Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στην υπόθεση Μάργαρη κατά Ελλάδας (αρ. προσφυγής 36705/16) καταδίκασε σήμερα την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (σεβασμός ιδιωτικής ζωής), κρίνοντας έτσι συνολικά το νομικό πλαίσιο που ισχύει στην χώρα μας για το θέμα της δημοσιοποίησης φωτογραφιών και στοιχείων διωκόμενων με εισαγγελική διάταξη (σήμερα: άρθρο 84Α Ν.4624/2019)
Η προσφεύγουσα είχε συλληφθεί το 2015 μαζί με άλλους 6 για φερόμενα ποινικά αδικήματα (απάτη, πλαστογραφία, συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση) και αφέθηκε ελεύθερη μετά την απολογία της με τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης εξόδου από την χώρα.
Το Τμήμα Ασφαλείας Ανατολικής Αττικής ζήτησε από τον εισαγγελέα να εκδώσει διάταξη για την δημοσιοποίηση των στοιχείων της προσφεύγουσας, σύμφωνα με τον τότε ισχύοντα Ν.2472/1997 για την προστασία του κοινωνικού συνόλου και για την διερεύνηση τυχόν εμπλοκής της σε άλλα αδικήματα. Ο εισαγγελέας επέτρεψε την δημοσιοποίηση των προσωπικών δεδομένων για 6 μήνες, διάταξη που εγκρίθηκε και από τον εισαγγελέα εφετών.
Η φωτογραφία προσώπου και τα στοιχεία της προσφεύγουσας, μαζί με τους συγκατηγορουμένους της και την αναφορά "μέλη εγκληματικής οργάνωσης που τελούσαν άπατες από κοινού πλαστογραφία μετά χρήσεως εις βάρος ιδιοκτητών ακινήτων στο Ψυχικό και την Βούλα" δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της αστυνομίας. Στον πρώτο βαθμό η προσφεύγουσα καταδικάστηκε σε 11,5 χρόνια φυλάκιση χωρίς αναστολή, ενώ στον δεύτερο βαθμό η προσφεύγουσα δεν εμφανίστηκε και θεωρείται φυγόδικη.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, στην σημερινή απόφαση του αναφέρεται και στην απόφαση 128/2012 της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, στην οποία είχα εκπροσωπήσει τις οργανώσεις που είχαν τότε στραφεί κατά της δημοσιοποίησης των στοιχείων των οροθετικών γυναικών και η Αρχή είχε κρίνει ότι ήταν... αναρμόδια να κρίνει τον εισαγγελέα. Επρόκειτο φυσικά για την πιο επονείδιστη απόφαση της Αρχής, από ιδρύσεως της, καθώς παραιτήθηκε τότε ευθέως από τον συνταγματικό της ρόλο που είναι κατά το άρθρο 9Α Σ. η προστασία των προσωπικών δεδομένων, ακόμη κι αν τα παραβιάζει ο εισαγγελέας με την διάταξη του. Δεν υφίσταται θέμα "διάκρισης των λειτουργιών", όπως εξάλλου επιβεβαίωσε και η Οδηγία 2016/680 που επιβάλλει στην Αρχή τον έλεγχο και των εισαγγελικών αρχών για την ορθή τήρηση της νομοθεσίας για τα προσωπικά δεδομένα.
Να, λοιπόν, που έμμεσα τώρα δικαιωνόμαστε ότι η διαδικασία τότε της δημοσιοποίησης των στοιχείων των οροθετικών ήταν αντίθετη στο Ευρωπαϊκό δίκαιο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, κρίση που όφειλε αναντίρρητα να έχει διατυπώσει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων από τότε, από το 2012. Διότι τα δεδομένα των οροθετικών δόθηκαν στην δημοσιότητα με τις ίδιες παραβιάσεις που διέγνωσε σήμερα το ΕΔΔΑ για την δημοσιοποίηση των δεδομένων της Μάργαρη.
Η προσφεύγουσα, στην υπόθεση Μάργαρη κατά Ελλάδας διαμαρτύρεται που η δημοσιοποίηση της φωτογραφίας και των στοιχείων της έγινε χωρίς προηγούμενη δική της ενημέρωση, χωρίς να μπορεί να προσβάλλει την διάταξη και χωρίς να διαχωρίζονται οι εις βάρος της κατηγορίες για ποινικά αδικήματα από τις κατηγορίες για τους συγκατηγορουμένους της. Τόνισε ότι, ενώ στην εισαγγελική διάταξη είχαν γίνει οι διαφοροποιήσεις των κατηγοριών, στην ανάρτηση της Αστυνομίας είχαν παρουσιαστεί όλοι ως εγκληματική οργάνωση κι έτσι η αστυνομική ανακοίνωση δεν συμφωνούσε με την εισαγγελική διάταξη.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην παρούσα υπόθεση έκρινε ότι η προσφεύγουσα έπρεπε πριν από την δημοσιοποίηση της φωτογραφίας της και των πράξεων για τις οποίες κατηγορείται να είχε ενημερωθεί από τις αρχές. Έπρεπε δηλαδή η νομοθεσία να προβλέπει ότι πριν ο εισαγγελέας εκδώσει την διάταξη για την δημοσιοποίηση των στοιχείων οφείλει να ενημερώσει το υποκείμενο των δεδομένων. Έπρεπε επίσης και να την ακούσει, να λάβει τις απόψεις της, πριν αποφασίσει την δημοσιοποίηση. Αυτή η υποχρέωση απορρέει από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, επομένως, η Ελλάδα τώρα, θα πρέπει να τροποποιήσει και το ισχύον άρθρο 84A του Ν.4624/2019 που προβλέπει όλη την διαδικασία δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων κατηγορουμένων από την εισαγγελία και την αστυνομία.
Αυτή την στιγμή, η Ελλάδα βρίσκεται έκθετη σε προσφυγές ενώπιον του ΕΔΔΑ από όλους αυτούς τους κατηγορουμένους που, όπως η Μάργαρη, δόθηκαν με εισαγγελικές διατάξεις τα προσωπικά δεδομένα τους στην δημοσιότητα χωρίς προηγούμενη ενημέρωση τους, εφόσον βέβαια αυτό έχει γίνει εντός των προηγούμενων 4 μηνών που είναι η προθεσμία για τις προσφυγές.
Έπειτα, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η διαδικασία δεν περιλαμβάνει κάποια μορφή προηγούμενης ακρόασης του ατόμου πριν την έκδοση της διάταξης δημοσιοποίησης, αλλά ούτε και διαδικασία προσφυγής, ειδικά για το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης (ενώ για άλλα αδικήματα υπάρχει προσφυγή στον εισαγγελέα εφετών).
Σημειωτέον ότι και κατά το σήμερα ισχύον άρθρο 84Α του Ν.4624/2019 δεν επιτρέπεται προσφυγή κατά της εισαγγελικής διάταξης της δημοσιοποίησης στοιχείων εφόσον πρόκειται για το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, όπως και ορισμένων άλλων αδικημάτων κατά της σεξουαλικής ελευθερίας. Επομένως, εδώ το ΕΔΔΑ ήδη καταδικάζει την Ελλάδα που δεν προβλέπει προσφυγές και σε αυτές τις περιπτώσεις, έστω στον εισαγγελέα εφετών.
Τέλος το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι πράγματι η ανακοίνωση της Αστυνομίας παρουσίαζε σοβαρή απόκλιση από την εισαγγελική διάταξη, καθώς η διάταξη όριζε επακριβώς για ποια πράξη κατηγορήθηκε η προσφεύγουσα (το πλημμέλημα της συμμετοχής) ενώ η αστυνομική ανακοίνωση των στοιχείων της ήταν ανακριβής και προσέβαλε το τεκμήριο της αθωότητας της.
