Τετάρτη, Νοεμβρίου 17, 2010

Δικαστήριο ΕΕ: όχι στην γενική ανάρτηση δεδομένων πολιτών για δημοσιονομική διαφάνεια

Με την απόφαση της 9ης Νοεμβρίου 2010, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκλήθη να αποφανθεί κατά πόσον οι διατάξεις που επιβάλλουν την ανάρτηση στο Διαδίκτυο των δεδομένων όσων δικαιούνται κοινοτικά κονδύλια για την γεωργία είναι συμβατές με το θεμελιώδες ευρωπαϊκό δικαίωμα της προστασίας προσωπικών δεδομένων.

Πρόκειται για την απόφαση στις υποθέσεις C-92/09, C-93/09 (βλ. εδώ πλήρες κείμενο και δελτίο τύπου εδώ).

Οι δύο προσφεύγοντες Γερμανοί δικαιούχοι κονδυλίων προσέφυγαν στα γερμανικά δικαστήρια, προσβάλλοντας τις σχετικές κανονιστικές πράξεις που επέβαλαν την ανάρτηση των προσωπικών τους δεδομένων στο Διαδίκτυο, για λόγους δημοσιονομικής διαφάνειας. Τα γερμανικά δικαστήρια απέστειλαν προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο τελικά έκρινε ότι κακώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προέβλεπαν την άνευ κριτηρίων δημοσιοποίηση των δεδομένων των δικαιούχων, διότι αυτό προσέβαλλε την αρχή της αναλογικότητας. Έτσι το Δικαστήριο κήρυξε ανίσχυρες τις σχετικές κανονιστικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβαίνοντας, για πρώτη φορά στην ιστορία του, σε εξέταση του παράγωγου κοινοτικού δικαίου προς το θεμελιώδες δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων που κατοχυρώνεται από το άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος κατέστη νομικά δεσμευτικό και αναπόσπαστο μέρος του πρωτογενούς Ενωσιακού δικαίου, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας.

Σημειωτέον ότι στην δίκη πήρε μέρος και η Ελλάδα, καταθέτοντας υπέρ του μέτρου της δημοσιοποίησης των στοιχείων στο Διαδίκτυο.

Κατά την ερμηνεία της συμβατότητας προς το θεμελιώδες δικαίωμα, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έλαβε εκτενώς υπόψη και τη σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ως προς της ερμηνεία του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα σεβασμού ιδιωτικής ζωής).

Η απόφαση αυτή αποτελεί συνδυασμό δύο αποφάσεων της προηγούμενης δεκαετίας του ΔΕΚ: της Bodil Lindqvist, κατά την οποία η ανάρτηση προσωπικών δεδομένων στο Διαδίκτυο εμπίπτει στο κοινοτικό δίκαιο (δηλ. την Οδηγία 95/46) και της απόφασης Oesterreichischer Rundfunk, κατά την οποία η δημοσίευση ονομάτων υψηλόμισθων υπαλλήλων του δημοσίου επιτρέπεται μόνο ύστερα από εξαντλητικό έλεγχο της εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας. Με την απόφαση της 9ης Νοεμβρίου (Volker und Markus Schecke Gbr) το ΔΕΕ πηγαίνει ακόμη παραπέρα, αποκλείοντας ουσιαστικά την δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων πολιτών για λόγους δημοσιονομικής πολιτικής. Ή έστω θέτοντας πολύ υψηλά τον όρο της αρχής της αναλογικότητας, ώστε πρακτικά να μην αφήνει περιθώριο εφαρμογής ενός τέτοιου μέτρου.

Ορισμένες επιλογές από το ίδιο το κείμενο της απόφασης, με πρόσθετες επισημάνσεις :

56 Το άρθρο 44α του κανονισμού 1290/2005 υποχρεώνει τα κράτη μέλη να δημοσιοποιούν κάθε χρόνο εκ των υστέρων τα ονόματα των δικαιούχων ενισχύσεων του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ και τα αντίστοιχα ποσά που έλαβε κάθε δικαιούχος από καθένα από τα Ταμεία αυτά. Από την αιτιολογική σκέψη 14 του κανονισμού 1437/2007, ο οποίος τροποποιεί τον κανονισμό 1290/2005, προκύπτει ότι οι εν λόγω πληροφορίες πρέπει να αποτελούν αντικείμενο «γενικής δημοσιεύσεως».

