Τρίτη, Οκτωβρίου 28, 2014

Η έρευνα δεν κινδυνεύει από το δικαίωμα στην λήθη

Δεν συμμερίζομαι τις ανησυχίες που διατυπώνονται δημοσίως σχετικά με τις πρόσφατες εξελίξεις για την αναγνώριση ενός «δικαιώματος στη λήθη» από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Διεκτραγωδείται ότι θα επιβληθούν νέοι κανόνες λογοκρισίας και παρεμπόδισης πρόσβασης στην διαδικτυακή ενημέρωση, με αποτέλεσμα την κατίσχυση της ιδιωτικότητας έναντι της διαφάνειας και την αχρήστευση των τεχνολογικών εργαλείων που διευκολύνουν την ιστορική έρευνα, την επιστημονική αναζήτηση και την δημοσιογραφία. Η ηρεμία μου οφείλεται στο ότι οι ανησυχούντες δεν έχουν, φαίνεται, αντιληφθεί την περιορισμένη έκταση και το στενό πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται ότι δεν έχουν καν διαβάσει την απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε. που σχολιάζουν ή το σχέδιο Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων που συζητείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, ορισμένα ζητήματα ορολογίας που είναι καθοριστικά για το «δικαίωμα στη λήθη».
Με τον όρο «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοείται κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο, η ταυτότητα του οποίου είναι γνωστή ή μπορεί να προσδιοριστεί με μια σειρά από κριτήρια. Πρόκειται για τον ορισμό που κατοχυρώνεται σε όλες τις νομοθεσίες των κρατών της Ε.Ε. Αυτή η, εκ πρώτης όψεως, γενικόλογη διατύπωση εξαιρεί, πρώτα, τους νεκρούς: φυσικά πρόσωπα είναι μόνο όσοι βρίσκονται στη ζωή. Άρα, οι ανησυχίες περί εργαλειακής χρήσης του «δικαιώματος στην λήθη» για την εξάλειψη κρίσιμων ιστορικών πληροφοριών από το Διαδίκτυο, καταστατικά, δεν μπορεί να αφορά πρόσωπα τα οποία δεν βρίσκονται στη ζωή – που είναι ενδεχομένως και τα περισσότερα. Για τα «ιστορικά πρόσωπα» που μας άφησαν χρόνους δεν νοείται, λοιπόν, δικαίωμα στην λήθη.
Έπειτα, θα πρέπει να διαχωρίσουμε το ισχύον, το οποίο απλώς επιβεβαίωσε το Δικαστήριο της Ε.Ε., από το σχεδιαζόμενο δίκαιο, δηλαδή το σχέδιο του Κανονισμού. Το ισχύον «δικαίωμα στην λήθη» δεν είναι τίποτε περισσότερο από το δικαίωμα «αντίρρησης» που αναγνωρίζει ήδη από το 1995 η ευρωπαϊκή νομοθεσία σε κάθε άτομο που επιθυμεί να μην τυγχάνουν οι πληροφορίες που το αφορούν αντικείμενο αθέμιτης επεξεργασίας. Κάθε άτομο έχει δικαίωμα να προβάλλει την «αντίρρησή» του για την επεξεργασία των δεδομένων που το αφορούν. Το δικαίωμα αυτό συνεπάγεται μόνο ότι ο «υπεύθυνος επεξεργασίας» των δεδομένων έχει υποχρέωση να συμμορφωθεί με το αίτημα, εφόσον η επεξεργασία είναι αντίθετη σε διατάξεις για την προστασία προσωπικών δεδομένων· εάν απορρίψει το αίτημα, οφείλει να θέσει υπόψη τους λόγους απόρριψης στον αιτούντα και στην αρμόδια ανεξάρτητη αρχή. Το μόνο που προσέθεσε στην ερμηνεία του κανόνα αυτού η απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε. είναι ότι «υπεύθυνος επεξεργασίας» είναι και η Google, όταν αναμεταδίδει προσωπικά δεδομένα (όχικάθε πληροφορία!) που διατηρούνται σε ιστοσελίδες τις οποίες καταλογογραφεί. Το θεωρώ στοιχειώδες, καθώς ίσχυε από πάντα, ενώ τώρα έγινε δικαστικά σαφές.
Το σχεδιαζόμενο «δικαίωμα στην λήθη» στον Κανονισμό της Ε.Ε. απλώς προσθέτει άλλη μια υποχρέωση στον υπεύθυνο επεξεργασίας: να ενημερώσει και όλους τους άλλους υπεύθυνους επεξεργασίας που έχουν αντλήσει πληροφορίες από αυτόν, ότι υποβλήθηκε ένα αίτημα διαγραφής. Δεν αρκεί δηλαδή το Google να αφαιρέσει από την καταλογογράφησή του μια ιστοσελίδα που περιέχει αθεμίτως προσωπικά δεδομένα· θα πρέπει να ενημερώσει και τον διαχειριστή της ιστοσελίδας ότι υποβλήθηκε αίτημα αφαίρεσης. Αίτημα με τέτοιο περιεχόμενο δεν μπορεί βεβαίως να γίνεται δεκτό, όταν υποβάλλεται από ένα δημόσιο πρόσωπο ή πρόσωπο της επικαιρότητας για ζητήματα που δεν σχετίζονται με την ιδιωτική του ζωή, όπως με λεπτομέρεια έχει χαρτογραφηθεί ο όρος αυτός εδώ και δεκαετίες από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα είναι ίσης νομικής αξίας με την ελευθερία της έκφρασης, της έρευνας, της πρόσβασης στην πληροφόρηση. Στην πράξη, όμως, η ιδιωτικότητα είναι πολύ πιο ευπαθές αγαθό σε σχέση με την ελεύθερη έκφραση: από τη στιγμή που θα εκτοξευθεί μια πληροφορία στο Διαδίκτυο, θεμιτώς ή μη, μετά δύσκολα μπορεί να ανακληθεί. Το θεσμικό πλαίσιο για την προστασία και την ελεύθερη κυκλοφορία των προσωπικών δεδομένων δεν εισάγει μονοσήμαντες απαγορεύσεις, αλλά θεσπίζει κανόνες στάθμισης και εγγυήσεις διαφάνειας, ώστε καθένας να γνωρίζει ποιοί, για ποιούς σκοπούς και έως πότε θα χρησιμοποιούν προσωπικές πληροφορίες που τον αφορούν. Ώστε, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να μπορέσει να αντιταχθεί σε παραβάσεις των δικαιωμάτων του και να υπάρχει θεσμικό όργανο για να αποφασίζει με ανεξαρτησία, ειδίκευση και ταχύτητα, ποιός έχει, κάθε φορά, δίκιο.
(Δημοσιεύθηκε με τίτλο "Η αλήθεια και η λήθη" στα "Ενθέματα" της Αυγής, 26.10.2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

To νομοσχέδιο για την ισότητα στον γάμο

 Το νομοσχέδιο προβλέποντας στο άρθρο 3 ότι ο γάμος επιτρέπεται για άτομα διαφορετικού ή ίδιου φύλου, αυτοδικαίως επεκτείνει στα ζευγάρια το...