H Eλλάδα έχει υπογράψει διεθνείς συμβάσεις, με τις οποίες έχει την υποχρέωση να τηρεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και να τιμωρεί τον μισαλλόδοξο λόγο. Η τήρηση των συγκεκριμένων υποχρεώσεων ελέγχεται κατά περιοδικά διαστήματα από μόνιμες επιτροπές των αρμόδιων διεθνών οργανισμών. Ας δούμε τις πιο χαρακτηριστικές.
Τέταρτη έκθεση της ανεξάρτητης Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον Ρατσισμό και της Μισαλλοδοξίας (ECRI), 15.9.2009 (βλ. εδώ):
"IV. Ο Ρατσισ1ός στο δημόσιο λόγο
86. Στην τρίτη της έκθεση, η ECRI συνέστησε στις ελληνικές αρχές να επιστήσουν την προσοχή των εργαζομένων στα μέσα ενηέρωσης για τους κινδύνους του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας. Στις περιπτώσεις όπου έχουν δημοσιευθεί ρατσιστικά άρθρα, ενθάρρυνε έντονα τις ελληνικές αρχές να προβούν σε κάθε απαραίτητη ενέργεια προκειμένου να ασκηθεί δίωξη και να τιωρηθούν οι υπαίτιοι.
87. Οι ελληνικές αρχές έχουν ενηερώσει την ECRI ότι τα οπτικοακουστικά και έντυπα μέσα ενημέρωσης έχουν υιοθετήσει έναν κώδικα συμπεριφοράς και ότι όσον αφορά τα πρώτα, το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο πορεί να επιβάλλει κυρώσεις σε περιπτώσεις ρατσιστικού λόγου και το έχει ήδη κάνει ύστερα από τη δημοσίευση της τρίτης έκθεσης της ECRI. Οι αρχές θεωρούν, ωστόσο, ότι η ελευθερία του λόγου θα πρέπει να υπερισχύει και θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην αύξηση της ενημέρωσης. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω (61), κάποιες περιπτώσεις υποκίνησης φυλετικού μίσους (κατά Εβραίων και Ροά) έχουν παραπεφθεί στο δικαστήριο στην Ελλάδα σύμφωνα με το Νόμο 927/1979 και καταδικάστηκαν, καθιερώνοντας έτσι μια νομολογία για τους περιορισμούς της ελευθερίας του λόγου όσον αφορά στην υποκίνηση του φυλετικού μίσους. Όπως αναφέρθηκε και σε άλλα σημεία της έκθεσης, τα μέσα
ενημέρωσης, περιλαβανομένων και κάποιων εφημερίδων δημοσιεύουν αντισημιτικά άρθρα. Οι αρχές έχουν ενημερώσει την ECRI ότι έχει διενεργηθεί μια εκστρατεία για την πολυπολιτισμικότητα στα μέσα ενημέρωσης για την προώθηση του πολιτισμικού διαλόγου. Ωστόσο, φαίνεται ότι είναι απαραίτητα περισσότερα μέτρα για την αύξηση της ευαισθητοποίησης των μέσων ενημέρωσης για υπεύθυνες αναφορές και για το νόμο για την υποκίνηση φυλετικού μίσους.
88. Η ECRI συνιστά στις ελληνικές αρχές να συνεχίσουν να διασφαλίζουν την επιβολή του Νόμου 927/1979 κατά δημοσιογράφων και μέσων ενημέρωσης που υποκινούν το φυλετικό μίσος.
89. Η ECRI ενθαρρύνει τις ελληνικές αρχές να ενημερώσουν τα μέσα ενημέρωσης, χωρίς να πλήττουν τη δηοσιογραφική ανεξαρτησία, για την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες που παρέχουν δεν δημιουργούν κλίμα εχθρότητας κατά των μελών εθνικών ή θρησκευτικών μειονοτήτων. Συνιστά επίσης στις αρχές να υποστηρίξουν κάθε πρωτοβουλία που λαμβάνουν τα μέσα ενημέρωσης στον τομέα αυτό και να τους προμηθεύσουν με τους απαραίτητους πόρους για να παρέχουν αρχική εκπαίδευση και εκπαίδευση μέσα στην υπηρεσία για τα ανθρώπινα δικαιώατα γενικά και για τα θέατα ρατσισμού ειδικότερα.
