Όσοι παρακολουθούν το e-lawyer γνωρίζουν τη γνώμη μου ότι το έρεισμα της κρατικής καταστολής στην ελευθερία του λόγου στο διαδίκτυο θα τεθεί στη συνταγματική βάσης της ανωνυμίας. Το Σύνταγμα αναφέρει στο άρθρο 19 ότι η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών επιτρέπεται μόνο για “ιδιαίτερα σοβαρά εγκλήματα” (και για λόγους εθνικής ασφάλειας). Ο νόμος του 1994 για την άρση του απορρήτου εξειδικεύει ποια είναι τα “ιδιαίτερα σοβαρά εγκλήματα”, δίνοντας μια λίστα από βαρύτατα κακουργήματα. Σε αυτά δεν περιλαμβάνονται τα εγκλήματα κατά της τιμής (εξύβριση, συκοφαντική δυσφήμηση, απλή δυσφήμηση), τα οποία είναι πλημμελήματα. Ο νομοθέτης του 1994 έκρινε ότι τα αδικήματα αυτά δεν είναι τόσο “ιδιαιτέρως σοβαρά” ώστε να επιτρέπουν την άρση του απορρήτου για να διωχθεί ο δράστης.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι ο νομοθέτης του 1994 αποποινικοποίησε τα εγκλήματα κατά της τιμής. Δεν υπάρχει μόνο η άρση του απορρήτου για να διευκρινιστεί ποιος μπορεί να είναι ο δράστης μιας συκοφαντικής δυσφήμησης, αλλά αντίθετα όπως νομολόγησε και το Ανώτατο Δικαστήριο του Delaware, ο ενδιαφερόμενος οφείλει να εξαντλήσει τις υπόλοιπες δυνατότητες για τον εντοπισμό του δράστη πριν ζητήσει το κρατικό μέτρο της άρσης του απορρήτου, το οποίο συνιστά μια βαθύτατη επέμβαση στην ιδιωτικότητα και γι' αυτό πρέπει να τελεί σε σχέση αναλογίας προς τον προστατευτικό σκοπό.
Με την έκρηξη των blogs, το ζήτημα της άρσης του απορρήτου τίθεται σε νέες βάσεις: τα μέσα για την τέλεση των αδικημάτων κατά της τιμής, με μαζικούς αποδέκτες, είναι πολύ πιο προσιτά απ' ό,τι συνέβαινε σε προηγούμενες περιόδους. Είναι ζήτημα είκοσι λεπτών να φτιάξει κάποιος ένα blog, μέσω του οποίου μπορεί να βάλλει κατά οποιουδήποτε προσώπου με ψευδείς ισχυρισμούς. Ή μπορεί να προσφύγει με e-mail σε κάποιο από τα υφιστάμενα “αποκαλυπτικά” και παραδημοσιογραφικά ιστολόγια-λασπολόγια, καλυπτόμενος πίσω από τη συνταγματική προστασία του απορρήτου.
Ο νομοθέτης του 2008 θέλει να αντιδράσει - πράγμα εξόχως ανησυχητικό. Μπορεί να μην είναι σε θέση να αναθεωρήσει το Σύνταγμα, αλλά σίγουρα η συκοφαντική δυσφήμηση μέσω διαδικτύου, υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν είναι έγκλημα της ίδιας έντασης με την συκοφαντική δυσφήμηση του 1994. Ωστόσο, υπάρχει και μία άλλη παράμετρος, την οποία ο νομοθέτης δεν μπορεί να παρακάμψει: όλοι εμείς. Γνωρίζετε ότι είμαι κατά των αυθαίρετων ομαδοποιήσεων-καπελωμάτων και ότι δεν πιστεύω στην πρακτικά ανύπαρκτη συλλογικότητα της “μπλογκόσφαιρας”. Σε ορισμένα σημαντικά θέματα με γενικότερο ενδιαφέρον, υπήρξαν περιπτώσεις στις οποίες πήραμε θέση, ατομικά μεν, αλλά παράγοντας, κατ΄ αποτέλεσμα, μήνυμα υποστηριζόμενο από περισσότερα πρόσωπα. Υπήρξαν φορές που οι πολλές υποκειμενικότητες συναντήθηκαν (κατά λάθος ή σκόπιμα) γύρω από μία αντικειμενική παραδοχή.
