Στις 20 Οκτωβρίου, από τις 9π.μ., στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του ΑΠΘ, η νέα και η παλιά δημοσιογραφία θα αναμετρηθούν, θα συγκλίνουν και θα αποκλίνουν σε μια προσπάθεια χαρτογράφησης της αναδυόμενης καινούριας μορφής της δημοσιογραφίας.
H διημερίδα θα αποτελέσει την "πρώτη WebTV ανατομία της συμμετοχικής δημοσιογραφίας". Ένα τηλεοπτικό πλατό, ένα πεντακάμερο βαν, ζωηρές τεχνολογικές πινελιές και μια δόση κλασικού συνεδρίου συναπαρτίζουν το μείγμα της διοργάνωσης του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ. Οι εργασίες μεταδίδονται ζωντανά μέσω Διαδικτύου, ώστε ακόμα και όσοι «άτυχοι» δεν χωρέσουν στην αίθουσα του Τελλογλείου να μπορέσουν να είναι έστω και νοερά παρόντες. Ή μάλλον πιο σωστά, θα μπορούν να είναι πραγματικά παρόντες, αφού θα μπορούν να υποβάλλουν τα ερωτήματά τους από το Ίντερνετ.
Πέρα από το κοινό, ακόμη και κάποιοι ομιλητές θα παρέμβουν από τις ΗΠΑ μέσω βιντεοκλήσεων. Μαζί με αυτούς, γνωστοί Έλληνες δημοσιογράφοι με ενεργή συμμετοχή στα Νέα Μέσα, διακεκριμένοι Έλληνες bloggers θα συμμετάσχουν σε ένα γόνιμο διάλογο, τόσο μεταξύ τους όσο και με τον κεντρικό ομιλητή, Dan Gillmor. Ο διάσημος Αμερικανός δημοσιογράφος, συγγραφέας και θιασώτης των Νέων Μέσων βρίσκεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, προκειμένου να μοιραστεί με την ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα τις πολύτιμες γνώσεις και εμπειρίες του γύρω από τα Νέα Μέσα.
Πληροφορίες:
- http://www.jour.auth.gr/civic (η επίσημη ιστοσελίδα του συνεδρίου για πληροφορίες και τα κείμενα – παρεμβάσεις των ομιλητών)
- http://newmediaconference.
blogspot.com (το blog του συνεδρίου: ο διάλογος για τα θέματα της συμμετοχικής δημοσιογραφίας ήδη ξεκίνησε και περιμένει τη συμμετοχή του κοινού!) - Γκρουπ «Συμμετοχική Δημοσιογραφία: Blogs και Νέα Μέσα» στο για να επικοινωνεί πιο εύκολα το κοινό κατά τη διάρκεια των εργασιών
Αναζητώντας τους κανόνες της δημοσιογραφίας των πολιτών: υπάρχουν offshore της ενημέρωσης;
1. Εισαγωγή: οι δύο στόχοι της εισήγησης
Το θέμα που θα αναπτύξω έχει έναν τίτλο που αποτελείται από μια ... επικήρυξη και από μια ερώτηση. Η επικήρυξη είναι το “ζητούνται κανόνες” και η ερώτηση ειναι το “υπάρχουν κανόνες;” Έτσι διατυπωμένος ο τίτλος φαίνεται αντιφατικός, γιατί το πρώτο μέρος είναι σαν να δίνει την απάντηση στο δεύτερο μέρος. Αν ήταν έτσι, θα επρόκειτο για αυτό που η διαλεκτική ονομάζει “λήψη του ζητουμένου”. Δεν πρόκειται όμως περί αυτού.
Στο μέρος της αναζήτησης των κανονων της δημοσιογραφίας των πολιτών ο στόχος μου είναι να διερευνήσω το “τοπίο” του δέοντος, χωρίς προκαταλήψεις από την πράξη. Στο δεύτερο μέρος, θέλω να εξετάσω κατά πόσον το τοπίο του δέοντος συμπίπτει με την πραγματικότητα, την “φυσική” των νέων μέσων και να δώσω την απάντηση στο ερώτημα του αν υπάρχουν σφαίρες εκτός δικαίου στον τομέα της ενημέρωσης σήμερα.
2. Το τοπίο του δέοντος
Σε αυτό το πρώτο μέρος της εισήγησης θα ασχοληθώ περισσότερο με τη θεωρία. Είθισται σε αυτό το σημείο των εισηγήσεων να ξεκινάει κανείς με ορολογικές διασαφήσεις, τις οποίες θέλω να αποφύγω, γιατί η εισήγησή μου δεν είναι “τεχνολογικά ουδέτερη”. Μιλώντας για “νέα μέσα”, αναφέρομαι στα “μέσα” που σήμερα θεωρούνται “νέα”, χωρίς αξιώσεις προγνωστικών ή διαχρονικότητας. Ως νέα μέσα αναφέρομαι συνολικά στα ιστολόγια, τις πλατφόρμες διαδραστικών περιοδικών, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το facebook και το twitter, τις συμμετοχικές εφαρμογές όπως η Wikipedia, τα podcast και άλλα. Φυσικά ενδιαφέρει περισσοτερο η ενημερωτική χρήση των εφαρμογών αυτών, ως μέσων μετάδοσης πληροφοριών που ενδιαφέρουν γενικότερα ακροατήρια και όχι ως μέσων για διαπροσωπική ανταλλαγή μηνυμάτων. Έτσι έρχομαι στην καρδιά του “τοπίου του δέοντος” που αποτελείται από:
2.1. Όχι ένα, αλλά δύο θεμελιώδη δικαιώματα
Η πιο σοβαρή διαφορά που παρουσιάζουν τα “νέα” από τα “παραδοσιακά” μέσα είναι ότι δεν μιλάμε πλέον μόνο για ελευθερία της έκφρασης. Τα νέα μέσα αναπτύσσονται μέσω τηλεπικοινωνιακών εφαρμογών. Ενώ η εφημερίδα, η τηλεόραση και το ραδιόφωνο χρησιμοποιούν κανάλια, όπως το δίκτυο διανομής και οι ραδιοσυχνότητες που δεν ταυτοποιούν ένα μεμονωμένο φυσικό πρόσωπο, η χρήση του διαδικτύου προϋποθέτει σύνδεση και η σύνδεση συνδρομητή. Αυτός που χρησιμοποιεί τα νέα μέσα ενημέρωσης, τόσο ως πομπός όσο και ως δέκτης πληροφορίας, ασκεί ταυτόχρονα δύο θεμελιώδη δικαιώματα: ελευθερία της έκφρασης και δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικότητάς του. Τόσο ο blogger, όσο και ο αναγνώστης του, επώνυμος ή “ψευδώνυμος”, σχολιάζων ή σιωπηλός, είναι φορείς των δικαιωμάτων στην ελεύθερη συμμετοχή στην κοινωνία της πληροφορίας, αλλά και στην προστασία της ατομικότητάς τους. Αυτό το δεύτερο στοιχείο της ατομικότητας, το οποίο αναλύεται σε προστασία του απορρήτου, απαγόρευση δημιουργίας “προφίλ” από τρίτους, σεβασμό της προσωπικότητας ακόμη και του αναγνώστη του μέσου, ως “επισκέπτη”, είναι στοιχεία τα οποία συνυπάρχουν με την ελευθερία της έκφρασης, στα
νέα μέσα. Αυτά είναι και τα στοιχεία που διπλασιάζουν, σε επίπεδο συνταγματικού δικαίου, την νομική βάση τόσο της ελευθερίας όσο και των περιορισμών των νέων μέσων.
2.2. Ελευθερίες και περιορισμοί στην έκφραση
Η ελευθερία της έκφρασης είναι ένα ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζεται από όλους τους καταλόγους δικαιωμάτων, όχι μόνο για τους φορείς των μέσων ενημέρωσης, αλλά και για κάθε πολίτη. Το θετικό του περιεχόμενο αναφέρεται στην ανεμπόδιστη δυνατότητα μετάδοσης στοχασμών, μηνυμάτων, πληροφοριών και ειδήσεων, με κάθε μορφή, δηλαδή είτε ως έργα λόγου, εικόνας και δηλώσεων, είτε με την ενάσκηση της ελευθερίας της τέχνης, της επιστήμης (εδώ μπορεί να γίνει λόγος και για “τρίτο” θεμελιώδες δικαίωμα: την πνευματική ιδιοκτησία, η οποία όμως υπάρχει ούτως ή άλλως και στα παραδοσιακά μέσα). Στην ελευθερία περιλαμβάνονται επίσης τα δικαιώματα πρόσβασης, συμμετοχής και δράσης στην κοινωνία της πληροφορίας, λήψης πληροφοριών και εκπομπής του δημόσιου σχολιασμού τους. Από την ίδια την κατοχύρωση του δικαιώματος στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προκύπτει ότι η ελευθερία της έκφρασης συνεπάγεται υποχρεώσεις και ευθύνες, στοιχεία που ισχύουν για κάθε άτομο που εκφράζεται δημόσια – όχι μόνο για τους “επαγγελματίες” ή τους “ερασιτέχνες” της ενημέρωσης. Στον ποινικό κώδικα μπορούν να εντοπιστούν πάρα πολλές διατάξεις που περιορίζουν -θεμιτά ή αθέμιτα- την ελευθερία της έκφρασης και αφορούν όλους τους πολίτες, όχι μόνο τους δημοσιογράφους. Η δημοσιογραφική δεοντολογία αποτελείται από σύνολα κανόνων οι οποίοι, πέραν από την “ηθική” τους έδραση, συγκροτούν στην πραγματικότητα συμβιβασμούς, αλλά και καλές πρακτικές ώστε οι δημοσιογράφοι να είναι πιο αποτελεσματικοί στις δράσεις τους. Η διασταύρωση της είδησης, η υποχρέωση πλήρους μετάδοσης των πληροφοριών που τεκμηριώνον την ακρίβεια της είδησης, η παράθεση της αντίθετης άποψης σε αμφισβητούμενα ζητήματα, η αντιστοιχία τίτλου – περιεχομένου, η προστασία των πηγών και του off the record, ο σεβασμός του τεκμηρίου της αθωότητας, ο σεβασμός των προσωπικών δεδομένων, ο διαχωρισμός σχολίου και είδησης και η αποφυγή χρήσης λόγου που καλλιεργεί το μίσος εναντίον ομάδων είναι οι πιο γνωστοί δεοντολογικοί κανόνες. Δεν αντιστοιχούν όλοι σε νομικές υποχρεώσεις που δεσμεύουν το σύνολο των πολιτών βάσει του ποινικού δικαίου. Σταδιακά όμως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου αναγνωρίζει ότι οι υποχρεώσεις αυτές δεν εναπόκεινται απλώς στην καλή θέληση των δημοσιογράφων και στα πειθαρχικά των Ενώσεών τους. Αντιθέτως, το ΕΔΔΑ αναγνωρίζει ότι αυτοί οι κανόνες αποτελούν υποχρεώσεις σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση. Οι υποχρεώσεις αυτές όμως, όπως είπαμε, δεσμεύουν όλους τους πολίτες. Γι' αυτό ίσως και σε μια πρόσφατη απόφασή του, το Πρωτοδικείο Αθηνών νομολόγησε ότι “Αν ο λόγος κάθε πολίτη, συνεπώς και ο δημοσιογραφικός λόγος, δεν είναι τεκμηριωμένος, απλώς δεν πρέπει να εκφέρεται δημοσίως.». Βρισκόμαστε μόλις ένα βήμα από το να αναγνωριστεί ότι οι συναλλακτικές υποχρεώσες του Τύπου, όπως κωδικοποιούνται στους δεοντολογικούς κανόνες, ισχύουν για κάθε πολίτη που χρησιμοποιεί τα νέα μέσα.
2.3. Ελευθερίες και περιορισμοί στην ιδιωτικότητα
Η χρήση τηλεπικοινωνιακών μέσων εντάσσει όλη τη διαδικασία της σύνδεσης και της ανταλλαγής ορατών ή και μη ορατών δεδομένων (traffic data) στο πεδίο του απορρήτου των επικοινωνιών. Αυτό αφορά την προστασία της ταυτότητας του χρήστη, ο οποίος έχει δικαίωμα να διατηρεί την ανωνυμία του, χωρίς κανείς να νομιμοποιείται να την διακορεύσει, αν δεν συντρέχουν οι σχετικές συνταγματικές εγγυήσεις. Δεν εξαντλείται όμως μόνον στην ανωνυμία το στοιχείο της ιδιωτικότητας. Ιδιωτικότητα σημαίνει, ουσιαστικά, ατομικότητα: ο χρήστης, είτε είναι blogger, είτε αναγνώστης, είτε σχολιαστής, είτε επισκέπτης, πρέπει να γίνεται σεβαστός ως φυσικό πρόσωπο, ως
συγκεκριμένη προσωπικότητα. Ακόμα και ο “απλός” σέρφερ του διαδικτύου δεν μπορεί να εξισωθεί με τον εξ ορισμού μη ταυτοποιήσιμο τηλεθεατή, ακροατή ραδιοφώνου, αναγνώστη εφημερίδας ή περιοδικου. Η δικτύωση επιτρέπει τεχνικά τη συγκέντρωση πληροφοριών σχετικά με την πλοήγηση του χρήστη σε ιστοσελίδες, γεγονός το οποίο μπορεί με ευχέρεια να οδηγήσει στην κατασκευή προφίλ και την εξαγωγή εύλογων ή και αυθαίρετων συμπερασμάτων για το άτομο, ανεξάρτητα από το αν αυτό είναι ανώνυμο ή επώνυμο. Δηλαδή ακόμη κι όταν δηλώνω το όνομά μου στο διαδίκτυο, δεν έχω εξουσιοδοτήσει τρίτους να προβούν άνευ ετέρου σε υπερσυγκέντρωση και συσχετισμούς δεδομένων που μπορούν να απορρέουν από την πλοήγησή μου στο διαδίκτυο, ακόμη κι αν κινούνται εκτός του περίκλειστου χώρου της εμπιστευτικής επικοινωνίας. Η ιδιωτικότητα δεν προστατεύει δηλαδή μόνο το περιεχόμενο λ.χ. ενός e-mail, αλλά το σύνολο της διαδικτυακής μας παρουσίας κυρίως προς την κατεύθυνση της απαγόρευσης δευτερεύουσας “περαιτέρω” χρήσης των πληροφοριών που αναπόφευκτα παράγονται κατά τη διαδικασία αυτή. Αντιστρόφως, ακόμη κι όταν ο χρήστης είναι ανώνυμος, τίποτε δεν νομιμοποιεί την αμφισβήτηση των δικαιωμάτων του στον σεβασμό της προσωπικότητάς του. Πέρα από το νομικό πεδίο βέβαια, η ανώνυμη συμμετοχή στο διαδίκτυο επιδέχεται διαλεκτικών αξιολογήσεων και ηθικών αποτιμήσεων, σε σχέση με τη σκοπιμότητα και την ανάληψη της “ευθύνης”. Οι περιορισμοί που τίθενται στην ιδιωτικότητα συνδέονται είτε με την τέλεση σοβαρών αδικημάτων και απειλών για την εθνική ασφάλεια, δηλαδή λόγους που οδηγούν σε άρση του απορρήτου, είτε με την αρχή της διαφάνειας, την ανάγκη για ενημέρωση σχετικά με θέματα που προάγουν ένα δημόσιο διάλογο για ένα ζήτημα γενικού ενδιαφέροντος. Στην εξειδίκευση αυτών των περιορισμών αναπτύσσεται η νομοθεσία για τα όρια της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, η νομοθεσία για τις επιτρεπόμενες περιπτώσεις της άρσης του απορρήτου και οι κανόνες για τη διαφάνεια, όπως απορρέουν από το “δικαιολογημένο ενδιαφέρον” του χρήστη καθώς και τη νομολογία των δικαστηρίων – ιδίως όταν ελλείπουν ειδικοί νομοθετικοί κανόνες, όπως ισχύει γενικότερα στην Ευρώπη.
3. Η “φυσική” των νέων μέσων
Οι κανόνες της ελευθερίας της έκφρασης και της ιδιωτικότητας υπάρχουν και ισχύουν ανεξάρτητα από το αν το μέσο είναι παραδοσιακό ή νέο, όπως υπάρχουν επίσης υπάρχουν οι δικαστές ή και άλλοι ανεξάρτητοι – ή και όχι τόσο ανεξάρτητοι- λειτουργοί που μπορεί ανά πάσα στιγμή να κληθούν να τους εφαρμόσουν. Εκτός όμως από την βασική νομοθεσία, υπάρχει και η “φύση” του μέσου, αυτό που οι νομικοί ονομάζουν “κανονιστική επίδραση του πραγματικού”. Τα τεχνικά χαρακτηριστικά των νέων μέσων που τα διαφοροποιούν από τα παραδοσιακά, αναπόφευκτα υποβάλλουν συγκεκριμένους τρόπους χρήσης. Οι τρόποι αυτοί, όταν γενικεύονται, επιδρούν αναπόφευκτα στο “τοπίο” του δέοντος, συγκροτώντας ένα σύνολο παράλληλων κανόνων που ονομάζω “φυσική” των νέων μέσων.
3.1. Το πρόβλημα του τόπου (και η λύση του)
Η διαδικτυακή παρουσία αποϋλοποιεί την έννοια της “έδρας” ή της “κατοικίας” του χρήστη, οπότε αποσυνδέει και τις πράξεις του – προστατευόμενες ή απαγορευμένες- από το έδαφος και το δίκαιο που ισχύει σε αυτό. Ωστόσο, το ισχύον δικαιο περιέχει κανόνες επίλυσης των όποιων προβλημάτων μπορεί να ανακύψουν σε σχέση με ερωτήματα ως προς την “δικαιοδοσία”. Τόπος δεν είναι βέβαια μόνον αυτός της εγκατάστασης του εξοπλισμού ή της έδρας του παρόχου ή της έδρας στην οποία είναι κατοχυρωμένη μια επωνυμία. Τόπος είναι και ο χώρος στον οποίο επέρχονται κατά κύριο λόγο τα αποτελέσματα μιας δράσης. Ειδικά για την περίπτωση των συκοφαντικών δυσφημήσεων, σε μια γλώσσα όπως η ελληνική, είναι αστείο το επιχείρημα ότι ο “server είναι στις ΗΠΑ”: τα αδιαμφισβήτητα αποτελέσματα του αδικήματος σχετίζονται με τη διάδοση ανακριβών ισχυρισμών σε τρίτους και αυτοί οι τρίτοι θα πρέπει να είναι σε στοιχειώδη ικανότητα αντίληψης όσων μπορούν να “θίξουν”. Το ίδιο και για την πρόκληση πανικού. Από εκεί και πέρα, οι κανόνες που
συνδέουν την δικαστηριακή δικαιοδοσία με τον τόπο κατοικίας του δράστη, την ιθαγένειά του και τον τόπο της αδικοπραξίας, παρέχουν συγκεκριμένες λύσεις στις σχετικές αναζητήσεις, όπως εξάλλου και η διεθνοποίηση του “κυβερνοεγκλήματος” μέσω διεθνών δεσμευτικών κειμένων. Η “φυσική” των νέων μέσων εξακολουθεί όμως να βγάζει τη γλώσσα στους νόμους: τι γίνεται με την αναμετάδοση, τη χρήση links, τους “συναθροιστές”, τις πιο παγκόσμιες γλώσσες από την Ελληνική; Τα εργαλεία της νομικής επιστήμης καταλήγουν σχεδόν πάντα στο ίδιο τελικό κριτήριο: τον σκοπό και η έκταση της ευθύνης και της άρσης της. Αν ο σκοπός ήταν να θιγεί σε παγκόσμιο επίπεδο ένα φυσικό πρόσωπο με ένα συκοφαντικό δημοσίευμα, ένα τοπικό δικαστήριο θα πρέπει να κρίνει σαν να ήταν ένα πλανητικό δικαστήριο. Κάποιος όμως θα πρέπει να του υπενθυμίζει ότι δεν είναι: η κοινωνία των πολιτών και η κοινωνία των νομικών.
3.2. Το στοιχείο της διάδρασης: απελευθέρωση ή υπέρμετρη δέσμευση;
Στη δίκη εναντίον ενός φόρουμ στο οποίο κάποιοι έγραφαν δυσφημιστικά σχόλια για τρίτους και ο διαχειριστής όσο και να έσβηνε δεν προλάβαινε την εκ νέου ανάρτησή τους, ο μάρτυρας υπεράσπισης επικαλέστηκε τη “φύση” του μέσου. Από την άλλη πλευρά, ο δικηγόρος των εναγόντων ισχυρίστηκε ότι η φύση δεν είναι διαφορετική από τη φιλοξενία επιστολών αναγνωστών στις παραδοσιακές εφημερίδες. Το επιχείρημα της “φύσης” του μέσου υποκρύπτει την τεχνική αδυναμία για αυτοματοποιημένη προστασία απο το αδίκημα της δυσφήμησης. Ο παραλληλισμός με τις παραδοσιακές επιστολές αναγνωστών παραβλέπει την αέναη δυνατότητα επίδρασης χρηστών στο περιεχόμενο των πληροφοριών.
Αφήνοντας ανοικτούς χώρους σε επισκέπτες και σχολιαστές, ρισκάρουμε την μετακύληση της ευθύνης στο πρόσωπό μας ως διαχειριστές ενός νέου μέσου. Προφανώς δεν μπορούμε να είμαστε διαχειριστές 24/7, ακόμη και με τη χρήση κινητών μέσων πρόσβασης και επέμβασης στο περιεχόμενο: κάποτε θα κοιμόμαστε ή θα κάνουμε κάτι άλλο. Έχουμε άραγε υποχρέωση για μια διαρκή παρακολούθηση όλων αυτών των ανοικτών πεδίων; Όχι, στο μέτρο που αυτό θα υπερέβαινε την φύση όχι του μέσου, αλλά του διαχειριστή του. Από την άλλη πλευρά, η χρήση φίλτρων, όπως το moderation και η προέγκριση νοθεύει την ελεύθερη ροή ενός διαλόγου σε οιονεί φυσικό χρόνο και μπορεί να δημιουργήσει παλλινδρομήσεις, αντινομίες και ακύρωση της επιδιωκόμενης ζωντάνιας: ένα νέο μέσο μπορεί να γίνει έτσι “παραδοσιακό”.
Η χρυσή τομή βρίσκεται κατά τη γνώμη μου και πάλι στην ίδια την λειτουργία της διάδρασης: αν ένας αναγνώστης ζητήσει προστασία από επιθέσεις κλπ δεν υπάρχουν πια πολλά επιχειρήματα εναντίον μιας στοχευμένης προστατευτικής επέμβαση του διαχειριστή, σαν ασφαλιστικά μέτρα με χρονικά πεπερασμένη ισχύ. Η σκόπιμη μη ειδοποίηση εκ μέρους του θιγόμενου προς τον διαχειριστή, από την άλλη πλευρά, είναι κι αυτή αξιολογήσιμη σε συνάρτηση με το σκοπό και την καταχρηστικότητα της σιωπής.
3.3. Η βραχύβια ανωνυμία
Η παλιά νομοθεσία για το απόρρητο των επικοινωνιών δεν προβλέπει την συκοφαντική δυσφήμηση κι άλλες προσβολές ως νόμιμη βάση για την άρση. Στην έννοια των “ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων” που αναφέρει το Σύνταγμα ως λόγο άρσης περιλαμβάνονται ορισμένα βαριά κακουργήματα, καθώς και η εκβίαση. Αυτό θα έπρεπε να αποτελεί έναν φραγμό που στεγανοποιεί χώρους και τους συγκρατεί εκτός των δυνάμεων κρατικής επιβολής. Η πραγματικότητα διδάσκει ότι οι φραγμοί αυτοί μπορούν να καμφθούν, νομότυπα ή και απολύτως παράνομα. Με την κατασκευή ψευδών στοιχείων για τέλεση κακουργήματος ή εκβίασης, μπορεί να εξασφαλισθεί η άρση του απορρήτου. Με την on-line παρακολούθηση από τις διωκτικές αρχές -χωρίς άρση του απορρήτου- και την επ' αυτοφώρω κατάληψη του δράστη εν τω πράττεσθαι, παρακάμπτονται ακόμα και τα προσχήματα. Η τήρηση μιας πραγματικής ανωνυμίας προϋποθέτει τη λήψη πολύ αυστηρών μέτρων εκ μέρους του χρήστη, μέτρων που φυσικά τον απομακρύνουν
από τις οικιακές συσκευές του. Η “φυσική” των νέων μέσων διδάσκει ότι η πραγματική ανωνυμία, στην πραγματικότητα μπορεί να είναι χρονικά πεπερασμένη. Άλλωστε δεν υπάρχει κανένα αγαθό πιο ευπαθές από την ίδια την πληροφορία: η ρήξη του context στο οποίο παράγεται έχει ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα τη διάδοση και τα μέτρα αποκατάστασης αυτής της ρήξης ποτέ δεν μπορούν να επαναφέρουν πλήρως την προτέρα κατάσταση.
3.4. Μια κοινότητα εν δυνάμει υπαρκτή
Οι αναζητήσεις στο τοπίο του δέοντος καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα νέα μέσα δεν αποτελούν αυτομάτως “συλλογικότητες”. Οι χρήστες τους δεν εκπροσωπούν κανέναν εκτός απο τον εαυτό τους, δεν εμφορούνται από κοινές ιδέες ή διεκδικήσεις και δεν φέρουν ευθύνη για τη δράση τρίτων προσώπων. Το ίδιο συνέβαινε, βέβαια, πάντοτε: ούτε οι δημοσιογράφοι είναι εντολοδόχοι. Το μόνο κοινό σημείο είναι αυτό της διαμεσολαβητικής λειτουργίας του νέου μέσου. Ο χρήστης του νέου μέσου αξιοποιεί ένα βήμα που εν δυνάμει μπορεί να αποκτήσει μια ιδιάζουσα διεισδυτικότητα: ενώ παλαιότερα το κέντρο του σπιτιού ήταν το ραδιόφωνο και πιο μετά η τηλεόραση, σήμερα τον χώρο φαίνεται να διεκδικεί ο ηλεκτρονικός υπολογιστής ή υβριδικές τεχνολογίες. Οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν ως βήμα τα νέα μέσα δε σημαίνει ότι θα αποκτήσουν άνευ ετέρου κάποια ιδιάζουσα διεισδυτικότητα, αφού η επιβολή τους δεν είναι αντίστοιχη με τις πεπερασμένες ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές συχνότητες και κατ' επέκταση εκπομπές. Γι' αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι διαχειριστές των νέων μέσων όταν επιθυμούν να τονώσουν την διεισδυτικότητά τους απευθύνονται στους “συναδέλφους” του ομοϊδεάτες, κωδικοποιώντας ένα κοινό μήνυμα, ένα κοινό αίτημα ή μια κοινή πολιτική στάση. Πρόκειται για τις γνωστές διαδικτυακές καμπάνιες και τον “μικρο-ακτιβισμό”. Όσο κι αν η θεωρία επιμένει ότι οι bloggers δεν εκπροσωπούν τίποτα, η “φυσική” των νέων μέσων αποδεικνύει ότι ομάδες και υποκοινότητες των χρηστών των νέων μέσων συντονίζουν τις “συχνότητές” τους, όταν γοητεύονται από ένα ένα συλλογικό αίτημα. Οι νομικές συνέπειες αυτής της παρατήρησης γίνονται απτές όταν τα αιτήματα συμπυκνώνονται σε αναφορές που υποβάλλονται προς κρατικές αρχές, οι οποίες, σε αυτή την περίπτωση, υποχρεούνται, όπως αναφέρει το Σύνταγμα, να απαντήσουν σε σύντομο χρονικό διάστημα και μάλιστα τεκμηριωμένα. Όταν δεν το πράττουν, οι συλλογικότητες μπορούν να διεκδικήσουν την κρατική λογοδοσία μέσω ανεξάρτητων ελεγκτικών θεσμών, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη, η ΕΕΤΤ κ.τ.λ.
4. Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου
Χώροι εκτός δικαίου υπάρχουν, στο μέτρο που η ανωνυμία προστατεύεται θεσμικά από το απόρρητο των επικοινωνιών, ακόμη κι όταν προκειται για πλημμεληματική εγκληματικότητα. Η προστασία του απορρήτου όμως δεν σημαίνει και άρση του παράνομου χαρακτήρα της πράξης που τελέστηκε στην απόρρητη σφαίρα. Ακόμη και ανώνυμος, ο δράστης μιας παράνομης πράξης παραμένει δράστης. Η ανωνυμία είναι ένα εξαιρετικά εύθραυστο τσόφλι, το οποίο ενδέχεται να αποδυναμωθεί ακόμη περισσότερο με τυχόν νομοθετική τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου. Μόνος φραγμός παραμένει το Σύνταγμα και το διεθνές δικαίο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αλλά η διάγνωση της όποιας αντισυνταγματικότητας, εκτός από αβέβαιη, μπορεί να αποδειχθεί ματαιωτικά χρονοβόρα.
Μια προέκταση αυτής της συζήτησης είναι αν θα έπρεπε να υπάρχουν χώροι εκτός δικαίου για τα νέα μέσα: ένα πεδίο στο οποίο ο διαλογος θα πρέπει να λαμβάνει πάντα υπόψη τόσο το “τοπίο” του δέοντος, οσο και την “φυσική” των νέων μέσων.
1 σχόλιο:
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς, λοιπόν, ολίγο πριν απ' το θάνατο του σε βαθιά γεράματα, ρωτήθηκε κάποτε, τι γνώμη είχε για τους Hitler και Musolini. Στάθηκε, λέει, λίγο για να ψάξει στη μνήμη του και μη βρίσκοντας τίποτα, ρώτησε ήρεμα με τη σειρά του: "Γλύπτες είναι;".
Δημοσίευση σχολίου