90. Στην τρίτη της έκθεση, η ECRI συνέστησε πιο εκτεταμένη και συστηματική αύξηση της ενημέρωσης και πρωτοβουλίες κατάρτισης που θα στοχεύουν σε δημόσιους υπαλλήλους, αιρετούς αντιπροσώπους και πολιτικούς πάνω σε ζητήματα ρατσισμού και διακρίσεων. Η ECRI επίσης συνέστησε στις ελληνικές αρχές να αναπτύξουν περαιτέρω τις δραστηριότητες αύξησης της ενημέρωσης που απευθύνονται στο ευρύ κοινό, με την διοργάνωσης, για παράδειγα, εθνικής εκστρατείας κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας.
91. Ο επικεφαλής του ακροδεξιού κόματος (62), που έλαβε περίπου 3% των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές του 2007, κάνει συχνά δημόσια αντισημιτικές και ρατσιστικές δηλώσεις, κατηγορώντας ακόμη τους μετανάστες (63) για αύξηση των εγκλημάτων που σχετίζονται με ναρκωτικά και της βίας. Έως τώρα, δεν έχει διωχθεί για καμία από αυτές τις δηλώσεις σύμφωνα με το Νόμο 927/1979. Ωστόσο, κάποιοι πολιτικοί ενεργούν πιο υπεύθυνα, όπως αναφέρθηκε στα μέσα ενημέρωσης αναφορικά με το Νομάρχη Αθηνών που εξέφρασε την επιθυμία του να βελτιώσει τις συνθήκες στέγασης των παράνομωνμ εταναστών στην Πλατεία
Ομονοίας της Αθήνας, καθώς ζουν σε συνθήκες υποδεέστερες φυσιολογικών προτύπων.
92. Η ECRI επισημαίνει ανησυχητικές εκθέσεις κάποιων εισαγγελέων, περιλαβανομένου και του Προϊστάενου της Εισαγγελίας (64) , που κάνουν ρατσιστικές ή αντισημιτικές δηλώσεις χωρίς να τους επιβάλλονται κυρώσεις. Οι αρχές έχουν ενημερώσει την ECRI ότι στις 4 Ιουνίου 2008, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου εξέδωσε ια εγκύκλιο καλώντας όλους τους εισαγγελείς να αντιδράσουν άμεσα σε υποθέσεις κακής μεταχείρισης Ελλήνων ή ξένων πολιτών από κρατικούς φορείς, διώκοντας τις ισχυριζόμενες ενέργειες και, εάν κριθεί απαραίτητο, διατάσσοντας ιατροδικαστική εξέταση των θυμάτων. Φαίνεται, ωστόσο, ότι η συστηματική και ευρεία ανάπτυξη της ενημέρωσης και η κατάρτιση με στόχο, μεταξύ άλλων, τα δημόσια πρόσωπα, τους δηοσίους υπαλλήλους και τους αιρετούς αντιπροσώπους είναι ακόμη απαραίτητη. Οι ελληνικές αρχές έχουν δηλώσει ότι το 2005 τηρήθηκε σθεναρή στάση κατά της προγραατισμένης «εκδήλωσης μίσους» στο Μελιγαλά, όπου Ευρωπαίοι ακροδεξιοί αρχηγοί είχαν σχεδιάσει να συμμετέχουν και ως αποτέλεσα ακυρώθηκε. Αυτή η αξιέπαινη στάση θα μπορούσε, ωστόσο, να ενισχυθεί από τις αρχές στέλνοντας ένα ισχυρό μήνυμα στους δηοσίους υπαλλήλους, τα πολιτικά πρόσωπα και άλλα δημόσια πρόσωπα ότι η υποκίνηση φυλετικού μίσους είναι διώξιο αδίκηα. Οι ενέργειες της Ελληνικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας εντός του πλαισίου της Εκστρατείας της UEFA Σεβαστείτε και Ενωθείτε κατά του Ρατσισού (Respect and Unite Against Racism) είναι μια πρωτοβουλία που οι αρχές θα πορούσαν να μιμηθούν.
93. Όσον αφορά τα πολιτικά πρόσωπα ιδιαίτερα, η ECRI επιθυμεί να τονίσει τις αρχές που αναφέρονται στη Χάρτα των Ευρωπαϊκών Πολιτικών Κομμάτων για μια Μη Ρατσιστική Κοινωνία και στη διακήρυξη για τη χρήση ρατσιστικών, αντισημιτικών και ξενοφοβικών στοιχείων στον πολιτικό λόγο. Στη Διακήρυξη αυτή, η ECRI αποδοκιμάζει το γεγονός ότι ως αποτέλεσμα της χρήσης ρατσιστικού, αντισηιτικού και ξενοφοβικού πολιτικού λόγου: 1) υιοθετούνται άσχημα μέτρα που επιδρούν δυσανάλογα σε συγκεκριμένες ομάδες ή επηρεάζουν την αποτελεσματική άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωάτων τους, 2) η μακροπρόθεση συνοχή της κοινωνίας καταστρέφεται, και 4) ενθαρρύνεται η ρατσιστική βία. Τα σημεία αυτά καθώς και όλες οι άλλες αρχές που παρουσιάζονται στη Χάρτα και στη Διακήρυξη πορούν να χρησιεύσουν σαν αναφορές για μια υπεύθυνη συμπεριφορά στον πολιτικό λόγο εκ μέρους των
πολιτικών κομμάτων και των αρχών.
94. Η ECRI παροτρύνει τις ελληνικές αρχές να διασφαλίσουν ότι ο Νόμος 927/1979 εφαρμόζεται όσον αφορά όλα τα δημόσια πρόσωπα που χρησιμοποιούν ρατσιστικό λόγο.
95. Η ECRI συνιστά στις ελληνικές αρχές να λάβουν υπόψη την παραπάνω Διακήρυξή της για τη χρήση ρατσιστικών, αντισημιτικών και ξενοφοβικών στοιχείων στον πολιτικό λόγο.
96. Η ECRI συνιστά και πάλι στις ελληνικές αρχές να λάβουν μέτρα ανάπτυξης της ενημέρωσης κατά του ρατσισού, όπως εθνικές εκστρατείες ενημέρωσης. Η ECRI συνιστά επίσης να παρασχεθεί εκπαίδευση για το ρατσισμό και τις φυλετικές διακρίσεις σε δημοσίους υπαλλήλους, αιρετούς αντιπροσώπους και πολιτικούς.
____
62. Το κόμμα ΛΑ.Ο.Σ.
63. Για περισσότερες πληροφορίες για την κατάσταση των μεταναστών βλ. "Ευπαθείς/Στοχευμένες ομάδες" παρακάτω.
64. Βλ. "Ομάδες υπέρ των δικαιωμάτων καταγγέλλουν την ρατσιστική δήλωση του Έλληνα Εισαγγελέα", Δελτίο τύπου από την Πρωτοβουλία για την Δικαιοσύνη σε Ανοιχτή Κοινωνία, 5 Φεβρουαρίου 2008. "
Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών
Καταληκτικές Παρατηρήσεις Επιτροπής για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων (CERD), 28 Αυγούστου 2009 (βλ.
εδώ).
"[...] Η Επιτροπή εξέφρασε επίσης ανησυχίες για αναφορές ως προς τη διάδοση ρατσιστικών στερεοτύπων και μισαλλόδοξων σχολίων από συγκεκριμένες οργανώσεις και ΜΜΕ κατά προσώπων που ανήκουν σε διαφορετικές εθνοτικές και φυλετικές ομάδες και απηύθυνε σύσταση στο Κράτος μέλος να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για την τιμωρία των οργανώσεων και ΜΜΕ που είναι ένοχα τέτοιων πράξεων. Περαιτέρω απηύθυνε σύσταση στο Κράτος μέλος να απαγορεύσει συγκεκριμένα νεοναζιστικές ομάδες από την επικράτειά του και να λάβει πιο αποτελεσματικά μέτρα για να διασφαλίσει την ανεκτικότητα απέναντι σε πρόσωπα με διαφορετική εθνοτική καταγωγή. [...]
- Η Επιτροπή ανησυχεί για το ότι το Κράτος μέλος δεν εφαρμόζει αποτελεσματικά τις νομικές διατάξεις που αποσκοπούν στην εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων και ιδίως αυτές που σχετίζονται με την ποινική δίωξη και την τιμωρία των εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο.
Η Επιτροπή καλεί το Κράτος μέλος να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή όλων των νομικών διατάξεων που αποσκοπούν στην εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων καθώς και το ότι τα εγκλήματα με ρατσιστικό κίνητρο θα διώκονται ποινικά και θα τιμωρούνται με αποτελεσματικό τρόπο. Η Επιτροπή περαιτέρω ζητά από το Κράτος μέλος να παράσχει στην επόμενη έκθεσή του επικαιροποιημένες πληροφορίες όσον αφορά την εκ μέρους των δικαστηρίων εφαρμογή των ποινικών διατάξεων που τιμωρούν πράξεις φυλετικών διακρίσεων, όπως αυτές που περιλαμβάνονται στο Νόμο 927/1979. Τέτοιες πληροφορίες θα πρέπει να περιλαμβάνουν τον αριθμό και τη φύση των υποθέσεων ενώπιον της δικαιοσύνης, τις καταδίκες που αποφασίστηκαν και τις ποινές που επιβλήθηκαν, όπως και κάθε αποζημίωση ή άλλης μορφής αποκατάσταση που παρασχέθηκε στα θύματα αυτών των πράξεων.
- Η Επιτροπή ανησυχεί από αναφορές για τη διάδοση ρατσιστικών στερεοτύπων και μισαλλόδοξων σχολίων από συγκεκριμένες οργανώσεις και ΜΜΕ κατά προσώπων που ανήκουν σε διαφορετικές εθνοτικές και φυλετικές ομάδες.
Η Επιτροπή απευθύνει σύσταση στο Κράτος μέλος να λάβει αποτελεσματικά μέτρα για την τιμωρία των οργανώσεων και ΜΜΕ που είναι ένοχα τέτοιων πράξεων. Περαιτέρω απευθύνει σύσταση στο Κράτος μέλος να απαγορεύσει συγκεκριμένα νεο-ναζιστικές ομάδες από την επικράτειά του και να λάβει πιο αποτελεσματικά μέτρα για να διασφαλίσει την ανεκτικότητα απέναντι σε πρόσωπα με διαφορετική εθνοτική καταγωγή.
Ευρωπαϊκή Ένωση
Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων
Έκθεση για την Ομοφοβία την Τρανσφοβία και τις διακρίσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, 2010 (βλ. εδώ).
"Ο μισαλλόδοξος λόγος στην Ελλάδα τιμωρείται αποκλειστικά από τον Ν.927/1979 (ΦΕΚ 139, 28.6.1979). Οι παραβάτες του νόμου τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης έως δύο ετών και/ή πρόστιμα. Ωστόσο, αυτός ο νόμος ποινικοποιεί μόνο τον μισαλλόδοξο λόγο που βασίζεται στην φυλετική καταγωγή, την εθνικότητα και (κατόπιν τροποποίησης το 1984) το θρήσκευμα. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν απαριθμείται μεταξύ των λόγων για τους οποίους απαγορεύεται ο μισαλλόδοξος λόγος και, γι' αυτό δεν υπάρχει ειδική προστασία στα ΛΟΑΤ άτομα.
Επίσης, ο Ν.927/1979 ήταν ανενεργός για πολλά χρόνια και δεν υπήρχαν υποθέσεις στα δικαστήρια που να αφορούν την εφαμρμογή του. Ο βασικός λόγος ήταν ότι, στην αρχική μορφή του, ο νόμος πρόβλεπε ότι η ποινική δίωξη μπορούσε να κινηθεί μονο κατόπιν επίσημης εγκλήσεως ου θύματος - στο οποίο απευθύνεται ο μισαλλόδοξος λόγος. Αυτή η προϋπόθεση καταργήθηκε το 2001 και τώρα η εισαγγελία μπορεί να κινήσει τη διαδικασία αυτεπαγγέλτως. Αυτό όμως δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα: μέχρι το τέλος του 2007 δεν είχαν δημοσιευθεί δικαστικές αποφάσεις κατ' εφαρμογή του Ν.927/1979. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην πιο ακραία υπόθεση ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα, στην οποία ο δράστης πυροβόλησε έναν αριθμό αλλοδαπών μεταναστών σκοτώνοντας δύο και τραυματίζοντας επτά "επειδή μισούσε τους αλλοδαπούς", καταδικάστηκε σε δις ισόβια και 25 έτη φυλάκισης. Ωστόσο, παρόλο που η δίωξη τον ανέφερε ως έναν "ρατσιστή δολοφόνο", δεν κατηγορήθηκε για παραβίαση του Ν.927/1979.
Η μόνη γνωστή εφαρμογή αυτού του νόμου που γνωρίζει ο συντάκτης είναι μια σοβαρή υπόθεση εναντίον ενός (πρώην) πολιτικού που έγραψε ένα έντονα αντισημιτικό βιβλίο. Καταδικάστηκε με μια απόφαση που εκδόθηκε το Νοέμβρη του 2007, η οποία δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη (και έτσι δεν είναι διαθέσιμη). Η απόφαση του 2007 ανατράπηκε ύστερα από έφεση, με απόφαση του Εφετείου Αθηνών στις 27 Μαρτίου 2009, με την αιτιολογία ότι ο συγγραφέας εξέφραζε "επιστημονικές απόψεις" του. Μετά την πρώτη "εφαρμογή" του νόμου, άλλες δύο υποθέσεις έχουν προκύψει αλλά καμία από αυτές δεν αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό. Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι οι πιθανότητες καταδίκης για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού με βάση αυτόν τον νόμο είναι ελάχιστες αν όχι ανύπαρκτες.
Όπως αναφέρθηκε στο Κεφάλαιο Α, ο Ν.3304/05 προβλέπει ποινικές κυρώσεις για όσους επιβάλλουν διακρίσεις στο πλαίσιο της παροχής αγαθών ή υπηρεσιών. Πάντως, αυτό προβλέπει μια έμπρακτη ενέργεια διάκρισης και δεν καλύπτει τον ίδιο τον μισαλλόδοξο λόγο. Τα θύματα του μισαλλόδοξου λόγου μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα ένδικα μέσα του Αστικού Κώδικα, εάν προσβάλλεται το όνομα, η προσωπικότητα, το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή κλπ. Οι αστικές αγωγές, ωστόσο, έχουν ως αντικείμενο είτε να πιέσουν τους δράστες να σταματήσουν τις παράνομες διακρίσεις (στο μέλλον) είτε να καταβάλλουν στο θύμα αποζημίωση, για την ζημιά που ήδη υπέστη. Το πρώτο ένδικο βοήθημα δεν έχει προληπτικό χαρακτήρα, ενώ το δεύτερο έχει περιορισμένη αποτελεσματικότητα, καθώς προϋποθέτει την απόδειξη ουσιώδους βλάβης που υπέστη ο ενάγων, ως συνέπεια των πράξεων του εναγομένου. Γι' αυτό οι αστικές αγωγές είναι περιορισμένου ενδιαφέροντος για την προστασία των ΛΟΑΤ ατόμων. Επιπλέον, είναι πρακτικά αδύνατο να εντοπιστούν αποφάσεις βάσει των παραπάνω διατάξεων του Αστικού Κώδικα που αφορούν ειδικώς τα ΛΟΑΤ άτομα.
Στον Ποινικό Κώδικα η ομοφοβία αποτελεί ένα γενικό επιβαρυντικό παράγοντα που θεσπίστηκε με το Ν.3719/2008 (άρθρο 23) που τροποποιεί το άρθρο 79 παρ. 3 του Π.Κ. όσον αφορά την επιμέτρηση της ποινής. Σύμφωνα με την νέα διάταξη, κάθε παράνομη πράξη που είχε κίνητρο το εθνικό, φυλετικό ή θρησκευτικό μίσος ή μίσος λόγω διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού του θύματος, συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα. Οι παραπάνω επιβαρυντικοί παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη επιπλέον των βασικών κριτηρίων που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της προσωπικότητας του δράστη, δηλ α) τις αιτίες και τους στόχους της πράξης τους , β) το βαθμό της ανάπτυξης του χαρακτήρα τους, γ) την ατομική και κοινωνική τους κατάσταση και δ) τη συμπεριφορά τους μετά την τέλεση της πράξης. Καθώς το κίνητρο που σχετίζεται με το σεξουαλικό προσανατολισμό είναι επιβαρυντική περίσταση, θα πρέπει να αποδειχθεί θετικά από το δράστη ή τον αρμόδιο εισαγγελέα. Μια επισκόπηση των δύο μεγάλων νομικών βάσεων δεδομένων στην Ελλάδα δίνει μηδενικά αποτελέσματα ως προς την εφαρμογή της νέας διάταξης.
Πάντως τίποτα στο ελληνικό δίκαιο δεν μπορεί να συγκριθεί με το νέο νόμο που θεσπίστηκε στη Λιθουανία. Ο μόνος συγκρίσιμος με αυτόν νόμος ανάγεται στην εποχή του καθεστώτος των συνταγματαρχών που κατέρρευσε το 1974 κι έχει ξεχαστεί από τότε. "