Αυτή τη στιγμή παρουσιάζεται μπροστά μας μια εντελώς συγκεκριμένη πρόκληση. Η Σοφία Ιορδανίδου, δημοσιογράφος και από τους διοργανωτές της διημερίδας που μας απασχόλησε αρκετά κατά την προηγούμενη εβδομάδα, απευθύνεται στους bloggers με το παρακάτω μήνυμα και ζητάει την άποψή μας. Το παραθέτω αυτούσιο και στη συνέχεια θα εκθέσω την γνώμη μου.
Αγαπητοί φίλοι, καλησπέρα σας.
Όπως είναι γνωστό σε όλους σας, το τελευταίο διάστημα έκανα μια σοβαρή προσπάθεια, σε συνεργασία με την οργανωτική και εκτελεστική επιτροπή, να διοργανώσω τη διημερίδα: «Συμμετοχική Δημοσιογραφία: Blog και Νέα Μέσα».
Σέβομαι το "blogging", το θεωρώ σημαντικό τρόπο δημόσιας έκφρασης και αυτός ήταν ο λόγος που σκέφτηκα να προτείνω στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μ.Μ.Ε του Α.Π.Θ. να εγκρίνει τη διοργάνωση αυτής της συνάντησης.
Επρόκειτο, ουσιαστικά για την πρώτη συνάντηση του ακαδημαϊκού κόσμου με δημοσιογράφους που εκπροσωπούν την παραδοσιακή δημοσιογραφία και με bloggers.
Αναμφισβήτητα, υπήρχαν κενά που ελπίζω να αναπληρωθούν στη συνέχεια.
Όλοι όμως, νιώθω, συμφωνήσαμε ότι η προσπάθεια είναι αυτή που μας δίνει το έναυσμα να εκφραστούμε και να ασκήσουμε την κριτική μας, καλοπροαίρετη ή όχι.
Στις εργασίες της διημερίδας συζητήθηκε έντονα το πρόβλημα της ηλεκτρονικής ανώνυμης ή ψευδώνυμης συκοφαντίας.
Σας παραθέτω την επιστολή που δέχθηκα λίγες ώρες πριν από την έναρξη των εργασιών της διημερίδας - για την οργάνωση της οποίας, αν μη τι άλλο είχα ξοδέψει ατέλειωτες ώρες - και την απάντησή μου στον αποστολέα της. Σας ενημερώνω ταυτόχρονα ότι η επιστολή έχει αναρτηθεί στο διαδίκτυο και κοινοποιηθεί σε πάρα πολλούς αποδέκτες.
Δεν αντιστέκομαι να μοιραστώ μαζί σας ότι νιώθω να περιφρονούνται κόποι μιας ζωής σε σχέση με τις σπουδές και τα πτυχία μου, να ασκείται βάναυση και παράφορη κριτική στην επαγγελματική μου τιμή και υπόσταση, καθώς και να χλευάζεται μια ανθρώπινη, προσωπική μου εξομολόγηση στη συγγραφή ενός βιβλίου μου.
Ζητώ τη γνώμη σας για το είδος της άμυνας που μπορεί να αναπτύξει ένας πολίτης που δέχεται μια τόσο επιθετική στο ύφος και ατεκμηρίωτη στο περιεχόμενο επιστολή.
Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Πολύ φιλικά
Σοφία Ιορδανίδου
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
κ. Πετράκη, καλησπέρα σας.
Αρχικά, σας ευχαριστώ για την επιστολή που μου στείλατε (http://www.new.facebook.com/group.php?gid=44202509680)
την οποία και σας γνωστοποιώ ότι έχω κοινοποιήσει, μαζί με την απάντησή μου στον κόσμο του "blogging".
Επειδή κρίνω τις καταγγελίες που περιέχει σοβαρές, θα σας παρακαλούσα να επικοινωνήσετε μαζί μου σε μια προσπάθεια διευκρίνησης επίμαχων σημείων της, καθώς επίσης και να παρευρεθείτε στην κρίση μου για να υποστηρίξετε δια ζώσης τις καταγγελίες σας με στοιχεία και μαρτυρίες που έχετε στη διάθεσή σας και που είμαι σίγουρη ότι αποδεικνύουν τα λεγόμενά σας.
Σας ευχαριστώ,
Στη διάθεσή σας
Σοφία Ιορδανίδου
(παράθεση αριθμού τηλεφώνου)
Η γνώμη μου
Ας δούμε λοιπόν, για ποιο λόγο αυτή η υπόθεση είναι απολύτως κρίσιμη και αφορά κάθε υπέρμαχο της ελευθερίας του λόγου στο Διαδίκτυο. Προσοχή: εξετάζω την διαδικασία, τα δικαιώματα, τις δυνατότητες και τις συγκεκριμένες επιλογές των μερών και όχι το περιεχόμενο των καταγγελιών και το αν υπάρχει αλήθεια ή ψεύδος σε αυτές. Θεωρώ ότι η παρακάτω εξέταση αρκεί για να λάβουμε θέση στη συγκεκριμένη ερώτηση που μας τίθεται.
1. Οι δυνατότητες της κυρίας Ιορδανίδου.
Η κυρία Ιορδανίδου, εφόσον θεωρεί ότι το κείμενο που ανάρτησε ο κύριος Πέτρος Πετράκης στο facebook περιέχει ψεύδη, θα μπορούσε να υποβάλλει μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση και αγωγή αποζημίωσης για προσβολή της προσωπικότητας.
Αν υποθέσουμε, όμως, ότι το “Πέτρος Πετράκης” αποτελεί ψευδώνυμο, τότε προκύπτει το παραπάνω θέμα της άρσης του απορρήτου. Θα έπρεπε να αναζητηθούν άλλοι τρόποι για τον εντοπισμό του, κοινώς να κάνει τον ντέτεκτιβ η κυρία Ιορδανίδου για να βρει ποιο πρόσωπο κρύβεται πίσω από αυτόν, όπως περίπου επέβαλε ως προϋπόθεση το Ανώτατο Δικαστήριο του Delaware. Ή θα μπορούσε να καταθέσει ότι εκτός από την δυσφήμηση υπάρχουν κι άλλα εγκλήματα, όπως λ.χ. κατά της ζωής της που επιτρέπουν την άρση του απορρήτου. Θυμίζω ότι στην περίπτωση του press-gr, η άρση του απορρήτου βασίστηκε στην κατηγορία για το αδίκημα της εκβίασης, το οποίο περιέχεται στη σχετική λίστα του 1994.
Η κυρία Ιορδανίδου δεν έκανε τίποτα από αυτά. Ως άνθρωπος της επικοινωνίας, προτιμά τη διαφάνεια και καλεί τον κ. Πετράκη να προσκομίσει αυτά τα στοιχεία που βασίζουν τις καταγγελίες του. Παράλληλα, η κυρία Ιορδανίδου αποκαλύπτει την προσωπική της υπόθεση και μας καλεί να της δώσουμε τη γνώμη μας για το ποια μπορεί να είναι η άμυνας ενός πολίτη απέναντι σε μια τέτοιου είδους επίθεση. Η ερώτηση είναι καίρια και καθοριστική: έχουμε τα ανακλαστικά, τα κριτήρια, τα θεωρητικά εργαλεία, το σθένος και την ευθυκρισία ως bloggers – καθένας μας ατομικά- να αξιολογήσουμε αυτήν την περίπτωση ή θα περιμένουμε να έρθει ο νομοθέτης με ειδική νομοθεσία να επιτρέψει την άρση του απορρήτου για τη συκοφαντική δυσφήμηση ή, ακόμα χειρότερα, την υποχρεωτική μητρωοποίηση, την δήλωση ονομάτων υπευθύνου, την υπαγωγή στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ή την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων;
Με λίγα λόγια: επαρκεί ο κοινωνικός έλεγχος της αξιοπιστίας ή χρειάζεται νομοθεσία, άρση του απορρήτου και δικαστήρια; Αυτό είναι ουσιαστικά το ερώτημα που τίθεται για το είδος της άμυνας του πολίτη.
Θα δώσω την προσωπική μου δημόσια απάντηση στην κυρία Ιορδανίδου και θα παρακολουθήσω με πολύ ενδιαφέρον την σχετική συζήτηση και σε άλλα ιστολόγια.
2. Η “άμυνα” του πολίτη πρέπει να είναι ανάλογη της “επίθεσης”
Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε ένα κείμενο – καταγγελία το οποίο δημοσιοποιείται στο διαδίκτυο από έναν πολίτη. “Αν ο λόγος κάθε πολίτη, συνεπώς και ο δημοσιογραφικός λόγος, δεν είναι τεκμηριωμένος, απλώς δεν πρέπει να εκφέρεται δημοσίως», νομολόγησε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθήνας σε μια απόφαση του 2007. Ο δημόσιος λόγος λοιπόν πρέπει να είναι τεκμηριωμένος, ακόμη κι αν προέρχεται από τον “κάθε πολίτη”, όχι μόνο από τον δημοσιογράφο. Διαφορετικά, δεν πρέπει να εκφέρεται δημοσίως. Άλλο ο λόγος στην ιδιωτική σφαίρα κι άλλο ο λόγος από ένα δημόσιο βήμα, όπως το Διαδίκτυο. Αυτές οι παραδοχές είναι σύμφωνες και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο άρθρο 10 παρ. 2 της οποίας αναφέρει ότι η άσκηση της ελευθερίας του λόγου συνεπάγεται καθήκοντα και ευθύνες. Η ΕΣΔΑ δεν διακρίνει ανάμεσα σε πολίτη και δημοσιογράφο: όλοι έχουμε υποχρέωση σεβασμού της ποινικής νομοθεσίας που τιμωρεί ως έγκλημα τη συκοφαντική δυσφήμηση και όλοι έχουμε υποχρέωση σεβασμού της προσωπικότητας του άλλου, αν δεν θέλουμε να καταβάλουμε αποζημιώσεις για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.
Ποια είναι όμως αυτά τα “καθήκοντα” και οι “ευθύνες”; Τι σημαίνει “τεκμηριωμένος λόγος”;
Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι σε μια δίκη για συκοφαντική δυσφήμηση, το διακύβευμα είναι κατά πόσον ο δυσφημιστικός ισχυρισμός είναι ή όχι αναληθής. Το βάρος της απόδειξης επ' αυτού ακριβώς του ζητήματος υπέχει αυτός που προέβη στην συγκεκριμενη καταγγελία. Αν βγω και γράψω ότι ο Χ είναι κλέφτης, εγώ οφείλω να το αποδείξω: ο άλλος δεν οφείλει να αποδείξει ότι ΔΕΝ είναι ελέφαντας.
Φυσικά, στην πράξη, κάθε πλευρά θα υποστηρίξει μέχρι τέλους την δική της οπτική για τα πράγματα: και οι δύο θα επιχειρηματολογήσουν. Ωστόσο, ο μηνυτής θα υπεισέλθει μόνο σε επίπεδο “ανταπόδειξης”, δηλαδή αντίκρουσης των αποδείξεων του μηνυομένου και όχι το αντίστροφο.
Αυτό το στοιχείο του βάρους της απόδειξης συνδέεται με τα “καθήκοντα και υποχρεώσεις” που αναφέρει η ΕΣΔΑ για το δημόσιο λόγο και με την “προϋπόθεση τεκμηρίωσης” που θέτει η νομολογία για το δημόσιο λόγο κάθε πολίτη. Οι κανόνες αυτοί δεν μας είναι άγνωστοι: περιλαμβάνονται στους κώδικες δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Τυπικά οι κώδικες απευθύνονται βεβαίως στα μέλη των δημοσιογραφικών ενώσεων, ως επαγγελματικές ρυθμίσεις, η παράβαση των οποίων συνεπάγεται καταδίκη απο πειθαρχικά συμβούλια. Ουσιαστικά όμως, όπως δέχονται τα δικαστήρια, οι κανόνες αποτελούν δεσμευτικές “συναλλακτικές υποχρεώσεις του Τύπου”, στον οποίο δεν υπάγονται μόνο τα μέλη των δημοσιογραφικών ενώσεων, καθώς στον Τύπο μπορεί να προσφύγει κάθε πολίτης και να χρησιμοποιήσει ως δημόσιο βήμα. Ακόμη ουσιαστικότερα, οι κανόνες αυτοί αποτελούν θεμελιώδη ποιοτικά κριτήρια για την υπαγωγή ενός κειμένου που φέρεται ότι περιλαμβάνει “ειδήσεις” στην έννοια του έγκυρου δημόσιου λόγου, απαλλαγμένου από ανεπεξέργαστα και θορυβώδη στοιχεία που δεν επιτρέπουν στο κοινό να πληροφορηθεί.
Σε μια συνοπτική απαρίθμηση, αυτοί οι κανόνες είναι οι εξής:
1. Δημοσιοποίηση όλης της αλήθειας και αποφυγή διαστρέβλωσης, απόκρυψης, την αλλοίωσης ή πλαστογράφησης των πραγματικών περιστατικών, με παράθεση όλων των στοιχείων που επιβεβαιώνουν την ακρίβεια της είδησης. Συλλογή των στοιχείων με θεμιτές μεθόδους και τήρηση του off the record.
2. Τήρηση της διάκρισης ανάμεσα σε είδηση και σχόλιο. Η είδηση αναφέρεται σε αντικειμενικά πραγματικά περιστατικά που συνέβησαν, ενώ το σχόλιο περιλαμβάνει την αξιολόγησή τους και την προσωπική άποψη κι εκτίμηση του γράφοντος. Ο αναγνώστης πρέπει να ξέρει που αρχίζουν οι εκτιμήσεις και που σταματάει η αντικειμενική πραγματικότητα.
3. Μετάδοση πληροφορίας και είδησης ανεπηρέαστα από τις προσωπικές πολιτικές, κοινωνικές, θρησκευτικές, φυλετικές και πολιτισμικές απόψεις ή πεποιθήσεις του γράφοντος. Οι απόψεις μπορούν να περιλαμβάνονται στα σχόλια, τα οποία πρέπει να είναι διακριτά όπως προαναφέρθηκε από τις “ειδήσεις”.
4. Τήρηση της αναγκαίας αντιστοιχίας τίτλου και κειμένου και ακριβής χρήση φωτογραφιών, εικόνων, γραφικών απεικονίσεων ή άλλων παραστάσεων.
5. Προηγούμενη έρευνα της ακρίβειας της πληροφορίας ή της είδησης που πρόκειται να μεταδοθεί. Αυτό σημαίνει ότι οι πληροφορίες πριν μεταδοθούν, εφόσον αφορούν πραγματικά περιστατικά και όχι καταγεγραμμένα αδιαμφισβήτητα δεδομένα, θα πρέπει να έχουν διασταυρωθεί.
6. Μετάδοση της αντίθετης άποψης σε ερειζόμενα ζητήματα, χωρίς αναγκαστική ανταπάντηση που θέτει σε μειονεκτική θέση εξ ορισμού τον θιγόμενο.
7. Ισότιμη αντιμετώπιση των πολιτών, χωρίς διακρίσεις εθνικής καταγωγής, φύλου, φυλής, θρησκείας, πολιτικών φρονημάτων, οικονομικής κατάστασης, σεξουαλικού προαανατολισμού και κοινωνικής θέσης.
8. Σεβασμός της προσωπικότητας, της αξιοπρέπειας και της ιδιωτικής ζωής.
9. Σεβασμός του τεκμηρίου της αθωότητας και της αρμοδιότητας των δικαστηρίων να αποφαίνονται για το ποιος είναι αθώος ή ένοχος.
Όταν κείμενο που περιέχει ειδήσεις (δηλ. πληροφορίες που αφορούν τη δημόσια ζωή) δεν τηρεί αυτές τις προϋποθέσεις, πρέπει να επισημαίνεται ότι οτι δεν αποτελεί τεκμηριωμένο δημόσιο λόγο και ο πολίτης που το δημοσιοποιεί δεν εκπληρώνει τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η ελευθερία της έκφρασής του.
Ο θιγόμενος από ένα τέτοιο κείμενο δεν έχει ηθική, δεοντολογική ή νομική υποχρέωση να “ανταποδείξει” σε περίπτωση που παραβιάζονται οι παραπάνω κανόνες, καθώς ένα τέτοιο κείμενο δεν εμπίπτει στην έννοια του έγκυρου δημόσιου λόγου.
Η άμυνα του πολίτη σε αυτές τις περιπτώσεις, ιδίως οταν ο "καταγγέλλων" καλύπτεται πίσω από το απόρρητο της επικοινωνίας, κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να είναι η άρση του απορρήτου, αλλά η πρόσκληση σε μια δημόσια αξιολόγηση του κύρους του κειμένου με βάση τα παραπάνω κριτήρια. Ακριβώς όπως γίνεται με την συγκεκριμένη υπόθεση.
3. Αξιολόγηση του επίμαχου κειμένου με βάση τα κριτήρια του έγκυρου δημόσιου λόγου.
Στο συγκεκριμένο κείμενο – καταγγελία για το οποίο καλούμαστε να πάρουμε θέση, ανεξάρτητα από την αλήθεια ή μη των ισχυρισμών που περιέχει εναντίον της κυρίας Ιορδανίδου, προσωπικά εντοπίζω τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά:
- Δεν παρατίθενται όλα τα στοιχεία στα οποία αναφέρει ότι βασίζεται ο συντάκτης. Συγκεκριμένα: δεν αναφέρονται αναλυτικά οι πληροφορίες για την ακαδημαϊκή, ερευνητική, συγγραφική και επαγγελματική πορεία της καταγγελλόμενης, δεν παρατίθενται παραπομπές σε συγκεκριμένες πληροφορίες με links όπου υπάρχουν, δεν αναφέρονται οι τίτλοι σπουδών της, ο τίτλος του διδακτορικού της κλπ. Υπάρχει μόνο διάθεση “κριτικής” και “καταγγελίας” με επιλεγμένα “σπαράγματα” στοιχείων, χωρίς ολοκληρωμένη , πλήρη, σαφή, αντικειμενική πληροφορία.
- Δεν υφίσταται διάκριση της “είδησης” από τα “σχόλια”. Όλα μαζί ένα σύμφυρμα, από τον οποίο κανείς δεν μπορεί να συμπεράνει σε τι αναφέρεται ο συντάκτης, από που αρχίζει η ύβρις, που τελειώνει η προσωπική προσβολή, ποια αλήθεια μπορεί να περιέχει, ποιο σκοπό εξυπηρετεί αυτό το κείμενο, ποια η πρόσβασή του συντάκτη στις προσωπικές πληροφορίες της κυρίας Ιορδανίδου.
- Οι προσωπικές πολιτικές και κοινωνικές απόψεις του συντάκτη για τα πρόσωπα συγκεκριμένων δημοσιογράφων, πολιτικών και πανεπιστημιακών συνδιαπλέκονται με τον ορυμαγδό αποσπασματικών και λειψών πληροφοριών που μεταδίδει, όπως λ.χ. ότι ένας φοιτητής, προφανώς κατά λάθος, αναφέρει σε ένα κείμενο την κα Ιορδανίδου ως "καθηγήτρια" ενώ η ίδια είναι επιστημονική συνεργάτις. Ωραία θεμελίωση της "κατηγορίας"!
- Αναντιστοιχία τίτλου – περιεχομένου (“Η Παναγιωταρέα και όλη της η παρέα”, προφανώς δεν είναι το θέμα του συντάκτη, ο οποίος “πιάνεται” από το πρόσωπο μιας πασίγνωστης δημοσιογράφου προκειμένου να βάλλει κατά κύριο λόγο εναντίον άλλου προσώπου).
- Αμφίβολη προηγούμενη τεκμηρίωση της ακρίβειας, αφού δεν παρατίθενται αναλυτικά στοιχεία για τα ζητήματα που υποτίθεται ότι αφορούν παράνομες πράξεις. Τα στοιχεία αυτά δεν μπορεί να εξαντλούνται βέβαια στο βιογραφικό που αναρτάται σε ιστοσελίδες, στο πλαίσιο του ειδικού ενημερωτικού σκοπού για τον οποίο δημιουργείται μια θεματική ιστοσελίδα.
- Ανεπιφύλακτη τοποθέτηση σε ένα σύνολο ζητημάτων στα οποία σαφέστατα μπορούν να υποστηριχθούν διαφορετικές αναγνώσεις και απόψεις.
- Σεξιστικός λόγος, με μειωτικές αναφορές κατά της καταγγελλόμενης, μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκα (“υπηρέτρια και δεν ξερω τι άλλο” του Α.Τσοχατζόπουλου κλπ).
- Έλλειψη σεβασμού της προσωπικότητας της καταγγελλομένης με σαφείς μειωτικές εκφράσεις που δεν είναι αναγκαίες για την μετάδοση των υποτιθέμενων εναντίον της πληροφοριών. Σκοπός “στοχοποίησης” του προσώπου και όχι των καταγγελλόμενων “πράξεων” και πρακτικών.
- Παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας και προεξόφληση ποινικής καταδίκης με ανεπιφύλακτη αναφορά σε νομικές παραβάσεις. Το διδακτορικό δίπλωμα αποτελεί ατομική διοικητική πράξη, καλυπτόμενη από το τεκμήριο της νομιμότητας μέχρι την τυχόν ανάκλησή της ή την κήρυξή της ως άκυρης. Από εκεί και πέρα, κανείς δεν έχει δικαίωμα να πει οτιδήποτε άλλο γι' αυτό το θέμα, αν δεν το υποστηρίξει από συγκεκριμένα και απτά στοιχεία, τα οποία έχει και υποχρέωση να παραθέσει στο ίδιο το σώμα της καταγγελίας του.
Βαρυνόμενο με όλα αυτά τα αρνητικά χαρακτηριστικά, το εν λόγω κείμενο δεν αποτελεί έγκυρο δημόσιο λόγο.
Αντιθέτως, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση κακής χρήσης του Διαδικτύου και κακής αντίληψης για την έννοια της ελευθερίας της έκφρασης, του προστατευτικού πεδίου της οποίας σαφώς εκφεύγει.
Το κείμενο αυτό δεν συγκροτείται από τεκμηριωμένο λόγο και γι' αυτό δεν θα έπρεπε να παρουσιάζεται δημόσια.
Η θιγόμενη δεν έχει υποχρέωση να απαντήσει σε καμία από τις “κατηγορίες” που εκτοξεύονται εναντίον της και κανένας δεν θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη αυτό το κείμενο το οποίο, πολύ απλά, δεν θα έπρεπε να είχε δημοσιευθεί στο Διαδίκτυο.
4. Συμπεράσματα
Το Διαδίκτυο αποτελεί ένα μέσο στο οποίο προωθείται η αρχή της διαφάνειας. Διαφάνεια σημαίνει σαφήνεια, ευθύτητα, απόδειξη και αντικειμενικότητα, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει “υπογραφή”. Οι ύβρεις, η λάσπη, τα θολά κίνητρα, η υποκειμενικότητα, η συκοφαντική δυσφήμηση, η προσβολή της προσωπικότητας είναι φαινόμενα κατακριτέα, τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την ελευθερία του λόγου. Φαινόμενα κατακριτέα όχι μόνο νομικά και ηθικά, αλλά και αισθητικά, καθώς και στο πλαίσιο των στοιχειωδών κανόνων της διαλεκτικής: όλοι συμφωνούμε ότι με κραυγές δεν γίνεται διάλογος.
Αν ο συντάκτης του επίμαχου κειμένου είχε τηρήσει όλες τις παραπάνω στοιχειώδεις προϋποθέσεις, κανείς δεν θα μπορούσε να πει τίποτα εναντίον του. Τώρα όμως, είναι απλώς μία από τις αφορμές που μπορεί να επικαλεστεί αύριο ένας υπουργός για να νομοθετήσει τον περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης.