Με τις «μηχανές αναζήτησης», μια ψευδής ή έστω δυσμενής πληροφορία που μπορεί να είναι και αναρτημένη σε μια ψευδώνυμη ιστοσελίδα γίνεται προσβάσιμη από τους πάντες. Από την στιγμή που το ονοματεπώνυμο μπορεί να αποτελέσει λέξη αναζήτησης πληροφοριών, τα αποτελέσματα αυτής της αναζήτησης μπορεί να είναι απρόβλεπτα και εντελώς δυσάρεστα. Να μία από τις σημαντικές καινοτομίες που φέρνει η νέα νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων. Τώρα πλέον οι θιγόμενοι μπορούν να αξιώσουν την εφαρμογή του νέου δικαιώματος διαγραφής δεδομένων, το οποίο αναφέρεται με τον ποιητικό όρο «δικαίωμα στη λήθη», στο άρθρο 17 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων.
Όταν λοιπόν μια αναζήτηση με κριτήριο το όνομα του ατόμου οδηγεί σε δυσμενή δεδομένα, το πρώτο βήμα που μπορεί να γίνει είναι να υποβληθεί ένα αίτημα στην ίδια την πλατφόρμα ή ιστοσελίδα που υποστηρίζει το προσβλητικό κείμενο. Εάν πρόκειται για κάποιο ιστολόγιο που υποστηρίζουν γνωστές εταιρίες πληροφορικής, τότε το αίτημα υποβάλλεται στην εταιρία, η οποία καλείται να σταθμίσει τα δικαιώματα ενημέρωσης του κοινού και τα δικαιώματα προστασίας της προσωπικότητας του ατόμου. Η στάθμιση αυτή δεν γίνεται αυθαίρετα, αλλά πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα 16 κριτήρια που έχουν τεθεί από το έτος 2014 από την Ομάδα Εργασίας για την Προστασία Προσωπικών Δεδομένων που αποτελείτο (διότι πλέον έχει αντικατασταθεί από άλλο ευρωπαϊκό όργανο) από εκπροσώπους των αρχών προστασίας προσωπικών δεδομένων, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων. Τα εν λόγω 16 κριτήρια (όπως αν πρόκειται για δημόσιο πρόσωπο, αν αφορά ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, αν πρόκειται για ανήλικο κ.τ.λ.). εφαρμόζει και η Ελληνική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
Πριν από δέκα χρόνια είχα υποστηρίξει το δικαίωμα στην λήθη, με την λογική ότι εφόσον υπάρχει δικαστική απόφαση με την οποία ένα κείμενο έχει κριθεί ότι είναι συκοφαντικό δεν είναι υποχρεωμένος ο παθών να πάει στα δικαστήρια εναντίον κάθε διαχειριστή ιστοσελίδας που παρανομεί. Αρκεί να ζητήσει να γίνει σεβαστό το υπάρχον δεδικασμένο. Τότε είχα λοιδωρηθεί από ένα μέρος του Διαδικτύου, αλλά στη συνέχεια ο Ευρωπαίος νομοθέτης ακολούθησε κι αυτός την ίδια ακριβώς λογική στη θεσμοθέτηση του δικαιώματος στη λήθη. Πριν και από τον νομοθέτη όμως, είχε παρεμβληθεί το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την γνωστή υπόθεση Google Spain που επέβαλε την διαγραφή αποτελεσμάτων από μηχανή αναζήτησης, κρίνοντας ότι η διαδικασία αναζήτησης με κριτήριο το όνομα αποτελεί μορφή επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων. Αυτό πλέον υπάρχει στον ίδιο τον νομοθετικό ορισμό της επεξεργασίας, στο άρθρο 4 του GDPR.
Εάν λοιπόν η ιστοσελίδα δεν συμμορφωθεί και δεν διαγράψει τα στοιχεία από το Διαδίκτυο, τότε το άτομο μπορεί να απευθυνθεί στην εταιρία που εκμεταλλεύεται την «μηχανή αναζήτησης». Η Google π.χ. έχει αναπτύξει μια ολόκληρη διαδικασία υποδοχής τέτοιων παραπόνων με βάση το δικαίωμα στην λήθη και αν κρίνει ότι πρέπει να αφαιρέσει από τα αποτελέσματα την αναζήτηση με κριτήριο το όνομα, προχωρά στη διαγραφή. Τι γίνεται όμως εάν η Google διαφωνήσει;
Τα τελευταία χρόνια η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έχει αναγνωρίσει ότι διαθέτει αρμοδιότητα να επιβάλλει στην αμερικάνικη Google την διαγραφή προσωπικών δεδομένων από τα αποτελέσματα της μηχανής αναζήτησής της. Πολύ πρόσφατα, η Αρχή επέβαλε στην Google να μην εμφανίζονται ως αποτελέσματα το Φ.Ε.Κ. στο οποίο είχαν τυπωθεί επίσημα στοιχεία για ποινική υπόθεση μιας καταγγέλλουσας. Το γεγονός ότι η νομοθεσία επιβάλλει κάποιες πληροφορίες να τυπώνονται στο Φ.Ε.Κ. δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται, άνευ ετέρου, η διαδικτυακή πρόσβαση καθενός με κριτήριο αναζήτησης το ονοματεπώνυμο ενός απλού πολίτη. Έτσι, η Aρχή διέταξε την Google να διαγράψει το εν λόγω αποτέλεσμα για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων. Υπάρχει βέβαια και η δικαστική οδός, σε περίπτωση που η κάθε πολυεθνική εταιρία που εκμεταλλεύεται αρνείται να συμμορφωθεί με τα προαναφερόμενα βήματα. Σε μια τέτοια υπόθεση, ένα πρωτοβάθμιο Ελληνικό δικαστήριο επέβαλε χρηματική ικανοποίηση 100.000 ευρώ σε εταιρία εκμετάλλευσης μηχανής αναζήτησης, για την καθυστέρηση της άμεσης απόσυρσης ενός συκοφαντικού κειμένου. Από τότε, η ανταπόκριση των εταιριών σε αντίστοιχα αιτήματα έχει γίνει αμεσότερη.
Δημοσιεύθηκε στην εφημεριδα ΑΞΙΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου