή”.


Το Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της τράπεζας ότι η ενάγουσα καθυστέρησε να την ειδοποιήσει, αφού το θύμα 5 λεπτά μετά την διενέργεια της τελευταίας απατηλής συναλλαγής καταγράφηκε ότι προσπαθούσε εναγωνίως να ενημερώσει τηλεφωνικώς την τράπεζα, γεγονός που, όπως προκύπτει από τον αναλυτικό λογαριασμό κλήσεων που προσκομίσαμε, επιτεύχθηκε τελικά 33 λεπτά μετά. Η ευθύνη της Τράπεζας, κατά την δικαστική απόφαση οφείλεται στην


“σοβαρή έλλειψη προσωπικού της εναγομένης δυναμένου να ανταποκριθεί αμεσα στις ανάγκες των πελατών της τελευταίας ανόψει των κινδύνων που εγκυμονούν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές οι οποίοι (ενν. Κίνδυνοι) μάλιστα ήταν γνωστοί στην εναγομένη όπως συνομολογεί η τελευταία στις προτάσεις. Επιπλέον, εν προκειμένω αποδείχθηκε ότι η επίδικη συναλλαγή μεταφοράς ποσού **.**** ευρώ σε λογαριασμό αλλοδαπής τράπεζας οριαστικοποιήθηκε την επόμενη ημέρα της διενέργειάς της, ήτοι την *** (settlement date ***), όπως προκύπτει από την ενάγουσα αντίγραφο κίνησης από το σύστημα εκκαθάρισης της εναγομένης και όχι αυθημερόν όπως ισχυρίζεται η εναγομένη, η οποία σε κάθε περίπτωση ουδέν προσεκόμισε στο Δικαστήριο προκειμένου ν’ αποδείξει τις ενέργειες στις οποίες προέβη από τη στιγμή της ενημέρωσής της την *** ώρα *** από την ενάγουσα για την προσπάθεια εξαπάτησής της από αγνώστους και το ενδεχόμενο διενέργειας συναλλαγών χωρίς τη συγκατάθεσή της, κι αν εκτός από το μπλοκάρισμα του e-banking της ενάγουσας προέβη, ως όφειλε, άμεσα σε ενέργειες ακύρωσης ή “παγώματος” των αμφισβητούμενων από την ενάγουσα ενεργειών.”


Το πιο ενδιαφέρον σημείο της δικαστικής απόφασης είναι ότι το Δικαστήριο αναγνωρίζει την υποχρέωση της τράπεζας να έχει εφαρμόσει ειδικά τεχνολογικά μέτρα ασφαλείας, όπως υποστηρίξαμε κι εμείς και, συγκεκριμένα, αναφέρει η απόφαση:


“Κρίνεται μάλιστα, ότι η εναγομένη όφειλε ενόψει και της εις γνώση της, όπως προκύπτει από τους ισχυρισμούς της στις προτάσεις της (βλ. σελ. 25 επ.) συνεχούς αύξησης του φαινομένου της ηλεκτρονικής απάτης, να διαθέτει κατάλληλο λογισμικό που θα εντόπιζε τις ασυνήθεις κι ύποπτες κινήσεις ενός τραπεζικου λογαριασμού – όπως οι επίδικες συναλλαγές- και θα ενεργοποιούσε συστήματα ισχυρότερης ταυτοποίησης του πελάτη της – δικαιούχου του λογαριασμού για την εξακρίβωση της πραγματικής βούλησης αυτού (π.χ. μέσω τηλεφωνική επικοινωνίας μαζί της ή με βιομετρική ταυτοποίηση.”


Με αυτές τις σκέψεις, το Δικαστήριο υποχρέωσε την Τράπεζα να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό χρηματικό ποσό των μη εγκεκριμένων συναλλαγών, σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπουν καθολική ευθύνη της τράπεζας και απαλλαγή μόνο για ασυνήθεις και απρόβλεπες περιστάσεις, οι οποίες δεν αποδείχθηκε ότι συνέτρεχαν εν προκειμένω. Το Δικαστήριο απέρριψε και ως αβάσιμους τους “γενικούς όρους συναλλαγών” που είχε η σύμβαση της Τράπεζας κατά την οποία δεν ευθύνεται αυτή για οποιαδήποτε ζημιά του πελάτη της σε περίπτωση παράνομης χρήσης των προσωπικών του κωδικών πρόσβασης και σε περίπτωση ζημίας από κακόβουλο λογισμικό, κρίνοντας ότι οι όροι αυτοί είναι αντίθετοι στην νομοθεσία που προβλέπει καθολική ευθύνη του παρόχου και απαλλαγή του μόνο για ασυνήθεις και απρόβλεπτες περιστάσεις οι οποίες είναι πέρα από τον έλεγχο του μέρους που τις επικαλείται και των οποίων οι συνέπειες δεν μπορούσαν να αποφευχθούν παρ’ όλες τις προσπάθειες για το αντίθετο, αλλά και ειδική διαδικασία ενημέρωσης επί συμβάντων διακοπής λειτουργίας, τα οποία επομένως δεν δύνανται να χαρακτηρισθούν ως απρόβλεπτα, αφού ρυθμίζονται ειδικά από τον νόμο. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η συμπεριφορά της ενάγουσας δεν έφτανε σε βαριά αμέλεια, αλλά μόνο σε ελαφρά αμέλεια καθόσον δεν ήταν ευδιάκριητη η ψευδής προέλευση του μηνύματος ηλ. ταχυδρομείου, αφού ως αποστολέας του φερόταν η Τράπεζα, με αποτέλεσμα συνυπαιτιότητα της ενάγουσας για το ποσό των 50 ευρώ που αφαιρείται από το συνολικό ποσό που η Τράπεζα υποχρεώνεται να της καταβάλει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Αποζημίωση από τράπεζα λόγω physing - έπρεπε να είχε ειδικό λογισμικό εντοπισμού ύποπτων συναλλαγών

Tο γραφείο μας εκπροσώπησε δικαστικά κάτοχο λογαριασμού, η οποία έπεσε θύμα “physing” με αποτέλεσμα να απωλέσει σημαντικό χρηματικό ποσό, πα...