Έχει ξεκινήσει μια ολόκληρη επίθεση εναντίον του άρθρου 8 του νομοσχεδίου "Λιβάνιου" (από το όνομα του Θόδωρου Λιβάνιου), με το οποίο η εθνική νομοθεσία ενσωματώνει την Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπ' αρ. 2010/13 για τις Υπηρεσίες Οπτικοακουστικών Μέσων. Διάφορα καλλιτεχνικά σωματεία καταγγέλλουν το συγκεκριμένο άρθρο 8 ως "τρομονόμο", ως φίμωση και άλλα τέτοια.
Για να δούμε τι ακριβώς ορίζει το εν λόγω άρθρο:
"Άρθρο 8
Απαγόρευση υποκίνησης σε βία ή μίσος και δημόσιας πρόκλησης σε τρομοκρατικό έγκλημα
(Άρθρο 6 της Οδηγίας (ΕΕ) 2010/13)
Οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων δεν πρέπει:
α) να εμπεριέχουν υποκίνηση σε βία ή μίσος εναντίον ομάδας ανθρώπων ή μέλους ομάδας, ιδίως λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής, ιθαγένειας ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών φρονημάτων ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή σεξουαλικού προσανατολισμού,
β) να εμπεριέχουν δημόσια πρόκληση σε τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος, σύμφωνα με τα άρθρα 187Α ΠΚ, 187Β ΠΚ και 32 έως 35 του ν. 4689/2020 (Α ́103)."
Το (α) μέρος του άρθρου 8 περιλαμβάνει ουσιαστικά μια επανάληψη του γνωστού "αντιρατσιστικού νόμου", του Ν.927/1979 όπως τροποποιήθηκε το έτος 2014. Θα έπρεπε μάλιστα εδώ για την πληρότητα της απαγόρευσης του μισαλλόδοξου λόγου να προστεθεί και η ταυτότητα φυλου και τα χαρακτηριστικά φύλου ως λόγοι απαγορευμένου hate speech. Αντίστοιχη διάταξη υπάρχει άλλωστε και στο π.δ.77/2003 για τον απαγορευμένο μισαλλόδοξο λόγο σε ενημερωτικές ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές.
To (β) μέρος είναι απαγόρευση δημόσιας πρόκλησης (ορθότερα θα έπρεπε να ορίζει "πρόσκλησης" ή, ακόμη καλύτερα "παρακίνησης") σε τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος. Το τρομοκρατικό έγκλημα ορίζεται νομοθετικά από τα 2 άρθρα του ποινικού κώδικα που αναφέρει η διάταξη αυτή, δηλ. το άρθρο 187Α και 187Β Π.Κ.
Δηλαδη με το (β) απαγορεύεται η δημόσια παρακίνηση στο κοινό να τελέσει "κακούργημα ή οποιοδήποτε έγκλημα γενικής διακινδύνευσης ή έγκλημα κατά της δημόσιας τάξης υπό συνθήκες ή με τέτοιον τρόπο ή σε τέτοια έκταση που να προκαλεί σοβαρό κίνδυνο για τη χώρα ή για διεθνή οργανισμό και με σκοπό να εκφοβίσει σοβαρά έναν πληθυσμό ή να εξαναγκάσει παρανόμως δημόσια αρχή ή διεθνή οργανισμό να εκτελέσει οποιαδήποτε πράξη ή να απόσχει από αυτή ή να βλάψει σοβαρά ή να καταστρέψει τις θεμελιώδεις συνταγματικές, πολιτικές ή οικονομικές δομές μιας χώρας ή ενός διεθνούς οργανισμού" (187Α) και η δημόσια πρόσκληση στο κοινό να "παρέχει κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία, υλικά ή άυλα, κινητά ή ακίνητα ή κάθε είδους χρηματοοικονομικά μέσα, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσης τους, σε τρομοκρατική οργάνωση ή σε μεμονωμένο τρομοκράτη ή για τη συγκρότηση τρομοκρατικής οργάνωσης ή για να καταστεί κάποιος τρομοκράτης ή τα εισπράττει, συλλέγει ή διαχειρίζεται χάριν των ανωτέρω, ανεξάρτητα από τη διάπραξη οποιουδήποτε εγκλήματος" (187Β).
Τα άρθρα 32-35 του Ν.4689/2020 είναι στο κεφάλαιο με τίτλο "τρομοκρατικά εγκλήματα" του νόμου αυτού και αφορούν:
- Οργάνωση ή με άλλον τρόπο διευκόλυνση ταξιδιών με σκοπό την τρομοκρατία
- Διακεκριμένη κλοπή που σχετίζεται με τρομοκρατική δραστηριότητα
- Εκβίαση που σχετίζεται με τρομοκρατική δραστηριότητα
- Πλαστογραφία που σχετίζεται με τρομοκρατική δραστηριότητα.
Επομένως, το άρθρο 8 επιβάλλει στις "υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων" (έννοια που περιλαμβάνει και τις ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές) να τηρούν την αντιρατσιστική νομοθεσία σε μια πιο εφαρμόσιμη εκδοχή της (διότι λείπει η υπερβολική απαίτηση της διατάραξης της δημόσιας τάξης κτλ που απαιτείται από τον κλασικό αντιρατσιστικό νόμο), αλλά και να μην παρακινούν σε κακουργηματικές πράξεις που η νομοθεσία ήδη έχει χαρακτηρίσει τρομοκρατικές.
Είναι βέβαιο ότι με το άρθρο 8 επιβάλλονται περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης. Είναι όμως εξειδικεύσεις ήδη υφιστάμενων περιορισμών, που προβλέπονται εδώ και χρόνια από άλλα νομοθετήματα, προσαρμοσμένες στην ραδιοτηλεοπτική πραγματικότητα.
Το Σύνταγμα στο άρθρο 14 κατοχυρώνει την ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης, "όπως ο νόμος ορίζει". Ο νόμος αυτός δεν νοείται φυσικά να καταργεί το συνταγματικό δικαίωμα, αλλά μόνο να το ρυθμίζει. Η ρύθμιση πρέπει να γίνεται με τους όρους του άρθρου 25 του Συντάγματος, δηλαδή εάν περιοριζεται η ελευθερία της έκφρασης αυτό πρέπει να γίνεται με νομοθετική διάταξη και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αναγνωρίζει δίκαιους περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης στην παρ. 2 του άρθρου 10. Ανάμεσα στις κατηγορίες των επιτρεπτών περιορισμών είναι και αυτοί που επιβάλλονται για λόγους δημόσιας τάξης, εφόσον βέβαια είναι ανεκτοί περιορισμοί σε μια δημοκρατική κοινωνία. Αυτό, το "ανεκτοί" σε μια δημοκρατική κοινωνία έχει μεταφραστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως εκείνη η περίπτωση που ο περιορισμός ανταποκρίνεται σε μια "πιεστική κοινωνική ανάγκη".
Υπάρχει, λοιπόν, μια "πιεστική κοινωνική ανάγκη" στην ελληνική αγορά των ΜΜΕ να απαγορεύεται ο μισαλλόδοξος λόγος και ο λόγος που παρακινεί σε τρομοκρατικές πράξεις, όπως αυτές ορίζονται από την αντιτρομοκρατική νομοθεσία; Αυτό είναι το ερώτημα που καλείται να απαντήσει όποιος θα κληθεί να σταθμίσει την συμβατότητα του νομοσχεδίου με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία της έκφρασης και της τέχνης που ασκείται μέσα από ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου