Χθες και προχθές ολοκληρώθηκε η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το νομοσχέδιο που αφορά την ανοικτή διάθεση δεδομένων του δημόσιου τομέα. Σταχυολογώ ορισμένες από τις αγορεύσεις των βουλευτών από τα
Πρακτικά, μόνο για το θέμα των Ανοικτών Δεδομένων, δηλ, της ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2013/37/ΕΚ (χωρίς τα θέματα της Διαύγειας κλπ που περιέχονται στο νομοσχέδιο). Υπογραμμίζω με bold, όσα σχολιάζω ενδιάμεσα με κόκκινο χρώμα.
ΛΑΖΑΡΟΣ ΤΣΑΒΔΑΡΙΔΗΣ [ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ Ν.Δ.]: “Μέχρι
σήμερα, σύμφωνα με την ισχύουσα ρύθμιση,
η πρόσβαση στη δημόσια πληροφορία
προϋπέθετε αίτημα του ενδιαφερομένου.
Από την πρώτη, όμως, θέσπιση δέσμης
μέτρων για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών
του δημοσίου τομέα το 2003 η ποσότητα των
δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των
δημοσίων δεδομένων, έχει αυξηθεί
σημαντικά, ενώ παράγονται και συλλέγονται
συνεχώς νέοι τύποι δεδομένων. Η
ταχεία τεχνολογική εξέλιξη απαιτεί τη
δημιουργία νέων υπηρεσιών και νέων
εφαρμογών, που βασίζονται στη χρήση, τη
συσσώρευση ή τον συνδυασμό δεδομένων.Οι
παλιές διατάξεις που θεσπίστηκαν σε
κοινοτικό επίπεδο ως εκ τούτου θεωρούνται
ήδη ξεπερασμένες και η επικαιροποίησή
τους σε κοινοτικό αλλά και σε κατ’
επέκταση σε εθνικό επίπεδο είναι πλέον
επιβεβλημένη.”
H φράση αυτή είναι διπλά εσφαλμένη: αφενός και σήμερα χρειάζεται αίτημα του ενδιαφερομένου για πρόσβαση στην δημόσια πληροφορία, καθώς εξακολουθεί να ισχύει το άρθρο 5 του Ν.2690/1999 που επιβάλλει την κατάθεση γραπτού αιτήματος του "ενδιαφερομένου" για να λάβει έγγραφα. Αφετέρου, η υποχρέωση της διάθεσης των εγγράφων για περαιτέρω χρήση δεν θεσπίζεται με το νομοσχέδιο για τα "Ανοικτά Δεδομένα", το οποίο απλώς τροποποιεί σε κάποιες διατάξεις την υφιστάμενη από το 2006 υποχρέωση των φορέων του δημόσιου τομεά (ν.3448). Επομένως: ο πολίτης θα συνεχίσει να υποβάλλει αιτήματα για να λαμβάνει αντίγραφα δημοσίων εγγράφων και θα δούμε κατά πόσον ο δημόσιος τομεάς θα συμμορφωθεί, οκτώ χρόνια μετά την πρώτη νομοθέτηση της υποχρέωσής του για διάθεση των εγγράφων του μέσω διαδικτύου.
“Επιπροσθέτως, με την
εισαγωγή του παρόντος σχεδίου νόμου
προς ψήφιση στη Βουλή επιχειρείται η
απαραίτητη εναρμόνιση της Ελλάδας και
με τις λοιπές πολιτικές που δρομολογεί
η Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να είναι
παγκοσμίως ανταγωνιστική στην οικονομία
των δεδομένων και απηχούν την παγκόσμια
τάση ανοίγματος των δημόσιων δεδομένων,
όπως ο χάρτης των ανοικτών δεδομένων
που εξέδωσε η ομάδα G8
το 2013. Με το νέο σχέδιο νόμου καθιερώνεται
η αρχή της ανοικτής διάθεσης και περαιτέρω
χρήσης των εγγράφων, πληροφοριών και
δεδομένων του δημοσίου τομέα υπό την
επιφύλαξη ασφαλώς της προστασίας των
προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικότητας
των πολιτών. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνονται
δυο πολύ σημαντικά πράγματα: Πρώτον,
ενισχύεται εντυπωσιακά τόσο η διαφάνεια
όσο και η λογοδοσία στο δημόσιο στο
πλαίσιο της αρχής της φανερής δράσης
της διοίκησης. Δεύτερον, ενισχύονται
οι προϋποθέσεις για την αποκόμιση
σημαντικών οικονομικών οφελών τα οποία
θα προκύπτουν τόσο ευθέως από υπηρεσίες
που αναπτύσσονται με τα ανοικτά δεδομένα
όσο και από το εισόδημα που δημιουργούν
οι νέες θέσεις απασχόλησης που
δημιουργούνται. Αυτό θα συμβεί, διότι
οι πολιτικές ανοικτών δεδομένων όχι
μόνο για τους οικονομικούς φορείς αλλά
και για το κοινό μπορούν να διαδραματίσουν
σημαντικό ρόλο στην ταχεία ανάπτυξη
νέων υπηρεσιών που βασίζονται σε νέους
τρόπους συνδυασμού και χρησιμοποίησης
αυτών των πληροφοριών, τόνωσης της
οικονομικής ανάπτυξης και προώθησης
της κοινωνικής δέσμευσης. Γίνεται αμέσως
αντιληπτό ότι η διάθεση στοιχείων
προσβασιμότητας θα καταστήσει τους
πολίτες πιο ενημερωμένους, αλλά και θα
μειώσει μια σειρά υφισταμένων προς το
παρόν εμποδίων, όπως αυτά για την εύρεση
εργασίας, τον τουρισμό, τις δημόσιες
μεταφορές, την αποδοτικότερη λειτουργία
και συντονισμό του συνόλου των δημοσίων
υπηρεσιών, τα κόστη συναλλαγής των
πολιτών με τις δημόσιες υπηρεσίες καθώς
και το χρόνο που οι πολίτες δαπανούν
για τις επισκέψεις αυτές. Εκτιμάται από
σχετικές μελέτες ότι τα ανοικτά δεδομένα
θα οδηγήσουν σε οικονομικά οφέλη πλέον
των 40 δισεκατομμυρίων ευρώ καθώς και
σε αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας
που θα ξεπερνά τα 3 τρισεκατομμύρια
δολάρια σε επτά διαφορετικούς τομείς
της οικονομικής δραστηριότητας:
εκπαίδευση, μεταφορές, καταναλωτικά
προϊόντα, ηλεκτρική ενέργεια, πετρέλαιο
και φυσικό αέριο, υγεία και καταναλωτική
πίστη σε παγκόσμιο επίπεδο."
ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ [ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΣΥΡΙΖΑ] : “Κυρίες και κύριοι
Βουλευτές, αντικείμενο του παρόντος
νομοσχεδίου είναι κατ’ αρχήν η καθιέρωση
της αρχής της ανοιχτής διάθεσης και
περαιτέρω χρήσης των εγγράφων, πληροφοριών
και δεδομένων που βρίσκονται στην κατοχή
φορέων του δημοσίου, η τροποποίηση
ορισμένων διατάξεων του πρώτου κεφαλαίου
του ν. 3848/2006 και η προσαρμογή της εθνικής
νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας
2013/37 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και
του Συμβουλίου. Η νομοθετική αυτή
πρωτοβουλία ως ενιαίο όλον ορώμενη
περιέχει μια προφανή αντίφαση: Η
Κυβέρνηση, που υλοποιεί το υπερσύνταγμα
του μνημονίου, από τη μια, έχει κηρύξει
πόλεμο κατά του κράτους και της δημόσιας
διοίκησης σε μέγεθος, αντικείμενο,
ποσότητα, ποιότητα υπηρεσιών, ώστε να
μην μπορεί να ανταποκριθεί στις κοινωνικές
και εθνικές ανάγκες και, από την άλλη,
εισάγει ρυθμίσεις δευτερεύουσας σημασίας
για τον εκσυγχρονισμό του, ώστε να
παρέχει τη ψευδαίσθηση ότι συμπλέει με
τα προτάγματα της σύγχρονης εποχής.”
Eίναι πραγματικά απογοητευτικό που ο εισηγητής της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης δεν είπε ούτε μία (1) φράση για τα ανοικτά δεδομένα.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΑΛΤΟΥΡΟΣ (Ειδικός Αγορητής ΠΑΣΟΚ): “Η μεγάλη
καινοτομία, όμως, του νομοσχεδίου
έγκειται στην καθιέρωση της υποχρέωσης
των φορέων του δημόσιου τομέα για ανοιχτή
διάθεση, εκτός από τα έγγραφα, και των
πληροφοριών και δεδομένων που βρίσκονται
στην κατοχή τους, τα οποία διατίθενται
ελεύθερα προς χρήση και αξιοποίηση για
εμπορικούς και μη σκοπούς, χωρίς να
απαιτείται καμία ενέργεια από τον
ενδιαφερόμενο ή τη διοίκηση, εφόσον
διατίθενται στο διαδίκτυο. Βεβαίως,
καθιερώνονται και οι σχετικές εξαιρέσεις,
πρωτίστως όσον αφορά τη δημοσίευση
πληροφοριών που αφορούν την εθνική
ασφάλεια, καθώς και ευαίσθητα προσωπικά
δεδομένα.”
Καμία "μεγάλη καινοτομία": αυτά προβλέπονται εδώ και 8 χρόνια από τον ν.3448/2006. Στην πράξη δεν είδαμε να γίνονται όμως.
AIMIΛΙΑ ΧΡΥΣΟΒΕΛΩΝΗ [ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΟΡΗΤΡΙΑ ΑΝ.ΕΛ.]: “Στο κεφάλαιο
Α΄ που αφορά την περαιτέρω χρήση
πληροφοριών του δημοσίου, η οποία κατέστη
θεωρητικά δυνατή με το ν. 3448/2006, πρέπει
πρώτα από όλα να παραδεχθούμε ότι αυτή
ουδέποτε υλοποιήθηκε. Στόχος του νόμου
εκείνου ήταν η εμπορική εκμετάλλευση
ενός τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητας
που ενώ αλλού στην Ευρωπαϊκή Ένωση
αντιστοιχεί σε τζίρο δισεκατομμυρίων
ευρώ, στην Ελλάδα εξακολουθεί να παραμένει
πρακτικά ανύπαρκτος. Είναι αυτονόητο
ότι η διάθεση πληροφοριών του δημοσίου
είναι συνάρτηση αφενός της ψηφιοποίησής
τους και αφετέρου της συνεργασιμότητας
των παρόχων, δηλαδή των δημοσίων
υπηρεσιών. Δυστυχώς, το τελευταίο
στοιχείο είναι κάτι που σαφώς δεν υπάρχει
σήμερα έναντι των πολιτών ή των
επιχειρήσεων στη χώρα μας. Τα αίτια
αυτής της δυσλειτουργίας είναι πολλά.
Μεταξύ αυτών κυριαρχούν και τα εξής:
Πρώτον, είναι η κουλτούρα αδιαφάνειας
που διέπει τις δημόσιες υπηρεσίες.
Δεύτερον, η ευθυνοφοβία πολλών στελεχών
του δημοσίου. Τρίτον, η ανυπαρξία ελέγχου
εφαρμογής του ισχύοντος νόμου, για τον
οποίο υπεύθυνος θεωρητικά είναι ο
Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης,
που όμως πρακτικά δεν ασχολήθηκε με το
θέμα. Τέλος, θεωρούμε ότι παίζει σημαντικό
ρόλο και η ανυπαρξία πειθαρχικών
επιπτώσεων στις περιπτώσεις μη συνεργασίας
των δημοσίων υπαλλήλων με τους πολίτες
ή με τις αιτούσες επιχειρήσεις. Για να
αντιμετωπιστεί, λοιπόν, η παραπάνω
κατάσταση εισάγεται η λεγόμενη «ανοιχτή
διάθεση των δημοσίων πληροφοριών»,
χωρίς δηλαδή να χρειάζεται να υποβληθεί
κάποια αίτηση του ενδιαφερομένου. Για
να έχει όμως κάποιο νόημα θα πρέπει
ασφαλώς να προηγηθεί η ψηφιοποίηση και
η αυτοματοποιημένη διάθεσή τους εκ
μέρους των αρμοδίων φορέων. Σημειώνω
εδώ ότι η «Διαύγεια», το πρόγραμμα
ανάρτησης δημοσίων εγγράφων στο
διαδίκτυο, δεν καλύπτει σε καμία περίπτωση
περιπτώσεις εμπορικά αξιοποιήσιμων
πληροφοριών, ιδιαίτερα με τον τρόπο με
τον οποίο λειτουργεί σήμερα. Σε αυτό το
σημείο θέλω να επισημάνω πως η συντριπτική
πλειοψηφία των αιτημάτων πολιτών ή
επιχειρήσεων που υποβλήθηκαν μέχρι
τώρα, βάσει του νόμου του 2006, δεν
ικανοποιήθηκαν από τις αρμόδιες
υπηρεσίες. Ο κύριος λόγος είναι η παντελής
απουσία ελέγχου εφαρμογής του νόμου
και η έλλειψη κυρώσεων για τους δημόσιους
φορείς σε περίπτωση μη συμμόρφωσης,
παράγοντες που θεωρούμε ότι διαιωνίζουν
το σημερινό καθεστώς αδιαφάνειας και
άρνησης συνεργασίας εκ μέρους του
κράτους. Το
αντίδοτο που προτείνει το συζητούμενο
νομοσχέδιο είναι η συμπλήρωση του
ανύπαρκτου σήμερα ελεγκτικού μηχανισμού,
αυτού δηλαδή του ΓΕΕΔ με το ΣΕΕΔΔ στο
ρόλο του ελεγκτή εφαρμογής του νέου
πλαισίου ανοικτής διάθεσης των δημοσίων
δεδομένων. Η εμπειρία λέει πως πρόκειται
για ένα πολύ δύσκολο έργο, το οποίο συχνά
εκφυλίζεται και σε πάρεργο εκ μέρους
των ελεγκτικών αρχών."
Αυτή ήταν η πιο ενημερωμένη παρέμβαση βουλευτή σε όλη την κοινοβουλευτική συζήτηση για το θέμα: ότι δεν υπάρχει ο σωστός μηχανισμός επιβολής των διατάξεων για την διάθεση των ανοικτών δεδομένων, όπως είχα επισημάνει κι εγώ.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΥΡΙΤΣΗΣ [ΕΙΔΙΚΟΣ ΑΓΟΡΗΤΗΣ ΔΗΜ.ΑΡ.]: “Η νομοθετική
πρωτοβουλία είναι βασικό βήμα για την
ουσιαστική εισαγωγή κανόνων ανοιχτής
διάθεσης της δημόσιας πληροφορίας και
ειδικότερα για την εισαγωγή δύο νέων
βασικών αρχών σ’ αυτόν τον τομέα, δηλαδή
πρώτον της εξ ορισμού ανοιχτότητας ή
ανοιχτής πληροφορίας και, δεύτερον, της
ενεργητικής διαφάνειας. Βεβαίως, δεν
διστάζω να επαινέσω ότι δεν επιδιώκεται
μία μηχανιστική μεταφορά της Οδηγίας
2013/37 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το νομοσχέδιο
προσαρμόζει την Οδηγία στο ελληνικό
περιβάλλον και προτείνει επιπλέον μέτρα
για την ενίσχυση της ανοιχτής διάθεσης
της πληροφορίας του δημόσιου τομέα στη
χώρα, αλλά και τη διαφάνεια στη δράση
της Δημόσιας Διοίκησης. Η απελευθέρωση
των δημόσιων δεδομένων είναι εντός του
πλαισίου της μεταφοράς της Οδηγίας.
Αυτή η πρακτική είναι απαραίτητη στην
ελληνική πραγματικότητα για μία σειρά
από λόγους. Ενδεικτικά αναφέρω, πρώτον,
ότι στις έρευνες του ΟΚΧΕ κατά τη διάρκεια
εφαρμογής του ν. 3882/2010 σε σχέση με τη
μεταφορά της Οδηγίας «Inspire»,
προκύπτει ότι το 86,3% των συμμετεχόντων
στην έρευνα υπαλλήλων του δημοσίου
τομέα θεωρεί ότι υπάρχει ανάγκη για
περισσότερο διαμερισμό δεδομένων του
δημοσίου τομέα. Επίσης, το 97% πιστεύει
ότι τα γεωχωρικά δεδομένα θα πρέπει να
είναι ελεύθερα και ανοιχτά, επειδή
υπάρχει τεράστια ανάγκη να υπάρχει
πρόσβαση στη δημόσια πληροφορία από
τρίτους, προκειμένου να μπορούν οι
φορείς του Δημοσίου να επιτελούν καλύτερα
και με μικρότερο κόστος συναλλαγών τη
δημόσια αποστολή τους. Την ίδια ώρα, οι
επιχειρήσεις μπορούν να προσφέρουν
υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας με τη
μέγιστη δυνατή παραγωγικότητα, χωρίς
όμως να μειώνουν τους μισθούς των
εργαζομένων. Δεύτερον, αυτοί οι δύο
στόχοι, δηλαδή η μείωση του διοικητικού
βάρους και η αύξηση της παραγωγικότητας
της ιδιωτικής επιχείρησης, αποτελούν
κεντρικά σημεία σειράς εθνικών πολιτικών,
οι οποίες έχουν αποτυπωθεί σε επίσημα
κείμενα πολιτικής. Τρίτον, η εμπειρία
από την εφαρμογή των ν. 3448/2006, 3882/2010 και
3979/2011 υποδεικνύει ότι είναι απαραίτητο
να υπάρξουν δραστικά μέτρα για το άνοιγμα
της πληροφορίας που δεν προϋποθέτουν
την έκδοση υπουργικών αποφάσεων ή άλλων
κανονιστικών πράξεων της διοίκησης
ούτε εξαρτώνται από την έκδοση κειμένων
εθνικής πολιτικής, καθώς η διοίκηση δεν
έχει εκδώσει κανένα σχετικό κείμενο
για το σύνολο των διατάξεων που παραμένουν
ανενεργές. Κατά συνέπεια, η επιλογή
λύσεων σε νομοθετικό επίπεδο και η χρήση
γενικών κανόνων φαίνεται να είναι η
ασφαλέστερη λύση για την επιβολή κανόνων
ανοιχτότητας. Η επιλογή της εισαγωγής
των αρχών της εξ ορισμού ανοιχτότητας
και της ενεργητικής διαφάνειας φαίνεται
να είναι η βέλτιστη προσέγγιση για το
πραγματικό άνοιγμα των δεδομένων.
Τέταρτον, το σύνολο των μελετών που
έχουν γίνει σε σχέση με τα ανοιχτά
δεδομένα του δημοσίου τομέα συμφωνεί
ότι δημιουργεί σημαντικά θετικά
οικονομικά αποτελέσματα σε σχέση με
την εθνική οικονομία. Βελτιώνει τη
διαφάνεια και τη λειτουργία της Δημόσιας
Διοίκησης και δημιουργεί νέες θέσεις
εργασίας.Γι’ αυτούς τους λόγους και
εξαιτίας της δύσκολης οικονομικής
συγκυρίας είναι απολύτως αναγκαίο ο
νόμος να επιτρέπει την πλέον ανοιχτή
διάθεση της πληροφορίας του δημόσιου
τομέα. Όμως, θα ήθελα να διατυπώσω
ορισμένες παρατηρήσεις. Το νομοσχέδιο,
κατ’ αρχήν, θα μπορούσε να είναι πιο
τολμηρό ενσωματώνοντας τους κανόνες
για την ανοιχτή διάθεση της πληροφορίας
του δημοσίου τομέα και τους κανόνες για
το πολιτιστικό και εκπαιδευτικό υλικό
που βρίσκεται εκτός του πεδίου εφαρμογής
της Οδηγίας.Κάτι τέτοιο θα έδειχνε την
ενότητα των δεδομένων και θα εξυπηρετούσε
γενικότερους στόχους πολιτικής
ανοικτότητας και διαφάνειας. Επίσης,
είναι απαραίτητο να υπάρξει κεντρική
πολιτική χρεώσεων και να μην αφεθεί το
ζήτημα αυτό σε μεμονωμένους φορείς του
δημοσίου. Διαφορετικά, ενδέχεται να
οδηγηθούμε σε αδικαιολόγητες αρνήσεις
διάθεσης της δημόσιας πληροφορίας που
θα σταματήσουνε την εφαρμογή του νόμου.”
2η Συνεδρίαση:
“Ας αναφερθώ, όμως,
στα άρθρα του νομοσχεδίου. Καταρχήν
εκφράζω την ικανοποίησή μου που η ηγεσία
του Υπουργείου ενσωμάτωσε αρκετές από
τις προτάσεις μου για τα ανοιχτά δεδομένα.
Όμως, παρ’ όλα αυτά έχω μερικές
παρατηρήσεις. Στην
παράγραφο 3 του άρθρου 5 θα μπορούσε να
απαλειφθεί αυτή η εξαίρεση για τις
βιβλιοθήκες. Η παράγραφος 1 του άρθρου
6 θεωρώ ότι θα έπρεπε να επαναδιατυπωθεί
ως εξής: «Η διάθεση να γίνεται στον
διαδικτυακό τόπο και στην ιστοσελίδα
του φορέα». Στο άρθρο 7 θεωρώ ότι θα
έπρεπε να επαναφέρετε τη διατύπωση της
διαβούλευσης που έθετε μέσα την προϋπόθεση
της Υπουργικής Απόφασης για τη χρήση
αδειών ως εξαίρεση στην εξ’ ορισμού
ανοιχτότητα της πληροφορίας. Τέτοιες
αποφάσεις θα πρέπει να έχουν νομιμοποίηση.
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9 θα έπρεπε
να προστεθεί η φράση: «…είτε από την
ιστοσελίδα που παρέχονται τα δεδομένα,
είτε από τη www.data.gov.gr».
Στην παράγραφο 5 του άρθρου 10 θα πρέπει
να υπάρχει ρητή πρόβλεψη ότι τα στοιχεία
θα επικαιροποιούνται σε ετήσια βάση.
Μόνο έτσι θα μπορέσει να λειτουργήσει
το νομοσχέδιο. Στη παράγραφο 2α του
άρθρου 11 θα μπορούσε να μειωθεί η περίοδος
από τα δέκα στα πέντε έτη. Η περίοδος
που προτείνετε είναι εξαιρετικά μεγάλη,
κύριοι συνάδελφοι. Η κριτική που
διατυπώνεται είναι ότι οι μεγάλες
προθεσμίες μπορούν να οδηγήσουν σε
αποκλειστικές συμφωνίες, που καταργούν
την πρόσβαση του κοινού στο εθνικό
ψηφιακό πολιτιστικό απόθεμα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΤΣΩΤΗΣ [ΕΙΔΙΚΟΣ ΑΓΟΡΗΤΗΣ Κ.Κ.Ε.] : “Στο Κεφάλαιο
Α΄ -που οι περισσότεροι το προσπερνάτε-
και με το ν. 3448/2006 προωθήθηκαν οι ρυθμίσεις,
με σκοπό τη δημιουργία μιας αγοράς
πληροφοριών που ανήκουν στο δημόσιο
και για τις οποίες ορίζονται οι όροι
και οι προϋποθέσεις για πρόσβαση σ’
αυτές από τους ιδιώτες, ιδίως τους
επιχειρηματίες, για αξιοποίηση και για
εμπορική τους χρήση έναντι μικρού
αντιτίμου. Στόχος η αξιοποίηση του
πλούτου των πληροφοριών που διαθέτει
το δημόσιο, για τη συγκέντρωση και
επεξεργασία των οποίων δαπανήθηκαν
χρήματα του ελληνικού λαού και άπειρες
εργατοώρες για την ανάπτυξη κερδοφορίας
του κεφαλαίου και για τη βελτίωση της
ανταγωνιστικότητάς του. Με το Κεφάλαιο
Α΄ του νομοσχεδίου τροποποιούνται οι
ρυθμίσεις του ν. 3448/2006, ώστε αυτή η
διοχέτευση των πληροφοριών που διαθέτει
το δημόσιο προς τους μεγάλους
επιχειρηματικούς ομίλους να είναι κατά
κανόνα πλήρως ελεύθερη με το χαμηλότερο
δυνατό κόστος, όταν αυτό προβλέπεται
κατ’ εξαίρεση και με επέκταση σε τομείς
στους οποίους ενδιαφέρεται να επενδύσει
η πλουτοκρατία, όπως είναι τα πολιτιστικά
αγαθά της χώρας μας. Πάνω σ’ αυτό η
αιτιολογική έκθεση είναι σαφής. Στόχος
των ρυθμίσεων είναι η καθιέρωση της
αρχής της ελεύθερης διάθεσης και
περαιτέρω χρήσης των εγγράφων, πληροφοριών
και δεδομένων του δημοσίου τομέα και
μάλιστα σε ηλεκτρονική μορφή, αλλά και
σε μορφή πλήρως προσβάσιμη και αξιοποιήσιμη
από τους επιχειρηματίες. Στην αιτιολογική
έκθεση αναφέρεται ότι οι πολιτικές
ανοιχτών δεδομένων, οι οποίες ενθαρρύνουν
την ευρεία διαθεσιμότητα και την
περαιτέρω χρήση πληροφοριών του δημοσίου
τομέα για εμπορικούς σκοπούς με ελάχιστους
ή καθόλου νομικούς, τεχνικούς και
οικονομικούς περιορισμούς, μπορούν να
διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην
τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης. Η
αιτιολογική έκθεση, δηλαδή, θεωρεί
σημαντική την ενίσχυση του ανταγωνισμού
και τη μείωση του κόστους των υπηρεσιών
που προσφέρουν ιδιωτικές εταιρείες και
που προηγουμένως έπρεπε να προβούν σε
χρονοβόρες διαδικασίες ή να καταβάλουν
αντίτιμο για να αποκτήσουν δημόσια
δεδομένα.Η αιτιολογική έκθεση εκτιμά
ότι με τις πολιτικές ανοιχτής διάθεσης
και περαιτέρω χρήσης εγγράφων, πληροφοριών
και δεδομένων του δημοσίου, θα υπάρξουν
για την Ευρωπαϊκή Ένωση οικονομικά
οφέλη πλέον των 40.000.000.000 ευρώ. Βέβαια,
αυτά τα 40.000.000.000 ευρώ θα τα κερδίσουν οι
πολυεθνικές με αύξηση της οικονομικής
δραστηριότητας που θα ξεπερνά τα
3.000.000.000 ευρώ σε επτά διαφορετικούς
τομείς δραστηριότητες που θα τους
ενδιαφέρει, όπως είναι η εκπαίδευση, οι
μεταφορές για τα αγροτικά προϊόντα, η
ηλεκτρική ενέργεια, το πετρέλαιο, το
φυσικό αέριο, η υγεία και η καταναλωτική
πίστη. Οι πιο πάνω πολιτικές προωθούνται
για τους πιο πάνω λόγους από την Ευρωπαϊκή
Ένωση, ώστε και η ίδια να καταστεί πιο
ανταγωνιστική στον τομέα της
εμπορευματοποίησης της γνώσης σε σχέση
με τα υπόλοιπα ανταγωνιστικά ιμπεριαλιστικά
κέντρα.Στην πιο πάνω κατεύθυνση, η
Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκδώσει και την
Οδηγία 2013/37 σε αντικατάσταση της Οδηγίας
2003/98, η οποία θεωρείται πίσω από τις
απαιτήσεις των πολυεθνικών της Ευρωπαϊκής
Ένωσης για την ταχύτατη και με το λιγότερο
δυνατό κόστος και εμπόδια αξιοποίηση
του κέρδους των πληροφοριών και δεδομένων
του πλούτου που διαθέτουν τα δημόσια
των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επικαλείται η Κυβέρνηση ότι μέσω της
εφαρμογής της ανοικτής διάθεσης των
εγγράφων, των πληροφοριών και των
δεδομένων που τηρούν οι δημόσιες
υπηρεσίες για την περαιτέρω χρήση και
αξιοποίησή τους θα ευνοηθεί η
αποτελεσματικότητα του δημοσίου, όπως
επίσης και η εξυπηρέτηση του απλού
πολίτη που θα έχει πρόσβαση σε έγγραφα
που τον αφορούν. Υπάρχει βεβαίως και
αυτή η πλευρά. Όμως, η θεσμοθέτηση της
αρχής της ανοικτής διάθεσης γίνεται
για να διευκολυνθεί η πρόσβαση και η
αξιοποίηση των πληροφοριών του δημοσίου
από τις επιχειρήσεις για την εξασφάλιση
της κερδοφορίας του, κάτι που προκύπτει
σαφώς, όπως είπα, από την αιτιολογική
έκθεση. Οι πιο πάνω στόχοι των πολυεθνικών
τους οποίους προωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση,
αλλά και η ελληνική Κυβέρνηση για την
εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους έχουν
και επιμέρους ρυθμίσεις. Καθιερώνεται
πλέον η αρχή της ανοικτής διάθεσης και
περαιτέρω χρήση των εγγράφων, πληροφοριών
και δεδομένων χωρίς να απαιτείται
οποιαδήποτε ενέργεια του ενδιαφερόμενου
ή πράξη της διοίκησης. Δεύτερον, η
ελεύθερη διάθεση γίνεται μέσω του
διαδικτύου και με τρόπο οργανωμένο και
πλήρως προσβάσιμο. Τρίτο, ανοίγει η
αγορά πληροφοριών και η ελεύθερη διάθεση
σε σημαντικά πολιτιστικά αγαθά, αφού
θα είναι πλέον δυνατή η εφαρμογή της
ελεύθερης διάθεσης και η παραπέρα χρήση
πληροφοριών και δεδομένων που κατέχουν
οι βιβλιοθήκες, μεταξύ αυτών οι βιβλιοθήκες
των ανωτέρω εκπαιδευτικών ιδρυμάτων,
τα μουσεία και τα αρχεία. Τέταρτο, η
πρόσβαση των ιδιωτών και κυρίως των
μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, ιδίως
στα πολιτιστικά αγαθά που περιέχονται
στις πληροφορίες και τα δεδομένα του
δημοσίου, πέρα από την πιο πάνω διεύρυνση
του πεδίου πρόσβασης, επιτυγχάνεται
αποτελεσματικότερα με την εξασφάλιση
μακροχρόνιων αποκλειστικών δικαιωμάτων
για την ψηφιοποίηση πολιτιστικών πόρων.
Πέμπτο, ο κανόνας θα είναι η ελεύθερη
διάθεση και περαιτέρω χρήση των
πληροφοριών και δεδομένων του δημοσίου
και μόνο κατ’ εξαίρεση θα υπάρχουν
κάποιοι περιορισμοί που θα προβλέπουν
αδειοδότηση του δημοσίου ή άλλους
τρόπους, όπως υποχρέωση αναφοράς της
πηγής, ρήτρα προστασίας των προσωπικών
δεδομένων κλπ, αλλά και οι σχετικές
αδειοδοτήσεις όπως κατ’ εξαίρεση θα
επιβάλλονται και θα πρέπει να είναι
ειδικά αιτιολογημένες και θα παρέχουν
ευρύτερα δικαιώματα περαιτέρω χρήσης
χωρίς περιορισμούς ή με τους λιγότερους
δυνατούς περιορισμούς. Έκτο, ακόμη και
στις περιπτώσεις που θα απορρίπτεται
η ελεύθερη διάθεση και η περαιτέρω χρήση
πληροφοριών και δεδομένων προβλέπεται
ταχεία διαδικασία για την ανατροπή
αυτής της απόρριψης με διοικητική
προσφυγή ενώπιον του Γενικού Επιθεωρητή
Δημόσιας Διοίκησης χωρίς προηγούμενη
προσφυγή στη δημόσια υπηρεσία που έβγαλε
απορριπτική απόφαση. Και σε περίπτωση
απορριπτικής απόφασης από το Γενικό
Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης προσφυγή
για ακύρωση, όχι ενώπιον του Συμβουλίου
της Επικρατείας, αλλά ενώπιον του
Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου. Έβδομο,
η διάθεση στους ιδιώτες και η περαιτέρω
χρήση των πληροφοριών και των δεδομένων
του δημοσίου για εμπορική χρήση και
εκμετάλλευση από μέρους τους προβλέπεται
να γίνεται και δωρεάν, ενώ όταν θα
προβλέπεται αντίτιμο, αυτό θα γίνεται
με το χαμηλότερο δυνατό κόστος αφού
προβλέπεται χρέωση στο οριακό κόστος
για την αναπαραγωγή, παραγωγή και διάθεση
των πληροφοριών και δεδομένων. Μόνο
κατ’ εξαίρεση προβλέπεται και μια
εύλογη απόδοση της επένδυσης του δημοσίου
για τη συγκέντρωση και επεξεργασία
αυτών των πληροφοριών, μια απόδοση που
επιδιώκεται να είναι η μικρότερη δυνατή.
Όγδοο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η
ελεύθερη πρόσβαση και η περαιτέρω χρήση
των πληροφοριών και δεδομένων του
δημοσίου στους ιδιώτες, το νομοσχέδιο
υποχρεώνει τους φορείς του δημοσίου να
προβαίνουν μέσα σε τακτές προθεσμίες
στην καταγραφή και αξιολόγηση του
συνόλου των εγγράφων, πληροφοριών και
δεδομένων με σκοπό την ανοιχτή διάθεση
και μάλιστα καταρχήν με προσπάθεια να
διατίθενται στο διαδίκτυο σε ανοικτό
και μηχαναγνώσιμο μορφότυπο και με
προσδιορισμό των πληροφοριών και των
δεδομένων, τα οποία θα διατίθενται μέσω
αδειοδότησης ή τελών, αλλά και εγγράφων
πληροφοριών που εμπίπτουν στην εξαίρεση
της μη διάθεσης και μη αξιοποίησης και
χρήσης. Προβλέπεται μάλιστα και η τήρηση
μητρώου ανοικτών δεδομένων του δημοσίου
για όλους τους φορείς του δημοσίου στο
Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης.
Το χρήσιμο είναι ότι προβλέπεται στις
μεταβατικές διατάξεις πως εάν οι δημόσιες
υπηρεσίες δεν προβούν μέσα στις τασσόμενες
προθεσμίες στις πιο πάνω ταξινομήσεις
εγγράφων, πληροφοριών και δεδομένων
που διαθέτουν, τότε τα σύνολα των
εγγράφων, των πληροφοριών και δεδομένων,
που θα μπορούν να διαθέτουν, θα διατίθενται
ελεύθερα προς περαιτέρω χρήση και
αξιοποίηση από τις υπηρεσίες.”
2η Συνεδρίαση: “Η θέση
μας είναι ότι τα δημόσια έγγραφα, οι
κάθε είδους πληροφορίες και άλλα δεδομένα
στην υπηρεσία των επιχειρηματικών
ομίλων δεν θα λειτουργήσουν μόνο ως
νέοι δρόμοι κερδοφορίας του κεφαλαίου,
αλλά και ως νέοι δρόμοι δυσκολιών για
τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά
στρώματα, ως νέοι τρόποι στέρησης
προσωπικών δεδομένων και ατομικών
ελευθεριών. Είμαστε υπέρ της διάχυσης
των πληροφοριών και των γνώσεων σε
όλους, αλλά εδώ δεν μιλάμε γι’ αυτό. Ο
λόγος γίνεται κυρίως για την επιχειρηματική
αξιοποίηση όλου αυτού του δημοσίου
πλούτου.”
Αναρωτιέται κανείς ποιοι είναι αυτοί οι μη κατονομαζόμενοι "δρόμοι δυσκολιών για τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκα στρώματα" που θα επιφέρουν τα ανοικτά δεδομένα. Οι "τρόποι στέρησης προσωπικών δεδομένων και ατομικών ελευθεριών" κατανοητοί (και μπράβο στο Κ.Κ.Ε. που αναγνωρίζει ότι υπάρχουν προσωπικά δεδομένα και ατομικές ελευθερίες), αλλά οι δυσκολίες για τους εργαζόμενους ποιές θα είναι;
ΘΩΜΑΣ ΨΥΡΡΑΣ [ΔΗΜΑΡ]“. Εντούτοις, το μέρος του νομοσχεδίου
που αφορά την ανοιχτότητα και τη διαφάνεια
θα μπορούσε να είναι πολύ πιο τολμηρό,
δηλαδή να ενσωματώνει τους κανόνες για
την ανοιχτή διάθεση της πληροφορίας
του δημόσιου τομέα, καθώς επίσης -και
παρακαλώ να το προσέξουμε αυτό- κανόνες
για το πολιτιστικό και εκπαιδευτικό
υλικό. Κάτι τέτοιο θα έδειχνε την ενότητα
των δεδομένων και θα εξυπηρετούσε
γενικότερους στόχους πολιτικής,
ανοιχτότητας και διαφάνειας. Επίσης, η
πολιτική χρεώσεων θα μπορούσε να
πραγματοποιείται κεντρικά και να μην
αφήνεται σε μεμονωμένους φορείς του
δημοσίου τομέα, προκειμένου να εξασφαλιστεί
η ανοιχτή διάθεση της δημόσιας πληροφορίας,
διότι υπάρχει ο κίνδυνος να οδηγηθούμε
σε αδικαιολόγητες αρνήσεις διάθεσης
της δημόσιας πληροφορίας, κάτι που θα
σταματήσει τελικά την εφαρμογή του
νόμου. Ήδη, αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι,
έχουμε τέτοια στοιχεία. Ένα χρόνο τώρα,
τα γεωχωρικά δεδομένα -ενώ έχει ψηφιστεί
αντίστοιχος νόμος- δεν έχουν καταστεί
ακόμα ανοιχτά. Θα ήθελα να αναφερθώ σε
τρεις τροπολογίες που κατέθεσε η
Δημοκρατική Αριστερά. Πρώτον, η υπ’
αριθμόν 1891. Η διαύγεια και οι νόμοι που
διαμορφώνουν το πλαίσιο της αποτελούν
τη σημαντικότερη ίσως θεσμική παρέμβαση
για την ενίσχυση της διαφάνειας. Οι
μηχανισμοί της ΔΙΑΥΓΕΙΑΣ ήδη υπάρχουν.
Οι υπάλληλοι είναι εξοικειωμένοι με τη
χρήση της και οι υποδομές του προγράμματος
λειτουργούν με επιτυχία. Με την τροπολογία
μας προτείνουμε για την μεν ανοιχτή
πληροφορία να διατίθεται μέσα από τις
υποδομές της ΔΙΑΥΓΕΙΑΣ και για λόγους
επιπλέον ελαχιστοποίησης του κόστους.
Για την πληροφορία που δίδεται για
χρήση, αλλά δεν είναι ανοιχτή, εφόσον
δεν συντρέχουν περιορισμοί εμπιστευτικότητας,
να καταγράφονται οι απαντήσεις της
διοίκησης με την ίδια διαδικασία. Για
τις αποφάσεις παραγωγής και διάθεσης
δημόσιων δεδομένων, η ανακοίνωση τις
διοίκησης να γίνεται τουλάχιστον τριάντα
μέρες πριν από τη διακοπή παροχής της
σχετικής υπηρεσίας. Όσο για την τροπολογία
με αριθμό 1889, για να ενισχυθεί η διαφάνεια
της δημόσιας διοίκησης –το καταλαβαίνουν
όλοι- δεν αρκεί μόνο η υποχρέωση της
ανάρτησης στο διαδίκτυο του συνόλου
των πράξεων που προσδιορίζονται με το
ν.3861, αλλά πρέπει η δημοσίευση να γίνεται
με τέτοιον τρόπο ώστε να είναι εύκολη
η αναζήτηση της πληροφορίας από το μέσο
χρήστη. Η εφαρμογή του ν. 3861/2010 δείχνει
ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα σε σχέση με
την «ευρεσιμότητα» των πράξεων της
δημόσιας διοίκησης που αναρτώνται στο
διαδίκτυο σχετίζεται με την ελλιπή
τεκμηρίωσή τους που προέρχεται από την
ελλιπή συμπλήρωση των απαραίτητων
μεταδεδομένων, χωρίς τα οποία η εύρεση
και η διακίνηση της πληροφορίας είναι
εντελώς αδύνατη. Για το λόγο αυτό, με
την τροπολογία μας προτείνουμε η ανάρτηση
να περιλαμβάνει και τα απαραίτητα
μεταδεδομένα που θα την καταστήσουν
ουσιαστικά αναζητήσιμη και άρα
διακινήσιμη. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα
ολοκληρωθεί και θα καταστεί λειτουργικός
ο ν. 3861. Έρχομαι στην υπ’ αριθμόν 1892
τροπολογία. Ο ν. 3979/2011 περιλαμβάνει στη
ρύθμισή του πλήθος θεμάτων που σχετίζονται
με την εισαγωγή, το διαμοιρασμό, τη
διαχείριση και τη διάθεση πληροφορίας
του δημόσιου τομέα, όμως δεν περιέχει
διατάξεις που να διασφαλίζουν ένα
σύστημα κινήτρων προς τους δημόσιους
φορείς που εθελοντικά υπάγονται στο
καθεστώς της ανοικτής διάθεσης των
δεδομένων τους. Ενδέχεται, λοιπόν, η
συντήρηση της «ανοικτότητας» να
συνεπάγεται επιπλέον κόστος για τους
δημόσιους φορείς που αναλαμβάνουν να
παράγουν, να διαχειρίζονται και να
διαθέτουν τα σχετικά δεδομένα. Για το
λόγο αυτό, είναι απαραίτητο αφενός μεν
να ορίζεται ο δημόσιος φορέας που είναι
υπεύθυνος για το σύνολο του κύκλου ζωής
ενός ή περισσότερων συνόλων δεδομένων
και αφετέρου να παρέχεται στον δημόσιο
φορέα η ελάχιστη πρόσθετη χρηματοδότηση
που είναι αναγκαία για τη διάθεση και
συντήρηση των δεδομένων. Κύριοι
συνάδελφοι, το ζήτημα δεν είναι να
κάνουμε ένα νόμο που να μιλάει για τα
ανοικτά δεδομένα. Μπορεί να υπάρξει.
Εάν οι βάσεις δεδομένων δεν συντηρηθούν
και δεν εξακολουθήσει να υπάρχει μόνιμη
παρακολούθηση, είναι «γράμμα κενό»,
είναι «μία τρύπα στο νερό» και πρέπει
να το καταλάβουμε. Οι δύο στόχοι που
ανέφερα μπορεί να επιτευχθούν μέσα από
μία σχετική εισήγηση που γίνεται στο
τέλος κάθε οικονομικού έτους στο
Υπουργείο Οικονομικών από την αρμόδια
υπηρεσία του Υπουργείου Διοικητικής
Μεταρρύθμισης και η οποία προσδιορίζει
ποιοι φορείς μπορεί να είναι υπεύθυνοι
για το άνοιγμα συγκεκριμένων συνόλων
δεδομένων και υπηρεσιών. Οι φορείς που
επιθυμούν να ανοίγουν και να συντηρούν
συγκεκριμένα σύνολα δεδομένων απευθύνουν
σχετική αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία
του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης
η οποία καταρτίζει τη συγκεκριμένη
οικονομοτεχνική μελέτη που υποβάλλεται
στο Υπουργείο Οικονομικών στο τέλος
του τρέχοντος οικονομικού έτους και
αφορά το επόμενο έτος.Τελικά, με την
προτεινόμενη τροπολογία θα επιτευχθεί
η δραστική μείωση του κόστους της
μεταφοράς της δημόσιας πληροφορίας με
τη διακίνηση του μόνιμου προσδιοριστή
των δεδομένων ή της προγραμματιστικής
διεπαφής αντί των ίδιων των δεδομένων.Η
τροπολογία προτείνει τη χρήση των
υποδομών του προγράμματος «Διαύγεια»
έτσι ώστε να επιτευχθεί η μόχλευση
υπαρχόντων υποδομών και η ελαχιστοποίηση
τόσο του κόστους εφαρμογής των σχετικών
ρυθμίσεων, όσο και η διασύνδεση των
συνόλων δεδομένων με μία υποδομή που
ήδη λειτουργεί αποτελεσματικά και
αποδοτικά για τη δημόσια διοίκηση. Κύριε
Υπουργέ, παρακαλούμε οι τρεις τροπολογίες
μας να γίνουν δεκτές.”
ΧΡΥΣΟΥΛΑ - ΜΑΡΙΑ ΓΙΑΤΑΓΑΝΑ [ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ]: “Συνολικά οι
ρυθμίσεις του κεφαλαίου αυτού είναι
θετικές διότι συμβάλουν στη διαφάνεια
στο χώρο των δημοσίων υπηρεσιών και
σύμφωνα με τις γενικές εκτιμήσεις θα
συμβάλει κατά τι και στην αύξηση του
ΑΕΠ. Το κατά πόσο όμως θα επιτευχθεί το
οικονομικό όφελος και σε ποιο ύψος θα
ανέλθει αυτό στη χώρα μας εξαρτάται από
το σχέδιο δράσης και υλοποίησης που
πρέπει να συνοδεύει νομοθετήματα όπως
αυτό. Χωρίς τον αντίστοιχο σχεδιασμό
σε επίπεδο πράξης και με στόχο την
αξιοποίηση του δημόσιου πλούτου προς
όφελος του δημοσίου του ίδιου και όχι
μόνο του ιδιωτικού κεφαλαίου οι όποιες
θετικές ρυθμίσεις θα παραμείνουν νεκρό
γράμμα. Προς τούτο ζητώ, κυρία και κύριε
Υπουργέ, να γίνουν δεκτές οι τροπολογίες
που έχουν κατατεθεί από τη Δημοκρατική
Αριστερά και αναφέρθηκαν προηγουμένως
από τον προλαλήσαντα, διότι υλοποιούν
στην πράξη αυτή τη νομοθετική ρύθμιση.
Βεβαίως, για τον ίδιο λόγο είμαι αντίθετη
με τη ρύθμιση του άρθρου 11, που προβλέπει
δικαιώματα αποκλειστικής χρήσης
πολιτιστικών πόρων από ιδιώτες, σύμφωνα
με όσα ανέπτυξε στην αρμόδια Επιτροπή
η κυρία Κουτσούμπα, εκπρόσωπος του
Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, ότι δηλαδή
ο πλούτος που παράγεται από δικαιώματα
αποκλειστικής χρήσης πολιτιστικών
πόρων πρέπει να αξιοποιείται αποκλειστικά
για το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και
Απαλλοτριώσεων γιατί είναι ο βασικός
τρόπος που λειτουργούν εκτός ωραρίου
οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μουσεία
μέσω της πληρωμής φυλάκων και λοιπών
υπαλλήλων.”
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ (ΔΗΜ.ΑΡ.): “Αγαπητοί συνάδελφοι, δημόσιο
σημαίνει ανοικτό, ορατό, παρατηρήσιμο,
διαθέσιμο στο κοινό. Είναι, δηλαδή, το
αντίθετο του μυστικού, του ιδιωτικού,
του συμβαίνοντος σε περιορισμένο κύκλο
ανθρώπων. Δημόσιο σημαίνει προσκήνιο
και όχι παρασκήνιο με ρόλους διακριτούς
και ορατούς. Δημόσιο δεν σημαίνει παλαιό
φωτισμό ή παλαιά παράθυρα απομόνωσης
από το οπτικό πεδίο των άλλων. Δημόσιος
χώρος επικοινωνίας είναι ή νοείται μία
σφαίρα κοινωνικής συνύπαρξης πολιτών
που συζητούν -και με θεσμικό τρόπο-
ζητήματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, καθώς
το δημόσιο δυνητικά μας αφορά όλους. Το
νομοσχέδιο είναι μια πρώτη κεντρικά,
κυβερνητικά οργανωμένη προσπάθεια
διεύρυνσης του «OpenGov» και
της «ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Το πρόβλημα, όμως, που
φαίνεται να προκύπτει είναι ότι σε
θεωρητικό επίπεδο είναι επί χάρτου
σχεδιασμός. Όλα αυτά που ακούγονται
είναι εξαιρετικά ως προς την κατεύθυνση,
όμως, στην πράξη, στην υλοποίηση έχουμε
δει ότι δεν μπόρεσαν μέχρι τώρα να
εφαρμοστούν. Εξαιρέσεις από υποχρέωση
δημοσίευσης που αναφέρονται σε κάποιους
ευρείς και θολούς τομείς –φορολογικό,
στατιστικό απόρρητο κλπ.- αφήνουν
πολλά περιθώρια ερμηνείας ως προς το
τι μπορεί να εξαιρεθεί, γιατί πρέπει να
εξαιρεθεί, ποιους αφορά και –θα έλεγα-
ποιος τιμωρείται αν τυχόν δεν τηρήσει
αυτήν τη διάταξη. Έτσι λοιπόν, θα
δημιουργήσουμε διπλά και τριπλά
συστήματα, ενώ θα μπορούσαμε –όπως πολύ
σωστά ειπώθηκε- να διευρύνουμε τη
«ΔΙΑΥΓΕΙΑ». Πρόκειται, δηλαδή, στην
ουσία για ένα είδος γενικού πλαισίου,
αφήνοντας πολλά και ουσιώδη να ρυθμιστούν
με υπουργικές αποφάσεις. Επομένως, η
πραγματική βούληση για τη λειτουργία
και εφαρμογή των στόχων του νομοσχεδίου
επαφίεται στον Υπουργό Διοικητικής
Μεταρρύθμισης, ο οποίος θα είναι και
εκείνος που θα ξεκαθαρίσει και θα
αποσαφηνίσει τα θολά σημεία του
νομοσχεδίου. Κι εδώ ερχόμαστε σε ένα
κρίσιμο ζήτημα, αγαπητοί συνάδελφοι:
Οι φορείς της εκτελεστικής λειτουργίας
πρέπει να κινούνται σε ένα χώρο
παραδοσιακής αποστολής, δηλαδή, να
εξειδικεύουν και να εφαρμόζουν τους
νόμους, όχι να θεσπίζουν νόμους, ούτε
κανόνες. Να μην αποκτούν, δηλαδή, μια
πρωτογενή και αυτόνομη νομοθέτηση,
διότι δημιουργούμε δεύτερο νομοθέτη.
Η υφαρπαγή νομοθετικών αρμοδιοτήτων
είτε από τη διοίκηση, είτε από την
Κυβέρνηση –βλέπε τις Πράξεις Νομοθετικού
Περιεχομένου- χαρακτηρίζει αυτό που ο
Αριστόβουλος Μάνεσης είχε πει «νόσφιση
εξουσίας». Αυτόβουλη νομοθεσία δεν
νοείται. Νομίζω ότι σε μεγάλο βαθμό,
όπου έχουμε δεκάδες υπουργικές αποφάσεις
που στην ουσία δεν εξειδικεύουν απλώς,
αλλά νομοθετούν, πάμε σε νόσφιση. Όσον
αφορά το απόρρητο, εκεί που παρουσιάζεται:
Τι είναι το απόρρητο; Το απόρρητο είναι
ένας συνδυασμός μιας άγνωστης ή σε μικρό
κύκλο γνωστής πληροφορίας, μιας επιθυμίας
μυστικότητας και ενός ενδιαφέροντος
μυστικότητας. Έχουμε, δηλαδή, αντικειμενικά
και υποκειμενικά στοιχεία. Το απόρρητο
έχει αρνητικό χαρακτήρα -μη δημοσιότητα-
αλλά έχει και χρονικά σχετικό χαρακτήρα.
Δεν υπάρχει απόρρητο για πάντα. Για αυτό
θα πρέπει να δούμε τα του απορρήτου, να
τα θεμελιώσουμε και να δούμε και ποια
είναι η συνέπεια της μη τήρησης. Άρα, θα
μου επιτρέψετε να πω, ότι όλο αυτό το
νομοσχέδιο στηρίζεται σε μια υποχρέωση
πίστεως, στην αρχή της καλής πίστης,
στην εχεμύθεια και στην εμπιστοσύνη.
Ερώτημα: Ναι, αλλά για να γίνουν όλα αυτά
χρειαζόμαστε ένα πλαίσιο πολιτικής
αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος
κι ένα πλαίσιο αναβάθμισης της Δημόσιας
Διοίκησης. Αν δεν τα έχουμε αυτά, φοβάμαι
ότι ένας ακόμη νόμος θα πέσει στη «μαύρη
τρύπα» της διαπλοκής.”
ΕΥΗ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΥ [ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΜΗΔ]: “Ποιοι
είναι οι στόχοι; Θέλω και εγώ να τους πω
με το δικό μου τρόπο, αν και αναφέρθηκαν
πολλοί από τους εισηγητές ήδη σε αυτούς.
Οι στόχοι είναι δύο. Ο πρώτος είναι να
μπορούν οι πολίτες να έχουν ανοιχτή,
διαρκή πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα του
Δημοσίου, πλην εκείνων τα οποία αφορούν
είτε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα –και
αυτό είναι αυτονόητο- είτε ζητήματα
εθνικής ασφάλειας. Διασφαλίζουμε,
δηλαδή, στην πράξη με την εφαρμογή αυτού
του νομοσχεδίου –και θα μιλήσω αμέσως
μετά για αυτήν την εφαρμογή- ότι κάθε
πολίτης έχει δικαίωμα όχι μόνο στην
απλή πρόσβαση –και εδώ είναι και η
διαφορά με το ΔΙΑΥΓΕΙΑ- αλλά στην πρόσβαση
στα ανοιχτά δεδομένα, στα data
sets, στα σύνολα δεδομένων.
Εδώ έχουμε τη δυνατότητα να επεξεργάζονται
οι επιχειρήσεις, τα ερευνητικά κέντρα,
να επεξεργάζεται κάθε πολίτης τη δημόσια
πληροφορία και να παράγει πλούτο γνώσης,
πλούτο εφαρμογών, πλούτο τελικά, ο οποίος
θα έρθει σε αυτήν την ίδια χώρα και την
οικονομία. Άρα, είναι μια μεγάλη τομή
που έχει, όπως είπα, δύο στόχους. Ο ένας
είναι να εμπεδωθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης,
γιατί όλα τελικά είναι και σε επεξεργάσιμη
μορφή, ανοιχτά προς τους πολίτες. Ο
δεύτερος είναι, βεβαίως, ένας τεράστιος
αναπτυξιακός πλούτος από όλες τις
εφαρμογές, από την επιχειρηματικότητα
που θα αναπτυχθεί. Ήδη βλέπουμε στις
κοινωνίες τις ερευνητικές, στις κοινωνίες
των startups πόσο αυτά τα λίγα
δεδομένα, που μέχρι σήμερα και πριν το
νομοσχέδιο έχουν βγει σε ανοιχτή διάθεση,
έχουν πραγματικά αξιοποιηθεί με καλές
πρακτικές. Πώς εφαρμόζουμε το νομοσχέδιο;
Άκουσα την κριτική και είναι μπροστά
μας η εφαρμογή. Πράγματι, το μεγαλύτερο
πρόβλημα που έχουμε εδώ στη Βουλή είναι
ότι ψηφίζουμε νομοθετήματα και είτε
δεν εφαρμόζονται είτε εφαρμόζονται
κατά ένα μέρος. Τι κάνουμε, λοιπόν, στο
ίδιο το νομοσχέδιο, για να το διασφαλίσουμε;
Κατ’ αρχήν, όλα είναι εξ ορισμού ανοιχτά.
Αυτό σημαίνει ότι η Υπηρεσία –και το
λέει ρητά ο νόμος- θα πρέπει να εξηγήσει
γιατί κάτι δεν είναι ανοιχτό, γιατί κάτι
δεν είναι προσβάσιμο, κάποια πληροφορία,
κάποιο δεδομένο δεν είναι προσβάσιμο.
Επίσης, έχουμε τη ρύθμιση όπου το ΣΕΕΔΔ,
το Σώμα Επιθεώρησης Ελεγκτών Δημόσιας
Διοίκησης, έχει την υποχρέωση να ελέγχει
τη διαδικασία ανοιχτής πρόσβασης των
δεδομένων. Δίνουμε και κίνητρα με τον
ετήσιο δημόσιο διαγωνισμό. Οι κοινότητες,
οι επιστημονικές, οι επιχειρηματικές,
στις οποίες αναφέρθηκα πριν, θα μπορούν
να αξιοποιούν τα δημόσια δεδομένα –είναι
ένα κίνητρο αυτό- και να βραβεύονται
για αυτό. Έτσι, θα υπάρξει μια διάχυση
αυτής της ιδέας σε όλο τον κόσμο, σε
όλους τους πολίτες. Θα υπάρχει, λοιπόν,
έλεγχος του κράτους και αξιοποίηση της
δημόσιας πληροφορίας. Θέλω να αναφερθώ
ειδικά στο θέμα του πολιτισμού, γιατί
τέθηκε από αρκετούς συναδέλφους. Η
εξαίρεση που υπάρχει σε ό,τι αφορά την
ανοιχτή διάθεση αφορά την προστασία
της πολιτιστικής μας κληρονομιάς από
κλοπή, λεηλασία, βανδαλισμό, λαθρανασκαφή,
αρχαιοκαπηλία. Ήδη βλέπουμε ότι και
στον Τύμβο Καστά υπάρχουν υποψίες –δεν
το ξέρουμε ακόμα- ότι έχει συληθεί ο
τάφος. Ο αρχαιολογικός πλούτος είναι
τέτοιος και η προστασία της αρχαιολογικής
νομοθεσίας είναι αντίστοιχη που επέβαλε
το να μπει αυτή η διάταξη, έτσι ώστε να
μην μπορεί καθένας μέσω της ανοιχτής
διάθεσης των δεδομένων να έχει την
πρόσβαση για να κάνει αξιόποινες
πράξεις.”
ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΤΥΡΗ - ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑΡΗ [ΔΗΜΑΡ] “ Θα ήθελα να πω
ότι η Οδηγία αυτή -και η αναθεώρησή της
κυρίως- έχει ορισμένα πολύ βασικά σημεία:
Την καθιέρωση της αρχής ότι επιτρέπεται
η περαιτέρω χρήση για εμπορικούς και
μη εμπορικούς σκοπούς όλων των δημόσιων
πληροφοριών. Τον καθορισμό του ποσού
που επιτρέπεται για τις πληροφορίες
του δημόσιου τομέα, σε ύψος όχι μεγαλύτερο
του οριακού κόστους. Την επέκταση
του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας, ώστε
να συμπεριλαμβάνονται βιβλιοθήκες,
αρχεία, μουσεία και πανεπιστημιακές
βιβλιοθήκες και αναβάθμιση των πρακτικών
εργαλείων της αναζήτησης των στοιχείων.
Επίσης, με τις τροποποιήσεις τις Οδηγίας,
θα υπάρξει μία –περιορισμένη, λέμε
εμείς- οικονομική και διοικητική
επιβάρυνση των διάφορων φορέων του
δημόσιου τομέα. Όμως, τα αναμενόμενα
οφέλη για την κοινωνία, για το δημόσιο
τομέα και τις υπηρεσίες του θα είναι
κατά πολύ μεγαλύτερα από αυτήν την
επιβάρυνση. Το θέμα της χρέωσης του
οριακού κόστους είναι ένα σημείο που
χρειάζεται κριτική. Εντάξει, πρέπει να
υπάρχει αυτό το οριακό κόστος, αλλά
ιδιαίτερα για πληροφορίες οι οποίες
ενδιαφέρουν περιπτώσεις μη κερδοσκοπικού
χαρακτήρα, εκπαίδευσης κλπ., θα μπορούσε
και να μην υπάρχει. Συνεπάγεται μία
ουσιαστικότερη τροποποίηση, υπό την
έννοια ότι ανάγει την περαιτέρω χρήση
πληροφοριών σε δικαίωμα. Η διάθεση των
πληροφοριών δεν είναι ένα δικαίωμα το
οποίο θα πρέπει να μείνει στατικό, θα
πρέπει να μείνει παθητικό. Κύριε Υπουργέ,
θα έπρεπε ο εμπλουτισμός αυτής της
Οδηγίας και η προσαρμογή στην Ελλάδα
να είναι πιο τολμηρή και πιο ολοκληρωμένη,
ούτως ώστε αυτό το δικαίωμα να είναι
υποχρέωση ενεργητικής προώθησης αυτών
των πληροφοριών. Υπάρχει, λοιπόν, ανάγκη
βελτίωσης του κειμένου. Εμείς σας έχουμε
καταθέσει τέσσερις τροπολογίες πάνω
σε αυτά τα θέματα, τις οποίες πραγματικά
έχουμε δουλέψει πάρα πολύ -τα έχει
εξηγήσει και ο κ. Κυρίτσης, ο Ειδικός
Αγορητής, τα θέματα αυτά- ούτως ώστε
πράγματι αυτή η χρήση των δεδομένων,
αυτή η πολύτιμη χρήση των διάφορων
στοιχείων τα οποία υπάρχουν και που
πραγματικά βοηθούν πάρα πολύ όλους τους
τομείς και του δημόσιου τομέα και του
ιδιωτικού τομέα να προχωρήσει. Παράλληλα,
εφόσον εφαρμόζονται όλες οι συνθήκες
για την προστασία των προσωπικών
δεδομένων, για τα δικαιώματα ιδιοκτησίας,
θα πρέπει όντως να έχει μία ουσιαστική
προώθηση και χρήση μέσα στην ελληνική
κοινωνία. Βασικός παράγοντας είναι
να μπορέσουμε να διαχειριστούμε αυτήν
την αδράνεια και την έλλειψη ευαισθητοποίησης
των δημόσιων Οργανισμών, σχετικά με τις
δυνατότητες των ανοιχτών δεδομένων.Άκουσα
με προσοχή και τις αιτιάσεις του
Κομμουνιστικού Κόμματος. Είναι γεγονός
ότι υπάρχει μία διαρκής πάλη. Ζούμε
πράγματι σε ένα καπιταλιστικό σύστημα,
το οποίο παλεύουμε όλοι, καθένας με το
δικό του τρόπο, να το αλλάξουμε. Όμως,
από την άλλη πλευρά η δημοκρατία υπάρχει,
ο δημόσιος τομέας υπάρχει και στο δικό
μας κράτος και στα κράτη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης και στην αντίληψη της Ευρωπαϊκής
Ένωσης. Επομένως, εδώ, σε αυτή τη μάχη
των νέων τεχνολογιών, των πληροφοριών
και της πληροφορικής, πρέπει το δημόσιο
να θωρακιστεί με τέτοιον τρόπο που να
χρησιμοποιεί ή να κάνει τον έλεγχο της
χρήσης αυτών των δεδομένων με αποτέλεσμα
πράγματι να προάγεται το δημόσιο
συμφέρον, να προάγονται ακόμη και εκείνες
οι δράσεις και του ιδιωτικού τομέα, οι
οποίες όντως βελτιώνουν και το παραγόμενο
προϊόν και πολλά άλλα θέματα. Όλα αυτά
είναι ένας διαρκής αγώνας. Βλέπουμε
τώρα το νομοσχέδιο που συζητούν στην
Επιτροπή για τα θέματα της έρευνας και
τεχνολογίας. Είναι ένα νομοσχέδιο το
οποίο μεταφέρει όλο αυτό τον κύριο όγκο
που πρέπει να υπάρχει στο δημόσιο τομέα.
Και αυτός θα πρέπει να κατευθύνει την
έρευνα και την τεχνολογία. Ακόμη γίνεται
αναφορά στο πώς θα συνδέονται τα
πανεπιστήμια, ο δημόσιος τομέας με τον
ιδιωτικό τομέα, για να προχωρήσει αυτή
η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών.
Βλέπουμε, λοιπόν, να αποδυναμώνεται
εντελώς με αυτές τις ρυθμίσεις ο ρόλος
του δημόσιου τομέα, ο οποίος θα έπρεπε
να είναι στρατηγικός. Άρα, πράγματι,
είμαστε σε μία διαρκή πάλη. Δεν
μπορούμε, όμως, να αρνηθούμε αυτή τη
χρήση των ανοιχτών δεδομένων. Διότι αν
γίνει σωστά, είναι μία χρήση η οποία
πράγματι σε μία δημοκρατική κοινωνία
είναι πάρα πολύ χρήσιμη, γιατί οι πολίτες
θα γνωρίζουν ακόμη και η ίδια τους η
κυβέρνηση -αλλά και τα διπλανά τους
κράτη με τα οποία συνεργάζονται- τι
πράττουν ακριβώς. Θα έχουν μία ελεύθερη
πρόσβαση και στα κυβερνητικά δεδομένα
και σε πληροφορίες. Και, βέβαια, θα έχουν
πρόσβαση και σε θέματα κοινωνικής
πολιτικής, αλλά και επιχειρηματικής
κ.ο.κ.
ΡΑΧΗΛ ΜΑΚΡΗ [ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ]: “Η εφαρμογή των μέτρων της
Οδηγίας είναι πρωτεύουσας σημασίας για
τη ζωή των πολιτών. Δεν πιστεύουμε,
βέβαια, όσα ακούσαμε περί ύπαρξης
μελετών, δυνάμει των οποίων υποτίθεται
ότι η επεξεργασία, αλλά και η μετατροπή
των δεδομένων σε εμπορικές πράξεις, θα
αυξήσει το ΑΕΠ κατά 3 τρισεκατομμύρια.
Μόνο ως ανέκδοτο μπορεί να ακουστεί
κάτι τέτοιο.”
Η βουλευτής αμφισβητεί την ύπαρξη της μελέτης της McKinsey, το link προς την οποία υπάρχει στην αιτιολογική έκθεση.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ [ΥΔΜΗΔ] : “Έρχομαι τώρα στο σχέδιο
νόμου, ξεκινώντας με το πρώτο κεφάλαιο,
το οποίο αφορά στην ενσωμάτωση της
Οδηγίας 37/2013 για την περαιτέρω χρήση πληροφοριών του Δημοσίου Τομέα. Το θέμα
καλύφθηκε σε μεγάλη έκταση από την κυρία
Υφυπουργό, η οποία είναι και η αρμόδια
για τα ζητήματα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης
και για τα ζητήματα τα οποία αφορούν
την ανοικτή διακυβέρνηση, μέρος της
οποίας είναι και η ενσωμάτωση της
σχετικής Οδηγίας. Εγώ θα πω μόνο ότι η
Ελλάδα είναι μία από τις πρώτες χώρες
που ενσωματώνει τη σχετική Οδηγία και
ότι κατά τεκμήριο όλοι οι Φορείς, με
τους οποίους ήρθαμε σε εκτενή διαβούλευση,
έκριναν -και το κατέθεσαν και στη σχετική
Επιτροπή- ότι η ενσωμάτωση της σχετικής
Οδηγίας ήταν και είναι άρτια. Θα δούμε
με προσοχή τις τροπολογίες που κατέθεσε
η Δημοκρατική Αριστερά, κυρία Ξηροτύρη,
και εφόσον κρίνουμε ότι πρέπει καθ’
οποιονδήποτε τρόπο να γίνουν αποδεκτές
ή να ενσωματωθούν στο κύριο σώμα του
νόμου, θα το κάνουμε και θα έχετε την
απάντησή μας μέχρι αύριο. Να πω μόνο ότι
η περαιτέρω χρήση ανοικτών δεδομένων
δεν υπακούει μόνο στις αρχές της ανοικτής
διακυβέρνησης, υπακούει και στην ανάγκη
πολίτες και επιχειρήσεις να έχουν
ανοικτή και εύκολα διαχειρίσιμη πρόσβαση
σε μία σειρά από δεδομένα, τα οποία,
δυστυχώς, μέχρι και σήμερα η δημόσια
διοίκηση τα αντιλαμβάνεται ως κλειστά.
Τα δεδομένα αυτά μπορούν να έχουν πολύ
μεγάλη αξία, όχι μόνο στο πλαίσιο του
ελέγχου της άσκησης δημόσιας εξουσίας,
αλλά να έχουν και μία αξία, διότι είναι
δεδομένα τα οποία είναι άκρως εκμεταλλεύσιμα
και αξιοποιήσιμα από επιχειρήσεις, οι
οποίες πάνω σε αυτά τα δεδομένα μπορούν
να χτίσουν μία σειρά από εφαρμογές, οι
οποίες εν τέλει να είναι χρήσιμες και
στους πολίτες, αλλά να μπορούν να
αποφέρουν και κέρδη στις επιχειρήσεις.
Εμείς, λοιπόν, είμαστε
από τους πρώτους που ερχόμαστε και
συμμορφωνόμαστε με αυτό το παγκόσμιο
κίνημα ανοίγματος δεδομένων της Δημόσιας
Διοίκησης, προωθώντας με τρόπο -όπως
σας είπα- απόλυτα τεκμηριωμένο τις
διαδικασίες εκείνες με τις οποίες η
Δημόσια Διοίκηση υποχρεούται από εδώ
και στο εξής να ανοίγει στους πολίτες
όλα τα δεδομένα με εξαίρεση προφανώς
αυτά τα οποία διέπονται από την προστασία
των προσωπικών δεδομένων, η οποία, όπως
γνωρίζετε, είναι πολύ αυστηρή, και εκείνα
τα δεδομένα τα οποία προφανώς δεν θα
μπορούσαν να διατεθούν ανοικτά.
Πραγματικά, προσβλέπουμε στην έντονη
αξιοποίηση αυτών των δεδομένων και από
τους πολίτες αλλά και από την επιχειρηματική
κοινότητα. Ήδη έχουμε δείγματα εξαιρετικά
καινοτόμων εφαρμογών, που στηρίζονται
ακριβώς στη λογική των ανοικτών δεδομένων.
Πρόκειται για εφαρμογές που κάνουν
χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας και
για εφαρμογές που τελικά δίνουν
περισσότερες επιλογές στους πολίτες.
Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι τα δεδομένα
της Δημόσιας Διοίκησης δεν ανήκουν μόνο
σε ένα Υπουργείο, δεν ανήκουν μόνο στη
διοίκηση. Ανήκουν στους πολίτες, εν
προκειμένω στον ελληνικό λαό, ο οποίος
μπορεί να κάνει χρήση τους με όποιον
τρόπο επιθυμεί. Ακριβώς αυτό επιτυγχάνουμε.
Βέβαια, ξέρουμε πολύ καλά -και το έχουμε
συζητήσει πολλές φορές και με την
Υφυπουργό- ότι αυτή θα είναι μία διαδικασία
επώδυνη και επίπονη, εξ ου και στην
ενσωμάτωση της Οδηγίας θέτουμε πολύ
ξεκάθαρα χρονοδιαγράμματα για την
ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών
από τα Υπουργεία για να ανοsίξουν
τα δεδομένα τους. Κάποια έχουν ήδη
ανταποκριθεί, διότι, όπως γνωρίζετε,
υπάρχει ήδη ένας κεντρικός διαδικτυακός
τόπος data.gov.gr,
όπου τα Υπουργεία θέτουν σε δημόσια
χρήση ανοιχτά σετ δεδομένων. Εμείς
θέλουμε αυτό να γίνει πολύ πιο επιθετικά
και να γίνει και με κανόνες και τα
δεδομένα να είναι τέτοια ώστε να
επιδέχονται εύκολης επεξεργασίας, να
μην είναι, δηλαδή, ατάκτως ερριμμένα,
αλλά να είναι διαμορφωμένα με έναν
τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν πραγματικά
να είναι αξιοποιήσιμα από τους πολίτες.
Θεωρώ, λοιπόν, θετικό ότι επί της αρχής
υπήρξε μία αναγνώριση, ότι ο κεντρικός
πυρήνας του νομοσχεδίου που αφορά στην
ενσωμάτωση Οδηγίας είναι στη σωστή
κατεύθυνση και πιστεύω ότι ο έλεγχος
από εδώ και στο εξής θα πρέπει να ασκείται
από όλους και από τους πολίτες και από
τους Βουλευτές, αλλά και από εμάς ως
εποπτεύων Υπουργείο, στην ταχύτητα με
την οποία η δημόσια διοίκηση θα
ανταποκριθεί στις κεντρικές κατευθύνσεις
αυτής της Οδηγίας. Δεν σταματάμε, όμως,
μόνο εδώ. Προωθούμε και μία σειρά από
άλλες διατάξεις που αφορούν στην
περαιτέρω προώθηση της διαφάνειας, της
λογοδοσίας και του ελέγχου των πολιτών
με δύο συγκεκριμένα άρθρα, το άρθρο 15
και το άρθρο 16, και γι’ αυτά, απ’ ό,τι
αντιλαμβάνομαι, υπάρχει μία ευρεία
στήριξη από τις πιο πολλές πτέρυγες της
Βουλής. Τα άρθρα αυτά προβλέπουν ότι οι
δημόσιοι φορείς πρέπει να αναρτούν σε
πραγματικό χρόνο εκτέλεσης τα αποτελέσματα
της εκτέλεσης των προϋπολογισμών στο
διαδίκτυο. Αυτό είναι κάτι το οποίο
κάποιοι φορείς ήδη το έχουν κάνει. Το
έχει κάνει, παραδείγματος χάριν, με
δικιά του πρωτοβουλία ο Δήμος της Αθήνας
και είναι μία πρωτοβουλία την οποία και
από αυτό το Βήμα θέλω να χαιρετίσω.
Πιστεύω, όμως, ότι η παρακολούθηση της
εκτέλεσης ενός προϋπολογισμού ενός
φορέα είναι εξαιρετικά χρήσιμη και
διότι προφανώς υπακούει στη βασική αρχή
της διαφάνειας, αλλά και διότι με αυτόν
τον τρόπο βαρούν στην πορεία του χρόνου
διάφορα καμπανάκια για το αν ένας φορέας
καθ’ οποιονδήποτε τρόπο βρίσκεται στη
δυσάρεστη θέση να έχει υπερβεί τις
συγκεκριμένες από τον προϋπολογισμό
δαπάνες. Δεν νομίζω ότι σας λέω κάτι το
οποίο δεν γνωρίζετε. Είχαμε και έχουμε
περιπτώσεις στο παρελθόν όπου φορείς
στη διάρκεια του έτους ξεπερνούσαν το
εγκεκριμένο όριο δαπανών μόνο για να
έρθει εκ των υστέρων το Υπουργείο
Οικονομικών να καλύψει αυτές τις
υπερβάσεις, χρησιμοποιώντας το αποθεματικό
του προϋπολογισμού και ακριβώς αυτές
τις πρακτικές θέλουμε εδώ να αποφύγουμε.
Άρα, πιστεύω ότι και τα δύο αυτά άρθρα
κινούνται σε αυτή τη σωστή κατεύθυνση
της περαιτέρω κατοχύρωσης της διαφάνειας
και της λογοδοσίας από τους ίδιους τους
πολίτες.”
ΜΑΡΙΑ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ [ΣΥΡΙΖΑ]:
“Κυρίες και κύριοι
συνάδελφοι, καταρχάς θα αναφερθώ στο
άρθρο 11 του νομοσχεδίου. Επιλεκτικά για
την ψηφιοποίηση πολιτιστικών πόρων
εισηγείστε την παραχώρηση σε ιδιώτες
δικαιώματος αποκλειστικότητας διάρκειας
δέκα χρόνων, τροποποιώντας την παράγραφο
2 του άρθρου 12 του προϋπάρχοντα νόμου
3448/2006, που προέβλεπε τριετείς συμβάσεις
και επανέλεγχο. Με
την τροποποίηση που εισηγείστε, οι
συμβάσεις μετά την πρώτη δεκαετία θα
επανελέγχονται ανά επταετία. Κάνετε,
δηλαδή, ένα τεράστιο οικονομικό δώρο
στους επιχειρηματίες που υπό διάφορους
μανδύες ορέγονται τον ψηφιοποιημένο
πολιτισμό και το δώρο αυτό συνοδεύεται
με την πρόβλεψη να μένει κι ένα δωρεάν
αντίγραφο στο δημόσιο για χρήση μετά
το τέλος του δικαιώματος αποκλειστικότητας.
Αν δεν ήταν τόσο σοβαρό το θέμα, θα
γελούσαμε με το αντίγραφο αυτό, κύριε
Υπουργέ. Δυστυχώς, δεν μπορούμε ούτε να
μειδιάσουμε, βλέποντας να ξεπουλιούνται
στην κυριολεξία οι πολιτιστικοί πόροι
της χώρας. Εννοείται πως θα καταψηφίσουμε.”