57 Ο κανονισμός 259/2008 προσδιορίζει στο άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο δ΄, το περιεχόμενο της δημοσιοποιήσεως και ορίζει ότι δημοσιοποιούνται, εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη και λοιπές πληροφορίες σχετικά με τις ληφθείσες ενισχύσεις, όπως ο «δήμο[ς] στον οποίο κατοικεί ή είναι εγγεγραμμένος ο δικαιούχος και, εφόσον υπάρχει, [ο] ταχυδρομικό[ς] κώδικα[ς] ή το μέρος του ταχυδρομικού κώδικα που προσδιορίζει το δήμο». Το άρθρο 2 του ίδιου κανονισμού ορίζει ότι τα στοιχεία διατίθενται σε ενιαίο δικτυακό τόπο ανά κράτος μέλος και ότι οι χρήστες μπορούν να λάβουν γνώση αυτών μέσω εργαλείου αναζητήσεως.

58 Δεν αμφισβητείται ότι τα ποσά τα οποία έλαβαν οι ενδιαφερόμενοι δικαιούχοι από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ αποτελούν, συχνά σημαντικό, μέρος των εσόδων τους. Η δημοσιοποίηση σε δικτυακό τόπο ονομαστικών πληροφοριών σχετικά με τους εν λόγω δικαιούχους και τα συγκεκριμένα ληφθέντα από αυτούς ποσά συνιστά κατ’ αυτόν τον τρόπο, λόγω του ότι οι πληροφορίες αυτές καθίστανται προσβάσιμες στους τρίτους, παρέμβαση στην ιδιωτική τους ζωή κατά την έννοια του άρθρου 7 του Χάρτη (βλ., συναφώς, απόφαση Österreichischer Rundfunk κ.λπ., προπαρατεθείσα, σκέψεις 73 και 74).

59 Δεν ασκεί, συναφώς, επιρροή το γεγονός ότι οι δημοσιοποιούμενες πληροφορίες αφορούν επαγγελματικές δραστηριότητες (βλ. απόφαση Österreichischer Rundfunk κ.λπ., προπαρατεθείσα, σκέψεις 73 και 74). Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε συναφώς, ως προς την ερμηνεία του άρθρου 8 ΕΣΔΑ, ότι ο όρος «ιδιωτική ζωή» δεν πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά και ότι «δεν υφίσταται κανένας λόγος αρχής για τον αποκλεισμό των επαγγελματικών δραστηριοτήτων [...] από την έννοια της “ιδιωτικής ζωής”» (βλ., ιδίως, ΕΔΔΑ, προπαρατεθείσες αποφάσεις Amann κατά Ελβετίας, § 65, και Rotaru κατά Ρουμανίας, § 43).

[...]

63 Η επίμαχη κανονιστική ρύθμιση της Ένωσης, η οποία απλώς προβλέπει ότι οι δικαιούχοι ενισχύσεων ενημερώνονται εκ των προτέρων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα, δεν αποσκοπεί επομένως να βασίσει την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων που καθιερώνει στη συγκατάθεση των ενδιαφερόμενων δικαιούχων. Εξάλλου, διαπιστώνεται ότι στις διαφορές της κύριας δίκης οι προσφεύγοντες με τα έντυπα αιτήσεως χρηματοδοτήσεως απλώς δήλωσαν ότι «[γνωρίζουν] ότι το άρθρο 44α του κανονισμού 1290/205 απαιτεί τη δημοσιοποίηση των στοιχείων σχετικά με τους δικαιούχους [κονδυλίων του] ΕΓΤΕΕ και του ΕΓΤΑΑ».

64 Καθόσον, αφενός, η δημοσιοποίηση των ονομαστικών δεδομένων σχετικά με τους ενδιαφερόμενους δικαιούχους και των συγκεκριμένων ποσών που έλαβαν από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ συνιστά προσβολή, έναντι των δικαιούχων αυτών, των δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη και, αφετέρου, αυτού του είδους η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν στηρίζεται στη συγκατάθεση των εν λόγω δικαιούχων, πρέπει να ερευνηθεί αν η προσβολή αυτή είναι δικαιολογημένη βάσει του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη.

ii) Ως προς τον δικαιολογημένο χαρακτήρα της προσβολής των δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη

65 Υπενθυμίζεται ότι το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη επιτρέπει περιορισμούς στην άσκηση δικαιωμάτων όπως των άρθρων 7 και 8 αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι οι περιορισμοί αυτοί προβλέπονται από τον νόμο, σέβονται το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων και ελευθεριών και ότι, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας, είναι αναγκαίοι και ανταποκρίνονται πραγματικά σε σκοπούς γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση ή στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων.

66 Πρώτον, δεν αμφισβητείται ότι η προσβολή από τη δημοσιοποίηση σε δικτυακό τόπο ονομαστικών δεδομένων σχετικά με τους ενδιαφερόμενους δικαιούχους πρέπει να νοηθεί ότι «προβλέπεται από τον νόμο» κατά την έννοια του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη. Συγκεκριμένα, τα άρθρα 1, παράγραφος 1, και 2 του κανονισμού 259/2008 προβλέπουν ρητώς αυτή τη δημοσιοποίηση.

67 Δεύτερον, ως προς το αν η εν λόγω προσβολή ανταποκρίνεται σε σκοπό γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση κατά το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη, από την αιτιολογική σκέψη 14 του κανονισμού 1437/2007, με τον οποίο τροποποιήθηκε ο κανονισμός 1290/205, και από την αιτιολογική σκέψη 6 του κανονισμού 259/2008 προκύπτει ότι η δημοσιοποίηση των ονομάτων των δικαιούχων ενισχύσεων του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ και των ληφθέντων ποσών από τα Ταμεία αυτά αποσκοπεί να «[βελτιώσει] τη διαφάνεια όσον αφορά τη χρήση των κοινοτικών κονδυλίων στο πλαίσιο της [ΚΓΠ] και [να συμβάλει] στη χρηστή δημοσιονομική τους διαχείριση, μεταξύ άλλων ενισχύοντας το δημόσιο έλεγχο της χρήσης των κονδυλίων».

68 Υπενθυμίζεται ότι η αρχή της διαφάνειας προβλέπεται στα άρθρα 1 ΣΕΕ και 10 ΣΕΕ, όπως επίσης και στο άρθρο 15 ΣΛΕΕ. Η διαφάνεια εξασφαλίζει μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων και, παράλληλα, εγγυάται μεγαλύτερη νομιμότητα, αποτελεσματικότητα και υπευθυνότητα της διοικήσεως έναντι του πολίτη σε ένα δημοκρατικό σύστημα (βλ. αποφάσεις της 6ης Μαρτίου 2003, C‑41/00 P, Interporc κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. I‑2125, σκέψη 39, και της 29ης Ιουνίου 2010, C‑28/08 P, Επιτροπή κατά Bavarian Lager, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 54).

69 Επομένως, καθόσον ενισχύει τον δημόσιο έλεγχο της χρήσεως των κονδυλίων που καταβάλλονται από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ, η δημοσιοποίηση την οποία επιβάλλουν οι διατάξεις το κύρος των οποίων αμφισβητείται συμβάλλει στη χρηστή διαχείριση των δημόσιων πόρων από τη διοίκηση (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση Österreichischer Rundfunk κ.λπ., προπαρατεθείσα, σκέψη 81).

70 Εξάλλου, η εν λόγω δημοσιοποίηση σχετικά με τη διαχείριση των ποσών που καταβάλλονται από τα οικεία γεωργικά Ταμεία εξασφαλίζει στους πολίτες μεγαλύτερη συμμετοχή στον δημόσιο διάλογο σχετικά με τον προσανατολισμό της ΚΓΠ.

71 Ως εκ τούτου, αποβλέποντας στην ενίσχυση της διαφάνειας όσον αφορά τη διαχείριση των κονδυλίων στο πλαίσιο της ΚΓΠ, το άρθρο 44α του κανονισμού 1290/205 και ο κανονισμός 259/2008 εξυπηρετούν σκοπό γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση.

72 Τρίτον, επιβάλλεται, επίσης, να εξετασθεί αν ο περιορισμός στα κατά τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη δικαιώματα είναι ανάλογος προς τον επιδιωκόμενο νόμιμο σκοπό (βλ., μεταξύ άλλων, ΕΔΔΑ, απόφαση Gillow κατά Ηνωμένου Βασιλείου της 24ης Νοεμβρίου 1986, σειρά A αριθ. 109, § 55, καθώς και απόφαση Österreichischer Rundfunk κ.λπ., προπαρατεθείσα, σκέψη 83).

73 Οι προσφεύγοντες στην κύρια δίκη αναφέρουν συναφώς ότι τα δεδομένα των οποίων η δημοσιοποίηση προβλέπεται στο άρθρο 44α του κανονισμού 1290/2005 και στον κανονισμό 259/2008 επιτρέπει στους τρίτους να αντλούν συμπεράσματα ως προς τα εισοδήματά τους. Διευκρινίζουν ότι οι ενισχύσεις αυτές αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεταξύ 30 % και 70 % των συνολικών εσόδων των ενδιαφερόμενων δικαιούχων. Το νόμιμο δημόσιο συμφέρον θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί και από τη δημοσιοποίηση ανώνυμων στατιστικών στοιχείων.

74 Κατά πάγια νομολογία, η αρχή της αναλογικότητας, η οποία αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης, απαιτεί να είναι τα προβλεπόμενα από διάταξη του δικαίου της Ένωσης μέσα πρόσφορα για την υλοποίηση του επιδιωκομένου από την οικεία διάταξη σκοπού και να μην υπερβαίνουν το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο (απόφαση της 8ης Ιουνίου 2010, C‑58/08, Vodafone κ.λπ., που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

75 Δεν αμφισβητείται ότι η δημοσιοποίηση σε δικτυακό τόπο ονομαστικών πληροφοριών των ενδιαφερόμενων δικαιούχων, όπως επίσης και των ποσών που έλαβαν από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ, είναι πρόσφορη για την ενίσχυση της διαφάνειας όσον αφορά τη διαχείριση των σχετικών γεωργικών ενισχύσεων. Τέτοιου είδους πληροφορίες τιθέμενες στη διάθεση των πολιτών ενισχύουν τον δημόσιο έλεγχο της χρήσεως των σχετικών κονδυλίων και συμβάλλουν στη χρηστή διαχείριση των δημόσιων πόρων.

76 Ως προς την αναγκαιότητα του μέτρου, υπενθυμίζεται ότι ο σκοπός της επίμαχης δημοσιοποιήσεως δεν μπορεί να επιδιώκεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι πρέπει να πραγματοποιείται συμβιβασμός μεταξύ αυτού και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των άρθρων 7 και 8 του Χάρτη (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2008, C‑73/07, Satakunnan Markkinapörssi και Satamedia, Συλλογή 2008, σ. I‑9831, σκέψη 53).

77 Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί αν το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Επιτροπή πραγματοποίησαν ισόρροπη στάθμιση μεταξύ, αφενός, του συμφέροντος της Ένωσης για εγγύηση διαφάνειας των ενεργειών της και για χρηστή διαχείριση των δημοσίων πόρων και, αφετέρου, της προσβολής του δικαιώματος των ενδιαφερόμενων δικαιούχων στον σεβασμό της ιδιωτικής τους ζωής, εν γένει, και στην προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα, ειδικότερα. Συναφώς, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι οι αποκλίσεις και οι περιορισμοί της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια του απολύτως αναγκαίου (απόφαση Satakunnan Markkinapörssi και Satamedia, προπαρατεθείσα, σκέψη 56).

78 Τα κράτη μέλη που κατέθεσαν παρατηρήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, το Συμβούλιο και η Επιτροπή διατείνονται ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός με την κατά το άρθρο 44α του κανονισμού 1290/2005 και τον κανονισμό 259/2008 δημοσίευση δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί με μέτρα που θίγουν σε μικρότερο βαθμό το δικαίωμα των ενδιαφερόμενων δικαιούχων στην προσωπική τους ζωή, εν γένει, και στην προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα, ειδικότερα. Πληροφορίες οι οποίες αφορούν μόνο τους δικαιούχους εκείνους των οποίων οι ενισχύσεις υπερβαίνουν ορισμένο όριο δεν αποδίδουν την πραγματική εικόνα της ΚΓΠ στους φορολογούμενους. Συγκεκριμένα, θα τους δημιουργείτο η εντύπωση ότι υπάρχουν μόνο δικαιούχοι «μεγάλων» ενισχύσεων από τα οικεία γεωργικά Ταμεία, καίτοι οι δικαιούχοι «μικρών» ενισχύσεων είναι πολυάριθμοι. Η αφορώσα μόνον τα νομικά πρόσωπα δημοσιοποίηση δεν θα ήταν, επίσης, επαρκής. Η Επιτροπή υποστηρίζει συναφώς ότι μεταξύ των δικαιούχων των μεγαλύτερων γεωργικών ενισχύσεων συγκαταλέγονται φυσικά πρόσωπα.

79 Παρότι, βεβαίως, σε μία δημοκρατική κοινωνία, οι φορολογούμενοι δικαιούνται να ενημερώνονται σχετικά με τη διαχείριση των δημοσίων πόρων (απόφαση Österreichischer Rundfunk κ.λπ., προπαρατεθείσα, σκέψη 85), γεγονός είναι ότι μία ισόρροπη στάθμιση των διαφόρων επίμαχων συμφερόντων απαιτεί, πριν από την έκδοση διατάξεων των οποίων το κύρος αμφισβητείται, τα οικεία όργανα να εξακριβώνουν αν η δημοσιοποίηση, σε ελευθέρως προσβάσιμο ενιαίο δικτυακό τόπο ανά κράτος μέλος, ονομαστικών πληροφοριών για όλους τους ενδιαφερόμενους δικαιούχους και των συγκεκριμένων ποσών που έλαβε καθένας τους από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ –ανεξαρτήτως της διάρκειας, της συχνότητας ή του είδους και της σημασίας της ληφθείσας ενισχύσεως– υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη των νομίμων επιδιωκόμενων σκοπών, ενόψει ειδικότερα της προκαλούμενης προσβολής με τη δημοσιοποίηση αυτή των δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη.

80 Ως προς τα φυσικά πρόσωπα που είναι δικαιούχοι ενισχύσεων του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ, δεν προκύπτει, όμως, ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή επιχείρησαν να πραγματοποιήσουν τέτοια ισόρροπη στάθμιση μεταξύ του συμφέροντος της Ένωσης για διασφάλιση διαφάνειας των ενεργειών της όπως και για χρηστή διαχείριση των δημοσίων πόρων, αφενός, και των θεμελιωδών δικαιωμάτων κατά τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη, αφετέρου.

81 Συγκεκριμένα, δεν προκύπτει ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή εξέτασαν, κατά τη θέσπιση του άρθρου 44α του κανονισμού 1290/2005 και του κανονισμού 259/2008, λεπτομερείς κανόνες για τη δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με τους ενδιαφερόμενους δικαιούχους οι οποίοι θα ήταν συμβατοί με τον σκοπό τέτοιας δημοσιοποιήσεως, θίγοντες ταυτοχρόνως σε μικρότερο βαθμό το δικαίωμα των δικαιούχων αυτών στην ιδιωτική τους ζωή, εν γένει, και στην προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα, όπως, ειδικότερα, τον περιορισμό της δημοσιοποιήσεως ονοματικών δεδομένων σχετικά με τους εν λόγω δικαιούχους ανάλογα με τις περιόδους κατά τις οποίες έλαβαν ενισχύσεις, τη συχνότητα ή το είδος και τη σημασία αυτών.

82 Μία κατ’ αυτόν τον τρόπο περιορισμένη ονομαστική δημοσιοποίηση θα μπορούσε, ενδεχομένως, να συνοδεύεται από σχετικές επεξηγήσεις ως προς τα φυσικά πρόσωπα που είναι δικαιούχοι ενισχύσεων από τα εν λόγω Ταμεία και ως προς τα αντιστοίχως ληφθέντα ποσά.

83 Τα θεσμικά όργανα όφειλαν, επομένως, να εξετάσουν, στο πλαίσιο ισόρροπης σταθμίσεως των διαφόρων επίμαχων συμφερόντων, αν η ονομαστική δημοσιοποίηση, περιορισμένη κατά τον τρόπο που εκτέθηκε στη σκέψη 81 της παρούσας αποφάσεως, θα ήταν επαρκής για την επίτευξη των σκοπών της επίμαχης στην κύρια δίκη ρυθμίσεως της Ένωσης. Ειδικότερα, δεν διαφαίνεται ότι τέτοιος περιορισμός, ο οποίος θα προστάτευε ορισμένους ενδιαφερόμενους δικαιούχους από προσβολή της ιδιωτικής τους ζωής, θα προσέφερε στον πολίτη αρκούντως σαφή εικόνα των καταβαλλόμενων από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ ενισχύσεων, η οποία θα επέτρεπε την επίτευξη των σκοπών της εν λόγω ρυθμίσεως.

84 Τα κράτη μέλη που κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως επίσης και το Συμβούλιο και η Επιτροπή, αναφέρουν, περαιτέρω, ότι η ΚΓΠ καλύπτει σημαντικό τμήμα του προϋπολογισμού της Ένωσης, προκειμένου να δικαιολογήσουν την αναγκαιότητα της δημοσιοποιήσεως που επιβάλλουν το άρθρο 44α του κανονισμού 1290/2005 και ο κανονισμός 259/2008.

85 Το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί. Υπενθυμίζεται ότι τα θεσμικά όργανα οφείλουν να σταθμίζουν, προ της δημοσιοποιήσεως πληροφοριών που αφορούν φυσικά πρόσωπα, το συμφέρον της Ένωσης για διασφάλιση διαφάνειας των ενεργειών της και την προσβολή των δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη. Δεν αναγνωρίζεται, όμως, αυτομάτως, υπεροχή του σκοπού της διαφάνειας έναντι του δικαιώματος στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (βλ., συναφώς, απόφαση Επιτροπή κατά Bavarian Lager, προπαρατεθείσα, σκέψεις 75 έως 79), ακόμη και σε περίπτωση διακυβεύσεως σημαντικών οικονομικών συμφερόντων.

86 Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι τα θεσμικά όργανα δεν προέβησαν σε ισόρροπη στάθμιση μεταξύ, αφενός, των σκοπών του άρθρου 44α του κανονισμού 1290/2005, όπως και του κανονισμού 259/2008, και, αφετέρου, των δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη στα φυσικά πρόσωπα. Δεδομένου ότι οι αποκλίσεις και οι περιορισμοί της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα όρια του απολύτως αναγκαίου (απόφαση Satakunnan Markkinapörssi και Satamedia, προπαρατεθείσα, σκέψη 56) και ότι είναι δυνατόν να προβλεφθούν μέτρα που θίγουν σε μικρότερο βαθμό, έναντι των φυσικών προσώπων, το εν λόγω θεμελιώδες δικαίωμα, συμβάλλοντας ταυτοχρόνως κατά τρόπο αποτελεσματικό στους σκοπούς της επίμαχης ρυθμίσεως της Ένωσης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το Συμβούλιο και η Επιτροπή, επιβάλλοντας τη δημοσιοποίηση των ονομάτων όλων των φυσικών προσώπων που είναι δικαιούχοι ενισχύσεων από το ΕΓΤΕ και το ΕΓΤΑΑ, όπως επίσης και των αντιστοίχως ληφθέντων ποσών, υπερέβησαν τα όρια που επιβάλλει η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.


Οι κρίσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πολύ σημαντικές γιατί υπενθυμίζουν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν υποκύπτουν ενόψει των γενικών οικονομικών διακυβευμάτων. Η σημαντική αυτή απόφαση υπενθυμίζει ότι ακόμα και σε περιόδους γενικευμένης κρίσης, υπάρχουν ορισμένα θεσμικά όργανα, τα οποία αντιστέκονται και επιβάλλουν το σεβασμό στις θεμελιώδεις αρχές στις οποίες έχει βασιστεί η Ενωμένη Ευρώπη. Αρχές οι οποίες δεν περιορίζονται σε οικονομικές επιδιώξεις, αλλά έχουν στο επίκεντρό τους τον άνθρωπο. Αυτή είναι μια ουσιώδης πτυχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παραμένει ζωντανή, έστω και σε δικαστικές αποφάσεις.



1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...