Μειοψήφισε ο Κύπριος δικαστής Σεργίδης που έκρινε στην μειοψηφούσα γνώμη του ότι αφού η προσφεύγουσα είναι φυγόδικη και δεν έχει δείξει σεβασμό στο κράτος δικαίου, πώς είναι δυνατόν να ζητάει σεβασμό των δικαιωμάτων της. Θα αφήσω ασχολίαστη αυτή την άποψη, από σεβασμό στο κύρος και την διαχρονική αξία ενός κορυφαίου δικαστικού θεσμού όπως είναι το ΕΔΔΑ.
Μειοψήφισαν επίσης οι Εσθονός και Ελβετός δικαστές κρίνοντας ότι δεν χρειαζόταν να ενημερωθεί εκ των προτέρων η Μάργαρη, διότι ήταν πιο επείγον να ενημερωθεί η κοινή γνώμη για τις πράξεις της ώστε να διαπιστωθεί εάν είχε τελέσει κι άλλες τέτοιες. Επίσης στην μειοψηφία τους οι εσθονοελβετοί θεωρούν ότι μπορούσε η προσφεύγουσα να είχε αποζημιωθεί προσφεύγοντας στα ελληνικά δικαστήρια, ενώ η ίδια είχε αποδείξει ότι δεν υπάρχει τέτοια νομολογία για παράνομες πράξεις από τα δικαιοδοτικά όργανα όπως οι εισαγγελείς. Επικαλούνται μια απόφαση του ΣτΕ του 2021, η οποία όμως δεν επιδικάζει αποζημίωση του θιγόμενου για παραβιάσεις του ευρωπαϊκού δικαίου, αντίθετα μάλιστα, σε αυτή την απόφαση το ΣτΕ ορίζει ότι πρέπει ο Έλληνας νομοθέτης να ορίσει ειδική διαδικασία δικαστική για αυτές τις παραβιάσεις και ότι δεν αρκούν οι γενικές διατάξεις!
Σε αυτή την υπόθεση, το ΕΔΔΑ δεν επιδίκασε χρηματική ικανοποίηση, λόγω "των περιστάσεων της υπόθεσης", δηλαδή λόγω του ότι η προσφεύγουσα εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο της, ενώ η ίδια ήταν φυγόδικο κι ενώ ο δικηγόρος της είπε στο ΕΔΔΑ ότι δεν ήταν εύκολο να την εντοπίσει, αλλά είχε εξουσιοδότηση να την εκπροσωπήσει. Αυτές οι περιστάσεις δεν θα οδηγούσαν στην επιδίκαση αποζημίωσης, οπότε το ΕΔΔΑ προς το παρόν αρκέστηκε στην καταδίκη της Ελλάδας χωρίς κάποια άλλη συνέπεια.
Αυτό όμως σημαίνει ότι εάν προσφύγουν κι άλλοι θιγόμενοι κατά της Ελλάδας στο ΕΔΔΑ, δηλαδή άτομα που με εισαγγελική διάταξη δημοσιοποιήθηκαν τα στοιχεία τους χωρίς προηγούμενη ακρόαση και ενημέρωση τους, χωρίς να έχουν δικαίωμα προσφυγής και βέβαια όταν η αστυνομική ανάρτηση έχει εις βάρος τους αποκλίσεις από την εισαγγελική διάταξη είναι βέβαιο ότι το ΕΔΔΑ θα επιδικάσει και αποζημιώσεις.
Επιβάλλεται λοιπόν άμεσα η επεξεργασία του Ν.4624/2019 έτσι ώστε η διαδικασία της δημοσιοποίησης των στοιχείων των κατηγορουμένων να λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις του 8 ΕΣΔΑ όπως εξειδικεύτηκαν από την Μάργαρη κατά Ελλάδας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου