Ο δημόσιος λόγος έχει διττή φύση: αφενός αποτελεί ατομικό δικαίωμα (ελευθερία της έκφρασης) κι αφετέρου συνιστά μέσο ενάσκησης εξουσίας. Δεν είναι τυχαίος ο αγώνας -ή και πόλεμος !- για την κατάκτηση ενός δημόσιου βήματος που θα έχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ακροατήριο. Ακόμα και η ίδια η κανονιστική δύναμη των νόμων εξαρτάται από τη δημοσιοποίησή τους. Ο Καντ δίδασκε ότι συστατικό της επιβολής του νόμου είναι η "γενική κοινοποίηση" του. Όταν κάτι έχει γίνει ευρύτατα γνωστό, το περιθώριο που έχεις να το αγνοήσεις είναι ελάχιστο και η άγνοια αυτή δυσχερώς δικαιολογείται μέσα σε μια οργανωμένη κοινωνία.
Στα παραδοσιακά μέσα έχουμε την κλασική ιεραρχική εξουσιαστική δομή, όπου η πληροφορία περνάει μέσα από διάφορα φίλτρα, τόσο σχετικά με τους κανόνες του δημοσιογραφικού επαγγέλματος (όπως η δεοντολογία) όσο και σχετικά με τα συμφέροντα της ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων ενημέρωσης. Η δομή αυτή αλλάζει όταν εισέρχεται στο προσκήνιο το Διαδίκτυο, στην διαδραστική μορφή που απέκτησε την προηγούμενη δεκαετία: καθένας μπορεί με ελάχιστα τεχνικά μέσα να αποκτήσει ένα θεωρητικά παγκόσμιο δημόσιο βήμα, να ασκήσει το δικαίωμά του στην ελεύθερη έκφραση, αλλά και να ασκήσει μια ιδιότυπη μορφή εξουσίας: την διαμόρφωση της γνώμης του ακροατηρίου του, μεταδίδοντας είτε τις απόψεις του για διάφορα γεγονότα, είτε πληροφορίες και ειδήσεις. Η διείσδυση που απέκτησε το Διαδίκτυο έγινε ακόμη πιο ορατή, καθώς ακόμα και οι μεγάλες και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις ενημέρωσης προσπαθούν να μεταβούν από τις κλασικές φόρμες (εφημερίδα, τηλεόραση, ραδιόφωνο, περιοδικό) στα νέα μέσα και τις εφαρμογές που παρέχονται με τα νέα εργαλεία που έφεραν το Διαδίκτυο όχι μόνο στο γραφείο και το σπίτι, αλλά και στις κινητές συσκευές κατά τις μετακινήσεις του κοινού. Το Διαδίκτυο είναι πολύ πιο ελκυστικό από τα παραδοσιακά μέσα. Το κοινό παύει πια να είναι ένα "τηλεοπτικό" - παθητικό κοινό, όπως είχε κατηγοριοποιηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά μπαίνει και το ίδιο στην λογική της μετάδοσης της πληροφορίας, μέσα από τις νέες εφαρμογές και την κουλτούρα ελεύθερης αναπαραγωγής, αναμετάδοσης, αλλά και συζήτησης των ειδήσεων μαζί με τους ψηφιακούς φίλους του. Πλέον δεν υπάρχει δηλαδή "ένας" παρουσιαστής ειδήσεων, αλλά όλοι όσοι έχουν ένα προφίλ σε υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης γίνονται κατά κάποιο τρόπο παρουσιαστές και σχολιαστές των ειδήσεων, απευθυνόμενοι στο δικό τους "κοινό", μικρό ή μεγάλο, το οποίο αλληλεπιδρά, σχολιάζει, επιδοκιμάζει, αποδοκιμάζει, ανατρέπει και συνεισφέρει τις δικές του πληροφορίες και απόψεις πάνω στην εκάστοτε προτεινόμενη είδηση.
Αυτό που εξακολουθεί πάντως να ισχύει είναι η λογική διάκριση ανάμεσα σε "είδηση" (δηλαδή πληροφορία για γεγονός που παρουσιάζεται ως αντικειμενικό συμβάν) και σε "σχόλιο" (δηλαδή σε περαιτέρω έκφραση γνώμης και αξιολόγησης επί των πραγματικών περιστατικών). Η διάκριση αυτή είναι καθοριστική για την νομική αξιολόγηση μιας πληροφορίας, καθώς ο νόμος επιφυλάσσει διαφορετική νομική μεταχείριση για τους ισχυρισμούς που μεταδίδονται ως "ειδήσεις" και διαφορετική νομική μεταχείριση για τους ισχυρισμούς που μεταδίδονται ως "σχόλια", αξιολογικές κρίσεις. Κατά την πάγια διατύπωση του Ευρωπαϊκου Δικαστηρίου, ενώ το κατά πόσον συνέβη ένα γεγονός αποτελεί πληροφορία επαληθεύσιμη (έγινε ή δεν έγινε), οπότε μπορεί να κριθεί με βεβαιότητα πότε ο μεταδίδων λέει αλήθεια ή ψέματα (άρα εάν παρανομεί), όσον αφορά τις αξιολογικές κρίσεις (τα "σχόλια") υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία, γιατί εκεί βρίσκεται όλο το εύρος του ατομικού δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης. Ενώ δηλαδή αυτός που μεταδίδει ειδήσεις ασκεί μια μορφή εξουσίας, πληροφορώντας το κοινό - και άρα διαμορφώνοντας "κανονιστικά" την κοινή γνώμη, ανάλογα βέβαια και με τη αξιοπιστία του- εκείνος που αξιολογεί τις ειδήσεις είναι σαφές ότι καταθέτει την προσωπική, ατομική, υποκειμενική του στάση απέναντι στα δεδομένα. Ενώ ο πρώτος επιβοηθά το κοινό να ασκήσει το δικαίωμα στην πληροφόρηση, ο δεύτερος ασκεί ο ίδιος ένα δικαίωμα, ασκώντας κριτική και επιχειρώντας να πείσει για τις απόψεις του πάνω σε κάτι που ήδη θεωρείται στοιχείο του κοινωνικού γίγνεσθαι και κοινή γνώση.
Η νομική και θεωρητική διάκριση ανάμεσα σε είδηση και αξιολογική κρίση, στη πράξη είναι δυσχερής. Μολονότι στην δημοσιογραφική δεοντολογία η διάκριση είδησης - σχολίου αποτελεί κανόνα αυτοδέσμευσης των δημοσιογράφων, είναι δεδομένο και αποδεκτό ότι υπάρχουν κείμενα, εικόνες και πληροφορίες που συμπεριλαμβάνουν φυσικά και τα δύο στοιχεία: είδηση και σχόλια.
Τι μπορεί να ισχύσει λοιπόν για τα blogs; Νοείται κάθετος διαχωρισμός ανάμεσα σε "ενημερωτικά" και σε άλλα;
Μία πρώτη δικαστική απόφαση που επιλήφθηκε του θέματος είναι η 4908/2009 Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (βλ. εδώ). Σε αυτήν οι δικαστές, αναζητώντας έναν ορισμό για τα blogs κατέληξαν στο ότι αυτά -ως τεχνική δομή- απευθύνονται στους ανθρώπους που επιδιώκουν να δημοσιοποιήσουν τις απόψεις τους για διάφορα θέματα. Έτσι το Δικαστήριο κατέληξε ότι σε αυτά τα blogs είναι λάθος να εφαρμοστεί ο νόμος περί Τύπου, ο οποίος αφορά τις επιχειρήσεις ενημέρωσης, οι οποίες κατά κύριο λόγο μεταδίδουν ειδήσεις. Οπότε αυτή η δικαστική απόφαση χάραξε κατά τη γνώμη μου μια νοητή γραμμή ανάμεσα στην "ενημερωτική" αφενός και στην "μη ενημερωτική" αφετέρου λειτουργία των blogs. Φυσικά, η γραμμή αυτή δεν επιδέχεται στεγανά, διότι κανείς δεν μπορεί να θεωρήσει ένα blog μόνο ενημερωτικό ή μόνο (λ.χ.) ψυχαγωγικό ή γνώμης. Η διάκριση είναι θεωρητική και αφορά την case by case ανάλυση του κάθε κρίσιμου ισχυρισμού, ο οποίος μπορεί να είναι είτε "είδηση" είτε "αξιολογική κρίση" και να τύχει της αντίστοιχης αντιμετώπισης. Ας σημειώσουμε επίσης ότι αυτή η απόφαση δεν αφορούσε "ψευδώνυμο" blog: προβλήματα μπορούν να ανακύψουν ακόμη κι όταν ο blogger υπογράφει τα κείμενά του. Η ανωνυμία δεν είναι το μόνο κίνητρο για να δημιουργήσει κανείς ένα blog: πιο σημαντική είναι η ελκυστικότητά τους ως δωρεάν πρόσβασης μέσου.
Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με τα λεγόμενα "ενημερωτικά" blogs είναι ότι οι φορείς τους χρησιμοποίησαν ένα μέσο που φαίνεται ότι έχει κατασκευαστεί για ατομική ή έστω συλλογική χρήση από πολίτες ("η δημοσιογραφία των πολιτών"), παρέχοντας και τις τεχνικές εγγυήσεις για αυξημένη προστασία του απορρήτου (a.k.a. "ανωνυμία" - ψευδωνυμία), ενώ οι ίδιοι δεν ανήκουν σε αυτή την αμιγή κατηγορία, αλλά προέρχονται από τον δημοσιογραφικό ή γενικότερα τον ερευνητικό χώρο. Αυτό δεν επιτρέπεται να εκληφθεί από μόνο του ως αρνητικό: οι δημοσιογράφοι έχουν κατά τεκμήριο πρόσβαση σε πληροφορίες και τεχνικές έρευνας που ενδεχομένως δεν διαθέτουν οι "απλοί" πολίτες. Επομένως, η ανωνυμία των blogs τους έδωσε τη δυνατότητα να αποκαλύψουν υποθέσεις που ενδιαφέρουν την κοινή γνώμη, ενώ δύσκολα θα έβρισκαν τη θέση τους στα "παραδοσιακά μέσα", όπου ο ιεραρχικός έλεγχος της εργοδοσίας και της ιδιοκτησίας θέτει τους δικούς του φραγμούς συμφερόντων και πολιτικής. Η στρέβλωση έγκειται όμως στο επόμενο στάδιο: οι δημοσιογράφοι και οι άλλοι επαγγελματίες που εισέρχονται στο blogging, ακόμη και δρώντας ανυπόγραφα (δεν απαγορεύεται από κάπου η δημοσίευση ανυπόγραφων κειμένων) θα έπρεπε μαζί με τις ερευνητικές τους ικανότητες, να επιδείξουν την τήρηση και των άλλων κανόνων που διέπουν την ορθή και αποτελεσματική ενάσκηση του δημόσιου λόγου. Oρισμένοι όμως, στα "ενημερωτικά" blogs, τους περιφρόνησαν χαρακτηριστικά. Δεν θα είχα καμία αντίρρηση για τη δημοσίευση πληροφοριών που αποκαλύπτουν ένα σκάνδαλο, το οποίο προφανώς και θα δυσφημεί (αναγκαστικά) κάποια πρόσωπα, εάν βέβαια έχουν τηρηθεί οι κανόνες που εγγυώνται την αντικειμενικότητα του κειμένου, το σεβασμό προς το κοινό, αλλά και την πεποίθηση ότι ο αυτο-σκοπός του δημοσιογράφου είναι η πληροφόρηση και όχι άλλα κίνητρα, ξένα προς το λειτούργημα και πλησιέστερα στην ενάσκηση μιας αυθαίρετης εξουσίας. Ποιος εμπόδισε τα λεγόμενα "ενημερωτικά" blogs πριν δημοσιεύουν μια είδηση, να επικοινωνούν με τα πρόσωπα που αφορά, να αναζητούν την δική τους άποψη, να σέβονται το τεκμήριο της αθωότητας, να μην παρεμβαίνουν σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα που δεν αφορούν την κοινή γνώμη, να παρουσιάζουν σφαιρικά την είδηση, να παραπέμπουν στις δημοσιευμένες πηγές; Κανένας άλλος, εκτός από τα ίδια συμφέροντα των φορέων των blogs αυτών, οι οποίοι καταχρώνται την εξουσία και τα δικαιώματα που ασκούν. Δεν θα πρέπει όμως να θεωρήσουμε ότι η στρέβλωση καταργεί τον κανόνα. Τα λεγόμενα ενημερωτικά blogs μπορούν να ακολουθούν τους κανόνες του δημόσιου λόγου. Ενημερωτικό blog και δεοντολογία δεν είναι έννοιες ασύμβατες μεταξύ τους. Σε έναν "πόλεμο" βέβαια, δεν υπάρχουν κανόνες. Όταν όμως αυτός γίνεται για την κατάκτηση του κοινού, έχει κι αυτό μερίδιο ευθύνης - θα έλεγα μάλιστα σε ατομικό επίπεδο, εφόσον μιλάμε για clicks ηλεκτρονικών υπολογιστών. Κι εφόσον οι κανόνες παραβιάζονται σε βαθμό που τίθενται σε κίνδυνο τα ανθρώπινα δικαιώματα, τότε η Πολιτεία έχει υποχρέωση να επεμβαίνει (βλ. για παράδειγμα την απόφαση K.U κατά Φινλανδίας, περί υποχρέωσης της χώρας να αίρει το απόρρητο του Διαδικτύου όταν θίγεται ένα παιδί από την δημοσίευση μιας σεξουαλικής αγγελίας που περιέχει και τη φωτογραφία του). Η ελευθερία στο Διαδίκτυο δεν μπορεί να ασκείται εις βάρος όλων των άλλων ελευθεριών του ατόμου.
Εάν οι δημοσιογράφοι και οι άλλοι μετέχοντες της Κοινωνίας της Πληροφορίας που επιχειρούν να ασκήσουν ερευνητική δημοσιογραφία χρησιμοποιώντας την ανωνυμία ή την ελκυστικότητα και την δωρεάν προσβασιμότητα των blogs τηρούν όλους τους κανόνες του δημόσιου λόγου, δεν χρειάζεται να γίνει κανένας διάλογος για την άρση της ανωνυμίας, την υποχρεωτική δήλωση ιδιοκτήτη blog και όλων αυτών των μέτρων που θα περιορίσουν την ελευθερία της έκφρασης. Το μεγάλο ζήτημα είναι εάν αυτό μπορεί να γίνει συνειδητά και εκούσια, με τη δημιουργία μιας διαδικτυακής "συνειδησης" του χρήστη του Διαδικτύου για τον χρόνο που αποφασίζει να αφιερώσει στην μία ή στην άλλη ηλεκτρονική διεύθυνση.
1 σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου